5.4 C
Athens
Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου, 2025

Διεθνές Συνέδριο στην Αυστρία: Δεν έγινε σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας

«1054 – Ἔγινε πράγματι τό Σχίσμα μεταξύ τῆς Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Ἐκκλησίας;»

Διεθνές Συμπόσιο στήν Αὐστρία ἀπήντησε: Ὄχι

Γρηγορίου Λαρεντζάκη

Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Graz

Ἄρχοντος Μεγάλου Πρωτονοταρίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου

Διεθνές Συμπόσιο στή Αὐστρία, τό ὁποῖο διοργάνωσε ὁ Σύνδεσμος τῶν καθηγητῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῶν Πανεπιστημίων τῆς Αὐστρίας σέ συνεργασία μέ τό Ἰνστιτοῦτο Ἱστορίας-Τμῆμα Θεολογίας καί Ἱστορίας τῆς χριστιανικῆς Ἀνατολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Βιέννης καί μέ τό Ἵδρυμα ΠΡΟ ΟΡΙΕΝΤΕ ἐξέτασε τό σοβαρό αὐτό θέμα τοῦ Χριστιανισμοῦ γιά νά δοθεῖ μιά ἐνδελεχής καί ἐπιστημονικά κατοχυρωμένη ἀπάντηση στό θέμα αὐτό, τό ὁποῖο ἀπασχολεῖ καί ταλαιπωρεῖ τίς Ἐκκλησίες μας σχεδόν χίλια χρόνια.

Τό Συμπόσιο αὐτό πραγματοποιήθηκε στούς χώρους τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Βιέννης τήν 16η καί 17η Ἰανουαρίου 2025 βάσει προεργασίας τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τῶν καθηγητῶν Michaela Sohn-Kronthaler, Γρηγορίου Λαρεντζάκη, Θωμᾶ Νémeth καί Dietmar Winkler.

Ἡ Πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου τῶν καθηγητῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῆς Αὐστρίας Καθηγήτρια Michaela Sohn-Kronthaler (Graz) κατά τήν ἐναρκτήρια ὁμιλία της ἐξῆρε τόν σκοπό καί τήν σημασία τοῦ Συμποσίου: «Τό Συμπόσιον ἔχει σκοπό νά ἐξετάσει ἀπό ἱστορικῆς καί οἰκουμενικῆς σκοπιᾶς τί ἀκριβῶς συνέβη τό 1054 στήν Κωνσταντινούπολη. Διότι, ἐάν ἐκεῖνο τό ἔτος καί βάσει τῶν νεωτέρων ἐρευνῶν, μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας δέν ἔγινε τό Σχίσμα, τότε οἱ Ἐκκλησίες μας εὑρίσκονται οὐσιαστικά σέ τελείως διαφορετική σχέση. Ὁ Οἰκουμενικός Διάλογος θά κέρδιζε μία τελείως νέα ἀφετηρία καί ὁπωσδήποτε πιό ἐλπιδοφόρες προοπτικές.»

Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἀπέστειλε στήν Πρόεδρο τοῦ Συνδέσμου τῶν Καθηγητῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας Αὐστρίας καθηγήτρια Michaela Sohn-Kronthaler ἐγκάρδιο καί ἐνθαρρυντικό Μήνυμα-Χαιρετισμό γιά τήν διεξαγωγή τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ Συμποσίου, τό ὁποῖον ἀνέγνωσε σέ γερμανική μετάφραση ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Αὐστρίας Ἀρσένιος.

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος μ.ἄ. ἀνέφερε: «Χαιρετίζομεν ὁλοκαρδίως τήν πραγματοποίησιν τοῦ διεθνοῦς Συμποσίου „1054 – Gab es wirklich ein ‚Schisma‘ zwischen Ost- und Westkirche?“ (1054-Ἔγινε πράγματι ἕνα Σχίσμα μεταξύ τῆς Ἀνατολικῆς καί τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας;)… Ὡς ἐκ τούτου, ἀναγνωρίζομεν τό σημαντικόν ἔργον τῶν μελῶν τοῦ Συνδέσμου Καθηγητῶν Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῶν ἐν Αὐστρίᾳ Θεολογικῶν Σχολῶν καί συγχαίρομεν πάντας ὑμᾶς. Ἰδιαιτέρας συγχαρητηρίους εὐχάς ἀπευθύνομεν πρός τό διαπρεπές μέλος τοῦ ὑμετέρου Συνδέσμου, τόν Ἐντιμολογιώτατον Ἄρχοντα Μέγαν Πρωτονοτάριον τοῦ καθ’ ἡμᾶς Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κύριον Γρηγόριον Λαρεντζάκην διά τό ἔργον του καί συγχρόνως τόν ἐνθαρρύνομεν ὅπως συνεχίσῃ τήν καλλίκαρπον διακονίαν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης. Συγχαίρομεν, ἐπίσης, τό Ἵδρυμα PRO ORIENTE διά τήν ἐπί ἑξηκονταετίαν συνεχῆ καί ἀξιόλογον αὐτοῦ μαρτυρίαν, ὅπως καί τόν νέον Πρόεδρον αὐτοῦ Πρέσβυν κύριον  Clemens Koja, εὐχόμενοι τήν ἀπό Θεοῦ ἐνίσχυσιν πρός συνέχισιν τοῦ θεαρέστου ἔργου τοῦ οἰκουμενικοῦ τούτου θεσμοῦ.» Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ὑπενθύμισε, ὅτι τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον εἶναι πρωτεργάτης τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καί ὅτι εἶναι ἐνήμερον «τῶν τελευταίων  σχετικῶν δημοσιευμάτων καί τῆς εὐρυτέρας ἐπιστημονικῆς συζητήσεως, ἡ ὁποία ἐξετάζει ἐπισταμένως τά ἱστορικά γεγονότα καί καταλήγει εἰς τό συμπέρασμα ὅτι δέν συνετελέσθη „κατ’ ἀκρίβειαν„ σχίσμα μεταξύ Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Ἐκκλησίας μέ συγκεκριμένας κανονικάς καί συνοδικάς πράξεις, ἀλλά „ἀπομάκρυνσις„  καί  „ἀποξένωσις„ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία σταδιακῶς ἀποξενοῦτο ἐξ αἰτίας δυσχαιρῶν ἱστορικῶν συγκυριῶν καί κρίσεων, ὁδηγήσασα τελικῶς εἰς διάρρηξιν κοινωνίας.» Ἡ ἐπακριβῶς καί ἐν συντομία περιγραφή αὐτή τῆς καταστάσεως τῶν σχέσεων τῶν Ἐκκλησιῶν μας ὡς τραγωδία τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας, εἶναι ἀπαράδεκτη. Γιά τόν λόγο αὐτό, τονίζει ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, «ὀφείλομεν νά συνεχίσωμεν μέ ὅλας τάς δυνάμεις μας τήν χριστοτερπῆ προσπάθειαν διά τήν ὑπέρβασιν τῆς διαιρέσεως καί τήν ἐπίτευξιν τῆς ποθεινῆς ἑνότητος.» Εἶναι ἐνδιαφέρον καί πολύ ἐνθαρρυντικόν, ὅτι ὁ Παναγιώτατος εἰς τήν προσπάθειαν αὐτήν τοποθετεῖ καί τάς ἐργασίας τοῦ Συμποσίου τοῦ Συνδέσμου τῶν καθηγητῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῆς Αὐστρίας, ἀναγνωρίζοντας ὅτι « Ἡ ἐπιστημονική ἐνασχόλησις τοῦ διεθνοῦς ὑμῶν Συμποσίου μετά τοῦ ἀνωτέρω ζητήματος ἀποτελεῖ σημαντικήν συμβολήν καί σηματοδοτεῖ μίαν νέαν ἀφετηρίαν εἰς τήν πορείαν τοῦ διαλόγου τῶν δύο Ἐκκλησιῶν.» Αὐτός ἦταν καί ὁ σκοπός τῶν διοργανωτῶν, οἱ ὁποῖοι καί θά ἐνστερνισθοῦν καί τήν πρόταση αὐτή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου πρός συνέχισιν τῶν ἐπιστημονικῶν προσπαθειῶν των. Καί καταλήγει ὁ Παναγιώτατος: «…. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, εὐλογοῦμεν τήν ἔναρξιν του σημαντικοῦ τούτου Συμποσίου, ἐπικαλούμενοι ἐπί τούς διοργανωτάς, τούς συμμετέχοντας ἐκλεκτούς ἐπιστήμονας καί πάντας τούς παρευρισκομένους καί συμπνευματιζομένους τήν πλουσιόδωρον χάριν καί τό ἀμέτρητον ἔλεος τοῦ Θεοῦ τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης.»

