8.3 C
Athens
Κυριακή, 19 Ιανουαρίου, 2025

Σκέψεις από το Φανάρι: Η μαγνητική δύναμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου

Αρχιεπισκοπή Καναδά

This article, authored by Archon Evagelos Sotiropoulos, was originally published, in English, by the U.S. Archons of the Ecumenical Patriarchate – Protecting the Future of Faith, who we acknowledge and sincerely thank.

Ο εορτασμός της Θρονικής Εορτής του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη είναι μια βαθιά διορατική και πνευματικά ικανοποιητική εμπειρία.

Ταξίδεψα στο Φανάρι για τη γιορτή του Αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου Αποστόλου και έφυγα με μια ανανεωμένη, τολμώ να πω, ελπιδοφόρα προοπτική.

Είδα από πρώτο χέρι, τη μαγνητική δύναμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αλλά, με ποια δυναμική ασκεί το Πατριαρχείο αυτή τη δύναμη;

Μήπως μέσω των δραστηριοτήτων και δράσεων που χρηματοδοτούνται ή υποστηρίζονται από το κράτος; Προφανώς όχι.

Μήπως μέσω οικονομικών συνεργασιών ή εξαγοράς ευνοιών; Και πάλι όχι.

Η εμπειρία μου με διδάσκει ότι η μαγνητική δύναμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου τροφοδοτείται από δύο κινητήριες δυνάμεις: την αγάπη και την προσφορά.

Η δύναμη της αγάπης σε συνδυασμό με την αφοσίωση στην προσφορά εμποτίζει τις δράσεις του Φαναρίου, οι οποίες με τη σειρά τους προσελκύουν ανθρώπους – ορθόδοξους και μη – από όλο τον κόσμο.

Πριν εμβαθύνω σε μερικά παραδείγματα από την εμπειρία μου κατά τη διάρκεια της Θρονικής εορτής, θα ήταν φρόνιμο να αντιμετωπίσω εκ των προτέρων την περίπτωση να θεωρηθώ ρομαντικός όσον αφορά την γνώμη μου για το Φανάρι.

Ο Χριστός είπε ότι όποιος θέλει να είναι πρώτος πρέπει να είναι δούλος όλων (βλ. Ματθ. 20:26).

Ο Άγιος Ιωάννης ο Απόστολος και Θεολόγος γράφει ότι ο Θεός είναι αγάπη (πρβλ. Α΄ Ιωάννου 4:15).

Αυτοί δεν είναι οι θεμελιώδεις πυλώνες της χριστιανικής ζωής; Να αγαπάμε, να υπηρετούμε και να θυσιαζόμαστε για τους άλλους, όπως ο Ιησούς Χριστός θυσιάστηκε στον Σταυρό για τη σωτηρία όλων;

Κάποιοι μπορεί να πουν ότι αυτό είναι σωστό και ορθό στη θεωρία, αλλά η πραγματικότητα στον εικοστό πρώτο αιώνα, της σκληρής εξουσίας, της πραγματικής πολιτικής και της τεχνικής των κρατών, υπαγορεύει το αντίθετο.

Ίσως ναι, αλλά πρέπει να ξαναθυμηθούμε τα λόγια του Ιησού: «Αποδώστε στον Καίσαρα όσα ανήκουν στον Καίσαρα, και στον Θεό όσα ανήκουν στον Θεό» (Μάρκος 12:17).

Σε έναν ταραχώδη κόσμο, για τι διψούν και τι ποθούν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί -και μάλιστα οι άνθρωποι καλής θέλησης-, από τους πνευματικούς ηγέτες; Δεν είναι η αγάπη και η θυσία, όπως δίδαξε ο Κύριος;

Η αγάπη, το απλό αλλά ταυτόχρονα ακατανόητο αυτό φαινόμενο, γίνεται παράδειγμα στο Φανάρι και συγκεκριμένα μέσα από το πρόσωπο του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

Ο Παναγιώτατος έχει δώσει τη ζωή του στην υπηρεσία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και έχει θυσιάσει πολλά κατά τη διάρκεια της ιστορικής του διακονίας και της θητείας του ως Οικουμενικός Πατριάρχης.

Η αγάπη που έχει για τους άλλους, και η αγάπη και ο σεβασμός που έχουν οι άνθρωποι για εκείνον, ήταν βαθιά και άφθονη κατά τη διάρκεια της Θρονικής εορτής. Και η αγάπη για τον Πατριάρχη και για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δεν ήταν μόνο από τους Έλληνες Ορθοδόξους, όπως μπορεί να υποθέσουν κάποιοι.

