Τιμή καί στήριξη στό «Μυστήριον τῆς ἀγάπης» στόν Γάμο καί στήν οἰκογένεια καί καταδίκη τῶν παραορθοδόξων διαστρεβλώσεων τοῦ Γάμου καί τῆς συζυγικῆς ζωῆς τόσον ἐκτός ὅσον καί ἐντός τῆς Ἐκκλησίας
Γρηγορίου Λαρεντζάκη, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Graz
Ἄρχοντος Μεγάλου Πρωτονοταρίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
Τό θέμα τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογενείας εἶναι σημαντικώτατο. Δέν ὀνόμασε ὁ ἱερός Χρυσόστομος τυχαῖα τόν Γάμο «Μυστήριο τῆς ἀγάπης» (PG 62, 387). Ὁ Γάμος καί ἡ οἰκογένεια εἶναι ἱεροί θεσμοί καί ἀποτελοῦν τά θεμέλια τῆς κοινωνίας, παρά ταῦτα σήμερα βάλλονται πανταχόθεν. Γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐπαναναγνώριση τῆς ἀναντικατάστατης ἀξίας καί ἡ στήριξη τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου, ἀλλά καί συγκεκριμένα τῶν συζύγων, οἱ ὁποῖοι σήμερα παρά τίς ἀντίξοες συνθῆκες τολμοῦν νά συνάψουν Γάμο, νά συζήσουν ἁρμονική ζωή κοινωνίας καί ἀλληλοσυμπληρώσεως ὡς ἄνδρας καί γυναίκα, νά ἀλληλοβοηθηθοῦν ὅταν καί ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει ἀνάγκη, ἀλλά καί νά δημιουργήσουν οἰκογένεια ὡς συνδημιουργοί Θεοῦ.
Καί ἐπειδή σήμερον τό θέμα γιά ποικίλους πολιτικούς καί μή λόγους εὑρίσκεται στό κέντρο διαφόρων ἐντάσεων καί ἀσφυκτικῶν συζητήσεων θεωρῶ σκόπιμον νά ἀναφερθῶ σέ διάφορα σχετικά θέματα, τά ὁποῖα εὑρίσκονται, συζητῶνται ἐντατικά καί διαπραγματεύονται τόσον ἐκτός, ὅσον καί ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Γάμος ὡς κοινωνία δύο προσώπων, τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας
Πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι ὁ Γάμος εἶναι κοινωνία δύο ἐλεύθερων καί εὐτεξουσίων προσώπων, ἑνός ἄνδρα καί μιᾶς γυναίκας, οἱ ὁποῖοι ἀποφάσισαν ἐλεύθερα, χωρίς κανένα ἐξαναγκασμό νά συνάψουν Γάμο καί νά ἑνωθοῦν μέ βάση καί κινητήρια δύναμη τήν ἀπεριόριστη καί ἀνιδιοτελή ἀγάπη, ἡ ὁποία ξεπερνᾶ πολλές φορές κάθε λογική καί κάθε συμφεροντολογικό κίνητρο. Ἡ ἀγάπη αὐτή μπορεῖ νά ἐκφρασθεῖ καί νά βιωθεῖ μέ μιά τέτοια σφοδρότητα, ὥστε νά ἐξελιχθεῖ καί σέ βαθμό ἐκστάσεως, ἡ ὁποία ὑπερβάλλει κάθε ἐγωισμό τοῦ ἀτόμου καί εἶναι ἕτοιμη νά θυσιασθεῖ καί γιά τόν σύντροφο, «σύ-ζυγο», χωρίς νά χάνεται ἤ νά ὐποβαθμίζεται ἡ ὁμοτιμία τῶν δύο προσώπων. Καί αὐτή ἡ θυσιαστική ἀγάπη δέν ἰσχύει μόνον ἀπό μέρους τῆς γυναίκας γιά τόν ἄνδρα, ἀλλά καί ἀντιθέτως ἀπό τόν ἄνδρα γιά τήν γυναίκα. Καί στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος κατηγορηματικός. Ὅπως λέγει ὁ Χριστός μέ τό «μέτρον τῆς ἀγάπης του» θυσιάστηκε γιά τήν Ἐκκλησία, ἔτσι καί οἱ ἄνδρες, «Ὥστε κἄν ἀποθανεῖν ὑπέρ τῶν γυναικῶν μή παραιτήση» (PG 51, 227). Μέ αὐτή τήν προϋπόθεση ἐπιτυγχάνεται καί ἡ πλήρης ἕνωση ψυχῇ τε καί σώματι. Γιά τόν λόγο αὐτό «… ὁ γάμος, ὡς κοινωνία δύο ἐλευθέρων προσώπων πού ἀποβλέπει στήν πραγμάτωση τῆς βαθυτάτης δυνατῆς ἑνότητος, πρωτογενῶς ἀφορᾶ αὐτούς καί μόνον τούς δύο ἀνθρώπους,» ἐτόνιζεν ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας Στυλιανός.
Αὐτή ἡ σχέση τῶν δύο αὐτῶν προσώπων, τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας, ἀποτελεῖ τό «Μυστήριον τῆς ἀγάπης» τόν Γάμο ὡς Μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὄχι ὡς «Συμβόλαιο» ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτή ἡ κοινωνία τῶν δύο προσώπων μέ τόν δεσμό τῆς ἀνυποκρίτου, ἀπεριόριστης καί ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ ἀκόμα καί στήν αὐτοθυσία, ἀποτελεῖ τόν ἱερό χῶρο τῶν δύο, ὁ ὁποῖος πρέπει ἀπό ὅλους νά εἶναι σεβαστός καί δέν ἐπιτρέπεται σέ κανένα νά εἰσέλθει σαυτόν καί νά θελήσει να τόν τηθασεύσει καί νά τόν τραυματίσει.
Διαστρέβλωση τοῦ οὐσίας καί τοῦ περιεχομένου τοῦ Γάμου
Μόνον αὐτή ἡ σχέση τῶν δύο, ἄνδρα καί γυναῖκας, μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ ὡς Γάμος. Μπορεῖ ὅποιος θέλει νά δημιουργήσει ὁποιαδήποτε σχέση μέ ὁποιονδήποτε ἐκεῖνος ἤ μέ ὁποιανδήποτε ἐκείνη ἐπιλέξει, δικαίωμά τους, ὅμως Γάμος δέν μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ. Ὁ ὅρος Γάμος εἶναι κατοχυρωμένος, κατειλημμένος καί δεσμευμένος γιά τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα καί δέν ἐπιτρέπεται νά χρησιμοποιεῖται, ἤ νά καταχρᾶται γιά διάφορους σκοπούς. Αὐτό ἀποτελεῖ διαστρέβλωση τῆς οὐσίας τοῦ Γάμου. Καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει κάθε δικαίωμα νά ἐκφράζει ἐλεύθερα τίς ἀρχές καί τίς ἀπόψεις της.
Προσωπική ἐπιλογή καί εὐθύνη γιά τον σεξουαλικό προσανατολισμό;
Ὅμως ὁ σεξουαλικός προσανατολισμός τῶν ἀνθρώπων, ἐφόσον δέν εἶναι θέμα ἐπιλογῆς, οὔτε ἀνατροφῆς, οὔτε ἐπιβολῆς, δέν βαρύνει καί δέν δημιουργεῖ προσωπικές εὐθῦνες σέ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος γιά διαφόρους λόγους καί παράγοντες, εἴτε γενετικούς, εἴτε ἐπιγενετικούς, εἴτε ὁρμονῶν, εὑρίσκεται στήν μία ἤ τήν ἄλλη ἀνθρωπολογική καί σεξουαλική κατηγορία. Καί ἐφ’ ὅσον δέν συμβαίνει αὐτό μέ τήν προσωπικήν χρῆσιν τοῦ αὐτεξουσίου δέν ὑπάρχει καί προσωπική εὐθύνη γιά τό τί εἶναι κάθε ἄνθρωπος, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει χωρίς τήν προσωπικήν του ἐπιλογή. Καί ἐάν ἀκόμα ἀποδέχεται αὐτήν κατάσταση, δέν εἶναι καταδικαστέος, οὔτε ἐπιτρέπεται νά περιθωριοποιεῖται.
Αὐτούς τούς ἀνθρώπους, ἄνδρες ἤ γυναῖκες παλαιότερον τούς περιθωριοποιοῦσαν οἱ οἰκογένειες, τούς ἔκρυβαν, διότι τό θεωροῦσαν αἶσχος, ντροπή καί προσβολή τῆς οἰκογένειας. Ἀνάλογη συμπεριφορά περιφρονήσεως καί ἐμπαιγμοῦ ἐβίωναν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι στήν κοινωνία, εἴτε στά σχολεῖα, εἴτε στά ἐπαγγέλματά τους. Καί ἔτσι ἐμπαιγμένοι καί περιφρονημένοι ζοῦσαν τό μαρτύριο τῆς ἰδιαίτερης ὑπάρξεώς των μέ πολλά ψυχολογικά καί πάμπολλα ἄλλα κοινωνικά προβλήματα.
Ὅμως αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν παύουν νά εἶναι καί κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργήματά του, τά ὁποῖα ἔχουν ἀνάγκη ἀγάπης, δέν ἐννοῶ συμπόνοιας, καί συμπαραστάσεως, μάλιστα δέ ὄχι μόνον ἀπό τήν οἰκογένειά των, ἀλλά καί ἀπό τά σχολεῖα καί τήν κοινωνία γενικῶς, κυρίως ὅμως καί ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησία.
Πῶς θά ζήσουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι καί πῶς θά ρυθμίσουν τά τῆς ζωῆς των ἀποτελεῖ ἕνα ἰδιαίτερο πολύπλοκο θέμα. Πῶς θά ἐξελιχθεῖ ὁ ψυχικός των κόσμος, ποιές θα εἶναι οἱ σχέσεις των μέ ὁμοφυλόφιλους καί πῶς θά ρυθμιστοῦν νομικά ὅλα τά προβλήματα τῆς ζωῆς των ἤ καί τῆς συμβιώσεώς των, μποροῦν νά ρυθμισθοῦν ἀπό τίς πολιτικές Ἀρχές μέ λύσεις ἱκανοποιητικές, οἱ ὁποῖες θά διευκολύνουν τήν ζωήν των καί στήν καθημερινότητά της. Ὅμως, ὅπως προανέφερα κατά τήν γνώμη μου αὐτές οἱ σχέσεις δέν μποροῦν νά χαρακτηρισθοῦν Γάμος, ἀλλά οὔτε καί εἶναι δυνατόν νά ἐπιβληθεῖ μία τέτοια λύση καί στήν Ἐκκλησία.
