Του Θεόδωρου Καλμούκου
Εθνικός Κήρυξ
ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο νεοδιορισθείς κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Βοστώνης π. Γεώργιος Παρσένιος, διακεκριμένος καθηγητής της Καινής Διαθήκης στο πανεπιστήμιο Princeton (Πρίνσετον) της Νέας Ιερσέης, σε συνέντευξή του στον «Ε.Κ.» τόνισε πως «η γνώση της ελληνικής γλώσσας ανοίγει επίπεδα νοήματος και βάθους τα οποία δεν είναι προσβάσιμα με μετάφραση κι όχι μόνο στη μελέτη των Γραφών, αλλά επίσης στη Λειτουργική και Πατερική μας Παράδοση». Συμπλήρωσε πως «η μαθητεία της ελληνικής γλώσσας είναι ουσιώδες μέρος της θεολογικής εκπαίδευσης».
Σημειώνεται ότι ο π. Γεώργιος Παρσένιος μίλησε στον «Ε.Κ.» λίγο πριν την αποκάλυψη της παραίτησης του προέδρου της Σχολής, Γεωργίου Καντώνη.
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
«Εθνικός Κήρυξ»: Πάτερ Γεώργιε, πώς αισθάνεστε για τον διορισμό σας στην κοσμητεία της Σχολής;
Γ. Παρσένιος: Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία να επικοινωνήσω με τους αναγνώστες σας καθώς αναλαμβάνω αυτή την καινούργια και σοβαρή ευθύνη. Αισθάνομαι πολύ παρόμοια, όπως αισθάνθηκα όταν έγιναν ο ιερεύς της κοινότητας του Αγίου Δημητρίου στο Perth Amboy της Νέας Ιερσέης. Είμαι χαρούμενος και ανυπομονώ να αρχίσω την εργασία, αλλά αντιλαμβάνομαι το βάρος αυτής της θέσης. Είναι μεγάλο προνόμιο να εργασθώ στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού, αλλά συνοδεύεται με μία πολύ βαριά ευθύνη. Αισθάνομαι αυτή την ευθύνη εντονότατα.
«Ε.Κ.»: Με δεδομένα τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Σχολή κατά την παρέλευση των ετών και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει, τι σας έκανε να αφήσετε τη μόνιμη καθηγεσία σας στο επιφανές Πανεπιστήμιο Princeton και να πάτε στη Σχολή; Σκεφθήκατε καλά τι κάνατε και πού μπαίνετε;
Γ. Παρσένιος: Σπουδαίο ρόλο σ’ αυτή την απόφαση ήταν η επιθυμία της συζύγου μου να μετακομίσει πίσω στη Βοστώνη. Είναι κι εκείνη απόφοιτη της Σχολής και χαίρεται για την προοπτική της επιστροφής σ’ ένα περιβάλλον επικεντρωμένο στη Θεολογία και τη Λατρεία.
Τα μεγαλύτερα παιδιά μας είναι τώρα στο Κολέγιο και το μικρότερό μας είναι σε ηλικία που η μετακόμιση είναι ακόμα δυνατή. Οσον αφορά τα οποιαδήποτε προβλήματα που αναφέρατε, έχω εμπνευσθεί από την κατεύθυνση που έχει πάρει η Σχολή υπό την πνευματική ηγεσία του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ελπιδοφόρου, ιδιαίτερα με την πρόσληψη του προέδρου Γεωργίου Καντώνη.
«Ε.Κ.»: Θα μας λέγατε μερικές από τις προοπτικές και τις στοχεύσεις σας για τη Σχολή τα επόμενα πέντε χρόνια;
Γ. Παρσένιος: Η πιο κεντρική αποστολή της Σχολής είναι η ιερατική διαμόρφωση. Ως κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής, η εργασία μου είναι πολύ ξεκάθαρη: Να υποστηρίξω και βοηθήσω τα μέλη του Συλλόγου των Καθηγητών της Σχολής να πραγματώσουν αυτή την κεντρική αποστολή σε κάθε αίθουσα διδασκαλίας, σε κάθε Ακολουθία στο παρεκκλήσιο και σε όλα όσα κάνει η Σχολή. Εάν αυτή η αποστολή καθοδηγείται και προφυλάσσεται προσεκτικά, τότε τόσα άλλα πράγματα μπορούν να προκύψουν από αυτό. Ενας κορυφαίος προβληματισμός είναι η επιμόρφωση των ιερέων οι οποίοι ήδη υπηρετούν σε κοινότητες, για να μη σας πω μία μορφή εκπαίδευσης απευθυνόμενη στις κοινότητες γενικώς.