Επιπλέον, μέσω της θυσίας και της ειλικρινούς δέσμευσης για χριστιανική (και μη χριστιανική) συνεργασία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρίσκεται στη μοναδική θέση να πρωτοπορεί σε ό,τι χρειάζεται η σημερινή κοινωνία: άνοιγμα στο διάλογο, την αυτοπεποίθηση να εμπλέκει τους άλλους χωρίς φόβο, και τη συνέπεια να κρατάμε σταθερά τις παραδόσεις της Εκκλησίας, αλλά πάντα να λέμε την αλήθεια με αγάπη (βλ. Εφεσίους 4:15).

Αυτά και άλλα χαρακτηριστικά, όπως η ιστορική και ασύγκριτη ιστορία της, υπογραμμίζουν τον οικουμενικό ρόλο και τη λειτουργία της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης.

Εάν το Φανάρι έπαυε να υπάρχει, καμία άλλη τοπική εκκλησία δεν θα μπορούσε ποτέ να το αντικαταστήσει. Όχι επειδή οι Άγιοι Πατέρες μέσω των Οικουμενικών Συνόδων επέλεξαν και επιβεβαίωσαν την εξέχουσα θέση της Κωνσταντινούπολης, ούτε επειδή είναι η Νέα (όχι η δεύτερη) Ρώμη που δεν έχει ανάγκη από τρίτη, αν και τα δύο αυτά ισχύουν, αλλά επειδή απλά δεν είναι στο DNA των άλλων, όπως λένε.

Η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, και οι εξέχουσες προσωπικότητες που ήταν επικεφαλής, συμπεριλαμβανομένου του σημερινού Πατριάρχη, την έχουν προικίσει με μια μη εθνοφυλετική αίσθηση παγκόσμιας δέσμευσης και ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των ιεραποστολικών προσπαθειών των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, μέχρι την παγκόσμια πνευματική εμβέλεια του Αγίου Όρους – το οποίο αντλεί την εκκλησιαστική του ύπαρξη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο – μέχρι την παραχώρηση αυτοκεφαλίας σε όλες τις άλλες τοπικές εκκλησίες, εκτός από τα Παλαιά Πατριαρχεία (και την Εκκλησία της Κύπρου).

Αυτή η παγκόσμια σύνδεση ήταν εμφανής στη Θρονική γιορτή. Μετά την υπέροχη Ακολουθία του Μεγάλου Εσπερινού, πραγματοποιήθηκε στη Σχολή του Γαλατά μια συναυλία για την ειρήνη προς τιμήν της Παναγιότητάς Του, που χρηματοδοτήθηκε από την Αρχαββαεία των Βενεδικτίνων του Pannonhalma, μαζί με την ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης. Μεταξύ των εκλεκτών ερμηνευτών ήταν και ένας γεννημένος στο Ιράκ βιολοντσελίστας, ο οποίος συγκίνησε με την ερμηνεία ενός αραβικού δημοτικού τραγουδιού προς τιμήν των Αράβων θυμάτων των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή. Ακολούθησε η δυναμική εκτέλεση με βιολί του Καντίς, του πένθους στη μνήμη των Εβραίων θυμάτων. Τέλος, ένα κουαρτέτο ερμήνευσε ένα ζοφερό αλλά εμπνευσμένο κομμάτι ενός Ουκρανού συνθέτη στη μνήμη των αθώων ζωών που χάθηκαν κατά την απρόκλητη και παράνομη εισβολή στη χώρα αυτή. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης παρέθεσε καταληκτικές παρατηρήσεις σε τρεις γλώσσες, παραδειγματίζοντας τη δύναμη της συνεργασίας και του διαλόγου.

Το επόμενο πρωί, τελέστηκε συνοδική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Παναγιωτάτου στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Η πεντάωρη λειτουργία έμοιαζε σαν πεντάλεπτη, καθώς το θυμίαμα γέμιζε τον αέρα και οι δύο χοροί των ψαλτών μετέφεραν τους πιστούς στην υπερπλήρη εκκλησία στους ουρανούς.