Χωρίς νά θέλω, οὔτε νά μπορῶ νά εἰπεισέλθω σέ λεπτομέρειες, μπορῶ νά ἐκφράσω τήν πεποίθησή μου, ὅτι τόν τρόπο ἀποκτήσεως τέκνων μέ «παρένθετες μητέρες» δέν μπορῶ νά τόν ἀποδεχθῶ, οὔτε νά τόν κατανοήσω. Ἐκτός τούτου ὁ τρόπος αὐτός προσβάλλει καί τήν γυναικεία προσωπικότητα καί ἀξιοπρέπεια καί ὑποβαθμίζει τήν γυναίκα, τήν ἐργαλειοποιεῖ καί τήν μεταβάλλει σέ ἕνα ἁπλό παραγωγικό ὄργανο τεκνοποιΐας, καταστρέφοντας καί τήν ἱερή ἱδιότητα τῆς γυναῖκας ὡς μητέρας μέ τούς ἀπερίγραπτους καί ἀπεριόριστους μητρικούς δεσμούς μέ τό τέκνο της! Πῶς αἰσθάνεται ὅταν παραδίδει τό νεογέννητο τέκνο στήν «ἐργοδότρια» γυναίκα;
Στήν περίπτωση, πού τό παιδί αὐτό μέ τόν τρόπο γεννήσεώς του, ἤ ἄλλα παιδιά, τά ὁποῖα θά τεκνοθετοῦντο ἀπό ὁμοφυλόφιλους γιά τήν ἀνατροφή των, καί οἱ ὁποῖοι θά ἤθελαν καί θά ζητοῦσαν ἀπό τήν Ἐκκλησία νά τά βαπτίσουν γιά νά γίνουν «χριστιανάκια», νά ἐνσωματωθοῦν στήν Ἐκκλησία στήν κιβωτό τῆς Θείας Χάριτος πρός σωτηρίαν, τί θά πρέπει νά πράξει ἡ Ἐκκλησία, ἤ κάποιος ἐφημέριος, ἤ κάποιος ἐπίσκοπος; Εἶναι προτιμώτερον νά ἀρνηθεῖ ἡ Ἐκκλησία τή Βάπτιση τῶν παιδιῶν αὐτῶν, μόνον μέ τήν αἰτιολογίαν, ὅτι εἶναι τεκνοθετημένα καί ἀνατρέφονται ἀπό ὁμοφυλόφιλους; Εἴτε ἀπό ἕνα ἄτομο, ἄνδρα ἤ γυναῖκα, ἤ καί συζῶντες; Σέ τί φταῖνε τά παιδιά αὐτά καί τούς ἀρνεῖται ἡ Ἐκκλησία τό Βάπτισμα καί τήν σωτηρία; Ἔχει δικαίωμα ἡ Ἐκκλησία νά ἀποκλείσει ἀνθρώπους χωρίς προσωπικήν εὐθύνη ἀπό τό Βάπτισμα καί τήν σωτηρία των; Ὑπάρχουν ἀπαγορευτικοί Κανόνες, οἱ ὁποῖοι δεσμεύουν τήν Ἐκκλησία καί δέν τῆς ἐπιτρέπουν νά βαπτίσει αὐτά τά παιδιά, ἐπειδή εἶναι τεκνοθετημένα καί ἀνατρέφονται ἀπό ὁμοφυλόφιλους; Καί ἐάν κάποιος κληρικός τά βαπτίσει, ποιούς συγκεκριμένους Κανόνες ἔχει παραβιάσει καί δέν κατηγορεῖται μόνον γιά αὐτό, ἀλλά καί μόνον γιά τήν πράξη αὐτή, κατά τήν γνώμη μου σωστῆς ποιμαντικῆς, θεωρεῖται γενικά ὡς ἀνάξιος κληρικός καί μή τηρητής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί Παραδόσεως; Εἶναι πράγματι μια τέτοια ιεροτελεστία (τοῦ Βαπτίσματος) αντίθετη με τους Κανόνες και τις παραδόσεις της Εκκλησίας;
Ἀνάγκη προστασίας, στηρίξεως καί ἀναγνωρίσεως τῆς ἱερότητας καί τῆς μεγίστης σημασίας τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογένειας καί ἐπιβραβεύσεως τῶν συζύγων
Ἀπό τό ἄλλο μέρος καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει κάθε δικαίωμα, ἀλλά καί καθῆκον καί ὑποχρέωση νά ἀναγνωρίσει τήν μεγίστη σημασία καί τήν ἱερότητα τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογένειας καί νά στηρίζει, ἀλλά καί νά προστατεύει τούς συζύγους ἀπό ὑπερβολικές «πνευματικοποιήσεις» τοῦ Γάμου καί τῆς συζυγικῆς ζωῆς των καί τήν διαστρέβλωση τῆς οὐσίας καί τοῦ σκοποῦ τοῦ Γάμου. Ὁ Γάμος καί ἡ οἰκογένεια βάλλεται καί ἀπαξιώνεται ὄχι μόνον ἀπό τούς ἔξωθεν, ἤ ἀπό τούς μή ἐκκλησιαστικούς κύκλους, ἀλλά καί ἐκ τῶν ἔνδον. Μέσα στήν Ἐκκλησία ἀπό ὡρισμένους «Πνευματικούς ἐξομολόγους» καί ζηλωτές «Γέροντες».
Ἐπειδή τό θέμα «Γέροντες»καί «Γεροντισμός» ἔχει λάβει τεράστιες διαστάσεις σέ μιά μορφή «παραορθόδοξης» πνευματικότητας καί κατάφωρης «παρ’ ἐνορίαν» ἀντικανονικῆς παρεμβάσεως σέ διάφορες Ἐνορίες, Ἐπισκοπές καί Μητροπόλεις, χωρίς νά σέβεται ἤ νά ὑπολογίζει τήν ὕπαρξη τῶν ἁρμοδίων Ἐφημερίων ἤ Ἐπισκόπων, ἐπηρεάζει τήν ζωή πολλῶν χιλιάδων χριστιανῶν τόσον ἐντός τῆς Ἑλλάδος, ὅσον καί στό ἐξωτερικό, κατά ἰδίαν μαρτυρίαν (!) χρησιμοποιώντας μέ ἀφάνταστη ἱκανότητα καί πιεστική ἐπιμονή καί ὅλα τά σύγχρονα ἡλεκτρονικά μέσα ἐπικοινωνίας, ἐθεώρησα σκόπιμο νά παραθέσω καί ἐδῶ τήν σαφέστατη ἄποψη τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γερμανίας Αὐγουστίνου, τήν ὁποία ἐξέφρασε σέ μία συνέντευξη στόν Θεόδωρο Καλμούκο τοῦ «Ἐθνικοῦ Κήρυκα»:
«Ὁ Μητροπολίτης Γερμανίας Αὐγουστῖνος μέ βαθιά γνώση καί πείρα τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί κοινωνικῶν θεμάτων, μέ εὐρυμάθεια καί μέ μία ἀφοπλιστική εὐθύτητα, σέ συνέντευξή του στόν «Ἐθνικό Κήρυκα» μίλησε γιά τήν Ὁμογένεια καί τήν Ἐκκλησία τῆς Γερμανίας, τόν γάμο ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, τό φαινόμενο τοῦ Γεροντισμοῦ, τήν Ὁμογένεια τῆς Ἀμερικῆς καί ἄλλα πολλά.
Στήν ἐρώτηση τοῦ Θεόδωρου Καλμούκου: ¨Πῶς βλέπετε τό φαινόμενο τοῦ Γεροντισμοῦ στήν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ἔχει γεμίσει κυριολεκτικά ἀπό Γέροντες, οἱ ὁποῖοι προφητεύουν, μελλοντολογοῦν, περιφέρουν εἰκόνες, λείψανα, ἀντικείμενα, ἀκόμα κι ἕνα κάστανο ἔβγαλαν γιἀ προσκύνηση;“
Ἀπήντησε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γερμανίας Αὐγουστῖνος εὐθαρσῶς καί σαφέστατα, ἀλλά καί μέ βάση τήν μακροχρόνια πεῖρα του:
«Εἶναι μιά κατάρα ὁ Γεροντισμός. Ἐγώ δεν ἠθελα ποτέ νά εἶμαι Γέροντας, οὔτε εἶμαι Γέροντας κανενός, εἶμαι ὁ Γερμανίας καί ὅλοι οἱ κληρικοί εἶναι παιδιά μου καί ἀδέλφια μου, εἶμαι ὁ πατέρας ὁλων. Ὁ Γεροντισμός θά μᾶς βλάψει πολύ ἐάν δέν φροντίσουμε νά ξεμπλέξουμε ἀπό αὐτόν ὅσο γίνεται νωρίτερα, θά βλάψει τήν Ἐκκλησία μας δυστυχῶς.» (Φῶς Φαναρίου καί Ρομφέα).
Καί ὁ Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος, Εφημέριος Διάβας – Ι.Μ. Σταγών και Μετεώρων, τονίζει ἀπερίφραστα: «Ὁ γεροντισμός ἀποτελεῖ καρκίνωμα μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Στόν γεροντισμό ὁ πνευματικός ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτό του, ὄχι ὅμως τόν Χριστό. Ὅπως θά πεῖ ὁ καθηγητής Δογματικῆς Χρυσόστομος Σταμούλης στόν γεροντισμό ‘’ὁ Γέροντας αὐτοερωτεύεται, κάνει εἴδωλο τόν ἑαυτό του’’, γιά νά θυμηθοῦμε αὐτό τό πάντοτε ἐπίκαιρο ‘’αὐτοείδωλον ἐγενόμην’’ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου Κρητός. Στόν γεροντισμό ὁ Γέροντας ἐπιβάλλεται στήν θέληση τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν, προπαγανδίζει συνειδήσεις, διεισδύει στήν προσωπική τους ζωή καί ἐλέγχει τά πάντα. Διεισδύει ἀπροκάλυπτα, πάντοτε μέ τό πρόσχημα τῆς ὑπακοῆς βέβαια, στήν προσωπική ζωή τοῦ ἀνδρόγυνου.» (Φως Φαναρίου).
Δέν θέλω νά γενικεύσω τούς χαρακτηρισμούς αὐτούς, διότι δέν εἶναι ὅλοι τό ἴδιο, καί διότι δέν ἐνεργοῦν ὅλοι τό ἴδιο. Ὅμως ἡ συμπεριφορά καί οἱ ἀνήκουστες ὑπερβολικές παρεμβάσεις ὡρισμένων «Γερόντων» προκαλοῦν δέος καί δημιουργοῦν τεράστιους κινδύνους παρερμηνείας καί διαστροφῆς τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος καί ἤθους, μάλιστα καί λόγω τῆς εὐρυτάτης διαδόσεως των μέ τά σύγχρονα ἡλεκτρονικά συστήματα.
Στήν συνέχεια θά γίνει συγκεκριμένη ἀναφορά στίς ἐπικίνδυνες παρεμβάσεις «Γερόντων» καί γιά τήν σημασία τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογενείας, ἀλλά καί συγκεκριμένα καί γία τήν σεξουαλική καί συζυγική ζωή τῶν ἀνδρῶν καί τῶν γυναικῶν. Μέ τίς παρεμβάσεις αὐτές βάλλεται ὁ Γάμος καί ἡ συζυγική οἰκογενειακή ζωή ἐκ τῶν ἔνδον καί μέ πρόφαση τήν πνευματικότητα καί τήν ἁγνότητα ὑποβαθμίζεται καί ἀπαξιώνεται ἡ οὐσία καί ἡ ἱερότητά των τήν στιγμή, κατά τήν ὁποία λόγω τῶν πολιτικῶν ἐξελίξεων στήν Πατρίδα μας, προσπαθεῖ ἡ ἐπίσημος Ἐκκλησία νά ὑπεραμυνθεῖ τῆς ἱερότητας τοῦ Γάμου καί τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας.
Ἐκτός τούτου θά ἀναφερθῶ καί σέ ὁρισμένες πρακτικές τῆς λειτουργικῆς καί ποιμαντικῆς πρακτικῆς στήν Ἐκκλησία μας, οἱ ὁποῖες ἐπίσης δέν στηρίζουν τόν Γάμο οὔτε ἐνθαρρύνουν τούς πιστούς μας πρός ἐκπλήρωση τῶν σκοπῶν του στήν οἰκογἐνεια.
Ἡ ἀναμφίβολη σημασία τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς τῶν συζύγων «καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν»
Ἐπειδή ὁ Γάμος «πρωτογενῶς ἀφορᾶ αὐτούς καί μόνον τούς δύο ἀνθρώπους,» τούς συζύγους, θέλω ἐδῶ νά ἀναφερθῶ κυρίως σέ ἕνα εὐαίσθητο, ἀλλά πολύ βασικό θέμα τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογενείας, τήν σεξουαλική ζωή τῶν συζύγων, ἡ ὁποία ἀπό ὁρισμένους εὐσεβεῖς κύκλους καί κυρίως «πνευματικῶν ἐξομολόγων» καί «Γερόντων» ἔχει παρεξηγηθεῖ καί διαστρεβλωθεῖ ἐπιζήμια καί πολλές φορές ἔχει καταδικασθεῖ καί ἀπαξιωθεῖ ὡς ἁμαρτωλή καί σαρκική κατάπτωση. Οἱ συνέπειες γιά τόν Γάμο καί τήν συζυγική ζωή εἶναι καταστροφικές.
