22.4 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

Η Ορθόδοξος Ακαδημία Κρήτης για τον μακαριστό Περγάμου Ιωάννη

ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΕΡΓΑΜΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ

(10 Ιανουαρίου 1931-2 Φεβρουαρίου 2023)

Με βαθιά οδύνη πληροφορηθήκαμε την εις Κύριον εκδημία του αειμνήστου Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου κυρού Ιωάννη Δ. Ζηζιούλα, κορυφαίου Καθηγητού και Ακαδημαϊκού, μετά από ολιγοήμερη νοσηλεία του στην Αθήνα. Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ορθοδόξους Θεολόγους και στοχαστές του αιώνα μας, με οικουμενική εκκλησιαστική ακτινοβολία και αναμφίβολη ακαδημαϊκή αναγνώριση. Από τις 1-12-2002, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ), υπήρξε Εταίρος του Ιδρύματος και στήριξε παντοιοτρόπως την Ακαδημία, τόσο με τη συμμετοχή του σε Συνέδρια του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όσο και σε Θεολογικά Συνέδρια με σπουδαίες παρεμβάσεις. Υπήρξε κεντρικός σύμβουλος στις εργασίες της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στην ΟΑΚ (2016) και έθεσε τις πρώτες βάσεις για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Θρησκειών (EUARE) μαζί με τον Alberto Melloni, Καθηγητή Ιστορίας του Χριστιανισμού και νυν Επικεφαλής Συμβούλου για επιστημονικά θέματα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Για την σπουδαία αυτή εκκλησιαστική και θεολογική προσωπικότητα το Διοικητικό Συμβούλιο της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης εξέδωσε το παρακάτω Ψήφισμα.

Ψ Η Φ Ι Σ Μ Α

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης,

μετά την αναγγελία της εκδημίας

του αειμνήστου Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου

κυρού Ιωάννου,

Εταίρου της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (2002),

αποφασίζει ομόφωνα

1. Να διοργανωθεί στην Ορθόδοξο Ακαδημία Κρήτης τιμητική επιστημονική εκδήλωση στη μνήμη του, για την προσφορά του στον εκκλησιαστικό, οικουμενικό και ακαδημαϊκό χώρο.

2. Να τελεστεί Τρισάγιο στη μνήμη του κατά την επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος.

3. Κατά την ημέρα της Εξοδίου Ακολουθίας του να κυματίζουν οι σημαίες του Ιδρύματος μεσίστιες.

4. Να δημοσιευθεί το παρόν στον Τύπο.

Ορθόδοξος Ακαδημία Κρήτης, 3-2-2023.

Ο Πρόεδρος

+ Ο Κισάμου και Σελίνου

Αμφιλόχιος.

Είθε ο Πανάγαθος Τριαδικός Θεός, στον οποίο αφιέρωσε το συνολικό έργο του, να τον αναπαύσει εν σκηναίς δικαίων και εν χώρα ζώντων. Αιωνία του η μνήμη!

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ομιλία  του Σεβασμ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου

κατά την τελετή αναγορεύσεώς του σε Εταίρον της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης

(ΟΑΚ, 1-12-2002)

Από το Περιοδικό Διάλογοι Καταλλαγής της ΟΑΚ, 67(2002)657-660

Στη ζωή ενός ανθρώπου συμβαίνει πολλές φορές να συγκεντρωθούν διάφορες τιμές. Και όταν η ζωή του ανθρώπου μακρύνει, όπως αρχίζει να συμβαίνει με τη δική μου, οι τιμές πολλαπλασιάζονται και αισθάνεται κανείς μια βαθύτατη συγκίνηση κάθε φορά που τιμάται. Αλλά πιστέψτε με ότι η σημερινή τιμή ξεχωρίζει εντελώς για μένα. Είναι βαθύτατη η συγκίνησή μου, διότι μέσα σε όσεσδήποτε τιμές μου επεφύλαξε μέχρι τώρα η ζωή μου, υπάρχει αυτή η τιμή της αναγορεύσεώς μου σε Εταίρον της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης. Και τούτο διότι αυτή η ξεχωριστή τιμή δεν είναι σαν τις άλλες. Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

 Όσα Εντιμολογιώτατε Άρχοντα του Πατριαρχείου και Γενικέ Διευθυντά της Ακαδημίας είχατε την ευγενή καλοσύνη να πείτε παρουσιάζοντας την ταπεινότητά μου, είναι, νομίζω, αποκαλυπτικά του ότι όλη η ζωή μου μέχρι τώρα κατέτεινε προς κάτι το οποίο συμπίπτει με τον σκοπό και το έργο αυτής της Ακαδημίας. Και δεν μπορώ να θεωρήσω αυτό απλή σύμπτωση. Νομίζω ότι Εκείνος που κατευθύνει τη ζωή μας, κατηύθυνε και αυτή την πλευρά της δικής μου ζωής.