Τα στασίδια ήταν γεμάτα με πολλούς μη ορθόδοξους χριστιανούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένης μιας αντιπροσωπείας από το Βατικανό με επικεφαλής τον καρδινάλιο Κουρτ Κοχ. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ανέδειξε όχι μόνο τον διεθνή χαρακτήρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και το πώς η αγάπη και η θυσία προσελκύουν τους ανθρώπους σε ένα μέρος που δεν είναι πάντα φιλόξενο για τους χριστιανούς ή άλλους ηγέτες θρησκευτικών μειονοτήτων. Παρά το γεγονός αυτό, οι άνθρωποι κάνουν το προσκύνημα στη Βασίλισσα των Πόλεων… στο γεύμα μετά τη λειτουργία, στο τραπέζι που καθόμουν υπήρχαν άνθρωποι από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, Βούλγαροι Ορθόδοξοι από την Κωνσταντινούπολη και ένας καθολικός ιερέας από το Κονγκό.

Το Πατριαρχείο είναι ο κόμβος πολλών ομάδων επισκεπτών, όπως συμβαίνει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Υπάρχει κάτι στο Πατριαρχείο που παρά τον ταπεινό του χαρακτήρα -ή ίσως εξαιτίας αυτού- οι άνθρωποι συρρέουν σε αυτό ως το κέντρο της Ορθοδοξίας.

Σε μια εποχή όπου οι ενέργειες ορισμένων τοπικών εκκλησιών οδηγούν δυστυχώς στην απονομιμοποίηση της παγκόσμιας Ορθοδοξίας (που είναι θέμα για άλλο άρθρο), το Φανάρι στέκεται σταθερά στην υπηρεσία της Εκκλησίας και της ενότητάς της, όπως κάνει εδώ και αιώνες.

Ανεξάρτητα από τις εσωτερικές προκλήσεις και τις εξωτερικές απειλές, το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιμένει, και η παρουσία νέων ανθρώπων, τόσο λαϊκών όσο και κληρικών, το εμποτίζει με μια αίσθηση ελπίδας.

Από την εποχή του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέα, η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης έχει βιώσει αμέτρητες δοκιμασίες και θλίψεις: οι πατριάρχες της έχουν κρεμαστεί και μαρτυρήσει, τα ιδρύματά της έχουν κλείσει, οι χώροι λατρείας της έχουν βεβηλωθεί, οι πιστοί της έχουν δεχθεί επιθέσεις, έχουν εκδιωχθεί, ακόμη και θανατωθεί. Ωστόσο, αμφισβητώντας αυτές και άλλες προκλήσεις, το Πατριαρχείο – και ιδιαίτερα ο ίδιος ο Πατριάρχης – επιμένει.

Αν αυτή η θρονική εορτή δηλώνει κάτι, μέσω των πρεσβειών του Αγίου Ανδρέα θα το κάνει πάντα προς δόξαν Θεού.

Reflections from the Phanar: The Magnetic Force of the Ecumenical Patriarchate

Celebrating the Thronal Feast of the Ecumenical Patriarchate in Constantinople is a deeply insightful and spiritually rewarding experience.

I traveled to the Phanar for the feast of St. Andrew the First-called Apostle and came away with a refreshed, dare I say, hopeful, outlook.

I witnessed, firsthand, the magnetic force of the Ecumenical Patriarchate: but, by what power does the Patriarchate exert this force?

Is it through state-sponsored or supported activities and actions? Obviously not.

Is it through financial coercion or the buying of favours? Another no.

My experience teaches me that the magnetic force of the Ecumenical Patriarchate is powered by two main drivers: love and service.

The power of love combined by the dedication to service infuses the actions of the Phanar, which in turn draws people – both Orthodox and other – from around the world.

Before diving deeper into a few examples from my experience throughout the Thronal Feast, I think it prudent to pre-emptively address the accusation of a romanticized view of the Phanar.

Christ says that whoever desires to great must be servants (cf. Matthew 20:26).

St. John the Apostle and Theologian writes that God is love (cf. 1 John 4:15).

Are these not foundational pillars of the Christian life? To love, serve, and sacrifice for others, like Jesus Christ sacrificed Himself on the Cross for the salvation of all?

Some may say that this is proper and right in theory, but the twenty-first century reality of hard power, realpolitik and statecraft dictate otherwise.

Maybe so, but shall we not recall, again, the words of Jesus: “Render to Caesar the things that are Caesar’s, and to God the things that are God’s” (Mark 12:17).

