Γιώργος Κουβαράς
Ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, Θεόδωρος Β’, μιλά στα «Π» για τους τριγμούς στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τον πόλεμο στην Ουκρανία και το έργο της ιεραποστολής στη «μαύρη ήπειρο»
Ως «κλέπτη εν νυκτί» χαρακτηρίζει το Πατριαρχείο της Μόσχας ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, Θεόδωρος Β’, στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «Π». Ο Μακαριώτατος εκφράζει την αποδοκιµασία του για τον τρόπο µε τον οποίο ενεπλάκη η Ορθόδοξη Εκκλησία στον πόλεµο κατά της Ουκρανίας, επισηµαίνοντας ότι «θα έπρεπε να λειτουργήσει ως παράγοντας ειρήνης, σταθερότητας και ισορροπίας». Αναφερόµενος στα µεγάλα προβλήµατα της εποχής µας, εκτιµά ότι αυτά έχουν ως αφετηρία «την ατοµικότητα, τον εγωισµό, την αποξένωση και την αποµάκρυνση από τους άλλους ανθρώπους».
Μακαριώτατε, πρόσφατα πραγµατοποιήσατε επίσηµη επίσκεψη στο Βατικανό και συναντηθήκατε µε τον Πάπα Φραγκίσκο. Ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψης; Σε τι προσβλέπετε µετά από αυτή τη συνάντηση;
Στη συνέχιση της αγαστής συνεργασίας των δύο ιστορικών Εκκλησιών προς όφελος της ειρηνικής συµβίωσης και συνύπαρξης στον χώρο της Αφρικής. Αναφερθήκαµε λεπτοµερώς στον αιµατηρό πόλεµο της Ουκρανίας και στις καταστροφικές συνέπειές του για όλο τον κόσµο, και ιδιαίτερα για την Ευρώπη, µιλήσαµε για το ταξίδι του που θα πραγµατοποιούσε στο Κονγκό και στο Νότιο Σουδάν, καθώς και για την αντικανονική εισπήδηση της Ρωσικής Εκκλησίας στην κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αφρική. Τέλος, αναφερθήκαµε στον διάλογο µεταξύ των ορθοδόξων και των ρωµαιοκαθολικών, που για πρώτη φορά στην Ιστορία του θα φιλοξενηθεί στην Αλεξάνδρεια, στο Πατριαρχείο µας, τον ερχόµενο Μάιο.
Σε ανθρώπινο επίπεδο, ποια είναι η αίσθηση που αποκοµίσατε από τον Πάπα; Είναι πολλά αυτά που σας ενώνουν;
Είναι ένας πολύ απλός άνθρωπος, πρακτικός, ταπεινός και, φυσικά, πολύ έξυπνος. Ενας αυθεντικός άνθρωπος του Θεού, που αγωνίζεται νύχτα και µέρα για την Εκκλησία του και για το ποίµνιό του.
Τι απέφεραν οι προσπάθειες που έγιναν όλο αυτό το διάστηµα να σταµατήσει το Πατριαρχείο Μόσχας την εισπήδηση στα εδάφη του Παλαίφατου Πατριαρχείου και το έργο που επιτελείται στην ιεραποστολή;
Το Πατριαρχείο Μόσχας, εμφορούμενο από άκρως εξουσιαστικές τάσεις κυριαρχίας σε ολόκληρη την Ορθοδοξία, θέλοντας να διοικεί μοναρχικά και να σύρει σύμπασα την Ορθόδοξη Εκκλησία υπό την εξουσία του, καταργώντας ολόκληρη τη θεολογική και κανονική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εμφανίστηκε στην Αφρική και εισήλθε σε αυτήν, κλέπτης εν νυκτί, αψηφώντας τους µακραίωνους εκκλησιαστικούς θεσµούς και τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Η δράση του Πατριαρχείου Μόσχας εκτός των ορίων της εκκλησιαστικής του δικαιοδοσίας τραυµατίζει το φιλάδελφο, το σύψυχο και το άµωµο της ορθόδοξης πίστης µας και βεβαίως δίνει λαβή για τη λοιδορία της Ορθοδοξίας. Βεβαίως, το Πατριαρχείο Μόσχας, εµφορούµενο από αγκυλώσεις του παρελθόντος και άκρως εγωιστικές συµπεριφορές, εναγκαλίζεται σφικτά µε την Πολιτεία και τις πολιτικές επιδιώξεις των εκάστοτε ταγών του ρωσικού κράτους, µε αποτελέσµατα πάντοτε, όπως µας διδάσκει η Ιστορία, πολύ οδυνηρά για τον ορθόδοξο ρωσικό λαό. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, κινούµενο στο πλαίσιο της κανονικής παράδοσης, προέβη σε όλες τις κανονικές ενέργειες και καταδίκασε την ανορθόδοξη δράση του Πατριαρχείου Μόσχας στην Αφρική, ενώ ενηµέρωσε γι’ αυτό όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, οι περισσότερες εκ των οποίων σιωπούν. Φανταστείτε να δηµιουργήσει το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας µια εκκλησιαστική δοµή εντός µιας άλλης Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τι θα συνέβαινε; Εµείς θα συνεχίσουµε να εργαζόµαστε στην Αφρική πάντοτε µε γνώµονα τον πονεµένο Αφρικανό άνθρωπο και µε πίστη ότι το έργο µας θα συνεχιστεί, διότι έχει ρίζες πολύ βαθιές και δεν είναι εφήµερο, εγωιστικό, εξουσιαστικό, εκκλησιαστικοπολιτικό παίγνιο.
