30.6 C
Athens
Παρασκευή, 4 Ιουλίου, 2025

Φιλαδελφείας Μελίτωνος: Εξόδιο δάκρυ χαιρετισμού στον Μοσχονησίων Κύριλλο

Μητροπολίτου Φιλαδελφείας Μελίτωνος

Τώρα πού ἡ αὐλαία μιᾶς ζωῆς, μιᾶς πορείας, ἔκλεισε διά παντός καί τό μέν γεηρόν σου σῶμα κατετέθη καί «τάφῳ σμικρῷ ξενοδοχεῖται» μετά τῶν γονέων σου καί τῶν ἀδελφῶν σου κατά σάρκα καί πάντων τῶν μακαριστῶν προγόνων μας Ἀγριδιανῶν, πλησίον τοῦ ἐκκλησιδίου τοῦ Ἁγίου Μοδέστου, ἡ δέ ἀθάνατος ψυχή σου κατέλαβε τήν ἡτοιμασθεῖσάν σοι μονήν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις, ἀδελφέ πεφιλημένε καί φίλε ἐπιστήθιε καί συμπατριῶτα ἐκλεκτέ, μακαριστέ Κύριλλε, δέξου ταπεινόν «ἐξόδιον ὕμνον καί ἐπιτάφιον ὠδήν» ἐκ καρδίας εὐγνώμονος καί ἀλγούσης ἐπί τῇ σῇ προσκαίρῳ ἀπωλείᾳ.

Σέ σένα, τόν ἀπό Μεγάλων Ἀρχιδιακόνων Μητροπολίτη τῆς ἱστορικῆς Σελευκείας καί τῶν κλεινῶν καί εὐλογημένων νήσων Ἴμβρου καί Τενέδου καί τῶν μαρτυρικῶν Μοσχονησίων Κύριλλον τόν Δραγούνην, ὀφειλετικόν χρέος ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης καί τιμῆς ἐκπληρῶν ἀναγράφω σοι τά εὐχαριστήρια, ἀνθ’ ὧν προσήνεγκες τῇ παντίμῳ Μητρί Μεγάλῃ Ἐκκλησίᾳ καί τῇ μαρτυρικῇ Ἴμβρῳ μας.

Τώρα πού σύ ἐν χώρᾳ, δεόμεθα, παραδείσου γεύεσαι «τοῦ καινοῦ τῆς Ἀμπέλου γεννήματος, τῆς θείας εὐφροσύνης», σέ θωρῶ ἔφηβο νεανία, παιδί τότε ἐγώ, στό Περιβόλι τοῦ νησιοῦ μας, στά Ἀγρίδιά μας, τό χέρσο χῶμα τῶν ὁποίων σκάλισε καί πότισε ὁ πατέρας σου Παναγιώτης καί ἡ μητέρα σου Μαρία, ὁ πατέρας μου Κωνσταντῖνος καί ἡ μητέρα μου Στυλιανή, καί οἱ ἀμέτρητοι συγχωριανοί πρόγονοί μας. Σέ θωρῶ στό Περιβόλι αὐτό, στήν Ἴμβρο μας, πού διηκόνησες ὡς Ἐπίσκοπος ἐπί 18 χρόνια καί πού τό καλλιέργησες μέ τήν ἰδική σου πρᾳότητα, μέ τό χαμόγελο, τό χιοῦμορ, τά πειράγματα, τήν ἐργατικότητά σου, τόν ζῆλό σου, μέ τήν ἐπιμονή καί μέ τό πεῖσμά σου. Καί πού ἐπέτυχες πολλά: τήν ἀνάπαυσι πολλῶν ψυχῶν ἀποκλήρων συμπατριωτῶν μας πού ἔμειναν μόνοι πιστοί φύλακες τῶν ὁσίων καί τῶν ἱερῶν μας-ἐνῷ  οἱ πολλοί ἀναγκαστήκαμε νά   ἐγκαταλείψουμε…-, τῶν τάφων τῶν πατέρων μας, καστροφύλακες, θά ἔλεγα, τῶν 7 χωριῶν μας, τῶν πεδιάδων, τοῦ κάμπου, καί τῶν λόφων καί ὀρέων μας, τοῦ Προφήτου Ἠλία, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τῆς Ἀρασιᾶς∙ τῶν ἠθῶν καί ἐθίμων καί τῶν παραδόσεών μας∙ τοῦ ὕφους καί τοῦ ἤθους καί τοῦ φρονήματος τῶν Ἰμβρίων∙ πού ἐπέτυχες τήν ἀνακαίνισι Ἱερῶν Ναῶν καί τῶν περισσοτέρων ἐρειπωμένων μέχρι τότε ἐξωκκλησίων μας καί τήν ἀνάστασι τῶν παλαιῶν Ἁγιορειτικῶν Μετοχίων, ὅπου τά πρῶτα ἑλληνικά σχολεῖα τοῦ νησιοῦ μας, στά ὁποῖα δίδαξαν Βαρθολομαῖος ὁ Κουτλουμουσιανός καί Νικηφόρος ὁ Γλυκᾶς. Σέ θωρῶ, Κύριλλε,  ἀκοίμητο Καστροφύλακα τῆς τιμίας παρακαθήκης μας, τῶν κοιμητηρίων καί τῶν διεσκορπισμένων καί «ἐν κοινῇ θέᾳ» τότε ὀστῶν τῶν πατέρων μας πού τά συνεκέντρωσες στό ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στό Κάστρο καί τά λιβάνισες. Σέ θωρῶ τήν 9ην Μαρτίου 2016, στό χωριό μας, ἐμπρός στήν Ὡραία Πύλη τοῦ Ναοῦ μας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, πού δεχθήκαμε ἀμφότεροι τήν ἀναγέννησι ἐν Χριστῷ, νά πλέκῃς τό ἐγκώμιο τοῦ εὐεργέτου τῆς Ἴμβρου καί τῆς παιδείας της Γέροντός μας Μητροπολίτου Μελίτωνος τοῦ Χατζῆ καί τοῦ συμπατριώτου Πατριάρχου μας Βαρθολομαίου καί νά ἀναφέρεσαι καί εἰς τήν ταπεινότητά μου, τήν ὁποία σύ, ἀποκλειστικά, τήν ἐπανέφερες ἀπό τήν «προσφυγιά» καί τήν ἐπαναπάτρισες, καί πού φρόντισες νά ἀνακαινισθῇ τό ἐρειπωμένο πατρικό μου σπίτι. Καί ὄχι μόνο. Βάλσαμο ὑπῆρξες τῆς πονεμένης καρδιᾶς μου.