Τό Μήνυμα αὐτό τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου ἔγινε δεκτό μέ μεγάλη ἱκανοποίηση, ἐπικυρώνοντας γιά μιά ἀκόμη φορά ὅτι τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον εἶναι «εἷς ἐκ τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς ΟΙκουμενικῆς Κινήσεως» καί δίδοντας «ἰδιαιτέραν ἔμφασιν καί βαρύτητα εἰς τήν προαγωγήν τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀληθείας μετά τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας.»

Ὁ χαιρετισμός τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου Αὐστρίας Ἀρσενίου καί Ἐξάρχου Οὐγγαρίας καί Μεσευρώπης ἦταν ἐπίσης πολύ ἐνθαρρυντικός. Συνεχάρη τόν  Σύνδεσμο τῶν Καθηγητῶν Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῆς Αὐστρίας καί ἐτόνισεν, ὅτι ἡ ἐπιστημονική ἐνασχόληση μέ τό σημαντικό αὐτό θέμα τῶν σχέσεων τῶν δύο ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας ἔχει μεγίστη σημασία καί συνέπειες γιά ἑκατομμύρια χριστιανῶν. Τό ὅτι τό διεθνές αὐτό Συμπόσιο στήν ὑπηρεσία τῶν Ἐκκλησιῶν μας ἐπιδιώκει νά δώσει τήν σωστή ἀπάντηση γιά τό τί ἔγινε τό 1054 εἶναι πολύ σημαντικόν καί γιά τόν λόγο αὐτό ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ἐξέφρασε στόν Σύνδεσμο τῶν καθηγητῶν τήν εὐγνωμοσύνη του. Ἡ συμμετοχή καί τοῦ Καρδιναλίου Kurt Koch στό Συμπόσιο αὐτό ἐπιβεβαιώνει τήν σπουδαιότητα τοῦ Συμποσίου, ἐτόνισεν ὁ Μητροπολίτης, ὁ ὁποῖος διαβεβαίωσε ὅτι χαιρετᾶ κάθε προσπάθεια, ἡ ὁποία συμβάλλει στήν ὑπέρβαση τῆς τάφρου, ἡ ὁποία ὑπάρχει μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας καί προωθεῖ τήν ἑνότητα μεταξύ των πρός κοινήν δοξολογίαν πρός τόν Θεόν καί κοινήν μαρτυρίαν στόν κόσμο. Καί τό παρόν Συμπόσιο ἀποτελεῖ σημαντική συμβολήν πρός τόν σκοπόν αὐτόν καί μέ τήν πλούσια εὐλογία τοῦ Θεοῦ, κατέληξε.

Ὁ καθολικός ἐπίσκοπος τοῦ Linz Manfred Scheuer ἁρμόδιος γιά οἰκουμενικά διαχριστιανικά θέματα ἐχαιρέτησε τό Συμπόσιο ἐκ μέρους τῆς Συνόδου τῶν Καθολικῶν Ἐπισκόπων τῆς Αὐστρίας μέ θερμούς ἐνθαρρυντικούς λόγους, μέ τήν ἐλπίδα, ὅτι τά θετικά ἀποτελέσματα τοῦ Συμποσίου θά σημάνουν μία νέα ὁδό πρός καταλλαγή, πρός ἀμοιβαῖο ἔμπλουτισμό καί νέων σχέσεων μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν. Καθ’ ὁδόν πρός πλήρη κοινωνία ὀφείλομε, τηροῦντες τήν ἀγάπην, νά συμπαρασταθοῦμε καί στόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Ἀναγκαῖα εἶναι ἐπίσης τά μέτρα τά προάγοντα τήν ἐμπιστοσύνη μεταξύ τῶν Ἑκκλησιῶν, ἀλλά καί μέτρα, τά ὁποῖα συμβάλλουν γιά τήν εἰρήνη, τόσον μέ τόν διαχριστιανικόν, ὅσον καί μέ τόν διαθρησκειακόν διάλογον.

