21.8 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024

Γυναῖκα ἀνδρείαν τίς εὑρήσει;

Αρχιμ. Μιχαήλ Χαρ. Σταθάκη

Με αφορμή την εορτή της αγίας ενδόξου οσιομάρτυρος Φιλοθέης της Αθηναίας, της τόσο πολύ αγαπητής αγίας στον αθηναϊκό και όχι μόνο λαό, της αγίας που ολόκληρος Δήμος φέρει το μοναχικό της όνομα, όπως και άλλες κατά τόπους περιοχές και τοπόσημα υπενθυμίζοντάς μας τη δράση της κατά το α΄μισό του 16ου αιώνος, ανακαλούμε στη μνήμη μας εικόνες, ιδέες ή και φράσεις, όπως το ερανισθέν εκ των Παροιμιών αγιογραφικό του τίτλου.

Όπως είναι γνωστό η Φιλοθέη Μπενιζέλου θυγατέρα μιας πολύ σπουδαίας, πλούσιας και αρχοντικής οικογένειας των Αθηνών, παντρεύεται έναν δύστροπο άνδρα, με τον οποίο δεν απέκτησε παιδιά, αλλά έζησε -όπως αφήνεται να εννοηθεί από τους βιογράφους της- όλη τη σημασία της ενδοοικογενειακής βίας από εκείνον.

Μετά τον θάνατό του γίνεται μοναχή και δαπανά ολόκληρη την περιουσία της προς ανοικοδόμηση μιας μονής, όπως αυτή του Αγίου Ανδρέου στο κέντρο των Αθηνών. Η μονή αυτή, ο λεγόμενος Παρθενών, εκτός από τις εκατόν πενήντα μοναχές, οι οποίες συναποτελούσαν και την αδελφότητα, εκεί έβρισκαν καταφύγιο ασθενείς, ορφανά και γέροντες καθώς λειτουργούσε και ως νοσοκομείο, ορφανοτροφείο και γηροκομείο.

Ο Παρθενών της αγίας παρείχε άσυλο σε μουσουλμάνες κοπέλες και επιπλέον λειτούργησε ανεπισήμως ως το πρώτο σχολείο θηλέων της Ευρώπης. Αλλά για να λειτουργήσουν όλα αυτά και να είναι αποδοτικά, απαιτούν χρηστή και συνετή διαχείριση και επιδέξια διοίκηση σε περιβάλλον αντίξοο για μια γυναίκα που πρωτοπορεί και πρωτοστατεί σε όλους τους τομείς του βίου των ανθρώπων. Είναι δε και επιφορτισμένη, ως Ηγουμένη, με όλα τα πνευματικά θέματα που απορρέουν από την ιδιότητά της, ως προς τον εαυτό της, τις μοναχές της και όλους όσοι βρίσκονται πλησίον της.  

Χωρίς να συνυπολογίσουμε την ιδιαίτερη μέριμνα με την οποία η Φιλοθέη επιμελήθηκε την αισθητική τουλάχιστον του Καθολικού, αφού ο διάκοσμος ήταν έργο σπουδαίων ζωγράφων της εποχής, μπορούμε να συνθέσουμε στο νου μας τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας δημιουργώντας στη φαντασία μας τον χαρακτήρα της Κυράς ή Καλογρέζας, όπως την αποκαλούσαν οι κάτοικοι της πόλεως ή της περιχώρου Αττικής αντιστοίχως.

Παρά τις αφειδώλευτες ευεργεσίες της προς τους Αθηναίους η σχέση της μαζί τους δεν ήταν ανέφελη. Στη γνωστή διένεξη που είχε με τον σύγχρονό της Ηγούμενο της Πεντέλης, τον άγιο Τιμόθεο επίσκοπο Ευρίπου, τη λύση θα δώσει ο Μέγας Λογοθέτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Ιέραξ, ο οποίος καταφθάνει στην Αθήνα και δικαιώνει την Φιλοθέη.

Η κίνηση του Ιέρακα, όμως, να χαρίσει στον Τιμόθεο προσωπική του περιουσία που διατηρούσε στη περιοχή των Μεσογείων και φέρει έως σήμερα το όνομά του, Γέρακας, σημαίνει ότι η έμπειρη κρίση του δεν δικαίωσε ούτε τιμώρησε κάποιον από τους δύο αγίους. Εκτίμησε το τεράστιο έργο τους, εξασφάλισε τα αναγκαία για την απρόσκοπτη προσφορά τους, υποδεικνύοντας εμμέσως ως υπαιτίους τους τρίτους -πάντα ανωνύμους- που θεωρούν την επίθεση ως την καλύτερη άμυνα. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ερμηνευθεί και η ταυτόχρονη θέσπιση του αβάτου για τις γυναίκες στην Μονή της Πεντέλης και αντιστοίχως για τους άνδρες στη Μονή του Αγ. Ανδρέου.

Ένα χρόνο μετά την αναχώρηση του Ιέρακος για την Κωνσταντινούπολη, η αγία του στέλνει επιστολή η οποία έχει δημοσιευθεί με τον τίτλο Ἐπιστολὴ Φιλοθέης μοναχῆς πρὸς Ἱέρακα τὸν μέγαν λογοθέτην.

Διαβάζουμε: Τῷ σοφωτάτῳ καὶ λογιωτάτῳ κυρίῳ Ἱέρακι, καὶ μεγάλῳ λογοθέτῃ τῆς τοῦ Χριστοῦ μεγάλης καὶ καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἅμα τῇ πανευγενεστάτῃ κυρίᾳ μου, καὶ τοῖς ἐνδοξοτάτοις υἱοῖς σου, καὶ πᾶσι τοῖς εἰλικρινῶς ἀγαπῶσι τὴν σὴν σεβασμιότητα, χαιρετισμὸν καὶ προσκύνησιν εὐψύχως ἀπονέμω σοι.

Παρά το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε ασφαλώς το μορφωτικό επίπεδο της αγίας είναι εύκολο να αντιληφθεί ο αναγώστης ότι το ύφος της εν λόγω επιστολής διαφέρει από το κείμενο της έκκλησης που έστειλε η ίδια η αγία στη Γερουσία των Βενετών.  Ενδεχομένως να είχε λάβει την τελική του μορφή από κάποιον δόκιμο κειμενογράφο της εποχής. Αυτό όμως που προκαλεί εντύπωση είναι τα όσα ακολουθούν και η Φιλοθέη εμπιστεύεται στον Ιέρακα…

Αναφέρει ότι έχει ήδη περάσει ένας χρόνος από τότε που ο Ιέραξ ήλθε στην Αθήνα από την Κωνσταντινούπολη. Την εποχή εκείνη οι Αττικοί «λύσσαξαν» («ἐλύττησαν») εναντίον της, αλλά ο Ιέραξ πήρε το μέρος της και τους εξουδετέρωσε με τη δύναμη των επιχειρημάτων του. Για το λόγο αυτό η Φιλοθέη εύχεται για εκείνον να είναι υγιής και λυπάται που στερείται την παρουσία του για τόσο καιρό. Και συνεχίζει λέγοντας ότι άβουλοι καθώς είναι οι Αθηναίοι, δεν μπορούν να διακρίνουν το καλό από το κακό, γι’ αυτό μισούν τις αρετές και αγαπούν τις κακίες.

Έτσι κι εκείνη, παρ’ ότι ακούει πολλές ύβρεις σιωπά, διότι ο υπέρτατος κριτής είναι ο Θεός και στην κρίση αυτή οι μάρτυρες δεν θα είναι Αθηναίοι, γιατί κατάγονται από γένος αχρείο, αναίσχυντο, μεμψίμοιρο, φιλοτάραχο και βάρβαρο και γιατί ήταν πάντα ανελέητοι με τους αρίστους, όπως ήταν ο Σωκράτης που πέθανε αδίκως συκοφαντούμενος από αυτούς, ο Θεμιστοκλής που ελευθέρωσε την Ελλάδα εκδιώχθηκε και ο Μιλτιάδης γέρος ων εν δεσμωτηρίω απέθανε…

«…ἀγοραῖον γένος, ἀχρεῖον καὶ ἄτιμον… ἀβούλευτον, ἀνόσιον, ἀναίσχυντον, βδελυρόν, ἀπονενοημένον, τὸ στόμα εὔλυτον ἔχον πρὸς λοιδορίαν, μεμψίμοιρον καὶ καρδαμογλύφον, βαρβαρόφωνον, φιλοτάραχον, μικρολόγον, μικρόψυχον, στωμύλον, ὑπερφίαλον, ἀθέμιστον, δολερόν, περίεργον, ἄγρυπνον ἐπὶ συμφοραῖς ἑτέρων…».

Κλείνοντας την επιστολή, η Φιλοθέη καλεί τον Ιέρακα να βοηθήσει τους κοινούς τους φίλους που έφτασαν εκεί εκ μέρους της.