Ποια θα έπρεπε να είναι η στάση της Ρωσικής Εκκλησίας και του Κυρίλλου απέναντι στον πόλεµο και τον Πούτιν και ποια είναι στην πραγµατικότητα;
Η Εκκλησία, ως ένας θεοσύστατος θεσµός, εµφορείται από τις αρχές της ειρήνης και της αγάπης προς όλους και όλα και δεν έχει καµιά σχέση µε πολέµους και υποδουλώσεις. Υπάρχουν βεβαίως περιπτώσεις όπου η Εκκλησία υποστηρίζει τον αγώνα της απελευθέρωσης λαών από την υποδούλωση και την εκδίωξη κατακτητών. Μιας και µιλάµε για τη Ρωσία, θα αναφέρω το παράδειγµα του Β’ Παγκόσµιου Πολέµου, όταν το Πατριαρχείο Μόσχας παρακίνησε τον ορθόδοξο ρωσικό λαό να υπερασπιστεί την πατρίδα στον µεγάλο πατριωτικό πόλεµο έναντι του ναζισµού. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, όµως, πρόκειται για έναν επιθετικό πόλεµο, στον οποίο τα θύµατα είναι ομόδοξοι και αδελφοί. Για τον λόγο αυτόν το Πατριαρχείο θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικό ως προς αυτό, θα έπρεπε να λειτουργήσει ως παράγοντας ειρήνης, σταθερότητας και ισορροπίας. Με αυτόν τον τρόπο θα ελύνετο και το ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα ομαλά, χωρίς ενδο-ορθόδοξες εντάσεις και συγκρούσεις, και ίσως η διαμάχη της ρωσικής ομοσπονδίας με την Ουκρανία να μην είχε φτάσει στα άκρα. Δυστυχώς, το Πατριαρχείο Μόσχας εισήλθε εντός του γεωπολιτικού παιγνίου και δεν γνωρίζω πώς θα απεμπλακεί. Με την ευκαιρία αυτής της ερώτησης, επιτρέψτε μου να εκφράσω την αγάπη μου προς τον ομόδοξο και πολύ πιστό ρωσικό λαό, στον οποίο εύχομαι μέσα από την καρδιά μου να βρει σύντομα την ηρεμία και να αφοσιωθεί σε έργα ειρήνης και ευημερίας.
Ολοι γνωρίζουμε ότι ένα σημαντικό κεφάλαιο της δράσης του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας αφορά την ιεραποστολή στα βάθη της «μαύρης ηπείρου». Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στην εκτέλεση των καθηκόντων σας;
Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι η αποτροπή της εισαγωγής του εθνοφυλετισμού στην ορθόδοξη Αφρική. Η ιεραποστολή στην ήπειρο της Αφρικής είναι το μείζον έργο του Πατριαρχείου στις μέρες μας. Η Εκκλησία Αλεξανδρείας άρπαξε την πρόκληση για τον ευαγγελισμό των ανθρώπων, με κυρίαρχο σκοπό την επίτευξη της ενότητάς τους. Μιας ενότητας η οποία θα υπερβαίνει σύνορα, φυλές, χρώματα, όχι με την έννοια της ισοπέδωσης, αλλά της αλληλοπεριχώρησης εν Χριστώ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία Αλεξανδρείας απευθύνεται στον κάθε Αφρικανό άνθρωπο, προσλαμβάνοντας την ολότητά του, με τα ήθη και τα έθιμα, τις παραδόσεις του, χωρίς να προσπαθεί να εμφυτεύσει νέα, αλλά να μεταμορφώσει τα υπάρχοντα, δίδοντας περιεχόμενο ορθόδοξο χριστιανικό. Πάντοτε, πέρα και πάνω από φυλές και έθνη, ήθη και έθιμα, για την Εκκλησία προτεραιότητα έχει το πρόσωπο, το οποίο προσπαθεί να μεταμορφώσει μέσα από μια προσωπική, βιωματική σχέση εν αγάπη και εν ελευθερία, μακριά από μισαλλοδοξίες, φανατισμούς και βία, που αλλοιώνουν τη θεϊκή εικόνα του ανθρώπινου προσώπου. Εχοντας προσωπικά, καθώς και οι αρχιερείς και όλοι οι συνεργάτες μου, πλήρη συναίσθηση του τιτάνιου αυτού αγώνα, γνωρίζουν ότι ο δρόμος είναι μακρύς και δύσκολος, που κάποτε γίνεται αδιάβατη και επικίνδυνη ατραπός. Ομως συνεχίζουμε, παίρνουμε μια μικρή ανάσα, λίγο κουράγιο, γιατί η φωνή της οικουμενικής ορθόδοξης Ρωμιοσύνης, η φωνή των πατέρων, μαρτύρων και αβάδων ασκητών της ερήμου, η φωνή των ανθρώπων της Αφρικής και τα μεγάλα εκφραστικά μάτια των παιδιών της μας ψιθυρίζουν: «Μην αποκάμετε, μην αποκάμετε, κρατήστε, κρατήστε».
