Του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Αννόβερο Γερμανίας
Ευκατάστατος μας λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ο νέος της ευαγγελικής περικοπής. Είχε τα πάντα για να ζει κατά κόσμον καλά. Όμως δεν αισθανόταν γεμάτος. Δεν ήταν πλήρως ικανοποιημένος. Μπορεί να είχε τακτοποιημένα όλα τα θέματα τα υλικά, όμως είχε και πνευματικές αναζητήσεις, μεταφυσικές, όπως λέμε σήμερα ανησυχίες. Ήταν πιστός και καλός γνώστης της πίστεως του. Είχε ακούσει σίγουρα πολλά για το Χριστό, για τη διδασκαλία του, τις αγαθοεργίες και τα θαύματα του και γι’ αυτό τον πλησιάζει πιστεύοντας πως έχει βρει τον κατάλληλο άνθρωπο για να συζητήσει τις ανησυχίες του. Και λέμε άνθρωπο, διότι η προσφώνηση του προς τον Ιησού “διδάσκαλε αγαθέ” δείχνει ότι δεν τον αναγνώριζε ως Θεό. Αυτό φαίνεται και από την απάντηση του Χριστού “τι με λέγεις αγαθόν; ουδείς αγαθός ειμί εις ο Θεός”, (Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός). Ήταν σαν να του έλεγε δηλαδή ότι, αφού δεν με αναγνωρίζεις ως Θεό, γιατί με ονομάζεις αγαθό, που αποτελεί ιδιότητα μόνο του Θεού!
Δεν τον αποπαίρνει όμως, κάθεται και τον ακούει διότι γνωρίζει ότι ο πόθος του για να μάθει ήταν βαθύς, οι οραματισμοί του έβγαιναν έξω από τα γήινα όρια, ήταν υπερκόσμιοι, η γλυκιά νοσταλγία και ο ασίγαστος έρωτας της αιώνιας ζωής ήταν εκείνα που ανέβασαν μέχρι τα χείλη του την ερώτηση “τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;” (Τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή).
Τώρα ήρθε η στιγμή να πάρει την κατάλληλη απάντηση μέσα από τρεις λέξεις μόνο “τας εντολάς οίδας”. Αν τις ζήσεις όπως πρέπει, αν τις εφαρμόσεις, θα εξασφαλίσεις την αιώνια ζωή. Οι εντολές του Θεού εκφράζουν το θέλημα του. Και ο νέος πραγματικά τις γνώριζε και γι’ αυτό και προς στιγμή χάρηκε γιατί πίστευε ότι τις είχε τηρήσει και είχε δίκιο να σκέφτεται έτσι, γιατί όντως είχε τηρήσει το γράμμα του νόμου, είχε αποφύγει όλα εκείνα που ο νόμος απαγόρευε. Δεν είχε κάνει κακό. Κι έτσι όμως, όπως θα τον διαβεβαιώσει ο Κύριος στη συνέχεια, δεν είχε εξασφαλίσει την σωτηρία του, τη αιώνιο ζωή, γιατί είχε τηρήσει μόνο το ένα μέρος, είχε εφαρμόσει μονάχα το αρνητικό μέρος της ηθικής του νόμου, δεν είχε κάνει κακό. Η συνέπειά του επομένως δεν ήταν πλήρης, δεν ήταν ολοκληρωμένη. Δεν είχε κάνει κακό, δεν είχε κάνει όμως και καλό.
Μας θυμίζει κάτι αυτό; Μήπως ίσως σε κάποιους, τον ίδιο μας τον εαυτό; Μήπως μας έρχονται στο νου λόγια που έχουμε ακούσει ή έχουμε πει οι ίδιοι, όπως: δεν σκότωσα, δεν έκλεψα, δεν έκανα κακό σε κανένα, μυρμήγκι να δω στο δρόμο μου, θα αλλάξω πορεία για να μην το πατήσω. Αλήθεια; Γιατί όμως γίνεται αναφορά σε μεγάλα εγκλήματα. Υπάρχουν και άλλα ανομήματα και άλλα παραπτώματα, κάποια από τα οποία είναι ισάξια του φόνου και της κλοπής. Εκτός αυτού όμως, όλα μικρά ή μεγάλα αποτελούν εκτροπή και επομένως είναι αμαρτία.
