10.5 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ: ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ (ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΙΜΒΡΟ -1955)

Σάν ἐμᾶς, μαζύ μέ μᾶς, ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, νοσταλγοί τῆς οὐρανίου
πατρίδος, θά ἐπιχειρήσουν, ἀπόψε, ἔξοδο ἀπό τήν χώρα τῆς φθορᾶς, και σάν ἐλάφια
διψασμένα θά πλημμυρίσουν τίς αὐλές τοῦ Κυρίου.

Μέσα στό ἡμίφως τῶν Ναῶν, μέσα στή θεία ἔξαρση τῆς ἱερῆς ὑμνωδίας,
μέσα στό πρᾶο πνεῦμα τῆς πρώτης αὐτῆς ἁγίας ἑσπέρας τοῦ Θείου Πάθους, ἴσως ἐνσυνείδητα,
ἵσως ἀσυναίσθητα, ἀναζητοῦμε τό σημεῖον ἐπαφῆς μέ τόν Θεόν.

Ὅπως ἡ μαγνητική βελόνη, τό σημεῖον τοῦ βορρᾶ, ὅπως τό ἀπογαλακτισμένο
βρέφος, τόν μητρικό κόλπο, ἔτσι ἡ καρδιά μας ἀπόψε, γεμάτη λαχτάρα ἐκεῖ
στρέφεται: στόν Θεόν.

Κι’ ἐνῷ,μέσα στή γαλήνη τῆς νυκτός, ἀνήσυχοι ἀναζητοῦμε,
προσπαθοῦμε νά προσανατολισθοῦμε, ἐντείνουμε τήν προσοχή ν’ ἀκούσουμε, να δοῦμε,
να ψηλαφίσουμε ἐνῷ ἐμεῖς πηγαίνουμε…

Ἰδού, ὁ Νυμφίος ἔρχεται.

Ἀπό τά βάθη τῆς αἰωνιότητος ξεκινᾶ. Ἀπό τά ὕψη τῆς θείας
μεγαλειότητος κατεβαίνει. Καί ἀπό τόν θρόνο τῆς κραταιᾶς βασιλείας, μέσα ἀπό τό
μονοπάτι τῆς ἀνοίξεως, τήν γαλανή αὐτή νύκτα, περνᾶ στήν περιοχή τῆς ζωῆς μας…

Ἔρχεται…

Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται…

Καί ἔρχεται, μέσα στήν ἀνοιξιάτικη νύκτα, μόνος. Χωρίς κανένα
ἐξωτερικό σημάδι τῆς θείας μεγαλωσύνης καί ἰσχύος. Ἔχουν μείνει πίσω οἱ
στρατιές τῶν ἀγγέλων, καί τά χερουβείμ ἔχουν κατακαλύψει, μέ τίς πτέρυγές τους,
τά πρόσωπά τους, γιατί δέν τούς εἶναι ἐπιτρεπτό νά δοῦν τό φρικτό θέαμα, τό
μυστήριο τό μέγα: τόν Μέγα Θεό, κενωμένο τήν λάμψι τῆς θεότητος, νά πορεύεται,
μέσα στη νύκτα, μόνος, πρός τούς ἀνθρώπους, πρός ἐμᾶς. Γιατί τῶν ἀνθρώπων, δικό
μας μέγα καί ἀδυσώπητο προνόμιο εἶναι τοῦτο: ἡ θέα τοῦ Θεοῦ, καθώς ἀπόψε σέ μᾶς
ἔρχεται!

Μόνος. Με γυμνά πόδια. Μέ ἁπαλά βήματα. Σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Υἱός
ἀνθρώπου. Περιβεβλημένος τήν κόκκινη χλαμύδα. Μέ τό καλάμι στό χέρι. Σάν αὐτό εὔθραυστος.
Στεφανωμένος, με στεφάνι ἀγκάθινο. Θλιμμένος πολύ. Ὡσάν νά εὑρίσκεται σέ ἐσχάτη
ἔνδεια. Τόσο, πού κινδυνεύουμε νά τόν λυπηθοῦμε.

Ὅμως, αὐτή τήν ἴδια στιγμή, πού λογαριάζουμε νά τόν λυπηθοῦμε,
ἡ σπουδαία εἴδησις τῆς μεγάλης βραδυᾶς, ἤρεμη καί παρήγορη, ἀλλά καί φοβερή σάν
σάλπιγγα Ἀρχαγγέλου, φθάνει στά βάθη τῆς ψυχῆς μας: ὅτι Ἐκεῖνος ἔρχεται.

Καί ὁ Ἐρχόμενος εἶναι Θεός.

Ἰδοῦ ὁ Θεός ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός…

Καί ἔρχεται πρᾶος καί γλυκύς, σάν τήν ἀνοιξιάτικη αὔρα. Ἀλλά
σταθερός καί ἀποφασιστικός καί τρομερός, σάν τήν ἀληθινή καί τελεία ἀγάπη, πού
εἶναι ἕτοιμη γιά ὅλα, πού θά μείνῃ ἐκεῖ ὥς τό τέλος, διεκδικώντας, μέ τό καλάμι
του, τήν ρομφαία του, ἕναν-ἕναν, ὅλους μας, μέχρι τόν τελευταῖο, ἀπό μᾶς τούς ἀνθρώπους,
διεκδικώντας σπιθαμή πρός σπιθαμή ὅλην αὐτήν τήν ἀπέραντη καί ὡραία χώρα τῆς
ψυχῆς μας, τήν εἰκόνα του, μέχρι τήν τελευταία κώχη τῆς ἀντιστάσεώς της.

