8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Ο Πρύτανης και Αντιπροσωπεία του Α.Π.Θ. στον Οικουμενικό Πατριάρχη

Την ειδική δίτομη έκδοση με τα πρακτικά του 8ου Διεθνούς Συνεδρίου Ορθοδόξου Θεολογίας που διοργάνωσε η Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ., το 2018, υπό τον τίτλο “Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας: Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα”, παρέδωσε στην Α.Θ. Παναγιότητα τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο πολυμελής αντιπροσωπεία Καθηγητών του Α.Π.Θ., κατά τη συνάντηση που είχαν στην Πόλη, το βράδυ της Τετάρτης, 9 Φεβρουαρίου 2022.

Η Αντιπροσωπεία είχε ως επί κεφαλής της τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Καθηγητή Νικόλαο Παπαϊωάννου, και συμμετείχαν οι Αντιπρυτάνεις Καθηγητές Χαράλαμπος Φείδας και Ευστράτιος Στυλιανίδης, ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης, ο Πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας Καθηγητής Κωνσταντίνος Χρήστου, ο προκοσμήτορας Καθηγητής Θεόδωρος Γιάγκου, ο οποίος και επέδωσε επισήμως τον τόμο στον Παναγιώτατο, και ομάδα Καθηγητών και Καθηγητριών της Σχολής.

Κατά την επίδοση της εκδόσεως προς τον Παναγιώτατο μίλησαν ο Πρύτανης του Α.Θ.Π., ο Κοσμήτορας και προκοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής.

Ακολούθως ο Παναγιώτατος απευθύνθηκε στην Αντιπροσωπεία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης ως εξής:

Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρύτανι τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,

Θεοφιλέστατε Ἐπίσκοπε Ἀμορίου, Πρόεδρε τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν,

Ἐλλογιμώτατοι

Κύριοι Ἀντιπρυτάνεις,

Κύριε Κοσμῆτορ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, 

Κύριε Προκοσμῆτορ,

Κυρίαι καθηγήτριαι, κύριοι καθηγηταί,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἠγαπημένα,

Μέ πολλήν χαράν καί τιμήν ἐξιδιασμένην σᾶς ὑποδεχόμεθα καί σᾶς καλωσορίζομεν εἰς τό καθ᾿ ἡμᾶς Ἱερόν Κέντρον. Ἡ ἔκδοσις, εἰς δύο εὐμεγέθειςκαί καλαισθήτους τόμους, τῶν Πρακτικῶν τοῦ 8ου Διεθνοῦς Συνεδρίου Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ὀργανωθέντος ὑπό τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ἐν τῇ Πόλει τοῦ Ἁγίου Δημητρίου κατά Μάϊον τοῦ ἔτους 2018, μέ θέμα «Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία στόν 21ο αἰῶνα», καί ἡ ἐπίδοσις τοῦ ὡς ἄνω ἔργου εἰς ἡμᾶς, προφρόνως καί τιμητικῶς ἀφιερωθέντος εἰς τό ταπεινόν ἡμῶν πρόσωπον, καί δή ἐν τῇ ἰδιότητι ἡμῶν ὡς Προέδρου τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης, δίδει εὐκαιρίαν ἐπικοινωνίας πρόσωπον πρός πρόσωπον, ἐν καιροῖς τῆς «ἀντικοινωνικῆς» πανδημίας. 

