Ὁ διακεκριμένος ἁγιογράφος Κωνσταντῖνος Κυζικηνὸς ὑπῆρξε παραλλήλως καί ζωγράφος στὰ Ἀνάκτορα τοῦ Τοpkapı. Τὸ ἔτος 1803 ζωγράφισε τὸ γνωστότερό του ἔργο, ὅπου εἰκονίζεται ὁ Σουλτάνος Σελὶμ Γ΄ (1789-1807), καθήμενος ὀκλαδὸν καὶ κρατῶντας κομπολόϊ. Στὸν φιλότεχνο Σουλτάνο ἄρεσε πολὺ αὐτὸ τὸ ἔργο, γι’ αὐτὸ καὶ ἐν συνεχείᾳ, παρὰ τὸ θρησκευτικὸ περιβάλλον τῆς ἐποχῆς του, παρήγγειλε στὸν Κωνσταντῖνο προσωπογραφίες τῶν προκατόχων του, ἤγουν 29 Ὀθωμανῶν Σουλτάνων, ἀπὸ τὸν Ὀσμὰν Α΄ μέχρι καὶ τὸν ἴδιον, ποὺ ὅμως δὲν ἠδυνήθη νὰ τὶς ἐκθέσει, διότι ἐξεθρονίσθη. Ἀργότερα, μὲ ἐντολὴ τοῦ διαδόχου του ἀναμορφωτοῦ Σουλτάνου Μαχμοὺτ Β΄ (1808-1839), αὐτὲς τυπώθηκαν σὲ λεύκωμα, ποὺ ἐξεδόθη στὸ Λονδίνο (1815). Ὁ Κωνσταντῖνος ζωγράφισε ἐπίσης τὸν πίνακα τῆς τελετῆς τοῦ Βαϊραμίου (muâyede), ἀλλὰ καὶ ἄλλους πίνακες τῆς Ὀθωμανικῆς Δυναστείας.
Διέμενε στὰ Ταταῦλα, ὅπου ἐπίσης ἁγιογράφισε εἰκόνες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Δημητρίου, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὴν περίφημη εἰκόνα τῆς Σταυρώσεως (1807) ποὺ εὑρίσκεται στὸν Νάρθηκα, ἀλλὰ καὶ τὶς τοιχογραφίες τῆς προσόψεως τοῦ γυναικωνίτου τοῦ Ναοῦ.
Ὁ Σουλτάνος Σελὶμ ἔδωσε τὴν ἄδεια τῆς ἐκ βάθρων ἀνακαινίσεως τοῦ Ναοῦ (1798), ὁ ὁποῖος εἶχε καταστραφεῖ ἀπὸ πυρκαγιά, ἡ δὲ μητέρα του Mihrişah Vâlide Sultan, ἔφερε νερὸ στὴν Ῥωμαίϊκη συνοικία τῶν Ταταούλων, κτίζοντας τὴν μέχρι σήμερα σωζομένη κρήνη (1799) στὸ Sefâ Meydanı.
Tὸ ἔτος 2011, στὰ Ἀνάκτορα τοῦ Topkapı, πραγματοποιήθηκε μιὰ ἐκδήλωσι γιὰ τοὺς Ῥωμηοὺς Πολίτας Ζωγράφους, ὅπου εἶχαν ἐκτεθεῖ, μεταξὺ ἄλλων, καὶ ἔργα τοῦ Κωνσταντίνου Κυζικηνοῦ. Τότε ἡ εἰρημένη εἰκόνα τῆς Σταυρώσεως μετεφέρθη ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν ἐν λόγῳ ἔκθεσι, τὴν ὁποία μάλιστα ἐτίμησε διὰ τῆς ὑψηλῆς παρουσίας του καὶ ἡ Α.Θ. Παναγιότης, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, συνοδευόμενος ἀπὸ τοὺς Συνοδικοὺς Μητροπολίτας.