ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος μίλησε στον «Εθνικό Κήρυκα» για την πρόσφατη εμπειρία του από την επίσκεψή του στην Αρχιεπισκοπή και Ομογένεια της Αυστραλίας, όπου ήταν ένας εκ των ομιλητών στην Πρώτη Παναυστραλιανή Ιερατική Σύναξη. Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος είναι εκ των ιεραρχών της νέας γενιάς της Εκκλησίας της Ελλάδος με ευρυμάθεια καθότι έχει σπουδάσει και Νομική και μάλιστα εργάσθηκε και ως δικηγόρος. Είναι εκ των πλέον λογίων ιεραρχών με μεταπτυχιακές σπουδές, αλλά και με άπταιστη γνώση πέντε γλωσσών, ήτοι: Ελληνικής φυσικά, Αγγλικής, Γερμανικής, Ολλανδικής και Τουρκικής.
Οταν τον ρωτήσαμε ποιες είναι κάποιες εντυπώσεις και εμπειρίες του από την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αρχιεπισκοπή και την Ομογένεια της Αυστραλίας, είπε: «Η πρόσφατη επίσκεψή μου στην Αυστραλία υπήρξε πραγματική αποκάλυψη για μένα. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ το μέγεθος της ουσιαστικής προσφοράς της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας προς τους Ελληνες, αλλά και όσους θέλουν να σχετισθούν με την Ορθοδοξία, καθώς και την άρτια οργάνωση της Ομογένειας εκεί, παρά τα μικροπροβλήματα. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το φρόνημα, η θυσιαστική προσπάθεια, αλλά και η πνευματική κατάρτιση του πολύ αγαπητού μου αδελφού, Σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου, ο οποίος, αν και δεν είχε προηγουμένως σχέσεις με την πέμπτη ήπειρο, κατόρθωσε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να κερδίσει τους πάντες με την πλούσια αγάπη της μεγάλης του καρδιάς, αλλά και να τους εμπνεύσει σε σημείο ώστε πραγματικά να μπορούμε να καυχόμαστε ότι κάτι σπουδαίο συντελείται στις ημέρες μας στην Αυστραλία. Και μόνον το γεγονός ότι σιγά σιγά εξαφανίζονται τα σχίσματα και οι διαιρέσεις που είχαν καταταλαιπωρήσει στο παρελθόν την Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, αποδεικνύει τις θεολογικές και εκκλησιολογικές βάσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται και εργάζεται ο νέος Αρχιεπίσκοπος. Οπως επίσης και το γεγονός ότι από την αρχή της ποιμαντορίας του δεν κράτησε την Αρχιεπισκοπική εξουσία για τον εαυτό του, αλλά έσπευσε να την μοιραστεί με τους νέους Επισκόπους που πρότεινε και το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο εξέλεξε και χειροτόνησε, ώστε να διαποιμαίνεται με άνεση η Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, δημιουργούν τις συνθήκες αλληλοσεβασμού, αμοιβαίας αναγνώρισης και ουσιαστικής στράτευσης στο πνευματικό έργο. Βέβαια, αυτά όλα δικαιώνουν πρώτιστα την οξυδέρκεια του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, του οποίου επιλογή υπήρξε ο Σεβασμιώτατος κ. Μακάριος, αλλά και την στοργή και την μέριμνα της Πρωτόθρονης Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας προς τις Επαρχίες του Θρόνου, ιδίως τις πλέον κομβικές, όπως η Αυστραλία».
Επισήμανε ότι μετέβη στην Αυστραλία «με την ευκαιρία της Πρώτης Παναυστραλιανής Ιερατικής Συνάξεως. Ηταν μια ξεχωριστή ευκαιρία και πρωτόγνωρη εμπειρία για όλους, καθώς ποτέ προηγουμένως δεν είχε συγκεντρωθεί όλος ο Ορθόδοξος Κλήρος της Αυστραλίας σε μια κοινή σύναξη, προκειμένου να ενισχυθεί πνευματικά, να συζητήσει και να συμπροβληματισθεί σε φλέγοντα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος. Είμαι ευγνώμων στον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Μακάριο γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να είμαι εισηγητής, κυρίως όμως ως σύνεδρος να αφουγκρασθώ τον παλμό των ποιμένων της Αυστραλίας και να αποκομίσω πολλά διδάγματα. Βέβαια, δόθηκε η δυνατότητα και άλλων πνευματικών ευκαιριών, όπως μιας μοναστικής συνάξεως στην Ιερά Μονή Παντανάσσης, μιας Συνάξεως Νέων στην Ενορία Αναστάσεως Χριστού Kogarah, καθώς και μιας επετειακής εκδήλωσης με θέμα τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή στην ίδια Ενορία».
Αναφορικά αν υπάρχουν ομογενείς εκεί καταγόμενοι από την Επαρχία του, είπε «δόξα τω Θεώ, από πουθενά δεν λείπουν. Είχα την χαρά και την τιμή να συναντήσω τον Πρόεδρο της Ενωσης Θεσσαλών και την σύζυγό του, από τους οποίους πληροφορήθηκα τα όσα απασχολούν τους Θεσσαλούς αποδήμους, αλλά και τον αγώνα τους να κρατήσουν την Ενωση ζωντανή και ακμαία». Πρόσθεσε ακόμη, πως «ήταν η πρώτη μου επίσκεψη στην Αυστραλία και προσεύχομαι όχι η τελευταία».
Στην ερώτηση «τι κομίσατε πηγαίνοντας εκεί και τι αποκομίσατε φεύγοντας;», ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος ανέφερε: «ήθελα κυρίως να μεταφέρω το μήνυμα στους αποδήμους ότι δεν τους ξεχνάμε κι ότι υπάρχουν πολλοί στην Ελλάδα που τους πονούν και προσεύχονται γι’ αυτούς. Φεύγοντας άφησα πίσω ένα κομμάτι της καρδιάς μου. Και τούτο διότι έφυγα όχι απλώς γεμάτος συναισθήματα, αλλά κυρίως με την πεποίθηση ότι οι Έλληνες εκεί είναι περισσότερο Ελληνες από ό,τι εμείς στην πατρίδα και περισσότερο προσηλωμένοι στην Εκκλησία από ό,τι άλλοι στην Ελλάδα».
Περί Μητροπολίτη Λαρίσης Ιερωνύμου
Ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και από τη Θεολογική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Groningen Ολλανδίας με ειδίκευση στην Ιστορία του Δικαίου (Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως Έφεδρος Αξιωματικός στην Πολεμική Αεροπορία. Εργάσθηκε ως Δικηγόρος, παραιτούμενος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών λόγω κουράς και χειροτονίας.
Εκάρη Μοναχός την 7 Δεκεμβρίου 1997 στην Ιερά Μονή Αντινίτσης Φθιώτιδος από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Φθιώτιδος Νικόλαο. Διάκονος χειροτονήθηκε την 14 Δεκεμβρίου 1997 από τον μακαριστό Μητροπολίτη Φθιώτιδος Νικόλαο στον Ιερό Ναό Αγίου Ελευθερίου Αρεως Αθηνών. Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2000 από τον ίδιο ιεράρχη στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Λαμίας, χειροθετηθείς αυθημερόν σε Αρχιμανδρίτη. Χειροθετήθηκε Πνευματικός την 5η Δεκεμβρίου 2002 υπό του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου.