Γράφει ο Επίσκοπος Γρηγόριος, Μητροπολίτης Καμερούν
ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ | ΑΠΕΛΙΠΕΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΝ; |
Θά πάρω τό ρίσκο ν’ ἀλλάξω τ’ ὄνομα τοῦ δόλιου τοῦ Μάρκου Ἀντωνίου μέ τ’ ὄνομα τοῦ Ἀλέξανδρου, τοῦ «Ἀγγέλου» τῆς κατά Νιγηρίαν παροικούσης Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ, μόλις τήν 30ή Ἰουνίου 2023, μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μετά ἀπό μιά δίχρονη μάχη μέ τόν καρκίνο. Ἄν καί στήν περίπτωσή του δέν ὑπάρχει οὔτε κάποιος Ὀκταβιανός νά ἀπειλεῖ, οὔτε κάποιος θεός Διόνυσος ἤ Ἡρακλῆς (καθά μαρτυρεῖ ὁ Πλούταρχος στούς Παραλλήλους Βίους) πού ἀποσύρει τήν προστασία καί τήν εὔνοιά του ἀπό τόν Ἀλέξανδρο γιά νά τόν ὁδηγήσει στήν καταστροφή καί στόν θάνατο.Ἀλήθεια, τώρα πού τό σκέπτομαι, πόσο τυχαῖο εἶναι τ’ ὄνομα πού τοῦ ἐδόθη γιά νά σημαίνει τήν ἐκκλησιαστική του διακονία…; Ὅμως, κατά προσωπική ἄποψη τά ὅσα περιγράφει ὁ μεγάλος Ἀλεξανδρινός ἔχουν πολλά κοινά μέ μιά ψυχολογική ἀτμόσφαιρα γεγονότων, τά ὁποία ἔζησε ὁ, ἐπίσης, Ἀλεξανδρινός (κατ’ ἐπιλογήν ζωῆς καί διακονίας) Ἐπίσκοπος Ἀλέξανδρος, τοὐπίκλην Γιαννίρης.Ἄλλωστε, ἡ κοινή ἀποδοχή αὐτοῦ τοῦ ποιήματος πάνω ἀπό 110 χρόνια τώρα πιστοποιεῖ ὅτι πολλοί καί γιά πολλές διαφορετικές αἰτίες ἔχουν κάποτε ταυτιστεῖ, ἔχουν οἰκειοποιηθεῖ καί ἐκφραστεῖ βαθιά μέ τά ὅσα διεισδυτικῶς καί ἀνατομικῶς ἀποκαλύπτει ἡ ὑπέροχη καί λακωνική αὐτή στιχοπλεξία καί γνήσια Ἀλεξανδρινή ἀτμόσφαιρα.Μοῦ ἀρέσει τό ὅτι ὁ Ἀλεξανδρινός ποιητής, ποιητικῇ ἀδείᾳ, βρίσκεται κοντά στόν Μᾶρκο Ἀντώνιο μέσα στό δωμάτιό του, καί μοῦ θυμίζει τούς πολλούς φίλους πού τόν ἀγαποῦν καί βρέθηκαν κοντά στόν Ἀλεξανδρινό Ἀλέξανδρο τίς τελευταῖες ἐπίγειες ἡμέρες του… | |
Σὰν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεῖ ἀόρατος θίασος νὰ περνᾶ μὲ μουσικὲς ἐξαίσιες, μὲ φωνές— | Γιά νά γνωρίζεις τί σκέπτεται καί τί αἰσθάνεται αὐτός πού ἀγαπᾶς, αὐτός πού συμπονᾶς χρειάζεται κόπος καί ἀγῶνας, παρατηρητικότητα καί συμπόνια καί δύναμη πολλή, κι ἀπαντοχή. Κι αὐτό ὑπονοεῖ μιά πνευματική «ὁμοήθεια» μιά «ὁμόνοια»…! Περίεργη κι αὐτή ἡ λέξη «ὁμόνοια»∙ ὑπάρχει μόνο στόν ἑνικό, ἐνῶ ὑπονοεῖ μιά κατάσταση πολλῶν προσώπων, τοὐλάχιστον δύο… |