Ἐλπίζω καί εὔχομαι νά σταματήσουν μερικοί «πνευματικοί ἐξομολόγοι» καί ὁρισμένοι «Γέροντες» νά μπαίνουν στά ὑπνοδωμάτια τῶν συζύγων, στόν ἱερό χῶρο τῶν δύο, ὡς εὐσεβεῖς αὐστηροί ἐλεγκτές καί ἀστυνόμοι καί νά θέλουν νά ρυθμίσουν μέ ἀπαγορευτικές λεπτομερεῖς «διαταγές» καί ὅλες τίς πράξεις τῆς συζυγικῆς σεξουαλικῆς των ζωῆς!
Νά σταματήσουν νά δημιουργοῦν μέ τίς παρεμβάσεις των αὐτές προβλήματα καί συγκρούσεις μεταξύ τῶν συζύγων μέ τό νά ἐπιβάλλουν στούς συζύγους ἤ καί μόνον στήν σύζυγο δῆθεν «ἀνωτέρα πνευματική συζυγική ζωή», μέ «πνευματικό ἔρωτα» καί «πνευματικές ἡδονές», καί τελικά νά διαλύουν γάμους, διότι: «Τό εἶπε ὁ Γέροντας….!»
Καί διερωτῶμαι πολλές φορές: Γιατί ἀσχολοῦνται τόσοι πολλοί ἄγαμοι «Πνευματικοί ἐξομολόγοι» καί πολλοί «Γέροντες» τόσο συχνά καί ἐπίμονα καί ἀφ’ ὑψηλοῦ μέ τά σεξουαλικά θέματα γενικά καί μέ τίς σεξουαλικές πρακτικές τῶν συζύγων, μάλιστα πολλές φορές σκαδαλωδῶς καί προκλητικά λεπτομερῶς;
«ἀλλ’ ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε»
Ἐλπίδα μου καί εὐχή μου: Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία καί ὅλοι οἱ ὑπεύθυνοι ποιμένες ὅλων τῶν βαθμίδων καί οἱ Θεολογικές μας Σχολές ὀφείλουμε νά διδάξουμε καί νά πληροφορήσουμε τούς ἁρμόδιους καί τούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι ἡ ἀγάπη καί ὁ ἔρωτας καί ἡ πραγματική ἕνωση ἀνδρός καί γυναικός στήν συζυγική ζωή, ὅπως λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος εἶναι δῶρα Θεοῦ.
«… ἀλλ’ ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε, καί τούς ἐκδίδοντας καί τούς ἐκδιδόμενους μετά χαρᾶς τοῦτο ποιεῖν παρεσκεύασε, φησιν Τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστί.» (PG 51, 229).
Δέν πρέπει νά παραθεωρεῖται ὅτι ὁ Χριστός ἐτόνιζεν ἀδιαμφισβήτητα: «… καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· …. ἀπό δέ ἀρχῆς κτίσεως ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς ὁ Θεός· ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα, καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν. ὥστε οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλλὰ μία σάρξ.» (Μάρκ. 10, 6-8). Ἡ αὐθεντική ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι σαφής: «Ἀλλ’ οὐκ εἶπε, Καί ἐνοικήσει, ἀλλά προσκολληθήσεται, τήν ἀκριβή ἕνωσιν, τήν μετά σφοδρότητος ἀγάπην δηλῶν. Καί οὐδέ τούτῳ ἠρκέσθη, ἀλλά καί τῇ ἐπαγωγῇ ἔδειξε τήν ὑποταγήν οὕτως, ὡς μηκέτι τούς δύο φαίνεσθαι δύο. Οὐκ εἶπεν. Εἰς πνεῦμα, οὐκ εἶπεν Εἰς ψυχήν. ἐκεῖνο μέν γάρ δῆλον, καί παντί δυνατόν. ἀλλ’ οὕτως, ὡς εἰς σάρκα μίαν εἶναι.» (PG, 62, 14). Ὁ Χριστός δέν προτρέπει, λοιπόν, σέ «πνευματικούς ἔρωτες» μεταξύ ἀνδρῶν καί γυναικῶν, οὔτε σέ ψυχικούς. ὁ Χριστός ξεκαθάρισε: Ἡ ἕνωση μεταξύ ἀνδρῶν καί γυναικῶν εἶναι εἰς σάρκα μίαν.
Ἡ ἕνωση εἶναι πλήρης καί γιά τόν λόγο αὐτό καί τό ὀρθόδοξο Κανονικό Δίκαιο διδάσκει ὅτι ὁ βαθμός τῆς συγγένειας μεταξύ τῶν συζύγων, ἀνδρῶν καί γυναικῶν εἶναι 0 (μηδέν)!
Ἐκτός τούτου Ἐκκλησία ἀποφαίνεται καί μέ σχετικούς Κανόνες. Ἠδη ἀπό τόν 4ο αἰῶνα ἐκδίδει ἡ Σύνοδος τῆς Γάγγρας στήν Παφλαγονία Κανόνες κατά τῶν Εὐσταθιανῶν, οἱ ὁποῖοι περφρονοῦσαν τόν Γάμο. Οἱ Κανόνες αὐτοί ἐπικυρώθηκαν καί ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο ἐν Τρούλλῳ τό 691/692 καί ἰσχύουν πλήρως καί μέχρι σήμερα:
Καν. 1: «Εἰ τις τόν γάμον μέμφοιτο, καί τήν καθεύδουσαν μετά τοῦ ἀνδρός αὐτῆς, οὖσαν πιστήν καί εὐλαβῆ, βδελύσσοιτο ἤ μέμφοιτο, ὡς ἄν μή δυναμένην εἰς βασιλείαν εἰσελθεῖν, ἀνάθεμα ἔστω.» Ὁ Ζωναρᾶς ἑρμηνεύει τόν Κανόνα αὐτό παραπέμποντας καί στόν Ἀπόστολο Παῦλο: «Φησίν ὁ μέγας Ἀπόστολος Παῦλος. Τίμιος ὁ γάμος, καί ἡ κοίτη ἀμίαντος. Καί ἀλλαχοῦ πάλιν. Ἐν ὑστέροις ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως ἐν ὑποκρίσει ψευδολόγων, κεκαυτηριασμένων τήν ἰδίαν συνείδησιν, κωλυόντων γαμεῖν, ἀπέχεσθαι βρωμάτων, ἅ ὁ Θεός ἔκτισεν εἰς μετάληψιν, καί τά ἑξῆς. Καί αὖθις. Πάντα καθαρά τοῖς καθαροῖς, τοῖς δέ μεμιασμένοις καί ἀπίστοις οὐδέν καθαρόν. ἀλλά μεμίανται αὐτῶν καί ἡ ψυχή καί ἡ συνείδησις. Τούτοις ἑπομένη τῶν Πατέρων ἡ σύνοδος, τούς ἀκάθαρτον ἡγουμένους τόν γάμον, καί τήν ἔννομον μίξιν βδελυσσομένους, ἀνεθεμάτισεν.» (ΡΠ 3, 100). Καί ὁ Βαλσαμών ἐπαναλαμβάνει τά ἴδια. (Ὅπ. π.)
Εἶναι σαφές, ὅτι ἐδῶ ὁ Κανόνας μέ τήν διατύπωση «καθεύδουσαν μετά τοῦ ἀνδρός αὐτῆς» δέν ἐννοεῖ πνευματικόν ἔρωτα, ἀλλά σεξουαλική συνουσία, καί ὅποιος τό βδελύσσεται καί τό κατηγορεῖ ἀναθεματίζεται! Ὁ Κανόνας ἰσχύει καί σήμερον.
Εἶναι ὁ μοναχικός βίος ἡ τελειοτέρα μορφή τῆς χριστιανικῆς πνευματικῆς ζωῆς;
Ἐλπίζω νά γίνει ἀντιληπτή ἡ οὐσιαστική σημασία καί νά ἀναγνωρισθεῖ ἡ πραγματική ἀξία στό «Μυστήριο τῆς Ἀγάπης», στόν Γάμο στήν ὁλοκληρωτική καί σφαιρική του ἀντιμετώπιση, χωρίς ὑπαινιγμούς καί ἐνοχοποιήσεις σεξουαλικῆς ἁμαρτωλότητας ἤ καί ἀπαξιωτικές ὑποβαθμίσεις ἀπό ὁρισμένους κύκλους μοναστικής ἀποκλειστικότητας καί ὑπερφίαλης μοναδικότητας:
Ὁ Ὡριγένης ἔχει δώσει ἤδη τήν σωστή ἀπάντηση: Στήν Ἐκκλησία ὑπάρχουν δύο χαρίσματα: «τήν ἁγνήν ἀγαμίαν χάρισμά φησι καί τόν κατά λόγον θεοῦ γάμον εἶναι χάρισμα» (Ωριγένης, GCS 40, 324)
Ἡ ἐπιλογή εἶναι ἐλεύθερη μεταξύ των δύο χαρισμάτων. Ὁ καθένας ἄς ἀκολουθήσει ἐλεύθερα τήν ἐπιλογή του καί τήν πορεία του, χωρίς νά ἔχει ὑπερφίαλες ἀπόψεις γιά τήν ἐπιλογή του, ἀλλά καί νά μή θέλει νά ὑποβαθμίσει ἤ νά ἐξουσιάσει καί νά ρυθμίσει τήν ζωή ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐπέλεξαν τόν ἄλλο τρόπο ζωῆς. Μέ ποιό δικαίωμα, ἀλλά καί μέ ποιά ἐμπειρία;
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀποφασίσει μέ τήν Σύνοδο τῆς Γάγγρας, ἡ ὁποία εἶναι κατηγορηματική καί ὁ Κανόνας 9 ἀπόλυτα σαφής καί ἰσχύει μέχρι σήμερα: «Εἴ τις παρθενεύει, ἤ ἐγκρατεύοιτο, ὡς ἄν βδελυκτῶν τῶν γάμων ἀναχωρήσας, καί μή δι’ αὐτό τό καλόν καί ἅγιον τῆς παρθενίας, ἀνάθεμα ἔστω.» Καί ὁ Ζωναρᾶς ἑρμηνεύει: «….Εἰ δέ τις παρθενεύοι, τόν γάμον ὡς ἀκάθαρτον βδελυττόμενος, καί σωφρονεῖ, καί ἐγκρατεύεται μίξεως ἀπεχόμενος γάμου, ὥς τινος τάχα μιάσματος, οὗτος ἀναθέματος τῷ κανόνι κέκριται ἄξιος.» (ΡΠ 3, 106). Ὁ Βαλσαμών παραπέμπει σέ ὅσα ἔγραψε γιά τόν 1ο Κανόνα καί ὁ Ἀριστηνός τονίζει: «Καί ὁ μή διά τό καλόν παρθενεύων, ἀλλά διά τόν γάμον βδελύττεσθαι, εἴη ἀνάθεμα.»(Ὅπ. π.).
Κανόνας 10: «Εί τις τῶν παρθενευόντων διά τόν Κύριον κατεπαίροι τό τῶν γεγαμηκότων, ἀνάθεμα ἔστω.» Ὁ Βαλσαμών σχολιάζει: «Ὅθεν καί τούς κατεπαιρομένους κατά τῶν ἐχόντων ὁμοζύγους διά ὑπερηφανίαν, ἀναθέματι καθυποβάλλουσιν.» (ΡΠ. 3, 107) Και ὁ Ἀριστηνός «Ὁ κατεπαιρόμενος τῶν γαμούντων, εἴη ἀνάθεμα.» (ὅπ. π.).