Δεν αναφέρομαι προσωπικώς αλλά γενικώς.
· Δεν είσαι εσύ εκείνος ή εκείνη που ενώ παρέχεις κατά τρόπο πληθωρικό τα υλικά αγαθά στην οικογένειά σου, εν τούτους δεν τιμάς το στεφάνι σου;
· Δεν είσαι εσύ που ενώ ακούς να συκοφαντείται ο συνάνθρωπός σου, όχι μόνο δεν αντιδράς αλλά συνεισφέρεις με την παραγωγική φαντασία σου;
· Δεν είσαι εσύ, που ενώ γνωρίζεις τις μεγάλες και αξεπέραστες ανάγκες του διπλανού σου, προσπερνάς αδιάφορος;
· Δεν είσαι εσύ που επειδή θεωρείς ότι αδικήθηκες στο μοίρασμα της πατρικής σου κληρονομιάς, και μπορεί να είναι κι έτσι, δεν μιλάς με τους γονείς σου και είσαι στα δικαστήρια με τα αδέλφια σου;
· Δεν είσαι εσύ εκείνος, που λερώνεις τα χέρια σου παίρνοντας κρυφά, κλέβοντας δηλαδή, από τη δουλειά σου πράγματα που δεν σου ανήκουν και το χειρότερο τις περισσότερες φορές η αξία τους είναι μηδαμινή;
· Δεν είσαι εσύ που χρησιμοποιείς κάποιες φορές οικτρά ψέματα ως δικαιολογίες;
· Δεν είσαι εσύ που ζήλεψες την προκοπή του συγγενούς, του φίλου, του διπλανού σου και φθόνησες;
Και για να αναφερθούμε και πιο στενά σ’ εμάς τους Χριστιανούς τους Ορθοδόξους.
· Δεν είσαι εσύ που ενώ βαπτίστηκες, δεν φροντίζεις να κρατάς ζωντανό το βάπτισμά σου με τον εκκλησιασμό και τη συμμετοχή σου στα μυστήρια της εκκλησίας μας, και ιδιαιτέρως στη Θεία Ευχαριστία;
· Δεν είσαι εσύ, που ενώ όπως οι περισσότεροι μπορούμε να απολαμβάνουμε όλα τα αγαθά του Θεού, σε περίοδο νηστείας του γυρνάμε την πλάτη και ουσιαστικά νηστεύουμε τα νηστήσιμα;
· Δεν είσαι εσύ που ενώ απολαμβάνεις τις ευεργεσίες του Θεού, περνούν ολόκληρα εικοσιτετράωρα και δεν κάνεις ούτε μια φορά το σταυρό σου, για να τον δοξολογήσεις και να τον ευχαριστήσεις;
· Δεν είσαι εσύ που με το προσωπείο του ταπεινού, του σεμνού, του καλού, του ήρεμου, του άγιου προσπαθείς να επιβληθείς στους άλλους, για να τους έχεις υπηρέτες σου και να περνάς καλά;
· Δεν είσαι εσύ που επικαλούμενος και προβάλλοντας τα δήθεν πνευματικά σου χαρίσματα, τεντώνεις το δάκτυλο για να δείξεις επιτιμητικά τον αδελφό σου; Ταλαίπωρε, δεν σκέφτηκες ποτέ πως ενώ εσύ δείχνεις με το ένα σου δάχτυλο περιφρονητικά τον αδελφό σου, την ίδια στιγμή τα τρία σου δάχτυλα δείχνουν εσένα!
