Βιβλιοπαρουσίαση
ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΙΚΑ, τεύχος 23
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ π. ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΣ
(ΑΘΗΝΑ 1936 – ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ 2023)
Του Δημητρίου Π. Τόλιου, δικηγόρου, Θεσσαλονίκη
Τον φετινό Ιούνιο έπεσε στην αντίληψη μου καλοβαλμένο στο περίπτερο τύπου στο Καρπενήσι, το τεύχος 23 της 84σέλιδης προσεγμένης περιοδικής έκδοσης του Συλλόγου Καρπενησιωτών Αθήνας ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΙΚΑ Πρόσωπα, Γεγονότα, Εικόνες, Ιστορία, Λαογραφία, Λογοτεχνία, αφιερωμένο στην μορφή του κεκοιμημένου Αρχιμανδρίτη π. Δοσίθεου Κανέλλου, ο οποίος αναχώρησε για την «πνευματική και παντοτινή Κωνσταντινούπολη» αφήνοντας τον μάταιο τούτο κόσμο πλήρης ημερών. Πληροφορηθείς τον Ιανουάριο την κοίμηση του Γέροντα Δοσίθεου, ο γράφων έκλεισα για αρκετές στιγμές τα μάτια μου και συλλογίστηκα τις κοινές μας στιγμές, πώς γνώρισα και έζησα τον σπουδαίο αυτόν άνδρα και τι θα μπορούσα να γράψω εις μνήμην του.
Το τεύχος 23 του περιοδικού ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΙΚΑ με έβγαλε από το δίλημμα, αφού οι διανοούμενοι Καρπενησιώτες που γράφουν στις 84 σελίδες για τον Γέροντα Δοσίθεο, τα λένε όλα αλλά και πολλά που δεν ξέραμε. Αξίζει λοιπόν να παρουσιάσουμε το βιβλίο και μέσα από αυτό τον π. Δοσίθεο. Θέλω να πω πριν από όλα πως όταν τον συνάντησα στην Καλαμαριά στις 16 Μαρτίου 2013 όταν ήρθε για να μας εξηγήσει στο αμφιθέατρο Μελίνα Μερκούρη «Γιατί θέλει να πιεί όλον τον Βόσπορο», μου έκανε εντύπωση στην απλότητα του το μάλλινο ταγάρι που είχε στον ώμο του, δίχως άλλο εξάρτημα, χαρτοφύλακα, ερχόμενος με την συγκοινωνία από το Καρπενήσι. Γράφει λοιπόν ο «τάχα και Ηγούμενος» Αρχιμανδρίτης Δαμασκηνός της Μονής Τατάρνης στην σελ. 11 της παρουσίασης «ἐν τούτοις επιθυμῶ νὰ καταγράψω αὐτὰ ποὺ ἀκολούθησαν περί τῆς ἐκλογῆς τοῦ Επισκόπου Καρπενησίου μόνον καὶ μόνον διὰ τὴν ἱστορίαν. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς συγκλήσεως τότε της Ἱεραρχίας (1979), τὸ ὄνομά του δὲν ὑπῆρχε στούς ἐκλογίμους. Κι αὐτὸ διότι εἰς προγενέστερον χρόνον εἶχεν ἀπορριφθεί μέ πρόταση ἐπισκόπου όμόρου Μητροπόλεως, ποὺ εἶπεν: «Αὐτὸν θὰ κάνουμε δεσπότη πού τριγυρνάει πάνω σὲ ἕνα μουλάρι μὲ τὸν τορβά στόν ώμο φοράει ἀρβύλες;» Και έλαβα απάντηση για το μάλλινο ταγάρι και τον τορβά 10 χρόνια μετά. «Ἡέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθεν» ἡ ὁμηρικὴ αὐτὴ ῥῆσις, εὑρίσκεται ἀκόμη ἐπάνω στο γραφεῖο τοῦ μακαριστοῦ Ηγουμένου καὶ κτίτορος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης π. Δοσιθέου. Δὲν γνωρίζω ποῖον ἥλιον, εἶχεν ὑπ’ ὄψιν του ὁ Γέροντας, ἀλλὰ βέβαιον εἶναι ὅτι ὁ ἥλιος, ὁ πνευματικός, ποὺ ἀνέτειλε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Προυσοῦ τὸ 1956 καὶ ἔδυσε στὴν Ἱερὰ Μονή Τατάρνης τὴν 4ην Ἰανουαρίου τοῦ 2023, ἦταν ὁ ἰδικός του», αναφέρει ο νέος Ηγούμενος Γέροντας Δαμασκηνός ξεκινώντας το εξαιρετικό και αποκαλυπτικό σημείωμα του (σελ.10) για τον π. Δοσίθεο. Ας το παρακολουθήσουμε: «Οι αχτίναι της αγάπης της πίστεως, της ελπίδας και της ειρήνης εφώτισαν, εθέρμαναν, και παρηγόρησαν τας καρδίας των ανθρώπων της Ευρυτανίας και όχι μόνο Διότι οι αχτίναι πέρασαν τα ευρυτανικά ὅρια, διεχύθησαν στην Ελλαδική Εκκλησία και κατέπαυσαν όταν έφθασαν στην αγαπημένη του Κωνσταντινούπολι και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την παντοτεινή πρωτεύουσα της Ρωμιοσύνης. Με τις σκέψεις, λοιπόν, που θα ακολουθήσουν, ήθελα να εξηγήσω όσον δυνατόν, το πώς ένας ηγούμενος ενὸς Μοναστηρίου των Αγράφων, της Τατάρνας δηλαδή, έκανεν ώστε η νέα Ιερά Μονή, να συνδεθή πνευματικώς με το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, και ο ίδιος να συνδεθή με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο διά διαχρονικής φιλίας. Ποίοι άραγε ήσαν οι λόγοι, που έφεραν τον π. Δοσίθεο εις Φανάριον. Μήπως ἡ αγνόησις τούτου και η πρόδηλος «αδικία» κατά την επιλογήν πληρώσεως επισκόπου της νεοσυσταθείσης τότε Ιεράς Μητροπόλεως Καρπενησίου το έτος 1979; Όχι, βεβαίως. Η πορεία λοιπόν του π. Δοσιθέου προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον δεν απέβλεπε στην λήψιν κάποιου αξιώματος, διότι και όταν κάποτε εκείθεν του επροτάθη, τα απέφυγε και μάλιστα με το χιούμορ που τον διέκρινε. Γενικώς άλλωστε, ο γέροντας δεν ήταν άνθρωπος που επιζητούσε ματαίως τα κάθε είδους αξιώματα και τις θέσεις, αλλὰ ήτο άνθρωπος της ανιδιοτελούς και εν κρυπτώ προσφοράς και της θυσίας. Εξ’ άλλου ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης είχε καὶ τὸ ἔλεγεν, ὅτι ἂν εἶναι ἕνας ποὺ δὲν ζήτησε κάτι διὰ τον εαυτόν τους αὐτὸς ἦταν ὁ π. Δοσίθεος, δι᾿ ὁ καὶ ἡ μεγάλη ἐκτίμησις καὶ ἀγάπη του Πατριάρχου μας πρὸς τὸ πρόσωπον τοῦ μακαριστού γέροντος. Οι λόγοι της πορείας του π. Δοσιθέου προς το κέντρο της Ορθοδοξίας, ήταν βαθύτεροι και ουσιαστικότεροι. Γεννημένος εις Αθήνας, ανδρώθηκε εις τας συνοικίας Βύρωνος και Καισαριανής, όπου εκεί είχεν εγκατασταθεί μεγάλος αριθμός προσφύγων εκ Σμύρνης και Μικράς Ασίας. Ακουε, και έβλεπε ιδίοις όμμασιν από μικρός πολλά από την ζωήν των κατατρεγμένων πιστών του κλίματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που ως κύριον χαρακτηριστικόν είχαν την πηγαίαν ευλάβειαν τους στον Χριστόν και την Παναγίαν, και που η Εκκλησία γι’ αυτοὺς ήταν όλη η ζωή τους. Μας εδιηγείτο ο ίδιος, ότι κατά την διάρκειαν καταστροφής της Σμύρνης αλλά και ἄλλων πόλεων της