Κανόνας 14: «Εἰ τις γυνή καταλιμπάνοι τόν ἄνδρα καί ἀναχωρεῖν ἐθέλοι, βδελυττομένη τόν γάμον, ἀνάθεμα ἔστω.» Καί τόν Κανόνα αὐτόν σχολιάζει ὁ Ζωναρᾶς πολύ καθαρά, ἀναφερόμενος καί στόν ἀπ. Παῦλον καί καταδικάζει ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν τήν σεξουαλικήν συνουσίαν βδελυκτήν. Ἐπί λέξει τονίζει: «Ὁ μέγας Παῦλος φησί πρός τούς ὁμοζύγους. Μή ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἐκ συμφώνου. Καί πάλιν. Ἡ γυνή οὐκ ἐξουσιάζει τοῦ ἰδίου σώματος, ἀλλ’ ὁ ἀνήρ. Καί ὁ ἀνήρ οὐκ ἐξουσιάζει τοῦ ἰδίου σώματος, ἀλλ’ ἡ γυνή. Ὥστε ἡ καταλιποῦσα τόν ἄνδρα, ὡς βδελυττομένη τόν ἔννομον γάμον, ἀναθεματίζεται, ὡς ἐναντιουμένη τῷ τοῦ Θεοῦ παραγγέλματι, τῷ ἑνώσαντι τούς συνεύνους εἰς σάρκα μίαν, καί ταῖς λοιπαῖς Γραφαῖς. Τό αὐτό καί ἐπί ἀνδρῶν. Καί ταῦτα μέν ὅταν τις ἀποστῆ τοῦ συζύγου αὐτοῦ διά τήν τοιαύτην αἰτίαν. Εἰ γάρ δι’ ἔφεσιν τοῦ μονήρους βίου τοῦτο ποιήσει, οὐκ αἰτιαθήσεται.» (ΡΠ. 3, 110). Ἐπίσης ὁ Βαλσαμών καί ὁ Ἀριστηνός σχολιάζουν τό ἴδιο.
Καί ὁ 13ος Κανόνας τῆς ἐν Τρούλλω Συνόδου εἶναι κατηγορηματικός: «Εἰ τις οὖν τολμήσοι παρά τούς Ἀποστολικούς Κανόνας Κινούμενος τινάς τῶν ἱερωμένων, Πρεσβυτέρων, φαμέν, ἤ Διακόνων, ἤ ὑποδιακόνων ἀποστερεῖν τῆς πρός τήν νόμιμον γυναῖκα συναφείας τε καί κοινωνίας καθαιρείσθω. Ὡσαύτως καί, εἴτις Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα προφάσει εὐλαβείας ἐκβάλλοι, ἀφοριζέσθω. ἐπιμένων δέ καθαιρείσθω.»
Οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων αὐτῶν εἶναι ξεκάθαρες καί ἡ καταδίκη τῶν ἀρνητῶν τοῦ Γάμου καί τῆς σεξουαλικης ζωῆς τῶν συζύγων ἐπίσης χωρίς καμμία ἀμφιβολία.
Κατά συνέπεια, ἡ μοναχική ζωή ἀποτελεῖ ἕναν τρόπο ζωῆς μέ τά χαρακτηριστικά του ἰδιώματα ἀγαμία, ἀκτημοσύνη καί ὑπακοή καί μέ σκοπό οἱ μοναχοί νά ζήσουν ἕνα μονήρη βίο σύμφωνα μέ τά ἀναφερθέντα χαρακτηριστικά στήν Μονή τῆς μετανοίας των, μέ ἱερές ἀκολουθίες, μέ συνεχεῖς προσευχές καί μακρυά ἀπό τίς προκλήσεις τοῦ κατά κόσμον βίου. Πολλοί μοναχοί ὅμως καί σήμερα, ὄχι ὅλοι, ἐκτός τοῦ ὅτι τόν λιγότερο χρόνο τόν ζοῦν στά Μοναστήρια των, ἀσχολοῦνται περισσότερο μέ τά «κοσμικά» καί προσπαθοῦν νά ὑποβαθμίσουν τόν «κοσμικόν» βίον, δηλ. τήν ζωή ἐκτός τῶν Μονῶν, ἀλλά νά ἀπαξιώσουν καί τόν ἔγγαμον βίον, ὑπερτονίζοντες ἀφ’ ὑψηλοῦ τήν ἰδικήν των δῆθεν τελειότερη πνευματικότητα, τοποθετοῦντες την καί ὡς τό ἰδανικό παράδειγμα πρός μίμηση καί ἀπό τούς ἐγγάμους, ἀπό τούς ὁποίους ἀπαιτοῦν ὄχι μόνον τήν προσωρινή καί πρόσκαιρη ἐγκράτεια, ἀλλά καί τό «ἰδεῶδες τῆς πνευματικῆς ζωῆς», δηλ. τήν μόνιμη καί ἰσόβια ἐγκράτεια τῶν ἐγγάμων, διότι διαφορετικά ἀποκλείεται νά γίνουν ἅγιοι! Τονίζει «Γέροντας».
Ἄλλος «Γέροντας» διατυμπανίζει: «Ἤ θά εἶσαι μέ τόν Θεό ἤ μέ τόν κόσμο». Καί ἐννοεῖ, ἤ θά εἶσαι στό Μοναστῆρι ἤ στόν κόσμο νά ζεῖς στήν φασαρία καί στήν ταραχή, ἀκόμα καί μέσα στό Γάμο. Ὁ ἰσχυρισμός αὐτός εἶναι ἀβάσιμος καί ἐπιπόλαιος, συγχρόνως δέ καί ἐγωιστικός, θέλοντας νά μονοπωλήσει ὡς ἄγαμος μοναχός καί τήν Ἁγιότητα. Ὄχι λιγώτερο ἐγωϊστικό καί προσβλητικό τῆς εὐρύτητας τῆς ἐνεργείας τῆς Θείας Χάριτος, τῆς καθολικότητος τῆς σωτηρίας καί τῆς δυνατότητας τοῦ Ἁγιασμοῦ εἶναι καί ἕτερος ἰσχυρισμός «Γέροντα», ὅτι «ὁ Θεός μᾶς θέλει ὅλους τέλειους καί γιαυτό εἶπε ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάνουν γιά μοναχοί καί ὅποιος ποθεῖ τήν τελειότητα εἶναι μόνο μέσα στό Μοναχισμό. Τό Μοναστῆρι εἶναι ὁ τόπος πού χειραγωγεῖται πρός τήν τελειότητα. Ἄν θές τήν τελειότητα πήγαινε στό Μοναστῆρι. Ἄν θές νά εἶσαι κοντός μέσ’ στόν Παράδεισο, κάτσε ἔξω καί παντρέψου. Ἀλλά ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος καί νά σέ κάνει ὁ Θεός τέλειο, τότε ἀκολούθησε τόν Μοναχισμό»! Εἶναι αὐτό Ὀρθόδοξο φρόνημα; Λησμονεῖ ὅμως ὁ «Γέροντας» αὐτός, ὅτι ἐάν δέν ὑπῆρχεν ὁ Γάμος τῶν γονέων του, δέν θά ὑπῆρχεν καί ὁ ἴδιος.
Ἐνάντια, λοιπόν, πρός τήν ὀρθή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἐνάντια πρός τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχει ἐξελιχθεῖ ἀπό ὑπερορθοδόξους «Γέροντες» μία διαστρεβλωμένη θεολογία καί θρησκοληψία κατά τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς τῶν συζύγων, τήν ὁποία χαρακτηρίζουν μέ τά πλέον μελανά χρώματα ὡς ἁμαρτωλότητα, ὡς ἀπώλεια τῆς πνευματικότητας, ὡς ποταπότητα σαρκική, ὡς σαρκική ἡδονή, μακρυά ἀπό τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, μακρυά ἀπό τόν Θεό καί ἐπιστροφή στούς χρόνους τῆς εἰδωλολατρίας καί τῆς σαρκικῆς ἀκολασίας καί τῆς πορνογραφίας.(!) Μάλιστα μέ τόν ἀβάσιμο ἰσχυρισμό, ὅτι ὁ Χριστός ἐκήρυξε ἀγνότητα, παρθενία, ἁγιότητα καί ἀπομάκρυνση τῶν συζύγων ἀπό ὅλες τίς ἠδονές! Ἰσχυρίζονται ἀνερυθρίαστα.
Ὁ Χριστός ὅμως δέν ἐδίδαξε ποτέ παρόμοιες ἀπαράδεκτες θεωρίες καί μάλιστα γιά τι συζυγικές σχέσεις στό Γάμο. Ποιός ἐδίδαξε, ὅτι μεταξύ τῶν συζύγων «πρέπει νά μεταβάλλεται ὁ ἔρωτας σέ πνευματικό ἔρωτα» καί σέ «πνευματική ἡδονή» καί μέ τίς διαστρεβλωμένες αὐτές ἀπόψεις δημιουργοῦνται συγχύσεις καί συγκρούσεις μεταξύ τῶν συζύγων καί τελικά ὁδηγεῖται ὁ Γάμος σέ καταστροφική διάλυση καί στό διαζύγιο; Tό πρῶτον θαῦμα τοῦ Χριστοῦ ἦταν στόν ἐν Κανᾶ Γάμο, τόν ὁποῖο ἐτίμησε καί ὅπου μετέτρεψε τό νερό σέ κρασί.
Εἶναι ἀκατανόητο καί κατά τῆς οὐσίας τοῦ Μυστηρίου τῆς ἀγάπης νά δαιμονοποιεῖται αὐτή ἡ πλήρης ἕνωση στήν σεξουαλική ζωή τῶν συζύγων, ἀποτέλεσμα μιᾶς ἰσχυρῆς ἀγάπης, «μετά σφοδρότητος ἀγάπης», ἡ ὁποία εἶναι δῶρον Θεοῦ. Στήν συνέχεια ἀναφέρω ἕνα περιστατικό, ὅπως τό περιγράφει ἕνας «Γέροντας»: Ἕνας σύζυγος, μετά τήν μετάνοια καί ἐπιστροφή του καί γνωριμία του μέ τόν Θεόν μέσω τοῦ καναλιοῦ τοῦ «Γέροντα», ἄλλαξε τελείως μέ τήν συζυγική του ζωή. Ἡ σύζυγος ὁμολόγησε: «Τώρα δέν μοῦ δίδει σημασία ὅπως πρῶτα εἴχαμε σεξουαλικές σχέσεις νόμιμες. Μέ ἀγκάλιαζε, μέ φιλοῦσε, ἐρχόταν σέ συζυγικές σχέσεις, ὅπως ὅλα τά ζευγάρια. Τώρα δέν μοῦ δίδει σημασία ὅπως πρῶτα εἴχαμε σεξουαλικές σχέσεις νόμιμες. Τώρα δέν ἔχομε τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά.» Καί ὁ σύζυγος ἐπεκύρωσε ἐνώπιόν στόν «Γέροντα» καί στήν σύζυγο τήν ριζική του ἀλλαγή λέγοντας μέ θρίαμβο: «Βιώνω ἕνα μεγαλεῖο, αἰσθάνομαι σιχαμάρα γιά τήν ἠδονή, δέν μέ γεμίζει ὁ ἔρωτας, ἔχω ἐρωτευθεῖ μέ τόν Θεό!» Μέ τήν δήλωση αὐτή τοῦ συζύγου γίνεται φανερόν, ὅτι αὐτός τώρα, ἐπειδή «σιχαίνεται» τήν συζυγική ἠδονή εὑρίσκεται ἀντιμέτωπος μέ τούς Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ὁρίζουν, ὅτι ὅποιος βδελύσεται τήν συζυγικήν σχέσιν ἀναθεματίζεται. Καί ἀντί ὁ Γέροντας νά συμβουλεύσει τόν σύζυγο νά ἀποκαταστήσει τήν συζυγική κοινωνία ἀγάπης μέ τήν σύζυγό του καί «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν», τόν ἐπαινεῖ θριαμβευτικά, διότι ἐκεῖνος τόν παρεκίνησε, ἐκεῖνος δηλ. εἶναι ὁ ἠθικός αὐτουργός, γιά αὐτήν τήν ἐγκατάλειψη τῆς συζύγου του. Στρεφόμενος μάλιστα πρός τήν σύζυγο τοῦ «μεταλλαγμένου» συζύγου τῆς λέγει: «Ἔφυγε ὁ ἄντρας σου μπροστά, ἐκεῖ πού εἶναι οἱ οὐράνιες χαρές καί ἡδονές, ὁ θεῖος ἔρωτας, οἱ Ἄγγελοι τόν ἀγκάλιασαν. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔφυγε πολύ μπροστά, νά τόν ἀκολουθήσεις!» ἦταν ἡ ἐντολή τοῦ «Γέροντα»!
