16.7 C
Athens
Σάββατο, 18 Μαΐου, 2024

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην Αθήνα

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Η Α.Θ.Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος επισκέπτεται την Αθήνα κατόπιν προσκλήσεως της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Προέδρου αυτής, Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, προκειμένου να τιμήσει με την υψηλή παρουσία του και να κηρύξει την έναρξη των εργασιών του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, που διοργανώνεται με την ευκαιρία της συμπληρώσεως εκατό ετών (1923-2023) από την έκδοση του επιστημονικού περιοδικού της υπό τον τίτλο «ΘΕΟΛΟΓΙΑ».

Κατά την άφιξή του στον Διεθνή Αερολιμένα “Ελ. Βενιζέλος” των Αθηνών, το μεσημέρι της Τρίτης, 10 Οκτωβρίου 2023, τον Παναγιώτατο υποδέχθηκαν εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Προέδρου αυτής οι Σεβ. Μητροπολίτες Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Παντελεήμων και Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος, και εκ μέρους της Ελληνικής Κυβερνήσεως ο Εξοχ. Υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού κ. Κυριάκος Πιερρακάκης.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δέχθηκε στο κατάλυμά του τον Εξοχ. Πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα κ. George Tsunis, με τον οποίο συζήτησε επίκαιρα ζητήματα σε εγκάρδια ατμόσφαιρα, παρουσία του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ και του Πανοσιολ. Μ. Εκκλησιάρχου κ. Αετίου, Διευθυντού του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου.

Το βράδυ, ο Παναγιώτατος παρακάθησε σε δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του ιδίου και του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. της Αδελφότητος Οφφικιαλίων του Οικουμενικού Θρόνου “Παναγία η Παμμακάριστος”, με τη συμμετοχή Ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου αλλά και άλλων Αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι βρίσκονται στην Αθήνα για το ως άνω Συνέδριο. 

Την Τετάρτη, 11 Οκτωβρίου 2023, ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισκέφθηκε το Γηροκομείο Αθηνών, όπου τον υποδέχθηκαν θερμά ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. της Ελεήμονος Εταιρείας Αθηνών Γηροκομείο-Πτωχοκομείο.

Παρέστησαν η Εξοχ. Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας της Ελλάδας κυρία Σοφία Ζαχαράκη, ο Εντιμ. Δήμαρχος Αθηναίων κ. Κώστας Μπακογιάννης, βουλευτές, δωρητές του ιδρύματος, εργαζόμενοι σε αυτό καθώς και τρόφιμοι. 

Κατά τη διάρκεια σύντομης τελετής, που πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα, στον περίβολο του Γηροκομείου, ο Πρόεδρος του φιλανθρωπικού οργανισμού κ. Σπυρίδων Χαμακιώτης προσφώνησε με θερμούς λόγους τον Παναγιώτατο, ενώ ο Γενικός Διευθυντής του κ. Κωνσταντίνος Σολδάτος ανέγνωσε ψήφισμα του Δ.Σ. της, με το οποίο απενεμήθη στον Πατριάρχη η ύψιστη τιμητική διάκριση του “Μεγάλου Ελεήμονα” καθώς και το Μετάλλιο του Αγίου Ανδρέου. 

Στην αντιφώνησή του ο Παναγιώτατος, αφού ευχαρίστησε για τις τιμές, αναφέρθηκε στη σημασία της φιλανθρωπίας για τους χριστιανούς.

Ἀντιφώνησις τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἐπίσκεψιν εἰς τό Γηροκομεῖον Ἀθηνῶν 

(11 Ὀκτωβρίου 2023)

* * *

Ἱερώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,

Ἐντιμότατε κύριε Πρόεδρε τῆς Ἐλεήμονος Ἑταιρείας Ἀθηνῶν «Γηροκομεῖο-Πτωχοκομεῖο», μετά πάντων τῶν μελῶν τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου αὐτῆς, 

Ἐντιμότατε κύριε Δήμαρχε Ἀθηναίων, 

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι,

Ἐκλεκτοί ἰατροί, νοσηλευταί, κοινωνικοί λειτουργοί καί λοιποί ἐργαζόμενοι εἰς τό Γηροκομεῖον Ἀθηνῶν, 

Ἀγαπητοί ἐκπρόσωποι τῶν φιλοξενουμένων εἰς τό Ἵδρυμα,

Προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, 

Μέ ἰδιαιτέραν συγκίνησιν ἐπισκεπτόμεθα σήμερον, με την τιμία συνοδεία μας, τό Γηροκομεῖον Ἀθηνῶν. Ἡ καρδία μας εἶναι γεμάτη θαυμασμόν καί εὐγνωμοσύνην δι᾿ ὅλους ἐσᾶς, οἱ ὁποῖοι ἔχετε τήν εὐθύνην τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ θεσμοῦ, προσφέρετε τάς ὑπηρεσίας σας καί στηρίζετε γενναίως τούς φιλοξενουμένους. Ἀναδύεται δέ ἐκ τῆς ψυχῆς μας προσευχή πρός τόν Κύριον τῆς δόξης καί Θεόν τοῦ ἐλέους, νά ἀναπαύῃ ἐν σκηναῖς δικαίων ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἵδρυσαν, ἐλειτούργησαν, ἐνίσχυσαν διά τῶν χορηγιῶν των καί διηκόνησαν αὐτό τό εὐαγές ἵδρυμα. Εἴη ἡ μνήμη αὐτῶν καί πάντων τῶν φιλοξενηθέντων εἰς τό Γηροκομεῖον αἰωνία καί ἄληστος!

Ἀνεξαρτήτως ἀπό κάθε κοινωνικήν, πολιτικήν καί οἰκονομικήν ὀπτικήν, ἡ συμπαράστασις πρός τούς ἐν ἀνάγκαις συνανθρώπους μας εἶναι ἔργον εὐλογημένον καί ἀποτελεῖ τεραστίαν ἀνθρωπιστικήν προσφοράν. Ἡ Ἐλεήμων Ἑταιρεία Ἀθηνῶν ἐφήρμοσε καί συνεχίζει νά ἐφαρμόζῃ αὐτήν τήν ἀρχήν. Τιμῶμεν καί μακαρίζομεν ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐνήργησαν ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, στηρίξαντες τούς ἐν περιστάσεσιν ἀδελφούς, μέ εἰλικρινῆ καί ἀφειδώλευτον ἀγάπην. Ἡ παράδοσις τῆς προσωπικῆς ἀρωγῆς πρός τόν συγκεκριμένον πάσχοντα «πλησίον» δέν ἔχει ἀπολέσει διόλου τήν ἐπικαιρότητα καί τήν ἀξίαν της. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὅσοι συμπαρίστανται εἰς τούς ἐνδεεῖς, δέν ἀγωνίζονται ἐκ παραλλήλου κατά τῶν αἰτίων τῆς πτωχείας καί τῆς δυστυχίας. 

Ἡ φιλανθρωπία ἀνήκει εἰς τόν πυρῆνα τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους. Ὅπως ἔχει προσφυῶς γραφῆ, «τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστιανισμός ἐθεμελίωσε καί προώθησε ἕνα «πολιτισμό τῆς βοήθειας» ἀνήκει στίς μόνιμες συμβολές του στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ». Εἰς τήν παράδοσίν μας, κάθε φιλανθρωπικόν καθίδρυμα ἐνσαρκώνει τήν ἀδιάσπαστον ἑνότητα πίστεως πρός τόν Θεόν καί ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, φιλανθρωπία καί ἀλληλεγγύη, ἐκεῖ εἶναι παρών ὁ Θεός. Ὄντως, ὁ Χριστιανισμός ἀπετέλεσε μίαν πραγματικήν «ἐπανάστασιν τῆς ἀγάπης», ἡ ὁποία ἐνέπνευσε τόν ἀνθρωπισμόν, τούς ἀγῶνας διά τήν ἰσότητα καί διά τόν ἀπροϋπόθετον καί ἀπόλυτον σεβασμόν τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας.