                Μέ ἔκανες νά ἀγαπήσω καί πάλιν τήν Ἴμβρο καί ἀπό ξένος καί πρόσφυγας ἐπί πολλές δεκαετίες, νά γίνω καί πάλι οἰκεῖος. Ἐξεπλήρωσες τήν ἐπιθυμία μου καί πῆρες εἰδική ἄδεια νά τελέσω τήν Θεία Λειτουργία στό «κατειλημμένο» Ναΰδριό μας τοῦ Ἁγίου Νικόλαου στό Κάστρο, ναΰδριο μέ τό ὁποῖο μέ συνδέουν καί μέ συνοδεύουν πόνος καί δάκρυα καί τό θαῦμα τοῦ Ἁγίου, ὅταν δεκαετές παιδί μέ προέπεμπε μιά συννεφιασμένη βραδυά τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1964 «γιά τά ξένα» ὁ μακαριστός πατἐρας μου Κωνσταντῖνος καί πού ἄφησα τήν μάννα μου Στυλιανή μαζί μέ ἄλλες Ἰμβριώτισσες μάννες, νά κλαῖνε, νά ὀδύρωνται «μέ λυμένα» τά μαλιά καί νά κατευδώνουν μέ Ἰμβριώτικα «μοιρολόγια» τά ἀκουσίως ἐγκαταλείποντα τήν Ἴμβρο παιδιά των… Τί νά πρωτοθυμηθῶ ἀπό τήν μετέπειτα πορεία μας στήν Πατριαρχική Αὐλή, τήν φιλοξενία σου τίς ὀλίγες μέρες πρίν χειροτονηθῶ διάκονος στό σπίτι σου στό Φανάρι, καί τελευταία στήν Ἴμβρο μας, τήν στοργική σου συμπαράστασι στήν μετέπειτα ζωή μας…

                Τί σοί προσενέγκω, λοιπόν, αὐτή τήν ὥρα πού ὀ συμπατριώτης Πατριάρχης μας, μαζί μέ τόν συνοδοιπόρο σου  στήν Πατριαρχική Αὐλή Μητροπολίτη  Πριγκηποννήσων Δημήτριο, τόν Δημητράκη ὅπως στοργικά τόν ἀποκαλοῦσες καί τόν καμάρωνες, καί ἄλλους σεβασμίους Ἱεράρχας, τελοῦν τά ἱερά σου μνημοσύνα, στά Ἀγρίδιά μας, στό Περιβόλι μας… στό ὁποῖο σύ ἔμεινες πιστός «ἄχρι θανάτου».

