της Ρέας Πουρνάρα
Τα νησιά μας, η αγάπη μας, το καρδιοχτύπι μας, οι θάλασσες μας, τα σπίτια μας, οι εκκλησίες μας, τα μοναστήρια μας, τα σχολεία μας, οι Σχολές μας. Τα νησιά μας, για εμάς τους Πολίτες, γνωστά από την αρχαιότητα στον Αριστοτέλη και σε Έλληνες γεωγράφους και στους κατοπινούς βυζαντινούς χρόνους σε αυτοκράτορες, πρίγκηπες, πατριάρχες, μοναχούς έλαμψαν τον 19ο και μέχρι τα προχωρημένα μέσα του 20ου αιώνα με την Ρωμηοσύνη τους και την συνοχή του ελληνικού ιστού τους. Αυτά τα τέσσαρα νησιά, που συμπεριλαμβάνουν και τις νησίδες του μικρού αρχιπελάγους την Πλάτη, την Οξειά, την Νιάντρο και τα κοντινότερα Πίτα και Αντιρόβυθο, έγιναν ο πλούτος της Πόλης.
Γράφει σε ένα από τα γνωστά θαυμάσια βιβλία του Ακύλα Μήλλα για τα νησιά μας, ο καθηγητής του στο Ζωγράφειο Δημήτρης Μάνος:
«Ίσως ποτέ και πουθενά δεν συνέρρευσαν τόσοι πολλοί και διάφοροι από τα πέρατα του Ελληνισμού… Είναι όλοι τους η πανάρχαια αποδημητική και μεταναστεύουσα φτώχεια, για την οποία θα πει ο αρχαίος λυρικός Αρχίλοχος: « ως Πανελλήνων οϊζύς ες Θάσον συνέδραμεν ».
Ανάμεσα σε αυτόν τον εκ περάτων συνδραμόντα χορόν των Πανελληνίων και στα νησιά μας δεν θα δυσκολευόταν κανείς να αναγνωρίσει τους ολοφάνερα πλεονάζοντες Ανδριώτες-Πασαδαίους, τους Ναξιώτες-Πολίτες, τους Κρητικούς-Μάνους αλλά και τους Ηπειρώτες, Μακεδόνες, Θράκες και Μωραϊτες, Πόντιους, Καππαδόκες και Βυθινούς, Χιώτες, Μυτιληνιούς, Αμοργιανούς, Σαντορινιούς, Ίμβριους και Τενεδιούς, Επτανήσιους, και ακόμη εξελληνισμένους Φραγκογενείς… και φυσικά τους Σχολάρχες, καθηγητές, δασκάλους και μαθητές των Σχολών και σχολείων, τους ιερείς, ιερομόναχους και μοναχούς των μοναστηριών. Και κοντά σε όλους αυτούς Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι, Κούρδοι χαμάληδες, Ρώσοι εμιγκρέδες.
Και ήρταν όλοι αυτοί κουβαλώντας μαζί τους και καταθέτοντας στον κοινό έρανο τα δικά τους, μυθικά, ιστορικά, βιβλικά ή χριστιανικά και νεοελληνικά βαφτιστικά τους ονόματα – Αγαμέμνωνες, Σόλωνες, Αβράμηδες, Λάζαροι, Τριαντάφυλλοι – τα δικά τους επαγγέλματα, ήθη, έθιμα, χορούς, μύθους, θρύλους, τις δικές τους προλήψεις, δεισιδαιμωνίες και θυμοσοφίες, τους δικούς τους γλωσσικούς ιδιωματισμούς, χούγια και προπαντός την λεβεντιά τους. Ήταν αυτοί που για ευνόητους λόγους με την ανύποπτη ύπαρξη και παρουσία τους, την αταλάντευτη εμμονή στην πίστη και τις πεποιθήσεις τους, και κυρίως την υπομονή και σιωπή τους διέσωζαν την θρησκεία των πατέρων και την ιστορία των πατρίδων τους, για να διαιωνίσουν τους θρύλους του έθνους και να αποθανατίσουν τα κλέη της φυλής. Ήταν πρώτα και πάνω απ΄ολα οι γνήσιοι Έλληνες πατριώτες, οι σε πολλά και πάντα ακραιφνείς Ρωμιοί. » (1)
Αυτών των Ρωμηών πατριάρχης, ο Γρηγόριος Ζ΄, ο από Χαλκηδόνος, Δεκέμβριος 1923-Νοέμβριος 1924, έμελε να αποσπάσει από την Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως τα Πριγκηπόννησα και να ιδρύσει μια νέα μητρόπολη, την των Πριγκηποννήσων, μόλις λίγες μέρες πριν φύγει από τα εγκόσμια για την ατελεύτητη ζωή.
Στην γεμάτη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Πριγκήπου, αξιωθήκαμε να γιορτάσουμε στις 14 Ιουλίου τα εκατό χρόνια της με προεξάρχοντα τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο πλαισιωμένο από αρχιερείς του Θρόνου, των μητροπόλεων Νέων και Παλαιών Χωρών, Δωδεκαννήσου και τον ποιμενάρχη της Γέροντα Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριο. Έλαμψαν τα πρόσωπα των κατανυκτικώς συμμετεχόντων, κράτησαν και μετέφεραν την λάμψη των αιώνων στην πανηγυρική θεία λειτουργία, άκουσαν και διδάχθηκαν από τους λόγους του Πατριάρχου τους, άκουσαν και εστερνίστηκαν την ευχαριστιακή ανταπόδοση του Γέροντος ιεράρχου τους. Είδαν και χειροκρότησαν την αποκάλυψη της αξίως και δικαίως αναρτηθείσας αναθηματικής μαρμάρινης πλάκας δεξιά στον αυλόγυρο της εκκλησίας.