Ὁμοῦ μετά τοῦ λειτουργικοῦ, ἁγιαστικοῦ καί πνευματικοῦ ἔργου της, ἡ Ἐκκλησία ἐμερίμνα διά τούς ἐνδεεῖς, τούς ὁποίους ὁ Κύριός μας ἀπεκάλεσεν «ἐλαχίστους ἀδελφούς» Του: «Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. κε’, 40). Ὑπενθυμίζομεν ὅτι καθ᾿ ὅλην τήν Βυζαντινήν περίοδον, ἡ Ἐκκλησία ἐπρωτοστάτει εἰς τόν τομέα τῆς φιλανθρωπίας, εἰς τήν ἵδρυσιν ὀρφανοτροφείων, γηροκομείων, νοσοκομείων καί ἄλλων συναφῶν ἱδρυμάτων. Καί σήμερον ἡ Ἐκκλησία παραμένει διακονική, ὅπως ἀποδεικνύεται καί ἀπό τήν στάσιν της ἀπέναντι εἰς τάς δυσκόλους καταστάσεις, τάς ὁποίας ἐδημιούργησεν ἡ πρόσφατος οἰκονομική κρίσις, καί εὐρύτερον ἀπέναντι εἰς ὅλας τάς συγχρόνους κοινωνικάς ἀναστατώσεις. Ἡ φιλανθρωπία καί ἡ διακονία τοῦ πλησίον δέν εἶναι μία πρόσθετος, ἐξωτερική καί περιστασιακή δρᾶσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά οὐσιαστική ἔκφρασις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀνήκει εἰς τό ζωτικόν κέντρον της, ἀπευθύνεται δέ πάντοτε πρός συγκεκριμένους ἀνθρώπους μέ ἁπτά προβλήματα. Δέν ἔχει οὐδεμίαν σχέσιν μέ μίαν ἀφηρημένην φιλάνθρωπον στάσιν, ἡ ὁποία δέν ὠφελεῖ ἐν τῇ πράξει. Ἀναμφιβόλως, ἡ βοήθεια πρός τούς «κοπιώντας καί πεφορτισμένους» ἀποτελεῖ λαμπράν σελίδα τῆς κοινωνικῆς μαρτυρίας τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ κόσμῳ. Ὅπως ἔχει λεχθῆ, «οἱ κοινωνικές πρωτοβουλίες καί δραστηριότητες τῆς Ἐκκλησίας ἀφήνουν ἔκπληκτους ἀκόμη καί τούς πολεμίους τοῦ Χριστιανισμοῦ».

Ἐκλεκτοί παρόντες,

Τό Γηροκομεῖον Ἀθηνῶν ἐκπροσωπεῖ μέ δυναμισμόν τό πνεῦμα τῆς φιλανθρώπου διακονίας τοῦ πάσχοντος συνανθρώπου. Γνωρίζει δέ καί καταγράφει τάς ἐξελίξεις καί χρησιμοποιεῖ ὅ,τι θετικόν ἔχει νά προφέρῃ ὁ σύγχρονος πολιτισμός διά τήν προώθησιν αὐτοῦ τοῦ ἀγαθοῦ ἔργου. Σήμερον, ἡ ἰλιγγιώδης πρόοδος τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας προσφέρει νέας δυνατότητας καί προοπτικάς καί εἰς τόν χῶρον τῆς στηρίξεως τῶν ἡλικιωμένων, αἱ ὁποῖαι χρησιμοποιοῦνται καί εἰς τό εὐαγές τοῦτο καθίδρυμα. Βεβαίως, μόνον ἡ ἐπιστήμη καί ἡ ὀργάνωσις δέν ἀρκοῦν. Μία ἄριστα ὠργανωμένη μονάς φροντίδος ἡλικιωμένων, πιθανόν νά εἶναι χῶρος δίχως ἀγάπην, παγερόν περιβάλλον διά τούς φιλοξενουμένους, τόπος καί τρόπος ἀπωθήσεώς των εἰς τό περιθώριον τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Μάλιστα, ἡ ἐπιστημονική πρόοδος καί ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξις δύνανται νά συμβαδίζουν μέ κυριαρχίαν ἀτομοκεντρισμοῦ καί ἀδιαφορίας διά τόν πλησίον. Ὁ σεβασμός πρός τόν συνάνθρωπον καί ὁ πολιτισμός τῆς ἀλληλεγγύης δέν εἶναι αὐτόματον ἀποτέλεσμα τῶν ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων καί τῆς ἀνόδου τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου. Ἀπορρέουν ἀπό τήν ἀγαπῶσαν καρδίαν. Ὀρθῶς ἔχει ὑπογραμμισθῆ ὅτι «ἡ ἐπιστήμη καί ἡ ἀγάπη μαζί κάνουν θαύματα».

Περαίνοντες τόν λόγον, εὐχαριστοῦμεν διά τάς ὡραίας προσφωνήσεις καί τήν ἀναμνηστικήν πλάκα διά τήν ἐπίσκεψιν τῆς ἡμῶν Μετριότητος εἰς τό Ἵδρυμά σας. Ἀγαπητέ κύριε Πρόεδρε, παρακαλοῦμεν νά διαβιβάσετε εἰς τά Ἐντιμότατα μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐλεήμονος Ἑταιρείας Ἀθηνῶν τά δέοντα. Συγχαίρομεν τούς ἰατρούς, τούς νοσηλευτάς καί τούς κοινωνικούς λειτουργούς διά τήν ἀρίστην ἐπιστημονικήν κατάρτισιν, τήν κοινωνικήν των προσφοράν καί τήν ἀφοσίωσιν εἰς τήν ἁγίαν ἀποστολήν των, καθώς καί πάντας τούς ἐργαζομένους εἰς τό Γηροκομεῖον Ἀθηνῶν, οἱ ὁποῖοι μέ αὐτοθυσίαν καί ὑπευθυνότητα προσφέρουν τάς πολυτίμους ὑπηρεσίας των εἰς τούς περιθαλπομένους ἐδῶ συνανθρώπους μας. Ἀπευθυνόμεθα πρός αὐτούς μέ στοργήν καί ἀγάπην, καί εὐχόμεθα σταθεράν ὑγείαν, πνευματικήν εὐφροσύνην καί πᾶν δώρημα τέλειον καταβαῖνον ἄνωθεν. Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης νά σᾶς κρατύνῃ ὅλους.

Σας εὐχαριστοῦμεν διά τήν προσοχήν σας!

Στη συνέχεια, μετέβη στον Ι. Ναό του Αγίου Νικολάου, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου και χειροθέτησε τον Εντιμ. κ. Γεώργιο Προκοπίου, εφοπλιστή, σε Άρχοντα Πρωτομαΐστορα της Αγίας του Χριστου Μεγάλης Εκκλησίας.

Παρέστησαν Ιεράρχες, κληρικοί, Μοναχοί και Μοναχές, ο Εντιμολ. κ. Αθανάσιος Μαρτίνος, Πρόεδρος της Αδελφότητος Οφφικιαλίων του Οικουμενικού Θρόνου “Παναγία η Παμμακάριστος”, με τα μέλη του Δ.Σ., ο Εντιμ. κ. Νικόλαος Πατέρας, δωρητής των έργων αποκατάστασης του Ι. Ναού Αγίου Νικολάου, και πλήθος Αρχόντων της Μ.τ.Χ.Ε., ο Εξοχ. Πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας Εξοχ. κ. Μάθιου Λοτζ, ο Έντιμ. κ. Αρίστος Κασμίρογλου, Υποδιοικητής του Αγίου Όρους, και πλήθος πιστών.

Στην ομιλία του ο Πατριάρχης υπογράμμισε τον σημαντικό ρόλο των Αρχόντων Οφφικιαλίων για την υποστήριξη της αποστολής και του έργου της Μ.τ.Χ.Ε., και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην επιτυχημένη πορεία του νέου Άρχοντος, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από τη Σμύρνη, στον τομέα της ναυτιλίας.