Συνηθίζομεν νά λέγωμεν εἰς παρομοίας συναντήσεις, ὅτι οἱ ἐλθόντες εἰς τήν Πόλιν τῶν Πόλεων δέν εἶναι ἐπισκέπται, ἀλλά προσκυνηταί, δέν ἔρχονται ἀλλά ἐπιστρέφουν, ἔστω καί ἄν δέν ἔχουν ἄμεσον καταγωγήν ἀπό τήν Βασιλεύουσαν. Σᾶς αἰσθανόμεθα καί σᾶς θεωροῦμεν οἰκείους καί ἡμετέρους. Ἀνήκετε, ἐξ ἄλλου, εἰς τήν χορείαν τῶν πνευματικῶν τέκνων τῆς Μητρός Κωνσταντινουπολίτιδος Ἐκ-κλησίας. Μάλιστα, μέ ἐσᾶς τούς ἐκπροσώπους τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ἔχομεν ἰδιαιτέραν σχέσιν, ἀφοῦ πολυάριθμα στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔχουν φοιτήσει εἰς τήν Θεολογικήν σας Σχολήν, ἀλλά καί εἰς ἄλλα Τμήματα. Τό ἥμισυ τῆς ἐνταῦθα Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου εἶναι πτυχιοῦχοι τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης. Ἐννέα δέ ἐκ τῶν δώδεκα ἐσωκατακοίλων μελῶν τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς εἶναι ἀπόφοιτοι τοῦ ὑμετέρου περιπύστου Πανεπιστημίου. Ἱεράρχαι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐδίδαξαν καί διδάσκουν καί σήμερα εἰς τό Ἀριστοτέλειον. Καθηγηταί σας εἶναι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, συμμετέχουν εἰς τούς Οἰκουμενικούς διαλόγους ὡς μέλη ἀντιπροσωπειῶν τοῦ Πατριαρχείου, καί συχνά, ὀργανώνουν, μέ τήν συμμετοχήν καί ἄλλων καθηγητῶν, ἀλλά καί φοιτητῶν, ἐπιστημονικά συνέδρια καί ἡμερίδας εἰς τήν Ἱεράν Θεολογικήν Σχολήν Χάλκης. Ὀρθῶς, εἰς τόν Πρόλογον τῆς ἐκδόσεως τῶν Πρακτικῶν ὑπογραμμίζεται τό γεγονός ὅτι ἡ Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, διά τῆς συμμετοχῆς μελῶν της εἰς τάς Προσυνοδικάς διασκέψεις, καθώς καί μέ τήν θεολογικήν παραγωγήν καί τάς σχετικάς εἰδικάς μελέτας τῶν καθηγητῶν της, συνέβαλεν εἰς τήν προετοιμασίαν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. 

Δοξάζομεν τόν ἐν Τριάδι Θεόν, τόν εὐλογήσαντα πλουσίως τήν προετοιμασίαν καί τήν πραγματοποίησιν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης ἀποτελεῖ σημαντικόν κεφάλαιον τῆς ταυτότητος τῆς Ἐκκλησίας καί τιμαλφεστάτην παρακαταθήκην διά τάς ἐπερχομένας γενεάς. Ἡ πορεία πρός τήν Σύνοδον, ἡ σύγκλησις καί ἡ πραγματοποίησίς της ἀνήκουν εἰς τόν πυρῆνα τῆς συγχρόνου ἱστορίας τῆς Ὀρθοδοξίας. Αἱ Πανορθόδοξοι Διασκέψεις, αἱ Διορθόδοξοι Προπαρασκευαστικαί Ἐπιτροπαί, αἱ Προσυνοδικαί Πανορθόδοξοι Διασκέψεις καί αἱ Συνάξεις τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, εἶναι ἔκφρασις τῆς συνοδικῆς συνειδήσεως καί ταυτότητος τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἰς τά Πρακτικά, τάς Ἀποφάσεις καί τά Ἀνακοινωθέντα των ἀποτυπώνονται αἱ σύγχρονοι περιπέτειαι τῶν ἐπί μέρους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, αἱ ἐντάσεις εἰς τάς σχέσεις των καί αἱ θεολογικαί διεργασίαι καί ἐξελίξεις εἰς τόν Ὀρθόδοξον κόσμον, ἀλλά καί εἰς ὁλόκληρον τήν Χριστιανοσύνην.

Παρά τήν θεολογικῶς, ἐκκλησιολογικῶς καί ἐκκλησιαστικῶς ἀνερμάτιστον, σαφῶς προερχομένην ἐξ ἄλλων κινήτρων, καί ἀνακοινωθεῖσαν κυριολεκτικῶς τήν δωδεκάτην ὥραν ἀποχήν τεσσάρων Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, αἱ ὁποῖαι σημειωτέον, συμμετέσχον εἰς ὅλην τήν διαδικασίαν προετοιμασίας τῆς Συνόδου, αἱ ἐργασίαι αὐτῆς ἐξετυλίχθησαν καί ὡλοκληρώθησαν ἐπιτυχῶς καί ἐν ἀγαστῇ συμπνοίᾳ.