Η μεγάλη σας αγάπη στην εκπαίδευση πώς συνδυάζεται με το ιεραποστολικό σας έργο;
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, όταν αναφέρουμε ιεραποστολή στην Αφρική, δεν εννοούμε μόνον τη διδασκαλία της πίστης. Η Ορθόδοξη Ιεραποστολή είναι ένα συλλογικό πλέγμα πολυεπίπεδων δράσεων, που αφορά ολόκληρη την ύπαρξη και εκφορά κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Εχουμε τη βαθύτατη πίστη ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να ενδιαφέρεται και για τη βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών των ανθρώπων της Αφρικής. Κύριος παράγοντας για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι η εκπαίδευση των παιδιών της, το μέλλον της. Το ενδιαφέρον μας για την ανάπτυξη της εκπαίδευσης στην Αφρική εδράζεται στην αγάπη μας και την αγωνία μας για τα νιάτα, για τα νέα παιδιά της Αφρικής. Γνωρίζουμε ότι τα παιδιά και οι νέοι αποτελούν τα βασικά κύτταρα του μελλοντικού κοινωνικού ιστού της Αφρικής, ενός ιστού ο οποίος, μπολιασμένος με την ορθόδοξη πίστη, θα γίνεται αρτιότερος, με αποτέλεσμα να υπηρετήσει με ζήλο και να βελτιώσει την αφρικανική κοινωνία προς το καλύτερο. Επίσης, η ιεραποστολή χρειάζεται στελέχη, και μάλιστα στελέχη από Αφρικανούς. Για τον λόγο αυτόν ιδρύσαμε την Αλεξάνδρεια Σχολή με την επωνυμία «Πατριαρχική Σχολή Αλεξανδρείας Αγιος Αθανάσιος», που έχει ως σκοπό την εκπαίδευση και κατάρτιση των στελεχών και συνεργατών των ανά την Αφρική Μητροπόλεων και Επισκοπών του Πατριαρχείου σε θέματα ιεραποστολής και προσφοράς ανθρωπιστικού έργου. Εργασθήκαμε, με τη βοήθεια των αδελφών αρχιερέων, για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και την ανάπτυξη της εκπαίδευσης σε ολόκληρη την Αφρική. Γνωρίζουμε ότι η ανωτέρω προσπάθεια δεν είναι εύκολη, διότι στην Αφρική υπάρχουν σήμερα περισσότερα από πενήντα ανεξάρτητα κράτη, περισσότερες από 800 φυλές και περισσότερες από 700 γλώσσες, που μιλιούνται από μεγάλες ομάδες πληθυσμού. Για τον λόγο αυτόν ενισχύουμε, προωθούμε και επιστατούμε εκ του σύνεγγυς τη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων όλων των βαθμίδων, σχολών κατάρτισης σε πρακτικές τέχνες και κέντρων προώθησης εναλλακτικών τρόπων αγροτικής παραγωγής. Επειδή, όμως, το συνολικό οικονομικό κόστος λειτουργίας τους είναι αρκετά υψηλό, προσπαθούμε για την εξεύρεση πόρων από το εξωτερικό με τη συνδρομή των Εκκλησιών, όπως Ελλάδος, Κύπρου, Φινλανδίας, Αμερικής, Αυστραλίας, ιεραποστολικών αδελφοτήτων και σωματείων, καθώς και πολλών ιδιωτών. Χαρά όλων ημών που διακονούμε τον σκοπό αυτόν είναι όταν βλέπουμε να στεγνώνουν τα δάκρυα στα πρόσωπα των παιδιών και στη θέση τους να προβάλλει η παιδική χαρά, τα γελαστά τους πρόσωπα. Τότε ανοίγει ο δρόμος όπου όλοι μας θέλουμε να βαδίσουμε, ο δρόμος της σωτηρίας… Υπηρετώντας τα παιδιά, υπηρετούμε τον ίδιο τον Χριστό και μαρτυρούμε την προφητική αποστολή της Εκκλησίας, την ελπίδα.
