Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Ενοχλήθηκαν… ευσεβείς τινες εν Ελλάδι από την είδηση που δημοσίευσε στις 12 Ιουνίου 2010 η εφημερίδα Φιλελεύθερος της Κύπρου ότι από τον προσεχή Σεπτέμβριο στην Γ΄ Λυκείου «ο εκπαιδευτικός θα μπορεί να χρησιμοποιεί και άλλα μέσα εκτός από το βιβλίο των Θρησκευτικών». Σημειώνει ενδεικτικά ο καθηγητής Σταύρος Φωτίου ότι μπορεί να βάλει στους μαθητές να ακούσουν το τραγούδι «Ο εφιάλτης της Περσεφόνης» σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι και στίχους Νίκου Γκάτσου, που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα πιο οικολογικά τραγούδια που γράφτηκαν ποτέ.
Αλλά σκέπτομαι και τον σπουδαίο καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Νίκο Ματσούκα (1934–2006), ο οποίος είχε γράψει για ένα ξεχωριστό τραγούδι του Χατζιδάκι:
Η μπαλλάντα του Ούρι, σε στίχους Νίκου Γκάτσου και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, πέρα από την απαράμιλλη αισθητική δόνηση, που προσφέρει στον καθένα, αποτελεί μια ποιητική και μουσική δημιουργία με συνταρακτικές μεταφυσικές προεκτάσεις. Με έναν τρυφερό σπαραγμό, ελαφρό και απαλό ωστόσο, αλλά σε ένα κλίμα χαρμολύπης, ο παραπονούμενος μας λέει πως δεν μπορεί ν’ αρνηθεί τη μάνα γη αφήνοντας της ζωής το φως το ξανθό, και να πάει να σμίξει με τον ουρανό, αυτόν τον μακρινό φίλο. Δεν ξέρω άλλη ποίηση και μουσική, που να παριστάνουν τόσο ζωντανά και αληθινά το τραγικό σκίσιμο μακρινού φίλου ουρανού και μάνας γης. Προσωπικά —και αυτό αποτελεί αυστηρά προσωπική μου κρίση— μόνο στα περιώ- νυμα ιδιόμελα του Ιωάννη του Δαμασκηνού βρήκα μια τέτοια τραγική αλήθεια. (Νίκος Ματσούκας, Πολιτισμός αύρας λεπτής, Το Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 379)
Πάντως, ούτε ο Μάνος Χατζιδάκις θα φανταζόταν ποτέ, νομίζω, ότι θα αποτελούσε εξεταστέα ύλη για τους φοιτητές του καθηγητή της Δογματικής στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ Χρυσόστομου Σταμούλη.
Το κατ’ επιλογή υποχρεωτικό μάθημα είχε τίτλο: «Συναντήσεις Ι: Αντιβολές και αντανακλάσεις της Ορθόδοξης θεολογίας με το τραγούδι, την ποίηση και τη λογοτεχνία. Σπουδή στον Μάνο Χατζιδάκι, τον Ιωάννη Τσαρούχη, τον Γιώργο Θέμελη, τον Τάσο Λειβαδίτη και τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη» και στην ύλη του περιλαμβάνονταν τα βιβλία του Μάνου Χατζιδάκι Τα σχόλια του Τρίτου και Ο καθρέφτης και το μαχαίρι· του Γιάννη Τσαρούχη Εγώ ειμί πτωχός και πένης· και του Χρυσόστομου Σταμούλη Άσκηση αυτοσυνειδησίας. Μελετήματα Δογματικής Θεολογίας· Θεολογία και τέχνη και Η γυναίκα του Λωτ και η σύγχρονη Θεολογία.
Ο καθηγητής και μουσικός Χρυσόστομος Σταμούλης στον δρόμο που χάραξε ο δάσκαλός του, ο μεγάλος Νίκος Ματσούκας! Του διαλόγου της Θεολογίας με το σήμερα και τον πολιτισμό του. Απ’ όπου δεν μπορεί να λείπει ο Μάνος Χατζιδάκις. Εκείνος που μας εξήγησε τόσο εύστοχα γιατί είναι «ανακουφιστικό» το «Χριστός Ανέστη» σε μια Ελλάδα που σε ρυθμό εμβατηρίου δεν πεθαίνει ποτέ:
“Κι ήρθε ένα Μεγάλο Σάββατο, έτσι καθώς παρακολουθούσα τη λειτουργία της Αναστάσεως σαν τυπικός χριστιανός κι εγώ, μ’ όλες τις ένοπλες δυνάμεις παρούσες και γυαλιστερές, που μου ξαναθύμισαν το γνωστό εμβατήριο της εθνικής μας υπερηφάνειας «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» – τ’ άκουγα μέσα μου καθώς την ίδια στιγμή ηκούγετο το ανακουφιστικό «Χριστός Ανέστη», ενώ μερικοί εύζωνοι, τιμητική φρουρά, χαμογελούσαν αμήχανα και ηλιθίως. Σκέφθηκα, σαν κάτι να φωτίστηκε μέσα μου, εφόσον η Ελλάδα δεν πεθαίνει ποτέ, πάει να πει πως και ποτέ δεν θα αναστηθεί.
Πώς θα ’ναι αιώνια δίχως ανάσταση, μια και δεν δέχθηκε ποτέ της να πεθάνει. Τότες άρχισα να καταλαβαίνω, καθώς ο κόσμος έφευγε βιαστικά με το «Χριστός Ανέστη» στα χείλη του, και την Ελλάδα και το εμβατήριο και την Ανάσταση κατά κάποιο τρόπο.
Ψέματα η Ελλάδα πως τάχα δεν πεθαίνει ποτέ.
Ψέματα το εμβατήριο για μια μη θνήσκουσα Ελλάδα.
Ψέματα και η Ανάσταση για μια περίπτωση χώρας μη θνήσκουσας και μη αναστημένης, αλλά γενναίως επαρμένης.
Τώρα γιατί η Ελλάδα ειδικά βρίσκεται τόσο στενά συνδεδεμένη με τη γιορτή του Πάσχα, είναι ένα άλλο ερώτημα που απαιτεί μια κάποια απόκριση. Είτε από μας είτε από τους ασκητές του Αγίου Όρους. Κάτι περισσότερο θα γνωρίζουν αυτοί για μας, αφού έχουν την άνεση να μας παρατηρούν με ψυχραιμία χρόνια και αιώνες τώρα. Λοιπόν τα Πάσχα των Ελλήνων, ίσως λόγω στρατώνων, λόγω τσάμικου και λόγω φαλλοκρατικής λεβεντιάς που άνετα επιδεικνύουν οι πολιτικοί μας αρχηγοί όταν καταδέχονται με τόση «δημοκρατικότητα» να συγχορέψουν με τους φαντάρους και να τσουγκρίσουν πασχαλινά αυγά. (Άλλη μια μελαγχολική εικόνα της εθνικής μας εθιμοτυπίας που, θυμάμαι από παιδί, μου προκαλούσε μιαν ακατάσχετη διάθεση για κλάμα. Ένα κλάμα που δεν έλεγε να σταματήσει και που κανείς δεν θα ήταν σε θέση να εξηγήσει). Όπως και να το δούμε το «ψέμα», ένα είναι σίγουρο και αδιαφιλονίκητο: πως η Ελλάδα σε ρυθμό εμβατηρίου δεν πεθαίνει ποτές” (Το Τέταρτο, τχ. 1, Μάιος 1985)
[Από το βιβλίο του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου “ΤΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΚΑ”, Αθήνα 2023]