Εἰς τήν Ὁμιλίαν μας κατά τήν τελευταίαν ἡμέραν τῆς Συνόδου εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Ἁγίου Παύλου Χανίων, εἴχομεν ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Αἱ συνοδικαί ἀποφάσεις πρέπει νά ἐνταχθοῦν εἰς τήν ζωήν τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, νά κοινοποιηθοῦν εἰς τάς ἐνορίας, τάς Ἱεράς Ἀρχιεπισκοπάς καί Μητροπόλεις, εἰς τάς Ἱεράς Μονάς, νά συζητηθοῦν εἰς τάς θεολογικάς καί ἐκκλησιαστικάς σχολάς, νά εἰσαχθοῦν εἰς τήν κατήχησιν καί παιδείαν τῆς νεότητος, νά καρποφορήσουν εἰς τήν ποιμαντικήν διακονίαν καί εἰς τάς ἐν τῷ κόσμῳ δράσεις τῆς Ἐκκλησίας».

Τό Συνέδριον τῆς Θεσσαλονίκης ἀποτελεῖ συμβολήν πρός αὐτήν τήν κατεύθυνσιν, καί μάλιστα συνιστᾷ τήν μέχρι σήμερον θεολογικῶς ἀξιολογιωτέραν προσπάθειαν νά ἀναδειχθοῦν τό ἱστορικόν, τό ἐκκλησιολογικόν καί τό κανονικόν ὑπόβαθρον τῶν ἀποφάσεων καί τῶν κειμένων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου καί αἱ ἀνθρωπολογικαί καί ἠθικαί ἀρχαί ἐπί τῶν ὁποίων ἐστηρίχθησαν, νά ἀκουσθῇ ἡ φωνή τοῦ λοιποῦ χριστιανικοῦ κόσμου περί τῆς Συνόδου, νά συζητηθῇ ἡ σημασία των διά τόν διαχριστιανικόν καί διαθρησκειακόν διάλογον, διά τήν ἐκκλησιαστικήν ποιμαντικήν καί διά τήν κοινήν μαρτυρίαν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τόν σύγχρονον κόσμον. Τό Συνέδριόν σας ἔδωκεν, ἐπίσης, τήν δέουσαν ἀπάντησιν εἰς ὅσους, ἡμετέρους καί ξένους, ἐπιρρίπτουν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἀδιαφορίαν διά τήν ἱστορίαν, τόν πολιτισμόν καί τόν κόσμον.

Μία ἄλλη πολύ θετική συμβολή τοῦ Συνεδρίου τῆς Θεσσαλονίκης καί τῆς μετά χεῖρας ἐκδόσεως εἶναι ἡ δυνατότης διά τούς πιστούς νά κατανοήσουν καί νά ἀξιολογήσουν τά κείμενα τῆς Συνόδου, ὥστε νά μή παρασύρωνται ἀπό τάς παραπλανητικάς ἀπόψεις θορυβωδῶν φονταμενταλιστῶν κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι, κινούμενοι ἀπό οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν ζῆλον, ἀμφισβητοῦν τήν κανονικότητα καί τήν Ὀρθοδοξίαν τῆς Συνόδου καί τῶν ἀποφάσεών της, σκανδαλί-ζοντες καί διχάζοντες τόν λαόν τοῦ Θεοῦ.

Τό διεθνές Συνέδριόν σας ἀνέδειξε τήν δύναμιν καί τήν ἐμβέλειαν τῆς Θεολογίας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τόν σιδηροῦν βραχίονα τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν ἐν τῷ κόσμῳ καλήν μαρτυρίαν της. Εἰς τό Ἀριστοτέλειον Πανεπιστήμιον καλλιεργεῖται ἡ θεολογική ἐπιστήμη ἀπό τό ἔτος 1942, ἤδη ἐπί ὀγδοήκοντα ἔτη, μέ ἀκλόνητον πιστότητα εἰς τήν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδοξίας καί μέ μεγάλην προσφοράν εἰς τήν ἐπιστημονικήν κοινότητα.