Εξ’ ίσου σπουδαία είναι και η εκπαίδευση των λαϊκών ηγετών είτε να στηρίζουν τη διακονία των κοινοτήτων, είτε να προχωρήσουν για ανώτερα πτυχία στη Θεολογία. Η εργασία μου είναι να βλέπω πως αυτή η κεντρική αποστολή του ιδρύματος εκπληρώνεται.
«Ε.Κ.»: Νομίζετε ότι οι φοιτητές της Σχολής οφείλουν να μαθητεύουν και γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα καλώς, λίαν ή άριστα για να μπορούν να μελετούν το πρωταρχικό κείμενο της Καινής Διαθήκης;
Γ. Παρσένιος: Αυτονόητα νομίζω ότι είναι σπουδαίο, αλλά αυτό δεν είναι μόνο η δική μου προσωπική προτίμηση. Ακόμα και Προτεστάντες και Καθολικοί φοιτητές Θεολογίας υποχρεούνται να μάθουν Ελληνικά ως μέρος των σπουδών τους, προκειμένου να διαβάζουν τα πρωταρχικά Χριστιανικά κείμενα. Δεν χρειάζεται κάθε ιερεύς να είναι φιλόλογος ή γλωσσολόγος. Μερικοί άνθρωποι αγωνίζονται με τη γλώσσα. Αλλά κι όταν ακόμα αγωνίζονται οι φοιτητές θα κερδίσουν κάτι. Το πιο σπουδαίο πράγμα είναι να διδαχθούν οι φοιτητές το λόγο για τον οποίον πρέπει να μάθουν ελληνικά. Η γνώση της Ελληνικής ανοίγει επίπεδα νοήματος και βάθους τα οποία δεν είναι προσβάσιμα στη μετάφραση κι όχι μόνο στη μελέτη των Γραφών, αλλά επίσης στη Λειτουργική και Πατερική μας Παράδοση. Η μαθητεία της ελληνικής γλώσσας είναι ουσιώδες μέρος της θεολογικής εκπαίδευσης.
«Ε.Κ.»: Τι σας προσέλκυσε στη μαθητεία και ειδίκευση της Καινής Διαθήκης;
Γ. Παρσένιος: Στο Κολέγιο έκανα τις βασικές μου σπουδές στα Κλασσικά, οπότε αφιέρωσα τη ζωή μου στη μελέτη της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Ιστορίας και Πολιτισμού. Παράλληλα με αυτή μου την αφοσίωση στον Αρχαιοελληνικό Κόσμο, είχα μία εκπληκτική θρησκευτική αφύπνιση στο Κολέγιο και άρχισα να ανακαλύπτω την πίστη μου πιο έντονα, ιδιαίτερα διαβάζοντας τη Γραφή. Όταν πήγα στη Θεολογική Σχολή και άρχισα να ασχολούμαι με περισσότερο τεχνικό τρόπο με την εξηγητική της Γραφής, αναπτύχθηκε φυσιολογικά η επιθυμία μου να πάω για κάποιο ανώτερο δίπλωμα στην Καινή Διαθήκη.
«Ε.Κ.»: Μιλώντας για την Καινή Διαθήκη ή και για τη Γραφή γενικότερα, είναι η αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο ή είναι λόγος περί αποκαλύψεως;
Γ. Παρσένιος: Η Γραφή είναι αμφότερα, η καταγραφή της αποκάλυψης και η ίδια η αποκάλυψη. Η Γραφή, κατ’ αρχήν είναι η καταγραφή του έργου της δημιουργίας και κατόπιν της σωτηρίας του κόσμου εν Χριστώ Ιησού. Γι’ αυτό η Γραφή είναι «κλειστή» και δεν μπορούμε να προσθέσουμε, ούτε να αφαιρέσουμε βιβλία. Το έργο του Θεού έχει τελειωθεί εν Χριστώ και η Γραφή είναι η καταγραφή αυτού του τελείου έργου. Αλλά όλη η ζωή της Εκκλησίας έχει δομηθεί για να μας φέρει σε κοινωνία με τον Θεό μέσω των μυστηρίων, της προσευχής και της άσκησης. Ενας από τους κορυφαίους τρόπους που ο Θεός μας έλκει προς τον εαυτό του και εξακολουθεί να απευθύνεται σε μας είναι ακριβώς μέσω της ανάγνωσης της Γραφής. Οπότε η Γραφή είναι και τα δύο και η καταγραφή της αποκάλυψης και το όχημα της αποκάλυψης.