Προσφώνησις τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν χειροθεσίαν τοῦ Ἐντιμ. κ. Γεωργίου Ἰ. Προκοπίου εἰς Ἄρχοντα Πρωτομαΐστορα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας 

(Ἀθῆναι, Ἱ.  Ναός Ἁγίου Νικολάου Πτωχοκομείου, 11 Ὀκτωβρίου 2023)

* * *

Ἐντιμολογιώτατε Ἄρχων,

Ἀπονέμομεν εἰς ὑμᾶς σήμερον, κατ᾿ ἰδίαν ἡμῶν Πατριαρχικήν προαίρεσιν καί φιλοτιμίαν, εἰς τόν ἱστορικόν Ἱερόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πτωχοκομείου, ὁ ὁποῖος παρεχωρήθη πρός λειτουργικήν χρῆσιν εἰς τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ὑπό τῆς Ἐλεήμονος Ἑταιρείας Ἀθηνῶν, εὐγενεῖ πρωτοβουλίᾳ τοῦ λίαν ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ, Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, τό ὑψηλόν ὀφφίκιον τοῦ Ἄρχοντος Πρωτομαΐστορος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἡ χειροθεσία σας, ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ὑπογραμμίζει τήν σημασίαν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀρχοντικίου σας ὡς χαρίσματος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σᾶς ὑποδέχεται σήμερον εἰς τούς κόλπους της, ὡς νέον μέλος αὐτῆς, ἡ Ἀδελφότης Ὀφφικιαλίων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Παναγία ἡ Παμμακάριστος», ἡ ὁποία ἐκπροσωπεῖται εἰς τήν σημερινήν χαρμόσυνον τελετήν ὑπό τοῦ Προέδρου της Ἐντιμολογιωτάτου Ἄρχοντος Ἐξάρχου τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας κ. Ἀθανασίου Μαρτίνου. Οἱ Ἄρχοντες εἶναι συνεργοί τῆς ἡμετέρας Μετριότητος εἰς τό ἔργον διακονίας τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Στηρίζουν τάς πρωτοβουλίας τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, τό φιλάνθρωπον ἔργον της καί τήν καλήν μαρτυρίαν της ἐν τῷ κόσμῳ. Οἱ Ὀφφικιάλιοι συνεχίζουν τήν παράδοσιν τῶν φιλογενῶν λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι πάμπολλα εἰργάσαντο διά τήν Ἐκκλησίαν καί τό Γένος μας. Ἡ Ἀδελφότης «Παναγία ἡ Παμμακάριστος» προσβλέπει εἰς τήν συνεργασίαν μέ ἐσᾶς, τό νέον εὐκλεές μέλος της.

Ὁ Μαΐστωρ ἦτο σπουδαῖος κρατικός καί ἐκκλησιαστικός τίτλος εἰς τήν Ἀνατολικήν Ρωμαϊκήν Αὐτοκρατορίαν. Ὁ αὐτοκράτωρ ἀπένειμε τόν βαθμόν τοῦ Μαΐστορος εἰς ἄνδρας ἐγνωσμένης μορφώσεως καί ἱκανότητος. Μάλιστα, εἰς ὡρισμένας περιόδους τῆς Βυζαντινῆς ἱστορίας, ὁ Μαΐστωρ ἦτο ὁ ἀνώτατος μεταξύ τῶν ἀξιωματούχων εἰς τήν διοίκησιν τοῦ κράτους. Εἶχε τήν εὐθύνην διά τήν ἀσφάλειαν τοῦ προσώπου τοῦ αὐτοκράτορος καί τῆς οἰκογενείας του, κατεῖχε τό ἀξίωμα τοῦ τελετάρχου εἰς τά Ἀνάκτορα, ἀνετίθετο δέ εἰς αὐτόν ἡ εὐθύνη διά τάς ἐξωτερικάς ὑποθέσεις καί τάς διπλωματικάς σχέσεις, διά τάς διαπραγματεύσεις μέ ξένας ἀντιπροσωπείας ἐπί τρεχόντων θεμάτων. Ἐπίσης, ἀντιπροσώπευε τόν αὐτοκράτορα κατά τήν ἀπουσίαν του ἐκ τῆς πρωτευούσης, ἔχων τότε τόν τίτλον τοῦ Πρωτομαΐστορος, θέσιν ἀντίστοιχον πρός τό ἀξίωμα τοῦ Κουροπαλάτου, ὁ ὁποῖος προήρχετο ἀπό τά μέλη τῆς βασιλικῆς οἰκογενείας. Εἰς τόν ἐκκλησιαστικόν χῶρον, τό ἀξίωμα τοῦ Μαΐστορος ἦτο συνδεδεμένον κυρίως μέ τόν μοναχισμόν καί πρωτίστως μέ τήν εὐθύνην πνευματικῆς καθοδηγήσεως καί στηρίξεως τῶν δοκίμων μοναχῶν καί τῆς ἐπισκέψεως καί ἐνισχύσεως τῶν ἐν περιστάσεσι καί ἀσθενείαις ἀδελφῶν. 

Ἐκτιμῶμεν ἐξόχως τούς Ἄρχοντας ὀφφικιαλίους τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, παρακολουθοῦμεν μέ μέγα ἐνδιαφέρον καί ἀγάπην τά ἔργα καί τήν προσφοράν των εἰς τήν κοινωνίαν, τήν Ἐκκλησίαν καί τό Γένος. Εἴμεθα ἰδιαιτέρως συγκεκινημένοι, διότι σήμερον τιμᾶται εἷς γόνος τῆς Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη, χάριτι τοῦ  πανδώρου Θεοῦ καί μέ τήν δύναμιν τῆς βουλήσεως καί τῆς διανοίας του, εἰς πρωταγωνιστήν τῆς οἰκονομικῆς ζωῆς. Γνωρίζομεν, Ἐντιμολογιώτατε, τήν φήμην σας ὡς ἐφοπλιστοῦ, ὡς πρωταθλητοῦ εἰς τόν χῶρον τῆς ναυτιλίας. Δέν ἐκρύψατε, ὄντως, τό δοθέν ὑμῖν ἄνωθεν τάλαντον, ἀλλά τό ἐπολλαπλασιάσατε δι᾿ ἔργων ἀγαθῶν. Ὅπως εἶπε διά τό πρόσωπόν σας ὁ παιδικός σας φίλος Ἄρχων Ἀθανάσιος Μαρτῖνος, «Γιά τόν Γιώργο ἡ ναυτιλία εἶναι πάθος, δέν εἶναι μόνο ἐπάγγελμα. Εἶναι πρωτοπόρος καί ὁραματιστής». Αἱ τεράστιαι ἐπενδύσεις σας εἰς διαφόρους τομεῖς εἶναι ἰσχυρός μοχλός ἀναπτύξεως καί προόδου καί προωθοῦν τό κοινόν συμφέρον. 

Δέν εἴμεθα οἰκονομολόγοι, πιστεύομεν ὅμως ὅτι ἡ οἰκονομία δέν εἶναι μόνον διαχείρισις ποσοτικῶν μεγεθῶν καί ἀριθμῶν, ἀλλά ζῇ ἀπό ἀρχάς, τάς ὁποίας δέν ἔχει δημιουργήσει ἡ ἰδία, ἀλλά σέβεται καί διακονεῖ. Εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι ἡ βιώσιμος οἰκονομική ἀνάπτυξις ἔχει καί κοινωνικόν πρόσημον. Σέβεται τήν ἀρχήν τῆς δικαιοσύνης, τάς οἰκουμενικάς ἀνθρωπιστικάς ἀρχάς καί τάς πνευματικάς ἀξίας. Ἡ οἰκονομία εἶναι μία ἄκρως σημαντική διάστασις τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Εἰς τόν πυρῆνα της ἀνήκει ὁ συνδυασμός τῶν οἰκονομικῶν ἀρχῶν καί τῆς στρατηγικῆς μέ τήν κοινωνικήν εὐθύνην καί τήν ἀλληλεγγύην. Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖον ὅτι εἰς ὑμᾶς ἡ οἰκονομική δραστηριότης συνδυάζεται μέ κοινωνικήν μαρτυρίαν καί προσφοράν. Εἴμεθα πεπεισμένοι, ὅτι ἡ προσγινομένη σήμερον εἰς τό πρόσωπόν σας τιμή θά σᾶς ἐνδυναμώσῃ πρός συνέχισιν καί αὔξησιν τῆς συμβολῆς σας εἰς τήν οἰκονομίαν, τήν κοινωνίαν καί τό Γένος.

