Tου Μιχ. Γ. Τρίτου
καθηγητού ΑΠΘ
Πλήρης ημερών και έργων αγαθών εξεδήμησε προς Κύριον ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κυρός Αναστάσιος.
Αναμφίβολα ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος ανήκει στις μεγάλες προσωπικότητες της εποχής μας. Σε όλη του τη ζωή διακρίθηκε για το ανεπίληπτο ήθος του, την άριστη επιστημονική του συγκρότηση, τη θαυμαστή γλωσσομάθεια, την εκπληκτική οργανωτική του ικανότητα, την συγκινητική ευαισθησία του σε θέματα ειρήνης, κοινωνικής δικαιοσύνης και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Όλες του οι ενέργειες εμπνέονταν από την οικουμενική αντίληψη της Εκκλησίας, η οποία του έδινε τη δυνατότητα να στέκεται με σεβασμό στην ετερότητα των αλλόδοξων και αλλόπιστων προς τους οποίους συμπεριφέρονταν χωρίς μισαλλοδοξία, άλλα με υπέρμετρη, γνήσια και ειλικρινή αγάπη.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος εξέφραζε στον ανώτερο δυνατό βαθμό τη χριστιανική αρετή της διακρίσεως. Γνώριζε πότε να μιλά και πότε να σιωπά. Τί να πει και πώς να το πει. Γι’ αυτό άντεξε σε μύριες δυσκολίες σε μια περιοχή που διακρίνεται για τις ραγδαίες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και εθνικιστικές εκρήξεις και σε λαό με χαρακτηριστική καχυποψία και περίεργη ιδιοτυπία.
1. Ο Ιεραπόστολος. Η πρώτη μεγάλη αγάπη του Μακαριωτάτου υπήρξε η εξωτερική ιεραποστολή. Εκεί διέθεσε τη σφριγιλότητα της νιότης του και μεγάλο μέρος της ζωής του. Η Ιεραποστολή γι’ αυτόν ήταν εσωτερική αναγκαιότητα. Θεωρούσε αδιανόητη την αδιαφορία για τα εκατομμύρια των ανθρώπων, οι όποιοι ζουν «ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας, ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κοσμώ». Αισθάνονταν ότι οι περισσότερο αδικημένοι στην εποχή μας είναι όσοι στερήθηκαν το θείο λόγο, όχι γιατί οι ίδιοι αρνήθηκαν να τον ακούσουν, άλλα γιατί εκείνοι που επί αιώνες τον κατέχουν αδιαφόρησαν να τους τον γνωρίσουν.
2. Ο Πανεπιστημιακός Δάσκαλος. Το δεύτερο στοιχείο πού συνιστά τη μεγαλωσύνη του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας είναι η πανεπιστημιακή του ιδιότητα, την οποία απέκτησε απολύτως δίκαια και αξιοκρατικά.
Προηγήθηκαν λαμπρές μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία. Το 1965 έγινε δεκτός στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Αμβούργου. Το επόμενο έτος πήρε μετεγγραφή στο Πανεπιστήμιο του Μarburg της Γερμανίας, σημαντικό κέντρο καλλιέργειας των θρησκειολογικών σπουδών της Ευρώπης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα Εθνολογίας, Ιεραποστολικής και Αφρικανολογίας.
Το 1970 επέστρεψε στην Ελλάδα, οπού ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1972 εκλέχθηκε στην ίδια Σχολή έκτακτος εντεταλμένος καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων και το 1976 τακτικός καθηγητής. Το 1993 εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Οι εργασίες του, πού έχουν έντονο το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αναφέρονται στην αφρικανική θρησκευτικότητα, το Ισλάμ, τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό και τα λοιπά θρησκεύματα.
3. Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας. Όμως εκεί όπου ο Μακαριώτατος φανέρωσε το μεγαλείο της προσωπικότητας του είναι η τριαντατετράχρονη διακονία του στην Ορθόδοξο Εκκλησία της Αλβανίας. Παρέλαβε ερείπια και δημιούργησε μια υποδειγματική Ορθόδοξο Εκκλησία, η οποία διακηρύσσει διαρκώς τη χαρά της Αναστάσεως ως υπέρβαση όλων των αδιεξόδων.
Πολύπλευρο και πολυδιάστατο το έργο του: ποιμαντικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό, περιβαλλοντικό.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο Ιεράρχης της βαλκανικής συναδέλφωσης, αφού πρωτοστάτησε στους αγώνες για την ειρηνική συνεργασία και αλληλεγγύη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Από την πρώτη κιόλας στιγμή της ενθρονίσεώς του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της αλβανικής Εκκλησίας με επίσημες διακηρύξεις και συγκεκριμένη συμπεριφορά αγωνίστηκε για την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων του βαλκανικού χώρου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος ήταν πρωταγωνιστής στην επιχειρούμενη προσπάθεια προσεγγίσεως Ελλάδος και Αλβανίας. Συνέβαλε τα μέγιστα στην όλη αλλαγή του κλίματος εχθρότητας και καχυποψίας μεταξύ των δύο χωρών.
Ξεχωριστό υπήρξε το ενδιαφέρον του για την ελληνική μειονότητα, τα θέματα της οποίας χειρίστηκε με σύνεση, διακριτικότητα και αποφασιστικότητα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος υπήρξε μια προσωπικότητα, που τίμησε την Ορθοδοξία, την Επιστήμη, την Αλβανία και την Ελλάδα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ο Α’ είπε για τον Προκαθήμενο της αλβανικής Εκκλησίας: «Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι δώρο του ουρανού. Δώρο για την ανθρωπότητα. Είναι άνδρας σπάνιος, δυσεύρετος, πολυτάλαντος, πολύγλωσσος, πολυαγαπητός. Διεθνούς κύρους και αναγνωρίσεως».
Απολάμβανε της απολύτου εμπιστοσύνης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και άλλων εκκλησιαστικών και διεθνών οργανισμών, οι όποιοι του αναθέσαν αθόρυβους, άλλα ουσιαστικούς ρόλους.
Ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μια προσφορά στην Εκκλησία, την Επιστήμη και τον άνθρωπο. Στο πρόσωπο του αποδεικνύεται το τί μπορεί να προσφέρει ένας και μόνον άνθρωπος προικισμένος με ακατάβλητο ψυχικό σθένος, ισχυρή προσωπικότητα και μεγαλειώδες όραμα.
Μυστικό της επιτυχίας του ήταν η προσωπική βίωση της δυνάμεως της Αναστάσεως και η ενσάρκωση του ήθους της. Διαρκής ήταν από μέρους του η επίκληση των παύλειων χωρίων «Του γνώναι Αυτόν και την δύναμιν της Αναστάσεως Αυτού» και «ημίν εχαρίσθη υπό του Χριστού ου μόνον εις Αυτόν πιστεύειν, αλλά και υπέρ Αυτού πάσχειν». Σε όλες τις δύσκολες στιγμές της πολυκύμαντης ζωής του μιλούσε για «δύναμη αντιστάσεως στην παρακμή. Δύναμη δημιουργίας για μια κοινωνία αλληλεγγύης και αγάπης, με περισσότερο φως, πασχαλινό φώς».