Βιβλιοπαρουσίαση
Αθανάσιος Αν. Αγγελόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου, Δ/νων Σύμβουλος Ι.Ε.Θ.Π.
Μητροπολίτου Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης Πλάτωνος Κρικρή, «Ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυς ΠΛΑΤΩΝ. Η εθνικοθρησκευτική του δράση στην Μακεδονία και στον Πόντο. 1921-2021. 100 έτη από του ενδόξου μαρτυρίου Του υπέρ Πίστεως και Πατρίδος, Αθήναι 2021, Β΄ έκδοση, σελ. 294, έκδ. Επτάλοφος Α.Β.Ε.Ε.
Α΄
- Εισαγωγικά
Πολύ συγκινητικό, εκκλησιαστικά-πατριωτικά-κοινωνικά, ανάγνωσμα, επί τη βάσει αυθεντικών πηγών και της σχετικής βιβλιογραφίας. Κύριος αυθεντικός πρωταγωνιστής, «Ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυς ΠΛΑΤΩΝ». Ο συγγραφέας, εξ άλλου, δόκιμος ερευνητής και ιστορικός συγγραφέας, ο νυν μητροπολίτης Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης Πλάτων, συγγενής εξ αίματος και καταγωγής, του συνωνύμου εθνοϊερομάρτυρος. Αυτού το όνομα φέρει, κατ’ αναφορά προς τον μεγαλομάρτυρα Πλάτωνα, του 3ου μ.Χ. αιώνος. Δωδεκάνησος (Πάτμος), Μακεδονία (Καστοριά) και Πόντος (Αμάσεια-Αμισός) η γεωγραφία ζωής, προσφοράς και ιδιοτύπου, μοναδικής υφής, μαρτυρίου.
- Εξωτερική περιγραφή περιεχομένων της μονογραφίας περί εθνοϊερομάρτυρος ΠΛΑΤΩΝΟΣ.
2α. Δύο πρόλογοι ιεραρχών: Καστορίας Καλλινίκου (Νοέμβριος 2021, σελ. 5-6, β. έκδοση) και Τράλλεων Ισιδώρου, Καθηγουμένου και Πατριαρχικού Εξάρχου Πάτμου, σελ. 7-8, α΄ έκδοση). Γράφει ο Καστορίας Καλλίνικος, μεταξύ άλλων τα εξής αξιόπιστα και αξιόλογα: «Ο άγιος πλάτων συνδέεται με τις δύο μεγάλες σελίδες της νεότερης ιστορίας της πατρίδος μας, ήτοι τον Μακεδονικό Αγώνα, τον ένδοξο και λαμπρό και απελευθερωτικό, και την Μικρασιατική Καταστροφή, την αποφράδα και σκοτεινή και εξοντωτική. Συμμετείχε και στις 2 ως εκκλησιαστικός άνδρας υπήκοος και βοηθός της μεγάλης ιστορικής φυσιογνωμίας, του Μητροπολίτου Γερμανού Καραβαγγέλη. Ο θρύλος του Μακεδονικού Αγώνος και της νεότερης ιστορίας μας, εν γένει, Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης, έσβησε στην ξενιτιά <ως άγνωστος εν μέσω αγνώστων>, αλλά λάμπει στην Πατρίδα μας η ηρωική μνήμη του, και ο υπήκοος και βοηθός, Αρχιμανδρίτης Πλάτων, ετελειώθη με μαρτυρικό θάνατο, ο οποίος τον ανύψωσε στον χορό των Αγίων Ιερομαρτύρων της Εκκλησίας μας. Ο Άγιος Ιερομάρτυς Πλάτων κατατάχθηκε στην χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας, κατόπιν αιτήσεως του μακαριστού φυλαγίου προκατόχου μου Μητροπολίτου Καστορίας κυρού Σεραφείμ, μαζί με τους άλλους Νεομάρτυρες της Καστοριάς (Ιωάννην Νούλτζο και τους συγγενείς αυτού, Γεώργιο εξ Αγαρηνών, Μάρκο Μαρκούλη και Βασίλειο Καλαπαλίκη) και τιμώνται όλοι μαζί την Κυριακή του Τυφλού. Ο δε Άγιος Πλάτων τιμάται στην Καστοριά και στις 21 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό, όπου ιεράτευσε ως Πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεώς μας. Έτσι στην Καστοριά ο Άγιος Ιερομάρτυς Πλάτων τιμάται, και από τους Καστοριανούς, ως διατελέσας Πρωτοσύγκελλός τους, και από τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, που εγκαταστάθηκαν στην Μακεδονική ελεύθερη γη ως προασπιστής και προστάτης των δικαίων τους πριν την Καταστροφή και ως αγωνιστής συγκακοπαθήσας και μαρτυρήσας για την κοινή πίστη».
Σημείωση βιβλιοπαρουσιαστού: Ο αείμνηστος, και προσωπικός φίλος του υποφαινομένου, Μητροπολίτης Καστορίας κυρός Σεραφείμ συνέβαλε, μεγάλως, στην προβολή της αγιοτόκου επαρχίας του. Επειδή στον παρόντα πρόλογο ο λόγος, μεταξύ άλλων, για τον Καστοριέα Νεομάρτυρα Ιωάννη Νούλτζο (ή Ντούλτζο) και τους οικογενείς του, γαμβρό και αδελφό, «τελειωθέντας», στις 29 Απριλίου, του σωτηρίου έτους 1696 μ.Χ., αξίζει να επισημάνουμε ότι ο αείμνηστος Σεραφείμ απευθύνθηκε στον υποφαινόμενο να ερευνήσει ειδικά τα κατά το μαρτύριο δια σταυρώσεως των ανωτέρω τριών. Όπερ και έπραξε, συντάξας «ΓΝΩΜΗΝ Ιστορικό-κανονικήν και Εκκλησιολογικήν περί του Καστοριέως Νεομάρτυρος Ιωάννου τουπίκλην Νούλτζου, και των οικογενών του, γαμβρού και αδελφού, <τελειωθέντων> στις 29 Απριλίου, του σωτηρίου έτους 1696 μ.Χ.» (σελ. 22+ 2 φωτοαντίγραφα των πρωτογράφων «επισκοπικής πράξεως εκ του θείου κώδικος του 1696 Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας» του Μητροπολίτου Καστοριας Διονυσίου Μάντουκα 1694-1719). Υποβλήθηκε, μαζί με τον οικείο φάκελο, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο διά της ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, και συνέβαλε, ουσιαστικά, στην αγιοκατάταξη των τριών νεομαρτύρων μας.
Εν συνεχεία, ο Τράλλεων Ισίδωρος γράφει, μεταξύ άλλων, τα εξής στον «Πρόλογο Α΄ Εκδόσεως», που παρατίθεται εδώ (σελ. 7-8), πολύ συγκινητικά και αποκαλυπτικά του δεσμού, συγγενικού και πνευματικού, με τον Εθνοϊερομάρτυρα «Πρωτοσύγκελλον Αρχιμανδρίτην Πλάτωνα, τουπίκλην Αϊ βαζίδην». Επιλέξει: «ο εξυμνούμενος ούτος Εθνοϊερομάρτυς Άγιος Πλάτων τυγχάνει συγγενής εκ μητρός μου και, από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια, από το στόμα της γιαγιάς μου ήκουον μετά πολλού ενδιαφέροντος τα της ζωής, της δράσεως και του μαρτυρικού τέλους του τετιμημένου τούτου γόνου της Πάτμου και επιλέκτου αδελφού της σεβασμίας Μονής του Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου».