Θεωροῦμεν τό Πανεπιστήμιον, τό παλλάδιον τῶν ἐπιστημῶν καί τόν κατ᾿ ἐξοχήν χῶρον διεπιστημονικότητος καί διαλόγου, ὡς ἰδιαιτέρως κατάλληλον χῶρον καί περιβάλλον διά μίαν γόνιμον παρουσίαν καί ἀνάπτυξιν τῆς θεολογικῆς ἐπιστήμης. Ἡ συχνάκις ὑποστηριζομένη ἄποψις ὅτι σήμερον ἡ Θρησκειολογία καί ὄχι ἡ Θεολογία ἀποτελεῖ τήν μόνην συμβατήν μέ τήν ἀποστολήν τοῦ συγχρόνου Πανεπιστημίου ἐπιστημονικήν προσέγγισιν καί μελέτην τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, εἶναι ἐπιστημολογικῶς ἀστήρικτος καί ἐλέγχεται ὡς προϊόν ἰδεολογικῆς μονομερείας. Γνωρίζετε, καλλίτερον ἡμῶν, ὅτι δέν ὑπάρχει ἀπροϋπόθετος ἐπιστήμη. Κάθε ἐπιστήμη εἶναι ὑποχρεωμένη νά θεματοποιῇ τάς ἐπιστημολογικάς προϋποθέσεις της καί νά σέβεται τό κυρίαρχον σήμερον παράδειγμα ἐπιστημονικότητος. Αὐτό πράττει καί ἡ Θεολογία, καί μάλιστα, μετά περισσῆς σοβαρότητος καί ὑπευθυνότητος. Εἶναι αὐτονόητον ὅτι καί ἡ Θρησκειολογία ἔχει τάς ἐπιστημολογικάς προϋποθέσεις της καί τήν μεθοδολογίαν της, αἱ ὁποῖαι ὁριοθετοῦν τήν ἐμβέλειαν τῆς ἐρεύνης ὑπ᾿ αὐτῆς τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ὡς εἴπομεν τόν παρελθόντα Νοέμβριον εἰς τό Πανεπιστήμιον Ἀθηνῶν, ἡ Θεολογία «δέν εἶναι ὑποχρεωμένη νά θρησκειολογίζῃ, διά νά ἀποδεικνύῃ τόν ἐπιστημονικόν χαρακτῆρα της».

Ἀναμφιβόλως, ἡ ἐπιστημονική γνῶσις, τήν προαγωγήν τῆς ὁποίας ὑμεῖς οἱ καθηγηταί καί ἐρευνηταί ὑπηρετεῖτε, εἶναι ἡ «μεγάλη δύναμις» τῆς ἐποχῆς μας. Λύει προβλήματα, τά ὁποῖα ἐθεωροῦντο ἀνυπέρβλητα, ἀλλάζει ριζικῶς τήν ζωήν μας, καταπολεμεῖ τήν ἀσθένειαν, τήν πεῖναν, τήν ἀπαιδευσίαν, πολλάς καταστάσεις αἱ ὁποῖαι εἰς τό παρελθόν ἐθεωροῦντο μοιραῖαι. Ὅπως ἔχει προσφυῶς λεχθῆ, ἡ «μοῖρα» εἶναι ἡ πλέον ἀντιπαθής λέξις διά τούς ἐπιστήμονας, οἱ ὁποῖοι «ἀπό τή φύση τους ἔχουν τό μέλλον στίς φλέβες τους ».

Παρά τό γεγονός ὅμως ὅτι ἡ ἐπιστήμη εἶναι κατ᾽ ἀρχήν φορεύς προόδου, ἡ ἀνάπτυξίς της δέν σημαίνει αὐτομάτως καί ἐνίσχυσιν τῆς ἠθικῆς συνειδήσεως, τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἀξιῶν, τῆς εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης, οὔτε τοῦ ἀγῶνος διά τήν προστασίαν τῆς ἀκεραιότητος τῆς δημιουργίας. Γνωρίζομεν ὅλοι, ὅτι αἱ κατακτήσεις καί τά εὑρήματα τῶν ἐπιστημῶν ἐχρησιμοποιήθησαν καί ἐξακολουθοῦν νά χρησιμο-ποιοῦνται ἀλυσιτελῶς καί βλαπτικῶς διά τό ἀληθές συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου καί τό κοινόν καλόν, ὅπως διά τήν παραγωγήν πυρηνικῶν ὅπλων, τά ὁποῖα ἀπειλοῦν καί αὐτήν ταύτην τήν ζωήν ἐπί τῆς γῆς.