Ιωνίας, υπήρξαν τότε ηλικιωμένοι που ηρνήθησαν να φύγουν και να έλθουν στην Ελλάδα, διότι δεν ήθελαν να πάνε εις ένα μέρος που υβρίζετο το Όνομα του Χριστού και της Παναγίας, καθ’ όσον οι Μικρασιάτες δια πρώτην φοράν ήκουσαν και έμαθον την ύβριν των Θείων από ελλαδικούς στρατιώτας της Μικρασιατικής εκστρατείας. Ένας δεύτερος λόγος ήτο, ότι ως έλκων την καταγωγήν εκ πατρὸς από την Αρκαδίαν (η οποία ως γνωστόν προσέφερε πλειάδα Αρχιερέων και Πατριαρχών στην Εκκλησία, εν οις και ο εκ Δημητσάνης εθνομάρτυς άγιος Γρηγόριος ο Ε΄), τα πνευματικὰ ζώπυρα και το «dna» ωδηγούσαν τον Δοσίθεον να πορευθή, να αντικρύσῃ και να προσκυνήσῃ την κεκλεισμένην έως σήμερον κεντρική μεσαία Πόλη του Πατριαρχείου, και να αφουγκρασθή τὸν σφυγμό της ζωντανής Ιστορίας του Γένους και της Ορθοδοξίας. Ένας τρίτος επίσης σοβαρός λόγος, ήτο το ότι ο π. Δοσίθεος ως βαθὺς γνώστης της Εκκλησιαστικής Ιστορίας ήθελε να πατήση και περπατήση τα μέρη όπου έγιναν οι Οικουμενικές Σύνοδοι, εκεί όπου συνετάχθη το Σύμβολον της αγίας Πίστεώς μας, εκεί όπου διεμορφώθη ο Ορθόδοξος τρόπος ζωής της Πίστεως, εκεί όπου γεννήθηκε η Ρωμιοσύνη δηλαδή. Ήθελε, επίσης, να γνωρίση τὰ μέρη όπου διέλαμψαν ως άλλοι τρισμέγιστοι φωστήρες οι τρεις Μεγάλοι Ιεράρχες Χρυσόστομος, Βασίλειος καΙ Γρηγόριος. ήκμασαν Οι πολλές μεγάλες Μοναστικές αδελφότητες της Κωνσταντίνου πόλεως, Μικράς Ασίας, Καππαδοκίας και Πόντου. Ειρήσθω εν παρόδω ήταν τόσο βαθύς γνώστης της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ώστε ὁ καθηγητής του στην έδρα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, ο πολύς Γεράσιμος Κονιδάρης τον επρότεινε ως βοηθόν του στη έδρα της ως άνω σχολής για καθηγητικήν πορείαν. Πλην όμως ήθελε να περιβληθή τον μοναχικόν τρίβωνα που διακαώς παιδιόθεν επιθυμούσε όπερ και εγένετο στην Ιερὰ Μονή Προυσού τὸ 1956, στην ηλικία των είκοσι ετών. Επίσης, ένα σοβαρότατο θέμα που απασχολούσε ανέκαθεν τον Δοσίθεο, ήσαν οι σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας· σχέσεις Μητρὸς προς θυγατέρα, που πολλάκις διήρχοντο κρίσεις πότε μεγάλας και πότε μικράς. Διερωτάτο τότε ο π. Δοσίθεος το πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο Πατραρχεία εις ένα Γένος όταν μάλιστα βάσει του συστήματος της Πενταρχίας το Οικουμενικόν είναι το τα πρώτα φέρον και πρωτόθρονον. Προσθετέα και μία ακόμη συνέπεια στα παραπάνω. ήσσονος μεν σημασίας γενικώς, μεγάλης δε όμως διά την Ιεράν Μονήν Τατάρνης. Τότε εδημεύθησαν υπό της Τουρκικής Εθνοσυνελεύσεως (περί το 1929) περιουσιακά στοιχεία της Μονής στην Πόλιν. Εδημεύθησαν 105 στρέμματα γης εις θέσιν Büyükdere (Βαθυρρύαξ) πλησίον του χωρίου Kefeli (πλησίον της περιοχής Besiktas), που ήσαν δωρεά του Σκαρλάτου προς την Μονήν από το 1650.»