Ἐντιμολoγιώτατε Ἄρχων κύριε Γεώργιε Προκοπίου, 

Σᾶς συγχαίρομεν διά τήν πολυδιάστατον καί τιμαλφεστάτην προσφοράν σας, διά τά φιλογενῆ αἰσθήματά σας καί διά τόν σεβασμόν σας πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον. Δέν ἐλησμονήσατε τήν καταγωγήν σας ἀπό τά ἅγια χώματα τῆς Ἰωνίας, τῆς κοιτίδος τῆς φιλοσοφίας, τῆς μεταβάσεως, ὅπως ἔχει λεχθῆ, «ἀπό τόν μῦθο στόν λόγο», ἀλλά καί τόπου ἀνθήσεως τοῦ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ τῆς ἀλληλεγγύης, εἰς τόν πυρῆνα τοῦ ὁποίου εὑρίσκεται ἡ ἄρρηκτος ἑνότης τῆς πίστεως εἰς τόν Θεόν καί τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον, τόν ἀδελφόν.

Περαίνοντες τόν λόγον, σᾶς συγχαίρομεν ἅπαξ ἔτι διά τήν ἀνύψωσίν σας εἰς Ἄρχοντα ἀξιωματοῦχον τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τοῦ ὑπάτου θεσμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Γένους, ὁ ὁποῖος δίδει θεαρέστως τήν μαρτυρίαν περί τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, φυλάσσει τά μνημεῖα καί τά σεβάσματα τοῦ Γένους καί ἐπιτελεῖ ἀποτελεσματικῶς τήν παγχριστιανικήν καί πανανθρωπίνην οἰκουμενικήν διακονίαν του. Καλωσορίζομεν καί εὐλογοῦμεν τήν Εὐγενεστάτην σύζυγόν σας Ἀλεξάνδραν, τάς θυγατέρας σας, τά ἐγγόνια καί πάντας τούς συναγαλλομένους καί συμπροσευχομένους οἰκογενεῖς καί φίλους σας. Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης, πρεσβείαις τοῦ Ἁγίου Νικολάου, Ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας τοῦ Θαυματουργοῦ, προστάτου τῆς ναυτιλίας καί τῶν θαλασσοπόρων, νά σκέπῃ πάντας ὑμᾶς καί νά σᾶς χαρίζῃ ὑγείαν, πνευματικήν εὐφροσύνην καί πᾶσαν ἄνωθεν εὐλογίαν! 

Ἄξιος!   

Το μεσημέρι, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, σε ειδική τελετή που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο του «Συλλόγου των Αθηναίων» στην Πλάκα, αναγορεύτηκε Επίτιμος Διδάκτορας του Τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης της Σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, παρουσία πλήθους προσκεκλημένων.

Τον Παναγιώτατο προσφώνησαν ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Καθηγητής Παναγιώτης Καλδής, ο Κοσμήτορας της Σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών και Πολιτισμού Καθηγητής Γεώργιος Φοκορέλλης, και ο Πρόεδρος του Τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης Καθηγητής Σταμάτιος Μπογιατζής. Το έργο και τις πρωτοβουλίες του Πατριάρχου παρουσίασε η Ελλογιμ. Καθηγήτρια κυρία Στεφάνια Χλουβεράκη. 

Ακολούθησε η αντιφώνηση του Παναγιωτάτου, με θέμα τη θέση της εικόνας στη Θεία Λατρεία και τη θεολογική σημασία της, και ευχαρίστησε το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής για την τιμή, καθώς και τον «Σύλλογο των Αθηναίων» και τον Πρόεδρο αυτού Εντιμ. κ. Ελευθέριο Σκιαδά, για την απονομή του Χρυσού Μεταλλίου αυτού.

Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἀνακήρυξίν Του εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τοῦ Τμήματος Συντήρησης Ἀρχαιοτήτων καί Ἔργων Τέχνης τοῦ Πανεπιστημίου Δυτικῆς Ἀττικῆς μέ θέμα «Ὁ ἐκκλησιασμός τοῦ πολιτισμοῦ» 

(Ἀθῆναι, 11 Ὀκτωβρίου 2023)

* * *

Τιμιώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς, 

Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρύτανι,

Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρόεδρε τοῦ Τμήματος Συντήρησης Ἀρχαιοτήτων καί Ἔργων Τέχνης, 

Ἐλλογιμώτατοι Κοσμήτορες, Πρόεδροι, καθηγηταί καί καθηγήτριαι,

Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν, 

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι, 

Προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ φοιτηταί καί φοιτήτριαι,

Κυρίαι καί κύριοι,

Ἔμπλεοι εὐγνωμοσύνης καί χαρᾶς, ἀποδεχόμεθα τήν προσγινομένην πρός τήν ἡμετέραν Μετριότητα τιμήν τῆς ἀνακηρύξεως εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τοῦ Τμήματος Συντήρησης Ἀρχαιοτήτων καί Ἔργων Τέχνης τοῦ Πανεπιστημίου Δυτικῆς Ἀττικῆς, ἐν ἐπιγνώσει, ὅτι ἡ μεγάλη αὐτή τιμή διαβαίνει ἐπί τήν Μεγάλην Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τήν ὁποίαν διακονοῦμεν, Θείᾳ εὐδοκίᾳ, ὡς Προκαθήμενος αὐτῆς, ἐπί τριάκοντα καί δύο ἔτη. Ὅσα θά εἴπωμεν ἐν συνεχείᾳ, ἐκφράζουν τό πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ἐμπνέονται ἀπό τήν ἀνύστακτον μέριμναν αὐτοῦ διά τόν ἄνθρωπον, διά τόν ἐπίγειον καί τόν αἰώνιον προορισμόν του. 

Δοξάζομεν τόν Θεόν τῆς ἀγάπης δι᾿ ὅσα ἐπεδαψίλευσεν εἰς τό ταπεινόν ἡμῶν πρόσωπον, ἐν ἀκλονήτῳ βεβαιότητι ὅτι οὐδέν ἐξ ὅσων ἐπράξαμεν καθ᾿ ὅλην τήν μακράν ἐκκλησιαστικήν διακονίαν μας, ἀποτελεῖ ἰδικόν μας κατόρθωμα. Τά πάντα εἶναι ἄνωθεν δωρεά, χάρις καί χάρισμα. Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν! 

Ἐφθάσαμεν εἰς τήν σημερινήν ἡμέραν καί τήν ἀπονομήν εἰς ἡμᾶς τοῦ ὑψηλοῦ τίτλου τοῦ Ἐπιτίμου Διδάκτορος ἐκ μέρους τοῦ Πανεπιστημίου σας διά μέσου ἑνός «θαύματος». Τοῦ «θαύματος» τῆς ἱστορικῆς, πανσεβάστου καί πανιέρου εἰκόνος τῆς Παναγίας Παμμακαρίστου καί τῆς ἀξιοθαυμάστου συντηρήσεώς της ἀπό τήν ὁμάδα Εἰδικῶν, μέ ἐπικεφαλῆς τήν Ἐλλογιμωτάτην Ἐπίκουρον καθηγήτριαν τοῦ Πανεπιστημίου Δυτικῆς Ἀττικῆς κυρίαν Στεφανίαν Χλουβεράκη, καί χάρις εἰς τήν οἰκονομικήν συνδρομήν φιλογενῶν χορηγῶν, μέ ἐπί κεφαλῆς τόν Ἐντιμότατον Πρόεδρον τοῦ Ἱδρύματος «Αἰκατερίνη Λασκαρίδη», κύριον Παναγιώτην Λασκαρίδην, τούς ὁποίους, καί ἐκ τῆς θέσεως αὐτῆς, θερμῶς εὐχαριστοῦμεν.  

