13.2 C
Athens
Κυριακή, 10 Νοεμβρίου, 2024

Σεβασμιώτατε και πεφιλημένε διδάσκαλε, “τά σά ἐκ τῶν σῶν»

Εις μνήμην

Μητροπολίτου Περγάμου και Ακαδημαϊκού Ιωάννου (Ζηζιούλα)

Καθηγητού της Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας,

διδάκτορος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Σταύρου Γιαγκάζογλου

Αν. Καθηγητή Τμήματος Θεολογίας ΕΚΠΑ

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Λαοδικείας, εκπρόσωπε του Παναγιωτάτου και Οικουμενικού Πατριάρχου μας,

Σεβασμιώτατοι, Θεοφιλέστατοι,

Εντιμώτατοι, Ελλογιμώτατοι,

Σεβαστοί πατέρες,

Αδελφοί και αδελφές εν Κυρίω,

Εκ μέρους του Πρυτάνεως του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Κοσμήτορος της Θεολογικής Σχολής, της οποίας ο Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης υπήρξε απόφοιτος (1955) αλλά και διδάκτωρ (1965), θα επιχειρήσω να καταθέσω λίγες σκέψεις για το έργο και τη θεολογική κληρονομιά του επί σαράντα και πλέον έτη σεβαστού και πεφιλημένου διδασκάλου μου στους ανοικτούς ορίζοντες και δρόμους της ορθόδοξης θεολογίας. 

Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης ανάλωσε εαυτόν μέχρι τέλους στη διακονία της Θεολογίας και της Εκκλησίας, συνδυάζοντας βαθύτατα και αρμονικά τις δύο εκφράσεις της ζωής και πορείας του ως θεολόγου και κατόπιν ως επισκόπου. Σε όλη τη ζωή του είτε ως λαϊκός είτε ως επίσκοπος ο Περγάμου Ιωάννης υπήρξε θεολόγος της Εκκλησίας και εργάστηκε άοκνα στους κόλπους του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου για την ενότητα και την εμπνευσμένη θεολογική μαρτυρία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο.

Πάνω από διακόσιες είναι οι δημοσιευμένες μελέτες και τα είκοσι περίπου βιβλία του Μητροπολίτη Περγάμου στην ελληνική, αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα, δίχως τα διάφορα κείμενα διμερών θεολογικών διαλόγων και ανακοινωθέντων στα οποία εργάσθηκε ως συντάκτης. Τα έργα του έχουν ήδη μεταφραστεί και σε πολλές άλλες γλώσσες του κόσμου. Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας), δεν υπήρξε μόνον ο κύριος εκπρόσωπος και εισηγητής της ευχαριστιακής εκκλησιολογίας στη νεοελληνική θεολογία, αλλά και ο πλέον συνεπής και δημιουργικός θεολόγος της γενιάς του ’60 με οικουμενική ακτινοβολία και παγκόσμια επίδραση, επεκτείνοντας τη θεολογική ανανέωση του 20ού στον 21ο αιώνα. Η γόνιμη επιρροή που άσκησε σε ορθόδοξους αλλά και σε ρωμαιοκαθολικούς και σε προτεστάντες θεολόγους είναι πρωτόγνωρα σημαντική, καθώς ένας αρκετά σημαντικός αριθμός διδακτορικών και διπλωματικών εργασιών έχουν εκπονηθεί σε πάρα πολλά πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, ενώ το έργο του έχει συζητηθεί γόνιμα σε συνέδρια και σε συλλογικούς τόμους. Με το δημιουργικό έργο του ο Ιωάννης Ζηζιούλας εμβάθυνε τον διάλογο της ορθόδοξης θεολογίας με τη δυτική θεολογία, αλλά και με τη σύγχρονη σκέψη και φιλοσοφία, αναπτύσσοντας περαιτέρω τη συμβολή του με επίκεντρο τη σημασία του προσώπου και της ελευθερίας ως κοινωνία και ετερότητα. Με το άγγελμα του θανάτου του ήδη ξεκίνησαν πολλαπλές αναφορές στον διορθόδοξο και στον διαχριστιανικό κόσμο.

