Γράφει ο Δρ Κωνσταντίνος Β. Ζορμπάς,
Γενικός Διευθυντής της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης.
Ο όρος «πολιτική θεολογία» είναι σχετικά νέος για τη Θεολογική Επιστήμη, αν και είναι γνωστή η μελέτη που δημοσίευσε γύρω στο 1920, με τίτλο: «Πολιτική Θεολογία», ο Γερμανός θεωρητικός Carl Schmitt. Υπάρχει μία καχυποψία γύρω από τον όρο «πολιτική θεολογία». Και δικαιολογημένα. Είναι αλήθεια πως πρόκειται για έναν όρο διφορούμενο, που αφήνει περιθώρια για παρεξηγήσεις και κατ’ επέκταση για βιαστικούς αφορισμούς.
Αναρωτήθηκα πολλές φορές: «Γιατί, άραγε, στον ορθόδοξο χώρο δεν ευδοκίμησε η πολιτική θεολογία;». Υπάρχουν πολλές ερμηνείες, παρά την πλούσια εσχατολογική και ευχαριστιακή αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας και την πλούσια δογματική και λειτουργική παράδοσή της. Πολλοί βλέπουν μία υποτονική παρουσία της Ορθοδοξίας στην πολιτική σφαίρα, συμπεριλαμβανομένης και της υποταγής της -κατά περιόδους- σε διάφορα αυταρχικά καθεστώτα, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι τη Σοβιετική Ένωση.
Στα Παλαιά Ρούματα του Δήμου Πλατανιά, όπου είχαμε τη χαρά να παρευρεθούμε με αφορμή την τιμητική εκδήλωση και τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Νικόλαου Ρενιέρη (1758-1847), την οποία φιλοτέχνησε ο Καλλιτέχνης – Γλύπτης Γιάννης Μαρκαντωνάκης, δόθηκαν κάποιες απαντήσεις.
Ο κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, Πρόεδρος της Βουλής, μετά τα αποκαλυπτήρια εκφώνησε μία σημαντική ομιλία για τον κοινοβουλευτισμό στην Ελλάδα, αναφερόμενος και στον ρόλο του Νικολάου Ρενιέρη, ο οποίος είχε διατελέσει πρώτος Πρόεδρος της Βουλής, της τότε επαναστατημένης Ελλάδας, ενώ ήταν ο άνθρωπος που υποδέχθηκε τον Καποδίστρια στην Ελλάδα.
Πέρα από τα ιστορικά, όμως, γεγονότα υπάρχουν κάποιες λέξεις κλειδιά στην ομιλία του κ. Προέδρου: ηρωισμός, κοινωνική αποδοχή, μέλλον. Το πιο σημαντικό, όμως, ερώτημα είναι: «Τι κάνει σήμερα τον άνθρωπο αλληλέγγυο», αλλά και πώς το βουλευτικό αξίωμα από «επιστάτης» και «προστάτης» μπορεί να επανεύρει το αρχικό ουσιαστικό περιεχόμενό του ως «παραστάτης» (Βουλευτής) του λαού, σημείωσε ο κεντρικός ομιλητής. Ο Νίκος Ρενιέρης υπήρξε όντως «παραστάτης» και στάθηκε όρθιος, παρά τις κατηγορίες, για τα δίκαια του λαού. Μέλος της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας» διαδραμάτισε επίσης σημαντικό ρόλο στις όποιες παρεμβάσεις, σε συνδυασμό με την αύξηση της επιρροής του φιλορωσισμού στη διάρκεια της απολυταρχίας του Όθωνα και συγκεκριμένα στην τριετία 1837-1840.
Δεν είναι της παρούσης να κάνουμε μία ανάλυση των παραπάνω, αλλά όλα αυτά εξηγούν ως έναν βαθμό ότι η πολιτική θεολογία αποτελούσε μία έμπρακτη δράση, η οποία είχε βαθιά χαρακτηριστικά που ξεκινούσαν από την τοπική κοινωνία προέλευσης και της ορθόδοξης πίστης του Νίκου Ρενιέρη. Με άλλα λόγια, θα λέγαμε ότι η όλη προσπάθεια χαρακτηρίζεται αφ’ ενός από το άνοιγμα του Ευαγγελίου στον έξω κόσμο με την προσπάθεια επικαιροποίησης και ενεργοποίησης των ευαγγελικών και χριστιανικών αξιών της δικαιοσύνης, της ειρήνης, της αλληλεγγύης και της στράτευσης στο πλευρό των φτωχών και εν γένει των θυμάτων της Ιστορίας και αφ’ ετέρου από τον διάλογο, την πρόσληψη, τον ευαγγελισμό και τη μεταμόρφωση του κόσμου.
Από την άποψη αυτή ο προβληματισμός του μακαριστού Κισάμου και Σελίνου κυρού Ειρηναίου Γαλανάκη για το θέμα της «πολιτικής θεολογίας» είναι άκρως επίκαιρος. Ερωτά ο ίδιος: «Υπάρχει θέμα πολιτικό, που να μην είναι στο βάθος του και ηθικό, θεολογικό; Μπορεί να υπάρχει αληθινή Δημοκρατία χωρίς την πνευματική υποδομή του Λαού που την ψηφίζει και των οργάνων που την ασκούνε; Και φτάνει, άραγε, μόνο ο στυγνός κομματικός φανατισμός (και παλληκαρισμός) για να κάνουν το χρίσμα και τα προσόντα ενός πολιτικού ηγέτη; Και μπορούν, άραγε, οι άνθρωποι του Κοινοβουλίου να μετρούνε τη ζωή και το μέλλον του Ελληνικού Λαού, μόνο με τις αγχώδεις τετραετίες του;»[1]. Αλλά δεν σταματά εδώ. Ασκεί αυτοκριτική και ερωτά: «Ποια είναι η πνευματική συμπαράσταση της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, στους ανθρώπους της Πολιτικής ηγεσίας, που σηκώνουν στους ώμους των την ευθύνη της μοίρας εκατομμυρίων ανθρώπων; Φτάνει, άραγε, ο τυπικός Αγιασμός και η «ορκωμοσία», που γίνονται μία φορά σε κάθε καινούρια Βουλή, για να εμπνεύσουν βαθύτερες σκέψεις και αποφάσεις στο έργο των πολιτικών μας ηγετών;»[2].
Φυσικά και ο δημόσιος πολιτικός χώρος δεν είναι εκκλησιακός, καθώς ο σκοπός του πρώτου, αν και είναι ανάλογος, διακρίνεται από εκείνον του δεύτερου, αλλά και οι δύο μπορούν να συμβάλουν δημιουργικά στην εμπέδωση των αξιών της πολυφωνίας και του πλουραλισμού και στον περαιτέρω εμπλουτισμό του πολιτικού χώρου.
Συγχαίρουμε και ευχαριστούμε τον Δήμο Πλατανιά και την Αντιδήμαρχο κα Ασπασία Λουπάκη για τη διαφορετική αυτή εκδήλωση στο πλαίσιο των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Φυσικά δεν μπορούμε να μην μνημονεύσουμε την αξιοσύνη των ανθρώπων του χωριού Παλαιά Ρούματα, οι οποίοι προοδεύουν και αποτελούν ένα ξεχωριστό παράδειγμα για την επιβίωση της ενδοχώρας της Κρήτης.
[1] Βλ. το βιβλίο μας Μεταμορφώνοντας τον κόσμο, Ορθόδοξος Ακαδημία Κρήτης, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2021, σελ. 202.
[2] Όπ. παρ., σελ. 204.