Ἡ τιμητική προσκύνησις τῶν εἰκόνων καί ἡ κεντρική θέσις αὐτῶν εἰς τήν συνείδησιν τῶν Ὀρθοδόξων καί εἰς τήν λειτουργικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἁπλῶς μία εὐσεβής παράδοσις τῆς χριστιανικῆς Ἀνατολῆς καί μία διάστασις τῆς λαϊκῆς εὐσεβείας χωρίς θεολογικήν οὐσίαν. Τό θεολογικόν θεμέλιον τῆς εἰκόνος εἶναι ἡ ἔνσαρκος Οἰκονομία τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἀκλόνητος πίστις, ὅτι ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἤδη μετέχομεν εἰς τήν ζωήν τοῦ Χριστοῦ, προσδοκῶντες τήν πληρότητα καί τελείωσιν τῶν πάντων ἐν τῇ ἐρχομένῃ Βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Ὅταν εἰσερχώμεθα εἰς τούς ἱερούς ναούς μας, περιβαλλόμεθα ἀπό πλῆθος εἰκόνων, αἱ ὁποῖαι παροντοποιοῦν τά εἰκονιζόμενα πρόσωπα. Εἶναι χαρακτηριστικόν ὅτι εἰς τάς εἰκόνας δέν ἀναγράφεται «εἰκών» τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου, τοῦ Ἁγίου, ἀλλά «Χριστός», «Θεοτόκος» «Ἅγιος Γεώργιος» κ.τ.λ. Ὁ ἀσπασμός τῆς εἰκόνος εἶναι πάντοτε ἔναρξις μιᾶς ζωτικῆς σχέσεως τοῦ εἰκονιζομένου ἁγίου προσώπου μέ τόν πιστόν. Ὅλαι αἱ ὀρθόδοξοι εἰκόνες εἶναι κλῆσις πρός κοινωνίαν τῆς ζωῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ἡ τάξις τῶν εἰκόνων εἰς τόν ναόν προσανατολίζει πρός τήν Ἁγίαν Τράπεζαν καί ἐνδυναμώνει τήν εὐχαριστιακήν συνείδησιν καί διάθεσιν τῶν πιστῶν. Αἱ ἱεραί εἰκόνες ἀποτελοῦν κεντρικήν διάστασιν τῆς «εὐχαριστιακῆς πραγματώσεως» τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ εἰκών εἶναι μία βαθυστόχαστος θεολογική γλῶσσα, ἡ ὁποία, διά τοῦ χρωστῆρος τοῦ ἁγιογράφου, ἐκφράζει τήν ἐμπειρίαν τῆς πίστεως καί τήν ζωήν ὁλοκλήρου τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος. Ὁ ἁγιογράφος εἶναι ἡ χείρ τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ εἰκών εἶναι ἐπιτομή τῆς πίστεως καί τῆς διδασκαλίας της καί ὄχι μόνον ἕν καλλιτέχνημα. Τά αὐτά ἰσχύουν καί διά τήν ναοδομίαν, τήν ὑμνογραφίαν, τήν ἐκκλησιαστικήν μουσικήν καί τάς λοιπάς ἐκκλησιαστικάς τέχνας, αἱ ὁποῖαι, ὡς θεολογική γλῶσσα, συνδυάζουν τό κάλλος καί τήν αἰσθητικήν ἀρτιότητα μέ τό λυτρωτικόν μήνυμα τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Κατανοοῦμεν ἐπί τῆς βάσεως αὐτῆς, τήν θέσιν τοῦ μακαριστοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, ὅτι ἡ εἰκονογραφία «δέν εἶναι ἁπλῶς θέμα τέχνης, καλλιτεχνικῆς ἤ τεχνικῆς ἐπιδεξιότητας. Εἶναι ἕνα εἶδος μαρτυρίας, μία ὁμολογία πίστεως. Γιά τόν ἴδιο λόγο, ἡ ἴδια ἡ τέχνη πρέπει νά ὑποταχθεῖ ὁλόψυχα στόν κανόνα τῆς πίστεως. Ὑπάρχουν ὅρια τῆς καλλιτεχικῆς φαντασίας» (Δημιουργία καί Ἀπολύτρωση, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 239 – 240).

Ὄχι μόνον ἡ εἰκονογραφία, ἀλλά σύνολος ἡ τέχνη τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, εἶναι βαθυστόχαστος θεολογική γλῶσσα, ἀντλοῦσα ἔμπνευσιν καί σοφίαν ἐκ τῆς μιᾶς πηγῆς, ἐκ τῆς ὁποίας τρέφεται ὁλόκληρος ὁ πολιτισμός τοῦ Βυζαντίου, ἡ φιλοθεΐα, ἡ φιλανθρωπία καί ἡ φιλοκαλία του. Εἰς τήν γνωστήν θέσιν τοῦ Steven Runciman: «Ὅ,τι καλύτερο εἶχε ἡ σκέψη τοῦ Βυζαντίου πῆγε στή θεολογία», προσθέτομεν καί ἡμεῖς ὅτι ἡ Ἀλήθεια εἰς τό Βυζάντιον ἀναδεικνύεται καί διά τῆς τέχνης ὡς θεολογίας, ὡς αὐθεντικῆς ἐκφράσεως ἀχρόνων παραδοχῶν τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἡ Ἐκκλησία προσέλαβεν ὑπαρχούσας μορφάς τέχνης καί τάς μετεμόρφωσεν εἰς ἔκφρασιν τῆς ἰδικῆς της ἀληθείας, ἀναπτύξασα τάς ἐκφραστικάς δυνατότητας των. Ἡ ἀπόρριψις τοῦ πολιτισμοῦ δέν ἔχει θεολογικόν ἔρεισμα. 

Ἡ Ἐκκλησία δέν ὑπῆρξε ποτέ χωρίς πολιτισμικήν σάρκα. Ἡ σάρκωσις τοῦ Εὐαγγελίου ἦτο βεβαίως πάντοτε μία σοβαρά πρόκλησις, πρωτίστως λόγῳ τῆς ποικιλίας καί τῆς διαφορετικῆς ποιότητος τῶν πολιτισμῶν μέ τούς ὁποίους συνηντᾶτο ἡ Ἐκκλησία. Ὅπως ἔχει λεχθῆ, διαφορετικάς προκλήσεις καί δυνατότητας περιέκλειεν ἡ συνάντησις τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τόν Ἑλληνισμόν καί μέ τόν πολιτισμόν τῶν Βησιγότθων. Τό ζητούμενον εἰς τάς σαρκώσεις αὐτάς εἶναι πάντοτε αὐταί νά μή προκαλοῦν ἀλλοίωσιν τοῦ Εὐαγγελίου καί νά συμβάλλουν εἰς τήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσιν τοῦ κάθε πολιτισμοῦ. 

Ὀρθῶς παρετηρήθη, ὅτι εἰς τήν συνάντησίν της μέ τόν πολιτισμόν καί τούς πολιτισμούς, ὁ στόχος καί ἡ προοπτική τῆς θεολογίας εἶναι «νά μεταδώσει τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου ἄθικτο, ἀκέραιο, ἀνόθευτο· καί νά τό παρουσιάσει μέ τά πιό ἔξοχα μέσα ἐπικοινωνίας πού μπορεῖ νά παράσχει ἕνα πολιτιστικό περιβάλλον» (Δημήτριος Τρακατέλλης, Ἀρχιεπίσκοπος πρώην Ἀμερικῆς, «Τέσσερις συναντήσεις τῆς θεολογίας: κίνδυνοι καί προοπτικές», εἰς τό ἔργον: Στ. Φωτίου (ἐπιμ.), Μαρτυρία ζωῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1999, σελ. 135-147, ἐδῶ σελ. 138).

