Στις 29 Ιουνίου του 2019, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο Σύδνεϋ, πραγματοποιήθηκε με λαμπρότητα η τελετή ενθρονίσεως του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ.κ. Μακαρίου.
Με την ευκαιρία της συμπληρώσεως έξι ετών ευκλεούς ποιμαντορίας του Σεβασμιωτάτου, το Γραφείο Τύπου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας επιμελήθηκε ένα επετειακό οπτικοακουστικό αφιέρωμα, στο οποίο παρουσιάζονται συνοπτικά ορισμένες χαρακτηριστικές στιγμές της πολύκαρπης διακονίας Του στην πέμπτη ήπειρο.

ἐκ τοῦ Γραφείου τοῦ Πρωτοσυγκέλλου
Ἐπὶ τῇ Ἑορτῇ τῶν Ἁγίων,
Ἐνδόξων καὶ Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου
Τὴν παροῦσαν ἀκτινοβόλον καὶ χαριτόβρυτον ἡμέραν, καθ’ ἣν ἡ Οἰκουμενικὴ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴν ἔνδοξον μνήμην τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, τῶν θεοφωτίστων καὶ πρωτοκορυφαίων στύλων τῆς πίστεως, οἵτινες ἐφώτισαν τὴν οἰκουμένην διὰ τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Αὐστραλίας κλίνει μετὰ βαθείας εὐγνωμοσύνης και εὐχαριστεῖ τὸν Πανάγαθον Θεόν. Ὁμοῦ δὲ τιμᾷ μετὰ υἱικῆς χαρᾶς τὴν ἕκτην ἐπέτειον τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ Πνευματικοῦ ἡμῶν Πατρὸς καὶ Ποιμενάρχου, τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ.κ. Μακαρίου.
Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν, διακρίνομεν Ποιμένα ὅμοιον τῇ καρδίᾳ τῷ Χριστῷ, ὅστις «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (πρβλ. Ἰω. 10,11). Συνεχίζει δὲ νὰ ἐνσαρκοῖ, μετὰ ἀδιαλείπτου ἐπαγρυπνήσεως καὶ ἀνυποκρίτου ἀγάπης, τὸ ἱερὸν ἔργον τὸ ἀνατεθὲν αὐτῷ ὑπὸ τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τῆς σεβασμίας Μητρὸς ἡμῶν Ἐκκλησίας, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἡ Αὐτοῦ Σεβασμιότης οὐκ ἐκλήθη εἰς τιμὴν ἀπλῶς ἐκκλησιαστικῆς ἀξίας ἀλλὰ εἰς μίαν ζωὴν κενωτικῆς αὐτοθυσίας, προσφερομένης καθ᾽ ἑκάστην διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ποιμνίου, τὸ ὁποῖον Αὐτῷ ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός.
Πράγματι, ἡ νῆψις –ἡ ἄγρυπνος ἐκείνη νηφαλιότης, ἡ ἐξυμνουμένη ὑπὸ τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν– ἔχει χαρακτηρίσει τὸ Ἀρχιεπισκοπικὸν ἦθος τοῦ Ποιμενάρχου ἡμῶν. Ὡς ὑπενθυμίζουσιν οἱ νηπτικοὶ Πατέρες, ἡ νῆψις ἀποτελεῖ μίαν κατάστασιν πνευματικῆς προσοχῆς, μίαν συνεχή ἐπαγρύπνησιν ἥτις φυλάσσει τὴν καρδίαν ἀπὸ παντὸς περισπασμοῦ, διασφαλίζουσα ὅτι πᾶσα ἐνέργεια πηγάζει ἐκ τῆς ἁγνῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν λαὸν Αὐτοῦ. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, ἡ Αὐτοῦ Σεβασμιότης παρέμεινε πάντοτε ἐν ἐγρηγόρσει καὶ πλήρως συντονισμένος μετὰ τῶν ἀναγκῶν τῶν πιστῶν – οὐ μόνον εἰς πνευματικὰ καὶ μυστηριακὰ ζητήματα, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς καθημερινούς ἀγῶνας, τοὺς πόνους καὶ τὰς προσδοκίας των.
Ἐν τούτοις, αὕτη ἡ νηπτικὴ ἐπαγρύπνησις ἀσκεῖται οὐχὶ ἐν τῷ ἡσυχαστικῷ πλαισίῳ τοῦ μοναστικοῦ ἐγκλεισμοῦ, ἀλλὰ ἐντὸς τῶν ἀπαιτητικῶν καὶ συχνά συγκρουομένων προκλήσεων τῆς συγχρόνου ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας – ἐν μέσω ἀξιωματούχων καὶ πολιτικῶν, συναντήσεων καὶ ταξιδίων, μέσων ἐνημερώσεως καὶ διακυβερνήσεως. Παρόλα ταῦτα, παρὰ τὰς ἐξωτερικὰς προσδοκίας καί εὐθύνας τῆς θέσεώς του, ἡ Αὐτοῦ Σεβασμιότης παρέμεινεν ἐσωτερικῶς τεθεμελιωμένος ἐν τῇ ἀγρύπνῳ ἡσυχίᾳ τοῦ Χριστοῦ, διακρίνων τὸ οὐσιωδέστερον: τὸ νὰ ᾖ παρὼν εἰς πᾶσαν ψυχήν, νὰ ἀκούῃ πᾶν στεναγμόν, νὰ προσφέρῃ εἰς πάντα ἄνθρωπον τὸ λυτρωτικὸν ἄρωμα τῆς ἐλπίδος.
Κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν ἓξ τούτων ἐτῶν, ἡ πορεία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου οὐκ ἐχαρακτηρίσθη ὑπὸ αὐτοπροστασίας ἢ ἐπιθυμίας ἐλέγχου, ἀλλὰ ὑπὸ τῆς ριζικῆς παραιτήσεως ἐξουσίας πρὸς ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀκλόνητος ὑποστήριξις τοῦ νέου Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς, ὅστις –κἂν τυπικῶς περιορίζῃ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἐξουσίαν ἐνδυναμώνοντας τοὺς Ἐπισκόπους τῶν νεοσυσταθεισῶν Ἐπισκοπῶν – ἀποτελεῖ ἀπόδειξιν τῆς βαθείας ἐκκλησιολογικῆς του πεποιθήσεως: ὅτι ἡ φύσις καὶ ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας οὐ διαφυλάσσεται διὰ τῆς ἑδραιώσεως τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς συνεργίας καὶ, κυρίως, διὰ ἑνὸς συνοδικοῦ συστήματος διακυβερνήσεως, ὡς παρατηροῦμεν ἤδη ἐν ταῖς Πράξεσι τῶν Ἀποστόλων (πρβλ. Πρξ. 15).
Ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, σημειοῦμεν μετὰ σεβασμοῦ καὶ θαυμασμοῦ ὅτι εἰς πάσας τὰς ποιμαντικὰς αὐτοῦ ἐπιστολὰς καὶ ἐγκυκλίους, ἀκόμη καὶ ὡς Ἀρχιεπίσκοπος, ἀναφέρεται εἰς τοὺς συλλειτουργοὺς αὐτοῦ ἀρχιερεῖς οὐχὶ ἁπλῶς ὡς βοηθοὺς ἢ ὑφισταμένους, ἀλλὰ ὡς «ἀδελφούς». Μία προσφώνησις, ἥτις δηλοῖ τὴν εἰλικρινῆ αὐτοῦ ἐπιθυμία νὰ ὑπηρετῇ μετὰ τῶν συναδέλφων αὐτοῦ ἱεραρχῶν ἐν ἀδελφικῇ ἁρμονίᾳ καὶ μετὰ χριστοκεντρικῆς συναδελφικότητος. Αὕτη ἡ βαθέως ταπεινὴ ἐκκλησιαστικὴ θεώρησις ἀνακλᾷ οὐ μόνον μίαν θεολογικὴν ἀρχήν, ἀλλὰ μίαν βιωμένην δέσμευσιν: τοῦ ταπεινοῦσθαι τὸν ἑαυτὸν αὐτοῦ ἵνα ἀνυψῶνται οἱ ἄλλοι, τοῦ ἐξαφανίζεσθαι ἐντὸς τῆς διακονίας ἵνα ὁ Χριστὸς ἐμφανίζεται καθαρώτερον.
Εἰς πᾶσαν δυσκολίαν ἣν ὑπομένει, εἰς πᾶσαν πρόκλησιν ἣν προσλαμβάνει, καὶ εἰς πᾶσαν χαρὰν ἣν συμμερίζεται μετὰ τοῦ ποιμνίου αὐτοῦ, ἡ Αὐτοῦ Σεβασμιότης ἔχει ἀναδείξει τὸ κάλεσμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου νὰ «χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε» (Φιλ. 4:4). Πράγματι, ἡ χαρὰ αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἡ τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως ἢ τῆς προσκαίρου ἐπιτυχίας, ἀλλὰ ἡ βαθυτέρα χαρὰ τοῦ γνωρίζειν τὸν Χριστόν καὶ τοῦ ὑπηρετεῖν Αὐτὸν ἄνευ ἐνδοιασμοῦ, μετὰ τῆς ἐλπίδος τῆς ἐρχομένης Βασιλείας. Ταύτην τὴν ἐλπίδα, ἥτις οὕτω καθαρῶς φέρεται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, τὴν προσφέρει εἰς ἕκαστον ἡμῶν – καλῶν πάντας εἰς μέθεξιν τοῦ φωτὸς καὶ τῆς δυνάμεώς της.