Η Ακαδημία αποτελεί κάτι το ξεχωριστό μέσα στον ορθόδοξο χώρο και θα έλεγα ευρύτερα στον χριστιανικό χώρο. Διότι έχει κατορθώσει να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα της Εκκλησίας προς τον κόσμο, χωρίς να θυσιάσει την ταυτότητα της Εκκλησίας και την ιδιαιτερότητά της. Ένα άνοιγμα σε διάλογο με τον κόσμο. Σε διάλογο με τον πολιτισμό. Και είναι αυτό συνυφασμένο στην Ακαδημία αυτή με την όλη εμπνευσμένη  διακονία του Σεβασμ. Μητροπολίτου Κισάμου και Σελίνου και σεβαστού σε όλους μας Ιεράρχου της Εκκλησίας μας, ο οποίος έθεσε από την πρώτη στιγμή της διακονίας του στόχο να φέρει την Εκκλησία σε διάλογο με τον πολιτισμό. Και το κατορθώσατε αυτό, Σεβασμιώτατε. Και νομίζω ότι πρέπει να είστε πάρα πολύ ικανοποιημένος, διότι η μακρά ζωή που σας εχάρισε ο Θεός εκαρποφόρησε τόσο πολύ, ώστε να μπορείτε ικανοποιημένος να βλέπετε ότι χάρη στις προσπάθειές σας επετεύχθη μια συνάντηση της Εκκλησίας με τη διανόηση, της Εκκλησίας με τον πολιτισμό. Και βασικό όργανο αυτού του επιτεύγματος υπήρξε η Ακαδημία.

Πώς λοιπόν να μην αισθάνομαι, φίλτατέ μου Αλέξανδρε, να μην αισθάνομαι συγκίνηση γιατί προστίθεμαι σήμερα, χάρις στην εύνοια του  Διοικ. Συμβουλίου, στους Εταίρους της Ακαδημίας, στους οποίους ανήκουν διαπρεπείς προσωπικότητες. Σας ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας γι’ αυτή την μεγάλη τιμή και ελπίζω να μπορέσω με όσες δυνάμεις ακόμη μου απομένουν να στηρίξω το έργο αυτό της Ακαδημίας, να συμβάλω και εγώ στην πρόοδο και την προβολή του και με αυτόν τον τρόπο να δικαιώσω όλες τις θυσίες και τους κόπους, που έχουν ήδη καταβληθεί από τον Σεβασμ. Πρόεδρον, από  σας τον Γεν. Διευθυντή της Ακαδημίας, από όλους τους συνεργάτες σας, από όλη την Εκκλησία της Κρήτης. Έχουν καταβληθεί για  να είναι η Εκκλησία μας παρούσα και ζωντανή μέσα στην Ιστορία. Γι’ αυτό επιτρέψτε μου, με την ευκαιρία αυτή να συμμερισθώ ορισμένες σκέψεις μου για το αρκετά σοβαρό πρόβλημα της σχέσεως της Εκκλησίας με τον πολιτισμό γενικότερα, αλλά και ειδικότερα  στις μέρες μας και στον αιώνα, στον οποίον ήδη εισήλθαμε.

Ποιά είναι η σχέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον πολιτισμό και ποιά είναι ιδιαίτερα η σχέση της με τον πολιτισμό των ημερών  μας;

Είναι γνωστό ότι η Εκκλησία είναι “ἐν τῷ κόσμῳ”, αλλά όχι εκ του κόσμου. Και αυτό περιπλέκει πάντοτε την αυτοσυνειδησία  της και κάνει τον κύριο εκφραστή της αυτοσυνειδησίας αυτής, που είναι η Θεολογία, να αναζητεί τρόπους, με τους οποίους η εσχατολογική ταυτότητα της Εκκλησίας, δηλ. τό όχι εκ του κόσμου τούτου, θα διατηρηθεί χωρίς να πάψει να ισχύει το “ἐν τῷ κόσμῳ”, δηλ. η σχέση της με τον ευρύτερο πολιτισμικό περίγυρό της.