Ας μη λησμονηθεί ότι η Φιλοθέη ενόχλησε τους Αθηναίους διότι «εἰσήγαγε νέον κανόνα θρησκευτικοῦ καὶ οἰκιακοῦ βίου», που περιλάμβανε μεταξύ άλλων για τις γυναίκες «ἐκμάθησιν γραφῆς καὶ ἀναγνώσεως, ἀντὶ τῆς ἀποστηθίσεως τροπαρίων πολλάκις ἀκατανοήτων» καιορισμένες δραστηριότητές της, όπως η απελευθέρωση των σκλάβων, η υποδοχή «ψυχῶν ὁποῦ ἦταν ἕτοιμαι νὰ καταποντισθῶσι» κ.λπ.αλλά κυρίως η διαχείρηση των υδάτινων πόρων έφεραν σύγκρουση συμφερόντων. Τα συμφέροντα τοπικών παραγόντων δεν εμπνέονταν από το όραμα της Κυράς… η δυναμική της οποίας και το σθένος φόβιζαν φαίνεται αρκετούς Αττικούς…

Οι συνθήκες ενίοτε απαιτούσαν να φύγει για λίγο η Φιλοθέη από την Αθήνα και έτσι συνήθως μετέβαινε στο Μετόχι της Δάφνης στην Κέα όπου διέμεναν περί τις είκοσι μοναχές.

Η Ιστορία επαναλαμβάνεται…

Τριακόσια περίπου χρόνια νωρίτερα ο άγιος Μιχαήλ Χωνιάτης, βρίσκει καταφύγιο στην ελεύθερη Κέα, όπου και διαμένει περίπου για δεκαπέντε έτη στην Μονή του Προδρόμου. Ο ίδιος ανοικοδόμησε μονύδριο αφιερωμένο στον άγ. Παντελεήμονα το οποίο εντόπισε και ταύτισε ο περί πολλών εγκρατής διδάσκαλος και Άρχων Αριστείδης Πανώτης.

Ο Μιχαήλ ων ακόμα εν Αθήναις, ψέγει την «παπαδική των Αθηναίων μανία» και σε κάποιο από τα ποιήματά του που ήταν αφιερωμένο στην Θεοτόκο αναφέρει:

«…Ἓν λείπεταί μοι τῶν καλῶν τῶν ἐν βίῳ,

θανεῖν ὅπου βέλτιον∙ οὐ γὰρ ἐνθάδε,

ὅπου τελωνῶν ἐστι τὸ κράτος μέγα,

θνήσκοντας ἔνθα τοὺς Θεοῦ παραστάτας

ὑμνοῦσι, λακτίζουσιν (ὢ θεία δίκη)

καὶ δεύτερον κιρνῶσι θανάτου σκύφος.

Ἐκεῖ θανοίμην, ἔνθα τὸν πλείω δρόμον

ζωῆς ἐμῆς ἤνυσα μοχθῶν ἐν λόγοις.

Ἐνταῦθα ταῦτα καὶ μετὰ ζωῆς τέλος.

Ῥύου με πυρός, εὐμένιζε σὸν τόκον

καὶ τοῖς χοροῖς σύνταττε τῶν σεσωσμένων».  

Δηλαδή:

«…Από του βίου τα καλά, μου λείπει μόνον ένα,

ν’ αφήσω τη στερνή πνοή στον τόπο που για μένα

πιο ταιριαστό ‘ναι να διαβείς του Άδη τους πυλώνες,

κι όχι σ’ ετούτη τη γωνιά που ορίζουν οι τελώνες.

Τον παραστάτη του Θεού, εδώ, σα βγει η ψυχή του,

όχου! τον γδύνουν, τον κλοτσούν, και κάμουν τη θανή του

να ‘ρθει και δεύτερη φορά, να πικροθανατίσει,

να πιει ποτήρι που ‘χουνε με θάνατο ποτίσει.

Κάλλιο της μοίρας τον καιρό εκεί να τον μετρήσω,

όπου το δρόμο της ζωής -όταν θωρώ ξοπίσω-

τον πιο πολύ περπάτησα, τηρώντας να προκόβω,

μόχθο χωρίς να λυπηθώ, στη γνώση και το λόγο.

Ετούτο είν’ το ριζικό που εδώ με περιμένει

κι η ζήση έχει κατάληξη απ’ την αρχή γραμμένη.

Μα γλίτωσέ με απ’ τη φωτιά, μέρεψε το βλαστό σου

και στο χορό του λυτρωμού τάξε με, τον πιστό σου.

Η Ιστορία επαναλαμβάνεται…

Λίγα χρόνια μετά την αγία Φιλοθέη και στο ίδιο μονίδριο που έζησε ο άγιος Μιχαήλ καταφθάνει εκδιωχθείς από τους Αττικούς ο σπουδαίος ιεράρχης του Ευρίπου, ο γηγενής Αττικός, ο κτίτωρ της Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης, ο κτίτωρ της Σκήτης του Γαργηττού, ο κτίτωρ της Σκήτης Βραυρώνος, ο πολιός και θαυματουργός γέροντας πια, ο άγιος Τιμόθεος…

Μεταβαίνει στην Κέα αφού παρά την τεράστια υπομονή και ανοχή που επέδειξε προς τους καχύποπτους Αττικούς, όταν πια έβαλαν φωτιά να τον κάψουν ζωντανό μαζί με τη βάρκα του, την έριξε μισοκαμένη στη θάλασσα και με πανί το ράσο του οδηγήθηκε στις Ποίσσες, εκεί όπου είχε φτάσει το 1207 και ο άγιος Μιχαήλ.   