Και προσθέτει ο Ισίδωρος: «Παραλληλως, ηυτύχησα να γνωρίσω την κατά σάρκα αυταδέλφην του Μάρτυρος, την αγίαν ψυχήν της Μοναχής Ευφημίας, η οποία ενίσχυε τον ζήλον μου δια την μοναχικήν πολιτείαν, ομιλώντας μου μετά πολλής της εν Κυρίω εγκαυχήσεως υπέρ του δοξάσαντος δια του αγίου τέλους του την νήσον της καταγωγής του και την οικογένειάν του». Και κάμνει την εξής εξομολόγηση ο Ισίδωρος, μετά τα ανωτέρω, μόλις. «Η συνεχής αυτή υπέρ του συγγενούς μου, καλώς αθλήσαντος και στεφανοθέντος, Αγίου Μάρτυρος, συντυχία εδραίωσεν την σκέψιν μου και την απόφασίν μου να ενταχθώ εις την μοναστικήν Αδελφότητα της περιπύστου Μονής του ηγαπημένου του Κυρίου Μαθητού και να λάβω το όνομα Πλάτων, πράγμα το οποίον λόγω συγκυριών δεν επέτυχον τότε, διότι άλλως ο Θεός ηθέλησεν και το όνομα του μάρτυρος έλαβε ο παρ’ εμού καρείς μοναχός, πνευματικός μου υιός και ανιψιός κατά σάρκα συγγραφέας της εργασίας ταύτης. Ούτω, εξεπληρώθη η προς τον Άγιον τούτον, τον μάρτυρα υπόσχεσίς μου».
Σημείωση βιβλιοπαρουσιαστού: Ο λόγος για μια ευρεία και βαθειά πνευματική και σαρκική συγγένεια. Μας θυμίζει τις άγιες οικογένειες, εκ σαρκός και πνεύματος, των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων-εκκλησιών, και δη, μεταξύ των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας. Είναι πολύ συγκινητικό, ότι η παράδοση αυτή των αγίων οικογενειών συνεχίζεται ως τις μέρες μας, διά των αιώνων. Και να!, ότι βρισκόμαστε, εν προκειμένω, σε μια τέτοια οικογένεια, mutatis mutandis, κατά το οικογενειακό σχήμα: Ιερομάρτυς Άγιος Πλάτων Αϊβαζίδης- Ευφημία, αδελφή Μάρτυρος> «συγγενής εκ μητρός» Ισιδώρου Τράλλεων> Πλάτων Κρικρής, νυν «Μητροπολίτης Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης», «πνευματικός υιός ως <καρείς> μοναχός» και «ανεψιός κατά σάρκα» Ισιδώρου Τράλλεων.
Δεν είναι ότι έδωκε στον ανεψιό του Πλάτωνα Κρικρή, νυν Μητροπολίτη Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης, το όνομα του αγίου Μάρτυρος Πλάτωνος Αϊβαζίδη, κατά την μοναχική κουρά ο Τράλλεον Ισίδωρος. Έκαμε και κάτι αιώνιο, ανθρωπίνως. Ανήγειρε και ναό στο όνομά του, μετά την αγιοκατάταξή του. Γράφει: «Ότε η Αγία ημών Εκκλησία κατέταξεν και επισήμως πλέον εις τας τάξεις των τιμωμένων υπ’ Αυτής Αγίων τον Εθνοϊερομάρτυρα Πλάτωνα, ανήγειρε εν Πάτμω Περικαλή Ναόν εις τον Ορθόδοξων χώρον μοναδικόν, εις δόξαν Θεού, τιμήν δε και μνήμην του εν γη αλλοτρία μαρτυρικώς τελειωθέντος Πρωτοσυγκέλλου Αμασείας».
2β. Εισαγωγή (σελ. 9-12). Διατυπώνονται από τον συγγραφέα της μονογραφίας-προσωπογραφίας περί του εν λόγου Εθνοϊερομάρτυρος Πλάτωνος Αϊβαζίδη τα εξής ωραία: «… σε ιδιαίτερη στήλη του ηρώου της Εκκλησίας μεταξύ άλλων συγκαταλέγεται και ο πάτμιος Εθνοϊερομάρτυς Πλάτων Αϊβαζίδης, Πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεως Αμασείας, στον οποίο και αναφέρεται η παρούσα μελέτη. Περί του συγκεκριμένου Εθνοϊερομάρτυρος δεν έχει γράφει άλλη ειδική μελέτη ή πραγματεία μέχρι σήμερα. Η τριετής έρευνά μου για τη ζωή και την εθνική του δράση διεξήχθη με πολλές δυσκολίες». Σημείωση βιβλιοπαρουσιαστού: Οι «δυσκολίες» αναφέρονται στην έρευνα των πηγών-αρχείων, κάποια από τα οποία δεν διεσώθησαν. Εν τούτοις, πολλά κενά έχουν καλυφθεί από την έρευνα του, προσωπικώς, «στο Πατριαρχικό Αρχειοφυλακείο του Οικουμενικού Θρόνου, στο Αρχείο της ιεράς Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου, στην Εθνική και Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, καθώς και στη Βιβλιοθήκη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (σελ. 10).
Και συνεχίζει ο συγγραφέας, επιλέξει: «Η ιστορική μελέτη μου είναι καρπός προσευχής και ευγνωμοσύνης… Ευγνωμοσύνης δε, διότι τυγχάνει συνώνυμός μου συγγενής κατά πνεύμα ως προερχόμενος εκ της Πατμιακής Αδελφότητος και κατά σάρκα εκ πατρός μου».
Β΄
- Περιεχόμενα (σελ. 13-210). Οι τίτλοι των ενοτήτων είναι δηλωτικοί των αξιοπίστων, ως ερειδομένων σε αληθείς πηγές, πληροφοριών. Έχουν ως εξής: «Η γέννηση και η καταγωγή του» (σελ. 13-17). Γράφει: «Ο Πλάτων Αϊβάζης ή Αϊβαζίδης ή Αϊβαζόγλου γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1852 στην ευλογημένη από τον Θεόν νήσο του Δωδεκανησιακού συμπλέγματος την Πάτμο». «Ο πατέρας του. ο Νικόλαος Αϊβάζης, καταγόταν από τη Χίο και η μητέρα του, η Μαρία Φλωρίδου, κόρη της Πάτμου… με δύο αδέλφια Ιερομονάχους στην Μονή του Θεολόγου, τον Ιερόθεο και τον Διονύσιο Φλωρίδη, εκλεκτά μέλη της Αδελφότητος… Το βαπτιστικό του όνομα είναι Γεώργιος».
Περαιτέρω, ο λόγος για «Το όνομα και το επίθετό του» (σελ. 18-25), φιλολογικής ετυμολογικής και γραμματολογικής σημασίας, και για «Το οικογενειακό του περιβάλλον» (σελ. 26-40). Ειδικότερα, εδώ ο λόγος για την ιστορία του γενεαλογικού δέντρου του Εθνοϊερομαρτυρος Πλάτωνος στην ανάλογη τοπογραφία της Πάτμου. Γράφει: «Το σπίτι της οικογενείας Αϊβάζη ή Αϊβαζίδη ήταν στην νοτιοδυτικής συνοικία της Χώρας, κοντά στον Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης, όπου η Πλατεία, που βρίσκεται μπροστά του… ονομάστηκε σε <Πλατεία Πρωτοσυγκέλου Πλάτωνος Αϊβαζίδου>… Σ’ αυτήν την Πλατεία, από προφορικές πληροφορίες που διασώθηκαν, περνούσε ο Γεώργιος Αϊβάζης αρκετές ώρες των παιδικών του χρόνων. Ήταν σεμνός και άριστος μαθητής, με ιδιαίτερη επίδοση στα Ελληνικά από τα πρώτα σχολικά του χρόνια».
Από τις ακολουθούσες ενότητες: «Η ζωή του στη Μονή του Ηγαπημένου» (σελ. 41-45), «Το ενδιαφέρον για τη Μονή της μετανοίας του» (σελ. 46-57), για τίς «Σπουδές του» (σελ. 58-62), επισημαίνουμε τα εξής του συγγραφέως: «Ο Πλάτων πρέπει να εισήλθε στην Μονή ως δόκιμος σε ηλικία 15 έως 16 ετών… Παράλληλα, πάντως, φοιτά στην Πατμιάδα Εκκλησιαστικής Σχολή, κοντά σε φωτισμένους διδασκάλους» (σελ. 41). «Η χειροτονία του εις Ιεροδιάκονον πρέπει να έγινε, μετά τις 18 Απριλίου του 1876… μέχρι και 20 Απριλίου του 1876 (σελ. 43-45). «Η παρουσία του Πλάτωνος στη Μονή μαρτυρείται μέχρι τα 25 του έτη περίπου, οπότε το 1877 αναχωρεί, ως διάκονος, ύστερα από άδεια της Αδελφότητος εις αναζήτησιν πόρου ζωής….». Τον βρίσκουμε «Αρχιδιάκονο της Μητροπόλεως Λήμνου, υπό τον Μητροπολίτη Αθανάσιο Καπολάρη» (σελ. 46) και να ενδιαφέρεται, σε διαφωτιστικό και ερευνητικό επίπεδο, για την Μονή του, ώστε να την γνωρίσουν και όσοι αγνοούν τα κατ’ Αυτήν» (σελ. 49) και ότι με πολλή νοσταλγία σκέπτεται την Μονή της μετανοίας του και την Πάτμο (σελ. 57). «Ο Πλάτων μετά το 1877 βρίσκεται γύρω και κοντά στην Κωνσταντινούπολη Διάκονος στην Καστοριά και Αρχιδιάκονος στη Λήμνο» και «πρέπει να άρχισε σπουδές στην Μεγάλη του Γένους Σχολή Κωνσταντινουπόλεως και στην συνέχεια στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης» (σελ. 61). Εξ ου, και «η γνωριμία του με τον μετέπειτα Μητροπολίτη Γερμανό Καραβαγγέλη, διότι έχει «τις ρίζες της σ’ αυτή τη Σχολή». «Οι πηγές τον θέλουν και δευτερεύοντα Διάκονο του Οικουμενικού Πατριαρχείου» (σελ. 62). Στην σελ. 63 ωραία αντιπροσωπευτική φωτογραφία Πλάτωνος. Πάντως, προταθείς από τον Μητροπολίτη Λήμνου Αθανάσιο ως Πρωτοσύγκελλός του, το 1896, για εγγραφή του στον Κατάλογο των εκλεξίμων δι’ αρχιερατεία, τα βιογραφικά του στον Κώδικα εκλεξίμων του Οικουμενικού Πατριαρχείου (5 Μαρτίου 1996) ομιλούν για «Σπουδές: Διήκουσε γυμνασιακά μαθήματα». Σπουδές του στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης δεν μνημονεύονται (σελ. 64-65).
Γ΄
- Εκκλησιαστική-Εθνική Διακονία-Μαρτυρία Πλάτωνος στην Μακεδονία (Καστοριά) και στον Πόντο (Αμάσεια). Η Δράση και το Μαρτύριό Του
Αναφερόμαστε στις ενότητες: «Ο Μακεδονικός Αγώνας και η Καστοριά» (σελ. 71-82). «Η εθνική του δράση στην Μακεδονία» (σελ. σε 83-112). «Από την Καστοριά στην Μητρόπολη Αμασείας» (σελ. 113-122). «Το εθνικοθρησκευτικό του έργο στον Πόντο» (σελ. 124-139). «Η σύλληψη και η φυλάκισή του» (σελ. 140-151). «Στο δικαστήριο ανεξαρτησίας» (σελ. 152-166). «Το μαρτυρικό του τέλος» (σελ. 167-169). «Αναφορές του τύπου στο μαρτύριό του» (σελ. 170-177 ). «Η αγγελία του μαρτυρίου του στην Πάτμο» (σελ. 178-184). «Η κατάταξή του μεταξύ των αγίων» (σελ. 185-201). Επισημαίνουμε, όσα μας έχουν συγκλονίσει και εντυπωσιάσει, ιδιαιτέρως.
4α. Γράφει ο συγγραφέας της παρούσης διατριβής: «Ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα δράσεως, αν όχι το σπουδαιότερο, των βουλγάρων κομιτατζήδων και, αντίστοιχα, της άμυνας του ελληνικού στοιχείου, ήταν η Καστοριά με την ευρύτερη περιοχή της» (σελ. 76). «Τον Ιούνιο του 1899 μετατίθεται στην Μητρόπολη Καστορίας ο από Αδριανουπόλεως Μητροπολίτης Αθανάσιος Καπολάρης, «παίρνοντας μαζί του και τον Πλάτωνα ως Πρωτοσύγκελό του», που τον «είχε ήδη διορίσει εδώ ως Αρχιδιάκονο και Πρωτοσύγκελλό του». Στην Καστοριά δεν έμεινε πολύ, γιατί τον Σεπτέμβριο του 1900 μετατέθηκε στη Σάμο» (σελ. 77). Διάδοχός του ο Γερμανός Καραβαγγέλης, κατ’ επιλογή του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄, το ίδιο έτος 1900. Από δω και πέρα Γερμανός Καραβαγγέλης και Πλάτων Αϊβαζίδης συμπορεύονται τόσο στην Καστοριά, όσο και, στην συνέχεια, στην Αμάσεια. «Κοντά στον εθνικό αυτόν εργάτη της λευτεριάς της Μακεδονίας, τον Γερμανό Καραβαγγέλη, ο Πλάτων στάθηκε άοκνος και στενός συνεργάτης στη θεωρία και στην πράξη, αλλά και πιστός φίλος του Μητροπολίτου του» (σελ. 88).
«Από τις διάφορες μαρτυρίες φαίνεται, ότι τις εκκλησιαστικές υποθέσεις της Μητροπόλεως Καστορίας τις είχε αναλάβει ο Πρωτοσύγκελλος, δεδομένου ότι ο Γερμανός είχε διαθέσει όλες τις δυνάμεις και τον χρόνο στις εθνικές υποθέσεις και κυρίως στον Μακεδονικό Αγώνα, μέσα και έξω από την Καστοριά σε διάφορες περιοδείες» (σελ. 92).
