π. Κωνσταντίνος Αρ. Χλιάρας
Εφημέριος Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Δράμας
Ιστορικός, Msc Λαογραφίας, Υποψ. Διδάκτωρ Λαογραφίας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Ο Μητροπολίτης Δράμας Παύλος (1963-2022)
Η αρχιερατεία του στην Δράμα (2005-2022)
Ομιλία στην εκδήλωση της Μέριμνας Ποντίων Κυριών Δράμας
αφιερωμένη στην μνήμη του μακαριστού Μητροπολίτου Δράμας κυρού Παύλου
«Ελληνικόν Φροντιστήριον Τραπεζούντος» – Δράμα, 2 Φεβρουαρίου 2024
Σεβασμιώτατε πάτερ και δέσποτα κ. Δωρόθεε,
Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς,
Τιμιώτατοι αδελφοί και συλλειτουργοί,
Εκλεκτοί άρχοντες της πόλεως και της επαρχίας μας,
Πολυσέβαστή μας κ. Αποστολίδου,
Αξιότιμη κ. Θεοδωρίδου,
Κυρίες και κύριοι,
Πρωτίστως νοιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω εκ βάθους καρδίας την Μέριμνα Ποντίων Κυριών Δράμας και την Πρόεδρό της κ. Λίζα Θεοδωρίδου για την διοργάνωση του αποψινού αφιερώματος εις τιμήν και μνήμην του μακαριστού ποιμενάρχου μας κυρού Παύλου αλλά και για την λίαν τιμητική πρόθεσή τους να με συμπεριλάβουν μεταξύ των εκλεκτών τω όντι ομιλητών της αποψινής εκδήλωσης.
«Ο Κύριός μας μέσα από τις δέκα εντολές μας δίδει την εντολή να τιμούμε τους γονείς μας. Κι αν αυτό ισχύει για τους κατά σάρκα γεννήτορές μας πόσο περισσότερο ισχύει για τους πνευματικούς μας πατέρες;»[1] Ο Απόστολος Παύλος τονίζει ότι οι πνευματικοί πατέρες, αυτοί που μας γέννησαν στην πίστη του Χριστού μας προσέφεραν ως νήπιους πνευματικά το πνευματικό γάλα και μετά την πνευματική μας ενηλικίωση την στερεά τροφή της πίστεως[2].
Η παρούσα ομιλία αποτελεί ελάχιστο ανταπόδομα στο οφειλόμενο χρέος σεβασμού, ευγνωμοσύνης και τιμής προς τον αείμνηστο Ιεράρχη ο οποίος υπήρξε πνευματικός μου γεννήτορας. Το πέρασμά του από την ακριτική και μαρτυρική μας επαρχία θα μείνει στις καρδιές όλων των μελών της τοπικής μας Εκκλησίας διότι ήταν ένας σεμνός άνθρωπος ο οποίος αγάπησε το ποίμνιό του, την Εκκλησία και το Γένος.
Αναμφιβόλως η δεκαεπτάχρονη αρχιερατεία του μακαριστού Παύλου στην Μητρόπολη Δράμας δεν μπορεί να παρουσιαστεί επαρκώς και σε όλες τις εκφάνσεις της στο πλαίσιο της σύντομης αυτής παρουσίασης. Ωστόσο ο ομιλών, εκζητών τις ευχές του μακαριστού ποιμενάρχου μας, του κυριάρχου Αγίου Δράμας κ. Δωροθέου του και ποιμενάρχου μας ως και των υπολοίπων παρευρισκομένων Αγίων Αρχιερέων, θα προσπαθήσω να διεξέλθω το θέμα αναφέροντας ακροθιγώς τα βασικά χαρακτηριστικά της αρχιερατείας του.