Ὡς ἐκ τούτου, τὴν ἱερὰν ταύτην ἡμέραν, μίας ψυχῆς καὶ μιᾶς καρδίας, ὁ κλῆρος καὶ οἱ πιστοὶ ταύτης τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς ὑψώνουσι τὴν φωνὴν αὐτῶν εἰς δοξολογίαν καὶ εὐχαριστίαν πρὸς τὸν πολυεύσπλαχνον Θεὸν διὰ τὸ δῶρον ἑνὸς τοιούτου Ποιμένος. Παραμένομεν παντοτινῶς εὐγνώμονες πρὸς τὴν Αὐτοῦ Θειωτάτη Παναγιότητα τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, καὶ τὴν σεβασμίαν Σύνοδον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διὰ τὴν ἐμπνευσμένην καὶ προνοιακὴν ὁμόφωνον ἐκλογὴν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου, ἑνὸς ἀνδρὸς κεκαλλιεργημένου ὑπὸ τοὺς ἀσκητικοὺς κανόνας τῆς παραδόσεώς μας, ὅστις ἀνεδείχθη ἀληθινὸς ποιμὴν τῆς ἐποχῆς μας.
Εἴθε ὁ Χριστός, ὁ ἀληθὴς ἡμῶν Ποιμήν, ὁ Ἀκρογωνιαῖος Λίθος τῆς Ἐκκλησίας, νὰ χαρίζῃ εἰς τὴν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα τὸν Ἀρχιεπίσκοπόν μας πολλὰ ἔτη δυνάμεως καὶ χάριτος – εὐλογῶν τὴν ἱερὰν Αὐτοῦ διακονίαν, ὥστε νὰ συνεχίσῃ νὰ ὀρθοτομῇ τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, νὰ ποιμαίνῃ τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ μετὰ ἀγάπης καὶ σοφίας, καὶ νὰ ὁδηγῇ πάντας ἡμᾶς πρὸς τὴν χαρὰν καὶ τὴν εἰρήνην τῆς ἀτελευτήτου ἐκείνης ἡμέρας, ὅπου «ὁ Θεὸς ἔσται τὰ πάντα ἐν πᾶσι» (Α´ Κορ. 15:28).

«Με συγκλονίζει το γεγονός της ευθύνης την οποία επωμίζομαι και παράλληλα με διακατέχει η έγνοια για το πώς τελικά θα μπορέσω να φανώ αντάξιος αυτής της θείας ευεργεσίας». Λόγια από τα βάθη της καρδιάς του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ.κ. Μακαρίου, κατά την τελετή της ενθρονίσεώς του ανήμερα της εορτής των Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, το έτος 2019.
Έξι χρόνια παρήλθαν από τότε, χρονικό διάστημα πυκνό σε γεγονότα και προκλήσεις για την Ορθόδοξη Εκκλησία της πέμπτης ηπείρου. Έξι χρόνια όπου, απ’ την πρώτη ημέρα έως σήμερα, έχουν φανερωθεί στην πράξη το υψηλό αίσθημα ποιμαντικής ευθύνης, η πατρική αγάπη και η αδιάκοπη αγωνία του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Μακαρίου για το ποίμνιο που του εμπιστεύτηκε ο Θεός.
Με ανοιχτή προς όλους την αγκαλιά του, μη φειδόμενος κόπων και πόνων, ο Σεβασμιώτατος ανάλωσε εαυτόν υπέρ της πνευματικής οικοδομής και ενισχύσεως του χριστεπωνύμου πληρώματος της τοπικής μας Εκκλησίας. Συγχρόνως δε, ενέπνευσε τον ιερό Κλήρο και τον ευσεβή Λαό να εργάζονται με ακατάβλητο ζήλο για να διαδώσουν το φως της αληθείας στην ευρύτερη κοινωνία της Αυστραλίας.

Η συμπλήρωση, σήμερα, έξι ετών από την ενθρόνιση του Ποιμενάρχου μας δεν συνιστά απλώς μια προσωπική του επέτειο. Αποτελεί σταθμό επαναβεβαιώσεως της εν Χριστώ ενότητός μας, καθώς και της αφοσιώσεώς μας στην αποστολή να γινόμαστε «το φως του κόσμου», υπό τη σεπτή καθοδήγηση του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Μακαρίου.
Ως εκ τούτου, με αισθήματα ευγνωμοσύνης προς τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο και την περί Αυτόν Αγία και Ιερά Σύνοδο, για την εκλογή του Σεβασμιωτάτου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αυστραλίας, καταθέτουμε την υιική αγάπη και τον σεβασμό μας προς τον Ποιμενάρχη μας και προσευχόμαστε με θέρμη για τη σωματική και πνευματική του υγεία, ώστε να συνεχίσει απερίσπαστα τη θεοφιλή διακονία του προς δόξαν Θεού και σωτηρίαν των ψυχών ημών.

Εις έτη πολλά, ευλογημένα και καλλίκαρπα, Σεβασμιώτατε! Πάντοτε Άξιος!
Εκ της συντακτικής ομάδος του «Βήματος», της Ι. Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας