Του Αρχιμ. Μιχαήλ Σταθάκη
Κάθε φορά που έρχεται η νύχτα παραμονής μεγάλης εορτής, όπως, για παράδειγμα, η Δεσποτική εορτή, κατά την οποία ο Κύριός μας ανέστησε τον Λάζαρο, που ήταν ήδη νεκρός τέσσερις ημέρες και μύριζε, ένα περίεργο συναίσθημα μυστηρίου και διεργασίας ιονίζεται στην ατμόσφαιρα, λες και επαναλαμβάνονται με αιωνίζουσα ιεροπρέπεια τα γεγονότα.
Ο Χριστός, προ ολίγων ημερών από τα θαυμαστά τεκταινόμενα στην Βηθανία, μεταμορφώνεται ενώπιον των μαθητών του στο όρος Θαβώρ και το άκτιστο φως της δόξας του, σημαδεύει βαθιά την ψυχή των αποστόλων και δεν αφήνει πια περιθώρια, ώστε να μην καταλάβουν το ποιος πραγματικά είναι!
Όποιος όμως πραγματικά είναι κάτι, αποδεικνύεται αβίαστα από τη ζωή και το έργο του. Έτσι λοιπόν έρχεται ο Χριστός να μας δείξει τι είναι! Όπως κάποτε είπε «εγώ είμαι ο άρτος» και σε λίγο έρχεται να πολλαπλασιάσει τους άρτους, έτσι και τώρα που είπε ότι «εγώ είμαι η ζωή» έρχεται να αναστήσει τον τυμπανιαίο και στάζοντα υγρά νεκρό Λάζαρο και να δώσει ζωή!
Τελικά αδελφοί μου η ζωή δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά τρία γράμματα. To λέει και ένα γνωστό τραγούδι… Επιτρέψατέ μου να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου όταν ακούω τους παρακάτω στίχους από το πολύ γνωστό τραγούδι «Αναστασία» σε στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου:
Ακούω την Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου, να του απευθύνει τους πρώτους στίχους, πριν τελικά αυτός ραγίσει, αρρωστήσει και βυθιστεί, σαν ναυάγιο στην χώρα του Άδη.
«Το φιλί γυαλί που ράγισε,
τ’ ακριβά σου μάτια καθρεφτίζοντας
και μετά η χαρά ναυάγησε,
σα βυθός μαζί κι ορίζοντας».
Στους επόμενους στίχους ίσως μιλάει η Μαρία, η άλλη αδελφή του Λαζάρου και παρατηρεί το μυστήριο της ορμής του κορμιού να οδηγήσει την ύπαρξή του στον θάνατο. Δαχτυλίδι μαύρο για τον κοινό εραστή των ανθρώπων! Αλλά και η ηλικία του Λαζάρου, περίπου όσο ο Χριστός, προκαλεί καημό αβάσταχτο! Ποιος να αντέξει;;;;
«Το κορμί κι η ορμή μυστήριο,
δαχτυλίδι μαύρο με την πέτρα του.
Ποιος καημός χωράει στα μέτρα του
και μετά το γεια μαρτύριο».
Ε! τώρα μπορείς να μην δεις τις δύο αδελφές να αναμένουν τον Κύριο γεμάτες ελπίδα, διότι ξέρουν, πως ο Θεός όρκο πήρε να συντρίψει τον υπαίτιο του θανάτου. Ε! αυτό δεν είναι ανάσταση; Πως να μην δουν το φως του Θαβώρ στο πρόσωπο του Χριστού, σαν το γνώριμο πανάρχαιο φως του παραδείσου, το οποίο η ανθρωπότητα πρόδωσε για να ζει μέσα στα σκοτάδια. Η ΖΩΗ είναι τρία γράμματα. Αλλά ποιά γράμματα;;;
«Στο όνομά σου Αναστασία,
κρεμασμένα λες χίλια τάματα,
σαν πανάρχαιο φως
μες τη νύχτα με τα κλάματα…
Τελικά η ζωή τρία γράμματα».
Στους επόμενους στίχους βλέπω μόνο τον Λάζαρο να εξέρχεται από τον σκοτεινό Άδη και να τον θαμπώνει το φως! Φιλιά μεταξύ τους τα αδέλφια!!! Και λόγια; Άλατι ηρτυμένα… νόστιμα! Κι από φωνή ο άπνους και άφωνος Λάζαρος; Μας βεβαιώνει πως δυνάμωσε. Τώρα που ο Λάζαρος ξαναζεί, θα ζει αληθινά και θα δίνει αξία στο μαζί, στο ναι, στα βήματα! Είναι σπουδαίο να προχωράς…
«Το φιλί γυαλί που θάμπωσε,
στα αλμυρά μας λόγια
και τα κύματα και μετά η φωνή δυνάμωσε,
το μαζί, το ναι, τα βήματα».
Στην προτελευταία στροφή νομίζω ότι είμαστε εμείς σήμερα. Αναρωτιόμαστε γιατί τόση χαρά ο Λάζαρος και οι αδελφές του και εμείς όχι; Γιατί πασχίζαμε τόσα χρόνια να έχουμε μια καθώς πρέπει σε τάξη ζωή; Την κόψαμε σε τετράγωνα, περιοριστήκαμε σε αυτά, αφήσαμε και περιθώρια για επιπλέον όρια και καταλήξαμε μόνοι, φυλακισμένοι και άκαρποι.
«Το γιατί χαρτί τετράγωνο,
με σβησμένα χρόνια περιθώρια,
μου ζητά η ψυχή σου όρια,
μα το χώμα υγρό και άγονο».
Και επαναλαμβάνεται το ρεφρέν, όπως επαναλαμβάνονται, με την ίδια αιωνίζουσα ιεροπρέπεια τα Πάθη και η Ανάσταση του Ζωοδότου Χριστού… Γιατί τελικά η ζωή είναι τρία γράμματα. Όχι όμως το ζήτα, το ωμέγα και το ήτα, αλλά το όμικρον, το ωμέγα και το νι, ο Ων! Εκείνος δηλαδή που έχει ως ιδιότητα της φύσεώς του, το να μπορεί να υπάρχει!
«Στο όνομά σου Αναστασία,
κρεμασμένα λες χίλια τάματα,
σαν πανάρχαιο φως
μες τη νύχτα με τα κλάματα…
Τελικά η ζωή τρία γράμματα».
Καλή Ανάσταση!