Περαιτέρω, «από τις αναφορές φαίνεται πως ο Γερμανός είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στον Πρωτοσύγκελλο Πλάτωνα… φεύγοντας σε μια μυστική αποστολή του στο χωριό Στάτιστα (Μελάς) ενημέρωνε τον Πρωτοσύγκελλό του με «γράμμα σφραγισμένο», που του γράφει επιλέξει: «… Αφήνω ένα γράμμα σφραγισμένο στον Πρωτοσύγκελλό μου, τον αείμνηστο Ιερομάρτυρα Πλάτωνα, που περιείχε τις εντολές μου σε περίπτωση θανάτου μου και φεύγω από την Μητρόπολη νύχτα μαζί με τον καβάση μου Εμίν, έναν πιστό Τουρκαλβανό. – Που θα πας; μου λέγει ο Πρωτοσύγκελός μου – Σου άφησα γράμμα στο μέγαρο, και, αν δεν γυρίσω, τότε θα το ανοίξεις. Εκεί έγραψα που πήγαινα (σελ. 94). Από τα Απομνημονεύματα Γερμανού Καραβαγγέλη, Μητροπολίτου Καστοριας, Ο Μακεδονικός Αγών, Εκδ. Μπαρμπουνάκης, σελ. 36). «Ο θάνατος του Παύλου Μελά αφύπνισε συνειδήσεις. Το ένα μετά το άλλο άρχισαν να καταφθάνουν τά ανταρτικά σώματα, τα οποία στήριζε και τροφοδοτούσε ο Μητροπολίτης. Μια φωτογραφία που σώζεται δείχνει το Μητροπολίτη Γερμανό μαζί με τον Πρωτοσύγγελλό του Πλάτωνα να διαβάζουν τρισάγιο πάνω στον τάφο του Παύλου Μελά. Μας κάνει εντύπωση, πως, κάθε φορά που ο Γερμανός αναφέρει τον Πρώτοσύγκελλο, χρησιμοποιεί την κτητική αντωνυμία «μου»: <ο πρωτοσύγκελός μου>, άφησα τον Πρωτοσύγκελλό <μου>. Είναι φανερό πως έτρεφε ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, αγάπη και φιλία γι’ αυτόν» (σελ. 102-103).
Εμβαθύνει, επιπλέον, ο συγγραφέας στις εσώτερες προσωπικές σχέσεις των δύο ανδρών, Γερμανού και Πλάτωνος, και μας πληροφορεί τα εξής επιλέξει ενδιαφέροντα. Γράφει: «Σε άλλη περίπτωση που έπρεπε να πάει, σύμφωνα με παλιά συνήθεια των Μητροπολιτών της Καστοριάς, σε ένα βουλγαρικό χωριό, το Νεστράμι, για να λειτουργήσει στην γιορτή της Μεταμορφώσεως, δεν δειλίασε και αποφάσισε να πάει, αν και γνώριζε, ότι του είχαν στήσει ενέδρα οι Βούλγαροι. Αναφέρει, λοιπόν, ο ίδιος, στα Απομνημονεύματά του, τα εξής: <Όταν έμαθαν την απόφασή μου στην μητρόπολη αναστατώθηκαν. Ο Πρωτοσύγκελλός μου, αείμνηστος Πλάτων, προσπαθούσε να με αποτρέψει από το ταξίδι, και, βλέποντας την επιμονή μου, έβαλε τον πατέρα μου να μ’ εμποδίση>…» (σελ. 104 και στα Απομνημονεύματα, σελ. 98).
Αλλά και εξ επόψεως συνεργασίας τους, ειδικώτερα, σε εθνικό επίπεδο, ο συγγραφέας μας διατυπώνει τα εξής, επιλέξει: «Αναφορά για τον Πρωτοσύγκελλό <του> κάνει ο Γερμανός και στην έκθεση, που έγραψε ως Μητροπολίτης Καστορίας προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, στις 24 Μαρτίου του 1907. Γράφει: <… Αυθημερών λαμβάνω τηλεγράφημα εκ Χρουπίστης εξαγγέλλον μοι την ανάγκην της αμέσου αποστολής του Πρωτοσυγκέλλου μου…>, <Την επαύριον επανήλθε ο Πρωτοσύγκελός μου>. Και, παρακάτω, αναφερόμενος στην δραστηριότητα Πλάτωνος για την διάσωση προσφύγων γυναικοπαίδων, συνεχίζει: <Κι ο μεν Πρωτοσύγκελλός μου, περιφερόμενος με ακάτια τας ακτάς στις λίμνης της Καστοριάς, περισυλλέγει τα γυναικόπαιδα, εγώ δε μεταβάς εις την Μονήν Μαυριωτίσσης, εξαποστέλλω στόλους λέμβων, όπου επιστή ανάγκη> (σελ. 106 και στα Απομνημονεύματα, σελ. 115). Και, όταν πια αναγκάζεται να φύγει από την Καστοριά, αναφέρει στα Απομνημονεύματά του ο ίδιος: <παρέδωσα, λοιπόν, την αρχή στον Πρωτοσύγκελλο μου Πλάτωνα και αφού έλειτούργησα για τελευταία φορά κι’ αποχαιρέτησα με ενθουσιώδη λόγο το ποίμνιό μου, έφυγα από την Καστοριά προς μεγάλη χαρά των Βουλγάρων και απελπισία των Ελλήνων>…» (σελ. 106 και στα Απομνημονεύματα, σελ. 102).
Τελειώνει ο συγγραφέας για την εθνικοθρηκευτικοκοινωνική προσφορά του Πλάτωνος στην Καστοριά, μετά την αναχώρηση από την Καστοριά του Μητροπολίτου Καστορίας Γερμανού, γράφοντας τα εξής πολύ ακριβή: «Στο σημείο αυτό νομίζουμε ότι ταιριάζει να αναφέρουμε και κάποια άλλα περιστατικά από την εθνικοθρησκευτική δράση του Πλάτωνος, δίπλα και χωρίς τον Καραβαγγέλη στην Καστοριά, μια που η δράση αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον Μητροπολίτη Γερμανό και τον Μακεδονικό Αγώνα». «Βέβαια, ο Πρωτοσύγγελλος και μετά την αναχώρηση του Μητροπολίτου εξακολουθεί να τον ενημερώνει για όσα συμβαίνουν στη Μητροπολιτική τους περιφέρεια με συνεχείς εκθέσεις» (σελ. 107).
Ο συγγραφέας μας, από τις πολλές που έχει υπόψει του, καταγράφει μία, εξόχως συγκινητική και συγκλονιστική, που εστάλη στον Γερμανό Καραβαγγέλη στην Κων/πολη, στις 7 Αυγούστου 1907. Την μεταφέρουμε κι εμείς στην Βιβλιοπαρουσίαση αυτή εδώ. Αξίζει. «Ευσεβέστατέ μοι, Συνεχίζων το από της αναχωρήσεως της Υμ. προσκυνητής μοι Σεβασμιότητος μαρτυρολόγιον της επαρχίας αυτής, της περισσότερον ίσως των άλλων επαρχιών της Μακεδονίας δοκιμασθείσης και βαφείσης εν τω αίματι των δικαίων, αναγράφων χρονογραφικώς τους διαπραχθέντας φόνους υπό του επαράτου βουλγαρικού κομμιτάτου, της αιμοχαρούς ταύτης υαίνης, ήτις δεν εκορέσθη, από διετίας και πλέον, πίνουσα το αίμα των αδελφών ημών, όσοι δεν υποτάσσονται ταις αρχαίς της Εξαρχίας, άλλ’ ουδέ κάμπτεται ούτε συγκινείται εκ των οιμωγών των σφαζομένων και εκ των κλαυθμού των χηρών και ορφανών, ων ο αριθμός καθ’ εκάστην αυξάνει, συν αυτοίς δε και αραί και τα αναθέματα κατά των αποβρασμάτων τούτων του άδου.
