13.4 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024

Ο π. Ιωάννης Χρυσαυγής για το “Νιγηρίας Αλεξάνδρου παρακαταθήκες”

ΠΡΟΣΩΠΙΚΉ ΜΑΡΤΥΡΊΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ

Παν. Ανδριόπουλος, Νιγηρίας Αλεξάνδρου παρακαταθήκες, Ενορία Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Νέου Ψυχικού, 2024, σσ. 152.

Ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος γεννήθηκε ως Γεώργιος Γιαννίρης στην Αθήνα στις 15 Μαΐου 1960, χειροτονήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1988, εξελέγη πρώτος επίσκοπος της νεοσύστατης επισκοπής Νιγηρίας στις 23 Σεπτεμβρίου 1997, αναδείχθηκε πρώτος Μητροπολίτης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Νιγηρίας στις 27 Οκτωβρίου 2004, και απεβίωσε στην Αθήνα στις 30 Ιουνίου 2023.

Αυτή θα ήταν μια αρκετά συμβατική νεκρολογία για έναν τυπικό ορθόδοξο επίσκοπο. Μόνο που ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος δεν ήταν ούτε συμβατικός ούτε τυπικός. Δεν ήταν ούτε στενόμυαλος ούτε εθελοτυφλών. Ίσως τον βοήθησαν σαυτό οι σπουδές που έκανε σε έναν εξωθρησκευτικό κλάδο, μια και πέρα από το πτυχίο θεολογίας που έλαβε από το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, είχε και πτυχίο Γεωπονίας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ή ίσως συνέδραμε ο χρόνος που έζησε στην Αφρική, όπου συνεργάστηκε στενά με τον φίλο του και σημερινό Μητροπολίτη Καμερούν Γρηγόριο—ας σημειωθεί πως η επισκοπή Νιγηρίας ανήκε αρχικά στην Μητρόπολη Καμερούν.Και ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος ήταν προσεκτικός και ανταποκρινόταν δημιουργικά στον πολιτισμό των ιθαγενών της Μαύρης Ηπείρου. Ήταν άλλωστε ένας από τους λίγους εκκλησιαστικούς ηγέτες που χειροτόνησαν συνειδητά και αποκλειστικά Αφρικανούς κληρικούς. Ωστόσο, παρά το άνοιγμα και την ανοιχτότητά του, ο Νιγηρίας Αλέξανδρος παρέμεινε ταπεινός και ευσεβής. Η κηδεία του έγινε χωρίς θόρυβο και δημοσιότητα στη Μονή του νεοανακηρυχθέντος Αγίου Πορφυρίου στο Μήλεσι έξω από την Αθήνα

Το ανά χείρας βιβλίο περιέχει μια απομαγνητοφώνηση -επιμελημένη και φροντισμένη από τον Παναγιώτη Ανδριόπουλο, θεολόγο, μουσικό και Άρχοντα του Οικουμενικού Θρόνου – τεσσάρων συνεντεύξεων με τον Μητροπολίτη Αλέξανδρο που οργανώθηκαν από τον Ανδριόπουλο: Η μία ήταν για τον τηλεοπτικό σταθμό της Μητροπόλεως Πατρών κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου νεολαίας, η άλλη για μια ενημερωτική ιστοσελίδα στην Ελλάδα, και οι υπόλοιπες δύο για μια διαδικτυακή εκπομπή στο Πολιτιστικό Κέντρο της Ενορίας του Αγίου Γεωργίου Νέου Ψυχικού στην Αθήνα, όπου γίνεται απόψε και η επίσημη παρουσίαση.

Η πρώτη συνέντευξη (σελίδες 11-44), που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2000, περιγράφει τα πρώτα χρόνια του Μητροπολίτη Αλέξανδρου στη Νιγηρία. Η δεύτερη (σελίδες 45-74), που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2016, περιέχει την ανάλυση του Μητροπολίτη Αλέξανδρου για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο. Η τρίτη (σελίδες 75-109), που διεξήχθη τον Ιούνιο του 2021, διερευνά τις παρατηρήσεις του Μητροπολίτη Αλέξανδρου σχετικά με την ιεραποστολική εντολή κατά τον 21ο αιώνα. Και η τελευταία συνέντευξη (σελίδες 111-145), που έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του 2022, συζητά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την Αφρική, η πρώτη με στρατιωτική αιματοχυσία και η δεύτερη με εκκλησιαστική παραβίαση.