· Δεν είσαι εσύ που ακούγοντας αυτά τώρα και επειδή πιθανόν ελέγχεσαι από τη συνείδησή σου, γιατί ευτυχώς διαθέτεις ακόμα συνείδηση, λες μέσα σου: “τι μας λέει αυτός τώρα, σάμπως είναι καλλίτερος;”
Ναι, εμείς είμαστε όλοι αυτοί. Εγώ, εσύ, ο άλλος, όλοι μας.
Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε χιλιάδες περιπτώσεις που δείχνουν τελικά πόσο μακριά είμαστε από το θέλημα του Θεού. Μετά απ’ όλα αυτά είναι εύλογο να δημιουργηθεί το ερώτημα. Και τι γίνεται λοιπόν; Όλοι είμαστε αξιοκατάκριτοι, κι επομένως κληρονόμοι της κολάσεως; Όχι βέβαια. Τι λέει ο Κύριος στην ευαγγελική περικοπή; Λέει ότι ο μόνος αγαθός, ο μόνος καλός είναι ο Θεός. Τι νομίζουμε λοιπόν ότι ο Θεός Πατέρας μας θα μας αφήσει έτσι; Τα πάντα σε τούτο εδώ τον κόσμο εξαντλούνται, τα πάντα αλλοιώνονται, τα πάντα μεταβάλλονται. Εκείνο που μένει ανεξάντλητο, αναλλοίωτο και αμετάβλητο είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Και γι’ αυτές τις άσχημες, τις κακές για εμάς περιπτώσεις μάς έχει τη λύση. Τι κάνουμε όταν ένα ρούχο λερωθεί; Το καθαρίζουμε, το πλένουμε. Κατά παρόμοιο τρόπο υπάρχει καθαριστήριο για τις ψυχές μας, όσο λερωμένες κι αν είναι. Υπάρχει πλυντήριο που δεν μπορεί να του αντισταθεί κανένας λεκές, κανένα λέρωμα. Υπάρχει το λουτρό της ψυχής που λέγεται Εξομολόγηση. Το πλυντήριο που χρησιμοποιείται σε αυτή την περίπτωση είναι το πετραχήλι του εξομολόγου και το καλύτερο απορρυπαντικό για όλους τους λεκέδες, όσο μεγάλοι κι αν είναι, απ’ όποια αιτία κι αν προέρχονται είναι τα δάκρυα της μετάνοιας.
Βλέπετε πόσο μας αγαπά ο Θεός. Για όλα μας έχει λύση. Για τα πάντα έχει προβλέψει. Όλα για την αγάπη του ανθρώπου. Και προσέξτε και τούτο. Όποιο πλυντήριο του κόσμου και αν χρησιμοποιήσουμε θα πρέπει κάτι να πληρώσουμε. Λίγο ή πολύ, δεν έχει σημασία. Στο πλυντήριο της εξομολόγησης, όχι μόνο δεν πληρώνουμε, αλλά αντιθέτως αμειβόμαστε κιόλας για τις ακαθαρσίες που αφήνουμε. Αμειβόμαστε με τη Χάρη του Θεού και από βρώμικοι και ξεπεσμένοι, γινόμαστε καθαροί και άρχοντες.
Για την εξομολόγηση λέει χαρακτηριστικά ο Άγιος Νεκτάριος: “Η εξομολόγηση από ηθική άποψη, είναι η μεγαλύτερη ευεργεσία της Εκκλησίας προς την Κοινωνία. Και, ο εξομολόγος είναι το πρόσωπο εκείνο στο οποίο καταφεύγει ο αμαρτωλός για να φανερώσει την καρδιά του, για να εμπιστευτεί και ν’ αποκαλύψει τα τραύματα της ψυχής του, να ζητήσει τη θεραπεία του και την ανακούφισή του. Ο πνευματικός είναι το μεσάζον πρόσωπο, που συνδέει τις ψυχές και συσφίγγει τους δεσμούς της συγγενείας, της φιλίας και της αγάπης. Ο πνευματικός είναι ο μόνος που μπορεί να συνδέσει τις ψυχές των γονέων και των παιδιών, των συζύγων, των αδελφών και συγγενών”.