Δια προηγουμένης ταπεινής επιστολής μου εγνώρισα τη Υ.Σ. την εξαφάνισιν του ατυχούς καβάση της Μητροπόλεώς μας Εμίν μετά του συνοδού αυτού Χρήστου ζαπτιέ εκ Λεχόβου˙ ήδη αναγράφω τον φόνον έξ χριστιανών μας έκ της Κωμοπόλεως Νεβέσκης, λαβόντα χώραν την 17 Ιουλίου, καθ ήν μετέβαινον εις την αγοράν Φλωρίνης, ήτοι του Ιωάννου Γκιώρε, ούτινος τον αδελφόν Δημήτριον εφόνευσαν τη 20η Μαΐου εν Μπελκαμενίω, εγκαταλείψαντος του μεν πρώτου σύζυγον μετά εξ τέκνων, του δε δευτέρου επίσης σύζυγον μετά εννέα τέκνων, του Γεωργίου Δ. Μπούρε, εγκαταλείψαντος σύζυγον και τέσσαρα τέκνα, του Στεργίου Τσικότη σύζυγον και δύο τέκνα, του Ευστρατίου Μελά σύζυγον και εν τέκνον, του Γεωργίου Πάνου νεαράν σύζυγον, του 16ετούς παιδός Αναστασίου Ναρίκα και του εκ Λεχόβου Ζήση Δημουλιού, λαβόντας χώραν την 27 Ιουλίου εν τω έξωθεν του χωρίου μύλω αυτού.
Εν Καστορία τη 7η Αυγούστου 1907.
Πρωτοσύγκελλος ΠΛΑΤΩΝ ΑΙΒΑΖΙΔΗΣ (σελ. 109).
Συμπληρωματικά, ο συγγραφέας μας, στο τέλος-τέλος, της εθνικοθρησκευτικής προσφοράς του Πλάτωνος στην επαρχία Καστορίας, κάμνει νύξη και για το ενδιαφέρον του στην παιδεία και στην κοινωνία. Γράφει: «Παρ’ ότι που ο Μητροπολίτης Γερμανός απουσιάζει από την Καστοριά, ο Πλάτων ενδιαφέρεται για την ανέγερση Σχολών και Νοσοκομείων με την συνδρομή, βεβαίως, φιλοπάτριδων οικονομικών παραγόντων, για τις άδειες ανεγέρσεως (ιστιλάμια) των οποίων αναφέρεται στην Μητέρα Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στο πατριαρχικό αρχαιοφυλάκιο σώζονται αντίγραφα δύο απαντητικών επιστολών σχετικά με μια Σχολή και ένα Νοσοκομείο, με τις οποίες γίνονται γνωστό στον Πλάτωνα, ως Αρχιερατικό Επίτροπο του Μητροπολίτου Καστορίας, ότι εξεδόθησαν και αποστέλλονται τα <νενομισμένα υπουργικά ιστιλάμια>…» (σελ. 111). Και τα παραθέτει ο συγγραφέας (σελ. 111-112).
Και το συνολικό συμπέρασμα του συγγραφέως για τον Πλάτωνα στην Καστοριά και σε σχέση με τον Γερμανό Καραβαγγέλη, είναι το εξής: « Γι’ αυτόν τον Πρωτοσύγκελλό <του>, λοιπόν, αυτόν τον τόσο αφοσιωμένο και ηρωικό, δεν θα αποχωρισθεί ο Γερμανός Καραβαγγέλης στην καινούργια του Μητρόπολη, όπου, αργότερα, τον μετέθεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην Αμάσεια του Πόντου (σελ. 112).
Δ΄
- Στην Αμάσεια ο πλάτων, στον τόπο του Μαρτυρίου του. Ο συγγραφέας μας περιγράφει το θαύμα και το δράμα του Εθνοιερομάρτυρος Πλάτωνος στις ενότητες με τους τίτλους: «Από την Καστοριά στην Μητρόπολη Αμασείας» (σελ. 113-122)˙ «Το έθνικοθρησκευτικό του έργο στον Πόντο» (σελ. 124-139)˙ «Η σύλληψη και η φυλάκισή του» (σελ. 140-151)˙ «Στο δικαστήριο της Ανεξαρτησίας» (σελ. 152-166)˙ «Το μαρτυρικό του τέλος» (σελ. 167-169)˙ «Αναφορές του τύπου στο μαρτύριό του» (σελ. 170-177)˙ «Η αγγελία του μαρτυρίου του στην Πάτμο» (σελ. 178-184)˙ «Η κατάταξή του μεταξύ των αγίων» (σελ. 185-193)˙ «Τα διοικητικά και πνευματικά του χαρίσματα» (σελ. 194-201)˙ «Επίλογος» (σελ. 202-205)˙ «Βιβλιογραφία» (σελ. 206-210)˙ «Παράρτημα» (σελ. 211-251)˙ «Χαραλάμπους Μπούσια, Ακολουθία Αγίου ενδόξου νέου ιερομάρτυρος Πλάτωνος τουπίκλιν Αϊβαζίδη Πρωτοσυγκέλου Αμασείας» (σελ. 255-291).
Και μόνη η ανάγνωση των τίτλων των ενοτήτων αυτών συγγραφής σε συγκλονίζει. Γιαυτό στην αρχή κάναμε την κρίση για ένα «θαύμα και δράμα». Όποιος διαβάσει και αξιολογήσει εις βάθος τα γεγονότα, δεν μπορεί παρά να συγκινηθεί μέχρι δακρύων και πολλών στεναγμών και αναστεναγμών. Από την ενότητα: «Από την Καστοριά στην Μητρόπολη Αμασείας» (σελ. 113-122), συγκρατούμε τις βασικές ιστορικές πληροφορίες του συγγραφέως για την πολιτική και εκκλησιαστική ιστορία και την του 1921-1923 κατάσταση των δύο βασικών πόλεων Αμάσειας και του επινείου αυτής Αμισού. Γράφει ο συγγραφέας: «Η δεύτερη πόλη, που σχετίζεται άμεσα με το θέμα μας, γενικά και ειδικώτερα με τον Πλάτωνα Αϊβαζίδη είναι η Αμισός (σελ. 117). Ενώ η Μητρόπολη καλείται τις Αμάσειας, η έδρα της είναι τώρα στην Αμισο. Και προσθέτει ο συγγραφέας: «Ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης εξελέγη τον Φεβρουάριο του 1908 ως Μητροπολίτης Αμασείας, αφίχθη δε στην Αμισό στις 25 Μαρτίου. Ο Πλάτων πήγε στην Αμισό, διερχόμενος εκ Κωνσταντινουπόλεως μερικούς μήνες μετά, τον Αύγουστο» (σελ. 122).