Πριν από μερικούς μήνες επισκεφθήκατε τον πρόεδρο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο. Τι έχετε κρατήσει από εκείνη τη συνάντηση;
Μια πολύ όμορφη εμπειρία και μια συνάντηση με έναν άνθρωπο που κατέχει εκ της θέσεώς του τόσο μεγάλη εξουσία, συγχρόνως όμως είναι απλός, άνθρωπος του Θεού, με μεγάλη πίστη στον Θεό και καλός γνώστης του Ευαγγελίου, που δεν φοβάται να μιλήσει για τον Θεό και για τις θρησκευτικές του εμπειρίες. Ενας πρόεδρος που αγαπά πραγματικά την Ελλάδα και τους Ελληνες και τρέφει ιδιαίτερα αισθήματα, σεβασμό και αγάπη για τον Οικουμενικό Πατριάρχη, κ. Βαρθολομαίο, τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, κ. Ελπιδοφόρο, και τον πατέρα Αλέξανδρο Καρλούτσο. Ενας ηγέτης μιας υπερδύναμης που αφουγκράζεται τα προβλήματα του κόσμου και προσπαθεί με τον δικό του τρόπο να τα επιλύσει και συγχρόνως αγωνίζεται για να προστατεύσει την πατρίδα του και τους πολίτες της. Μας δέχτηκε με πολλή αγάπη και χαρά και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Αίγυπτο και την ειρηνική συνύπαρξη χριστιανών και μουσουλμάνων στη χώρα του Νείλου.
Τι πιστεύετε ότι έχει ανάγκη η εποχή μας σήμερα;
Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα ο άνθρωπος είναι η αλλοτρίωση του ανθρώπινου προσώπου και η εγωκεντρική συμπεριφορά σε όλες τις πράξεις μας. Η ιδιοπροσωπία του σύγχρονου ανθρώπου εκφράζεται μέσα από την ατομικότητα, τον εγωισμό, την αποξένωση και την απομάκρυνση από τους άλλους ανθρώπους. Ζούμε τόσο κοντά, αλλά βρισκόμαστε τόσο μακριά – είμαστε ξένοι μεταξύ μας. Και επειδή ζω στην Αφρική και γνωρίζω εκ του σύνεγγυς τα προβλήματά της, όπου πολεμικές συρράξεις, εμφύλιες συγκρούσεις και βιβλικές φυσικές καταστροφές δημιουργούν κύματα εξαθλιωμένων προσφύγων, θεωρώ ότι η εποχή μας σήμερα έχει ανάγκη από την αποδοχή του «άλλου», του «ξένου», όπως ανέφερα σε μια παλαιότερή μου ομιλία. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι ο σεβασμός του κάθε ανθρώπινου προσώπου και η αναγνώριση του ίδιου του Χριστού στο πρόσωπο του ξένου θα μας οδηγήσουν να απορρίψουμε συμπεριφορές που προσβάλλουν, υποβαθμίζουν, αδικούν ή απειλούν τον «ξένο», ο οποίος είναι εικόνα του Θεού. Μην ξεχνούμε ότι η ξενία των αρχαίων χρόνων ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένη στους αρχαίους Ελληνες, την οποία ονόμαζαν με την ωραιότατη λέξη «φιλοξενία». Μάλιστα, ο θεσμός της ξενίας κατέστη τόσο ισχυρός ώστε οι αρχαίοι Ελληνες να θεωρούν την παραβίασή του έγκλημα. Ο ξένος, λοιπόν, πρέπει να γίνεται δεκτός ως εικόνα του Χριστού, αφού και ο ίδιος ο Χριστός έγινε ξένος και ήρθε στη Γη. Μόνον με αυτόν τον τρόπο η φιλοξενία μπορεί να καταστεί ευεργετική, αφού είναι προπαντός αγάπη. Αυτή την επιταγή η Εκκλησία Αλεξανδρείας προσπαθεί να την εφαρμόζει στις ιεραποστολικές της προσπάθειες στην πολύπαθη ήπειρο της Αφρικής.