Γι’ αὐτό. Ἐκεῖνος ἀπόψε ἔρχεται.

Καί ἔρχεται μόνος, σέ σένα μόνον, γιά σένα μόνον.

Πρός τά πλήση δέν ἔρχεται. Για τά ἀνώνυμα πλήθη δέν ἔρχεται.
Γιά ὅλους ἔρχεται. Ὅμως γιά τόν καθένα ξεχωριστά Ἐκεῖνος ἔρχεται. Κι’ ἔτσι γιά
τόν καθένα ἔρχεται, ὡσάν νά μήν ὑπήρχε ἄνθρωπος στή γῆ, παρά μόνον σύ, ὁ ἕνας,
γιά τόν ὁποῖον Ἐκεῖνος ἔρχεται.

Τόν ἀναζητοῦσες; Πρός Ἐκεῖνον ἐπήγαινες ἀπόψε; Λοιπόν, ἰδού Ἐκεῖνος
ἔρχεται.

Δέν τόν ἀναζητοῦσες; Πρός Ἐκεῖνον νά πορευθῇς δέν ἤθελες; Δέν
τόν περίμενες; Περιμένεις ὅλα τά ἄλλα πρόσωπα καί τά πράγματα εἰς τήν ζωή σου
καί Ἐκεῖνον δέν τόν περιμένεις; Ἀπόψε δέν τόν περιμένεις; Κανένα βράδυ τῆς ζωῆς
σου δέν τόν περιμένεις; Ὅμως, ἰδού Ἐκεῖνος ἔρχεται. Ἀπόψε ἔρχεται.

Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται.

Καί ἔρχεται σιωπηλός. Δέν ὁμιλεῖ, ἀπόψε. Οὔτε λέξι θά προφέρῃ.

Μόνον ἡ θεία Μορφή Του, ἔτσι μέ τό ἀγκάθινο στεφάνι, θά σταθῇ
ἀντίκρυ στή ζωή σου, καί μέσα στή νύκτα τό βλέμμα Του θ’ ἀναζητήσῃ τό δικό σου
βλέμμα, ὁπουδήποτε κι’ ἄν εἶναι αὐτό στραμμένο.

Καί τό βλέμμα Του- ὤ, τό θεῖο βλέμμα Του!-γεμᾶτο ἀγάπη,
κατανόησι καί συγγνώμη, χωρίς καμμιά κρίσι- γιατί δέν ἦλθε γιά νά κρίνῃ ἀλλά
γιά νά σώσῃ- αὐτό τό βλέμμα Του θά μᾶς καλέσῃ ἀπόψε ἀπό τόν δρόμο τῆς φυγῆς
πρός τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Γιά μιά ἀκόμη φορά θά μᾶς ζητήσῃ. Γιά μιά ἀκόμη
φορά θά μᾶς καλέσῃ σέ μετάνοια καί θά μᾶς προσφέρῃ τήν σωτηρία Του.

Ἴσως γιά πολλούς ἀπόψε ν’ ἀνοίξουν τά οὐράνια. Ἴσως γιά
πολλούς, πού θά προσηλώσουν ἀπόψε τό βλέμμα τους στό βλέμμα Ἐκείνου, ὅλα νά
τελειώσουν, ἀπόψε, ἐδῶ, κι’ ὅλα, ἀπ’ ἐδῶ, ἀπόψε, ν’ ἀρχίσουν. Ν’ ἀρχίσῃ μιά
καινούργια ζωή. Αὐτό Ἐκεῖνος ἀπόψε ἔρχεται καί φέρει: ζωή, καινούργια ζωή.

Ἀλλά Ἐκεῖνος ξεχωριστά γιά τόν καθένα ἔρχεται. Ἐπί τούτῳ γιά
τίς εἰδικές ἀνάγκες τοῦ καθενός ἔρχεται. Τό βλέμμα Του θά μιλήσῃ στόν καθένα
μυστικά.

Μόνος, σέ σένα καί σέ μένα, μόνους, ἔρχεται.

Καί εἶναι ὥρα ἐγώ νά σιωπήσω. Ἄλλωστε, τοῦτο μόνον ἀπόψε ἤθελα
νά πῶ: ὅτι Ἐκεῖνος ἔρχεται.

Ἄς κρατήσουμε ἄγρυπνη τήν ψυχή μας. Καί στή σιωπή καί τήν
περισυλλογή τῆς προσευχῆς ἄς περιμένουμε. Εἶναι ἡ ὥρα πού Ἐκεῖνος ἔρχεται.

Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός!

Ἐλέχθη ἐν τῷ Μητροπολιτικῷ Ναῷ Παναγίας Ἴμβρου. Ὁμιλία κατά
τήν ἀκολουθίαν τοῦ Νυμφίου, τᾖ 10ᾖ Ἀπριλίου 1955, Κυριακῇ τῶν Βαΐων.

Σχετικά άρθρα

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