14.3 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Ένα σημαντικό Λεύκωμα για το 1821

Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ

Καθηγητής Λαογραφίας Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Κοσμήτωρ της Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών

Άρχων Προστάτης των Γραμμάτων της Μ.τ.Χ.Ε.

ΙΕΡΗ  ΜΝΗΜΗ, ΕΠΑΞΙΑ  ΤΙΜΗ: ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ  ΤΟΥ «ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ  ΕΘΝΙΚΟΥ  ΚΑΙ  ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ  ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ»  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ  1821

           Το ευφήμως γνωστό για τις δράσεις και τις πρωτοβουλίες του «Ίδρυμα Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού», που στεγάζεται στην Θεσσαλονίκη, στο «Μέλαθρον Αναστασίου – Ιουλίας Μπίλλη» συγκρότησε με την ευκαιρία του εορτασμού της επετείου για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ένα σημαντικότατο έργο, που τυπώθηκε και κυκλοφορήθηκε δια του «Μελάθρου Οικουμενικού Ελληνισμού». Ο τίτλος του είναι 1821 – 2021. Λεύκωμα ιστορικής μνήμης και ελληνορθόδοξου προβληματισμού. Ορθοδοξία – Ελλάδα – Ελληνική Επανάσταση 1821 (Αθήνα 2021, μεγ. σχημ., σελ. 280). Το έργο, όπως αναφέρεται στην αρχή (σ. 3) συγκροτήθηκε υπό την υπάτη αιγίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β΄ και με την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβα, και τα κείμενά του έχουν γραφτεί από ομάδα συγγραφέων.

          Το λεύκωμα αυτό, που διακρίνεται για την τυπογραφική ποιότητα και την καλαισθησία του, αποτελείται από επτά μέρη. Στο πρώτο (σ. 10) δημοσιεύονται μηνύματα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου Β΄, του Μητροπολίτου Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβα, του Υπουργού Μακεδονίας-Θράκης κ. Θ. Καράογλου, του Προέδρου του Οικουμενικού Ελληνισμού κ. Στ. Πανουσόπουλου και του Επιστημονικού Επόπτου του Οικουμενικού Ελληνισμού Καθηγητή κ. Αθαν. Αγγελόπουλου. Στο δεύτερο μέρος, σε εισαγωγικό κείμενο, εκτίθενται η αιτία και ο σκοπός της συγκρότησης και έκδοσης του έργου (σ. 14).

          Στο τρίτο και κύριο μέρος παρατίθενται τα πορτραίτα και οι προσωπογραφίες των αγωνιστών του 1821, μετά από εισαγωγικό κείμενο για τους πρωταγωνιστές αυτούς (σ. 15), κατά τις ιδιότητές τους: κληρικοί όλων των βαθμίδων (σ. 16), αρματωλοί, κλέφτες και πολέμαρχοι στην ηπειρωτική και στη νησιωτική Ελλάδα (σ. 72), πολιτικοί, διπλωμάτες, προεστοί πρόκριτοι και δημογέροντες (σ. 105), λόγιοι, διδάσκαλοι και γραμματικοί (σ. 120), επιχειρηματίες και μεγάλοι ευεργέτες (σ. 146), φιλέλληνες, στρατιωτικοί, πολιτικοί, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, λόγιοι και λάτρεις του αρχαίου ελληνικού πνεύματος (σ. 162), ενώ στο τέλος γίνεται αντιπροσωπευτική παράθεση μεταλλίων, σφραγίδων, σημαιών, λαβάρων και χαρτών (σ. 181). Μια πανδαισία της προσωπογραφίας του αγώνα, με ενημερωμένα βιογραφικά σημειώματα, και κατά κανόνα με εικόνες (πορτραίτα, χαλκογραφίες, σχέδια κ.λπ.), ενώ ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που δεν παρατίθεται απεικόνιση του βιογραφούμενου, καθώς δεν υπάρχει ή δεν έχει ακόμη εντοπιστεί.

           Ακολουθούν βιβλιογραφία (σ. 220), βραχυγραφίες πηγών και των ονομάτων των συγγραφέων και συντελεστών των κειμένων ου Λευκώματος (σ. 225), παράρτημα κειμένων (σ. 228), όπου παρατίθενται η διακήρυξη του Αλ. Υψηλάντη της 24ης Φεβρουαρίου 1821 από το Ιάσιο, η διακήρυξη προς τις «Συμμάχους Αυλές» της 18ης / 30ής Αυγούστου 1832 και η ομιλία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πνύκα, στις 10 Οκτωβρίου 1838. Τέλος, παρατίθεται σε φωτοαναστατική αναπαραγωγή η «Ιστορία του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη και του υιού του Γενναίου Κολοκοτρώνη», που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1838.