Σέ πλήρη ἀντίθεση εὑρίσκεται ὁ «Γέροντας» αὐτός καί ὅλοι οἱ ὅμοιοί του μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία περί Γάμου, μέ τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο μέ τίς ὁλοκάθαρες συμβουλές του πρός τούς πιστούς: «μή τοίνυν τοῦτο ζητῶμεν ὅπως χρήματα ἔχωμεν, ἀλλ’ ὅπως εἰρήνην, ὅπως ἡδονῆς ἀπολαύωμεν. διά τοῦτο γάμος, οὐχ ἵνα πολέμου καί μάχης τάς οἰκίας ἐμπιπλῶμεν, οὐχ ἵνα ἔρεις καί φιλονεικίας ἔχωμεν, οὐχ ἵνα πρός ἀλλήλους διαστασιάζωμεν καί ἀβίωτον τόν βίον ποιῶμεν, ἀλλ’ ἵνα βοηθείας ἀπολαύωμεν, καί λιμένα ἔχωμεν καί καταφυγήν, καί παραμυθίαν τῶν ἐπικειμένων κακῶν, ἵνα μεθ’ ἡδονῆς τῇ γυναικί διαλεγώμεθα.» (PG 51, 231ἑξ.) Καί στίς Ἀποστολικές Διαταγές, διαβάζομε: «Συνεφραίνου γάρ, φησίν, μετά γυναικός τῆς ἐκ νεότητός σου, ἔλαφος σῆς φιλίας καί πώλος σῶν χαρίτων ὁμιλείτω σοι.» (Βιβλίον 6, Κεφάλ. 29, PG 1, 985)
Αὐτήν τήν χριστιανική ἄποψη διαστρεβλώνουν ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦν σύγχυση καί συγκρούσεις στούς συζύγους μέ τό νά θεωροῦν τούς ἔρωτες καί τήν συζυγική ἀγάπη μέ τίς σεξουαλικές των ἐπαφές ὡς ἁμαρτία, ἤ σαρκικά πάθη, ἤ πευματική κατάπτωση κλπ. πλησιάζοντες μανιχαϊκές καί ἐγκρατιτικές ἀνορθόδοξες, αἱρετικές ἀπόψεις, τίς ὁποῖες ἐπισήμως ἔχει καταδικάσει ἡ Ἐκκλησία.
«Γέροντες» παρεμβαίνουν δυστυχῶς στήν σεξουαλική ζωή τῶν συζύγων, τήν ὁποία θέλουν νά ρυθμίσουν καί σέ σχέση μέ τήν Θεία Κοινωνία. Πότε, πόσες μέρες πρίν, πόσες μέρες μετά τήν Θεία Κοινωνία πρέπει νά ἐγκρατεύονται κλπ., διότι θεωροῦν, κακῶς καί αὐθαίρετα, τήν σεξουαλική συνεύρεσή των ὡς ἁμαρτία. Καί συμβουλεύουν: «Καί νά Κοινωνοῦμε μία φορά τόν μῆνα οἱ παντρεμένοι, μέ ἀποχή ἀπό τά συζυγικά 3 μέρες πρίν καί 3 μέρες μετά τή Θεία Κοινωνία.» Καί κατά συνέπειαν συνιστοῦν καί στούς ἐγγάμους νά συνέρχονται συζυγικά μία φορά τήν ἑβδομάδα γιά νά τηρηθοῦν οἱ «προθεσμίες». Ἄλλοι «Γέροντες» ὅμως ἐπιβάλλουν τήν Θεία Κοινωνία κάθε Κυριακή καί κάθε Θεία Λειτουργία!
Καί στήν περίπτωση αὐτή, τί πρέπει νά γίνει μέ τίς προθεσμίες πού ἄλλοι θέλουν νά ἐπιβάλλουν; Ἄς σταματήσουν αὐτές οἱ αὐθαιρεσἰες καί οἱ παραλογισμοί.
Ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβῶνος καί τοῦ Γάμου
Ὅταν ἐξετάσομε τήν Ἱερή Ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβῶνος καί τοῦ Γάμου διαπιστώνομε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας καί μέ τήν ἱερολογία αποδέχεται καί εὔχεται στούς νεονύμφους συνεχῶς καί πολλάκις τήν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ, τήν ἕνωσιν αὐτῶν, «καί ἕσονται οἱ δύο εἰς σάρκαν μίαν», «ἅρμοσον τόν δοῦλον σου καί τήν δούλην σου», «σύζευξον αὐτούς ἐν ὁμοφροσύνη. Στεφάνωσον αὐτούς εἰς σάρκα μίαν», ἀγάπην τελείαν καί εἰρηνικήν μεταξύ των, «ὁμόνοιαν ψυχῶν καί σωμάτων», χαράν, ἀπόλαυσιν, εὐφροσύνην, «Καί σύ νύμφη … εὐφραινομένη τῶ ἰδίῳ ἀνδρί», εὐτεκνίαν καί καλλιτεκνίαν. Γενικά τονίζεται ἡ τιμιότης τοῦ Γάμου καί διά τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ εἰς τόν Γάμον ἐν Κανᾷ: «Ὁ διά τῆς ἐν Κανᾷ ἐπιδημίας τίμιον ἀναδείξας τόν γάμον.»
Καί κατά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν χαρά της γιά τό γεγονός αὐτό, τήν χαρά τῶν νεονύμφων, τήν χαρά ὅλων τῶν παρευρισκομένων καί τήν εὐχή ὅλων γιά ἁρμονική ζωή, γιά εὐτυχία, γιά εὐφροσύνη, γιά καλλιτεκνία καί εὐτεκνία στήν συνδημιουργική πράξη τῶν συζύγων μέ τόν Θεό. Χαρᾶς εὐαγγέλια μέ εὐτυχία καί αἰσιοδοξία γιά τό μέλλον τῶν συζύγων καί τῆς μελλοντικῆς οἰκογενείας των.
Πουθενά δέν ἀναφέρεται ὅτι αὐτοί οἱ νεόνυμφοι μέ τήν ἀπόφαση γιά τόν Γάμο τους ἔκαναν δεύτερη, μειονεκτικώτερη ἐπιλογή, ἀφοῦ δέν «κατάφεραν» νά ἐπιλέξουν τόν μοναχισμό, τόν δῆθεν ἰδεώδη τρόπο ζωῆς γιά τήν πλήρη πνευματική τελειότητά των!
Σέ κανένα σημεῖο τῆς Ἱερολογίας τοῦ Γάμου δέν ἀναφέρεται ὅτι οἱ σύζυγοι πρέπει νά μεταβάλλουν τήν συζυγική ἀγάπη καί τόν συζυγικό ἔρωτά των σέ «πνευματικό ἔρωτα», ἤ σέ «πνευματική ἠδονή», ἤ μετά τήν ἀπόκτηση τέκνων νά ζοῦν μέ ἐγκράτεια «σάν ἀδέλφια», ἤ νά ἐγκαταλείψουν τά γήϊνα καί τά «σαρκικά ὡς ποταπά» γιά νά «ἀνέβουν στά ψηλά, στά οὐράνια καί τά πνευματικά», καθώς προτείνει ἡ μετά ζήλου οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν «Γεροντική» εὐσέβεια, παρερμηνεύοντας καί διαστρεβλώνοντας τήν οὐσία τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἀγάπης, τοῦ Γάμου.
Εὔχομαι καί ἐλπίζω οἱ πιστοί τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄνδρες καί γυναῖκες, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νά ἐπιλέξουν τόν ἔγγαμο βίο νά προσανατολίζονται στήν ἐπίσημη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, στούς λόγους καί τίς προτροπές τοῦ ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ Χριατοῦ, «καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν», στίς ἑρμηνεῖες καί προτροπές τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας στίς διατυπώσεις καί τίς εὐχές τῆς Ἱερουργίας τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου καί νά εἰσέρχονται εἰς Γάμου κοινωνίαν μέ τήν ἀμοιβαίαν ἀγάπην των, τόν ἀλληλοσεβασμό, τήν ἀλληλοσυμπλήρωση τῆς προσωπικῆς των σωματικῆς, ψυχικῆς καί πνευματικῆς των ὑποστάσεως, καί μέ χαρά, εὐφροσύνη νά ἀπολαμβάνουν αὐτόν τόν θαυμάσιο καί ἱερό θεσμό τοῦ Γάμου. Ἔτσι ἐνισχυμένοι καί ἑνωμένοι θά μπορέσουν ὄχι μόνον νά ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά τοῦ γάμου, τήν ἀμοιβαία ἀπεριόριστη καί ἀνιδιοτελή ἀγάπη, τούς γνήσιους ἔρωτες καί τήν ἠδονή τῆς πλήρους καί κατά σάρκα ἑνώσεώς των, «εἰς σάρκα μίαν», ἀλλά καί τήν χαρά καί τήν ἀπόλαυση τῶν καρπῶν τῆς καλιτεκνίας, καί εὐτεκνίας, ἐάν τοῦτο εἶναι δυνατόν. Ἔτσι ἑνωμένοι ψυχικά καί σωματικά θά μπορέσουν ἀπό κοινοῦ νά ἀντιμετωπίζουν τίς κακοτοπιές καί τά ποικίλα προβλήματα τῆς ζωῆς ἀλληλοστηριζόμενοι καί ἀλληλοβοηθούμενοι. «Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν.» (Γένεσις Β’ 18)
Πῶς καί πότε οἱ σύζυγοι θά βιώνουν τήν συζυγική των ζωή καί πῶς θά ρυθμίσουν τό θέμα τῆς παιδοποιΐας δέν θά τό ρυθμίζουν ἔξωθεν ὁρισμένοι πνευματικοί καί μάλιστα πολλές φορές αὐτόκλητοι ἐλεγκτές «Γέροντες», οἱ ὁποῖοι θέλουν νά ἐλέγχουν καί τά ὑπνοδωμάτιά των! Οἱ σύζυγοι καί ἡλικίαν καί νοῦν ἔχουν, ἀλλά καί προσωπικήν εὐθύνη καί ἐλευθερία.
Ἀκόμα καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἀπάντησε σέ μιά σχετική ἐρώτηση: «Διά τό θέμα τῶν συζυγικῶν σχέσεων τῶν ἐγγάμων ἱερέων, ἀλλά καί τῶν λαϊκῶν, πού μοῦ ἀναφέρεις, ἀφού δέν καθορίζουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τό πῶς ἀκριβῶς, σημαίνει ὅτι εἶναι κάτι πού δέν καθορίζεται, γιατί δέν μποροῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά μποῦν σέ ἕνα καλούπι.»
Εἶναι ἡ παιδοποιΐα ὁ κύριος καί μοναδικός σκοπός τοῦ Γάμου;
Ὁρισμένοι «Γέροντες» ἐπιβάλλουν στούς συζύγους ὡς μοναδικόν σκοπόν τῆς συζυγικῆς, σεξουαλικῆς των ἐπαφῆς τήν παιδοποιΐαν. Ἐάν δέν ἔχουν σκοπόν τήν παιδοποιΐαν, ἤ ἐάν θεωρήσουν καί ἀποφασίσουν, ὅτι ἔχουν ἀρκετά τέκνα, πρέπει μετά νά ζοῦν σέ συνεχή ἐγκράτειαν μιάν πνευματική ζωή, διαφορετικά, ἡ σεξουαλική των ἐπαφή εἶναι «πορνεία». Ἔτσι ἐλέχθη δυστυχῶς σέ μίαν σύζυγον ἀπό κάποιον «Γέροντα».