Στις 5 Οκτωβρίου 2005, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τη προβολή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου, εξέλεξε Επίσκοπο και Μητροπολίτη της αγιωτάτης Μητροπόλεως Δράμας τον μέχρι τότε Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά Αρχιμανδρίτη Παύλο Αποστολίδη εις διαδοχήν του κοιμηθέντος Μητροπολίτου Δράμας Διονυσίου. Ακολούθως στις 9 Οκτωβρίου του ιδίου έτους χειροτονήθηκε Επίσκοπος στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, ενώ στις 19 Νοεμβρίου ενθρονίστηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου Δράμας αναλαμβάνοντας και επισήμως την διαποίμανση της επαρχίας που η Εκκλησία του εμπιστεύθηκε.
Στον ενθρονιστήριο λόγο του δεν επιδόθηκε σε προγραμματικές δηλώσεις για την αρχόμενη ποιμαντορία του δηλώνοντας περίτρανα ότι «δέν θεωρῶ φρόνιμον ἐν εἴδει προγραμματικῶν δηλώσεων ν᾿ ἀναπτύξω ταύτην κατά τήν ὥραν αὐτήν»[3]. Αντ’ αυτού τόνισε την πνευματική σχέση του Επισκόπου με το ποίμνιό του, ξεκαθαρίζοντας κατά το παράδειγμα του Κυρίου μας πως δεν ήρθε για να διακονηθεί αλλά για να διακονήσει: «Ερχόμενος πρός ὑμᾶς, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα, ἤ μᾶλλον σταλείς ὑπό τῆς πνοῆς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ συγκροτοῦντος τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας, ἵσταμαι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν οὐχί διά νά κηρύξω ἐμαυτόν, ἀλλά τό Εὐαγγέλιον καί τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ»[4].
Ο μακαριστός Παύλος από την πρώτη στιγμή της ελεύσεώς του στη Δράμα υπήρξε προσιτός προς όλους, ξεκαθαρίζοντας πως: «Ἡ Μητρόπολις δέν εἶναι φρούριον ἀπόρθητον ἐντός τοῦ ὁποίου θά ἐγκλεισθῇ ὁ ποιμενάρχης σας. Ὅθεν καλῶ πάντας ὑμᾶς, καί ἰδίως τήν σπουδάζουσαν, ἐργαζομένην καί τήν ἐν ἀγωνίᾳ πρός ἐξεύρεσιν ἐργασίας διατελοῦσαν νεότητα, νά τήν ἐκπορθήσετε. Ἀλλά τί λέγω; Δέν θά χρειασθῇ. Ἀμαχητί σᾶς παραδίδεται ἀπό τῆς σήμερον»[5].
Η αρχιερατεία του στην Δράμα βασίστηκε σε δύο βασικές αρχές: την ειλικρινή και ανιδιοτελή αγάπη για τον Χριστό και το Γένος. Οι αρχές αυτές παιδιόθεν συνείχαν την ψυχή του μακαριστού Παύλου και συν τω χρόνω με την περαιτέρω καλλιέργειά τους δέσποζαν πλήρως σε αυτήν ως και το τέλος του επιγείου βίου του. Με ορμητήριο τους δύο αυτούς άξονες συνδύαζε περίτεχνα την παράδοση με την σύγχρονη ποιμαντική καθιστώντας το έργο του στην Δράμα επίκαιρο. Μπορεί να στρεφόταν συχνά στο παρελθόν, αλλά πορευόταν σταθερά προς το μέλλον. Η στάση του επικαιροποιούσε την ιστορία και την παράδοση της Εκκλησίας και του Γένους στο σήμερα, την μετέτρεπε από αντικείμενο της ιστορίας και του παρελθόντος σε μια ζώσα βιούμενη κατάσταση ικανή να δώσει απαντήσεις στον κατακερματισμένο από πληροφορίες και ιδέες σύγχρονο άνθρωπο. Για τον Παύλο οι έννοιες Εκκλησία και Γένος ήταν παράλληλες, αλληλοπεριχωρούμενες και αλληλοσυμπληρούμενες.
Η ενασχόλησή του με την ιστορία και την παράδοση δεν ήταν αυθύπαρκτη. Μέσα και πίσω από αυτήν εντόπιζε την πίστη, την ευσέβεια και την ευλάβεια των ανθρώπων άλλων εποχών που αν και ομοιοπαθείς με εμάς κατάφεραν να διατηρήσουν την πίστη, μέσα από ανείπωτες κακουχίες και δυσκολίες και να την μεταδώσουν στις νεώτερες γενιές με κάθε κόστος. Η ανάδειξη αυτών των ανθρώπων, της ζωής και των έργων τους υπήρξε βασικό μέλημα του μακαριστού Παύλου.