Η σχέση της Εκκλησίας με τον εκάστοτε πολιτισμό είναι πάντοτε διαλεκτική. Θετική και συγχρόνως αρνητική. Σχέση αγάπης και μίσους, θα έλεγε κανείς. Έτσι περιγράφεται και στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον και έτσι θα παραμείνει μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.  Όταν ο τρόπος υπάρξεως της Εκκλησίας και εκείνος του κόσμου θα ταυτισθούν πλέον στη Βασιλεία του Θεού. Όταν δηλ. ο κόσμος θα γίνει Βασιλεία του Θεού.

Ποιές γέφυρες θα μπορούσαν να υπάρξουν σήμερα μεταξύ της ορθοδόξου παραδόσεως και του συγχρόνου πολιτισμού; Το ζητούμενο είναι να μην αποκοπεί η ορθόδοξη παράδοση από τον σύγχρονον κόσμο, αλλά και να μην ταυτισθεί με το σχήμα του κόσμου τούτου σε βαθμό επικίνδυνο για τον εσχατολογικό προορισμό της Εκκλησίας.

 Δύο παρατηρήσεις κρίνονται απαραίτητες εισαγωγικά.

Η πρώτη είναι ότι η ορθόδοξη παράδοση πάντοτε στάθηκε απέναντι στον πολιτισμό με θετική διάθεση. Ο πολιτισμός δεν είναι κάτι το δαιμονικό, που πρέπει να το εξορκίσομε. Η Εκκλησία, και μάλιστα η Ορθόδοξη, συνέβαλε στη δημιουργία πολιτισμού, όπως μαρτυρεί η ανάπτυξη και άνθιση της Βυζαντινής Τέχνης σε όλες τις μορφές της: εικόνες, ποίηση, λογοτεχνία και τόσα άλλα. Και τούτο γιατί κατά την ορθόδοξο Θεολογία ο άνθρωπος, ως εικών του Θεού, πλάσθηκε για να είναι δημιουργός, μεταμορφωτής της δοσμένης σ’ αυτόν φύσεως. Της έξωθεν φύσεως, αλλά και της δικής του φύσεως. Μεταμορφωτής σε είδος και κάλλος, κάνοντας χρήση της ελευθερίας, του αυτεξουσίου του.

Η δεύτερη παρατήρηση είναι ότι ο σύγχρονος πολιτισμός διέρχεται κρίση. Η κρίση αυτή είναι πολύπλευρη και βαθιά. Και το ερώτημα είναι, τί πρέπει να κάνει η Ορθόδοξη Εκκλησία ζώντας “ἐν τῷ κόσμῳ”, αλλά μη όντας εκ του κόσμου, μπροστά στην κρίση αυτή. Στο ερώτημα αυτό θα επιχειρήσομε να δώσουμε μια απάντηση με τη μορφή γενικών παρατηρήσεων. Ο χρόνος δεν επιτρέπει ανάλυση αυτών των παρατηρήσεων. Απάντηση που εκ των πραγμάτων θα είναι κάθε άλλο παρά ολοκληρωμένη και οριστική. Απλώς ένα έναυσμα για μια περαιτέρω συζήτηση του πελώριου αυτού θέματος.

Για να δοθεί όμως κάποια απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ανάγκη να ξεκαθαρίσομε δυο πράγματα. Τί εννοούμε λέγοντας ορθόδοξη παράδοση και τί εννοούμε λέγοντας σύγχρονο πολιτισμό. Γιατί και στα δύο αυτά υπάρχει κάποια σύγχυση στη σκέψη των ανθρώπων της εποχής μας.