Τον θυμάμαι καθαρά και μου λείπει πολύ. Η παγκόσμια εκκλησία μόλις είχε αρχίσει να τον γνωρίζει, ενώ η ευρύτερη εκκλησία θα αναγνωρίσει σιγά σιγά το κενό που άφησε η απουσία του. Τον γνώρισα καλά κατά τη διάρκεια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη το 2016, όπου αμφότεροι υπηρετήσαμε ως υπεύθυνοι Τύπου των αντίστοιχων εκκλησιών μας: του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην περίπτωσή του και του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη δική μου. Αλλά απολάμβανα και ανυπομονούσα για τις συναντήσεις μας σε ένα μικρό καφενείο στην πλατεία έξω από τον μητροπολιτικό ναό της Αθήνας, όπου περνούσαμε ώρες συζητώντας. Η ουσία αυτού του βιβλίου προς τιμήν του – ως καταγραφή και αντανάκλαση ενός διαλόγου ή μιας συζήτησης – είναι ο κατάλληλος φόρος τιμής σε έναν άνθρωπο του οποίου η κοσμοθεωρία διαμορφώθηκε από την απλότητα και την κοινωνικότητα, καθώς και από την ουσία που τα ενώνει: δηλαδή, τον ανοιχτό διάλογο.

Ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος αισθανόταν άνετα να μιλάει και να υπηρετεί στη γλώσσα του, τη γλώσσα των ενοριτών του – πάντοτε ανάλογα με το εκάστοτε εκκλησίασμα. Η πρώτη του συνέντευξη προσφέρει μια εικόνα του γιατί, παρά τον θαυμασμό των πιστών και των φίλων του, δεν έλαβε ποτέ την τετριμμένη λατρεία των εθνικιστών, για τους οποίους η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και των εθίμων υπερισχύει κάθε άλλης φιλοδοξίας:

Ερώτηση: Το λέω αυτό, Θεοφιλέστατε, ως συνέχεια αυτού που ακούστηκε να λέτε νωρίτερα σε κάποια συνεδρίαση, δηλαδή το ότι είστε Έλληνας το έχετε θέσει σε δεύτερη μοίρα. Μπροστά στο ότι είστε ιεραπόστολος, ορθόδοξος ποιμένας.

Απάντηση: Μπροστά στην ιδιότητα, είπα, πιο σωστά, ότι είμαι Έλληνας, αναντίρρητα, δεν αρνούμαι την καταγωγή μου. Μπορεί να νιώθω και υπερήφανος για την καταγωγή μου. Αλλά, από τη στιγμή που εντάχθηκα στο Πατριαρχείο και κλήθηκα να υπηρετήσω σε έναν χώρο συγκεκριμένο, κατ’ αρχήν στη Νότιο Αφρική, κι, αν θέλετε, όπως σας είπα και προηγουμένως, εκεί ζυμώθηκαν κάποιες ιδέες μέσα μου. Από τη στιγμή, λοιπόν, που κλήθηκα να υπηρετήσω ως Επίσκοπος, ως προεστώς της ευχαριστιακής σύναξης της Εκκλησίας της Νιγηρίας, θεωρώ ότι το κύριο και πρώτιστο στοιχείο της ταυτότητάς μου δεν είναι η ελληνική καταγωγή, δεν είναι η εθνική μου καταγωγή, αλλά το γεγονός ότι είμαι κληρικός και δη επίσκοπος ορθόδοξος κληρικός σε κάποιον συγκεκριμένο χώρο. Νομίζω ότι αυτό είναι πάρα πολύ ουσιαστικό για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε και να ξεπεράσουμε τις όποιες προκαταλήψεις δημιουργούνται στους ιθαγενείς πληθυσμούς, είτε είναι Νιγηριανοί, είτε είναι Ουγκαντέζοι, είτε είναι οπουδήποτε, ότι δεν είμαστε μία Εκκλησία εθνική. Γιατί όσο θα επιμένουμε να κινούμαστε μέσα στα στενά, στα θλιβερά στενά όρια, τα εθνικά μας, όσο θα επιμένουμε να είμαστε ελληνοκεντρικοί ή ελλαδοκεντρικοί, πιο σωστά, τόσο περισσότερα εμπόδια θα συναντήσουμε και τόσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από την ίδια τη φύση και την ουσία της Εκκλησίας.