Ας σημειωθεί εδώ ότι ο άγ. Τιμόθεος με τη βάρκα του αύξησε την περιουσία της Μονής Πεντέλη γιατί με εκείνη τη βάρκα έφερε πίσω τα απαχθέντα από τους πειρατές παιδιά της Οθωμανίδος, η οποία από ευγνωμοσύνη προς τον άγιο του χάρισε όλο το κτήμα του Βραώνα! Το κτήμα ακολούθως ο Τιμόθεος περιτείχισε και σώζεται έως σήμερα και ο πύργος που κατοικούσε η Οθωμανίς και το όριο με τη μάνδρα του και πλήθος τοπωνυμίων που έχουν να κάνουν με τα έργα του Δεσπότη…

Κάθε χρόνο στη μνήμη του αγίου Τιμοθέου διαβάζεται και μια ευχή προς τον άγιο για να συγχωρήσει τους κακούς γαιοκτήμονες που τον εκδίωξαν… Παροιμιώδης ήταν στα Μεσόγεια της Αττικής η κατάρα του Δεσπότη…

Όμως…

Μπροστά στο αποκαλυπτικό κείμενο της εξοργισμένης Αθηναίας αρχόντισσας που ένιωσε μάταιους τους κόπους της ζωής της, αναγνωρίζοντας συγχρόνως τα παλιά αθηναϊκά ελαττώματα στους σύγχρονούς της, και πού αισθάνεται τον εαυτό της αδικημένο από τους συμπολίτες της -όπως αδικήθηκαν οι πρόγονοί της, ο Σωκράτης, ο Θεμιστοκλής, ο Μιλτιάδης, δεν έχουμε παρά να σταθούμε με σεβασμό. Πρόκειται για μία μοναδική μαρτυρία, καταπληκτική για την περιγραφική της δύναμη και για την απροκάλυπτη αλήθειά της, η οποία στιγματίζει με τόση ακριβολογία, συγκλονιστική για την έντονη συνειδητή αναφορά της ιστορικής συνέχειας, που τη ζει στο πετσί της η Φιλοθέη, μιας και οι απόγονοι εκείνων των Αττικών της αρχαιότητας, έχουν με πολύ ζήλο διατηρήσει όλα τα κακά των Αττικών της κλασικής εποχής.

Μα και ο Σωκράτης, ένας από αυτούς τους άθλιους ήταν, και το κοινό του Αισχύλου, αυτοί οι άθλιοι χοντράνθρωποι ήταν. Κι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά η μεσήλικη πιά Φιλοθέη. Γι’ αυτούς άλλωστε τούς βάρβαρους, μικρόψυχους και αχρείους, τόσο εκείνη όσο και οι Μιχαήλ και Τιμόθεος, έτρεχαν και πάσχιζαν. Σε αυτό το «ἀγοραῖον καί μικρολόγον γένος» αφιέρωσαν όλη τους τη ζωή και την περιουσία, Αθηναίοι πια και αυτοί με όλα τα κακά και όλα τα καλά των συμπολιτών τους. Ο κακός χαρακτήρας και η αγνωμοσύνη των Αθηναίων, δεν στάθηκαν ικανά να κάμψουν τη θέληση και τη δραστηριότητα των αγίων τους!

Γυναῖκα ἀνδρείαν τίς εὑρήσει;;;

Ο λόγος για την Κέα, την αδούλωτη και ελεύθερη νήσο που την αξίωσε ο Θεός να φιλοξενήσει αυτούς τους αγίους και να τους διαφυλάξει ως θησαυρούς των Αθηναίων, ως άλλη Δήλος και Δελφοί…

Ο άγιος Μιχαήλ κλείνει το ποίημά του Θεανώ λέγοντας την ευχή «σώσε την Κέα βασιλεύ των αιώνων Ιησού» και εμείς ας συμπληρώσουμε να μας ανοίξει τους ψυχικούς οφθαλμούς για να μη κάνουμε ξανά τα λάθη των προγόνων που δίωξαν μεν τους αγίους τους, ήταν δε και οι πρώτοι που τους τίμησαν ως αγίους ακόμη εν ζωή όντων εκείνων…

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