Και πρώτα ως προς τον όρο ορθόδοξη παράδοση. Αν ρωτήσομε ένα σύγχρονο συνομιλητή μας τί εννοεί με αυτόν τον όρο, θα μας πει συνήθως, ότι έχει κατά νου τη δογματική, λατρευτική και ασκητική παράδοση, όπως διαμορφώθηκε στα χρόνια του Βυζαντίου και ολοκληρώθηκε το αργότερο τον 14ο αιώνα με τον Ησυχασμό και  τη Θεολογία του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά.  Όλα τα μετά την εποχή αυτή αποτελούν ορθόδοξη παράδοση μόνο στον βαθμό που συνεχίζουν ή μάλλον επαναλαμβάνουν και αντιγράφουν ακόμη και στις εξωτερικές τους λεπτομέρειες τα χαρακτηριστικά της εποχής εκείνης. Πρόκειται για έναν κλασικισμό, ανάλογο με εκείνον της αρχαίας ελληνικής παιδείας, που αποτέλεσε τη βάση της διαμορφώσεως της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας στα νεώτερα χρόνια. Η αντίληψη αυτή για την ορθόδοξη παράδοση δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στη γεφύρωσή της με τον σύγχρονον πολιτισμό. Με την επιμονή της να αντιγράφει πιστά το παρελθόν κινδυνεύει  η αντίληψη αυτή να μεταβάλει την Ορθοδοξία σε εξωτικό φαινόμενο, προορισμένο να περιθωριοποιηθεί και να προκαλεί απλώς την περιέργεια του συγχρόνου κόσμου, χωρίς να επηρεάζει το ιστορικό γίγνεσθαι.

Πάρτε ως παράδειγμα την Αγιογραφία, η οποία ανθεί σήμερα στον ορθόδοξο χώρο, κυρίως μετά τον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου. Πρόκειται για πιστό αντίγραφο του παρελθόντος, το οποίο δεν ρίχνει καμιά απολύτως γέφυρα στο σύγχρονον πολιτισμό. Το ίδιο ισχύει και για την ακαδημαϊκή δογματική Θεολογία του τόπου μας, που δεν κάνει τίποτε άλλο, από το να επαναλαμβάνει χωρία των Πατέρων και διατυπώσεις χωρίς καμιά ερμηνεία στο φως των αναζητήσεων του συγχρόνου ανθρώπου.

Όλα αυτά και άλλα παρόμοια θα οδηγήσουν την Ορθοδοξία σε περιθωριοποίηση. Κάτι που δεν γίνεται ακόμη αντιληπτό στον Ελλαδικό χώρο λόγω του μεταβατικού σταδίου, της μεταβατικής φάσεως που διέρχεται ο σύγχρονος Έλληνας. Φάσεως από τη Βυζαντινή του παράδοση προς τον εκδυτικισμό του τρόπου ζωής του. Έναν εκδυτικισμό, που είναι διάχυτος στην πολιτική, στην οικονομία, στον τρόπο με τον οποίον ο Έλληνας ζει καθημερινά, διασκεδάζει κ.λπ.

Ως προς τον όρο σύγχρονος πολιτισμός θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι δεν πρόκειται για τίποτε άλλο, από την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού στο αποκορύφωμά του. Ο σύγχρονος πολιτισμός, είτε το θέλομε είτε όχι, κυριαρχείται και καθορίζεται από τις αξίες που αναπτύχθηκαν στη Δύση από τότε που η ελληνική Παιδεία και η χριστιανική πίστη πέρασαν στα χέρια των Ρωμαίων και προσέλαβαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής νοοτροπίας. Χωρίς μια βαθιά και ακριβή γνώση των χαρακτηριστικών αυτών δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον σύγχρονο πολιτισμό.

Δεν επιτρέπει ο χρόνος να αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά αυτά. Θα περιορισθούμε στην επισήμανση των πιο σπουδαίων χαρακτηριστικών που έχουν σχέση με τη σύνδεση της ορθόδοξης παράδοσης με τον πολιτισμό.

Το πρώτο είναι η ατομοκρατία. Η έννοια του ανθρώπου ως ατόμου έχει τις ρίζες της στον ιερό Αυγουστίνο, τον Βοήθιο και τους άλλους Λατίνους Θεολόγους, οι οποίοι διεμόρφωσαν και τον μεσαιωνικό και τον νεώτερο δυτικό πολιτισμό. Σύμφωνα με αυτήν ο άνθρωπος αποτελεί μονάδα και αξία καθεαυτήν. Και η ικανοποίηση των αναγκών του είναι ο ύψιστος σκοπός του πολιτισμού. Αποτελεί επίσης υποκείμενο του “σκέπτεσθαι” και του “δρᾶν”, του “ἐνεργεῖν”.

Το δεύτερο στοιχείο είναι ο ευδαιμονισμός. Σκοπός του πολιτισμού είναι η ευδαιμονία του ατόμου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το ιδανικό της ευδαιμονίας του ατόμου έχει ήδη περάσει και στα Συντάγματα των Δυτικών Χωρών. Υπάρχει και στο Σύνταγμα της Αμερικής, των ΗΠΑ. Η ευτυχία του ατόμου είναι περίπου ο σκοπός του πολιτισμού. Η Τέχνη νοείται ως μέσον ευχαριστήσεως ή αισθητικής καλλιεργείας του ατόμου, η παιδεία ως ανάπτυξη  και διαμόρφωση του χαρακτήρα του ατόμου, η οικονομία ως αύξηση του εισοδήματος του ατόμου κ.λπ.

Τρίτο χαρακτηριστικό είναι η χρησιμοθηρία. Τελικό κριτήριο του πολιτισμού, του συγχρόνου πολιτισμού, είναι η παραγωγικότητα, δηλ. η χρησιμότητα του πολιτισμού στην προώθηση της ευδαιμονίας του ατόμου. Όσα περισσότερα παράγει το άτομο, τόσο περισσότερο αυξάνει την ευδαιμονία του, τόσο περισσότερο είναι πολιτισμένο.

Τέταρτο στοιχείο είναι η λογοκρατία. Ο άνθρωπος νοείται κατ’ εξοχήν ως σκεπτόμενο όν. Αυτό ανάγεται, όπως είπα, στον Αυγουστίνο περισσότερο. Αναπτύσσεται έτσι στον σύγχρονο πολιτισμό η διανοητική ικανότητα του ανθρώπου, με αποτέλεσμα την κυριαρχία της πληροφορίας ως μέσου γνώσεως, της συσσωρεύσεως γνώσεων περί των πραγμάτων και προωθείται η πίστη, ότι όσο πιο πολλά γνωρίζομε, τόσο πιο ασφαλείς είμαστε. Όλα πλέον τα εναποθέτομε στη γνώση. Είναι βαθύτατη η πίστη του πολιτισμού μας, ότι αν ο άνθρωπος γνωρίζει, είναι ασφαλής, δεν κινδυνεύει, προστατεύεται. Αγνοείται δηλ. ότι μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίζει κάτι, αλλά να μη θέλει να το κάνει. Εδώ εντάσσεται και η ασύδοτη πλέον διείσδυση του ανθρωπίνου νου στα μυστικά της φύσεως με όλα τα τρομερά προβλήματα Βιοηθικής, τα οποία αντιμετωπίζει ο πολιτισμός μας εντονότατα.

Συνέπεια της συνθέσεως όλων αυτών των χαρακτηριστικών είναι η υπερτροφία του λογικού, το οποίο κατεξουσιάζει την πραγματικότητα μέχρι του σημείου να την πλάθει όπως θέλει αυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχει δημιουργηθεί ο όρος virtual reality, δηλ. εικονική πραγματικότητα, που την πλάθει η ίδια η πληροφορία. Καθώς και η κυριαρχία του ανθρώπου επί της φύσεως, με αποτέλεσμα το γνωστό μας οικολογικό πρόβλημα. Το σημαντικό στην όλη αυτή κατάσταση είναι ότι  ο πολιτισμός μας νομίζει ότι όλα τα προβλήματά του θα τα λύσει με την αύξηση της πληροφορίας και της γνώσεως, ενώ ακριβώς με τον τρόπο αυτό αναπαράγει τα προβλήματα. Βρισκόμαστε σ’ ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο δεν μπορούμε να βγούμε χωρίς ριζικές και βαθιές τομές, χωρίς δηλ. αναθεώρηση των θεμελιωδών αρχών, πάνω στις οποίες στηρίζεται και οικοδομείται ο πολιτισμός μας.

Μπροστά στην κατάσταση αυτή η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο δίλημμα. Θα χρησιμοποιήσει τον σύγχρονο πολιτισμό για  να περάσει τα μηνύματά της, με τα οποία θα επιχειρήσει να διορθώσει τα κακώς κείμενα, τουτέστιν να αναιρέσει τον ίδιο τον πολιτισμό; Ή θα επιμείνει στη χρησιμοποίηση των δικών της μέσων για τον σκοπό αυτό;