Τό καθοριστικόν εἶναι καί ἐδῶ τό «πῶς» τῆς συζεύξεως. Ἰδιαιτέρως σημαντική καί διδακτική εἶναι ἡ συνάντησις τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τόν Ἑλληνισμόν, ἡ ὁποία συνετελέσθη εἰς μίαν μακράν πορείαν, πλήρη ἐντάσεων, ἀποτέλεσμα τῆς ὁποίας ὑπῆρξε τό γεγονός ὅτι ἡ ἑλληνική γλῶσσα κατέστη μητρική γλῶσσα τῆς θεολογίας. Ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνον δέν ἀπέρριψε συλλήβδην τήν ἑλληνικήν φιλοσοφίαν, ἀλλά ἐχρησιμοποίησε τάς φιλοσοφικάς ἐννοίας διά νά διατυπώσῃ τήν διδασκαλίαν της. Τοιοτοτρόπως, ἐγεννήθη ὁ λεγόμενος «ἐκχριστιανισμός τοῦ Ἑλληνισμοῦ», ὁ ὁποῖος ἐνεπλούτισε τόσον τόν Χριστιανισμόν, ὅσον καί τόν Ἑλληνισμόν καί ἀπετέλεσε τομήν εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ πνεύματος. Γνωστή εἶναι ἡ θέσις τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, περί «ὁλοκληρώσεως» τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας (βλ. Γ. Φλωρόφσκυ, «Οἱ δρόμοι τῆς ρωσσικῆς θεολογίας», εἰς τό ἔργον τοῦ ἰδίου: Θέματα Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 213-244, ἐδῶ σελ. 227).

Ἐκλεκτή ὁμήγυρις,

Εἰς τήν ἀνθρωπολογικήν του οὐσίαν καί λειτουργίαν, ὁ «πολιτισμός» χαρακτηρίζεται ὡς «ἡ φωλιά τοῦ ἀνθρώπου μέσα στή φύση». Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐκ φύσεως «ὄν μέ ἐλλείψεις», καί εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἀναπτύξῃ πολιτισμόν ὡς «δευτέραν φύσιν», διά νά ἐπιβιώσῃ. Ὁ πολιτισμός, εἰς τήν εὐρυτέραν του ἔννοιαν, ἀναφέρεται εἰς τόν τρόπον τοῦ βίου, τάς παραδόσεις καί τάς ἀξίας, τάς γνώσεις καί τάς τεχνικάς, τάς θρησκευτικάς πρακτικάς, τά ἤθη καί τά ἔθιμα, τάς μορφάς χρήσεως τοῦ κόσμου, τήν κοινωνικήν ὀργάνωσιν καί τούς θεσμούς.

Ἐνῶ ὅμως τό «ὅτι» τοῦ πολιτισμοῦ ἀποτελεῖ οὐσιῶδες ἀνθρωπολογικόν δεδομένον, τό «πῶς» αὐτοῦ ἐξαρτᾶται ἀπό ποικίλας ἱστορικάς καί ἄλλας συνθήκας, καί εἶναι αὐτό τό ὁποῖον διαφοροποιεῖ τούς πολιτισμούς καί κρίνει τήν ποιότητά των. Οἱ πολιτισμοί δέν εἶναι ποτέ ὁριστικαί λύσεις τοῦ ἀνθρωπίνου αἰνίγματος. Εἰς τήν ζωήν των ὑπάρχει ἐξέλιξις, πρόοδος ἀλλά καί ὀπισθοδρόμησις. Δέν εἶναι τυχαῖον γεγονός ἡ ἀναφορά εἰς τήν «δυστυχίαν μέσα εἰς τόν πολιτισμόν», οὔτε ὅτι κατασκευάζονται «οὐτοπίαι» ἑνός ἰδανικοῦ κόσμου, ὅτι ὑπάρχουν ἀπολυτοποιήσεις τῶν ἰδιαιτέρων πολιτισμῶν, ἀλλά καί ἀπορρίψεις τοῦ ἑκάστοτε ἰδιαιτέρου πολιτισμοῦ, τό ὄνειρον δι᾿ «ἐπιστροφήν εἰς τήν φύσιν», ἡ ὁποία, βεβαίως, εἶναι πάντοτε μία ἐπιστροφή εἰς ἕνα ἄλλον, διαφορετικόν πολιτισμόν, ἐφ᾿ ὅσον δέν ὑπάρχει ὁ «φυσικός ἄνθρωπος». 

Σήμερον, εἰς τήν ἐποχήν τῆς λεγομένης «ὀπτικῆς ἐπαναστάσεως», τῆς τηλεοράσεως καί τοῦ Internet, τῆς «πλημμυρίδος τῶν εἰκόνων» πού κατακλύζουν νυχθημερόν τά ὄμματα καί τάς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων καί καλλιεργοῦν τό φρόνημα τῆς προσκολλήσεως εἰς τά γεώδη, τήν «ἀπεριόριστον λατρείαν τοῦ χρησίμου» καί τήν «λήθην τοῦ Ὑπερβατικοῦ», ἡ παρουσία καί ἡ μαρτυρία τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ φιλοκαλικοῦ πνεύματός της εἶναι ἡ φωνή τοῦ οὐρανοῦ. 

Ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις ἀποτελεῖ κιβωτόν ζωτικῶν ἀληθειῶν διά τόν ἄνθρωπον καί τόν κόσμον.  Ἡ παράδοσις αὐτή, τήν ὁποίαν οἱ ἐν Φαναρίῳ φυλάσσομεν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ εἰς ὅλας τάς ἐκφάνσεις της, μᾶς διδάσκει ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά ὁμιλῶμεν περί προόδου, ὅταν φαλκιδεύεται τό ἀνθρώπινον πρόσωπον καί καταστρέφεται ὁ οἶκος του, τό φυσικόν περιβάλλον. Ὅτι ὁ πολιτισμός τῆς ἀλληλεγγύης δέν ἐγκαθιδρύεται διά τῆς ἀνόδου τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου καί διά μέσου τῆς διαδικτυακῆς ἐπικοινωνίας. Ὅτι ἡ μέριμνα διά τήν προστασίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί ἡ οἰκοφιλική συμπεριφορά ἀπορρέουν ἀπό τό κέντρον τοῦ χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ὅτι τό διακονικόν ἦθος εἶναι διάστασις τῆς λατρευτικῆς, ἀσκητικῆς καί εὐχαριστιακῆς χριστιανικῆς ἐμπειρίας. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ἀποτελεῖ οἰκτράν πλάνην νά ταυτίζεται τό χριστιανικόν ἦθος μέ κλειστότητα καί ἀδιαφορίαν διά τόν κόσμον καί τόν πολιτισμόν. Ἡ πεῖρα τῶν αἰώνων μαρτυρεῖ περί τῆς ἀληθείας ὅτι ἡ ὑποτίμησις τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν καί ἡ ἀδιαφορία διά τήν διάστασιν τοῦ Ὑπερβατικοῦ ἔχει ἀρνητικάς συνεπείας καί διά τήν ἀνάπτυξιν τοῦ πολιτισμοῦ εὐρύτερον καί ὅτι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἐλειτούργησεν ὡς ἀνεξάντλητος πηγή καλλιτεχνικῆς δημιουργίας. Ἐβιώσαμεν συχνάκις τήν ἔκπληξιν ἐπισκεπτῶν εἰς ὀρθοδόξους ἱεράς μονάς, ὅταν ἀνεκάλυπτον ὅτι εἰς αὐτάς ἐδημιουργήθησαν καί φυλάσσονται ἔξοχα ἔργα τέχνης, τιμαλφέστατα κειμήλια πίστεως καί πολιτισμοῦ, γνησίας πνευματικότητος καί καλλιτεχνικοῦ ταλάντου. 

Ἐπιστρέφομεν τοιουτοτρόπως εἰς τό «θαῦμα» τῆς εἰκόνος τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου. Τό μήνυμα, τό ὁποῖον ἐκπέμπει ἡ μοναδική αὐτή, ἀπαράμιλλου κάλλους καί θεολογικοῦ βάθους εἰκών, εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν δύναται νά εὕρῃ πληρότητα ζωῆς ὅπου θέλει καί ὅπως θέλει, ὅτι δέν ὑπάρχει αὐθεντική ἐλευθερία χωρίς τήν ἀλήθειαν ἤ ἔξω ἀπό τήν ἀλήθειαν. Εἰκονίζει τήν λύτρωσιν, τήν ὑπέρβασιν τῆς πτώσεως καί τῆς ἀλλοτριώσεως, λειτουργεῖ ὡς κλῆσις εἰς τήν κατ᾿ ἀλήθειαν ζωήν. Ἡ Παναγία Παμμακάριστος ἀνήκει εἰς τόν ναόν διά νά προσκυνῆται, νά εὐλογῇ, νά παρηγορῇ, νά ἐμπνέῃ, νά δίδῃ ἐλπίδα καί κατεύθυνσιν εἰς τήν ζωήν τῶν πιστῶν. Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι ὅσοι εἰργάσθησαν διά τήν συντήρησίν της ἐνεπνέοντο ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ εἰκών δέν ἐπρόκειτο νά ἐκτεθῇ εἰς ἕν μουσεῖον, ἀλλά ὅτι ὁ φυσικός χῶρος της εἶναι ὁ ναός. Ἡ διαδικασία συντηρήσεως ἦτο ὄχι μόνον πρόοδος εἰς τήν τέχνην καί τά μυστικά τοῦ ψηφιδωτοῦ, ἀλλά σπουδή θεολογίας, μάθημα εὐσεβείας, βίωσις τοῦ σχεσιακοῦ χαρακτῆρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. 

Περαίνοντες τόν λόγον, ἐπιθυμοῦμεν νά τονίσωμεν ὅτι αὐτός ὁ πολιτισμός εἶναι ὅ,τι τιμαλφέστερον ἔχει νά προσφέρῃ ἡ Παράδοσίς μας ὡς πρότασιν ζωῆς εἰς τόν σύγχρονον κόσμον. Αὐτήν τήν τιμίαν παρακαταθήκην ὀφείλομεν  νά φυλάσσωμεν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, νά τήν προβάλλωμεν ὡς ζωήν ἐλευθερίας καί εὐθύνης καί νά τήν μεταδίδωμεν εἰς τήν νέαν γενεάν. Ἡ ἄποψις ὅτι τό ὀρθόδοξον ἦθος εἶναι ἀδύνατον νά βιωθῇ εἰς τό πλαίσιον τῶν συγχρόνων πολιτισμικῶν συνθηκῶν εἶναι τελείως ἀστήρικτος. 

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις καί τά αἰσθήματα, ἀγαλλόμενοι καί εὐγνωμονοῦντες, ἐκφράζομεν ἅπαξ ἔτι θερμάς εὐχαριστίας πρός τό Πανεπιστήμιον Δυτικῆς Ἀττικῆς καί τό Τμῆμα Συντήρησης Ἀρχαιοτήτων καί Ἔργων Τέχνης διά τήν τιμήν, καί πρός πάντας ὑμᾶς διά τήν πρόφρονα παρουσίαν σας, ἐπικαλούμενοι ἐφ᾿ ὑμᾶς καί ἐπί τούς ἠγαπημένους σας, πρεσβείαις τῆς Ἁγιοπρώτου Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου, ἧς τήν πάντιμον εἰκόνα «στόμασι καί καρδίᾳ καί θελήματι» ἀσπαζόμεθα, τήν φωσφόρον χάριν καί τό ἄπειρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης. 

Πριν από το επίσημο γεύμα, που παρετέθη στο πλαίσιο της τιμητικής εκδηλώσεως, ο Παναγιώτατος συναντήθηκε με τον Εξοχ. Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού κ. Κυριάκο Πιερρακάκη. Στη συνάντηση παρέστησαν επίσης ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ και ο Πανοσιολ. Μ. Εκκλησιάρχης κ. Αέτιος, Διευθυντής του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου.

Την Πατριαρχική Συνοδεία αποτελούν οι Σεβ. Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ και Λαοδικείας κ. Θεοδώρητος, Διευθυντής του Γραφείου Εκπροσωπήσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα, ο Πανοσιολ. Μ. Εκκλησιάρχης κ. Αέτιος, Διευθυντής του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου, ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου κ. Ελευθέριος Χρυσοχόος, ο Ιερολ. Πατριαρχικός Διάκονος κ. Επιφάνιος Kamianovych, ο Εντιμ. κ. Νικόλαος-Γεώργιος Παπαχρήστου, Διευθυντής του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας του Οικουμενικού Πατριάρχου, και ο Εντιμ. κ. Χρυσοβαλάντης Γκιουλγκιούν,  εκ των Γραμματέων του Πατριαρχείου.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κήρυξε την έναρξη του επετειακού Συνεδρίου της Ι. Συνόδου της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος με την ευκαιρία συμπληρώσεως 100 ετών από την κυκλοφορία του περιοδικού “Θεολογία”, στον Ι. Καθεδρικό Ναό της Αθήνας, το απόγευμα της Τετάρτης, 11 Οκτωβρίου 2023.

Ἐναρκτήριος ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου εἰς τό ἐπετειακόν συνέδριον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπί τῇ συμπληρώσει ἑκατονταετίας ἀπό τῆς κυκλοφορήσεως τοῦ Περιοδικοῦ «Θεολογία» μέ θέμα «Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἐν πορείᾳ στήν ῾ἄϋλη πραγματικότητα᾿ τῆς ὕστερης νεωτερικότητας» (11-14 Ὀκτωβρίου 2023)

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κύριε Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνεδρίου, 

Ἐξοχωτάτη Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας,

Μακαριώτατοι ἀδελφοί Προκαθήμενοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, 

Τιμιώτατοι εκπρόσωποι άλλων αδελφών Εκκλησιών,

Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἀδελφοί λοιποί Ἱεράρχαι,

Ἐξοχώτατοι καί Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν, 

Ἐκλεκτοί παρόντες,

Ἐκφράζομεν τάς εὐχαριστίας τῆς ἡμῶν Μετριότητος πρός τόν Πρόεδρον καί τά μέλη τῆς Ὀργανωτικῆς ἐπιτροπῆς τοῦ παρόντος Συνεδρίου διά τήν εὐγενῆ πρόσκλησιν νά ἀπευθύνωμεν χαιρετισμόν κατά τήν ἔναρξιν αὐτοῦ.

Αἰών ὅλος συνεπληρώθη ἀπό τῆς κυκλοφορήσεως τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία», τοῦ παγκοσμίως γνωστοῦ ἐπιστημονικοῦ ὀργάνου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Εἰς τό περιοδικόν κατέθεσαν τήν θεολογικήν μαρτυρίαν των οἱ ἐπιφανέστεροι ἐκπρόσωποι τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης. Εἰς τάς σελίδας του ἀποτυπώνονται αἱ μεγάλαι προκλήσεις, μέ τάς ὁποίας εὑρέθησαν ἀντιμέτωποι ἡ Ἐκκλησία καί ἡ θεολογία ἀπό τό 1923 μέχρι σήμερον, προκλήσεις καί κρίσεις πνευματικαί, ἐκκλησιαστικαί, θρησκειακαί, πολιτισμικαί, αἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, ἡ Οἰκουμενική Κίνησις, ἡ ἐκκοσμίκευσις, ἡ ἔκρηξις τῆς τεχνολογίας, τό οἰκολογικόν πρόβλημα, ἀξιολογικαί ἀνατροπαί, ριζικαί ἀλλαγαί εἰς τόν χῶρον τῆς παιδείας καί ἄλλα πολλά. Ὅλα αὐτά εἶχον ἀντίκτυπον εἰς τήν θεολογίαν, ἡ ὁποία καλεῖται νά λειτουργῇ διαλεγομένη μέ τά σημεῖα τῶν καιρῶν, διδοῦσα τήν καλήν μαρτυρίαν περί τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Ἡ θεολογία τρέφεται ἀπό τάς πηγάς τῆς πίστεώς μας καί τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας, ἀφουγκράζεται τόν παλμόν τοῦ παρόντος καί ὁμιλεῖ πάντοτε ἐστραμμένη πρός τόν ἑκάστοτε σύγχρονον ἄνθρωπον, καταγράφει καί ἀξιοποιεῖ, πέραν τῶν κατά καιρούς προκλήσεων, καί τάς θετικάς προοπτικάς τοῦ πολιτισμοῦ. Ἔχει ὀρθῶς λεχθῆ, ὅτι ἡ θεολογία εἶχε καί ἔχει ἀνάγκην θεολόγων «εὐσεβῶν καί εὐφυῶν», «δεκαθλητῶν γνώσεως, εὐαισθησίας καί προσφορᾶς».