Στο πλαίσιο αυτό κινούμενος, με τον ερχομό του στην Δράμα προχώρησε στην ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Οσίου Γεωργίου του Καρσλίδη. Με την πράξη αυτή ο Παύλος άνοιγε την επισκοπική του προσφορά και διακονία στον λαό της επαρχίας του. Προβάλλοντας την οσιακή μορφή του Ποντίου στην καταγωγή Οσίου Γεωργίου επεδίωξε να τον έχει αρωγό και συμπαραστάτη στα ποιμαντικά του καθήκοντα και μεσίτη προς τον Μεγάλο Αρχιερέα Χριστό την ημέρα της κρίσεως. Στην Ιερά Μονή της Σίψας με την ανακομιδή του Οσίου, τον πρώτο μεγάλο σταθμό της δεκαεπτάχρονης ποιμαντορίας του Παύλου στη Δράμα άνοιγε ο κύκλος της αρχιερατείας του και εκεί, πλησίον της λάρνακος του Οσίου έμελλε να ολοκληρωθεί τον Μάιο του 2022 με την ταφή του.
Την ανακομιδή ακολούθησαν όλες οι κανονικές ενέργειες για την επίσημη αγιοκατάταξη του Οσίου. Η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου με απόφασή της στις 18 Μαρτίου 2008 κατέταξε επισήμως τον Όσιο Γεώργιο στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας ορίζοντας την μνήμη του στις 4 Νοεμβρίου εκάστου έτους, ημέρα της οσιακής του κοιμήσεως.
Οι πρώτοι εορτασμοί της μνήμης του Αγίου τον Νοέμβριο του 2008, συνοδεύτηκαν από την έλευση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου αλλά και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Η υποδοχή και οι εορτασμοί υπήρξαν πρωτοφανείς για την τοπική μας Εκκλησία. Πλήθος Αρχιερέων από όλο τον κόσμο βρέθηκαν στην Δράμα. Η τιμή του Οσίου Γεωργίου γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ναοί και ναϋδρια αφιερωμένα στη μνήμη του ανηγέρθησαν σε πολλές γωνιές της γης. Η άσημη Δράμα, καυχώταν και καυχιέται πλέον εν Κυρίω για τον μεγάλο και θαυματουργό Όσιό της.
Στο ίδιο πλαίσιο λίγα χρόνια αργότερα προχώρησε τις διαδικασίες για την αγιοκατάταξη του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντος Αγίου ενδόξου Βασιλέως Δαβίδ του Μεγαλοκομνηνού ο οποίος μαζί με τους τρεις γιους του Βασίλειο, Μανουήλ και Γεώργιο αλλά και τον ανηψιό και διάδοχό του Αλέξιο μαρτύρησαν το 1463 αρνούμενοι στις προτάσεις του Πορθητή να εξωμόσουν. Συγκαταλέχθηκαν έτσι στις τάξεις των νεομαρτύρων. Ο πρώτος επίσημος εορτασμός της μνήμης του έγινε τον Νοέμβριο του 2013 στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της πόλης μας.
