14.4 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024

ΠΑΛΙΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΜΑΙΝΕΤΑΙ…

π. Ιωάννης Χρυσαυγής*

Για τον Μητροπολίτη Πειραιώς δυστυχώς ο κατάλογος υποθετικών προσβολών και προκλήσεων είναι εκτενέστατος και ευρέως φάσματος, περιλαμβάνει δε αντισημιτισμό, ρατσισμό, ισλαμοφοβία, ομοφοβία και πολλά άλλα. Συνηθίζει να εκφράζεται για αυτές με μομφές που, αν ήταν απλά τραγικές, θα μπορούσε κανείς να τις προσπεράσει και να τις αγνοήσει. Δυστυχώς όμως είναι επιζήμιες αν όχι επικίνδυνες. Είναι κυρίως γνωστός για τον κατηγορηματικό και δυσφημιστικό του λόγο κατά προσώπων, ομολογιών και θρησκειών, ενώ συνήθως αποφαίνεται και αναθεματίζει με την παντογνωσία ενός «αλάθητου επί γης αντιπροσώπου» του Θεού.

Αφορμή για τον τελευταίο του λίβελο, δημοσιευμένο μάλιστα ως «Ανακοινωθέν» στην ιστοσελίδα της Μητροπόλεως Πειραιώς, αποτέλεσε ένα σύντομο κείμενο με σκέψεις  και σχόλια που μοιράζεται με το ποίμνιο του ο Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Σπιτέρης, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Καθολική Επισκοπή Σύρου» πριν μερικούς μήνες (17 Φεβρουαρίου 2024). Σκέψεις εξ αφορμής ενός βιβλίου, που δημοσιεύτηκε πριν δύο δεκαετίες στα γερμανικά και μεταφράστηκε πριν δεκατέσσερα χρόνια στα ελληνικά και είναι προ πολλού εξαντλημένο. Πρόκειται για το έργο  «Η Ιερά Εξέταση», μια ιστορικό-κοινωνική μελέτη του Gerd Schwerhoff, καθηγητή της σύγχρονης ιστορίας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης, επί ενός θέματος που εύλογα και συχνά προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Ο ρωμαιοκαθολικός αρχιεπίσκοπος, με πολύχρονη μάλιστα ακαδημαϊκή εμπειρία, στο κείμενό του παραθέτει αυτούσια (και εντός εισαγωγικών) κάποια σημεία από το έργο του γερμανού ακαδημαϊκού και τα πλαισιώνει με δικά του σχόλια. Ο Μητροπολίτης Πειραιώς προφανώς δεν διάβασε το βιβλίο αλλά αυτό δεν στάθηκε εμπόδιο από το να αποφαίνεται τόσο για αυτό όσο και για τα σχόλια του κ. Ιωάννη Σπιτέρη. Αρματωμένος με το δικό του αλάθητο, στην πραγματικότητα όμως τυφλωμένος από τις προκαταλήψεις του για παπικές αιρέσεις, ιερές εξετάσεις και μεσαιωνικές σταυροφορίες, δεν διακρίνει στο άρθρο του κ. Σπιτέρη ποια από τα γραφόμενα είναι δικά του και ποια του γερμανού συγγραφέα και τα καταλογίζει σχεδόν όλα στον σχολιαστή.

Έτσι και ανεξάρτητα από το θέμα τόσο του βιβλίου όσο και των σχολίων του κ. Σπιτέρη, δράττεται και πάλι της ευκαιρίας να δικάσει γενικότερα τον Ρωμαιοκαθολικισμό ως «ένα τερατώδες πολιτικοκοινωνικό κατασκεύασμα με θρησκευτικό προσωπείο» και να καταδικάσει την «σύγχρονη κακοδαιμονία του κόσμου (πνευματική, πολιτική, κοινωνική, ηθική, οικονομική, κλπ)», φυσικά εξαιρώντας τον εαυτό του.

Προσωπικά με εκπλήσσει η επιλεκτική αυτή μεθοδολογία του Μητροπολίτη, όπως, π.χ., ο τρόπος με τον οποίο προβάλλει συχνά την εκλογή του από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποσιωπώντας όμως συνήθως την πρόταση, προαγωγή και χειροτονία του σε επίσκοπο από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό, τον οποίο υπό άλλες συνθήκες ασφαλώς θα αποδοκίμαζε ως υπέρμαχο της –δήθεν–  «παναιρέσεως του οικουμενισμού». Αλλά, φυσικά, ως «δογματικό», τον βολεύει το δόγμα, ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα!

Άραγε τί ήταν όμως αυτό που προκάλεσε τέτοια ταραχή στον Μητροπολίτη ώστε από το πουθενά να συγγράψει μια απανταχούσα πάνω σε ποιμαντικές σκέψεις ενός άλλου επισκόπου που ανήκει σε μια άλλη εκκλησία και ομολογία πάνω σε ένα ξενόγλωσσο και εξαντλημένο πια βιβλίο; Ο μοναδικός λόγος είναι, διότι τις έγραψε ένας ρωμαιοκαθολικός αρχιεπίσκοπος (που η σύγχρονη ελληνική ορθοδοξία δεν είναι βέβαιη αν πρέπει καν να τον χαρακτηρίσει ως αρχιεπίσκοπο) της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας (που η σύγχρονη ελληνική ορθοδοξία δεν είναι σίγουρη αν πρέπει καν να την χαρακτηρίσει ως εκκλησία). Κι ο Μητροπολίτης ξεπερνά το υπαρξιακό του πρόβλημα προσθέτοντας εισαγωγικά γύρω από τους όρους «αρχιεπίσκοπος» και «εκκλησία». Έτσι βολεύτηκε κι αυτό το δίλημμα.