τὴν τύχη σου ποῦ ἐνδίδει πιά, | Γνωρίζει κι ὁ Ἀλέξανδρος ὅτι ἡ τύχη του ἐνδίδει (Κοινή ἡ πίστη στόν Ἀρχαῖο κόσμο ὅτι οἱ Θεοί μοιράζουν τύχη στούς θνητούς μέσα στήν ὁποία ἐμπερικλείονται καί πληγές καί ἀσθένειες καί θάνατος. Δέν ἔχει, δηλαδή, τήν θετική μόνον φόρτιση τήν ὁποία ἐμεῖς σήμερα ἀποδίδουμε μέ τόν ἴδιο ὅρο, ἄν καί ἀπό μερικά γραΐδια στά μνημόσυνα μπορεῖς ν’ ἀκούσεις τήν ἔκφραση: «ἧταν τό τυχερό του». Αὐτό προσεγγίζει ἐννοιολογικά τήν ἀρχαιοελληνική φόρτιση τοῦ ὅρου.), ἀλλά αὐτός δέν θεωροῦσε μόνον τήν ζωή «τύχη» ἀλλά κάτι πού ἐξέφρασε ὁ κοσμοπολίτης συνοδοιπόρος του, Παῦλος ἀπό τήν Ταρσό τῆς Κιλικίας: «᾿Εμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος.» (Φιλ. 1, 21), αὐτό πίστευε κι αὐτός. |
τὰ ἔργα σου ποὺ ἀπέτυχαν, | Τά «ἔργα του» πού δέν ἀπέτυχαν, τά ὁποῖα ὁ ἴδιος ὅμως τά ἀντιμετώπιζε χρόνια σάν ἀποτυχημένα, γιατί καί μετά ἀπό τριάντα πέντε χρόνια στήν Ἀφρική δεν ἦταν σίγουρος ὅτι τά εἶχε κάνει σάν Ἀφρικανός γιά νά τά προσεγγίσουν Ἀφρικανοί… |
τὰ σχέδια τῆς ζωῆς σου ποὺ βγῆκαν ὅλα πλάνες, | Τά σχέδια τῆς ζωῆς του, πού δέν ἀποδείχθηκαν ὅλα πλάνες, ἀλλά ἀπευθύνονταν στήν πλειοψηφία τους σ’ ἕναν πλανεμένο ἀπό κάποιον μυστικό «μαγικό αὐλό», κόσμο καί τά ‘βλεπαν, σάν «σχέδια» ἑνός σαλοῦ… |
μὴ ἀνοφέλετα θρηνήσεις. | Ὅμως, τίποτα δεν θρήνησε ἀπ’ αὐτά, γνωρίζοντας τήν πρόσκαιρη καί μονόπλευρη ἀνακούφιση τοῦ κάθε θρήνου καί συμφωνώντας μέ τόν μεγάλο Ἀλεξανδινό ποιητή, στήν γειτονιά τοῦ ὁποίου στήν Ἀλεξάνδρεια σουλατσάριζε τίς ὧρες τῆς σχόλης τοῦ γραφείου, γιά κάμποσους μῆνες κι ἀργότερα νοσταλγικά σέ κατ’ ἔτος σύντομες ἐπισκέψεις.Μήπως κι αὐτήν τήν αἴσθηση τῆς προσκαίρου «Θεο-εγκαταλείψεως» δέν τήν συναντᾶμε σέ τόσους Ἀλεξανδρινούς πατέρες τῆς ἐρήμου;Κατά τόν Ἅγιο Μάξιμο τέσσερις εἶναι γενικά οἱ τρόποι Θεο-εγκαταλείψεως: α. «ἡ κατ’ οἰκονομία Θεοῦ», ὅπως ἔγινε στό πάθος τοῦ Κυρίου, β. «ἡ πρός δοκιμήν», ὅπως μέ τόν Ἰώβ καί τόν Ἰωσήφ, γ. «ἡ πατρική παιδαγωγία», ὅπως μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο, δ. «ἡ ἐγκατάλειψη λόγῳ ἀποστροφῆς», ὅπως τῶν Ἰουδαίων. |
Σὰν ἕτοιμος ἀπὸ καιρό, σὰ θαρραλέος, | Ὁ Ἀλεξανδρινός Ἀλέξανδρος εἶχε συμβιβαστεῖ μέ τήν ἰδέα κι ἦταν ἕτοιμος -ὄχι «σάν ἕτοιμος»– ἀπό καιρό κι ἦταν θαρραλέος ἀπό γεννησιμιοῦ του -ὄχι «σά θαρραλέος»-… «Δέν ἔχω δικαίωμα νά παραπονιέμαι καί νά λέω: γιατί ἐγώ; καί γιατί σέ μένα;» αὐτή ἦταν ἡ φιλοσοφία του καί ἡ τοποθέτηση τῆς ζωῆς του ἀπέναντι στίς δοκιμασίες κι αὐτά ἔλεγε σέ ὅσους τόν ἐπεσκέπτονταν. |