Ἐνθαρρυντικοί ὑπῆρξαν καί οἱ λόγοι τοῦ Πρέσβυ Clemens Koja τοῦ νέου Προέδρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἱδρύματος PRO ORIENTE, τό ὁποῖον  ἵδρυσεν ὁ Καρδινάλιος Franz König Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Βιέννης τό 1964 καί τό ὁποῖο 60 συναπτά ἔτη προσφέρει πολύτιμες ὑπηρεσίες γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν μας. Ὁ Πρόεδρος εὐχαρίστησε γιά τήν πρωτοβουλία τῆς πραγματοποιήσεως τοῦ Συμποσίου αὐτοῦ καί ἐτόνισεν ὅτι τά θετικά ἀναμενόμενα συμπεράσματα θά ἀποτελέσουν σημαντικό νέο ὁρόσημο γιά τήν ἐξέλιξη τῶν σχέσεων τῶν δύο Ἐκκλησιῶν.

++++

Ὑπῆρξεν εὐχῆς ἔργον τό γεγονός ὅτι ἔγινε δυνατό νά κερδιθεῖ ὡς κύριος ὁμιλητής τοῦ διεθνοῦς Συμποσίου ὁ πλέον κατάλληλος, ἀλλά καί ὁ καθ’ ὕλην ἁρμόδιος τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας γιά τά διαχριστιανικά, οἰκουμενικά θέματα ὁ γνωστός Καρδινάλιος Kurt Koch (Vatikan), ὁ Πρόεδρος τοῦ Παπικοῦ Συμβουλίου γιά τήν Ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν, ὁ ὁποῖος εἶναι καί Συν-Πρόεδρος τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ ἐπισήμου Θεολογικοῦ Διαλόγου μεταξύ τῶς Καθολικῆς καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀνέπτυξε διεξοδικά καί μέ ἐπιστημονική εὐθύνη, καθότι ὑπῆρξε καί καθηγητής Πανεπιστημίου, τό θέμα: «Καθ’ ὁδόν πρός τήν ἀνάκτηση τῆς ἑνότητος εἰς τήν Ἐκκλησία μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως». Ἀναλύοντας τά γεγονότα τοῦ 1054 διεπίστωσε ὅτι σκοπός τῆς  ἀποστολῆς τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Πάπα Λέοντος μέ ἀρχηγό τόν Καρδινάλιο Οὐμβέρτο ἦταν κυρίως εἰρηνευτικές διαπραγματεύσεις καί ὄχι ὁ ἀναθεματισμός. Κύριος σκοπός ἦταν ἡ σύναψη στρατιωτικῆς συμμαχίας μεταξύ Ρώμης καί Κωνσταντνουπόλεως πρός καταπολέμηση τῶν Νορμανδῶν στήν Ἰταλία, τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ, ἐφόσον καί στήν Νότια Ἰταλία καί Σικελία ὑπῆρχαν καί Βυζαντινές Κοινότητες. Ἀντί νά ἐπιτύχει αὐτόν τόν σκοπό ὁ Οὐμβέρτος δημιούργησε ἕνα σκάνδαλο (eklat τό χαρακτηρίζει ὁ Καρδινάλιος Koch) μέ πλήρη ἀποτυχία. Λόγω δυσάρεστων γεγονότων στήν Κωνσταντινούπολη κατά τήν παραμονή τῆς ἀντιπροσωπείας ἐκεῖ εἶχε δημιουργηθεῖ πολύ ἀρνητικό κλίμα καί παρά τό ὅτι ἐγνώριζεν ὁ Καρδινάλιος Οὐμβέρτος, ὅτι ὁ Πάπας ἀπεβίωσε τήν 19η Ἀπριλίου, κατάθεσε τό Ἀνάθεμα τήν 16η Ἰουλίου στήν Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγίας Σοφίας, μέ τό ὁποῖο ἀναθεμάτισε τόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κυρουλάριο καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀχρίδος Λέοντα. Ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ ἀργότερα, τήν 24η Ἰουλίου 1054, ἀναθεμάτισε τόν Καρδινάλιο Ουμβέρτο, τόν συγγράψαντα τό κείμενο τοῦ Ἀναθεματισμοῦ καί ὅσους συμφωνοῦν μέ αὐτό. Ἀπό τίς ἐπισταμένες ἐξετάσεις τῶν γεγονότων στήν Κωνσταντινούπολη καί τῶν κειμένων τῶν  Ἀναθεματισμῶν, διαπιστώνει ὁ Καρδινάλιος Koch,  έξάγεται τό συμπέρασμα ὅτι οἱ ἀναθεματισμοί  ἔγιναν ὄχι κατά τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά κατά συγκεκριμένων προσώπων, τά ὁποῖα μάλιστα ἀναφέρονται συγκεκριμένα καί στά κείμενα τῶν ἀναθεματισμῶν. Ὁ Καρδινάλιος Koch ὑπενθυμίζει, ὅτι καί στήν Κοινή Δήλωση τοῦ Πάπα Παύλου τοῦ Στ΄ καί τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα κατά τήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων τόν Δεκέμβριο τοῦ 1965 τονίζεται ὅτι οἱ ἀναθεματισμοί αὐτοί ἀφοροῦσαν συγκεκριμένα πρόσωπα καί ὄχι τίς Ἐκκλησίες καί ὅτι δέν ἐσκόπευαν νά διακόψουν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μεταξύ τῶν Θρόνων Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως. Καί συμπεραίνει ὁ Καρδινάλιος Koch ὅτι «βάσει τῶν ἱστορικῶν αὐτῶν παρατηρήσεων εἶναι δυνατόν νά ἐξαχθεῖ τό συμπέρασμα, ὅτι τό ἔτος 1054 δέν πραγματοποιήθηκε κανείς ἀναθεματισμός τῆς λατινικῆς Ἐκκλησίας κατά τῆς Ἑλληνικῆς, ἀλλά οὔτε καί τό ἀντίθετον. Ὁ Καρδινάλικος Οὐμβέρτος δέν ἐξεστόμισε κανένα τυπικά ἔγκυρο Αναθεματισμό οὔτε καί ἀφορισμό τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησίας, δεδομένου μάλιστα ὅτι ὁ Ἀναθεματισμός ἐκεῖνος δέν μποροῦσε νά ἔχει κανονικό κῦρος ἐφόσον ὁ Πάπας Λέων ὁ 9ος εἶχεν ἀποβιώσει τρεῖς μῆνες πρίν. Καί στά μάτια τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ τό σκάνδαλο (eklat) τοῦ 1054 δέν ἐσήμαινε κανένα Σχίσμα Ἐκκλησιῶν. Ὡς ἐκ τούτου δέν ἐπιτρέπεται σήμερα νά ἀποδίδεται στούς Ἀναθεματισμούς ἐκείνους μία σημασία, τήν ὁποία δέν εἶχαν ποτέ στήν Ἱστορία. Ὡς ἐκ τούτου εἶναι προτιμώτερον νά μήν ὁμιλοῦμε γιά Σχίσμα, ἀλλά γιά μία συνεχῶς μεγενθυνόμενη ἀποξένωση ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως.»