Ενώ ομολογεί την απογοήτευσή του για την περιορισμένη ατζέντα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ο Νιγηρίας Αλέξανδρος παραδέχεται επίσης την ξεχωριστή και ιστορική της μοναδικότητα στη συγκέντρωση των ετερόκλητων Ορθόδοξων Εκκλησιών από τα τέσσερα σημεία του πλανήτη, παρά την ανειλικρινή και αδικαιολόγητη απόσυρση ορισμένων από αυτές την τελευταία στιγμή. Η πεποίθησή του Μητροπολίτη ήταν ότι, αν οι αυτοκέφαλες εκκλησίες ήθελαν να πετύχει η Μεγάλη Σύνοδος, τότε σίγουρα θα έβρισκαν τρόπο να παρευρεθούν και να την κάνουν να λειτουργήσει. Συγκινήθηκα από την αναγνώρισή του:

Κατά την ταπεινή μου άποψη – δεν μιλώ εκ μέρους της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας – μιλώ ως πρόσωπο, διαβλέπω μία αστοχία, ίσον αμαρτία, ένα θεολογικό έλλειμμα. Η αποδόμηση της Συνόδου και η άρνησή μου να συμμετάσχω, σημαίνει ότι αρνούμαι να συναντηθώ πρόσωπο με πρόσωπο με τον άλλον. Και αυτό θεολογικά είναι διάτρητο. Ναι, πάμε για να συναντηθούμε. Πάμε, γιατί πρέπει να βρεθούμε πρόσωπο προς πρόσωπο. Πάμε γι’ αυτό που είπε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης και νομίζω το επαναλαμβάνουν όλοι και το αντιλαμβανόμαστε όλοι, αλλά το εξέφρασε σε κάποια από τα κείμενά του τους τελευταίους μήνες, ότι, παρά τα πολλά προβλήματα, πρέπει κάποια στιγμή να γίνει ένα ξεκίνημα και αυτή τη στιγμή το ξεκίνημα γίνεται.

Και ομολογώ ότι συμμερίζομαι πλήρως την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι τα θέματα και τα κείμενα της ημερήσιας διάταξης ήταν πολύ πιο συντηρητικά από τις αρχικές προτάσεις που υποβλήθηκαν τη δεκαετία του 1960.

Η “διαφάνεια” του Μητροπολίτη Αλέξανδρου είναι ιδιαίτερα εμφανής στη συνέντευξή του για το ιεραποστολικό έργο στην Αφρική, όπου με θάρρος επέκρινε την παρέμβαση—για την ακρίβεια, τον πνευματικό και οικονομικό εκβιασμό – των μοναχών του Αγίου Όρους, οι οποίοι αντί να επικεντρωθούν στην σιωπή και την προσευχή για το ιεραποστολικό έργο αποφάσισαν να απειλήσουν με αφαίρεση της υλικής υποστήριξης του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας επειδή αποφάσισε να χειροτονήσει διακόνισσες:

Αυτήν τη στιγμή, ας μην απατώμεθα – συγχωρέστε μου τον ρεαλισμό και την κυνικότητα – αλλά, αν ζητήσεις βοήθεια από οποιαδήποτε τοπική Εκκλησία, το πρώτο που θα σου ζητηθεί είναι ανταλλάγματα. Και αν δεν σου ζητηθούν ανταλλάγματα, τα ανταλλάγματα αυτά μπορεί να είναι είτε ελληνικές σημαιούλες μες στις εκκλησίες, για να ξεκινήσω από εμάς, επειδή είμαι Έλληνας, είτε κρεμμυδόσχημοι τρούλλοι και δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να σου ζητηθεί. Επομένως, στην οικονομική ανέχεια δένεται το άρμα της ιεραποστολής και εκεί πέρα μπορεί να δικαιολογηθούν τα πάντα. Να δικαιολογηθούν και οι συμπεριφορές και οι επιλογές κάποιων εξ ημών. Δεν είναι πάντοτε κακοπροαίρετοι. Πολλές φορές βρίσκεσαι πολύ στριμωγμένος. Όμως, το μεγαλύτερο είναι να μπορείς να αντισταθείς στην προσπάθεια επιβολής μοντέλου ιεραποστολής και τρόπου από τους χορηγούς, διότι αυτήν τη στιγμή έχουμε συντηρητικές οργανώσεις που πάντοτε βοήθησαν την ιεραποστολή, αλλά  εκφράζουν ίσως μιαν άλλη εποχή και οι οποίες ακόμα προσπαθούν να επιβάλλουν μοντέλο λειτουργίας. Έχουμε κάποιες περιπτώσεις, θα το πω κι ας μου συγχωρεθεί, αλλά είναι αλήθεια. Έχουμε την παρέμβαση ακόμα και Αγίου Όρους.