Μέ ἕνα δάκρυ, ἁπλό, λοιπόν, ἀδελφικό, δάκρυ ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης, δάκρυ καυχήσεως καί ὑπερηφανείας ἐν Χριστῷ, δάκρυ πόνου καί στεναγμοῦ∙ μέ δάκρυ ἀναγνωρίσεως καί τιμῆς τῆς προσφορᾶς σου δροσίζω τόν νωπό τάφο σου. Πού τό συνοδεύει ὀ παρήγορος σοφός ὕμνος:  «ποία τρυφή διαμένει λύπης ἀμέτοχος» καί ὅτι «πάντα σκιᾶς ἀσθενέστερα, πάντα ὀνείρων ἀπατηλότερα»! Παραμόνιμος μόνον ἡ χάρις τῆς προσφορᾶς, τῆς ἀληθείας, τῆς καταξιώσεως∙ παραμόνιμον τό ἔλεος καί οἱ οἰκτιρμοί καί ἡ παράκλησις τοῦ Κυρίου.

Μᾶς συγκίνησες, ἀδελφέ μου,   μέ τήν καρτερία μέ τήν ὁποία ἀντιμετώπισες τήν περιπέτεια τῆς ἀσθενείας σου κατά τά τελευταῖα ἔτη, τόν χάριτι δοθέντα  «σκόλοπα τῇ σαρκί σου», πού τόν ὑπέμενες πονετικά, ὑπομονετικά, καί πού κάθε φορά ὅταν πήγαινες γιά αἱμοκάθαρσι μέ παρακαλοῦσες νά σοῦ ἀνάψω κερί καί  ὅταν θά «πῶ τό τραγοῦδι», ὅπως μοῦ ἐπανελάμβανες,  νά εὔχωμαι.

Αὐτό τό «τραγοῦδι» σοῦ ψέλνω σήμερα μαζί μέ ὅλους τούς ἀγαπήσαντάς σε, ὀδυρώμενος καί ἐκτενῶς δεόμενος. Τό χαριστήριο τραγοῦδι καί τόν παιᾶνα τῆς νίκης, πού παρά τό «πικρό κλᾶμα», εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός ἐξόδιος ὕμνος καί ἡ ἐπινίκιος ὠδή τοῦ δημιουργικοῦ προστάγματος: «ἀναστήσονται οἱ νεκροί καί ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις» τοῦ Περιβολιοῦ τῆς Ἴμβρου μας καί πάντες οἱ ἐν αὐτῇ «ἀγαλλιάσονται».

Καλή ἀντάμωσι, ἀδελφέ μας Κύριλλε, ἐκεῖ ὅπου δέν ὑπάρχει πόνος, λύπη,  στεναγμός, καί ὅλα τά παρομαρτοῦντα πάθη τῆς ματαιοπόνου ἐπί γῆς ἀνθρωπίνης πολιτείας∙ ἐκεῖ ὅπου βασιλεύει τό «ἄφραστον θαῦμα», τό ἀπερίγραπτον κάλλος τοῦ μόνου δικαίου καί τοῦ μόνου ἀληθινοῦ, τοῦ ζῶντος, τοῦ αἰωνίου, τοῦ παντοδυνάμου, τοῦ κυριάρχου ἀπολύτως, ὁ Ὁποῖος δέν «δεσμεύεται»∙ μόνον δεσμεύει καί  «τῇ ταφῇ Του ζωῆς τάς εἰσόδους διανοίγων». Ὁ Κύριός μας καί Σωτήρ Ἰησοῦς Χριστός, πού κατά τόν Προφήτην Ἀββακούμ «διακόπτει κράτος δυναστῶν, ὁμιλῶν τοῖς ἐν Ἅδῃ ὡς παντοδύναμος».

Αὐτοῦ τοῦ βασιλέως τῆς δόξης τό ἆσμα τῶν ἀσμάτων, τό «τραγοῦδι» τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, εὐχόμεθα νά συνεχίσῃς, ἀδελφέ μας Κύριλλε, νά ψάλλῃς πέριξ τοῦ Θρόνου τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου, μιγνύων αὐτό μέ τό «Ἀγριδιανό τραγούδι» τοῦ Ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου -πού τραγουδούσαμε παιδιά- «μέ τοῦ μαγιοῦ τίς μυρωδιές», -στίς 26 τοῦ ὁποίου Μαΐου ταξίδεψες διά  τά  θυμηδέστερα-, παραμένεις ὅμως «στήν αἰώνια μνήμη τῆς ἰδίας τῆς στοργῆς, ὡς εὐεργετούμενος», καθότι «ἔτσι ἤ ἀλλιῶς, ἐκ τῶν προτέρων ἤ ἐκ τῶν ὑστέρων, ὁ Χριστός εἶναι ἡ σωτηρία μας». Ἀμήν.

Δημοσιεύθηκε στην “Απογευματινή” Κωνσταντινουπόλεως

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