Από τα ιστορικά στοιχεία για την περιοχή Αμασείας και Αμισού συγκρατούμε την βασική ιστορική μνεία ότι «υπήρχε η Αμάσεια πατρίδα του μεγάλου Έλληνα Γεωγράφου Στράβωνος (σελ. 114). «Η δ’ ημετέρα πόλις <γράφει ο Στράβων για τη γενέτειρά του>, κείται μέν εν φάραγγι βαθεία και μεγάλη, δι’ ης ο Ίρις φέρεται ποταμός˙ κατεσκεύασται δε θαυμαστώς προνοία τε και φύσει˙ πέτρα γάρ υψηλή και περίκρημνος, κατερρωγυία επί τον ποταμόν» (σελ. 113). Για δε τις απαρχές του Χριστιανισμού στην περιοχή εδώ συμπληρώνει ο συγγραφέας: «Κατά μία παράδοση, πρώτος κήρυκας της θρησκείας του Χριστού στον Πόντο ήταν ο Απόστολος Ανδρέας». «Για δε την εξάπλωση του Χριστιανισμού στην περιοχή της Πάφρας, όπως και στις γειτονικές περιοχές, μεγάλη ήταν η συμβολή του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος, που καταγόταν από την Αμάσεια… μαρτύρησε επί Μαξιμιανού και Μαξιμίου το 297 μ.Χ.» (σελ. 116).
Και ερχόμαστε στην κρίσιμη ενότητα «Το εθνικοθρησκευτικό του έργου στον Πόντο» (σελ. 124-139). Γράφει ο συγγραφέας: «Σε αυτήν την ελληνικότατη περιοχή, την πιο μεγάλη και πιο σημαντική επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου, ήρθαν να μεταφυτευθούν από την χώρα του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο Μητροπολίτης Γερμανός με τον Πρωτοσύγκελλό του Πλάτωνα, ύστερα από σκληρές δοκιμασίες στην Μακεδονία, με επίκεντρο την Καστοριά» (σελ. 124). «Εδώ, στην Αμάσεια αρχίζει το εθνικοθρησκευτικό του έργο, τόσο στις πόλεις, όσο και στην ύπαιθρο – με τον χείμαρρο της ρητορικής του δεινότητας εξαγγέλλει τις αιώνιες σωτήριες αλήθειες… τονίζει πάντοτε τη σχέση χριστιανισμού και ελληνισμού και τα καθήκοντά προς την μητέρα Εκκλησία και την μητέρα Πατρίδα» (σελ. 127-128). «Εκτός από τα καθήκοντά του ως Πρωτοσυγκέλλου και τις άλλες εθνικές δραστηριότητες, ο Πλάτων εκτελεί και χρέη Καθηγητού στα Σχολεία των Κοινοτήτων της Επαρχίας Αμασείας». Καθώς λείπει ο Μητροπολίτης στην Κωνσταντινούπολη, στην Σύνοδο, ο Πρωτοσύγκελλος Πλάτων φέρει όλη την ευθύνη της Μητροπόλεως (σελ. 129-130).
Και η πλέον κρίσιμη καμπή στην πορεία από το θαύμα στο δράμα του Πλάτωνος επισημαίνεται από τον συγγραφέα. Γράφει: «Στην Επαρχία αυτή ο Πλάτων, συλλαμβάνοντας τα μηνύματα των καιρών, αναπτύσσει ιδιαίτερη εθνική δραστηριότητα, όπως, άλλωστε, είχε κάνει και στη Μακεδονία. Δι’ αυτό και οι τούρκικές αρχές τον έχουν υπό παρακολούθηση… τον θεωρούν υπαρχηγό του Μητροπολίτου, ο οποίος, όπως προείπαμε, απουσίαζε τακτικά. Η εθνικοθρησκευτική του δραστηριότητα έγινε <κάρφος εις τους οφθαλμούς> της τουρκικής διοικήσεως, των Νεοτούρκων και του Κεμάλ Ατατούρκ, οι οποίες ζητούν κάθε ευκαιρία για να εξουδετερώσουν με κάθε θυσία τους εθνικόφρονες Έλληνες» (σελ. 131). «Το βάρος, λοιπόν, των εθνικοθρησκευτικών αγώνων και δραστηριοτήτων πέφτει στους ώμους του Επισκόπου Ζήλων Ευθυμίου και του Πρωτοσυγκέλλου Πλάτωνος» (σελ. 134). Στο μεταξύ, είχαν αρχίσει εντονώτεροι οι άγριοι διωγμοί του Ελληνικού αλλά και του Αρμενικού πληθυσμού του Πόντου από τους Νεότουρκους και από τα Κεμαλικά στρατεύματα. Τον Οκτώβριο του 1917, κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γερμανός συλλαμβάνεται για την εθνική του δράση, εξορίζεται μέσω Αγκύρας στην Πόλη και κλείεται στις κεντρικές φυλακές. Αποφυλακίζεται όμως σύντομα μετά από ενέργειες του Πατριαρχείου. Μετά τον πόλεμο γύρισε στην Επαρχία του και έγινε ο στοργικός προστάτης των προσφύγων και ορφανών… και στα μέσα του 1920 γίνεται πάλι μέλος της Ιεράς Συνόδου για την εκλογή του Πατριάρχου και έτσι φεύγει από την Αμάσεια, μη ξέροντας ότι μετά από λίγο καιρό θα διακοπεί η επικοινωνία με την Επαρχία του και θα επιβληθεί αυστηρότατη λογοκρισία (σελ. 137-139).
Κατόπιν των ανωτέρω, ακολουθεί ο γολγοθάς και ο σταυρός του Πλάτωνος. Στις ακολουθούσες τελευταίες ενότητες του έργου του συγγραφέως μας αποδεικνύεται η κρίση μας περί «γολγοθά» και «σταυρού». Φέρουν τον τίτλο: «Η σύλληψη και η φυλάκισή του» (σελ. 140-151). «Στο δικαστήριο της Ανεξαρτησίας» (σελ. 152-166). Και «Το μαρτυρικό του τέλος» (σελ. 167-169). Γράφει ο συγγραφέας μας για την σύλληψη και φυλάκισή του (σελ. 140-151). «Τη νύχτα της 4ης Φεβρουαρίου 1921 γίνεται έφοδος από τις τουρκικές αρχές στο Μητροπολιτικό μέγαρο. Συλλαμβάνεται ο Επίσκοπος Ζήλων Ευθύμιος, ο Πρωτοσύγκελλος Πλάτων και αρκετοί από το διοικητικό προσωπικό και άλλοι υπάλληλοι της Μητροπόλεως» (σελ. 140). «Και τους έριξαν στα παγωμένα μπουντρούμια υπόδικους, με την κατηγορία ότι συνεργάζονταν με τους αντάρτες των βουνών για την απόσπαση του Πόντου από την τουρκική επικράτεια» (σελ. 140). «Η ζωή μέσα στις φυλακές είναι αφόρητη και η ατμόσφαιρα βαρειά και αποπνικτική, εξ αιτίας των μικρών χώρων, μέσα στους οποίους είναι υποχρεωμένοι να συνωστίζονται πολλοί φυλακισμένοι» (σελ. 141). «Τα θερμουργά κηρύγματα του Πλάτωνα μέσα στη φυλακή τονώνουν την πίστη των συγκρατουμένων του στην πρόνοια του Παναγάθου Θεού…». Καταρρέει καθημερινά σωματικά αλλά αναγεννάται πνευματικά… το καθημερινό <Γεννηθήτω το θέλημά Σου>, ήταν έκφραση της ολόψυχης εμπιστοσύνης του στο Θεό και το διαρκές <Δόξα σοι ο Θεός> μαρτυρία της ευγνωμονούσης ψυχής του» (αποσπάσματα από το έργο <Μαύρη Θάλασσα> του Χρήστου Σαμουηλίδη, σελ. 219 κ.ε. Εδώ σελ. 140-141).