Στο κατεξοχήν εκκλησιολογικό έργο του, που έχει ως αφετηρία τη διατριβή του για την «ενότητα της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω επισκόπω» και το οποίο συμπληρώθηκε περαιτέρω με μια σειρά σημαντικών μελετημάτων, η δομή, τα λειτουργήματα, οι θεσμοί και η όλη περί Εκκλησίας θεολογία προσεγγίζονται υπό το πρίσμα και την εμπειρία της ευχαριστιακής κοινότητας υπό τον επίσκοπο, δηλαδή στο πλαίσιο της τοπικής Εκκλησίας εν συνδέσμω με τις άλλες κατά τόπους Εκκλησίες ανά την οικουμένη. Η υπό τον επίσκοπο θεία Ευχαριστία ως φανέρωση και οικοδομή του Σώματος του Χριστού στην ιστορία καθ’ οδόν προς τα έσχατα της Βασιλείας συνιστά τη βάση όχι μόνο της καθολικότητας κάθε τοπικής Εκκλησίας, αλλά και της ενότητας των τοπικών Εκκλησιών σε ένα σώμα μέσω του συνοδικού θεσμού. Μελετώντας τις πηγές της χριστιανικής θεολογίας κατά τους πρώτους αιώνες ο Ιωάννης Ζηζιούλας δεν έμεινε απλώς στην ιστορική και τυπολογική θεώρηση της ενότητας της Εκκλησίας με κέντρο την Ευχαριστία και τον επίσκοπο, αλλά προχώρησε από την εκκλησιολογία στη συστηματική επέκτασή της σε όλες τις πτυχές της ορθόδοξης θεολογίας καθώς και στις φιλοσοφικές, ανθρωπολογικές και υπαρξιακές προεκτάσεις της βιβλικής και πατερικής παράδοσης. Επιχειρώντας να φωτίσει το αρχέγονο οντολογικό πρόβλημα της σχέσης του «ενός και των πολλών», ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) αξιοποίησε τη θεολογική σημασία του προσώπου στη σκέψη των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, προβαίνοντας σε μία καίρια δημιουργική πρόσληψη και επέκτασή του από την περί Αγίας Τριάδος θεολογία και Χριστολογία στη θεολογική ανθρωπολογία, στην εκκλησιολογία, καθώς και στις σύγχρονες ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες.

Το 1967 ο Ιωάννης Ζηζιούλας, σε μία περίοδο που δεν είχε ξεσπάσει το οικολογικό πρόβλημα, δημοσίευσε ένα δοκίμιο με τίτλο «Η ευχαριστιακή θεώρηση του κόσμου και ο σύγχρονος άνθρωπος». Στο ανέλπιστα προφητικό αυτό κείμενο καλύπτονται σχεδόν όλες οι βασικές πτυχές της ορθόδοξης θεώρησης του οικολογικού προβλήματος. Ο Μητροπολίτης Περγάμου ερμήνευσε ευχαριστιακά το περί δημιουργίας του κόσμου δόγμα της Εκκλησίας και ανέδειξε τη ζωτική σημασία του για την αντιμετώπιση του σύγχρονου οικολογικού προβλήματος. Το λειτουργικό ήθος της ορθόδοξης Παράδοσης συγκεφαλαιώνει μία ιδιάζουσα θεώρηση του κόσμου και της δημιουργίας του Θεού ως τελικού νοήματος και λόγου υπάρξεώς της. Η ορθόδοξη Λειτουργία συνιστά μία κατ’ εξοχήν ευχαριστιακή πράξη αναφοράς του κόσμου και της ζωής από τον άνθρωπο στον Θεό. Είναι μια πρόσληψη του υλικού κόσμου από τον άνθρωπο, που δεν τον χρησιμοποιεί για την ικανοποίηση της ατομικής του αυτοτέλειας και επιβίωσης αλλά τον αναφέρει στον Δημιουργό του. Η έμπρακτη αυτή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, αναδεικνύει την προσωπική χρήση της δημιουργίας, το νόημα και το τέλος της υλικής πραγματικότητας. Ο άνθρωπος μεταφέρει στην ευχαριστιακή πράξη τον ίδιο τον εαυτό του, την έμπρακτη σχέση του με το φυσικό περιβάλλον, τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους. Τα τίμια δώρα, ο άρτος και ο οίνος, ως τα υλικά στοιχεία που συνοψίζουν τη ζωή, καθαγιάζονται και μεταβάλλονται εν Αγίω Πνεύματι σε σώμα και αίμα Χριστού. Σε αυτό το υλικό σώμα της ανθρώπινης φύσης του Χριστού ενσωματώνονται και τα υπόλοιπα υλικά δώρα του κόσμου που προσκομίζουν οι πιστοί στην Εκκλησία. Τα πάντα στην Ευχαριστία περνούν μέσω της ύλης του κόσμου, ο οποίος συνιστά τον τόπο αλλά και τον τρόπο συνάντησης Θεού και ανθρώπου. Η ίδια η Ευχαριστία προσφέρεται «υπέρ της του κόσμου ζωής». Είναι μια κοσμική λειτουργία. Η ευχαριστιακή πράξη της αναφοράς του κόσμου στον Θεό, αποκαλύπτει την προσωπική σχέση του ανθρώπου με την κτίση. Ως πρόσωπο, αλλά και μικρόκοσμος, που συγκεφαλαιώνει στην ύπαρξή του την ολότητα της κτίσεως, ο άνθρωπος μπορεί να απελευθερώσει την ύλη από τους περιορισμούς της, από φορέα θανάτου και φθοράς να την αθανατίσει μέσα από τη σχέση και κοινωνία με τον Θεό. Καθώς επισημαίνει ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης, «όλα αυτά είναι μια πίστη και μια πράξη, που δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί σε κανένα… όλα αυτά συνιστούν όχι απλώς έναν τύπο, αλλά ένα ήθος, το οποίο πάρα πολύ χρειάζεται ο σημερινός κόσμος. Γιατί ο κόσμος σήμερα δεν χρειάζεται ηθική, αλλά ήθος. Όχι ένα προγραμματισμό, αλλά μια στάση και μια νοοτροπία. Όχι μια νομοθεσία, αλλά ένα πολιτισμό».

