15 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024

Ο Αριστείδης Πανώτης για τον Όσιο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη

Του πολιού Άρχοντος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Αριστείδη Πανώτη

Στην ηρωϊκή Βόρεια Ήπειρο και κοντά στους «Άγιους Σαράντα» στο χωριό της Δρόβιανης γεννήθηκε το 1903 ο Αναστάσιος Γραικός. Παιδιόθεν ανατράφηκε από τους γονείς του με δύο στόχους «με την παιδεία και τη νουθεσία του Κυρίου» και με την αφοσίωσή του στην προγονική  του ελληνικότητα. Μεγάλωσε σε μία περιοχή με δεκάδες ελληνοχώρια που ποτέ δεν έπαυσαν να θρησκεύουν ορθόδοξα και να μιλούν ελληνικά, όπως ποτέ δεν σκέφτηκαν ότι κάποτε θα επιχειρηθεί να αποξενωθούν από αλλοεθνή εξουσία! Όταν περάτωσε την στοιχειώδη μαθητεία θέλησε να  συνεχίσει τις γυμνασιακές σπουδές του κοντά σε συγγενείς του σε Σχολαρχείο του «Κλεινού Άστεως» των Αθηνών. Και πραγματικά μαθήτευσε κοντά σε κράτιστους φιλολόγους καθηγητές με άριστες επιδόσεις, που του άνοιξαν το δρόμο για πλατύτερο άνοιγμα στο πέλαγος της Ελληνομάθειας. Μέχρι το Σεπτέμβριο του 1916 η Βόρεια Ήπειρος είχε αναμφισβήτητη την ελληνικότητα, μάλιστα στηριζόμενη από την «Συμμαχία της Αντάντ» τουλάχιστον μέχρι την ειρήνευση του 1918.

Όμως από τις Νοεμβριανές εκλογές του 1920 θριάμβευσαν στην Ελλάδα οι αντίπαλοι της «Συμμαχίας Αντάντ» και οι Δυτικοευρωπαίοι αναθεώρησαν την συμμαχική στάση τους και αγκάλιασαν το Σερβικό έθνος και το βοήθησαν να καταλάβει στην περιοχή της λεγόμενης «Άνω Μακεδονίας» και να αυξηθεί προς νότο, στις παραλίμνιες περιοχής των Πρεσπών όπου στο παρελθόν υφίστατο η αρχιεπισκοπή Αχρίδος. Αλλά βοήθησαν και το νεοσύστατο Αλβανικό κράτος να σταθεί στα πόδια του και αντί να αυξηθεί προς βορρά όπου αφθονούσε ο Σερβικός πληθυσμός, να στραφεί προς νότο και να προσαρτήσει την ελληνικότατη περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Έτσι πληρώθηκε από τους νικητές του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου ο «Εθνικός Διχασμός» των Ελλήνων! Όμως η «Μικρασιατική Καταστροφή» του 1922 έδωσε την ευκαιρία στην Ιταλία να στηρίξει το Αλβανικό κρατίδιο και στην Βόρεια Ήπειρο, και η πατρίδα του Αναστασίου Γραίκα υποδουλώθηκε στα Τίρανα και εκείνος αναζήτησε ως άλλο τόπο καταφυγής την εν Χριστώ ελευθερία του και προτίμησε εκεί που ζούν οι βιαστές της «Βασιλείας των Ουρανών» και «υπάρχει το Πνεύμα του Κυρίου και καθιδρύει και η ελευθερία» (Β΄Κορ.γ΄. 17), και ο Τάσος Γκραίκας κρυφά από τους δικούς του το 1924  προτιμά ως δικλείδα ασφαλείας της «ελευθερίας» του και πορεύεται στην Αθωνική Πολιτεία. Όμως στην Πολιτεία αυτή συνυπάρχουν δύο μορφές αναχωρητικού βίου, ο ένας είναι ο πολυάνθρωπος κοινωνικός μοναχισμός των ιερών μονών, είτε υπό την κοινοβιακή ή την ιδιόρρυθμη μορφή, καθώς και η μονήρης εγκαταβίωση των «ελαχίστων» σε μικρή καλύβι μέσα στα όρια της κυριαρχίας της περιοχής της μονής.