Η μέριμνά του για τα ζητήματα της Εκκλησίας αλλά και για το ποίμνιό του, κλήρο και λαό υπήρξε συνεχής και ανύστακτος. Από την έλευσή του στην Δράμα έως την κοίμησή του περιόδευε συνεχώς τις ενορίες και τις μονές της επαρχίας του επιτελών την αναίμακτο θυσία και κηρύσσοντας τον Λόγο του Θεού. Ιεροπρεπής λειτουργός, μύστης του τυπικού της Μεγάλης Εκκλησίας αλλά και βαθύς γνώστης των λατρευτικών συνηθειών του Αγιωνύμου Όρους, εγκρατής της πατρώας μουσικής παράδοσης επεδίωκε πάντοτε στη λατρεία την εκπλήρωση της προτροπής του Αποστόλου Παύλου «τα πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γιγνέσθω»[6]. Η ρητορική του δεινότητα χαρακτηριστική. Παραστατικός, κατανοητός, απλός αλλά και λόγιος, δυναμικός και ρηξικέλευθος γνώριζε να προσαρμόζει άριστα τον λόγο του στο ακροατήριο στο οποίο απευθύνονταν. Κατά το πατερικό λόγιο «Δει τον Επίσκοπον είναι διδακτικόν»[7]. Έτσι και ο μακαριστός Παύλος με ειλικρίνεια και συνέπεια προσπάθησε στα δεκαεπτά χρόνια της ποιμαντορίας του να μορφώσει τον Χριστό στις καρδιές των χριστιανών της επαρχίας του διακηρύσσοντας με κάθε ευκαιρία πως βασικό έργο της Εκκλησίας είναι η καθοδήγηση των ψυχών των πιστών στη σωτηρία.
Παράλληλα φρόντισε για την ανακαίνιση και την κατάρτιση του σώματος των ιερέων. Στα δεκαεπτά χρόνια της αρχιερατείας του τέλεσε 69 χειροτονίες. Προέτρεπε δε τους κληρικούς να μελετούν, να επιμορφώνονται και να σπουδάζουν.
Η μέριμνά του για τους ναούς, τους χώρους λατρείας υπήρξε εξίσου σπουδαία. Φιλόκαλος, βαθύς γνώστης των πατρώων και των παραδεδομένων φρόντισε ώστε στην επαρχία μας να ανοικοδομηθούν λαμπροί νέοι ναοί (Άγιος Ευγένιος Αρκαδικού, Άγιος Χρυσόστομος Δράμας), να ανακαινισθούν και να αναπαλαιωθούν άλλοι (Παλιά Μητρόπολη, Παρεκκλήσιο της πολιούχου Αγίας Βαρβάρας, Άγιος Γεώργιος Ξηροποτάμου, Άγιος Δαβίδ Κουδουνίων, Αγία Σοφία Δράμας (όπου οι εργασίες συνεχίζονται) κ.ά.) αλλά και να κοσμηθούν με κειμήλια, αντίγραφα εικόνων και αξιόλογα έργα της εκκλησιαστικής τέχνης υπάρχοντες. Συν τοις άλλοις ανήγειρε παρεκκλήσια με εξέχον το Επισκοπικό Παρεκκλήσιο αφιερωμένο στους εν Σεβαστεία Αγίους Τεσσαράκοντα μάρτυρες. Εν συνόλω στα χρόνια της αρχιερατείας του εγκαινίασε 24 ναούς. Το γραφικό «ηγάπησα Κύριε ευπρέπειαν οίκου σου και τόπον σκηνώματος δόξης σου»[8] βρήκε πλήρη εφαρμογή στο έργο του μακαριστού Παύλου.
Ξεχωριστή θέση στην καρδιά του μακαριστού Παύλου είχε η Ιερά Λαυρεντιανή Μονή. Ευαίσθητος ο ίδιος για τα ζητήματα της ιστορίας και του πολιτισμού του Πόντου αναζήτησε το ιστορικό πλαίσιο της ανεγέρσεως της Μονής και πληροφορήθηκε πως οι τελευταίοι Σουμελιώτες μοναχοί μετά τον ξεριζωμό εγκαταβίωσαν στη Μονή αυτή. Πρόθεση δε του πρώτου κτήτορα της Μονής Μητροπολίτη Δράμας Λαυρεντίου του από Χαλδίας και Μεγάλων Αρχιδιακόνων υπήρξε η ανοικοδόμηση ναού προς τιμήν των θυμάτων της γενοκτονίας, ενώ στον ναό αυτό κατ’ έτος τελούνταν το μνημόσυνο αυτών αλλά και όσων παρέμειναν αιώνια στη γη του Πόντου. Το πηλόκτιστο ναϋδριο που ανηγέρθη με τους κόπους και τους πόνους της πρώτης γενιάς των προσφύγων, με την άοκνη και συνεχή επιστασία του μακαριστού Λαυρεντίου υπήρξε ο πρώτος μνημειακός ναός που ανήγειραν οι Πόντιοι πρόσφυγες της Δράμας ανιστορώντας και αναβιώνοντας την ιστορική μονή της Σουμελά. Μάλιστα σε αυτόν τοποθέτησαν και αντίγραφο της ιεράς εικόνος της Σουμελά, καθώς η γνήσια εικόνα παρέμενε θαμμένη στην Μονή της Σουμελά στον Πόντο μέχρι το 1930.
