Του Σταύρου Σ. Φωτίου
Καθηγητή Πανεπιστημίου Κύπρου,
Ιδρυτικού Μέλους της Κυπριακής Ακαδημίας
Ο θρησκόληπτος πιστεύει σε έναν Θεό τρομοκράτη, συνεπώς η σχέση Θεού και ανθρώπου είναι σχέση αφέντη και δούλου, κυρίου και υποτακτικού. Ο τρομερός Θεός προστάζει και ο φοβισμένος άνθρωπος εκτελεί. Σε περίπτωση απείθειας ή αποτυχίας του ανθρώπου να εφαρμόσει τις άνωθεν οδηγίες, η τιμωρία του είναι αμείλικτη: ασθένειες, φυσικές καταστροφές και μύρια άλλα κακά, αποτελούν συνέπειες της οργής του τρομοκράτη Θεού προς τον ανυπάκουο δούλο του. Χαρακτηριστικό, έτσι, γνώρισμα του θρησκόληπτου είναι ο φόβος: φόβος για τον Θεό, φόβος για το σώμα του, φόβος για βαθείς διαπροσωπικούς δεσμούς, φόβος για το καινούργιο.
Ο θρησκόληπτος φοβάται την ελευθερία, αρνείται την πνευματική ενηλικίωση, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη του για τα συμβαίνοντα στον κόσμο. Ως εκ τούτου, δεν αναμετράται με υπαρξιακές ανησυχίες, ηθικά διλήμματα, επώδυνες αποφάσεις. Για όσα τον απασχολούν θα αποφασίσει ένας γκουρού, ο οποίος έχει έτοιμες λύσεις για όλα τα θέματα. Αποτυγχάνοντας ο θρησκόληπτος να διαμορφώσει ορθά τον έσωθέν του κόσμο, προβάλλει τον θρυμματισμένο του εαυτό ως πλήρη κατάρρευση της έξωθεν κοινωνίας. Γι᾽ αυτό και είναι πεπεισμένος ότι επέρχεται το τέλος του κόσμου, ότι η αμαρτία των ανθρώπων δεν αφήνει άλλη επιλογή στον Θεό παρά μόνο τη σκληρή τιμωρία. Μια ζηλωτική περιχαράκωση, μέσα στην οποία συμφύρονται ο τρομοκράτης Θεός και ο τρομαγμένος άνθρωπος, η έλλειψη αυτογνωσίας και η απουσία κοινωνικότητας, η εξουσιολαγνεία του γκουρού και η αβουλία του οπαδού, η περιφρόνηση της ύπαρξης και η υποτίμηση του κόσμου, ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία: ιδού τι είναι η θρησκοληψία.
Ο θρησκόληπτος είναι ο μεγαλύτερος συκοφάντης του Θεού της χριστιανικής πίστης. Διότι ο Θεός του δεν έχει καμμιά σχέση με τον Θεό της ευαγγελικής εμπειρίας. Ο Θεός της Εκκλησίας είναι Θεός άφατης φιλανθρωπίας, Θεός που εισήλθε στον κόσμο για να προσφέρει στον άνθρωπο την πληρότητα: την αρμονική κοινωνία του με τον Θεό, τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του και τη φύση. Η βίωση της αυθεντικής ζωής επιφέρει την υπέρβαση κάθε μορφής θανάτου: υπαρξιακού, βιολογικού, κοινωνικού, οικολογικού. Όχι μόνο ο Θεός δεν ευθύνεται για το κακό και τον θάνατο αλλά, απεναντίας, είναι εκείνος ευαγγελίζεται τη νίκη επ᾽ αυτών.
Περαιτέρω, ο Χριστός δεν επιβάλλεται με τον φόβο. Η σχέση του με τον άνθρωπο είναι σχέση φίλου προς φίλο, διάλογος ελευθέρων προσώπων, που συνεργάζονται για μια παγκόσμια αδελφική κοινωνία. Ο Θεός της αγάπης και της ελευθερίας προσκαλεί τον άνθρωπο να βιώσει την ελευθερία που αγαπά και την αγάπη που ελευθερώνει.
Ως εκ τούτου ο πιστός αναλαμβάνει την ανέκπτωτη ευθύνη του για τον συνάνθρωπό του. Η ύπαρξη του άλλου αποτελεί ιδρυτική πράξη της ζωής· η παρουσία του συνιστά έναυσμα για ζωοποιό κοινωνία. Μια κοινωνία στην οποία διασώζεται η προσωπική μοναδικότητα και ταυτόχρονα βιώνεται κοινότητα ζωής. Πρόκειται για εισαγωγή στην τέχνη της αυτογνωσίας, στο άθλημα της κοινωνικότητας, στην επιστήμη της φυσικής θεωρίας. Υπαρξιακή στοχοθεσία η πνευματική ωρίμανση, η διαπροσωπική ώσμωση, η ανάπτυξη και καλλιέργεια ανθρωποποιών συνεκτικών δεσμών.
Τα πιο πάνω σημαίνουν ότι ο λόγος και η πράξη του Χριστού αγγέλλουν ελπίδα για έναν καινούργιο κόσμο, πίστη για τη συμφιλίωση και την καταλλαγή ανθρώπων και λαών. Πρόκειται για ένα όραμα ζωής που προάγει την ελευθερία και την αδελφοσύνη, που υπερασπίζεται κάθε εμπερίστατο άνθρωπο, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, χρώματος, θρησκείας, γλώσσας, έθνους, χαρακτηριστικών. Στους αντίποδες της θρησκοληψίας ο Χριστός απορρίπτει τον χωρισμό των ανθρώπων σε «οικείους» και «ξένους», αρνείται την αντιπαλότητα με βάση μια βιολογική ή πολιτισμική διαφορά. Με τον τρόπο αυτό προάγει την καθολική θεώρηση της ζωής, την αλληλοπεριχώρηση εν αληθεία ανθρώπου και κοινωνίας, τοπικού και παγκόσμιου, ενότητας και διαφοράς.
Ενάντια σε κάθε θρησκοληψία, οι πιστοί γνωρίζουν ότι το όνομα του Χριστού (Εμμανουήλ) σημαίνει ότι ο Θεός βρίσκεται στο πλευρό των ανθρώπων.