Τό περιoδικόν «Θεολογία» εἰσέρχεται εἰς τόν δεύτερον αἰῶνα τῆς ζωῆς του, μέ κληρονομίαν καί παρακαταθήκην τήν μέχρι σήμερον ἐπιτυχῆ καί δημιουργικήν πορείαν του, τήν πιστότητα εἰς τήν Ὀρθόδοξον παράδοσιν καί τήν ἐπικαιρικότητα, τήν πεποίθησιν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνον πολίτης τοῦ κόσμου, ἀλλά καί «οὐρανοπολίτης», ὄν τό ὁποῖον ἀναζητεῖ ἔσχατον σημεῖον ἀναφορᾶς ἐπέκεινα τῶν ἐγκοσμίων, τοῦ πολιτσιμοῦ, τῆς πολιτικῆς, τῆς ἐπιστήμης, τῆς οἰκονομίας, τῆς ἐπιγείου εὐδαιμονίας. Οὔτε ἡ ἄνοδος τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου, οὔτε ἡ κοινωνική πρόοδος, οὔτε ἡ ἐπιστημονική γνῶσις, καλύπτουν καί ἱκανοποιοῦν πλήρως τόν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ὄντως δέν ζῇ «ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ» (βλ. Ματθ. δ’, 4).

Προφανέστατα, ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἡ «μεγάλη δύναμις» τῆς ἐποχῆς μας. Μεγάλη δύναμις εἶναι ὅμως καί ἡ πίστις εἰς Θεόν, ἡ ὁποία ἀπαντᾷ εἰς τά βαθύρριζα ὑπαρξιακά ἐρωτήματα τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ἔχει εὐστόχως παρατηρηθῇ, ἡ ἰλιγγιώδης πρόοδος τῆς ἐπιστήμης ὀφείλεται εἰς τό γεγονός ὅτι αὐτή παρῃτήθη ἀπό τήν προσπάθειαν νά θέσῃ καί νά ἀπαντήσῃ παρόμοια ἐρωτήματα, τά ὁποῖα εὑρίσκονται εἰς τό κέντρον τῆς φιλοσοφίας καί τῆς θεολογίας (βλ. Carl Friedrich von Weizsäcker, «Gottesfrage und Naturwissenschaften», στό ἔργο τοῦ ἰδίου, Deutlichkeit, München 1981, σελ. 117 – 138, ἐδῶ σελ. 126).

Τό γεγονός βεβαίως ὅτι ἡ ἐπιστήμη δέν ἐνδιαφέρεται δι᾿ αὐτά τά ἐρωτήματα δέν ὡδήγησεν εἰς τήν ἐξαφάνισίν των, οὔτε ἀποτελεῖ ἀπόφανσιν καί κριτήριον διά τήν σημασίαν ἤ τήν ἀσημαντότητά των. Σήμερον μάλιστα, τό θέμα τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς φαίνεται ὅτι εὑρίσκεται εἰς τό κέντρον τῶν ἀναζητήσεων τῶν ἀνθρώπων, γεγονός τό ὁποῖον μαρτυρεῖται καί ἀπό τό φαινόμενον τῆς λεγομένης «ἐπιστροφῆς τοῦ Θεοῦ» καί ἑνός νέου ζωηροῦ ἐνδιαφέροντος διά τήν φιλοσοφίαν. Αὐτό σημαίνει ὅτι πίστις καί γνῶσις, αἱ δύο αὐταί ἐξέχουσαι δυνάμεις τοῦ πνεύματος, δέν εἶναι ἀντίπαλοι, ἀλλά συνεργάται καί ἑταῖροι εἰς τήν διακονίαν τοῦ ἀνθρώπου. 

Ἡ θεματική τοῦ Συνεδρίου ὑπενθυμίζει εὐστόχως, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης πορεύεται πρός τήν «ἄϋλη πραγματικότητα τῆς ὕστερης νεωτερικότητας». Ὁ λόγος περί τῆς «ἀΰλου πραγματικότητος» ἀναφέρεται εἰς τό σύνολον τῶν νέων καταστάσεων καί τῶν προκλήσεων, αἱ ὁποῖαι συνδέονται μέ τήν κυριαρχίαν τοῦ διαδικτύου καί τῶν ἐν γένει ἐπιστημονικῶν καί τεχνολογικῶν ἐξελίξεων εἰς τήν ζωήν μας. Τά φαινόμενα αὐτά ἀλλάζουν τόν τρόπον τοῦ βίου τῶν ἀτόμων καί τῶν λαῶν εἰς ὅλας τάς διαστάσεις του, κατευθύνουν τάς ἐπιθυμίας καί τάς ἀνάγκας μας καί ὁδηγοῦν τήν ἀνθρωπότητα εἰς ἀξιολογικόν ἀναπροσανατολισμόν. Παρά ταῦτα, οὐδείς σώφρων δύναται νά ἀρνηθῇ τά πολλά εὐεργετήματα τῆς τεχνολογίας. Ἀντίστασις εἰς ὡρισμένας τάσεις τοῦ τεχνολογικοῦ πολιτισμοῦ οὐδόλως σημαίνει συνολικήν ἀπόρριψίν του. 

Γνωρίζομεν ἅπαντες ὅτι οἱ πολιτισμοί ποτέ δέν εἶναι ὁριστικαί λύσεις τοῦ ἀνθρωπίνου αἰνίγματος. Προφανέστατα, καί ἡ σύγχρονος τεχνολογία καί ἡ ἐπερχομένη «ἄϋλος πραγματικότης» εἶναι μόνον εἷς πολύ σημαντικός σταθμός εἰς τήν ἱστορικήν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος, κεντρικόν ἄξονα τῆς ὁποίας, δι᾽ ἡμᾶς τοῦ χριστιανούς, ἀποτελεῖ «τό πάντων καινῶν καινότατον, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον», τό μυστήριον τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως. Αὐτό τό πανσωστικόν «ἀεί μυστήριον» ἐκπροσωπεῖ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία καί εἰς τήν ἐποχήν τοῦ «Ἀΰλου», θά προβάλλῃ τήν ὑλικήν διάστασιν τοῦ ἀνθρώπου, θά παραπέμπῃ εἰς τήν ποικιλίαν καί τό κάλλος τῆς δημιουργίας, θά διακηρύττῃ ὅτι ἡ ἀδιαφορία διά τόν ὑλικόν κόσμον δέν ἀποτελεῖ θεολογικῶς ὀρθήν κατανόησιν καί συνέπειαν τῆς «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου» Ἀληθείας τῆς πίστεώς μας. Ἡ Ἀλήθεια αὐτή ἀποτελεῖ πηγήν ἐμπνεύσεως διά τήν ἐν τῷ κόσμῳ ἀναστροφήν μας, ὀξύνει τό αἰσθητήριόν μας διά τό πρακτέον καί προσφέρει ἐρείσματα διά τήν λυσιτελῆ χρῆσιν τῶν ἐπιτευγμάτων τῆς τεχνολογίας.

Ἐν πλήρει βεβαιότητι, ὅτι αἱ εἰσηγήσεις καί αἱ συζητήσεις θά καλύψουν τό εὐρύ φάσμα τῆς θεματικῆς τοῦ Συνεδρίου, κηρύσσομεν τήν ἔναρξιν τῶν ἐργασιῶν αὐτοῦ και ευχόμεθα ἐπιτυχῆ κατά πάντα τήν διεξαγωγήν του. 

Ὁ Χριστός ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν!         

Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