ἀποχαιρέτα την, τὴν Ἀλεξάνδρεια ποῦ φεύγει. | Τήν «Ἀλεξάνδρεια τήν μένουσα» τήν ἀποχαιρέτησε πρίν τρία χρόνια ὅμως, τήν Ἀλεξάνδρεια τῶν μεγάλων Πνευμάτων της, τῶν μεγάλων Πατέρων της, τῶν μεγάλων Ἀναχωρητῶν της, τῶν ἀεί ἀναχωρούντων –«οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13, 14)- τῶν μεγάλων Ποιητῶν της… Τήν Ἀλεξάνδρεια τῶν μεγάλων ἐμπνεύσεων, τῶν μεγάλων ὁραματισμῶν, τῶν μεγάλων ἐπιτευγμάτων… Αὐτή τήν πῆρε μαζί του, γιατί τήν ἔφερε πάντα μαζί του, ἦταν μέρος της καί «σάρξ ἐκ τῆς σαρκός της».Αὐτήν τήν Ἀλεξάνδρεια ἔφερε στίς κοιλάδες, τά δάση, τά ὄρη καί τίς ἐρήμους τῆς Νιγηρίας, αὐτή ἡ Ἀλεξάνδρεια τόν ἔκανε νά δεῖ, νά διαπιστώσει, νά σφυγμομετρήσει πράγματα πού ἄλλοι οὔτε καθ’ ὑποψίαν δέν προσέγγισαν.Ἀρκεῖ νά ρίξει μιά ματιά κάποιος στήν ἱστορική του εἰσήγηση, τό ἔτος 2009, στήν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου (https://www.polymerwsvolos.org/2023/07/05/ierapostoli-kai-politismos/), γιά νά καταλάβει τήν τομή πού ἐπέφερε ἀθόρυβα καί χωρίς κομπασμούς στό Ἱεραποστολικῶς σκέπτεσθαι στόν Ἑλληνόφωνο καί Ἀφρικανικό Ἱεραποστολικό χῶρο ἴσως καί πάρα πέρα…Ναί, βέβαια, καί αὐτός στέκεται στήν σειρά νά τόν ἀνακαλύψουν κάποιοι ἀπ’ τήν ἐποχή του κι ὄχι ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη!!! |
Πρὸ πάντων νὰ μὴ γελασθεῖς, μὴν πεῖς πῶς ἦταν ἕνα ὄνειρο, πῶς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου· μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μὴν καταδεχθεῖς. | Προπάντων ὅμως δέν γελάστηκε, δέν εἶπε πώς ἦταν ἕνα ὄνειρο, ὅτι «τά ὄνειρα πολλούς ἐπλάνησαν», δέν εἶπε πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή του, ὅτι «ἐξ ἀκοῆς ἡ πίστις του» (πρβλ. Ρωμ. 10, 17). Δεν θέλησε νά καταδεχθεῖ μάταιες ἐλπίδες ὅτι, «ἡ ἐλπίς ἡμῶν Χριστός», «χθές καί σήμερα ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰώνας» (Ἑβρ. 13, 8). |
Σὰν ἕτοιμος ἀπὸ καιρό, σὰ θαρραλέος, σὰν ποῦ ταιριάζει σε ποῦ ἀξιώθηκες μιὰ τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερὰ πρὸς τὸ παράθυρο, κι ἄκουσε μὲ συγκίνησιν, | Ὅμως ἐμεῖς δέν ἤμασταν ἕτοιμοι ἀπό καιρό, δέν εἴχαμε κἄν χρόνο, δέν ἤμασταν καί θαρραλέοι ἄν καί ἐμεῖς ἀξιωθήκαμε μιά τέτοια πόλι σάν τήν Ἀλεξάδρεια τήν «μένουσαν», κι ὅμως πλησιάσαμε σταθερά πρός τό παράθυρο τοῦ φευγιοῦ σου, κι ὅντως ἀκούσαμε μέ συγκίνηση |
ἀλλ’ ὄχι μὲ τῶν δειλῶν τὰ παρακάλια καὶ παράπονα, | (καί κρύψαμε τῶν δειλῶν τά παρακάλια καί παράπονα, ξέραμε καλά δέν θά τό ἤθελες ποτέ, δέν θά μᾶς τό ἐπέτρεπες) |
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τοὺς ἤχους, τὰ ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου, | σάν τελευταία ἀπόλαυση τούς ἤχους, τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ σου θιάσου, |
κι ἀποχαιρέτα την, τὴν Ἀλεξάνδρεια ποῦ χάνεις. | κι ἀποχαιρετοῦμε σε καί τήν φίλη Ἄλεξάνδρεια πού χάνουμε μαζί σου…Ἀπολείπεις, λοιπόν, πάντας ἡμᾶς ἤ προηγεῖσαι πρέσβυς ὑπέρ πάντων ἡμῶν…;;; |