Το βασικό επιχείρημα του Μητροπολίτη Πειραιώς έχει ως εξής: «Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε πως το 80% των φρικωδών εγκλημάτων της ιστορίας διαπράχτηκαν και δυστυχώς διαπράττονται (συγκαλυμμένα) από τον Παπισμό!» Και συνεχίζει: «Η θρησκευτική πρόσοψη του Παπισμού δεν πρόσφερε και συνεχίζει να προσφέρει καμία απολύτως θετική πολιτιστική υπηρεσία στην ανθρωπότητα». Καταγγέλλει τον «Παπισμό ως αντιχριστιανικό, αντιεκκλησιαστικό, αντικοινωνικό και μισάνθρωπο» κατασκεύασμα που «εδώ και χίλια χρόνια πασχίζει να κάμει το ‘μαύρο άσπρο’, διαστρέφοντας την αλήθεια [αλλού γράφει για ‘συσκότιση’ και ‘συγκάλυψη’]».

Φυσικά έχει δίκαιο ότι «μια ‘εκκλησία’ που διώκει, βασανίζει και θανατώνει ανθρώπους δεν μπορεί να είναι Εκκλησία!» Επιπλέον ότι όποιος «επιβάλλει ποινές σε ‘αιρετικούς’ που θεωρούνται «επικίνδυνοι για την ασφάλεια της Χριστιανοσύνης και του Κράτους» είναι ανάξιος και ανήθικος ηγέτης, ειδικά στην περίπτωση που παρέχει «θεολογική θεμελίωση» ή «θρησκευτική αιτιολόγηση» των εγκληματικών ενεργειών του. Επισημαίνει μάλιστα ότι κακώς διδάσκει κανείς πως «όποιος βασανίζει τον αιρετικό … θα δεχθεί απευθείας συγχώρηση από τον Θεό και την Εκκλησία». Κατόπιν αυτών εκφράζει βδελυγμία για το γεγονός ότι ο πάπας, κάποτε, «διακήρυξε πως είναι καθήκον κάθε καθολικού να καταδιώξει τους αιρετικούς».

Και καταλήγει —με σκοπιμότητα και αυταρέσκεια—με το συμπέρασμα ότι «για κανένα από τα φρικώδη εγκλήματα αυτά και όλα τα άλλα διαχρονικά εγκλήματα του Παπισμού δεν ευθυνόμαστε και δεν μας αγγίζουν [ως Ορθοδόξους]. Αποδεικνύουν μονάχα ότι η ‘εκκλησία’ που τα διέπραξε δεν είναι Εκκλησία!» Και έτσι, με την υποκριτική και ύπουλη χρήση εισαγωγικών, απενοχοποιεί απόλυτα τον εαυτό του και την εκκλησία μας.

Ρωμαιοκαθολικός φίλος (ή μήπως θα έπρεπε να πω «φίλος» εντός εισαγωγικών λόγω της εκκλησιαστικής του πεποίθησης) σχολίασε ευγενικά ότι «βάσει των παρατηρήσεων [του Μητροπολίτη Πειραιώς] θα έλεγε κανείς πως ο διάλογος μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών έχει πολύ δρόμο να καλύψει ακόμη». Δεν πρόκειται όμως μονάχα για κάποια απέχθεια ή φοβία έναντι του οικουμενικού διαλόγου. Ειλικρινά αναρωτιέμαι πώς ο καλός μας Μητροπολίτης κρίνει τις πράξεις, χρόνια τώρα, του ορθοδόξου προκαθημένου της Ρωσικής Εκκλησίας, του Μόσχας Κυρίλλου, στην Ουκρανία, διότι είναι αδύνατον να μην τις γνωρίζει. Δεν βλέπει άραγε την ειρωνεία και στρεψοδικία των ισχυρισμών του;

Απ᾽ ότι γνωρίζω, δεν είναι του χαρακτήρα του Αρχιεπισκόπου Σπιτέρη να ασχοληθεί με τον υπό μορφή «Ανακοινωθέντος» παραπάνω λίβελλο. Η αλήθεια όμως, θλιβερή και τραγική συνάμα, είναι ότι κανείς ορθόδοξος ιεράρχης, κι όχι μονάχα στην Ελλάδα, δεν θα αντιπαρατεθεί μαζί του. Οι περισσότεροι προτιμούν να παραβλέψουν και «ιδόντες, να αντιπαρέλθουν» (Λουκάς 10.31–2). Κατά συγκυρία, το άρθρο του Μητροπολίτη Πειραιώς δημοσιεύτηκε την επομένη της Κυριακής του Τυφλού.

*   Ο π. Ιωάννης Χρυσαυγής είναι διευθυντής του Οικουμενικού Ινστιτούτου Huffington στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