Ορισμένα παραδείγματα αποκαλύπτουν τη σοβαρότητα του διλήμματος. Είναι γνωστή η σημασία του Internet στο σύγχρονο πολιτισμό μας. Πολύ σύντομα όσοι δεν θα είναι δικτυωμένοι σ’ αυτό, θα είναι κωφάλαλοι και ανίκανοι να μεταφέρουν τα μηνύματά τους οπουδήποτε. Αλλά το Internet αποτελεί κατά κοινήν ομολογία το αποκορύφωμα  της ατομοκρατίας και λογικοκρατίας. Και οι κίνδυνοι που συνεπάγεται για τις ανθρώπινες σχέσεις είναι πλέον γνωστοί. Αν η Εκκλησία δικτυωθεί σ’ αυτό για να μεταφέρει τα μηνύματά της στο σύγχρονο κόσμο, στην ουσία θα αρνηθεί και θα καταστρατηγήσει η ίδια το μήνυμά της με τον τρόπο αυτό, αφού η ουσία του μηνύματός της καταργείται από την ίδια τη φύση του οργάνου που χρησιμοποιεί. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις μορφές της πληροφορικής και τα λεγόμενα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κ.λπ. Η συμμετοχή της Εκκλησίας σε όλο αυτό το βουητό της πληροφορήσεως αποτελεί παράδοση του εαυτού της στα χέρια του σύγχρονου πολιτισμού. Δηλ. αλλοτρίωση. Είναι προφανές ότι η Εκκλησία για πρώτη φορά κατά τη γνώμη μας κινδυνεύει να χάσει την ταυτότητά της, προσπαθώντας να την προβάλει στον σύγχρονο πολιτισμό.

 Τί πρέπει να γίνει; Νομίζω ότι η  Ορθόδοξη Εκκλησία έχει παγιδευθεί άσχημα στο παιγνίδι τόσο της ατομοκρατίας, όσο και της λογικοκρατίας και της χρησιμοθηρίας. Έχει πιστέψει ότι θα σώσει τον κόσμο μιλώντας πολύ, κάνοντας πολλά και επιτυγχάνοντας πολλά. Έτσι λησμόνησε μια βασική αλήθεια: Ότι η Εκκλησία δεν σώζει με αυτά που λέγει, ούτε με αυτά που κάνει, αλλά με αυτό που είναι!

Ας δούμε τί σημαίνει αυτό σε σχέση με το θέμα του πολιτισμού.

 Η Ορθοδοξία, πρώτον, δεν μπορεί να ασκήσει δημιουργική κριτική του συγχρόνου πολιτισμού, χωρίς να έχει βαθιά συνείδηση της παραδόσεως και της κληρονομιάς της. Η Ορθοδοξία πρέπει να αναπτύξει τη σπουδή της Θεολογίας της, της Πατερικής κυρίως Θεολογίας, κατά τρόπο συστηματικό μέσα στον δυτικό χώρο. Πρέπει να λησμονήσομε την αντίληψη, ότι οι Ποιμένες είναι απλοί Διοικηταί. Χωρίς Θεολογία οι Ποιμένες θα γίνουν έρμαια και άκριτοι οπαδοί του περιβάλλοντος πολιτισμού. Θα βυθίσουν τα ποίμνιά των και θα βυθισθούν και οι ίδιοι μέσα στα αδιέξοδα του πολιτισμού μας, ο οποίος είναι άλλωστε τόσον ελκυστικός.

Δεύτερον, η κριτική στάση της Ορθοδοξίας έναντι του συγχρόνου πολιτισμού, για να είναι εποικοδομητική και δημιουργική, δεν πρέπει να είναι πολεμική, αλλά αποτέλεσμα συμπαθούς και φιλανθρώπου συγκαταβάσεως της Εκκλησίας στο σύγχρονο άνθρωπο και τα υπαρξιακά προβλήματά του. Ας μη λησμονούμε ότι ο δυτικός άνθρωπος δεν είναι πλέον ο άλλος, ο απέναντι και έξω από την Εκκλησία μας, αλλά ο ενορίτης μας, όπως θα είναι και τα παιδιά του, τα παιδιά των παιδιών του. Η κριτική συνεπώς δεν πρέπει να ασκείται με την αντιπαράθεση εμείς και οι άλλοι. Αλλά με τη συμπάθεια και την κατανόηση που θα εδείχναμε προς τους δικούς μας, προς τα ίδια μας τα παιδιά.