Πρέπει ὅμως νά τονισθεῖ, ὅτι ἡ παιδοποιΐα δέν εἶναι ὁ πρῶτος καί μοναδικός σκοπός τοῦ γάμου, οὕτως ὥστε ἐάν δέν θεωρεῖται ὡς ὁ μοναδικός αὐτός σκοπός, ἤ ἐάν δέν εἶναι δυνατή ἡ παιδοποιΐα νά ἀπαγορεύεται ἡ σεξουαλική συνεύρεση τῶν συζύγων. Αὐτές οἱ ἀπόψεις εἶναι ξενόφερτες καί ἀντίθετες πρός τό πνεῦμα καί τό περιεχόμενο τῆς Ὀρθόδοξης διδασκαλίας. Μετά λύπης μου ὑπενθυμίζω τίς καταστροφικές συνέπειες πού προξένησε ἐκεῖνο τό πολυθρύλητο καί πολυδιαβασμένο βιβλίο τοῦ Σεραφείμ Παπακώστα, Τό ζήτημα τῆς τεκνογονίας, τό ὁποῖο ἐπηρέασε δυστυχῶς ἀρνητικά καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στήν ἔκδοση τῆς Ἐγκυκλίου της τό 1937. Οἱ γυναῖκες, ἐτόνιζε ὁ Σεραφείμ Παπακώστας, ἔχουν ἐντολή ἀπό τόν Δημιουργό Θεό νά γεννοῦν τέκνα καί μάλιστα μέ πόνους καί ὀδύνες. Ὅποια γυναῖκα ἀρνεῖται τήν ἐντολή αὐτή στρέφεται κατά τοῦ Θεοῦ. Ἄν εἶναι δυνατόν! Οἱ πόνοι καί οἱ ὀδύνες τοῦ τοκετοῦ θεωροῦνται θέλημα καί ἐντολή τοῦ Φιλανθρώπου Θεοῦ. Αὐτή ἦταν ἡ «γραμμή» ἑνός εὐσεβίστικου Κινήματος μέ τεράστια ἐπιρροή στό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ ἀρρωστημένη αὐτή ἄποψη δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, οὔτε μέ τόν χριστιανισμό γενικά, ἀλλά οὔτε καί μέ τήν ἀνθρώπινη φαντασία. Ἐάν δέ σκεφθεῖ κανείς ὅτι τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ δέν ἔχει κἄν ὀρθόδοξες βάσεις, ἀλλά εἶναι ἀντιγραφή ἀπό δυτικές πηγές, ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ, τό κακό εἶναι μεγάλο. Ἐάν ὅμως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στηρίχθηκε στό βιβλίο αὐτό χωρίς νά γνωρίζει τήν προέλευση τοῦ περιεχομένου του καί εἶχε ἐκδόσει τήν Ἐγκύκλιο τοῦ 1937, τότε μποροῦμε νά διαπιστώσομε πόση ζημιά εἶχε δημιουργήσει σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία στούς καλόπιστους καί εὐσεβεῖς χριστιανούς.(Α.Μ. Σταυρόπουλος). Αὐτήν τήν ἀνορθόδοξη νομικίστικη γραμμή τῆς Ἐγκυκλίου αὐτῆς, κακέκτυπο δυτικῶν μοντέλλων στό θέμα τῆς παιδοποιΐας, συνεχίζουν δυστυχῶς μέχρι σήμερα ὁρισμένοι εὐσεβίστικοι κύκλοι κυρίως «Γερόντων» καί δημιουργοῦν «σεξουαλικούς ἐφιάλτες» στούς εὐσεβεῖς συζύγους, διαπιστώνει καί ὁ Καθηγητής Ἀναστάσιος Κάλλης.
Γιά τό θέμα τῆς ἀποκλειστικότητας τῆς παιδοποιΐας στόν Γάμο εἶναι σαφής καί ὁ Ἁγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Τί οὖν ὅταν παιδίον μή ἦ, οὐκ ἕσονται εἷς οἱ δύο; Εὔδηλον. ἡ μῖξις γάρ τοῦτο ἐργάζεται, ἀναχέασα καί ἀναμίξασα ἀμφοτέρων τά σώματα.» (PG 62, 388). Ἐπίσης τονίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, ὅτι ὅταν ἐκπληρωθεῖ ἡ εὐλογἰα καί ἐντολή τοῦ Θεοῦ κατά τήν Δημιουργία γιά τήν πλήρωση τῆς γῆς μέ ἀνθρώπους μέ τήν παιδοποιΐα, τότε δέν ἀπαγορεύεται ἡ σεξουαλική συνεύρεση τῶν συζύγων, ἀλλά άπεναντίας συνιστᾶται διά τήν ἱκανοποίηση τῆς ἐπιθυμίας καί διά νά γίνει ἀναίρεση τῆς ἀκολασίας καί τῆς ἀσελγίας: «ὕστερον δέ πληρωθείσης καί τῆς γῆς καί τῆς θαλάττης καί τῆς οἰκουμένης πάσης μία λείπεται πρόφασις αὐτοῦ μόνη, ἡ τῆς ἀκολασίας καί τῆς ἀσελγείας ἀναίρeσις.» (PG 48, 547). Τό ὁποῖο σημαίνει τήν συνεὐρεση τῶν συζύγων ἀριβῶς λόγω τῆς σεξουαλικῆς των ἕλξεως, «καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν».
Ἐδῶ ἐπιθυμῶ ἀπό τίς πολλές μαρτυρίες πού ὑπάρχουν γιά τό θέμα αὐτό, νά ἀναφέρω μία, τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας Στυλιανοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ προειδοποίηση καί αὐστηρή προτροπή πρός τούς «Πνευματικούς ἐξομολόγους» καί τούς «Γέροντες» ὄχι μόνον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς του τότε, ἀλλά μέ γενική ἰσχύ καί μέχρι σήμερον. Τονίζει λοιπόν, ὅτι οἱ «Πνευματικοί» καί οἱ «Γέροντες», κάνουν τραγικό λάθος μέ τό νά περιορίζουν αὐστηρά τήν σεξουαλική ζωή τῶν συζύγων καί μόνον γιά παιδοποιΐα καί νά τούς ἀπαγορεύουν νά συνέρχονται σεξουαλικά, ἐφόσον ἐξεπληρώθη αὐτός ὁ σκοπός, ἤ ὅταν καί ἐφόσον αὐτός ὁ σκοπός δέν εἶναι πλέον δυνατόν νά πραγματοποιηθεῖ. Αὐτό ἀποτελεῖ μία ἀπόλυτα αὐθαίρετη καί λανθασμένη ἑρμηνεία τοῦ γάμου, ἡ ὁποία μπορεῖ νά φθάσει στά ὅρια μιᾶς αἰρέσεως καί μέ φανερά στοιχεῖα τοῦ Μανιχαϊσμοῦ. Ἐπίσης ὁ πρώην Μητροπολίτης Περιστερίου Χρυσόστομος ἐτόνιζεν, ὅτι «Ὁ Θεός σέβεται ἀπολύτως τό αὐτεξούσιον τοῦ ἀνθρώπου καί δέν ἐπιβάλλει διά τῆς βίας τήν ἀπόφασιν περί ὑποχρεωτικῆς παιδοποιΐας.» Ἐπίσης διαπίστωνε, ὅτι ἀπό τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, «ἡ Εὔα ἀρχικῶς δέν ἐγένετο ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ Ἀδάμ διά νά χρησιμεύσῃ διά τήν διαιώνισιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὡς πηγή ζωῆς, ἀλλά διά νά πληρωθῇ τό ἐγώ τοῦ Ἀδάμ διά τοῦ ἐγώ τῆς Εὔας.» (Αἱ ἀμβλώσεις, 213). Καί ὁ Θεόδωρος Ζήσης, διαπίστωσε, ὅτι κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο ὁ ὕψιστος σκοπός τοῦ Γάμου εἶναι ἡ ἑνότητα, ἡ ἀγάπη καί ἡ κοινωνία τῶν συζύγων.
Ἐάν μοναδικός καί κύριος σκοπός τοῦ Γάμου ἦταν ἡ παιδοποιΐα θά ἔπρεπε ἡ Ἐκκλησία πρίν ἀπό τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου νά ἀπαιτεῖ ἱατρικό πιστοποιητικό γονιμότητος τῶν μελλονύμφων γιά νά δὠσει ἄδεια τελέσεως τοῦ Μυστηρίου. Ἀλλά καί κατά συνέπειαν, μετά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου, ἐάν διαπιστωνόταν ἀδυναμία παιδοποιΐας γιά διάφορους ὀργανικούς καί ἰατρικούς, ἤ ἄλλους σοβαρούς λόγους μεταξύ τῶν συζύγων, θά ἔπρεπε νά διαλυθεῖ ὁ Γάμος αὐτός! Τονίζει ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας Στυλιανός.
Ἡ σεξουαλική ἀνικανότης ὅμως κατά τήν ἐπίσημη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι λόγος καί διαζυγίου.
Τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, οἱ ἔρωτες καί ἡ ἀγάπη δέν εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνον τότε καλά καί ἐπιτρεπτά ἐπειδή ὡς ἀποτέλεσμα ἔχουν τήν παιδοποιΐα, ἀλλά ἐπειδή αὐτά, ὁ ἔρωτας καί ἡ ἀγάπη, ὡς δῶρα Θεοῦ εἶναι καλά, ἐνισχύουν τήν κοινωνία καί ἐνδυναμώνουν τήν ἀλληλοσυμπλήρωση μεταξύ τῶν συζύγων, ἀλλά καί χαρίζουν νέα ζωή μέ τήν παιδοποιΐα. «Ἀπό ἀγάπη βγαίνει ἡ ζωή στόν Γάμο, τά παιδιά. Ἀλλά καί ὁ Γάμος βγάζει Ἁγίους», τονίζει καί ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος.
Ἀκριβῶς στό σημεῖο αὐτό χρειάζεται μία διόρθωση σέ ποιμαντικές καί λειτουργικές διαδικασίες στήν Ἐκκλησία μας. Ἡ παιδοποιΐα εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης καί ἀποτελεῖ συνδημιουργική πράξη στόν Γάμο μέ τόν Δημιουργό Θεό. Δέν ἐπιτρέπεται, λοιπόν, θά θεωρεῖται ἐπ’ οὐδενί, ὅτι γιά τήν γυναῖκα ἡ τεκνοποιΐα καί ὁ τοκετός εἶναι ρύπος ἤ σπίλος καί ἁμαρτία, ἀλλά εὐλογία καί χάρις Θεοῦ, εἰς τό «Μυστήριον τῆς ἀγάπης», τοῦ Γάμου. « Ουκούν ο γάμος τίμιος και σεμνός και η των παίδων γένεσις καθαρά∙ουδέν γαρ κακόν εν καλώ υπάρχει». (Κλήμεντος Ρώμης, 6,28, PG 1,984C ).
Ἐπιζήμιες παρεξηγήσεις τοῦ όρθοδόξου φρονήματος περί συζύγων καί τεκνοποιΐας
1ον Οἱ νέοι καθ’ ὁδόν πρός ἐνηλικίωση καί ὡρίμανση.