Πέραν των ορίων της Λαυριώτικης Σκήτης της Αγίας Άννης, αριστερόθεν του ακρωτηρίου του Νυμφαίου, στις σημερινές «Πίννες» υπάρχει μικρό άνυδρο πλάτωμα κορυφής όπου υφίστατο «μία ωραία καλύβη υψούμενη ως μία σκοπιά». Στην «Αθωνίτικη αυτή Άκρα» διαβίωσαν προς μείζονα τελείωση ο περίφημος «Πνευματικός» παπά-Γρηγόρης καθώς και πολλοί άλλοι διακριτικοί πατέρες στις γύρω καλύβες, όπως ήταν ο παπά-Σάββας, ο παπά-Κοσμάς και άλλοι που ήρχοντο εκεί και εξομολογούντο Αγιορείτες μοναχοί και Προηγούμενοι και «μεταξύ αυτών και ο ησυχαστής πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄», όταν «καλογέρευε» στον Μυλοπόταμο στα τέλη του 19ου αιώνακαθώς και λαϊκοί προσκυνητές «προς ιλασμόν αμαρτιών, συγχώρηση ανομιών και ίαση ασθενημάτων». Ο τόπος όμως αυτός είναι κατ’ εξοχήν αγιασμένος από πλειάδα έξοχων αγίων αναστημάτων, όπως ήταν «Αγάπιος Λάνδος» ο Κρητικός, που έγραψε την «Αμαρτωλών Σωτηρία» τον 17οναιώνα και οδοδεικτεί την αρχή της «Μικραγιαννάνας» και στο βάθος την έρημο των «Κατουνακίων», που τα τέλη του 19ου  αιώνα εγκαταστάθηκε Δανιήλ ο Σμυρναίος (+1929), ο Όσιος γεννήτορας των σημερινών Αγιορειτών «Δανιηλαίων».

Ο εορτασμός της χιλιετηρίδος από της συστάσεως της Μεγίστης Λαύρας στον Άθωνα το 1967 ήταν η δεύτερη ευκαιρία μεταβάσεως στο Άγιο Όρος αυτή τη φορά με όμιλο Κυκλαδιτών φίλων και εκεί ήλθε να με συναντήσει ο π. Γεράσιμος με τον εκ Κέας συγγενή μου π. Διονύσιο για την συνεργασία μας στην Θ.Η. Εγκυκλοπαιδεία. Και έκτοτε συνδέθηκα στενά μαζί του.

Στο κέντρον του «Εορτασμού της Χιλιετίας της Μεγίστης Λαύρας»
Εξ αριστερών ο καθηγητής Αρ. Πανώτης και ο Πνευματικός Διονύσιος Ξέστερνος εκ Κέας,ο Νάξιος καθηγητής Στυλ. Κορρές και ο Όσιος Γεράσιμος  Μικραγιαννανίτης, ο Άνδριώτης μητροπολίτης της Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός και ο Κιμώλιος π. Ιωάννης Ράμφος κ.ά