Πριν τον Ηγούμενο της Μονής Τατάρνης, εισαγωγικά ο λόγος δίδεται στον Σεβασμιότατο Καρπενησίου κ. Γεώργιο, ο οποίος στις τρεις σελίδες (σελ. 1-3) αναφέρεται στον Οικουμενικό Ορθόδοξο Ρωμιό Κληρικό. Ο δεσπότης συμπτωματικά την 3.1.2023 κατά την ημέρα του θανάτου του π. Δοσίθεου ευρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη. Χαρακτηρίζει τον Γέροντα Δοσίθεο, ως «ανήρ επιθυμιών», πλήρη χαρισμάτων, πνευματικών αγώνων και εμπειριών. Τον χαρακτηρίζει ως ακάματο αγωνιστή, ως αυστηρό τηρητή της εκκλησιαστικής τάξης, ως βαθυστόχαστο άνθρωπο, που αγωνιούσε και αγωνιζόταν διαρκώς για το καλό της τοπικής εκκλησίας, της Ευρυτανίας, και της απανταχού της γης Ρωμιοσύνης. Ήταν ένας οικουμενικός ορθόδοξος Ρωμιός κληρικός, γι’ αυτό κι αγάπησε όσο κανείς την Κωνσταντινούπολη, το Φανάρι και συνδέθηκε με τον Παναγιώτατο Πατριάρχη με μια σχέση πραγματικά αδελφική. Η παιδικότητα της ψυχής του καλυπτόταν κάτω από μια αυστηρότητα η οποία εμφανιζόταν όταν έπρεπε να επιπλήξει κάποια παρεκτροπή. Συχνά παρατηρούσε κάποιον αυστηρά, μα καθώς γύριζε το πρόσωπό του, αμέσως διακρινόταν η ηρεμία και το χαμόγελο, καθώς η επίπληξη είχε παιδαγωγικό και μόνον χαρακτήρα και ποτέ δεν ήταν απόρροια εμπαθούς συμπεριφοράς. Φεύγοντας ο πατήρ Δοσίθεος αφήνει πίσω του μια μεγάλη παρακαταθήκη, η οποία πρώτα και πάνω απ’ όλα βαραίνει τον καθένα από εμάς τους πατέρες της Μονής, τα πνευματικά του παιδιά, τους κληρικούς της τοπικής Εκκλησίας κι όλους εκείνους, οι οποίοι στο διάβα των χρόνων ωφελήθηκαν ποικιλότροπα από τον Γέροντα. Αφήνει τη νεοανεγερθείσα Μονή Τατάρνης με τα παρεκκλήσι κα κυρίως τα κειμήλια, τα οποία συνέλεξε και διέσωσε στο μουσείο της Μονής το δύο μετόχια του Αγίου Νεκταρίου στο Καρπενήσι και της Οσίας Μαρίας τη Αιγυπτίας στο Μικρό Χωριό, το τεράστιο συγγραφικό θεολογικό – ιστορικό του έργο, μα και το «Οψοποιών Μαγγανείαι» με παραδοσιακές συνταγές με γειρικής, όπως και το κηρυκτικό του έργα, καθώς για πολλά χρόνια ευαγγελιζόταν την Αλήθεια στο Καρπενήσι και στα χωριά της Ευρυτανίας. Κληρονομιά επίσης, αποτελεί η μέχρι έρωτος αγάπη του στη Βασιλεύουσα, στο Φανάρι στην πονεμένη Ρωμιοσύνη, η ανιδιοτέλειά του, η ελεημοσύνη και η αγάπη του κυρίως για την Παναγία μας, τόσο της Τατάρνης του Προυσού, μα και για όλους τους Ευρυτάνες Αγίους.