            Η επιλογή των έργων τέχνης που συγκεντρώνονται εδώ είναι άριστη, και εξαιρετικά επίσης είναι και τα βιογραφικά σημειώματα που τα συνοδεύουν, μεστά, επίκαιρα και ενημερωμένα. Εκείνο όμως που καθιστά το λεύκωμα αυτό έργο αναφοράς είναι το ότι ουσιαστικά εξεικονίζει τους πρωταγωνιστές και τα πρόσωπα της Επανάστασης, μας δείχνει, πέρα από τις μεγάλες προσωπικότητες που κατά κανόνα τίθενται στην αρχή κάθε ενότητας, τους ανθρώπους, απλούς ανθρώπους του λαού και του καθημερινού μόχθου κατά κανόνα, που ξεσηκώθηκαν το 1821, που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για να κερδίσουν την ελευθερία, την οποία τώρα και μεις απολαμβάνουμε.

           Πέρα από τις φυσιογνωμίες τους, οι εκφράσεις, οι φορεσιές, τα κοσμήματα, τα όπλα και τα φυλαχτά καθενός, μας εισάγουν στο κόσμο του 1821 και των ανθρώπων του, κυρίως δε απεικονίζουν το ήθος της εποχής και των ανθρώπων της, καθώς ήταν το ελληνορθόδοξο ήθος των πρωταγωνιστών της που σε μεγάλο βαθμό καθόρισε τόσο την έναρξη, όσο και την εξέλιξή της. Ήθος που είχε διαμορφωθεί μέσα στα πλαίσια της παράδοσης του ελληνικού λαού, φορείς και εκφραστές της οποίας ήταν οι αγωνιστές και οι ήρωες του 1821, που είχε σφυρηλατηθεί μέσα στις παραδοσιακές κοινότητες και στο ορθόδοξο ενοριακό σύστημα, που είχε φωτιστεί στα εκπαιδευτήρια της εποχής – για όσους είχαν μετοχή στην παιδεία – στα οποία τόσο οι δάσκαλοι όσο και τα διδασκόμενα στην παράδοση αυτή κατά κανόνα στοιχούσαν, και το οποίο επιπλέον λειτούργησε και ως φίλτρο για όσα νεωτερικά κελεύσματα έρχονταν κατά καιρούς από τη Δύση.

          Τόσο οι μορφωμένοι όσο και οι απαίδευτοι, τόσο οι πολεμιστές όσο και οι πολιτικοί και λόγιοι που ενεπλάκησαν στην Επανάσταση, σε διαφορετικό ίσως βαθμό, μέτοχοι και εκφραστές αυτού του ελληνορθόδοξου ήθους ήταν. Αυτό τους στήριξε στην απόφασή τους, αυτό υπήρξε η μόνη βοήθειά τους καθώς ουσιαστικά μόνοι αγωνίστηκαν, και αυτό ήταν η βάση για την διαμόρφωση του φρονήματός τους. Άλλωστε ας μην ξεχνούμε ότι το ήθος αυτό είχε διαμορφωθεί μαζί με το εθνικό φρόνημα, αποτελώντας τον βασικό πυρήνα της έννοιας της ταυτότητας των υποδούλων Ελλήνων, αιώνες πριν την Επανάσταση. Ήταν το ελληνορθόδοξο ήθος που αποτέλεσε τη βάση των επαναστατικών κινημάτων των υποδούλων, και βέβαια και της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ήταν ενιαία η ταυτότητα και κοινό το φρόνημα όλων των αγωνιστών, είτε αυτοί θυσιάστηκαν κατά το κίνημα του Διονυσίου του φιλοσόφου, είτε κατά τα Ορλωφικά, είτε και πολύ αργότερα, κατά τον Μακεδονικό Αγώνα.