Εξ αυτής της γνωριμίας μας πορεύθηκα το 1964 στην περιοχή της Μικράς Αγίας Άννας ανακαλώντας  τις εφηβικές αναμνήσεις μου από τις διηγήσεις του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη «Με του βορηά τα κύματα» και τότε εκεί συνήντησα δύο μόνον Λαυριώτικες καλύβες. Η  πρώτη καλύβη ήταν το καταφύγιον του Μικρασιάτη ιερομόναχου Μελετίου και τιμούσε τον «Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη», πρωτοστάτη της ερημικής ασκήσεως. Σε αυτόν προσήλθε σε ηλικία 19 ετών και έβαλε «μετάνοια» γενόμενος υποτακτικός ο βορειοηπειρώτης Αναστάσιος-Αθανάσιος Γραικός και εντάχθηκε ως υποτακτικός του Μελετίου για να γίνει μοναχός. Όμως ο Μελέτιος ήταν κρυφός «ζηλωτής» και οπαδός της κινήσεως των πολεμίων της «Ημερολογιακής Μεταρρυθμίσεως» του 1923 και επέσπευσε την μοναχικήν «κουράν» του προσελθόντος μέχρι την 20ην   Οκτωβρίου 1924 και τον ονόμασε Γεράσιμον μοναχόν. Οι εξ Αθηνών Παλαιοημερολογίτες τον πλάνεψαν και έγινε «ιερέας» τους.  [Μεταπολεμικά μάλιστα είδα παρόμοια περίπτωση Αγιορείτη περιφερόμενου με το δισάκι των «ιερών» του στον ώμο από εξωκκλήσιο σε εξωκκλήσιο στα περιβόλια του Μοσχάτου, πάντα  πανέτοιμο να «λειτουργήσει» αντί πινακίου φακής!]

Έτσι η καλύβη του «Τιμίου Προδρόμου» με την ευλογία της Μεγίστης Λαύρας περιήλθε στην κυριότητα του μοναχού Γεράσιμου, ο οποίος μόνος πλέον προσευχόμενος εργαζόταν εκεί προς επιβίωση, αρχικά μεν την ξυλογλυφία σφραγίδων των προσφόρων, όμως ως εγγράμματος μοναχός προσελήφθη και ως αρχειοφύλαξ και βιβλιοφύλαξ στην Σκήτη της Αγίας Άννης, δεδομένης μάλιστα της ευφυΐας και φιλομάθειας του ασχολήθηκε όχι μόνον με μελέτη και σπουδή της Αγιολογίας και Υμνολογίας, αλλά κατέχοντας και το ποιητικό τάλαντο ασκήθηκε κατά τον Μεσοπόλεμον και κατά την εποχήν της Κατοχής και μελετούσε το γραφέν υπό του Γρηγόριο Νύσσης ότι η μελέτη «επί τοις υπάρχουσιν ημίν αγαθοίς ανατιθεμένη τω Θεώ ευφημία αποτελείκαι το εντρύφημα της ιερής «ευφημίας» των ύμνων της Εκκλησίας μας.

Ο π. Γεράσιμος κυριολεκτικά είχε πλήρη γνώση του υμνολογικού πλούτου των βιβλιοθηκών  των αθωνικών μονών, αλλά με το προσωπικό του ποιητικό τάλαντο ευφήμισε και σύγχρονα ιστορικά συμβάντα με ισάξιο τρόπο, όπως έπραξαν και οι πρό αυτού υμνογράφοι. Έτσι καλλώπισε και συνεπλήρωσε τις παλαιότερες ακολουθίες με 37.000 σελίδες νέων ύμνων το υμνολόγιον  της Εκκλησίας μας. Ο αείμνηστος «χειραγωγός» μου εκ παιδός στην Θεολογία καθηγητής Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, το 1953 δημόσια στην Ακαδημία Αθηνών τόνισε πως ο π. Γεράσιμος Μικρογιαννανίτης: «αποτελεί μία σπάνια Αγιορειτική προσωπικότητα, όχι μόνον για την σπάνια ελληνομάθειά του, αλλά  και για την καταπληκτική ποιητική του ευχέρεια στη σύνθεση των τροπαρίων  και στην δαψίλεια των νοημάτων τους και στην καλλιέπεια της γλώσσης τους, ακόμη δε και στο ρέον ύφος τους και την αρμονία όσων συγγραφών φιλοτεχνεί». Πραγματικά αυτά τα σπάνια προσωπικά χαρίσματα τα διαπίστωσα και ο ίδιος όταν τον γνώρισα το 1963  στην Μεγίστη Λαύρα κατά την «κατά Χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους». Όταν εγνώρισα τον ίδιο τότε παρακαλέσα τον φίλο π. Ιωάννη Ράμφο να γράψει το βιογραφικό του  σημείωμα και το έδωσα στη Θ.Η.Ε. προς δημοσίευση ως ο αρμόδιος. *** Βλ.στον  Δ΄ τόμο της Θ.Η.Ε.  του  1964 κι στις σελίδες 350-351.