Ὁ Καρδινάλιος Koch ετόνισεν ἐπίσης, ὅτι τότε τό 1054 στήν Κωνσταντινούπολη τό filioque δέν ἔπαιξε τόν κύριο ρόλο γιά τά γεγονότα ἐκεῖνα. Ὑπενθύμισε ἐπίσης, ὅτι πολλές φορές παρά τήν χρησιμοποίηση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως μέ τό filioque δέν εἶχε δημιουργηθεῖ σχίσμα. Τό πρόβλημα αὐτό διαδραμάτισε ἀργότερα μεγαλύτερο ρόλο στίς θεολογικές συζητήσεις, ὄχι ὅμως το 1054. Ὁ Καρδινάλιος Koch σχολιάζοντας τήν μετέπειτα ἱστορία τῶν σχέσεων τῶν δύο Ἐκκλησιῶν καταλήγει στό συμπέρασμα, ὅτι ποτέ δέν ἀναθεμάτισε ἡ μία Ἐκκλησία τήν ἄλλη ὁριστικά καί ἀμετάκλητα καί κατά συνέπειαν, ὅτι ποτέ δέν δημιουργήθηκε ἐπισήμως ἕνα Μέγα κανονικό καί ἐκκλησιολογικό Σχίσμα, παρά τό ὅτι γιά διάφορα λυπηρά γεγονότα ἔχομε ἀποξενωθεῖ. Μέ εἰλικρινή αὐτοκριτική ἀναφέρθηκε καί σέ διαφόρους λόγους καί γεγονότα τῆς ἀποξενώσεως, ὅπως π.χ. τίς καταστροφικές Σταυροφορίες, τόν ρόλο τῶν Μισσιοναρίων στήν Ἀνατολή μέ τούς Ἰησουίτες καί μέ τήν ἀπόφασή των νά μήν ἀναγνωρίζουν τά μυστήρια τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας (1729), μέ τήν παρόμοια ἀπάντηση τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας (1755). Τήν ἐποχήν ἐκείνη μπορεῖ νά τοποθετηθεῖ διακοπή τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας, ὅμως εὑρισκόμεθα ἤδη περίπου στά μέσα τοῦ 18ου αἰῶνος. Ἀκολούθησε καί ἡ ὑπερβολική ἐκκλησιολογική αὐτοσυνειδησία τῶν δύο Ἐκκλησιῶν μέ τήν ἐκκλησιολογική καί σωτηριολογική ἀποκλειστικότητα κ.ἄ. Παρόλα ταῦτα ἀνάφερε ὁ Καρδινάλιος Koch, ἔγινε ἀλλαγή νοοτροπίας καί βελτιούμενη θετική στάση μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν μέ τήν ἔντονη θέληση τῆς ἀποκαταστάσεως καί ἀναβιώσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ὅπως εἶχε τονίσει καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας. Μέ τήν ἔννοια αὐτή καί συμπερασματικά προτείνει ὁ Καρδινάλιος  Koch τήν ἀμοιβαία ἀναγνώριση τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῶν δύο Ἐκκλησιῶν καί τήν ἐν συνεχεία δυνατότητα τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας στήν Θεία Εὐχαριστία ὡς ἀποκορύφωμα καί ἐπιστέγασμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινωνίας.

Τήν ἑπόμενη ἡμέρα 17η Ἰανουαρίου 2025 ἀκολούθησαν οἱ ὁμιλίες, οἱ ὁποῖες ἐπεξεργάσθηκαν τό θέμα ἀπό πολιτικῆς, ἐκκλησιαστικῆς, ἱστορικῆς καί οἰκουμενικῆς σκοπιᾶς

Μέ τά γεγονότα τοῦ 1054 στήν Κωνσταντινούπολη ἀσχολήθηκε ὁ καθηγητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης (Graz), ὁ ὁποῖος στήν ἐπεξεργασία τοῦ θέματος ἐξέφρασε πολλές συγκλίνουσες ἀπόψεις μέ τόν Καρδινάλικο Koch. Καί ὁ Λαρεντζάκης διαπίστωσεν ὅτι ὁ σκοπός τῆς ἀποστολῆς τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Πάπα Λέοντος τοῦ 9ου ῆταν κυρίως πολιτικός καί ἐκκλησιαστικοπολιτικός. Δηλ. ἐπειδή στήν Ἰταλία ὑπῆρξεν ο κίνδυνος τῶν Νορμανδῶν, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦσαν καί τίς βυζαντινές Κοινότητες τῆς Νοτίου Ἰταλίας καί Σικελίας καί ἐπειδή ὁ Πάπας εὑρίσκετο σέ μεγάλες δυσκολίες ἠττημένος καί ὑπό κράτηση ἀπό τούς Νορμανδούς, ἐθεώρησε σκόπιμο νά ζητήσει καί νά ἐπιτύχει μία στρατιωτική συμμαχία μεταξύ τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Νέας Ρώμης. Συγχρόνως προσπάθησε νά προωθήσει καί τίς λατινικές ἀπόψεις στά ἤθη καί τά ἔθιμα, ἀλλά καί νά ἐνισχύσει τό κῦρος τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης καί στήν Ἀνατολή. Πρός τόν σκοπό αὐτό ἔστειλε τήν ἀντιπροσωπεια του μέ ἀρχηγό τόν πλέον ἀκατάλληλο Καρδινάλιο τῆς Σίλβα Κάντιτα Οὐμβέρτο στήν Κωνσταντινούπολη. Εὑρισκόμενος ὁ Καρδινάλιος στήν Κωνσταντινούπολη συμπεριφέρθηκε μέ ἀκατανόητη ὑπεροψία ἀπέναντι στόν Πατριάρχη Μιχαἠλ Κηρουλάριο, ὡσάν νά ἦταν ὁ Πατριάρχης ὑφιστάμενός του. Ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ ἀντιμετώπισε τόν Καρδινάλιο ἀναλόγως, μάλιστα πολλές φορές ἀποφεύγοντας καί τήν συνάντηση μαζί του. Οἰ συζητήσεις καί σέ θεολογικά καί λειτουργικά θέματα, ἄζυμα, νηστεία τοῦ Σαββάτου κλπ, γινόταν σέ φορτισμένο κλίμα ἀντιπαλότητας. Ὅπως τονίζει καί ὁ Βλάσιος Φειδᾶς ««Ἀπό τήν ἱστορική ἔρευνα συνάγεται ἡ διαπίστωση, ὅτι κατά τήν νέα σύγκρουση (1054) Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως τονίσθηκαν ἰδιαιτέρως ὄχι τόσον οἱ παλαιές παπικές ἀξιώσεις ἤ οἱ νέες ἀκραιφνῶς θεολογικές ἀντιθέσεις (Filioque), ἀλλά κυρίως οἱ ἁπλές λειτουργικές ἤ καί ἐθιμικές διαφορές μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως, οἱ ὁποῖες ὅμως ἀποτελοῦσαν πλέον σαφῆ καί ἐπίσημα στοιχεῖα διακρίσεως μεταξύ τῆς Ἀνατολικῆς καί τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας….Ἡ σύγκρουση προερχόταν σαφῶς ἀπό τόν ἀνταγωνισμό τῶν ἐκκλησιαστικῶν διεκδικήσεων Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως στίς ἐπαρχίες τῆς Νοτίου Ἰταλίας, ἀλλά κατέληξε σέ ὀξύτατη ρήξη μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως.» Κατά συνέπειαν ὁ ἰσχυρισμός, ὅτι ἡ κυριώτερη αἰτία γιά τούς Ἀναθεματισμούς τοῦ 1054 ὑπῆρξε τό filioque δέν ἰσχύει. Τό 1014 πρόσθεσε ὁ Πάπας Βενέδικτος ὁ Η΄ τό filioque στό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί παραμένει μέχρι σήμερα, ἀλλά τότε τό 1014 δέν δημιουργήθηκε, οὔτε ἔχει καταγραφεῖ στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία Σχίσμα.