          Οι εικονιζόμενοι στο λεύκωμα πρωταγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης ζούσαν σε ένα πολιτισμικό σύστημα που σήμερα το χαρακτηρίζουμε «παραδοσιακό». Αυτό σημαίνει ότι βίωναν και ενεργούσαν αυτό που εκ τω υστέρων προσδιορίζουμε ως «ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό», στα σχήματα που μας είναι γνωστά από την μεταβυζαντινή περίοδο: οργανωμένο στα όρια των παραδοσιακών κοινοτήτων, με ζωντανές τις πολιτισμικές μνήμες από το βυζαντινό παρελθόν, ενίοτε δε και από την μακρινή προχριστιανική περίοδο, με έντονο αγροτοκτηνοτροφικό χαρακτήρα, και με εκδηλώσεις που σχετίζονταν στενά με τους άξονες του χώρου και του χρόνου, στους οποίους και εγγράφονταν. Έχοντας πολλές διαφοροποιήσεις και ιδιαιτερότητες, ανάλογα με τον τόπο όπου κάθε κοινότητα είχε οργανωθεί, και σύμφωνα με τις επιπτώσεις της απομόνωσης των παραδοσιακών κοινοτήτων, την οποία επέβαλαν οι γεωγραφικοί όροι και οι περιορισμένες δυνατότητες επικοινωνίας, οι εκδηλώσεις του ελληνικού παραδοσιακού πολιτισμού της εποχής ακολουθούσαν ένα γενικό πολιτισμικό πρότυπο, σχετιζόμενο με τους παράγοντες των επιμέρους εθνικών διαφοροποιήσεων των τοπικών πολιτισμικών συστημάτων.

           Οι αγωνιστές του 1821, αυτοί που εικονίζονται και βιογραφούνται στο παρόν λεύκωμα, ήταν απλοί και καθημερινοί άνθρωποι του μόχθου, που είχαν ανατραφεί με τα νάματα της Ορθοδοξίας, και είχαν αναπτύξει το κοινωνικό τους κριτήριο και αισθητήριο μέσα στις ενορίες τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παρόμοιες ήταν οι πολιτισμικές συνιστώσες και στους υπόλοιπους υπόδουλους στην οθωμανική αυτοκρατορία ορθόδοξους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων, δεδομένου του ρόλου που η θρησκεία πάντοτε παίζει στη διαμόρφωση των γενικών συνιστωσών, αλλά και των επιμέρους εκδηλώσεων, στις παραδοσιακές κοινωνίες. Πρόκειται για ένα κοινό βαλκανικό υπόβαθρο νοοτροπιών, αντιλήψεων, πίστεων και αξιών, από το οποίο αναδύθηκαν και τα ανάλογα επαναστατικά κινήματα, που μέσα στον 19ο αιώνα ξέσπασαν στην περιοχή.

           Για τον λόγο αυτό σημαντικό είναι στις εκδηλώσεις των επετειακών εορτασμών να μην υπερισχύσει η προσπάθεια να επιβάλουμε εμείς τα δικά μας ιδεολογικά σχήματα επί των γεγονότων και των προσώπων, αλλά να δούμε και να ερμηνεύσουμε την Επανάσταση εντός του πλαισίου που πράγματι τη δημιούργησε και την εξέθρεψε, ερμηνεύοντας τα πράγματα κατά την βούληση των πρωταγωνιστών της, και όχι κατά το δικό μας δοκούν. Και βέβαια, πρώτη και κορυφαία ανάμεσα στις συνισταμένες αυτές είναι η ορθόδοξη πίστη των πρωταγωνιστών του 1821, όπως την διαπιστώνουμε μέσα από τα κείμενα, τα κατάλοιπα και τις κάθε είδους εκφράσεις τους.

           Αυτή ακριβώς την βασική αρχή υπηρετεί τόσο η επιλογή των προσωπογραφιών, όσο και το πνεύμα των συνοδευτικών κειμένων του μετά χείρας λευκώματος. Όλες αυτές οι αρχές αποτυπώνονται και περικλείονται στο λεύκωμα του «Ιδρύματος Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού» και του «Μελάθρου Οικουμενικού Ελληνισμού». Γι’ αυτό και δεν συνιστά μια ακόμη επετειακή έκδοση, αλλά έργο σημαντικό και καθοριστικό για τον τρόπο που οι αναγνώστες του, και κυρίως οι επόμενες γενιές, θα προσλαμβάνουν και θα κατανοούν την Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση. Έργο δηλαδή που τιμά επάξια την ιερή μνήμη του αγώνα και των αγωνιστών, αφήνοντας παρακαταθήκη για το μέλλον στις νεότερες γενιές. Έργο που απαντά στο ερώτημα πώς κατανοούμε και πώς ερμηνεύουμε το 1821, κυρίως δε τι έχει να μας πει για το μέλλον μας, εθνικό και συλλογικό.

         Και είναι για όλα αυτά που αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές, πρωτίστως δε στον Καθηγητή Αθανάσιο Αγγελόπουλο και στους συνεργάτες του στο «Ίδρυμα Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού». Με την έκδοση αυτού του λευκώματος, στην αλυσίδα των πολλών και σημαντικών επιστημονικών, εθνικών και πολιτιστικών δράσεών τους, πρόσθεσαν έναν ακόμη χρυσό κρίκο.    

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