Στην «Μικραγιάννα» γειτονική καλύβη προς εκείνη του «Προδρόμου» ήταν της Μεγάλης Κυρίας του Άθωνα, αφιερωμένη στην «Κοίμηση της Θεοτόκου». Εκεί επί μακρόν εγκαταβίωσε ο Γέροντας π. Αβιμέλεχ Μπονάκης (1873-1965) [Αντ. Στιβακτάκη. Γέροντας Αβιμέλεχ. Ιεράπολη Κρήτης 2011], ο οποίος λόγω γήρατος επέστρεψε στην πατρίδα του την Κρήτη και την καλύβη του, κατά σύσταση μάλλον του π. Γερασίμου, η Μεγίστη Λαύρα την ανέθεσε στον πατριώτη μου π. Διονύσιον Ξέστερνο εκ Κέας, τότε χειροτονηθέντα υπό του ζώντος στη Σκήτη της Αγίας Άννης Μιλητουπόλεως Ιερόθεου, ο οποίος και τον κατέστησε «Πνευματικόν» για να παιδαγωγεί εις Χριστόν φερέλπιδες νέους, μερικοί των οποίων ανήλθαν και στο αρχιερατικό αξίωμα.

Ο π. Γεράσιμος εργαζόμενος το αρχείο της Σκήτης συνάντησε την ιστορία των δύο συνασκητών που μετέφεραν τον 16ου  αιώνα την μοναστικήν παράδοση των Στουδιτών της Κωνσταντινουπόλεως στον Άθωνα. Αυτοί ήταν ο Διονύσιος ο Ρήτορας και ο εκ Στρατονίκης υποτατακτικός του Μητροφάνης, που τα ασκητικά παλαίσματα τους φαίνεται πως άφησαν εποχή στην «Μικραγιάννα» και το 1946 αποφασίζουν εκτός της κοινής προσευχής του π. Διονυσίου ως ιερέως και του π. Γερασίμου ως ιεροψάλτου, ο μεν πρώτος να είναι ο οικονόμος για την βιωτική μεριμνά τους ο δε δεύτερος να συνεχίσει αμέριμνος και πλήρως την υμνογραφική προσφοράν του στην «ευφημία»  του Θεού. Όταν άρχισε να γνωστοποιείται  η συνθετική ικανότητα νέων ύμνων του π. Γερασίμου τον πλησίασαν πολλοί ευλαβείς νέοι με μοναχική κλήση και θέλησαν να ενταχθούν στην συνοδεία του όπως ήταν ο ευλαβέστατος π. Μητροφάνης, ο καλλικέλαδος π. Σπυρίδων, ο φιλαιδήμων σχολάρχης π. Νικηφόρος που εκλέχτηκε Ιεράρχης στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και ο φίλεργος Ναθαναήλ, γενόμενος Ιεράρχης στην Αλβανία  και ο φέρελπις τότε νέος π. Νεκτάριος. Έτσι άρχισε να συγκροτείται άτυπα περι τον Γέροντα π. Γεράσιμος η οικογένεια των «Γερασιμαίων» και άτυπα να συγκροτείται το 1956 σε σπηλαιώδη βράχο, που ήταν ταπεινόν προσευχητήριον, μοναστηριακή  «λιτή» που έλαβε την μορφήν εκκλησιδίου, το οποίο αφιερώθηκε στους προσφιλείς τους «Οσίους  πατέρες  Διονύσιον τον Ρήτορα και τον μαθητήν του Μητροφάνη τον Πνευματικόν» και τους τιμούσαν εκεί την 9ην Ιουλίου με κατανυκτική Αγιορειτική «Αγρυπνία», που από το ψαλτήρι της περνούσαν οι δοκιμώτεροι μοναχοί ιεροψάλτες και την  ακρίβεια της τάξεως επιστατούσε το «άγρυπνον όμμα» του Γέροντα Γεράσιμου ως μόνιμου «τυπικάρη». Μετά την «Απόλυση» οι εκκλησιαζόμενοι στην «Τράπεζα», αφού άκουγαν το επιτραπέζιο πατερικό ανάγνωσμα, ξεκινούσε η συνεσθίαση των συνδαιτυμόνων και μετά η ανταλλαγή των βιωθεισών σκέψεων επί  των τελεσμάτων κατά την εόρτιον αυτήν σύναξη όπως στα αρχαία «Συμπόσια». Ο Γέροντας ήταν ανεξάντλητος σε απαντήσεις για αγιολογικά και υμνολογικά ερωτήματα και μας εβεβαίωνε ότι τα ψαλτήρια του Άθωνα δοξολογούν τον Τριαδικόν Θεόν επί μία τουλάχιστον χιλιετία καλλιεργώντας όλα τα είδη της υμνολογίας που προέρχονται από  κληρονομία του Βυζαντινού παρελθόντος μας. Από τα συναξαριστικά κείμενα του παρελθόντος αντλούνται οι πλέον αυθεντικές πληροφορίες της ύλης για την σύνθεση των ύμνων κάθε Ακολουθίας. Ο «υμνογραφικός» ζήλος του π. Γερασίμου μας οδήγησε στην βαθύτερη γνώση του παραδοθέντος υμνογραφικού πλούτου, συνετέλεσε να ερευνηθούν τα μυστικά του νοήματος, των ριζών και των ρυθμών που έφθασε  μέχρι τον τονισμό και στην έμμετρη μορφή των ύμνων. Έτσι μέσα στην  έρημον της «Μικραγιανάννας» με προσεκτική επιλογή των λέξεων και ανάκρισή τους, βοηθήθηκε να συντάξει και το σχετικό γλωσσάριο «Ευφημίας» του θείου με πολύ κόπον και χωρίς βιβλιογραφικά βοηθήματα, που συνήθως χρησιμοποιούν οι λειτουργιολόγοι επιστήμονες για να εντοπίζουν τα μυστικά στοιχεία  των θείων ύμνων, όπως ήσαν π.χ. οι Petit, Pitra.Bouvy. Cabrelκ.ά.