Ο Παύλος οραματίστηκε την αναγέννηση αυτής της μονής, την πανελλαδική ανάδειξή της αλλά και την μετατροπή της σε ένα τοπόσημο στο οποίο θα συγκεντρώνονταν πλήθος κειμηλίων από τις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου και θα διέσωζε για τις επόμενες γενεές τις πνευματικές παρακαταθήκες των προγόνων μας.
Τον Αύγουστο του 2007 τέλεσε τη θεμελίωση του νέου Καθολικού και ξεκίνησαν οι εργασίες ανοικοδόμησής του. Αναλώθηκε ψυχή και σώματι στην ανοικοδόμηση της Μονής. Ήταν θα λέγαμε ένα έργο ζωής γι’ αυτόν. Οι εργασίες συνεχίζονται μέχρι και σήμερα.
Το ενδιαφέρον του για τον πάσχοντα άνθρωπο δεν υπήρξε μικρότερο. Με την έλευσή του στην Δράμα ιδρύει στον Ιερό Ναό Αγίων Δώδεκα Αποστόλων την «Τράπεζα Αγάπης» ενώ φροντίζει για την ανοικοδόμηση κατάλληλου κτιρίου και την μεταστέγαση στη συνέχεια των συσσιτίων στον «Χριστοδούλειο Οίκο Ξενίας» στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Δράμας. Τα συσσίτια έφθασαν στην προ κορωνοϊού περίοδο να σιτίζουν πάνω από 300 ανθρώπους ημερησίως. Παράλληλα ιδρύει την Υπηρεσία Συμπαραστάσεως Οικογενείας μέσω της οποίας λάμβαναν διακριτικά κατ’ οίκον βοήθεια εμπερίστατες οικογένειες σε χρήματα ή είδη. Ταυτοχρόνως ιδρύθηκαν νέα ενοριακά φιλόπτωχα ταμεία σε ενορίες που μέχρι τότε δεν υπήρχαν. Το φιλανθρωπικό έργο της Μητροπόλεως Δράμας επί των ημερών του ήρθε να ολοκληρώσει το Ταμείο Ενίσχυσης Φοιτητών και Ιεροσπουδαστών μέσω του οποίου πολλοί νέοι φοιτητές και φοιτήτριες ενισχύονταν οικονομικώς κατά την διάρκεια των σπουδών τους μεταξύ των οποίων και ο ομιλών. Οι φιλανθρωπικές αυτές δραστηριότητες της τοπικής Εκκλησίας συνέδραμαν το δοκιμαζόμενο από την οικονομική κρίση λαό της Δράμας.
Η μέριμνά του για τις υλικές ανάγκες του ποιμνίου του δεν περιόρισε την έγνοια του για την πνευματική του οικοδομή, την κατάρτιση και την καθοδήγηση. Για τον λόγο αυτό προβαίνει στην έκδοση πολλών βιβλίων θεολογικού, ιστορικού, υμνολογικού και αγιογραφικού περιεχομένου. Τις σπουδαίες αυτές εκδόσεις συμπληρώνουν τα κατ’ έτος εκδιδόμενα ημερολόγια της Μητροπόλεώς μας τα οποία στα δεκαέξι έτη έκδοσής τους κάλυψαν πλήθος θεμάτων της τοπικής ιστορίας και αγιολογίας. Συνάμα ιδρύει στην Δράμα το Εκκλησιαστικό Βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως με την επωνυμία «Ζυγάκτης» – παραπέμποντας στις πηγές του ομώνυμου ποταμού στα νερά του οποίου βαπτίστηκε η πρώτη χριστιανή της Ευρώπης, η Λυδία – ώστε οι χριστιανοί να προμηθεύονται ποιοτικές και έγκυρες προς μελέτη εκδόσεις.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και η εκ βάθρων ανακαίνιση του πνευματικού κέντρου της Μητροπόλεως. Το νέο πνευματικό κέντρο, με την επωνυμία «Ελληνικόν Φροντιστήριον Τραπεζούντος», ώστε να παραπέμπει στις αλησμόνητες πατρίδες, φιλοξένησε πλήθος εκδηλώσεων και ομιλιών θεολογικού αλλά και εθνικού περιεχομένου.