Ο λόγος δίδεται επίσης στον Αρχιμανδρίτη π. Γρηγόριο Φραγκάκη, Αρχιγραμματέα της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σελ. 4-7, ο οποίος τον επισκέφθηκε με εντολή της ΑΘΠ του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στο Νοσοκομείο λίγο καιρό πριν φύγει. «Μόλις έμαθα ότι ο Γέροντας Δοσίθεος είχεν αναχωρήσει και αμέσως μου ήρθε στον νου η εικόνα των αποδημητικών που αναχωρούν όταν ψυχράνη, όταν ψυγή το κλίμα, προς θερμά μέρη, πρός θαλπωρή. Αυτή την εικόνα αισθάνθηκα για τον αγαπημένο της Πόλεως, τον π. Δοσίθεο όλων μας. Δεν θέλησα να γράψω τον βίο του, μόνο να καταθέσω σαν κερί δυο λόγια από την πολιτεία του, όπως την έζησα αυτά τα χρόνια. Η αγάπη του Γ. Δοσιθέου για την Πόλι ήταν πηγαία. Αυτό σημαίνει ότι ξεδιψούσε κάθε ψυχή που θα επιχειρούσε να αντλήση ύδωρ ευφροσύνης από τα συγγράματά του, πριν καν να τον γνωρίση. Οι σελίδες των έργων του ήταν «μούσκεμα» απὸ Βόσπορο και Κεράτιο. Και όχι άδικα! Τι αγάπησε από την Πόλι ο π. Δοσίθεος άραγε; Από την Πόλι αγάπησε, θαρρώ, την μήτρα της Ορθοδοξίας, τη γεννήτρια της Εκκλησίας μας. Είχε βαθειά πεποίθηση, ακράδαντα, ότι εδώ, στην ΚΠολι, γεννήθηκε και ανδρώνεται διαρκώς η Αγία μας Εκκλησία, και μαζί της, ένα πια μαζί της, και η πανίερη Ρωμηοσύνη μας, ό,τι τιμαλφέστερο απέδωσεν ο εν εικόναις ασπασμός Πέτρου και Παύλου. Από την Πόλι ηγάπησε τους κατοίκους της, χωρίς καταγωγή, μόνον και μόνον επειδὴ πατούν στα χώματα Συνόδων και Αγίων, ξημεροβραδιάζονται, γεννιούνται και πεθαίνουν εδώ, όπου η Εκκλησία έλαβε μορφή ώστε θεανθρώπινα να οικονομή τη σωτηρία του κόσμου. Ηγάπησε το Φανάρι μας, την προτύπωσι, την ενσάρκωσι, την υποτύπωσι της Μεγάλης Εκκλησίας. Ηγάπησε, ή μάλλον ελάτρευσε τον Κυρηναίο του Κυριακού Θελήματος, την Εικόνα Χριστού την ζώσα και έμψυχο, τον ΚΠόλεως Βαρθολομαίο τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Ηγάπησε της Επταλόφου τους κληρικούς, το ποίμνιο. Όλα εδώ τα έβλεπε όμορφα ο π. Δοσίθεος, ως ο αγαπών τα της ηγαπημένης! Και αυτό κήρυττε! Αυτό μετέδιδε! Με αυτό προσκαλούσε όλους να έλθουν και να ιδούν! Ο π. Δοσίθεος ήταν Ρωμηός καλογερόπαπας! Οποίο μεγαλείο έχει αυτή η φράση το ζούσε κανείς στη συναναστροφή μαζί του. Δεν εξηγείται αυτό. Δεν ερμηνεύεται. Δεν διδάσκεται. Μόνο βιώνεται ως δώρο Θεού. Με τα βιβλία του π. Δοσιθέου για την Πόλι ξεκίνησε και ο γράφων να καλλιεργή εκτυπώτερον αυτό το οποίο ησθάνετο για την Βασιλίδα. Διεπίστωσε τελικώς ότι αυτή η «τρέλα» πηγαίνει και σε άλλους ανθρώπους! Τα πρώτα βιβλία των έργων του, τα κρατώ όπως τα αγόρασα από παιδί. ως κειμήλιο αυτού του πόθου που «κόρωνε» για την τρισμακαρία ΚΠολ.. Ήταν από τα πρώτα στις βαλίτσες της αποδημίας στη γη της πνευματικής Επαγγελίας μας. Οι συζητήσεις με τον Γέροντα ήσαν πάντοτε με περιεχόμενο. Έριχνε κανεὶς την κοτύλη στον ωκεανὸ της καρδίας του και αντλούσε. Παράδοσι και Τυπικό. Ορθόδοξο φρόνημα. Ήθος. Χριστό