In a turbulent world, what are Orthodox Christians, and indeed all people of goodwill, thirsting and longing for from spiritual leaders? Is it not love and sacrifice, like the Lord taught?

Love, that simple yet simultaneously incomprehensible phenomenon, is exemplified at the Phanar, and in particular through the person of His All-Holiness Ecumenical Patriarch Bartholomew.

His All-Holiness has given his life in service to the One, Holy, Catholic, and Apostolic Church, and has sacrificed much during his historic ministry and tenure as Ecumenical Patriarch.

The love he has for others, and the love and respect people have for him, was profound and plentiful during the Thronal Feast. And the love for him, and for the Ecumenical Patriarchate, was not only from Greek Orthodox, as some may surmise.

Moreover, through sacrifice and a sincere commitment to Christian (and non-Christian) collaboration, the Ecumenical Patriarchate finds itself uniquely situated at the vanguard for what is needed in today’s society: an openness to dialogue, the confidence to engage others without fear, and the steadfastness to hold firm on Church Traditions but always speaking the truth in love (cf. Ephesians 4:15).

These and other characteristics, such as its storied and unparalleled history, underscore the Ecumenical role and function of the Church of Constantinople.

If the Phanar ceased to exist, no other local church could ever replace it. It is not because the Holy Fathers through the Ecumenical Councils selected and affirmed the prominence of Constantinople, nor because it is New (not Second) Rome in no need of a Third, although both of these things are true, but because it is simply not in the DNA of others, as they say.

The Church of Constantinople, and the prominent personalities who have led it, including the current Patriarch, have endowed it with a non-ethnophyletism sense of universal engagement and growth, including the missionary efforts of Sts. Cyril and Methodius, to the global spiritual reach of Mount Athos – which derives its ecclesiastical existence from the Ecumenical Patriarchate – to the granting of autocephaly to all other local churches, save the Ancient Patriarchates (and Church of Cyprus).

This worldwide connection was evident at the Thronal Feast. Following a wonderful Great Vespers service, a Concert for Peace in honour of His All-Holiness, sponsored by the Benedictine Pannonhalma Archabbey, together with the Budapest Festival Orchestra, was held at the Galata School. The exquisite performers included an Iraqi born celloist who performed a moving rendition of an Arab folk song in honour of the Arab victims of the Middle East conflict. This was followed by a powerful violinist performance of a mourner’s Kaddish to remember the Jewish victims. Finally, a quartet performed a somber yet inspiring piece by a Ukrainian composer in memory of the innocent lives lost in the unprovoked and illegal invasion of that country. The Ecumenical Patriarch provided closing remarks in three languages, exemplifying the power of collaboration and dialogue.

The following morning, a synodal Divine Liturgy led by His All-Holiness was conducted at the Patriarchal Church of St. George the Trophy-bearer. The five-hour service seemed like five-minutes, as the incense filled the air, and the two choruses of chanters transported the believers in the overfilled church to the heavens.

The pews were filled with many non-Orthodox Christian leaders, including a delegation from the Vatican led by Cardinal Kurt Koch. The Church of St. George showcased not only the international character of the Ecumenical Patriarchate, but how love and sacrifice attracts people to a location that is not always welcoming to Christian or other minority faith leaders.

Notwithstanding this, people make the pilgrimage to the Queen of Cities: at the post-liturgical luncheon, the table I was at included people from various European countries, Bulgarian Orthodox from Constantinople, and a Catholic priest from the Congo.

The Patriarchate was a constant hub of visiting groups, as it is throughout the year. There is something about the Patriarchate that despite its humble character – or perhaps because of it – people flock to it as the Centre of Orthodoxy.

In an era where the actions of some local churches are leading to the unfortunate denominalization of global Orthodoxy (which is a topic for a different article), the Phanar stands firm in service to the Church and its unity, as it has for centuries.

Regardless of internal challenges and external threats, the Ecumenical Patriarchate persists, and the presence of young people, both lay and clergy, infuses it with a sense of hope.

Since the time of the First-called Apostle, Andrew, the Church of Constantinople has experienced countless trials and tribulations: its patriarchs have been hung and martyred; its institutions shuttered; its places of worship desecrated; its faithful attacked, expelled, and even killed. Yet, dispute these and other challenges, the Patriarchate – and especially this Patriarch – persist.

If this Thronal Feast is any indication, through the intercessions of St. Andrew, it always will, to the glory of God.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