Η ποιμαντική του δραστηριότητα δεν θα μπορούσε να αγνοήσει την νεότητα. Στη διάρκεια της αρχιερατείας του σε συνεργασία με τις χριστιανικές αδελφότητες λειτούργησαν στην επαρχία μας κατηχητικά σχολεία αλλά και κύκλοι μελέτης της Αγίας Γραφής. Κατ’ έτος δε φιλοξενούνταν εντελώς δωρεάν πάνω από 350 παιδιά όλων των ηλικιών στις κατασκηνώσεις της Μητροπόλεως μας αρχικά στον Γρανίτη και στη συνέχεια στις εγκαταστάσεις του Σωτήρα στην Εξοχή.
Μία ακόμη πτυχή της ποιμαντικής που άσκησε ο μακαριστός Μητροπολίτης μας ήταν οι προσκυνηματικές μεταβάσεις. Οι μεταβάσεις αυτές ως συνέχεια των παλαιών προσκυνημάτων πίστευε πως καλλιεργούσαν την ορθόδοξη πνευματικότητα. Ταυτοχρόνως τα προσκυνήματα στους γενέθλιους τόπους των προγόνων, στις αλησμόνητες πατρίδες καλλιεργούσαν την αυτοσυνειδησία και έθρεφαν την ιστορική μνήμη ώστε να μείνει αναλλοίωτη στο διάβα του χρόνου.
Το καλοκαίρι του 2007 για πρώτη φορά επικεφαλής ομάδος προσκυνητών από την Μητρόπολή μας επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους. Τα προσκυνήματα αυτά στην Αγία Γη επαναλήφθηκαν πολλές φορές στα χρόνια της αρχιερατείας του. Το 2009 επισκέφτηκε την Καππαδοκία όπου και συλλειτούργησε με τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το 2013 την Κωνσταντινούπολη. Το 2015 την Ρουμανία. Το 2016 την Γεωργία.
Το προσκύνημα όμως εκείνο που χαράχτηκε στις ψυχές όλων, όσων συμμετείχαν αλλά και όλων όσων το παρακολούθησαν από τους τηλεοπτικούς δέκτες, το προσκύνημα που τον έκανε γνωστό σε όλο τον ελληνισμό παγκοσμίως ήταν η πρώτη Θεία Λειτουργία στην ιστορική Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο το 2010. Εκεί συμμετείχε ως συλλειτουργός του Οικουμενικού Πατριάρχου, επικεφαλής προσκυνητών από την Μητρόπολή μας. Τα προσκυνήματα στη γη του Πόντου, την γη των Ακριτών επαναλήφθηκαν πολλές φορές. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης περιηγήθηκε από τον μακαριστό σε όλες σχεδόν τις επαρχίες του Πόντου προσκυνώντας ερειπωμένες μονές, εκκλησίες και τόπους θυσίας και μαρτυρίων αναπέμποντας προσευχές στον Κύριο της δόξης για τις ψυχές των προγόνων.
