Την ιερά μνήμη του Οσίου πατρός ημών Γάλλου, προστάτου και εφόρου του φερωνύμου ελβετικού Καντονίου και της πόλεως του St. Gallen, όπου και εδρεύει, τίμησε φέτος για πρώτη φορά με σειρά λατρευτικών εκδηλώσεων η Ενορία Ανατολικής Ελβετίας και Πριγκιπάτου Λιχτενστάιν.
Το εσπέρας της Παρασκευής, 8 Οκτωβρίου 2021, με ιερό ενθουσιασμό και συγκίνηση, το πλήρωμα της Ενορίας υποδέχθηκε πανδήμως στα προπύλαια του ενοριακού Ναού Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης St. Gallen την ιερά εικόνα του τοπικού Αγίου, η οποία ιστορήθηκε και δωρήθηκε από την Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Διδυμοτείχου.
Το ιερό σέμνυμα κόμισαν με την κανονική άδεια και ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελβετίας κ. Μαξίμου, ο Καθηγούμενος της ως άνω Μονής, Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτης Κύριλλος Κολτσίδης, με τον ιστορήσαντα την εικόνα και Ηγουμενοσύμβουλο της Μονής Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ Χειμώνα.
Την επομένη ημέρα, Σάββατο, 9 Οκτωβρίου, τελέστηκε στον Ιερό Ναό Αγίων Κων/νου και Ελένης Θ. Λειτουργία, επί τη υποδοχή της εικόνος, προεξάρχοντος του ιερατικού συλλειτούργου ο Πανοσιολ. Καθηγούμενος Κύριλλος.
Το Σάββατο, 16 Οκτωβρίου, κυριώνυμο ημέρα μνήμης του Οσίου Γάλλου, ετελέσθη Θ. Λειτουργία με την φιλάδελφη συμμετοχή του Ιερ. Προϊσταμένου της Ενορίας Βασιλείας – ΒΔυτικής Ελβετίας Πρωτοπρ. Δημητρίου Μαρτζέλου.
Με απόφαση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Μαξίμου, εφεξής εκάστη 16η Οκτωβρίου, ημέρα κατά την οποία η Αγία μας Εκκλησία τιμά την ιερά μνήμη του Οσίου Γάλλου, θα εορτάζεται πανηγυρικώς στην Ενορία του St. Gallen, ο τοπικός της Άγιος στα εδάφη όπου έζησε, ασκήθηκε στην εν Χριστώ τελείωση και κοιμήθηκε εν ειρήνη τον 7ο μ.Χ. αιώνα.
Η ιστορική αυτή απόφαση του Σεβ. Ποιμενάρχου μας επαναφέρει στην λειτουργική μνήμη ένα άγνωστο και αφανή στην Ανατολή, μεγάλο, όμως, Άγιο της πρώτης χιλιετίας του ιστορικού βίου της Εκκλησίας μας, και επιτρέπει στους ορθοδόξους πιστούς της Ενορίας μας, και γενικώς της Μητροπόλεώς μας, να τιμούν καθηκόντως την σημαντική αυτή οσιακή μορφή που έζησε και έδρασε στην περιοχή αυτή της Ελβετίας και έδωσε το όνομά της στο Καντόνι και στην πόλη του St. Gallen.
Ακολουθεί ο βίος του αγίου Γάλλου, από τον Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος Β’, Οκτώβριος, 16. Εκδόσεις Ορμύλια.