 Ὁ Καρδινάλιος Οὐμβέρτος χολωμένος, διότι δέν τοῦ ἔγιναν οἱ ἀναμενόμενες τιμές κυρίως ἀπό τόν Πατριάρχη Μιχαήλ, ἔχασε τήν ὑπομονή του καί αὐθαίρετα, μέ δική του πρωτοβουλία,  καί παρά τό ὅτι ἐγνώριζεν ὅτι ὁ Πάπας εἶχε ἀποθάνει τήν 19ην Ἀπριλίου, συνέταξεν ἕνα ἀνιστόρητο καί ἀπαράδεκτο κείμενο Ἀναθέματος κατά τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος Λέοντος καί τήν 16η Ἰουλίου τοῦ 1054 τό κατέθεσε στήν Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἡ πράξη του αὐτή, τονίζει ὁ Λαρεντζάκης, εἶναι ἀνυπόστατος, ἀντικανονική καί ἄκυρη.

Δέν εἶχε καμμιά ἐντολή Ἀναθεματισμοῦ, ὁ ἐντολέας Πάπας εἶχεν ἀποβιώσει, ἄρα δέν ὑπῆρχεν νόμιμος ἐντολοδόχος, ὅπως τονίζουν καί ρωμαιοκαθολικοί Κανονολόγοι καί ὁ Καρδινάλιος Koch, καί τό περιεχόμενο τοῦ κειμένου τοῦ Ἀναθεματισμοῦ ἀνυπόστατο καί ἀνιστόρητο, ἀφοῦ μάλιστα κακῶς ἀνέφερε μεταξύ ἄλλων ἀνυπόστατων κατηγοριῶν, ὅτι ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία εἶχεν ἀφαιρέσει τό Filioque ἀπό τό Σύμβολο τῆς πίστεως. Ἐκτός τούτου ὁ ἀναθεματισμός ἀναφερόταν ὀνομαστικά σέ πρόσωπα, στόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο καί στόν Ἀρχιεπίσκοπο Λέοντα καί ὄχι στήν Ἀνατολική Ἐκκλησία συλλήβδην. Οὕτε μέ τόν ἀναθεματισμό αὐτό εἶχε σκοπό νά διακόψει τήν μυστηριακή κοινωνία μέ τήν Ἀνατολική Ἐκκλησία. Οἱ ἰσχυρισμοί ἐπίσης, ὅτι ὁ Πάπας ὁ ἴδιος ἀναθεμάτισε τήν Ἀνατολική Ἐκκλησία, ἤ ἀκόμα ὅτι ὁ διάδοχος τοῦ Πάπα Λέοντα ὁ Βίκτωρ ὁ Β΄, ὁ ὁποῖος ἔγινε Πάπας τό 1055 (!), δέν ἀνταποκρίνονται πρός τήν πραγματικότητα.

Ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος ὄχι μόνον δέν θεωροῦσε τόν ἀναθεματισμό αὐτό ἔγκυρο, ἀλλά οὔτε κἄν τήν ἀποστολή μέ τόν Καρδινάλιο Οὐμβέρτο θεωροῦσε γνήσια ἀπό τόν Πάπα, ἀλλά τήν θεωροῦσε ὡς σκευορία τοῦ Ἀργυροῦ, ἀφοῦ μάλιστα καί οἱ σφραγίδες τοῦ Βατικανοῦ εἶχαν ἀλλάξει.

Παρόλ’ αὐτά καί χωρίς νά προσπαθήσει νά ρωτήσει στήν Ρώμη γιά νά διαλευκάνει τίς ἀμφιβολίες του, συγκάλεσε ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ τήν Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη τήν 24η Ἰουλίου τοῦ 1054 καί ἀναθεμάτισε τόν Καρδινάλιο Οὑμβέρτο δηλ. τόν συγγραφέα τοῦ Ἀναθεματισμοῦ καί ὅσους συμφωνοῦσαν μέ αὐτόν. («ἀναθεματισθήναι τό αύτό άσεβες καί αὖθις ἔγγραφον πρός δέ καί τούς τοῦτο ἐκθεμένους καί γράψαντας καί συναίνεσίν τινα, ἤ βουλήν είς τήν τούτου ποίησιν δεδωκότας.»)