Περί του θανάτου του Επισκόπου Ζήλων Ευθυμίου στην φυλακή (σελ. 142-144). Γράφει ο συγγραφέας: «Κατά την ημέρα του Πάσχα, 18 Απριλίου του 1921, περνώντας από τον διάδρομο, όπου βρίσκονταν και άλλα κελλιά με φυλακισμένους, είχε την ευτυχία να τους χαιρετήσει με το <Χριστός Ανέστη> και να τους ευχηθεί <καλή λευτεριά>. Αυτό ήταν αρκετό να κάνει τους βαρβάρους δεσμοφύλακες να τον οδηγήσουν στα υπόγεια τον φυλακών, που ήσαν γεμάτα βρωμιά, ψείρες και μικρόβια…, και προσβλήθηκε από εξανθηματικό τύφο… Σε λίγες ημέρες (30 Μαΐου 1921) μαζί με δύο άλλους συγκρατουμένους, τον Βασίλη Καλαϊτζή και τον Ανδρέα Κολλάρο, πεθαίνει από την φοβερή αυτή αρρώστεια. Μόλις και μετά βίας οι Τούρκοι επιτρέπουν στον φίλο και συναγωνιστή του, Πρωτοσύγκελλο Πλάτωνα, να τον συνοδεύσει νεκρό ως την έξοδο της φυλακής και να του αποδώσει τον <τελευταίον ασπασμόν> (σελ. 143 και Δημήτρη Ψαθά, Γη του Πόντου, Αθήνα 1966, σελ. 433). Και συνεχίζει ο συγγραφέας Πλάτων της παρούσης περισπουδάστου διατριβής-προσωπογραφίας για τον Πρωτοσύγκελλο Πλάτωνα Αϊβαζίδη, γράφοντας τα εξής συνταρακτικά: «Όταν επέστρεψε με λυγμούς ο Πρωτοσύγκελλος στη φυλακή του, ελεεινολογούσε τη μοίρα του επισκόπου, αγνοώντας ο άτυχος ότι του επιφυλάσσονταν χειρότερα, δεδομένου ότι ο Επίσκοπος απέθανε, τουλάχιστον, με φυσικό θάνατο, ο ίδιος όμως ήταν πεπρωμένο να μαρτυρήσει αργότερα <τον δια αγχόνης θάνατον>. Εκεί όπου θα λήξει η περιπέτειά του και θα τελεσιουργηθεί η πνευματική ολοκλήρωση» (σελ. 144).
Έχει υπόψει του ο συγγραφέας την σχετική περιγραφή του Γερμανού Καραβαγγέλη στα Απομνημονεύματά του. Γράφει σ’ αυτά ο Γερμανός, σχετικώς: «Οκτώ ολόκληρους μήνες βρισκόντουσαν στις φυλακές της Αμάσειας ο βοηθός μου Επίσκοπος Ευθύμιος, ο ηρωικός και αφοσιωμένος από τον Μακεδονικό ακόμη Αγώνα Πρωτοσύγκελλός μου Πλάτων ως και εκατοντάδες άλλοι εξέχοντες ομογενείς… Και σάπιζαν αδίκαστοι μέσα στα μπουντρούμια… Μόλις όμως μαθεύτηκε η ήττα κι’ η οπισθοχώρηση του ελληνικού στρατού, στέλνεται από την Άγκυρα στην Αμάσεια ο Αμισινός κακούργος δικηγόρος Εμίν βέης, άλλοτε Νεότουρκος και τώρα φανατικός οπαδός του Κεμάλ. Και μέσα σε μια νύχτα με συνοπτική διαδικασία, χωρίς να επιτρέψει καμιά απολογία, τους καταδικάζει όλους εις θάνατο. Και μαζί με αυτούς και όλους τους Μητροπολίτες του Πόντου και πρώτα-πρώτα εμένα. Έτσι την ίδια νύχτα απαγχονίζεται ο γηραιός Πρωτοσύγκελλος Πλάτων με εβδομήντα προύχοντες… Σώθηκε μόνον ο Επίσκοπος Ευθύμιος, γιατί είχε προφθάσει να πεθάνει λίγες μέρες πριν στη φυλακή, από εξανθηματικό τύφο. Σώθηκα κι’ εγώ, γιατί βρισκόμουν συμπτωματικά συνοδικός στο Φανάρι: Το ίδιο κι’ άλλοι μητροπολίτες που είχαν εκτοπισθεί πριν από καιρό στην Κωνσταντινούπολη» (σελ. 151).
Και ερχόμαστε στον επίλογο του όλου δράματος του Πλάτωνος στις δύο τελευταίες ενότητες της διατριβής: «Στο δικαστήριο της Ανεξαρτησίας» (σελ. 152-166). και «Το μαρτυρικό του τέλος» (σελ. 167-169). Ως προς το «Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας», ο συγγραφέας μεταδίδει αντιπροσωπευτική εικόνα της ψεύτικης δίκης, υπό τον Εμίν Μπέη, δικηγόρο και βουλευτή Αμισού. Ειδικά, ως προς τον Πλάτωνα, ο Εμιν, ως Πρόεδρος, απευθύνεται πρώτα-πρώτα στον Πλάτωνο και του λέγει επιλέξει: «Κατηγορούμενε Πλάτωνα Αϊβαζίδη ομολογείς την ενοχή σου; Ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης σηκώθηκε σαν ελατήριο όρθιος και, μέσα στην γενική σιγή, ακούστηκε να λέει με σταθερή και καθαρή φωνή: -Όχι κύριε Πρόεδρε! Θεωρώ όλες τις κατηγορίες συκοφαντικές. Είμαστε όλοι αθώοι τον κατηγοριών που μας αποδίδετε! Κάτσε κάτω τράγο, ούρλιαξε ο Εμίν» (σελ. 154 και Σαμουηλίδη Χρήστου, Μαύρη Θάλασσα, σελ. 308-309)
Και έπεται η εξής συνέχεια: «Την άλλη μέρα είναι 18 Σεπτεμβρίου Κυριακή. Στις φυλακές τελείται η θεία λειτουργία, στην οποία πρωτοστατεί ο Πρωτοσύγκελλος Πλάτων… Πρώτος κοινωνεί για τελευταία φορά του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου… ο οποίος, στρεφόμενος προς τους υπολοίπους, προτείνει: <Συγχωρήσατέ με και ο Θεός συγχωρήση υμάς>…» (σελ. 155). Βλέπε και Ζουζούλα Στυλ. Ο Ελληνισμός του Πόντου, Αθήνα 1982, σελ. 15, 41). Και τέλος: «Μια μεγάλη ουρά σχηματίστηκε. Οι φυλακισμένοι ακολούθησαν με τη σειρά τον ποιμενάρχη τους, χωρίς να κάνουν τον παραμικρό θόρυβο, για να κοινωνήσουν. Όσοι τελείωναν γυρνούσαν με τάξη στα κελλιά τους…» (σελ. 158 και Σαμουηλίδης, Μαύρη Θάλασσα, 1970, σελ. 312, 314). Αποτέλεσμα της παρωδίας δίκης ήταν ότι «ανάμεσα στους καταδικασθέντες εις τον δι’ αγχόνης θάνατον πρώτος ο Πρωτοσύγκελλος Πλάτων, μαζί με το προσωπικό της Μητροπόλεως Αμασείας (σελ. 164), παρά τα απολογητικά στοιχεία συγκεκριμένα (σελ. 159) και τις αντιδράσεις για το ψευδές κατηγορητήριο (σελ. 160-161) του Πλάτωνος, για να εισπράξει εκ νέου από τον Εμίν το «Σκασμός τραγόπαπα» (σελ. 161).