Τρίτον, η μαρτυρία της Ορθοδοξίας ως εποικοδομητική και δημιουργική παρουσία στο χώρο της Δύσεως δεν πρέπει να ασκείται κυρίως δια των λόγων, είτε πρόκειται για προφορικό, είτε γραπτό, είτε πλέον και για ηλεκτρονικό λόγο. Η καλύτερη μαρτυρία είναι η ίδια η Εκκλησία, όταν συγκροτείται και λειτουργεί σωστά. Όταν π.χ. μέσα στον ατομοκρατούμενο δυτικό πολιτισμό μας υπάρχει και λειτουργεί σωστά η Ενορία. Η μαρτυρία της Ορθοδοξίας στον πολιτισμό μας είναι πολύ πιο σημαντική από όλα τα κηρύγματα και την αρθρογραφία μας. Διότι με τον τρόπον αυτό προβάλλεται ένα πρότυπο και μια στάση ζωής, μια εναλλακτική λύση στα αδιέξοδα που δημιουργεί ο ατομισμός των  κοινωνιών μας. Το ίδιο ισχύει και για  την ευχαριστιακή κοινότητα και την ασκητική παράδοση και εμπειρία της Εκκλησίας μας ως αντίδοτα στα αδιέξοδα που δημιουργεί η οικολογική κρίση και ο ευδαιμονισμός του πολιτισμού μας. Αν η Ορθοδοξία έχει συγκροτημένη και σωστή Ενορία, ευχαριστιακή κοινότητα και μοναχικό βίο σύμφωνα με τη θεολογική της παράδοση, τότε η παρουσία της όχι μόνο θα προστατεύσει την ίδια από την αφομοίωση, αλλά θα επενεργήσει ως φύραμα λυτρωτικό για ολόκληρο τον σύγχρονο κόσμο.

Πολύς λόγος γίνεται σήμερα, Σεβασμιώτατοι και αγαπητοί αδελφοί μου, για την είσοδό μας ήδη στην Τρίτη μετά Χριστόν Χιλιετία. Τί θα φέρει η Χιλιετία αυτή στον πολιτισμό μας: Αν ο σύγχρονος κόσμος, ο μετά τον Διαφωτισμό πολιτισμός μας, ακολουθήσει την εγγενή στα κύρια  χαρακτηριστικά του νομοτέλεια, τότε ορισμένα βασικά στοιχεία του πολιτισμού του αιώνος αυτού διαγράφονται ήδη σαφώς στον ορίζοντα. Αυτά είναι δυο μεγάλων κατηγοριών.

Πρώτον είναι το πρόβλημα της διασώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Το πρόσωπο δεν είναι άτομο.  Είναι μεγάλη  η διαφορά μεταξύ ατόμου και προσώπου. Το άτομο νοείται ως μονάδα απομονωμένη, καθεαυτήν. Το πρόσωπο δεν μπορεί να νοηθεί ως μονάδα απομονωμένη. Το πρόσωπο είναι μια ταυτότητα, μια ιδιαιτερότητα, που προέρχεται από σχέση με τους άλλους. Ένα πρόσωπο δεν υπάρχει. Είναι αδύνατον να μιλήσει κανείς για ένα πρόσωπο. Και ο Θεός είναι τρία πρόσωπα. Δεν μπορούμε να πούμε, ότι ο Θεός είναι ένα πρόσωπο. Με κανένα τρόπο. Επομένως, η έννοια του προσώπου είναι αντίθετη προς την έννοια του ατόμου. Και αυτή η έννοια του προσώπου, που πηγάζει από σχέσεις με τους άλλους, καταλήγει σε μια μοναδικότητα και προϋποθέτει μια ελευθερία, που δεν είναι απαραίτητη στην περίπτωση του ατόμου. Και σήμερα ακριβώς η πρόοδος της επιστήμης, η γνώση, απειλεί το πρόσωπο. Απειλεί την έννοια του προσώπου. Θέλει να το μεταβάλει σε άτομο, το οποίο χρησιμοποιείται για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του και τις επιθυμίες του. Αλλά έτσι ο άνθρωπος από ύψιστος σκοπός, γίνεται μέσον προς σκοπόν.

