Μητροπολίτου πρ. Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
“Θεόν οὐδείς ἐώρακεν πώποτε” (Ἰω. 2,18)
Ὡς γνωστόν, τά διάφορα ρεύματα καί τῆς ζωγραφικῆς ἔχουν βαθείας ρίζας καλλιτεχνικάς εἰκονογραφικοῦ, μορφολογικοῦ καί εἰκονολογικοῦ χαρακτῆρος.
Οὕτως μεταξύ τῶν διαπρεπῶν ἐκπροσώπων π.χ. τῆς ἀφηρημένης ζωγραφικῆς, εὑρίσκονται οἱ Wassily Kandinsky καί Hilma af Klint.
Kαί αὐτοί ἦσαν ἐπιρρεασμένοι ἐκ τοῦ θεολογικοῦ ρεύματος τῆς Θεοσοφίας. Αὔτη δέ εἶναι ἕν σύστημα ἀποκρυφιστικῶν δοξασιῶν μέ ἕν συγκριτικό ἀλλά καί συνεκτικό χρακτῆρα, ἕν σύστημα τό ὁποῖον στηρίζεται εἰς τήν πεποίθησιν ὅτι ρινήματα τῆς θεϊκῆς καί αἰωνίας ἀληθείας ἠμποροῦν νά ἀναζητηθοῦν εἰς ὅλας τάς θρησκείας (R. Steiner, H. Blavatsky).
Οἱ ὀπαδοί της ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Θεοσοφία εἶναι “τό σῶμα τῆς ἀληθείας” καί ἀποτελεῖ τήν βάσιν ὅλων των θρησκειῶν τῆς ἀνθρωπότητος. Καί ὁ W. Kandinsky (1866-1944) ἦτο διαπρεπής ρῶσος ζωγράφος καί θεωρητικός τῆς τέχνης ἀπό τούς σημαντικοτέρους καλλιτέχνας τοῦ 20οῦ αἰῶνος καί πρωτοπόρος τῆς ἀφαιρέσεως. Ἔλαβε μέρος σέ ὡρισμένα ἀπό τά σημαντικότερα ρεύματα τῆς μοντέρνας τέχνης εἰσάγων ἰδικάς του κενοτομίας καί μίαν νέαν ἀντίληψιν ζωγραφικῆς, καταγράφοντας ἕνα πλοῦτον θεωριῶν εἰς τήν πραγματείαν “τό πνευματικόν εἰς τήν τέχνην”. Ἦτο σύντροφος τῆς ἀξιολόγου γερμανίδος ζωγράφου G. Münter.
Διάφορος ἦτο ἡ περίπτωσις τῆς H. af Klint. Μέχρι πρό ὀλίγων ἐτῶν οὐδείς σχεδόν ἐγνώριζε τήν σουηδόν καλλιτέχνιδα γεννηθεῖσαν το 1862, τήν ἀφηρημένην ζωγράφον, ἱδρύτριαν τῆς Θεοσοφικῆς Ἑταιρείας (1875) καί μέλος τῆς ὁμάδος τῶν πέντε (Blaue Reiter).
Τά ἀφηρημένα ἔργα της προηγοῦνταν τῶν τοῦ Kandinsky καί P. Mondrian. Προηγουμένως ἐξετέλεσε τοπεῖα, βασικά σχέδια, πορτραῖτα καί παραστάσεις. Εἰς τά ἔργα της ὑπάρχουν σύμβολα καί ψηφιακαί λέξεις, γεωμετρικά σχήματα. Ἔργα τῶν Kandinsky καί τῆς Hilma συναντήθησαν εἰς μίαν ἔκθεσιν τοῦ Ντύσσελντορφ, περισσότερα ἀπό 126 λάδια, ὑδατογραφίας καί σχέδια συσσωρεύει ἡ συλλογή τέχνης ἐν Nordrhein-Westfalen. Ἤδη δέ ἡ Hilma πρό ὀλίγων ἐτῶν ἐζωγράφιζεν ἀφηρημένως. Ἡ καλλιτέχνις ὤριζεν δέ ὅτι οἱ τεράστιοι πίνακές της πρέπει νά ἐκτεθοῦν 20 ἔτη μετά τόν θάνατόν της. Διότι ὁ κόσμος δέν ἦτο κατά τήν γνώμην της εἰσέτι ἔτοιμος διά μίαν νέαν μορφήν τέχνης τοιαύτην.
Πολλά ενώνουν ἀμφοτέρους τούς καλλιτέχνας ὡς ἡ γοητεία τῆς ἀνακαλύψεως τῶν ραδιενεργῶν ἀκτίνων. Τό 1917 ἡ Hilma ἐδημιούργησεν τήν “ἀτομικήν σειράν” αὐτῆς μέ λεπτά γεωμετρικά σχέδια ἀπό κύκλους ἀκτίνας καί οὐράνια σώματα ὡς ὑδατογραφίας καί μολύβι. Κατά τόν Kandinsky κατεστράφη διά τῆς ἀνακαλύψεως ἡ γνωστή τάξις τοῦ κόσμου. Ἀμφότεροι οἱ καλλιτέχναι ἦσαν γοητευμένοι ἐκ τοῦ πνευματισμοῦ καί τῆς Θεοσοφίας. Εἰς τά ἔργα των ἔχουν χριστιανικά μοτίβα ὡς τόν σταυρόν καί τήν περιστεράν. Κατά τό διάστημα τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ἡ Hilma ἐδημιούργησεν τρεῖς τεραστίους πίνακας, ἔγχρωμα τρίγωνα καί κύκλους ἐκ χρυσοῦ καί μεταλλικοῦ χρώματος τήν ἀπάντησιν αὐτῆς εἰς τά παγκοσμίως γενόμενα. Αἱ εἰκόνες ἐπρόκειτο νά εἶναι εἷς χῶρος προστασίας εἰς χρόνους ἀνάγκης. Ὁ Kandinsky καί ἡ Hilma ἐθεώρουν τόν χρόνον ὡς κύκλον, ἔνθα μέλλον καί παρελθόν πρό ἤ μετά συμπίπτουν.[1] Ὁ πίναξ ἀνδρικοῦ τριγώνου τῆς Hilma θά ἠδύνατο ἴσως νά ἐρμηνευθεῖ ὡς ἐπίθεσις τοῦ ἄρρενος εἰς τό θήλυ διά τῆς εἰσχωρήσεως τοῦ τριγώνου εἰς τόν κύκλον.
[1] M. L. Steinig, Die Frau in Kandinskys Schatten, Publik Forum 1 (2024) 55.