Στη θεολογική σκέψη του ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) επιχείρησε την ερμηνευτική και υπαρξιακή προσέγγιση των δογμάτων, σύμφωνα με την προτροπή και επισήμανση του δασκάλου του, του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, για την ανάγκη μιας νεοπατερικής σύνθεσης με αφετηρία την ευχαριστιακή εκκλησιολογία και τη θεολογική σημασία του προσώπου. Η εκκλησιολογία δεν είναι απλώς ένα κεφάλαιο της Δογματικής, αλλά ο τόπος και ο τρόπος που καλλιεργείται η πίστη και το δόγμα. Το ζήτημα της ερμηνευτικής είναι καίριο τόσο για τα δόγματα όσο και για την ίδια την Αγία Γραφή και τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Δίχως ερμηνεία τα δόγματα και η λατρεία απολιθώνονται και γίνονται αρχαιολογικά θρησκευτικά σύμβολα, τα οποία δεν συμ-βάλλουν στη βιωματική προσπέλαση και υπαρξιακή μετοχή του ανθρώπου στην αλήθεια για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Πέρα από το γεγονός ότι τα ίδια τα δόγματα αποτελούν ερμηνεία της Αγίας Γραφής, η ερμηνευτική τους ανάδειξη στον σύγχρονο άνθρωπο επιβάλλεται να κομίζει το έντονα σωτηριολογικό και υπαρξιακό μήνυμά τους. Δεν υπάρχει δόγμα της Εκκλησίας δίχως σωτηριολογικό για τον άνθρωπο περιεχόμενο. Το εκκλησιολογικό υπόβαθρο της πίστης δεν σημαίνει ότι η Εκκλησία συνιστά απλώς ένα «θεσμό», αλλά κυρίως και κατ’ εξοχήν έναν «τρόπο υπάρξεως». Η Εκκλησία βιώνει και εκφράζει έναν τρόπο σχέσεως του ανθρώπου με τον Θεό, τον συνάνθρωπο, την ιστορία και τον κόσμο. Τα δόγματα βεβαιώνουν τελικώς τη σημασία που έχει η θεολογία για το είναι του ανθρώπου και του κόσμου. Συνεπώς, το κύρος και η αποδοχή των δογμάτων δεν αντλείται από έναν δογματισμό νομικής υφής, αλλά από το υπαρξιακό και οντολογικό τους περιεχόμενο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) συνέβαλε γόνιμα και δημιουργικά στα καίρια ζητήματα της εκκλησιολογίας, απελευθερώνοντάς την από μία σχολαία και τυπικά θεσμική αντίληψη και συνδέοντας τη θεολογία ολόκληρη με τα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου.

Επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στη σχέση Ελληνισμού και Χριστιανισμού, θεωρεί τη συνάντηση αυτή ως πηγή και μέσο για την ερμηνευτική κατανόηση της χριστιανικής πίστης, αλλά και ως ένα ιστορικό παράδειγμα ενσάρκωσης του Ευαγγελίου στον πολιτισμό που κυριαρχούσε επί αιώνες στη μεσογειακή λεκάνη. Το όλο θεολογικό οικοδόμημα της ελληνικής Ορθοδοξίας προήλθε από τη δημιουργική σύνθεση των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, σύνθεση μεταξύ του οντολογικού ερωτήματος και του κοσμολογικού ενδιαφέροντος της ελληνικής σκέψης με τον βαθύτατα ιστορικό και συνάμα εσχατολογικό προσανατολισμό της βιβλικής παράδοσης. Εδώ κυριαρχεί η βιβλική και πατερική σημασία της ελευθερίας και του προσώπου έναντι της απρόσωπης αναγκαιότητας και αιωνιότητας του κόσμου.

Μία από τις πλέον βασικές συνέπειες της οντολογικής και ερμηνευτικής μεθόδου της θεολογίας στο έργο του Ιωάννη Ζηζιούλα υπήρξε η σημασία της θεολογικής έννοιας του προσώπου. Στις μελέτες του καταδεικνύεται ότι η έννοια του προσώπου ως υποστάσεως, δηλαδή, ως απόλυτης και πρωταρχικής οντολογικής κατηγορίας, γεννήθηκε στον χώρο της ελληνικής πατερικής σκέψης και μάλιστα ως αποτέλεσμα της σύνθεσης του αρχαιοελληνικού ενδιαφέροντος για την οντολογία με την κοινωνική-κοινοτική και ιστορική προσέγγιση της αλήθειας από το βιβλικό πνεύμα, στο πλαίσιο του έργου των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας –ιδιαίτερα των Καππαδοκών– για τη διατύπωση του δόγματος της Αγίας Τριάδος. Κατά τον Ιωάννη Ζηζιούλα, στο έργο των Καππαδοκών συντελέσθηκε μια αληθινή φιλοσοφική επανάσταση με τον ταυτισμό δύο όρων, οι οποίοι ήταν προηγουμένως ασυμβίβαστοι στη φιλοσοφία. Πρόκειται για τους όρους «πρόσωπον» και «υπόστασις». Ο ταυτισμός αυτός, που έγινε από τους Καππαδόκες Πατέρες για να αποφευχθεί ο Σαββελιανισμός στην περί Αγίας Τριάδος διδασκαλία, σήμαινε για πρώτη φορά ότι μια κατηγορία που δηλώνει βασικά «σχέση» αποκτά περιεχόμενο και νόημα «υποστάσεως», γίνεται δηλαδή πρωταρχική οντολογική κατηγορία. Κατά τον Περγάμου Ιωάννη οι Καππαδόκες πατέρες πραγματοποιούν μία μετάβαση από την έννοια του προσώπου ως προσωπείου, σε εκείνην του προσώπου ως υποστάσεως, ως απόλυτης, μοναδικής, πλήρους, ανεπανάληπτης και αναντικατάστατης ταυτότητας. Η σημασία του ανθρώπου ως μοναδικού, ανόμοιου και αναντικατάστατου προσώπου, η οποία πήγασε από τη θεολογία των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας  διαμόρφωσε τον απόλυτο σεβασμό στην αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου και οδήγησε σταδιακά στη διακήρυξη για τον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο και πολιτισμό μας. Η αξιοποίηση της έννοιας του προσώπου ως πρωταρχικής θεολογικής κατηγορίας επιτρέπει στον Ιωάννη Ζηζιούλα να παρέμβει κριτικά και διαλεκτικά στον νεώτερο δυτικό περσοναλισμό και να συμπληρώσει τις αδυναμίες και τα αδιέξοδά του. Καταδεικνύει έτσι τη δυνατότητα και δυναμική της σύγχρονης θεολογίας να διαλέγεται γόνιμα και δημιουργικά με τη φιλοσοφία, την τέχνη και γενικότερα με τις επιστήμες του ανθρώπου. Τούτο επιμαρτυρεί και το γεγονός ότι οι παραπάνω θέσεις του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και σε χώρους πέρα από τη θεολογία, ακόμη και στις θετικές επιστήμες.

Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) εστίασε τη θεολογική προβληματική του στην έννοια της αλήθειας ως πραγματικότητας του εσχατολογικού μέλλοντος και της ερχόμενης Βασιλείας του Θεού. Στην πατερική σκέψη η αλήθεια συναρτάται με την οντολογία, με την ιστορία και την εσχατολογία, καθώς και με την έννοια της κοινωνίας, δηλαδή, της σχέσης και της κοινότητας. Ο άνθρωπος καθίσταται εκκλησιολογική υπόσταση και πρόσωπο μέσα στην εν Χριστώ ζωή της Εκκλησίας. Στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας, η εκκλησιολογική αυτή έννοια της αλήθειας του προσώπου ως κοινωνίας και σχέσης μέσα στον χώρο και στον χρόνο διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις για ένα γόνιμο διάλογο με τη φιλοσοφία, την τέχνη και τις φυσικές επιστήμες. Συνάμα, αν η αλήθεια είναι θέμα σχέσεως, όχι μόνο χώρου και χρόνου, αλλά κυρίως και κατ’ εξοχήν κοινωνίας των προσώπων, τότε η θεολογία έχει σαφώς καίριες προεκτάσεις στον σύγχρονο κόσμο και πολιτισμό, εφόσον διαλέγεται γόνιμα μαζί του.

Στηριζόμενος στην ευχαριστιακή εμπειρία και θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης επιχείρησε την επαναφορά και προβολή της εσχατολογικής διάστασης στο κέντρο της θεολογικής σκέψης. Η σχέση ιστορίας και εσχατολογίας είναι οργανική αλλά τα έσχατα δεν πρέπει να θεωρούνται ούτε ως κατάληξη μιας δυναμικής του ιστορικού γίγνεσθαι, με την αριστοτελική έννοια της εντελέχειας, ούτε ακόμη ως επαναφορά στην αρχική ιδεατή κατάσταση κατά πλατωνικό τρόπο. Πρόκειται μάλλον για μία διαλεκτική σχέση ιστορίας και εσχατολογίας, κατά την οποία τα έσχατα  με την παρουσία του Χριστού εισβάλλουν στην ιστορία, χωρίς να μετατρέπονται σε ιστορία. Η διαλεκτική αυτή σχέση βιώνεται και συνειδητοποιείται κατ’ εξοχήν στη Θεία Ευχαριστία και εισάγει στη θεολογική και φιλοσοφική γλώσσα και σκέψη την έννοια μιας «εικονολογικής οντολογίας». Τούτο σημαίνει ότι η τελική αλήθεια των όντων, είναι παρούσα πραγματικά στην ιστορία αλλά μόνο με τη μορφή του Σταυρού και της «μυστηριακής» παρουσίας. Αυτό που ήδη τώρα βιώνεται «εν εσόπτρω και εν αινίγματι», στα έσχατα θα είναι πλήρης και αδιάπτωτη κατάσταση. Τη σύνδεση αλήθειας και εσχάτων ο Μητροπολίτης Περγάμου στηρίζει, πέραν της Θείας Ευχαριστίας, κυρίως, στη θεολογία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, για τον οποίο η αλήθεια είναι κατάσταση των μελλόντων.

Τα τελευταία χρόνια και μάλιστα κατά την περίοδο της πανδημίας ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) επιχείρησε να ανασυνθέσει ολόκληρο το θεολογικό έργο του με άξονα την εσχατολογική οντολογία του αγίου Μαξίμου Ομολογητή, θεωρώντας ότι αληθινά πραγματικό είναι αυτό που θα είναι πραγματικό στα έσχατα. Το σημαντικό αυτό έργο δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί, όπως θα ήθελε ο ίδιος, ωστόσο μεγάλο μέρος του έχει ήδη συγγραφεί και μπορεί να εκδοθεί με τον ήδη προαναγγελθέντα τίτλο «Αναμιμνήσκοντας το Μέλλον: Μια εσχατολογική οντολογία» («Remembering the Future: An Eschatological Ontology»).

Η εσχατολογική αυτή ερμηνευτική δεν είναι θεωρητική ενατένιση, αλλά προκύπτει από την εν Χριστώ πίστη και τη λειτουργική βίωσή της στη Θεία Ευχαριστία εν Αγίω Πνεύματι. Κατά την τελευταία περίοδο του έμπονου βίου του ο Περγάμου Ιωάννης αναφερόταν συχνά στην καίρια σημασία των αναστάσιμων εμφανίσεων του Χριστού στην κοινότητα των μαθητών του ως βάση και θεμέλιο της εσχατολογικής εμπειρίας και πρόγευσης της Βασιλείας, την οποία εμπειρία προλαμβάνει και βιώνει μυστηριακά η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού καθ’ οδόν προς τα έσχατα.

Σήμερα προπέμπουμε στη Βασιλεία του Θεού έναν μεγάλο θεολόγο της Εκκλησίας την οποία εξελάμβανε ως κοινωνία εσχάτων. Στο σημαντικό έργο του είχαμε το προνόμιο να μαθητεύσουμε μαζί με πολλούς άλλους. Η θεολογική παρακαταθήκη και κληρονομιά του Μητροπολίτη Γέροντος Περγάμου μπορεί να αξιοποιηθεί και να εμπνεύσει όχι μόνο τη δική μας γενιά αλλά και τις επερχόμενες.

Σεβασμιώτατε και πεφιλημένε διδάσκαλε, «τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν», σε ευχαριστούμε για όλα, αναπαύσου εν Χώρα ζώντων και εν σκηναίς δικαίων, «ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου»!

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