Ο π. Γεράσιμος από τα εφηβικά του χρόνια ποθούσε τον απράγμονα και μονήρη βίο και καρείς μοναχός το 1923 παρέμεινε αφιερωμένος στην κλήση του μέχρι το τέλος της ευσεβούς βιωτής του το 1991 που διήρκεσε επί 88 χρόνια. Όχι μόνον η Αγιορειτική κοινωνία, αλλά και όλος ο θρησκευόμενος λαός που τον εγνώρισε από την υμνολογική προσφορά του στη θεία λατρεία, ακόμη και ζώντα όπου εμφανιζόταν τον ετίμησε για την εξαίρετη και διαφορετική αρετή της αγιοσύνης του. Ο βίος του ποτέ δεν σκιάστηκε από ματαιόδοξα πάθη και αδιακρισία αξιωμάτων, αφού η πολιτεία του σφραγιζόταν από το χάρισμα της αγίας ταπεινοφροσύνης και της σεμνής πατρικής ωριμότητος. Ο Ὀσιος Γεράσιμος ποτέ δεν θέλησε να γίνει ετερόφωτος από τίτλους και μάταιες επιδιώξεις, τηρώντας την χρυσή ευκαιρία της κατά πνεύμα σιωπής και υπομονής. Αυτού η τιμή καθιερώθηκε υπό της Μητρός Εκκλησίας μας την 10ην  Ιανουαρίου 2023 με την απόφανση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου και της περί Αυτόν Ιεράς Συνόδου του. Α.Π.

Ο  Αγιορείτης Πνευματικός π. Διονύσιος ο Κείος με τον Αριστείδη Πανώτη στην καλύβη της «Κοιμήσεως  της  Θεότοκου» στη  «Μικραγιάννα» το 1987.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