Ας πούμε, όταν η Σύνοδος του Πατριαρχείου μάς συζήτησε την χειροτονία των γυναικών μετά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, θυμάμαι την επιστολή που εστάλη από συγκεκριμένη μονή του Αγίου Όρους προς τον Μητροπολίτη που θα γινόταν αυτό και μετά σε όλους μας διέρρευσε αυτή η επιστολή και πλέον είναι γνωστή, επομένως μπορώ να αναφερθώ, όπου στο τέλος έλεγε ότι λυπούμεθα, αλλά φοβούμεθα, ότι μπορεί να επηρεάσει την οικονομική ευρωστία της Μητροπόλεως σας, αν ο Πατριάρχης το κάνει αυτό, διότι οι ευσεβείς χριστιανοί θα ενοχληθούν, θα σκανδαλιστούν και μπορεί να μην δώσουν χρήματα. Εάν αυτό δεν είναι οικονομικός εκβιασμός δεν ξέρω τι είναι.

Επιπλέον όμως, με συγκινεί η έμφαση που δίνει ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του λόγου, όπως επίσης το ενδιαφέρον του για την πείνα και τη φτώχεια, καθώς και η κατανόηση της νηστείας και του γάμου στο πλαίσιο του αφρικανικού λαού. Ταυτίστηκε με τις ξεχωριστές διατροφικές ανάγκες ενός φτωχού εργάτη, ο οποίος χρειαζόταν πρωτεΐνες για την επιβίωσή του, και με τις γηγενείς γαμήλιες προσδοκίες ενός αναπτυσσόμενου έθνους, το οποίο αδιαφορούσε για τα γνωστά δυτικά προβλήματα, όπως οι μικτοί γάμοι.

Τέλος, υπάρχει ο τραγικός αντίκτυπος της υπενθύμισης του Μητροπολίτη Αλέξανδρου ότι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δύσκολα συμπράττουν με τις απεχθείς σταυροφορίες στην ιστορία του Δυτικού Χριστιανισμού. Καταδικάζει ευθέως ως εχθρότητα και αίρεση την αδελφοκτονία που προκάλεσε η εισβολή του Πούτιν στο κυρίαρχο κράτος της Ουκρανίας, καθώς και τη διάρρηξη της ενότητας που δημιούργησε η παραβίαση της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας από τον Μόσχας Κύριλλο. Και αποδίδει και τα δύο στον ιμπεριαλισμό και τον επεκτατισμό του “Ρωσικού Κόσμου” που έτσι κι αλλιώς προηγείται της Μεγάλης Συνόδου και της Αυτοκεφαλίας της Ουκρανίας. Οι δόλιες και υπολογιστικές μηχανορραφίες παικτών όπως ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος και ο Μητροπολίτης Ουγγαρίας Ιλαρίωνας [πρώην Βολοκολάμσκ] αποκαλύπτονται ως ξεδιάντροπες και βάρβαρες. Και ο Νιγηρίας κατακεραυνώνει τη συλλογική διαφθορά των Πατριαρχείων Ρωσίας και Αντιόχειας – μαζί με τους υποτακτικούς και δουλοπρεπείς τους υπερασπιστές – που ενώ μπορούσαν να έχουν εμμονή με τον σφετερισμό μιας μόνο ενορίας στο Κατάρ για να δικαιολογήσουν την απουσία τους από τη Μεγάλη Σύνοδο, όμως παρέμειναν τυφλοί στην κατοχή μιας ολόκληρης ηπείρου από την Εκκλησία της Ρωσίας!

Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Αλέξανδρος ήταν μια ανάσα φρέσκου αέρα σε μια ασφυκτική ιεραρχία, ένας υποστηρικτής της συνοδικότητας σε ένα σύστημα όπου επικρατεί η μυστικότητα, και μια φωνή ελευθερίας σε μια εκκλησία όπου κυριαρχεί η αυταρχία. Είχα το ξεχωριστό προνόμιο να είμαι φίλος του. Και είναι ιδιαίτερη τιμή μου να προσφέρω αυτό το ταπεινό αφιέρωμα στη μνήμη του.

π. Ιωάννης Χρυσαυγής

[Μετάφραση Ντένια Αθανασοπούλου-Κυπρίου]

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