Και η εσχάτη Πράξη για τον Πλάτωνα «το μαρτυρικό του τέλος» (σελ. 167-169). Γράφει ο συγγραφέας: «Ήταν η τελευταία στην φυλακή νύχτα στην φυλακή, μια νύχτα που δεν κοιμήθηκε κανείς, μια νύχτα που μεταβλήθηκε σε εθνικό πανηγύρι. Άλλοι έψαλλαν και προσευχόταν, άλλοι τραγουδούσαν πατριωτικά τραγούδια και ζητωκραύγαζαν. Πριν να χαράξει, ο Πρωτοσύγκελλος τους καλεί να ψάλλουν τη νεκρώσιμη ακολουθία τους. Στο τέλος, παρόλη την καταπόνηση της νυκτός, τους εμψυχώνει με θερμά πατριωτικά λόγια και τους ασπάζεται για τελευταία φορά… Η αυγή βρήκε το άνθος της αριστοκρατίας, της μορφώσεως και του πλούτου αλυσοδεμένο στους δρόμους και παρατεταγμένο σε δύο σειρές. Πρώτος από όλους ο Πλάτων… Σύρθηκε στους δρόμους της πόλεως της Αμασείας δεμένος στην ουρά ενός αλόγου, ενώ οι τσέτες, ουρλιάζοντας από χαρά, χτυπούσαν τα πρωτόγονα τουμπερλέκια τους με φανατικό υστερισμό… Οδηγήθηκαν και οι εξηνταεννιά μελλοθάνατοι στην πλατεία του Ωρολογίου της πόλεως, όπου εκεί είχαν μαζευτεί πολλοί συγγενείς τους, θρηνούσαν αδιάκοπα για την φρικτή εκτέλεσή τους. Στο στήθος του Πρωτοσυγκέλλου είχαν κρεμάσει ένα χαρτί με την κατηγορία της καταδίκης όλων… θύματα όλοι του μισούς των ισλαμιστών και της αδιαφορίας των συμμάχων μας, αλλά κυρίως του καταραμένου διχασμού των Ελλήνων… παρατάσσονται κάτω από τις αγχόνες και απέρχονται στη χώρα της μακαριότητος… μετά μία ώρα δε, αφού τους απογύμνωσαν, τους μετέφεραν έξω από την πόλη και τους έθαψαν όλους μαζί σ’ ένα λάκκο <χωρίς λιβάνι και κερί, χωρίς παπά και ψάλτη> (σελ. 167-169). Έτσι την 21η Σεπτεμβρίου 1921, ο Πλάτων περνούσε από την ιστορία στον θρύλο… ακολουθώντας το παράδειγμα του Γρηγορίου του Ε΄ και γενόμενος Πρόδρομος του μαρτυρίου του Σμύρνης Χρυσοστόμου μετά από μερικούς μήνες» (σελίδα 169).
Ε΄
- Επιλογικά της βιβλιοπαρουσιάσεως. Όσα ακολουθούν στις επόμενες ενότητες για: τις «Αναφορές του τύπου στο μαρτύριό του» (σελ. 170-177)˙ «Την αγγελία του μαρτυρίου του στην Πάτμο» (σελ. 178-184)˙ «Την κατάταξή του μεταξύ των αγίων» (σελ. 185-193)˙ «Την επίσημη Αγιοκατάταξη του Αρχιμανδρίτου Πλάτωνος Αϊβαζίδη εις τας Αγιολογικάς Δέλτους υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου» (σελ. 200-201)˙ «Τον επίλογο» του συγγραφέως μας» (σελ. 202-205), σε συνάρτηση με την επιλογική ενότητα «Τα διοικητικά και πνευματικά του χαρίσματα» (σελ. 194-199), όλα αυτά ανατρέχουν και στηρίζονται στα επιμέρους αναλυθέντα κύρια προηγούμενα. Εξαίρουμε και επισημαίνουμε την κορωνίδα όλων, την διαδικασία του γεγονότος της αγιοκατατάξεως του Πλάτωνος και της εορτής του στις 21 Σεπτεμβρίου εκάστου έτους. Είναι ημέρα της δι’ αγχόνης «τελειώσεώς» Του, όπως προεγράφη. Και, φυσικά, χρέος επάναγκες είναι η μνεία του αειμνήστου Μητροπολίτου Καστορίας Σεραφείμ, που είχε την ιεροκανονική πρωτοβουλία αγιοκατατάξεως του ΠΛΑΤΩΝΟΣ. Επίσης, η παρατιθεμένη «Βιβλιογραφία» (σελίδες 206-210) είναι σχεδόν πλήρης. Η περαιτέρω έρευνα επί του ιδίου προσωπογραφικού θέματος θα ανακάλυψει και άλλες πηγές.
- Επίμετρο. Ακολουθεί «Παράρτημα» (σελ. 211-294). Συνιστά ουσιώδη συμβολή στο κεφάλαιο των πηγών και της βιβλιογραφίας περί της προσωπικότητος Πλάτωνος Αϊβαζίδη. Επαναλαμβάνουμε: όλο το «Παράρτημα» συνιστά πρωτογενή πηγή, απαραίτητη για τις περαιτέρω έρευνες της προσωπογραφίας Πλάτωνος. Παραθέτουμε τους τίτλους: «Επιμνημόσυνος λόγος εκφωνηθείς υπό του πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Γερασίμου Σμυρνάκη κατά το δημοτελές μνημόσυνο το τελεσθέν εν Πάτμω τη 14η Νοεμβρίου 1921 εν τη Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του εθνοϊερομαρτυρος ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΑΙΒΑΖΙΔΟΥ» (σελ. 223-236)˙ «Πιστή περιγραφή του τρόπου της διαδικασίας εν τω εν Αμασεία περιβοήτω δικαστηρίω της ανεξαρτησίας υπό του κ. Π. Βαλιούλη, Καθηγητού του Γυμνασίου Αμισού» (σελ. 237-251)˙ και Χαραλάμπους Μ. Μπούσια, Ακολουθία του Αγίου Ενδόξου Νέου Ιερομαρτυρος Πλάτωνος τουπίκλην Αϊβαζίδη Πρωτοσυγκέλλου Αμασείας (σελ. 253, 291). Υπογραμμίζουμε την «πιστίν περιγραφήν» του Καθηγητού του Γυμνασίου Αμισού Π. Βαλιούλη. Και μόνο αυτό το κείμενο να αναγνώσει με προσοχή ο ερευνητής, θα εννοήσει αυτό, που με μια λέξη προσδιορίζεται πλήρως «κόλαση». Ήταν ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας στην διαδικασία του «Δικαστηρίου της Ανεξαρτησίας», ως φυλακισμένος και ο ίδιος εκεί.
Φωτογραφίες 35: Διαφωτίζουν πρόσωπα, οικισμούς και κτήρια.Τραγικές 2: Το κτίριο της Γαλλικής Σχολή Αμασείας, «όπου στήθηκε το Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας» (σελ. 155) και «η Πλατεία του Ωρολογίου, όπου έγινε ο απαγχονισμός