Ακατάπαυστη υπήρξε και η μέριμνά του για τα δίκαια της Εκκλησίας. Με τον ερχομό του στην Δράμα ξεκίνησε έναν έντονο αγώνα για την δικαίωση της Ιεράς Μονής της Εικοσιφοινίσσης και την επιστροφή σε αυτήν των κωδίκων και των κειμηλίων που συλήθηκαν από τα βουλγαρικά στρατεύματα κατοχής το 1917. Οι κόποι του άρχισαν να αποδίδουν καρπούς το 2010 με την επιστροφή του λειψάνου του δευτέρου κτήτορα της Μονής Αγίου Διονυσίου Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ενώ κορυφώθηκαν το 2016 με την επιστροφή του πρώτου κώδικα από την Λουθηρανική Θεολογική Σχολή του Σικάγο. Η έλευση των επόμενων κωδίκων από τις Η.Π.Α. μετά την κοίμησή του δείχνουν ότι οι κόποι του δεν πήγαν χαμένοι.
Το ίδιο έπραξε και με τον ιστορικό Ιερό Ναό Παναγίας Πετρούσας. Μετά από δεκαετή δικαστικό αγώνα με πολλές προεκτάσεις στην τοπική κοινωνία κατάφερε να επαναφέρει τον ναό στην Εκκλησία και να τον εγκαινιάσει στις 23 Αυγούστου 2020. Λίγο αργότερα, τον Νοέμβριο του ιδίου έτους με αφορμή τη συμπλήρωση δεκαπενταετούς ευκλεούς αρχιερατείας ο Οικουμενικός Πατριάρχης σε ιδιόχειρη επιστολή του προς τον Παύλο μεταξύ άλλων έγραφε πως από όσα σημαντικά έκανε ή θα κάνει στα χρόνια της αρχιερατείας του το πιο σημαντικό ήταν η διευθέτηση του ζητήματος του ιστορικού ναού της Παναγίας της Πετρούσας. Μία ταλαιπωρία 140 ετών, με νωπά ακόμα τα στοιχεία του μακεδονικού αγώνα έφθανε στο τέλος της.
Οι αγώνες του όμως για τα δίκαια της Εκκλησίας δεν περιορίστηκαν στην επαρχία του. Πάντοτε με παρρησία και λόγο επίκαιρο εργάζονταν για την διασφάλιση των αγώνων της Εκκλησίας και της πατρίδος. Χωρίς υπερβολές και κορώνες, χωρίς να έχει την ανάγκη να εκφράζεται ευκαίρως ακαίρως για όλα, με νηφαλιότητα και σοβαρότητα, με επιχειρήματα και τεκμηριωμένες απόψεις. Μνημειώδεις υπήρξαν οι λόγοι του στο συνοδικό μνημόσυνο του Παύλου Μελά στην Καστοριά με αφορμή το ονοματολογικό ζήτημα των Σκοπίων αλλά και η ομιλία του στην εκδήλωση των οφφικιάλων της Μεγάλης Εκκλησίας στην Αθήνα προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχου όπου με εξαιρετική άνεση χρησιμοποιώντας κείμενα της κλασικής, μεσαιωνικής αλλά και της νεότερης ελληνικής γραμματείας υπερασπίστηκε την θέση του Πατριαρχείου και της Εκκλησίας στην Ευρώπη και τον σύγχρονο κόσμο.
Η δεκαεπτάχρονη αρχιερατεία του μακαριστού Μητροπολίτου Παύλου στην Μητρόπολη Δράμας υπήρξε μια σύνολη έκφραση αγάπης προς τον Χριστό, την Εκκλησία και τον άνθρωπο. Οι πολυσήμαντες και πολυδιάστατες ποιμαντικές του πρωτοβουλίες ανέδειξαν την τοπική Εκκλησία και την περιοχή μας εν γένει και ανύψωσαν το πνευματικό επίπεδο της επαρχίας μας. Το πλήθος των πρωτοβουλιών, των ιδρώτων, των κόπων και των μόχθων του μακαριστού Ιεράρχου αναμφιβόλως δεν δύνανται να παρουσιαστούν επαρκώς στο πλαίσιο μιας σύντομης ομιλίας.