Δυστυχῶς ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν πρόσωπα πού συμπεριφέρονται σέ βασικές φάσεις τῶν ἀνθρώπων πρός τόν Γάμο, ἀλλά καί κατά τήν διάρκεια τῆς συζυγικῆς ζωῆς των ἀρνητικά, τιμωρητικά καί ὑπιτιμιτικά καί μάλιστα ἤδη ἀπό τήν διάρκεια τῆς ἐνηλικιώσεως τῶν νέων καί τῆς ὡριμάνσεως τῆς γονιμότητός των ἀπό τήν ἐφηβική των ἡλικία σέ ὡρισμένα φαινόμενα φυσιολογικῆς σεξουαλικῆς ἀναπτύξεως. Ἀντί νά ἀντιμετωπίζονται τά φαινόμενα αὐτά θετικά, ἐνθαρρυντικά καί ἐλπιδοφόρα γιά τήν μελλοντική των ζωή, χαρακτηρίζονται ἀπό ὡρισμένους εὐσεβίστικους «γεροντικούς» κύκλους μέ ἐγκρατιτικές διαστρεβλώσεις ὡς ἁμαρτωλές καταστάσεις καί ἔκφραση πνευματικῆς καταπτώσεως, ἤ καί ὡς ρυπαρές καταστάσεις μάλιστα μέ συνέπειες ἀποκλεισμοῦ των ἀπό τήν συμμετοχή στήν ἐκκλησιαστική ζωή, ἀκόμη καί ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Τούς νέους μας καί τίς νέες μας τίς ἀπομακρύνομεν καί ἀπό τήν Ἐκκλησία!
Ὁμιλῶ καθαρά. Π.χ. ἐάν σέ ἕναν νέο τήν νύχτα στόν ὕπνο του συμβεῖ αὐθόρμητος ὀργασμός, ὀνείρωξη, γεγονός τό ὁποῖο κατά τήν ἰατρική πρόκειται γιά μιά άπόλυτα φυσιολογική διαδικασία, πού εἰδικά γιά τούς ἄνδρες εἶναι καί ἀπαραίτητη, τό θεωροῦν ὡρισμένοι ὑπερορθόδοξοι πουριτανοί ὡς πνευματική κατάπτωση, «εἴμεθα πνευματικά χαμηλά» καί ἁμαρτία τῶν νέων, ἤ καί ὡς ἀποτέλεσμα κακῶν σκέψεων, συναναστροφῆς μέ νέους καί νέες, ἤ ἀκόμα καί ἀποτέλεσμα τοῦ «φθόνου τῶν δαιμόνων»! (Ὁ πόλεμος κατά τῶν σαρκικῶν παθῶν, Γέροντας Νεκτάριος Video). Δέν ἐπιτρέπουν μάλιστα τήν Θεία Κοινωνία, συνιστοῦν «μετάνοιες», ἀνάγνωση τοῦ 50ου Ψαλμοῦ κλπ. Δημιουργοῦν τύψεις συνειδήσεως, ἐνῶ πρόκειται περί μιᾶς φυσιολογικῆς καταστάσεως. Γιά τόν λόγο αὐτό οὔτε ἁμαρτία εἶναι, ἀλλά οὔτε καί ἀπαγορεύεται ἡ συμμετοχή στήν ἐκκλησιαστική, λειτουργική ζωή καί ἐάν ἐπιθυμοῦν μέ καθαρή συνείδηση μποροῦν νά συμμετέχουν καί στήν Θεία Κοινωνία.
2ον Καί οἱ νέες καθ΄ ὁδόν πρός ἐνηλικίωση καί ὡρίμανση.
Γιά τήν γυναῖκα ὑπάρχουν ἐπίσης ἀπόψεις, οἱ ὁποῖες τήν ὑποτιμοῦν καί κυρίως προσβάλλουν ἀκόμη καί τόν Δημιουργό γιά τίς φυσιολογικές ἐξελίξεις της καί σέ ἐποχή ὡριμάνσεως τῆς γονιμότητός της, ἐποχή κατά τήν ὁποία ἀρχίζει ἡ περίοδος τῆς ἐμμηνοροῆς. Kαί ὄχι μόνο μέχρι τό σημεῖο αὐτό, ἀλλά καί κατά τήν γέννηση τῶν τέκνων καί τήν ἐσφαλμένη ἀντιμετώπιση τῆς μετά τόν τόκον καταστάσεώς της.
Μέ τήν φυσιολογική ἐξέλιξη τῆς ἐμμηνοροῆς τῶν γυναικῶν ἔχουν ἀσχοληθεῖ πολλοί ἐκκλησιαστικοί παράγοντες, ἀλλά καί εἰδικώτερα πολλοί «Πνευματικοί ἐξομολόγοι» καί «Γέροντες», οἱ ὁποῖοι θέλουν δῆθεν νά βοηθήσουν πνευματικά τίς γυναῖκες πρῶτα κατά τήν περίοδο αὐτή τῆς ἐμμηνοροῆς της. Ἀποφαίνονται, λοιπόν, αὐτοί ὅλοι οἱ αὐτοαποκαλούμενοι «εἰδήμονες», ὅτι οἱ γυναῖκες κατά τήν περίοδο τῆς ἐμμήνου ροῆς των θεωροῦνται ἀκάθαρτες καί γιά τόν λόγο αὐτό δέν ἐπιτρέπεται νά εἰσέρχονται κἄν στούς Ναούς, νά προσκυνοῦν τίς εἰκόνες, νά λαμβάνουν μέρος στίς ἱερές ἀκολουθίες, νά Κοινωνοῦν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, οὔτε νά λαμβάνουν καί τό ἀντίδωρο. Δηλ. τίς ἀπομακρύνομε ἀπό τήν Ἐκκλησία καί λόγω φυσιολογικῶν καταστάσεων.
Ὁ μοναδικός κανόνας πού ἀσχολεῖται μέ τό θέμα αὐτό εἶναι ὁ 2ος τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, ὁ ὁποῖος καταλήγει στό συμπέρασμα, ὅτι ἡ ἴδια ἡ γυναῖκα, ὅταν εὑρίσκεται στήν κατάσταση αὐτή ἀπό εὐλάβεια δέν θά θελήσει νά πλησιάσει τήν Ἁγία Τράπεζα καί νά κοινωνήσει τοῦ Σώματος και τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, διότι « εἰς δέ τά ἅγια καί τά ἅγια τῶν ἁγίων ὁ μή πάντῃ καθαρός καί ψυχῇ καί σώματι, προσιέναι κωλυθήσεται.»
Γιατί ὅμως ἡ γυναῖκα λόγω τῆς φυσιολογικῆς αὐτῆς καταστάσεως θεωρεῖται ἀκάθαρτη; Πρέπει λοιπόν νά ἀπαλειφθεῖ ἀπό τίς σκέψεις ὁρισμένων, ὅτι καί ὁ γεννετικός φυσιολογικός περιοδικός κύκλος τῶν γυναικῶν, ἡ ἔμμηνος ρύση, δημιουργεῖ καταστάσεις ρύπου, μολυσμοῦ καί ἁμαρτίας στίς γυναῖκες. Ὅ,τι γίνεται ἀπό τήν φύση δέν εἶναι οὔτε μολυσμός, οὔτε ἁμαρτία, μέ ὅ,τι αὐτό μπορεῖ νά σημαίνει.
Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά διορθώσει ὅλες αὐτές τίς ἀρνητικές καί προσβλητικές καταστάσεις, ἀπό ὅπου καί νά προέρχονται καί νά προστατεύσει τήν ἀξιοπρέπεια τῶν γυναικῶν, ἡ ὁποία ὑποβαθμίζεται καί καταπατεῖται μέ αὐτόν τόν τελείως ἀδικαιολόγητο τρόπο. Εἰς βάρος τῆς γυναἰκας γίνεται καί στό θέμα αὐτό μία διάκριση, ἡ ὁποία χρειάζεται διόρθωση.
Προβληματικές καί ἀπαράδεκτες εἶναι καί ἐκεῖνες οἱ ἐνέργειες καί πρακτικές τῆς Ἐκκλησίας καί κατά καί μετά τόν τοκετό τῶν τέκνων.
Εὐχές καί πρακτικές, οἱ ὁποῖες πρέπει νά ἀλλάξουν-λειτουργική βελτίωση;
1ον σέ γυναῖκα λεχώ μετά τόν τοκετό τοῦ τέκνου της
Τί σημαίνει π.χ. ἡ εὐχή πρός τήν μητέρα ἀμέσως μετά τόν τοκετό της, στήν ὁποία μ. ἄ. ἀναφέρεται: «Δέσποτα Κύριε, Παντοκράτωρ, ὁ ἰώμενος πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν, αὐτός καί τήν παροῦσαν, τήν σήμερον τέξασα δούλην σου (τήν δε) ἵασαι, καί ἀνάστησον αὐτήν ἀπό τῆς κλίνης, ἧς ἐπίκειται, κατά τόν τοῦ προφήτου Δαυίδ λόγον, ἐν ἀνομίαις συνελήφθημεν καί διά ρύπου πάντες ἐσμέν ἐνώπιόν σου…»; Καί στήν ἑπόμενη εὐχή: «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν…. αὐτός καί τήν παροῦσαν δούλην σου (τῇ δε) τήν σήμερον τέξασαν τό παρόν παιδίον, ἐλέησον, καί συγχώρησον τά ἑκούσια καί τά ἀκούσια αὐτῆς πταίσματα καί διαφύλαξον αὐτήν ἀπό πάσης τοῦ διαβόλου τυραννίδος…. Ταύτην δέ διατήρησον…καί τοῦ ρύπου κάθαρον….καί καθάρισον αὐτήν ἀπό τοῦ σωματικοῦ ρύπου καί τῶν ποικίλλων αὐτῇ ἐπερχομένων σπλαχνικῶν ἐνοχλήσεων….»; Καί στήν τρίτη εὐχή: «Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν…, ὁ γινώσκων τό ἀσθενές τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, συγχώρησον τῇ δούλην σου (τῇ δε) τῇ τεξάσῃ σήμερον, κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου. Σύ γάρ εἶπας, Κύριε, ‚Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε, καί πληρώσατε τήν γῆν, καί κατακυριεύσατε αὐτῆς‘…..Ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ, καί ἴδε τήν ἀσθένειαν ἡμῶν τῶν καταδίκων, καί συγχώρησον τῇ δούλῃ σου (τῇ δε) καί παντί τῷ οἴκῳ, ᾧ ἐγεννήθη τό παιδίον, καί τοῖς ἁψαμένοις αὐτοῖς καί τοῖς ἐνθάδε εὑρισκομένοις πᾶσιν, ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος Θεός συγχώρησον…»;
Ἡ ἐντολή ἐδόθη ἀπό τόν Θεό-Δημιουργό: «Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε…» Πιστεύει λοιπόν ἡ Ἐκκλησία μας, ὅτι μέ τήν δημιουργική πράξη τῆς συζυγικῆς συνευρέσεως, πραγματοποιεῖται ἡ σύλληψις τῶν ἀνθρώπων «ἐν ἀνομίαις», μέ ἀναφορά στήν διατύπωση τοῦ Δαυίδ; Ἡ γυναῖκα ἡ τίκτουσα μέ πόνους καί ὀδύνες, ἡ συνδημιουργός τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀποκτᾶ τέκνα ὡς δωρεά καί χάρη τοῦ Θεοῦ, μολύνεται καί ρυπαίνεται καί ἁμαρτάνει μέ τήν πράξη αὐτή, οὕτως ὥστε νά παρακαλοῦμε καί νά ἱκετεύομε τόν Πανάγαθο Θεό νά τήν συγχωρήσει, καί νά τήν καθαρίσει; Ἀπό ποιό πταῖσμα ἤ ἁμάρτημα, ἀπό ποιόν ρύπον; Ἐπειδή ἔφερε μιά νέα ζωή στόν κόσμο; Καί ὄχι μόνο αὐτό. Γίνεται πράγματι ἡ τίκτουσα γυναίκα πηγή καί ἑστία μολύνσεως σέ ὁλόκληρο τόν οἶκο, ὅπου γεννήθηκε τό παιδί (καί παντί τῷ οἴκῳ, ᾧ ἐγεννήθη τό παιδίον) καί σέ ὅλους ἐκείνους, ὅσοι τήν ἀκούμπισαν (καί τοῖς ἁψαμένοις αὐτοῖς) καί σέ ὅλους ἐκείνους, ὅσοι εὑρίσκονται εἰς τόν ἴδιο χῶρο, (καί τοῖς ἐνθάδε εὑρισκομένοις πᾶσιν), ὅπως ἀναφέρεται στήν Εὐχή; Πῶς θά αἰσθάνεται μία γυναῖκα, ἡ ὁποία μέ πόνους καί ὀδύνες χαρίζει νέα ζωή τίκτουσα, ὅταν ἀκούει ἀπό τόν «εὐλογούντα» ἱερέα ἐκπρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας ὅλες αὐτές τίς εὐχές, μάλιστα ἐάν εἶναι καί πιστή καί εὐσεβής; Αἰσθάνεται στήριξη, εὐλογια, ἤ ἀπαξίωση; Ποιός τήν μόλυνε καί τήν ρύπανε; Ἡ ἴδια ἐμόλυνε τόν ἑαυτόν της μέ τήν μητρότητα καί τόν τοκετόν;
Ἀντί αὐτῶν θά ἔπρεπε ἡ Ἐκκλησία νά δοξάζει τόν Θεό καί νά χαίρεται μετά χαιρόντων γιά τήν δημιουργία νέας ζωῆς καί νά τιμᾶ καί νά ἐπιβραβεύει τήν μητέρα, ἡ ὁποία μέ κόπους, μέ πόνους καί κινδύνους καί θυσίες πολλές τολμᾶ νά φέρει στήν ζωή τά τέκνα τῆς οἰκογενείας της καί μάλιστα σήμερα μέ τίς πάμπολλες ἀντιξοότηες στίς κρίσιμες ἡμέρες τῆς οἰκογενείας καί τῆς κοινωνίας στήν ἐποχή μας.