Καί ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ δέν ἀναθεμάτισε τήν Δυτικήν Ἐκκλησία, οὔτε καί τόν Πάπα, ἀλλά οὔτε καί εἶχε σκοπόν νά διακόψει τήν μυστηριακή κοινωνία μέ τήν Δυτική Ἐκκλησία. Οἱ ἰσχυρισμοί, ὅτι ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος ἐκάλεσε σέ Σύνοδο καί τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς γιά τόν ἀναθεματισμό τοῦ Καρδιναλίου Οὑμβέρτου, ἤ ὅτι οἱ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς ἐπικύρωσαν τόν ἀναθεματισμό τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ κατά τοῦ Καρδιναλίου δέν εὐσταθοῦν καί δέν ἔχουν κανένα ἱστορικό ὑπόβαθρο. Ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ ἔστειλε ἐπιστολή καί ἐπληροφόρησε τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς. ὅμως ὑπάρχει μόνον μία ἀπάντηση τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Πέτρου, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον δέν ἐπικύρωσε τήν πράξη τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ, ἀλλά τήν ἀπέρριψε μέ πολύ αὐστηρό τρόπο. Ὁ Πατριάρχης Πέτρος ἐπέπληξε τόν Πατριάρχη Μιχαήλ γιά τίς ἄστοχες ἐνέργειές του κατά τοῦ Καρδιναλίου: «XIV. Καλόν γάρ πρός τό καλοθελές ὁρῶντας ἡμᾶς καί μᾶλλον, ἔνθα μή Θεός ἤ πίστις τό κινδυνευόμενον, νεύειν ἀεί πρός τό εἰρηνικόν τε καί φιλάδελφον, ἀδελφοί γάρ καί ἡμῶν οὗτοι…. Καί παρακαλῶ καί ἱκετεύω καί δέομαι καί νοερῶς τῶν σῶν ἁγίων ἐφάπτομαι ποδῶν, ἵνα τοῦ ἄγαν άκριβοῦς ἡ θεοειδής ἐνδοῦσα μακαριότης σου συνέλθῃ τοῖς πράγμασι…. Σκόπησον δέ, εἰ μή φανερῶς ἐντεῦθεν ἤγουν ἐκ τῆς μακρᾶς ταύτης διαστάσεως καί διχονοίας καί τοῦ τῆς καθ’ ἡμᾶς ἁγίας ἐκκλησίας τόν μέγαν τοῦτον καί πρῶτον καί ἀποστολικόν θρόνον ἀπορραγῆναι συνέβη πᾶσαν ἐν τῷ βίῳ κακίαν πληθυνθῆναι… Παρακαλῶν παρακαλέσαι τήν σήν ἡγιασμένην ψυχήν. Καί πεῖσαι, μετριώτερόν τε καί συγκαταβατικώτερον συνελθεῖν σε τοῖς πράγμασι, καί μᾶλλον, οὐ μή ἐστι θεός, ὡς ἔφθην εἰπών, τό περιφρονούμενον.» Καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως ἐτόνισε: «οὔτε Οἰκουμενική συνεκροτήθη σύνοδος, οὔτε πολυπληθής ἦτο, οὔτε τόν πάπαν ἀνεθεμάτισεν, οὔτε οἱ πατριάρχαι βεβαιοῦται ὅτι ἐπεψηφίσαντο.»

Συμπερασματικά διαπιστώνεται, ὅτι κατόπιν τῶν ἀνωτέρω τό 1054 δέν ἔγινε τό Μέγα καί ὀριστικό ἐκκλησιαστικοκανονικό καί ἐκκλησιολογικό Σχίσμα μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ὡς συνήθως καταγράφεται, ἀλλά λόγω τοῦ ἀρνητικοῦ κλίματος καί τῆς πολεμικῆς πού ἐπικρατοῦσε ἐμεγάλωσε ἡ ἀποξένωση μεταξύ αὐτῶν, ἡ ὁποία ἀργότερα κατέληξε καί στήν ἀκοινωνησία. Καί ἔχομεν καταλήξει ἀποξενωμένοι ἀδελφοί καί ἀδελφές τῆς μιᾶς οἰκογένειας, ἀποξενωμένες ἀδελφές Ἐκκλησίες σέ ἀκοινωνησία.

Στά μετέπειτα χρόνια τά γεγονότα αὐτά τοῦ 1054 δέν ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο, ἀλλά μᾶλλον εἶχαν λησμονηθεῖ. Οὕτε οἱ διάδοχοι Πάπες ἀναφερόταν στά γεγονότα αὐτά, καθώς διαπιστώνεται ἀπό τήν ἱστορική ἔρευνα. Ἐπίσης διαπιστώνεται ὅτι δέν εἶχε διακοπεῖ καί ἡ μυστηριακή κοινωνία, μάλιστα οὔτε καί κατά τήν ἐποχή τῶν τραγικῶν γεγονότων τῶν σταυροφοριῶν, καθώς διαπιστώνεται σέ πολλές περιπτώσεις τῆς καθημερινῆς καί λειτουργικῆς ζωῆς, ὅταν π.χ. καθολικοί μισσιονάριοι ἐκαλοῦντο ἀπό Ορθοδόξους ἐπισκόπους νά κηρύττουν ἤ καί νά ἐξομολογοῦν καί ὀρθοδόξους πιστούς, ἤ ὅταν προσκυνητές ἀπό τήν Δύση μετέβαιναν στά Ἱεροσόλυμα στούς Ἁγίους Τόπους.

Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας καί συμπρόεδρος τοῦ ἐπισήμου Θεολογικοῦ Διαλόγου μέ τήν Ρωμαιοκαθολικήν Ἐκκλησίαν Στυλιανός, ἐτόνιζε γιά τήν σχέση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν: «οὐδέποτε ἐπισήμως ἀποκηρυξασῶν ἀλλήλας.» 

