Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Ο συγγραφέας του εμβληματικού «Πεθαίνω σαν Χώρα» Δημήτρης Δημητριάδης είχε την ανάγκη να απαντήσει στην πρόσφατη συνέντευξη του καθηγητή Χρήστου Γιανναρά στον Δημήτρη Δανίκα, κι έτσι μίλησε στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» και τον Δ. Δανίκα, «εφ’ όλης της ύλης».
Ένα από τα κρίσιμα θέματα στα οποία αναφέρεται ο Δημήτρης Δημητριάδης είναι η συνάντηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Πιστεύει ακράδαντα ότι δεν υπάρχει συνέχεια του Ελληνισμού επειδή μεσολαβεί ο χριστιανισμός. Θεωρεί ότι «ο χριστιανισμός είναι μια εκδοχή του πλατωνισμού, μια εκδοχή όμως, η οποία έχει την προέλευσή της, τις ρίζες της, στον Εβραϊσμό. Ο Εβραϊσμός όμως δεν έχει καμία σχέση με τον Ελληνισμό». Ο Δημητριάδης ουσιαστικά αναπαράγει – δυστυχώς – την ιδεολογία των αρχαιοπλήκτων και δωδεκαθεϊστών περί «καταστροφής του Ελληνισμού από τον Χριστιανισμό».
Βέβαια, αυτή η τάση έχει προκύψει, νομίζω, από μια αμυντική, θα λέγαμε, στάση, απέναντι στις Χριστοδούλειες ιαχές περί «Ελληνορθοδοξίας», που κυριάρχησαν στο μεγαλύτερο μέρος των πιστών, περισσότερο ή λιγότερο. Η «Ελληνορθοδοξία» του αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, την οποία αναπαράγουν τα κακέκτυπά του, είναι μια ανιστόρητη, επίσης, ιδεολογία, που έχει ως σκοπό να εξισώσει «Χριστό και Ελλάδα», αγνοώντας τον οικουμενικό χαρακτήρα του Χριστιανισμού, αλλά και του Ελληνισμού, στο μέτρο της ενδοκοσμικότητας.
Η απάντηση στον Δημήτρη Δημητριάδη έρχεται από τον Κωστή Παπαγιώργη. Τον στοχαστή, τον συγγραφέα, τον μεταφραστή, τον ανατρεπτικό και «αιρετικό» Παπαγιώργη, τόσο στη ζωή του όσο και στην σκέψη και την γραφή.
Ο Κωστής Παπαγιώργης, το 2003, έγραψε ένα διθυραμβικό σχόλιο στο «Αθηνόραμα» για το βιβλίο του μακαριστού Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου «Ελληνισμός και χριστιανισμός, η συνάντηση των δύο κόσμων», που εκδόθηκε εκείνη τη χρονιά από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το κείμενο του Παπαγιώργη συμπεριλαμβάνεται στον 2ο τόμο της σειράς «Κωστή Παπαγιώργη, Τα βιβλία των άλλων II, Έλληνες στοχαστές» (εκδόσεις Καστανιώτης, 2024).
Στην εισαγωγή του βιβλίου, ο φιλόπονος επιμελητής Δημήτρης Καράμπελας, σημειώνει ότι ο Περγάμου Ιωάννης ανήκει στους συγγραφείς «που ο Παπαγιώργης εκτιμούσε και διάβαζε συστηματικά».
Ας δούμε, λοιπόν, τι έγραψε ο Κωστής Παπαγιώργης για το βιβλίο του Ιωάννη Ζηζιούλα:
«Να ένα βιβλίο που θα έπρεπε να γίνει μπεστ σέλερ διαρκείας! Κατά πρώτο λόγο το θεωρούμε ακριβό φάρμακο της άγνοιας και της βλακείας που μας δέρνουν αχόρταγα ως πεπαιδευμένους και ως εν γένει ορθοδόξους. Το ζήτημα είναι σαφές: πώς ο πανίσχυρος ελληνικός κόσμος προσέτρεξε την εποχή της παρακμής του στο ιουδαϊκό πνεύμα και τελικά «έκλεψε» τον χριστιανισμό από το εξίσου πανίσχυρο ιουδαϊκό ιερατείο;
Μητροπολίτης Περγάμου, ο Ζηζιούλας επιδεικνύει μια σπάνια λιτότητα στο κείμενό του· ερευνώντας την κρίσιμη εποχή – δύο τρεις αιώνες προ Χριστού και μετά Χριστόν – παρουσιάζει με εκτυφλωτική απλότητα τις ιστορικές τροπές, τις δεσπόζουσες τάσεις, τις εκατέρωθεν κινήσεις τέλος πάντων, που επέτρεψαν στη νέα θρησκεία να μεστώσει και τελικά να κυριαρχήσει σε ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας. Ο εξελληνισμός του χριστιανισμού και ο εκχριστιανισμός του ελληνισμού είναι ένα ουσιώδες μάθημα για κάθε αναγνώστη, ο οποίος, εκών άκων, ζει και ψευτοζεί μέσα σε έναν κόσμο που αν δεν εγκύψει στη ρίζα του, χάνει την επαφή του με το παρόν».
Ο Παπαγιώργης εκθειάζει το βιβλίο του Περγάμου, καθώς θεωρεί ότι θα έπρεπε να γίνει «μπεστ σέλερ διαρκείας». Τονίζει τις αρετές του συγγραφέα Ζηζιούλα, που διαπραγματεύεται ένα τόσο σημαντικό θέμα, με «σπάνια λιτότητα» και «εκτυφλωτική απλότητα». Όντως, ο Περγάμου Ιωάννης δεν ήταν φλύαρος ούτε σπερμολόγος. Ήταν «του ολίγου και του ακριβούς» (Ελύτης).
Αίφνης, θυμάμαι ένα απόσπασμα από το «Πεθαίνω σαν Χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη:
«ΤΙ ΑΛΛΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, τουλάχιστον για κείνους που υφίστανται την απάτη και το μαγνητισμό της ύλης συνειδητά, παρά το πολυπόθητο και σπανιότατα κατορθωτό πέρασμα της ψυχής από την αφασία της γλώσσας στο παλλόμενο, γεώδες, αχειρότμητο και αλάξευτο βασίλειο των λέξεων, εν ζωή;… Η αθανασία είναι λέξεις. Η βασιλεία των ουρανών είναι μια ψυχή ομιλούσα αχαλίνωτα…».
Και σκέφτομαι τον ύμνο: “Λίθος ἀχειρότμητος ὄρους, ἐξ ἀλαξεύτου σου Παρθένε, ἀκρογωνιαῖος ἐτμήθη, Χριστὸς συνάψας τάς διεστώσας φύσεις”.
Πώς, άραγε, ο «αντιχριστιανός» Δημητριάδης χρησιμοποιεί σπάνιες λέξεις «αχειρότμητο και αλάξευτο», που συναντάμε σε θεολογικούς ύμνους της Εκκλησίας; Κι αν «η βασιλεία των ουρανών είναι μια ψυχή…», τότε…