και Ρωμηοσύνη. Εκκλησία εν ενὶ λόγω αντλούσεν όποιος τον συναναστρεφόταν, διότι ήτο πλήρης εκκλησιαστικού γνησίου φρονήματος ο αείμνηστος. Η τελευταία μας συνάντηση στο νοσοκομείο, στην Αθήνα, τον Νοέμβριο όταν ευρισκόμενος εκεί πήγα να του μεταφέρω τις ευχές και τη στοργή του Αρχιεπισκόπου της Ηγαπημένης του και Αρχηγού της Ρωμηοσύνης. Τα δάκρυά του θα μείνουν μέσα μου ως παρακαταθήκη: «τὸ ἐπ’ ἐμοί, π. Γρηγόριε, νὰ γνωρίζῃς ὅτι ὥσπου νὰ κλείσω τὰ μάτια μου, ἡ καρδιά μου στὰ σοκάκια τῆς Πόλεως θὰ γυρνά πάντοτε!» «Ε. Γέροντα, ίσα ίσα, άμα τα κλείσετε τότε είναι που δεν θα «ξεκολλάτε από εκεί!». Και χαμογέλασεν ο τίμιος λευΐτης. Σεβαστέ μου π. Δοσίθεε, ας έχη δόξα το Όνομα του Επιφανέντος Χριστού που σε χάρισε στο γένος μας ως «προφητική» φυσιογνωμία μιας επιστροφής στο αυθεντικό των Πατέρων από το ηλλοιωμένο των καιρικών περιστάσεων. Ας έχη δόξα το όνομά Του, ότι σου ενέπνευσε τον μαγικό έρωτα για τη γη των Συνόδων Του. Ας έχη δόξα, ότι μας αξίωσε να φιλήσουμε το χέρι σου, να σε γνωρίσουμε, να ενισχυθούμε στον αγώνα όταν πέφταμε να συμμετάσχουμε στην «τρέλα» της Βασιλευούσης, να συνεχίζουμε εμπρός τη μαρτυρία της αγάπης, του Γένους και της Μεγάλης Εκκλησίας. Αγαπημένε μου π. Δοσίθεε, «Το πνεύμα σου επιστρέφει τις νύχτες. Κι όσο βλέπουμε ψηλά στις πολεμίστρες και στα τείχη, θα συναντάμε να μας κοιτάζει και η δική σου μορφή κ για να παραφράσω τους στίχους του αγαπημένου σου άσματος. Πιὲς όλο τον Βόσπορο του ελέους του Κυρίου, Π. Δοσίθεε! Κολύμπα ελεύθερα στον Κεράτιο της Φιλανθρωπίας του. Κι όταν ο Νίκος μας Μαγγίνας, ο συναγωνιστής σου στον έρωτα της Πόλεως και της Ρωμηοσύνης μας σε ρωτήση: «Ζημ Γέροντα, η Μεγάλη Εκκλησία μας;» απάντησέ του: «καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν!».
Ο λόγος δίδεται σελ. 18-20 και στην καρπενησιώτισσα πολιτικό και πρ. βουλευτή κ. Κέλυ Μπουρδάρα, καθηγήτρια της Νομικής του ΕΚΠΑ.: «Όταν σε νεαρή ηλικία γνώρισα για πρώτη φορά τον π. Δοσίθεο Κανέλλο εντυπωσιάστηκα πρώτα από όλα από την παρουσία του: το επιβλητικό του παράστημα, το διαπεραστικό βλέμμα του, τη φυσιογνωμία με το πλατύ χαμόγελο. Την εικόνα ολοκλήρωνε ο λόγος του: ζεστός, απλός, γνήσιος. Ήταν ο λόγος του πνευματικού ανθρώπου που ήθελε να αγγίξει, και το κατόρθωνε στην ψυχή του συνανθρώπου του. Ο π. Δοσίθεος δεν ήταν Ευρυτάνας. Επέλεξε, όμως, την περιοχή και ήρθε στην Ευρυτανία ως ιερομόναχος. Δεν ήταν, όμως, ο απομονωμένος, ο αναχωρητής, ο απόκοσμος. Αντίθετα ήταν πολύ προσιτός και όπως απέδειξε κατά τη διάρκεια της ζωής του ήθελε να προσφέρει στην περιοχή, στην κοινωνία, στην πνευματική ζωή του τόπου. Εγγράμματος όσο λίγοι, ήξερε να χειρίζεται την ελληνική γλώσσα στη διαχρονική της μορφή αριστοτεχνικά και χρησιμοποιώντας είτε την καθημερινή γλώσσα, είτε την λόγια, είτε την εκκλησιαστική. Ο ακροατής διαπίστωνε την τέλεια γνώση της ελληνικής γλώσσας, όπως ήδη