Ὁ ἱστορικός τῆς μεσαιωνικῆς ἱστορίας Axel Bayer (Wülfrath), ἀνέπτυξε τό θέμα: «Τό ἀποκαλούμενο Σχίσμα τοῦ 1054 καί ἡ μετέπειτα  τύχη του τόν Μασαίωνα». „Das sogenannte Schisma von 1054 und seine Rezeption im Mittelalter“.  «Ὁ ἐρευνητής αὐτός ἐξέδωσε καί μία ἐπισταμένη  μελέτη μέ τό θέμα «Διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Τό ἐξονομαζόμενο Ἀνατολικό Σχίσμα τοῦ 1054» (Spaltung der Christenheit. Das sogenannte Schisma von 1054) ἔχει καταλήξει στό συμπέρασμα ὅτι τό 1054 δεν πραγματοποιήθηκε τό λεγόμενο Σχίσμα καί ὅτι παρά τά θλιβερά ἐκεῖνα γεγονότα τοῦ ἔτους ἐκείνου κανείς δέν εἶχε τήν ‘‘ἐντύπωση ὅτι εἶχε διαιρεθεῖ ὁ ἑνιαῖος χριστιανισμός. Ἐτόνισεν, ὅτι οἱ σύγχρονοι τῶν γεγονότων ἐκείνων σπάνια ἀναφέρουν τά γεγονότα ἐκεῖνα καί ὅτι καί οἱ διάδοχοι Πάπες τοῦ Λέοντος μέχρι καί τόν 15ο αἰῶνα δέν ἀναφέρουν τά γεγονότα ἐκεῖνα. Τά γεγονότα τοῦ 1054 ἄρχισαν νά ἐπαναφέρονται στήν μνήμη τῶν Ἐκκλησιῶν μετά καί τήν 4η Σταυροφορία τοῦ 1204 μέ τά θλιβερά ἐκεινα γεγονότα, ὁπότε καί ἡ ἀποξένωση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν γινόταν καί πιό ἔντονη καί ἐχρησιμοποιοῦντο καί ἄλλοι λόγοι πού ἔκαναν τήν ἀποξένωση πιό ἔντονη.

Ὁ ἱστορικός Christian Lange (Erlangen-Nürnberg) ἐτόνισε στήν ὁμιλία του, ὅτι τόσον ὁ ὅρος «Σχίσμα» ὅσον καί ὁ ὅρος «Ἀνατολικόν» δέν εἶναι κατάλληλοι γιά νά χαρακτηρίσουν τά γεγονότα τοῦ 1054. Ἐπίσης διαπίστωσε, ὅτι τό ἔτος ἐκεῖνο δέν μπορεῖ νά θεωρηθεὶ ὡς ἔτος τοῦ Σχίσματος τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως, δεδομένου ὅτι μεταξύ ἄλλων ἀκριβῶς τό ἔτος ἐκεῖνο οἱ σχέσεις τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας μέ τήν Ρώμη ἐβίωναν σταθεροποίηση καί ἀνανέωση καί μέ τήν στάση του τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας ὅπωσδήποτε δεν ἐπικύρωσε τίς πράξεις τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντνουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλαρίου.

Ἡ εὐαγγελική θεολόγος Jennifer Wasmuth (Göttingen) ἀνέφερε, ὅτι μέχρι τώρα τά γεγονότα ἐκεῖνα τοῦ 1054 ἔχουν ἀπασχολήσει ἐλάχιστα τήν Εὐαγγελική Ἐκκλησία καί συνιστᾶ νά ἀσχοληθεῖ καί ἡ Εὐαγγελική Ἐκκλησία περισσότερο μέ τά γεγονότα ἐκεῖνα. Ἐπίσης ἐθεώρησε ὅτι ἡ ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων τοῦ 1054 ἔχει μεγάλη οἰκουμενική σημασία καί ἀναφέρθηκε παραλληλίζοντας καί στήν ἀναγκαιότητα τῆς ἄρσεως τοῦ Ἀναθέματος κατά τοῦ Λουθήρου.

Ὁ καθηγητής Thomas Mark Németh (Wien) ἀναφέρθηκε σέ προοπτικές σχετικά μέ τήν Ἑλληνο/Καθολική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, στίς σχέσεις της μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀλλά καί στίς δυνατότητες τῆς συμβολῆς της καί στήν οἰκουμενική κίνηση. Ἐπρότεινε δέ νά συμπεριλαμβάνεται καί ἡ Ἐκκλησία ἐκείνη περισσότερο στό οἰκουμενικό γίγνεσθαι.

Ὁ καθηγητής Dietmar Winkler (Κοσμήτορας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Salzburg) ὑπογράμμισε τήν σημαντική συμβολή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῆς Βιέννης Καρδιναλίου Franz König γιά τήν βελτίωση τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθοδόξου καί τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαίτερη σημασία εἶχαν οἱ προσωπικές σχέσεις του καί μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Ἐκτός τούτου ὁ Καρδινάλιος αὐτός ἦταν ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἐπισκέφθηκε λίαν ἐ ν ωρίς τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη στήν Κωνσταντινούπολη, στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Προετοίμασε δέ καί τό ἔδαφος γιά τήν ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων τοῦ 1054. Ὁ Καρδινάλιος αὐτός καί μέ τήν ἵδρυση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἱδρύματος PRO ORIENTE τό 1964 στήν Βιέννη ἐδημιούργησε ἕνα πολύ χρήσιμο κέντρο συναντήσεως τῆς Ὀρθοδόξου μέ τήν Καθολική Ἐκκλησία, τό ὁποῖο προσφέρει πολύ σημαντικές ὑπηρεσίες στόν Οἰκουμενικό Διάλογο τά τελευταῖα 60 χρόνια συνεχῶς.

Συμπερασματικά ἐτόνισεν ἡ Πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου τῶν καθηγητῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας Αὐστρίας Michaela Sohn-Kronthaler, ὅτι ὅλες οἱ ὁμιλίες τῶν προσκεκλημένων εἰδικῶν ἐπί τοῦ θέματος κατέληξαν ἀνεπιφυλάκτως στήν διαπίστωση, ὅτι τό 1054 δέν πραγματοποιήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό θρυλούμενο Μέγα Σχίσμα μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δλυσεως. Οἱ ἀναθεματισμοί ἀφοροῦσαν συγκεκριμένα πρόσωπα καί ὄχι τίς Ἐκκλησίες. Πιό συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ὅτι δέν καταδίκασε ἡ μία Ἐκκλησία τήν ἄλλη καί ἀντιστρόφως, οὔτε ὅτι διεκόπη καί ἡ ἐκκλησιαστική μυστηριακή κοινωνία μεταξύ  αὐτῶν, ἀλλά ὅτι παρέμεινε ἡ ὑπάρχουσα κρίση καί ἐμεγενθύθηκε ἡ ἀποξένωση μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀργότερα ὁδήγησε καί στήν διακοπή τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας ἐντός τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας.

Πάντως, τονίζει ἡ Πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου, τά Ἀναθέματα τόσον τοῦ Καρδιναλίου Οὑμβέρτου ὅσον καί τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ Κηρουλαρίου τήν 7ην Δεκεμβρίου τοῦ 1965 συγχρόνως στήν Ρώμη καί στήν Κωνσταντινούπολη  ὁ Πάπας Ρώμης Παῦλος ὁ Στ΄ καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας ὁ Α΄ στήν Κοινή Δήλωσή των «ἀποδοκιμάζουσιν ὡσαύτως καί αἵρουσιν ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπακολουθήσαντα άναθέματα…»

Κατά συνέπειαν, τονίζει ἡ Πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου τῶν καθηγητῶν ὡς συμπέρασμα καί τοῦ Διεθνοῦς Συμποσίου, οἱ διαπιστώσεις αὐτές ἔχουν ὑπαρξιακές συνέπειες γιά τόν status quo, γιά τήν σύγχρονη κατάσταση τῆς σχέσεως τῶν Ἐκκλησιῶν μας. Προτείνε δέ τήν ἀντικειμενική καί κριτική ἐπανεξέταση ὅλων τῶν προκαταλήψεων καί τήν διόρθωση ὅλων τῶν ὑπερβολικῶν, ἐχθρικῶν καί ἱστορικά ἐσφαλμένων διατυπώσεων εἰς τά συγγράμματα καί στά ἐγχειρίδια τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας στήν Θεολογική ἐκπαίδευση, στά διδακτικά συγγράματα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἀλλά καί τῆς Ἱστορίας στά Πανεπιστήμια.

Ἐπίσης παραμένει γενική ὑποχρέωση, νά λυθοῦν τά ὑπάρχοντα ἀκόμη θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά προβλήματα μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας βάσει τοῦ Οἰκουμενικοῦ Διαλόγου τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας, ἀλλά καί νά ληφθοῦν καί τά ἀναγκαία καί κατάλληλα μέτρα γιά τήν ἐνίσχυση τῆς ἐμπιστοσύνης μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας.

Σημαντική εἶναι καί ἡ ἀκόλουθη διαπίστωση τῆς Προέρδου τοῦ Συνδέσμου: Τό ἐγκάρδιο ἐνθαρρυντικό χαιρετιστήριο Μήνυμα τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ἡ ὁμιλία τοῦ Προέδρου τοῦ Παπικοῦ Συμβουλίου γιά τήν χριστιανική ἑνότητα Καρδιναλίου Kurt Koch, ἡ ὁποία δείχνει τήν ὀρθή πορεία γιά τήν λύση τοῦ προβλήματος (richtugsweisend), οἱ ἐπίσης θετικοί καί ἐνθαρρυντικοί χαιρετισμοί τόσον τοῦ ἐπισκόπου τοῦ Linz Manfred Scheuer, τοῦ Ἀντιπροέδρου καί ἁρμοδίου γιά τά Οἰκουμενικά θέματα τῆς Αὐστριακῆς Συνόδου τῶν καθολικῶν Ἐπισκόπων, ὅσον καί τοῦ Μητροπολίτου Αὐστρίας καί Ἐξάρχου Οὑγγαρίας καί Μεσευρώπης Ἀρσενίου, ἀλλά καί τοῦ Προέδρου τοῦ Ἱδρύματος ΠΡΟ ΟΡΙΕΝΤΕ, πρέσβυ Clemens Koja, μαρτυροῦν καί τήν ἐκκλησιαστική διάσταση τοῦ θέματος, ἀλλά καί τοῦ σκοποῦ καί τῶν κινήτρων τοῦ Διεθνοῦς μας Συμποσίου, τό ὁποῖο δέν ἤθελε νά παραμείνει μόνον στο καθαρῶς ἐπιστημονικό καί πανεπιστημιακό πλαίσιο, ἀλλά καί νά ἀποτελέσει μία συμβολή στήν ἐκκλησιαστική ζωή καί τήν πορεία τῶν δύο ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας.

Τέλος ἡ Πρόεδρος, καθηγήτρια Michaela Sohn-Kronthaler εὐχαρίστησε ὅλους, ὅσους συνέβαλαν γιά τήν διοργάνωση καί ἐπιτυχία τοῦ Διεθνοῦς αὐτοῦ Συμποσίου, ὅλους τούς ὁμιλητές, ὅλους, ὅσους ἐστήριξαν τήν διοργάνωση καί διεξαγωγή του καί ὅλους ὅσους συμμετεῖχαν σέ αὐτό, καταλήγοντας μέ τήν ἐλπίδα καί μέ τήν πεποίθηση, ὅτι ἡ νέα θετική ἀφετηρία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Διαλόγου θά συμβάλει ἀποφασιστικά στόν τελικό ἐπιθυμητό σκοπό του πρός ἐπαναβίωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας καί σύμφωνα μέ τήν τελευταία προσευχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ: «Ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ.» (Ἰωάνν. 17, 21).

Κατακλείοντας ἐπαναλαμβάνω τήν προτροπήν τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου: «Ὀφείλομεν νά συνεχίσωμεν μέ ὅλας τάς δυνάμεις μας τήν χριστοτερπή προσπάθειαν διά τήν ὑπέρβασιν τῆς διαιρέσεως καί τήν ἐπίτευξιν τῆς ποθεινῆς ἑνότητος. Ἡ ἐπιστημονική ἐνασχόλησις τοῦ διεθνοῦς ὑμῶν Συμποσίου μετά τοῦ ἀνωτέρω ζητήματος ἀποτελεῖ σημαντικήν συμβολήν καλι σηματοδοτεῖ μίαν νέαν ἀφετηρίαν εἰς τήν πορείαν τοῦ διαλόγου τῶν δύο Ἐκκλησιῶν.» Ἡ προτροπή αὐτή τοῦ Παναγιωτάτου δέν ἀφορᾶ μόνον στούς καθηγητές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῆς Αὐστρίας, ἀλλά πρέπει νά γίνει πρόγραμμα καί καθῆκον ὅλων μας, ὅλων τῶν ἁρμοδίων καί ὑπευθύνων τῶν Ἐκκλησιῶν μας.

Ἴσως καί τά ἀποτελέσματα τοῦ Διεθνοῦς αὐτοῦ Συμποσίου ἀποτελέσουν καί συμβολήν νέας ἀφετηρίας στίς προσπάθειες γιά τήν ἐξεύρεση λύσεως πρός τόν ἀναγκαῖο κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ἀλλά καί γιά τήν δέσμευση τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου πρός ἀποκατάσταση τῶν σχέσεων αὐτῶν, μέ τήν ἀπαραίτητη «σοφία στή διάκριση μεταξύ οὐσιαστικών παραδόσεων καί προσαρμόσιμων πρακτικῶν, μεταξύ θεμελιωδῶν ἀρχῶν καί συγκυριακῶν ἐκφράσεων.

Εὐχή καί προσδοκία μας

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