2ον Σαραντισμός
Πολλές μητέρες, σήμερα ὄχι ὅλες, θέλουν νά πᾶνε μέ τό παιδί στήν Ἐκκλησία γιά τήν εὐλογία τοῦ σαραντισμοῦ. Ὅμως τά ἴδια ἀρνητικά καί προσβλητικά ἐπαναλαμβάνονται καί σαράντα ἡμέρες μετά τόν τοκετό κατά τήν εἴσοδο τοῦ νεογέννητου στήν Ἐκκλησία. Ἀκατανόητα εἶναι, λοιπόν, καί ὁρισμένα σημεῖα τῶν εὐχῶν τοῦ σαραντισμοῦ. Γιατί μέ τόν τοκετό ἔχει χάσει ἡ γυναίκα τήν κανονική ἐκκλησιαστική ζωή, δηλ. τήν δυνατότητα ἐκκλησιασμοῦ, καί συμμετοχῆς στά μυστήρια σαράντα ἡμέρες; Ἤδη στήν πρώτη εὐχή μ. ἄ. ἀναφέρεται: «…καί σέ παρακαλοῦμεν ἥν τῷ σῷ θελήματι διέσωσας δούλην σου (τήν δε) καθάρισον ἀπό πάσης ἁμαρτίας καί ἀπό παντός ρύπου, προσερχομένην τῇ ἁγίᾳ σου Ἐκκλησίᾳ, ἵνα ἀκατακρίτως ἀξιωθῇ μετασχεῖν τῶν ἁγίων Μυστηρίων.» Καί στήν ἑπόμενη εὐχή ἐπαναλαμβάνεται: «…Ἀπόπλυνον αὐτῆς τό ρύπον τοῦ σώματος καί τόν σπίλον τῆς ψυχῆς, ὅπως ἀξιωθεῖσα εἰσελθεῖν ἐν τῷ ἁγίῳ ναῷ σου…» Αὐτή τή φορά δέν εἶναι μόνο ὁ ρύπος τοῦ σώματος, ἀλλά καί ὁ σπίλος τῆς ψυχῆς λόγω τῆς τεκνοποιίας (;!), λόγοι, Οἰ ὁποῖοι δῆθεν τήν εἶχαν ἀποκλείσει ἀπό τόν ἐκκλησιασμόν, ἀλλά καί ἀπό τήν εἴσοδον εἰς τόν ἅγιον ναόν.
Ἡ προβολή αἰτιολογιῶν τοῦ σαρανταήμερου ἀποκλεισμοῦ τῆς γυναίκας-λεχοῦς γιά λόγους δῆθεν ὑγιεινῆς, ἀποφυγῆς μολυσμοῦ ἀπό μικρόβια καί σωματικῆς ἀποκαταστάσεως καί προστασίας ἀπό τούς καθημερινούς κόπους ἐργασίας κλπ. δέν πείθουν γενικά, ἀλλά οὔτε καί εἰδικώτερα σήμερον μέ τίς ἐξελίξεις τῆς ἰατρικῆς κλπ.!
Κατά τόν σαραντισμό πραγματοποιεῖται καί ὁ ἐκκλησιασμός τοῦ νεογέννητου, εἴτε εἶναι ἀγόρι ἤ κορίτσι. Ὅμως καί στήν ἱερή αὐτή στιγμή διαπιστώνεται μία διάκριση, ἡ ὁποία πρέπει νά ἀπαλειφθεῖ διότι δέν εἶναι ἐπιτρεπτή: Ὁ ἱερεύς κρατᾶ τό νεογέννητον εἰς τά χέρια του, πλησιάζει στήν ὡραία πύλη καί λέγει: «Ἐκκλησιάζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ…» Στήν συνέχεια ἀναφέρεται στά Εὐχολόγια: «Καί εἰσάγει αὐτό εἰς τό ἅγιον Θυσιαστήριον, εἰ μέν εἴη ἄρρεν.. Εἰ δέ θῆλυ, ἕως τῶν ὡραίων πυλῶν, λέγων τό: Νῦν ἀπολύεις….»
Βέβαια ὑπάρχει ἡ ἄποψη, ὅτι τίς εὐχές αὐτές τίς ἔχουν ἀπενεργοποιήσει πολλοί κληρικοί, διότι δέν τίς διαβάζουν, ἁπλά τίς ἀγνοοῦν! Ὅμως ἡ Ἐκκλησία συνειδητά καί ἐπισήμως ὀφείλει νά λάβει θέση καί νά ἀπαλείψει αὐτά τά λειτουργικά κατάλοιπα τῶν διακρίσεων κατά τῶν γυναικῶν ἐπισήμως.
Ἀλλά καί διατί ὅλες αὐτές οἱ εὐχές μόνον γιά τίς γυναῖκες λόγω τοῦ τοκετοῦ; Ἤ μήπως ἡ παιδοποιΐα ἀφορᾶ μόνον τίς γυναῖκες καί ὄχι καί τούς ἄνδρες;
3ον Βάπτισμα καί Χρῖσμα
Χαρακτηριστική εἶναι καί ἡ διάκριση πού συμβαίνει εἰς βάρος τῶν γυναικῶν καί μετά τό τέλος τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος. Τά ἀγόρια εἰσάγονται στόν ἱερό χῶρο τῆς Ἁγίας Τράπεζας, ἐνῶ τά κορίτσια δέν εἰσάγονται! Μάλιστα ἐφόσον καί κατά τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν θεολογική κατοχύρωση τό Βάπτισμα μαζί μέ τό Χρῖσμα ἀποτελοῦν τό «Λουτρόν παλιγγενεσίας». Ἐνθυμοῦμαι στήν Κρήτη μετά τήν Βάπτιση ἑνός κοριτσιοῦ ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη πρ. Κισάμου καί Σελίνου Εἰρηναῖο, κρατώντας τήν νεοφώτιστη στά χέρια του, τόν ἄκουσα νά λέγει κάπως δυνατά στήν νεοφώτιστη, «ξέρω ὅτι δέν ἐπιτρέπεται, ἀλλά ἐγώ θά σέ βάλλω καί στό ἱερό». Καί τό ἔπραξε, καί ὀρθῶς.
Ἀπό πότε καί ποῦ ἀκριβῶς ἄρχισε αὐτή ἡ διάκριση στήν λειτουργική μας πράξη δέν εἶναι ἀκριβῶς γνωστό. Πάντως στήν ἀρχαία ἐποχή δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ διάκριση. Ἴσως ἀπό τόν 15ο αἰώνα κατά μιά μαρτυρία ἑνός Σιναϊτικοῦ χειρογράφου.
Συμπερασματικά πρέπει νά ἐπαναφέρομε στήν μνήμη μας, ἀλλά καί νά καταλάβουν καί οἱ πιστοί τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι ὅλες αὐτές οἱ ἀπαγορευτικές ἀπόψεις καί ἀρνητικές παρεμβάσεις δέν εἶναι σύμφωνες μέ τήν πατερική καί ὀρθόδοξη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ Ἀποστολικές Διαταγές τονίζουν ξεκάθαρα: «Οὔτε γὰρ νόμιμος μίξις , οὔτε λέχος , οὔτε αἵματος φορά , οὐκ ὀνείρωξις , μιᾶναι δύναται ἀνθρώπου φύσιν , ἢ τὸ ἅγιον Πνεῦμα χωρίσαι.» (Βιβλ. 6, Κεφ. 27, PG, 1, 780).
Εὐθύνη καί καθῆκον τῆς Ἐκκλησίας-Ἡ ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Καθῆκον, λοιπόν, ὅλων μας καί τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ἐπανεξετάσει πολλές θέσεις καί ποιμαντικές πράξεις σχετικά μέ τήν ἱερότητα καί τήν ἀξία τοῦ Γἀμου καί τῆς οἰκογενείας, ἀλλά καί νά φροντίσει νά σταματήσουν ὅλοι αὐτοί οἱ ὑπερορθόδοξοι «Γέροντες» νά εὐτελίζουν τόν Γάμον καί τήν συζυγικήν ζωήν τῶν συζύγων καί κατ’ ἀκολουθίαν νά ὑποβαθμίζουν τήν ἱερότητα καί τήν μεγίστην σημασίαν τῆς οἰκογένειας.
Εἶναι ἐνδιαφέρον, ὅτι τώρα μέ τίς πολιτικές ἐξελίξεις καί ὡς πρός τό θέμα τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογενείας στήν χώρα μας, πολλοί Ἱεράρχες ἐκθειάζουν τήν ἱερότητα τοῦ Γάμου καί τῆς οἰκογενείας, ἀλλά καί ἐπικαλοῦνται καί τό πρόβλημα τῆς ὑπογεννητικότητας στήν Ἐλλάδα μέ τίς δυσάρεστες προβλέψεις καί γιά τό δημογραφικό θέμα τῆς χώρας μας.
Ἡ ἀπόφαση αὐτή τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας νά στηρίξει καί νά προστατεύσει τήν ἱερότητα τοῦ Γάμου, ἀνδρός καί γυναικός, καί τῆς οἰκογενείας ἔχει μεγάλη σημασία καί θά πρέπει νά τό πράξει ὄχι μόνον μέ ἀποφασιστικές δηλώσεις καί δημόσιες πληροφορήσεις, ἀλλά καί μέ ἔργα. Μέ ἠθική, ἀλλά καί ὑλική ὑποστήριξη, στίς δύσκολες ἡμέρες τῆς ἐποχῆς μας.
Τό «Μυστήριον τῆς ἀγάπης» ὁ Γάμος καί ἡ οἰκογένεια, ἀλλά καί οἱ σύζυγοι χρειάζονται ἀπό τήν Ἐκκλησία πραγματική στήριξη, συμπαράσταση, ἀλλά καί τήν πρέπουσα ἀναγνώριση μέ συγκεκριμένες πράξεις, γιά νά εἴμεθα εἰλικρινεῖς μέ τόν ἑαυτό μας, ἀλλά καί ἀξιόπιστοι πρός τούς ἄλλους.
Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά ἐνθαρύνει ἐμπράκτως τούς νέους καί τίς νέες νά ἔλθουν εἰς Γάμου κοινωνίαν, νά χαίρεται μετά χαιρόντων στήν χαρά των στό Μυστήριο τοῦ Γάμου των, ἀλλά καί νά συμμετέχει καί στήν εὐτυχία τῆς συζυγικῆς καί οἰκογενειακῆς των ζωῆς ψυχῇ τε καί σώματι.
Ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει τόν ἐλπίζοντα.