ανέφερα, των θεολογικών θεμάτων, των εκκλησιαστικών θεσμίων. Ο λόγος του είχε βαρύτητα. Μπορεί να μην έγινε αντιληπτός από πολλούς. Έδειξε, όμως, πως σε μια ορεινή, μικρή περιοχή, όπως είναι η Ευρυτανία, υπάρχουν σημαντικοί άνθρωποι πνευματικοί και εκκλησιαστικοί. Ένοιωθες άνετα με τον Δοσίθεο. Σε συνέπαιρνε όταν με ενθουσιασμό, αλλά και ιδιαίτερο σεβασμό, μιλούσε για το Άγιο Όρος, για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τις εκκλησίες και τα αγιάσματα της Κωνσταντινούπολης. Και ο λόγος αυτός αποτυπώθηκε σε θαυμάσια βιβλία που έγραψε. Η αγάπη του αυτή οδήγησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο να του αναθέσει την επιμέλεια του Ημερολογίου που κατ’ έτος εκδίδει το Πατριαρχείο. Δεν πρόκειται για ένα απλό ημερολόγιο. Αναφέρεται πάντα σε ένα επιλεγμένο θέμα και τα κείμενα είναι μικρές πραγματείες. Επιλογές θεμάτων, εικόνων, κειμένων, και γραπτών του Δοσίθεου συνέθεταν αυτό το ημερολόγια. Το επιμελείτο με ιδιαίτερο ζήλο. Ποτέ, όμως, δεν το ανέφερε. γιατί τον διέκρινε η σεμνότητα και η ταπεινότητα. Όταν κάποιες φορές του ανέφερα ότι ήταν εξαιρετικό και του μετέφερα τα καλά σχόλια τα μάτια του έλαμπαν από χαρά. Ο λόγος του, η πράξη του, η καθημερινότητά του είτε στο Καρπενήσι είτε στην Τατάρνα κέρδισε από νωρίς τους Ευρυτάνες, έγινε ένα με αυτούς παρόλο ότι δεν καταγόταν από την περιοχή. Μεγαλούργησε, όμως, στην περιοχή είτε «ξαναφτιάχνοντας» την ιστορική Μονή της Τατάρνας, είτε μένοντας στο Καρπενήσι, στον Άγιο Παύλο προσφέροντας απλόχερα την αγάπη του και την πνευματική του στήριξη στους κατοίκους και στους επισκέπτες, είτε αναδιφώντας σε ευρυτανικά κείμενα. Με ζήλο και κόπο κατάφερε να βρει τους νεομάρτυρες της περιοχής, να συγκεντρώσει και να καταγράψει τους Βίους τους, να τους αναδείξει και να δημιουργήσει το Συναξάρι των Ευρυτάνων Αγίων. Η πνευματική αυτή και μόνον προσφορά αρκούσε για να αναγάγει τον Δοσίθεο Κανέλλο σε μεγάλο πνευματικό ανθρωπο της περιοχής».
Γνωρίζουμε ότι ο π. Δοσίθεος ήταν ο μύστης και ο εραστής της Πόλεως, και την επισκέφθηκε 146 φορές. Με λαχτάρα αναχωρούσε και πάντοτε επέστρεφε έμπλεος συγκινήσεως, έτοιμος να αφηγηθεί και να περιγράψει είτε με λόγια είτε γραπτώς στο χαρτί με τον μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο του ό,τι άκουσε, ό,τι έζησε, ό,τι βίωσε, την ίδια δηλαδή την ιστορία, την αποτύπωσε και την κατέγραψε σε τέσσερα βιβλία. «Θέλω να πιώ όλο τον Βόσπορο», «Μια Γοργόνα στον Κεράτιο», και «Πολίτικη Ανθολογία». όπου σε ένα τόμο («το τούβλο», όπως έλεγε ο ίδιος χαριτολογώντας λόγω του βάρους του βιβλίου) περιελήφθη η ύλη δεκαπέντε εγκολπίων ημερολογίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Επίσης υπάρχει και το τελευταίο μικρό βιβλίο με τίτλο «Ευλογημένες στιγμές με τον Πατριάρχη μας», το κύκνειο άσμα του π. Δοσιθέου. Μέσα σε όλα τὰ βιβλία αυτά ζωντανεύει με ένα λόγο την Ρωμιοσύνη.
