Προσφώνησις τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἑορτήν τῆς Ἁγίας Εὐφημίας πρός τέσσαρες ὁμίλους Προσκυνητῶν ἐξ Ἑλλάδος καί ἐκ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων (Πάνσεπτος Πατριαρχικός Ναός, 11 Ἰουλίου 2023)
Ἱερώτατε ἀδελφέ Μητροπολίτα Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας κ. Ἱερώνυμε,
Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,
Εὐλαβέστατοι πατέρες,
Ἐντιμολογώτατοι Ἄρχοντες,
Προσφιλέστατοι προσκυνητές,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Μέ πολλή χαρά σᾶς ὑποδεχόμαστε στόν πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, στό ἱστορικό Κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἤλθατε ἀπό διάφορες περιοχές τῆς Ἑλλάδος, τήν Αἰτωλοακαρνανία, τήν Ἄρτα, τήν Λειβαδιά, τήν Ἐράτυρα Κοζάνης καί ἀπό τήν Μεγάλη Βρεταννία, τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Θυατείρων. Βρίσκεσθε στήν Πόλη μας μέ ἐπί κεφαλῆς εὐλαβεστάτους κληρικούς, καθηγητές, τήν κυρία Πρόεδρο τοῦ Συλλόγου «Ἄϊ Μάρκος Ἄρτας», ὅλοι σας εὐσεβεῖς προσκυνητές στόν πανίερο τόπο, ὅπου φυλάσσονται ἐπί μακρούς αἰῶνας τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Γένους μας. Ἐδῶ ὑπάρχει παντοῦ ἡ σφραγίδα τοῦ πολιτισμοῦ μας, τό ἀποτύπωμα τῆς εὐφυΐας καί τῆς εὐσεβείας τῶν προγόνων μας. Ἐδῶ ἀφουγκράζεται κανείς τόν σφυγμό τῆς ζωντανῆς ἱστορίας τοῦ Γένους καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Νιώθετε ἐδῶ τήν εὔλαλη σιωπή τοῦ δικοῦ μας, τοῦ δικοῦ σας, παρελθόντος. Τίποτε ἀπό αὐτά δέν εἶναι ξένο γιά σᾶς, ἀφοῦ κι ἐσεῖς δέν εἶσθε ξένοι ἐδῶ, στήν πνευματική μήτρα τοῦ Γένους. Ἔχουμε ἀκούσει πολλές φορές ἀπό προσκυνητές, ὅτι ὅταν βρίσκονται ἐδῶ στήν Πόλη δέν αἰσθάνονται ὅτι «ἦλθαν», ἀλλά ὅτι «ἐπέστρεψαν», ὅτι ξαναῆλθαν ἐδῶ ὅπου ἀνήκουν πνευματικῶς.
Τιμοῦμε σήμερα τήν ἱερά μνήμη τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, τά τίμια λείψανα τῆς ὁποίας φυλάσσονται στόν Πατριαρχικό μας Ναό, ἐδῶ πού εἴμαστε συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου μας. Δύο φορές τόν χρόνο ἐκτίθενται στόν σωλέα πρός προσκύνηση, τήν 11η Ἰουλίου, τήν ἐπέτειο δηλαδή τοῦ πολυθρυλήτου θαύματος τῆς Ἁγίας, καί τή 16η Σεπτεμβρίου, ἡμέρα τῆς τελειώσεως τῆς Ἁγίας Εὐφημίας διά τοῦ μαρτυρίου ὑπέρ τῆς πίστεως εἰς Χριστόν κατά τόν διωγμό τοῦ Διοκλητιανοῦ. Ὄπως πολλοί ἀπό ἐσᾶς θά γνωρίζουν, ἡ Δ’ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Χαλκηδόνος, τό ἔτος 451, ἐδογμάτισε καί διεκήρυξε, ἀπέναντι στόν μοναφυσιτισμό καί τόν νεστοριανισμό, τήν ἕνωση καί ἀλληλοπεριχώρηση τῆς θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, «ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως». Αὐτό τό μυστήριο τῆς θεανθρωπινότητος, τό ὁποῖο ἐνσαρκώνει καί ἐκφράζει σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις της ἡ εὐλογημένη ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐπεσφράγισε μέ τό θαῦμα της ἡ Ἁγία Εὐφημία. Ἐγράφησαν οἱ δύο Τόμοι γιά τή Χριστολογία, ὁ ὀρθόδοξος καί ὁ αἱρετικός, καί τοποθετήθηκαν μέσα στή λάρνακα τῆς Ἁγίας, πάνω στό στῆθος της. Ὅταν ἄνοιξαν τή λάρνακα, ὁ μέν Τόμος τῶν αἱρετικῶν βρέθηκε «κατερριμένος τοῖς ποσί» πεταμένος στά πόδια τῆς Μεγαλομάρτυρος, ἐνῶ ὁ Τόμος μέ τόν Ὅρο τῆς Χαλκηδόνος εἰς τάς «τιμίας χεῖρας»της. Ἡ Ἁγία τιμᾶται ἔκτοτε ὡς «δογμάτων τῶν πατρικῶν προστάτις».
Γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους, ἡ τιμή τῶν Ἁγίων ἀνήκει στόν πυρῆνα τῆς ταυτότητός μας. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἀκτινοβολοῦν τήν δόξα καί τήν λαμπρότητα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας Του. Οἱ ἑορτές καί οἱ πανηγύρεις τους, τά τίμια λείψανα καί οἱ ἱερές εἰκόνες τους, τά συναξάρια, ἡ ζωή καί τά θαύματά τους, ἡ ἀφοσίωσή τους στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν πηγή πνευματικοῦ πλουτισμοῦ γιά ἐμᾶς τούς πιστούς. Οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Ὅπως ἔχει γραφῆ, «ἡ Ἐκκλησία προχωράει στήν ἱστορία μέ τά βήματα τῶν Ἁγίων».
Δοξάζουμε τόν Θεόν τῆς ἀγάπης γιά ὅσα ἐπιδαψιλεύει στήν Ἐκκλησία Του. Ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο δέν ἐκτυλίσσεται, βέβαια, ἔξω ἀπό τήν ἱστορική πραγματικότητα καί τίς ἀντιφάσεις της. Ἀποστολή της εἶναι νά λειτουργῇ ὡς «τό φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. ε’, 14), νά ἀγωνίζεται ἀκατάπαυστα γιά τήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσή του. Ἐμεῖς ἐδῶ στήν Βασιλεύουσα δέν μετρᾶμε τά πράγματα καί τίς ἐξελίξεις μέ ποσοτικά καί ἐξωτερικά κριτήρια. Ὅλα βρίσκονται στά χέρια τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι «τό ἄλφα καί τό ὠμέγα, ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος, ἡ ἀρχή καί τό τέλος» (Ἀποκ. β’, 13). Ἐκεῖνος εἶναι «ἡ ὀδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰωάν. ιδ’, 6). Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἐγγύησις γιά τό παρόν τῆς Ἐκκλησίας καί γιά τήν εὐλογημένη πορεία της πρός τήν αἰώνιο Βασιλεία Του, «ὅπου ἦχος καθαρός ἑορταζόντων καί βοώντων ἀπαύστως “Κύριε, δόξα Σοι”!».
Αὐτή εἶναι ἡ χαρά καί ἡ ἐλπίδα μας, ἡ ὁποία βιώνεται μέ ἰδιαίτερη ἔνταση σέ κάθε Θεία Λειτουργία, πού πάντοτε ἀποτελεῖ μιά ἀναστάσιμη ἐμπειρία. Ἀπό ἐδῶ τρέφεται ἡ ἀμετακίνητη βεβαιότητα ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο εἶναι ἄρρηκτα καί αἰώνια συνδεδεμένο μέ τήν Πόλιν τῶν πόλεων, καί ὅτι οἱ ναοί καί τά προσκυνήματά μας καί τά ἁγιἀσματά μας θά παραμείνουν ἐσαεί τόπος ἀνακαινισμοῦ καί ἁγιασμοῦ καί θά χαρίζουν σέ ὅλους νάματα ζωῆς αἰωνίου.
Μέ αὐτές τίς σκέψεις καί μέ αἰσθήματα ἀγάπης καί τιμῆς, σᾶς καλωσορίζουμε ὅλους σας, φίλοι προσκυνητές, εὐχαριστοῦμε γιά τήν παρουσία καί τή συμπροσευχή σας στόν πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό καί στήν πανήγυρη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, ἀπό τό τίμιο σκῆνος τῆς ὁποίας πάντες «ρῶσιν ἀρυόμεθα ἀδαπάνητον», «τάς ψυχάς φωτιζόμεθα καί νοῦν ἐλλαμπόμεθα». Ὁ ἐν Τριάδι Θεός νά σᾶς εὐλογῇ καί νά σᾶς σκέπῃ, νά χαρίζῃ ὑγεία καί ὅλα τά σωτηριώδη δωρήματά Του σέ ἐσᾶς καί τούς ἀγαπημένους σας.
Χρόνια πολλά καί καλό καλοκαίρι!