Ἡ Ἐκκλησία, ἀπέναντι εἰς αὐτούς τούς κινδύνους, τονίζει τήν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί τήν ἀνάγκην σεβασμοῦ τοῦ «οἴκου» τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Ὑπενθυμίζει πρός πάντας, ὅτι «μεγάλαι δυνάμεις» εἶναι καί ἡ πίστις, ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐλπίς, ἡ εἰρήνη καί ἡ καταλλαγή, ἡ ἐλευθερία καί τό δίκαιον, ἡ ἀδελφοσύνη καί ἡ ἀλληλεγγύη. Καί τά Πανεπιστήμια ὀφείλουν νά προάγουν, ὁμοῦ μέ τήν ἐπιστημονικήν γνῶσιν, καί τήν ἀνθρωπιστικήν παιδείαν. Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγον ὅτι σκοπός τῆς παιδείας δέν εἶναι ἡ ἱκάνωσις τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπιτυγχάνῃ καί νά ἀποκτᾷ αὐτό πού ἐπιθυμεῖ, ἀλλά νά ἐπιθυμῇ αὐτό πού πρέπει, τό δέον, τό ἀγαθόν. Ἐκεῖ τοποθετεῖται ὁ πραγματικός ἐξανθρωπισμός τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ὀρθῶς ἔχει τονισθῇ, «παρά τά θαύματα τῆς ἐπιστήμης, καί στό μέλλον, ἡ ἀνθρωπιά δέν θά εἶναι αὐτονόητη, πάντοτε θά κατακτᾶται μέ προσωπικό ἀγῶνα. Θά συνεχίσουμε νά ἀναζητοῦμε νόημα ζωῆς, πνευματικές ἀξίες, νά θελγόμαστε ἀπό τήν ὀμορφιά, νά φιλοσοφοῦμε γιά τό βάθος καί τήν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων, νά ἀφουγκραζόμαστε, μέ ταπεινότητα, τή φωνή τοῦ οὐρανοῦ».

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις καί τά αἰσθήματα, ἐκφράζομεν ἅπαξ ἔτι τήν χαράν τῆς ἡμῶν Μετριότητος διά τήν παρουσίαν σας ἐν Φαναρίῳ. Συγχαίρομεν τούς ὀργανωτάς, τούς εἰσηγητάς, τούς γενναιόφρονας χορηγούς καί τούς λοιπούς συντελεστάς τοῦ Συνεδρίου τῆς Θεσσαλονίκης. Διά τήν παροῦσαν ἔκδοσιν τῶν Πρακτικῶν, εὐχαριστοῦμεν, ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν, Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρύτανι, τό Ἀριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης, διά τήν χορηγίαν, καί διά τήν πρόφρο-να στήριξιν τῆς ὅλης προσπαθείας. Τά ἴδια αἰσθήματα ἐκφράζομεν καί πρός τούς λοιπούς χορηγούς καί πάντας τούς συμβαλόντας εἰς τήν ὁλοκλήρωσιν τοῦ ἐγχειρήματος. Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς Ἐλλογιμωτάτους Κοσμήτορα καί Προκοσμήτορα αὐτῆς, ἐκφράζομεν ὁλοκαρδίους εὐχαριστίας πρός τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Ἀριστοτελείου διά τήν ἀξιάγαστον πρωτοβουλίαν τῆς ὀργανώσεως τοῦ διεθνοῦς Συνεδρίου περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί διά τήν ἀφιέρωσιν τῆς ἐντυπωσιακῆς ἐκδόσεως τῶν Πρακτικῶν του εἰς τήν Μετριότητα ἡμῶν ὡς Πρόεδρον τῆς Συνόδου. 

Πρός ὑμᾶς, τους παρόντας Ἐλλογιμωτάτους κυρίους Ἀντιπρυτάνεις καί τούς καθηγητάς, ἀπευθύνομεν χαιρετισμόν ἀγάπης καί εὐχαριστίας, καί εὐχόμεθα πᾶσαν ἄνωθεν εὐλογίαν εἰς τό ὑψηλόν καί πολυεύθυνον ἔργον σας, εἰς τήν «ἁγίαν ἀποστολήν» τοῦ διδασκάλου, ὅπως ἔλεγεν ὁ ἀείμνηστος Βασίλειος Τατάκης, καθηγητής καί ἐκεῖνος τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς σοφίας, ὁ ποιῶν μεγάλα καί θαυμαστά, ἔνδοξά τε καί ἐξαίσια, πρεσβείαις τῆς Ἁγιοπρώτου Θεοτόκου τῆς Παμμακαρίστου, νά σᾶς σκέπῃ ὅλους μέ τήν ζείδωρον χάριν Αὐτοῦ καί νά ὁδηγῇ τά διαβήματά σας εἰς ὁδόν εἰρήνης. 

Φώτο: Οικουμενικό Πατριαρχείο

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