Στον αφιερωματικό τόμο επίσης γράφουν για τον γέροντα Δοσίθεο ο Διονύσιος Μούσουρας. εκπαιδευτικός:» Ἵνα τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ ἀκολουθήσωμεν…», η Μαρία Παν. Παναγιωτοπούλου, πρεσβυτέρα ιερέως Σπ. Μποτονάκη: «Στη μνήμη του Δοσιθέου Κανέλλου, αγαπημένου πατρός και διδασκάλου», Χαρίτων Καρανάσιος, Διευθύνων του ΚΕΜΝΕ της Ακαδημίας Αθηνών, «Ο ιερομόναχος όσιος Αναστάσιος Γόρδιος και η Μονή Τατάρνας», η Σοφία Ορφανίδου (εκδόσεις Επτάλοφος) «Αναπαύσου Γέροντα εν ειρήνῃ», ο Κωνσταντίνος Μπαλατσιάς, συνταξιούχος εκπαιδευτικός, ιεροψάλτης, «Εις μνημόσυνον αιώνιον», ο Θωμάς Χρ. Κουτσός, διδάσκαλος, Νικόλαος Σπ. Τραστέλης, φιλόλογος: «Το «Οικοτροφείο» του Δοσίθεου», η Μαρία Ευαγγελοδήμου, εκπαιδευτικός – φυσικός, «Υποδειγματική σοφή διδασκαλία», ο Γιάννης Δημητρίου, γεωλόγος – ιστορικός ερευνητής, «Τέτοιο πνεύμα δεν θα περάσει ξανά απ’ τον τόπο μας», ο Αλέξανδρος Χουλιαράς, συνταξιούχος μηχανικός ΤΕ, «Αγαθόν το εξομολογείσθαι», ο Ιωάννης Μπάκας, π. Χρυσόστομος Νάσσης: «Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας τῆς Φανερωμένης Τατάρνης, ἡ ἐν τῷ Λευκοποτάμῳ».
Σημειώνει τέλος ο Ηγούμενος π. Δαμασκηνός: Τὴν ἀνιδιοτελή προσφορὰν του ἐκτιμῶν ὁ Παναγιώτατος Οίκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, τίμησε τὸν π. Δοσίθεον μὲ τὴν πολυχρόνιον φιλίαν Του. Τελευταία, μάλιστα, ὅταν ὁ Πατριάρχης ἔμαθε διὰ τὴν σοβαρότητα τῆς ὑγείας του, ἀπέστειλε τὸν ἀρχιγραμματέα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου π. Γρηγόριον στό 401 Στρατιωτικό Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν, για νὰ ἐπιδώσῃ ὡς συμβολικὸ παραμυθητικὸ δῶρο προσευχὴν τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, μὲ τὴν ἀφιέρωσιν· «Εἰς τὸν ἰσάδελφον φίλον π. Δοσίθεον, μὲ βαθεῖαν ἀγάπην καὶ εὐχὰς διὰ ταχεῖαν ανάρρωσιν 19-11-2022 ὁ †Κ.Β.».
Ο Πατριάρχης δια πρώτην φοράν απεκάλεσεν «ἰσάδελφον» ένα μη επίσκοπον αλλ᾽ ένα απλούν μοναχόν και πρεσβύτερον, όπως ήταν ο π. Δοσίθεος. Μπορεί ο βράχος της Τατάρνας να έπεσε, το ψηλό κυπαρίσσι να ξηράνθηκε και η ψυχή του γέροντος Δοσιθέου να έφυγε για τις ουράνιες Μονές, άφησεν όμως πίσω του πλήρως ανακαινισμένη την Μονὴ Τατάρνας με τα μετόχια του Αγίου Νεκταρίου στο Καρπενήσι και της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας στο Μικρό Χωριό, επιπλέον, άφησε σε όλους ως πνευματικό καταπίστευμα το συγγραφικό του έργο, ως διαθήκη. Και το σπουδαιότερο συνέδεσε πνευματικά την πάλαι Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.