῾Ο Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Γάλλος γεννήθηκε στὴν Ἰρλανδία ἀπὸ γονεῖς πλουσίους καὶ εὐλαβεῖς, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔστειλαν νὰ σπουδάση στὴν περίφημη Μονὴ τῆς Μπάγκορ ποὺ ἵδρυσε ὁ Ὅσιος Κόμγκαλλος († Μνήμη: 10η Μαΐου). Ἀσπάσθηκε μὲ ζῆλο τὴν ἀσκητικὴ ζωή, τὴν προσάγουσα στὴν ἀληθῆ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ ἦταν μεταξὺ τῶν δώδεκα Μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι συνόδευσαν τὸν Ἅγιο Κολομβανὸ († Μνήμη: 23η Νοεμβίου) στὴ Γαλατία. Ἀκολουθοῦσε τὸν πνευματικό του Πατέρα σὲ ὅλες τὶς ἱεραποστολικὲς περιοδεῖες ἐγκαταβιώνοντας ἐν τέλει στὴν Μονὴ του Λουξέϊγ, τὴν Μονὴ ποὺ ἵδρυσε ὁ Ἅγιος Κολομβανὸς στὴν Βουργουνδία. Ὅταν, μετὰ ἀπὸ σκευωρίες τῆς Βασίλισσας Βρουγχίλδας, ὁ Ἅγιος Κολομβανὸς καταδικάσθηκε σὲ ἐξορία, ὁ Ὅσιος Γάλλος, ὁ Ὅσιος Εὐστάθιος († Μνήμη: 29η Μαρτίου) καὶ ἄλλοι Μοναχοὶ τῆς Μονῆς Μπάγκορ τῆς Ἰρλανδίας βρῆκαν καταφύγιο στὸν Βασιλέα τῆς Αὐστρασίας. Ἀργότερα, πῆγε καὶ τοὺς βρῆκε ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Κολομβανὸς καὶ ὅλοι μαζὶ ἀνέπλευσαν τὸν Ρῆνο ποταμὸ καὶ εἰσῆλθαν στὰ ἐδάφη τῶν Ἑλβετῶν. Ἀρχικῶς κατευθύνθηκαν στὶς ὄχθες τῆς λίμνης τῆς Ζυρίχης, ὅπου ἦλθαν ἀντιμέτωποι μὲ τοὺς βάρβαρους κατοίκους τῆς περιοχῆς ποὺ θέλησαν νὰ τοὺς θανατώσουν. Φθάνοντας στὴ λίμνη Κωνσταντία, πλησίον τοῦ Μπρέγκεντζ, ἐγκαταστάθηκαν γύρω ἀπὸ ἕνα παρεκκλήσι ἀφιερωμένο στὴν Ἁγία Αὐρηλία († Μνήμη: 15η Ὀκτωβρίου), τὸ ὁποῖο εἶχαν καταλάβει οἱ εἰδωλολάτρες καὶ εἶχαν βάλει ἐκεῖ τὰ ἀσεβῆ τους εἴδωλα. Ὁ Ὅσιος Γάλλος γνώριζε τὴν γλώσσα τῶν κατοίκων· μὲ ζῆλο ἐκήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο, γκρέμισε μπροστὰ στὰ μάτια τους τὰ εἴδωλα καὶ ἔριξε τὰ συντρίμμια τους στὴν λίμνη. Ὁ χῶρος ἐξαγνίσθηκε ἔτσι ἀπὸ κάθε ἴχνος τῆς λατρείας τῶν εἰδώλων, καὶ ἀναπτύχθηκε ἐκεῖ ὁ Μοναστικὸς Βίος. Διακόνημα τοῦ Ὁσίου Γάλλου ἦταν νὰ κατασκευάζη δίχτυα καὶ νὰ ψαρεύη, προμηθεύοντας ἔτσι τροφὴ στὴν Μοναχικὴ Ἀδελφότητα ποὺ ὅλο καὶ αὐξανόταν. Μία ἡμέρα, ὁ δαίμονας τῶν ὀρέων κάλεσε σὲ βοήθεια ἐναντίον τῶν Μοναχῶν, τὸν δαίμονα τῆς λίμνης Κωνσταντίας, ποὺ τοῦ ἀποκρίθηκε φωνάζοντας: «Αὐτὸς ὁ ξένος μὲ καταπιέζει ἐντὸς τῶν ὑδάτων καὶ καταλύει τὸ κράτος μου. Δὲν δύναμαι νὰ τὸν ἐξαπατήσω διότι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ βρίσκεται συνεχῶς στὰ χείλη του καὶ ἐπειδὴ συνεχῶς φυλάττει τὸν ἑαυτό του, ὁ ξένος αὐτὸς χλευάζει τὶς παγίδες μας!». Οἱ εἰδωλολάτρες κατήγγειλαν τοὺς Μοναχοὺς στὸν Φεουδάρχη τοῦ τόπου καὶ ὁ Ἅγιος Κολομβανὸς ἀναγκάστηκε νὰ πάρη τοὺς ὑποτακτικούς του καὶ νὰ περάση στὴν Ἰταλία (612). Ὁ Ὅσιος Γάλλος ἦταν τότε ἄρρωστος καὶ δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς ἀκολουθήση· μόλις ἀνάρρωσε, ἄρχισε νὰ ψάχνη γιὰ νέο ἐρημητήριο, στὸ ὁποῖο νὰ ἐγκαταβιώση μαζὶ μὲ μερικοὺς Ἀδελφούς, διάγοντας ἡσυχαστικὸ βίο. Μία ἡμέρα, ἐξέβαλε προσευχόμενος τὸ δαιμόνιο ἀπὸ τὴν κόρη τοῦ Δούκα Γκονζόν, τὴν Φριδεβούργη, ἡ ὁποία ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ τὸν Βασιλέα τῶν Φράγκων Σιγηβέρτο. Σὲ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης, ὁ Βασιλέας τοῦ χάρισε ἕνα κτῆμα στὶς ὄχθες τῆς λίμνης Κωνσταντίας. Τὴν ἡμέρα ὅπου ἔφτασε ἐκεῖ ὁ Ὅσιος, ψάρευσε καὶ γονάτισε γιὰ νὰ προσευχηθῆ. Τότε ἐμφανίσθηκε ἀπὸ τὸ δάσος μία ἀρκούδα. Ὁ Ὅσιος χωρὶς νὰ ταραχθῆ τῆς εἶπε, «Φέρε μου ξύλα καὶ ρῖξε τα στὴν φωτιά». Ἡ ἀρκούδα ὑπήκουσε. Γιὰ νὰ τὴν εὐχαριστήση, ὁ Ὅσιος τῆς ἔδωσε ἕνα καρβέλι ψωμί, ἀλλὰ τῆς ζήτησε νὰ ἐξαφανισθῆ, λέγοντάς της ὅτι ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς ὁ τόπος θὰ εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ἄγρια ζῶα καὶ πονηρὰ πνεύματα καὶ θὰ ἀφιερωμένος στὴν προσευχή. Ὅταν ἦλθε ἡ μέρα τῶν βασιλικῶν γάμων, ἡ Φριδεβούργη δήλωσε ὅτι ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀφιερώση τὴν παρθενία της στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Βασιλέας ὑποτάχθηκε στὴν θεία βούληση, ἐνέδυσε τὴν ἀρραβωνιαστικιά του μὲ τὰ βασιλικὰ ἐνδύματα καὶ τὴν παρουσίασε στὸ Ἅγιο Βῆμα λέγοντας: «Ἐνδεδυμένη μὲ τὸ ἔνδυμα καὶ στολισμένη μὲ τὰ στολίδια ποὺ σᾶς ἑτοίμασαν γιὰ ἐμέ, σᾶς δίνω νύμφη στὸν Χριστὸ τὸν Θεό μας!». Κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς μεγάλης συνέλευσης Ἐπισκόπων καὶ εὐγενῶν, στὴν ὁποία ἔλαβε μέρος, τοῦ πρότειναν τὸν Ἐπισκοπικὸ Θρόνο. Ὁ Ὅσιος Γάλλος ἀρνήθηκε καὶ ὑπέδειξε τὸν ὑποτακτικό του Ἰωάννη, παρὰ τὸ ὅτι καὶ ἐκεῖνος δὲν τὸ ἐπιθυμοῦσε καὶ προσπάθησε μάλιστα νὰ φύγη. Παρευρέθηκε στὴν Χειροτονία τοῦ νέου Ἐπισκόπου καὶ μετὰ ἀποσύρθηκε στὴν ἐρημία· ἀνήγειρε ἕναν Ναὸ καὶ γύρω του ἔκτισε δώδεκα Κελλιὰ γιὰ τοὺς ὑποτακτικούς του. Ὅταν ἐκοιμήθη ὁ Ὅσιος Εὐστάθιος, οἱ Μοναχοὶ τοῦ Λουξέϊγ ἔστειλαν μία ἀντιπροσωπία τους στὸν Ὅσιο Γάλλο καὶ τοῦ πρότειναν τὴν ἡγουμενία τῆς Μονῆς τους. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὅμως, ἀρνήθηκε λέγοντας ὅτι προτιμοῦσε νὰ διακονῆ μᾶλλον παρὰ νὰ διοικῆ. Ἐξακολούθησε νὰ ζῆ στὴν μικρή του μοναστικὴ Ἀδελφότητα, χωρὶς νὰ παύση νὰ ψαρεύη καὶ νὰ ὑπηρετῆ ταπεινὰ τοὺς Ἀδελφούς. Ἐκοιμήθη εἰρηνικὰ γύρω στὸ 640, σὲ ἡλικία ἐνενήντα ἐννέα ἐτῶν. Ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γάλλου κατέστη ἐν συνεχείᾳ ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα κέντρα ἀκτινοβολίας τῆς κελτικῆς μοναχικῆς παραδόσεως τοῦ Ἁγίου Κολουμβανοῦ καὶ φημιζόταν ὄχι μόνο γιὰ τὸ πνευματικὸ ἦθος τῶν Μοναχῶν της, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πλούσια βιβλιοθήκη της καὶ τὰ ἐργαστήρια τῶν ἀντιγραφέων. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 16ην Ὀκτωβρίου.
Εκ της Ενορίας Ανατολικής Ελβετίας & Πριγκιπάτου Λιχτενστάιν