Την προτεραία στον πανηγυρικό εσπερινό οι λιγότεροι έννοιωσαν ήδη την αύρα των εορτασμών. Όλοι ευχές στον Δεσπότη για την εκατονταετηρίδα και συγχρόνως για την πενηντακονταετή ιεροσύνη του ιδίου, που συνέπεσαν τόσο αρμονικά και θεόσταλτα.
Το γεύμα της Κυριακής κερασμένο για τους τριακόσιους και πλέον νησιώτες και μη Πολίτες και επισκέπτες, που είχαμε την χαρά να ευλογήσει ο Πατριάρχης, ήταν η ζωντανή μαρτυρία της μικράς ζύμης, της ατελείωτης μαγιάς που κάνει θαύματα, που χορταίνει και που δοξάζει.
Το διήμερο των εορτασμών έκλεισε με μια υπέροχη συναυλία ελληνικών τραγουδιών, ένα μεγάλο δώρο στην Μητρόπολη, στους νύν και στην μνήμη των εσαεί Πριγκηπιανών και νησιωτών, από τον Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβα. Μια πανδαισία μελωδιών από την εξαιρετική χορωδία εκ Θεσσαλονίκης, που καταχειροκροτήθηκε από όλους τους παρευρισκομένους και ακόμη σιγοτραγουδήθηκε με κέφι πολύ.
«Πολύ σωστά έχει λεχθεί πως ο Ελληνισμός της Πόλης ποτέ δεν θέλησε να πιστέψει ότι την έχασε οριστικά. Από την μια η ποτισμένη ως τα μύχια τού είναι του ελπίδα κι από την άλλη η ακόμη κι ως τις μέρες μας ύπαρξη ελληνικού στοιχείου στην Πόλη, και πάνω απ΄όλα η συνέχιση της δραστηριότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου με ακμάζουσα ως τα τελευταία χρόνια την παιδεία στα σχολειά, δεν άφησαν περιθώρια ικανά για να συνειδητοποιηθεί ευρύτερα η αίσθηση της απώλειας…
Η Πόλη είναι ένας χώρος-ιδέα, ανεξάρτητα από το ποιός ασκεί εξουσία στο γεωγραφικό της πλάτος. Έχουμε πολλά να αντλήσουμε απ΄την μακραίωνη πορεία της. Την Βυζαντινή, την Οθωμανική και την σύγχρονη.
Γι΄ αυτό θα πρέπει οι προσπάθειες να ενταθούν. Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε πως μόνο με την διάσωση και τη μελέτη της πλούσιας αυτής πνευματικής κληρονομιάς μπορούμε να διατηρήσουμε την αυτοσυνειδησία μας σαν λαός… » (2)
Η πρόσφατη μνημειώδης έκδοση « Επετειακός Τόμος της Εκατονταετηρίδος (1924-2024) » της Μητροπόλεως από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος με το σεπτό Πατριαρχικό Μήνυμα και κείμενα του Γέροντος Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων κ. Δημητρίου και του Μητροπολίτου Φιλαδελφείας και Προέδρου Βενετίας κ. Μελίτωνος, καθώς και πάμπολλα άρθρα από την πορεία των εκατό χρόνων, επιβεβαιώνει την προαναφερθείσα προτροπή. Και την βαθειά επιθυμία των ανθρώπων των γραμμάτων να μελετούν τις πηγές και να μεταδίδουν τις αστείρευτες γνώσεις τους.
Η Μητρόπολη Πριγκηποννήσων γιόρτασε επίσης πανηγυρικά μετά από ένα μήνα στον καθεδρικό ναό της Παναγίας της Ελεούσης την μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και θα γιορτάσει προσεχώς την Απόδοση της Εορτής στην ίδια εκκλησία. Που στεγάζει και τα γραφεία και τις αίθουσες εκδηλώσεων της Μητροπόλεως. Στην καρδιά της Πριγκήπου, εκεί όπου αν και το βουητό της καθημερινότητας είναι αδιάκοπο, επικρατεί η σιγή της πίστεως μας, μια άπλετη ηρεμία. Το χαμόγελο του Δεσπότη καταπραϋνει την ψυχή και η καλοσυνάτη περιποίηση των ιερέων και του προσωπικού αφοπλίζει το πνεύμα.
Πόλις – Γενεύη
Ιούλιος Αύγουστος 2024
- Πρώτη Αντιγόνη τα Πριγκηπόνησα, Έκδοση Συλλόγου Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας η Μνημοσύνη, Αθήνα 1992, σελ. 9
- Η Πρίγκηπος, Ακύλας Μήλλας, Έκδοση Συλλόγου Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας η Μνημοσύνη, Αθήνα 1988, σελ. 12-13
Φωτογραφίες: Ρέα Πουρνάρα