Τα ξημερώματα της 2ας Μαϊου 2022 προδόθηκε από την καρδιά του. Μετά από δεκαεπτά έτη θεοφιλούς ποιμαντορίας η στεντόρεια φωνή σίγησε ξαφνικά. Ο ανεπανάληπτος θεολογικός και πατριωτικός λόγος έπαυσε. Η αγέρωχη μορφή του ιεροπρεπέστατου Ιεράρχη χάθηκε. Έμεινε όμως η σπουδαία πνευματική του κληρονομιά, οι πνευματικές παρακαταθήκες και τα ιδανικά του που ενέπνευσαν τον ίδιο σε ολόκληρη τη ζωή του και ενέπνευσαν και πολλούς άλλους ώστε να ταχθούν στη διακονία της Εκκλησίας και του Ανθρώπου κοντά σε αυτόν. Ίσως βρήκε αντίκρισμα ο σύγχρονος θεολογικός λόγος ότι «η μαρτυρία της ιερωσύνης είναι μια συνεχής μαρτυρία που προστίθεται στη μαρτυρία του Χριστού».
Αυτός ήταν ο Παύλος. Ο λεβέντης και λεοντόκαρδος Επίσκοπος της Δράμας. Η χαρισματική προσωπικότητά του αναγνωρίζονταν ευρέως όχι μόνον από τον κόσμο της Εκκλησίας αλλά και από τους θύραθεν για τους οποίους ήταν πάντοτε ευπρόσδεκτος συνομιλητής και φίλος.
Αντί όμως άλλου επιλόγου ας αφήσουμε τον Παναγιώτατο ημών αυθέντη και δεσπότη, τον Οικουμενικό Πατριάρχη να μιλήσει για τον γνήσιο φίλο του, για το λιοντάρι του Πόντου:
«Χαρακτήρ ζηλωτής των πατρώων ο ίδιος, ηγάπησεν ή καλλίτερον ελάτρευσε την Μεγάλην Εκκλησίαν, τα ιδανικά της, τα όσα σεμνά και ευλογημένα προσφέρει, τας πανιέρους ευθύνας της. Ελάτρευσε τον τόπον και τον τρόπον της καθ’ ημάς Ανατολής και πάντοτε προσήρχετο με δύο πολύτιμα δώρα: την ασίγητον αγάπην του, τον θεόσδοτον πόθον του διά τα ημέτερα, και την ειλικρίνειαν και αλήθειαν του προσώπου του.
Αυθεντικός, αφτιασίδωτος, απερίτμητος, δωρικός και μεγαλοπρεπής, ο αείμνηστος υιός και εν Χριστώ αδελφός, κατέλιπε τύπον και υπογραμμόν Ρωμηού κληρικού, και τούτο τιμά εν πρώτοις το δένδρον εξ ού ο πολύς ούτος καρπός εβλάστησεν…»[9].
Για εμάς τους ζώντες τους περιλειπόμενους συνοδίτες σου Γέροντα, στο δρόμο που μας έβαλες «μάς φθάνει που η πυξίδα Σου θα δείχνει πάντα την Ανατολή», τον Χριστό, την Μητέρα Εκκλησία, το Γένος και τις Αλησμόνητες Πατρίδες! Αιωνία σου η μνήμη! Την ευχή Σου!
[1] Απόσπασμα από τον χαιρετισμό του Μητροπολίτου Δράμας Παύλου κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής του μακαριστού Μητροπολίτου Βερροίας, Καμπανίας και Ναούσης κυρού Παύλου, του και Γέροντός του, στον περίβολο του Επισκοπείου της Βέρροιας, Βέρροια, 14 Οκτωβρίου 2019.
[2] Εβρ. 5,11-14, Κορ. Α΄ 3,1-4.
[3] Επιβατήριος Λόγος Μητροπολίτου Δράμας Παύλου, Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Εισοδίων της Θεοτόκου Δράμας, 19 Νοεμβρίου 2005.
[4] Ό.π.
[5] Η πρώτη εγκύκλιος προς τον κλήρο και τον λαό της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, Νοέμβριος 2005.
[6] Α΄ Κορ. 14,40.
[7] Α΄ Τιμ. 3,2.
[8] Ψαλμ. 25,8.
[9] Συλλυπητήριος Επιστολή της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, 3 Μαΐου 2022.