Τέτοιες απειλές κατά του προσώπου δημιουργεί πλέον ο πολιτισμός μας με την πρόοδο της γνώσεως. Η γνώση αρχίζει πλέον να μας απειλεί. Και έρχεται με την μορφή των διαφόρων επιστημών, κυρίως δε με τη μορφή της Βιολογικής Επιστήμης. Όλοι μας αρχίζομε πλέον να διερωτώμεθα τί θα γίνει; Είναι αλματώδης η πρόοδος αυτή.  Κάθε μέρα ακούμε και κάτι άλλο. Μόλις στη χθεσινή εφημερίδα διαβάσαμε διασταύρωση ανθρώπου και ποντικού, αν δεν κάνω λάθος. Η δημιουργία αντιγράφων των ανθρώπων με τη μέθοδο της κλωνοποίησης υπόσχεται πάρα πολλά στη βελτίωση, στην ευδαιμονία του ατόμου. Αλλά τί γίνεται με τη μοναδικότητα του προσώπου; Όταν πλέον μπορούμε να παράγουμε αντίγραφα ανθρώπων. Και όταν μπορούμε αυτά τα αντίγραφα να τα παράγουμε με σκοπό να τα χρησιμοποιήσουμε ως πράγματα, για να βελτιώσομε την υγεία ή την ευδαιμονία του ανθρώπου. Φτιάχνομε έναν άνθρωπο, για να τον χρησιμοποιήσομε ως όργανο για θα θεραπεύσομε έναν άλλο άνθρωπο. Η μοναδικότητα του προσώπου είναι πλέον τεράστιο πρόβλημα του πολιτισμού μας. Ακούει κανείς και από ειδικούς Γενετιστές, όπως συνέβη να ακούσω όταν πρωτοεμφανίστηκε το επίτευγμα της κλωνοποίησης από Καθηγητή της Γενετικής εδώ στην Ελλάδα:  Τί ωραιότερο πράγμα υπάρχει από το να μπορούμε να κάνομε αντίγραφα ανθρώπων, εις τρόπον ώστε, όταν μια μητέρα χάσει το παιδί της, να της πούμε: Ορίστε, πάρε το αντίγραφό του!  Μα έχομε πραγματικά χάσει εντελώς την έννοια της μοναδικότητας; Μπορεί να παρηγορηθεί μια μητέρα με το αντίγραφο του παιδιού της, όσο και αν αυτό είναι ακριβές;  Ίσως μπορεί. Αλλά εάν φτάσει και η μητέρα να παρηγορείται από το αντίγραφο, τότε πλέον να ξεχάσομε την μοναδικότητα. Είναι λοιπόν τεράστιο το πρόβλημα.

Ένα άλλο πρόβλημα που δημιουργεί πλέον η πορεία του πολιτισμού, και μη σας φανεί περίεργο, είναι η διάσωση του σώματος. Ναι, το σώμα απειλείται. Εάν σκεφτούμε βαθύτερα τί συνεπάγεται η πληροφορική, το Internet και όλα αυτά τα μέσα, με τα οποία οι άνθρωποι επικοινωνούν πλέον μεταξύ τους, καταλαβαίνουμε ότι το μεγαλύτερο θύμα όλου αυτού του πολιτισμού είναι το ανθρώπινο σώμα. Δεν χρειάζεται πλέον να χρησιμοποιώ το σώμα μου για να ψωνίζω, να πάω στο διπλανό μαγαζί να συναντήσω εκεί τον γείτονά μου να ψωνίζει και αυτός. Μπορώ θαυμάσια μέσω του Internet να παραγγείλω τα ψώνια, να κάθομαι στο σπίτι μου, να επικοινωνώ με τους γείτονές μου, με τους φίλους μου, χωρίς να χρησιμοποιώ το σώμα μου. Χωρίς το σώμα αυτό να το έχω ως μέσο κοινωνίας με τους άλλους. Θα είναι λοιπόν θύμα του πολιτισμού το σώμα!

Και δεν είναι τυχαίο, ότι όλο αυτό συνδέεται με έναν άλλο κίνδυνο πολύ σημαντικό, που είναι ο κίνδυνος για τη φύση. Για το λεγόμενο οικολογικό πρόβλημα ακούγονται πάρα πολλά σήμερα. Λησμονούμε ίσως ότι η ευθύνη, η κοσμοθεωριακή ευθύνη για την εμφάνιση της οικολογικής κρίσεως, είναι ακριβώς η θεώρηση του ανθρώπου ως σκεπτομένου όντος, το οποίο μπορεί τον υλικό κόσμο να τον κάνει ό,τι θέλει. Αυτή η αποξένωση του ανθρώπου από το ίδιο το σώμα του, με το οποίο σώμα του συνδέεται με τον υπόλοιπο κόσμο, αυτή η αποκοπή του ανθρώπινου προσώπου από το σώμα του, συνδέεται με την αποκοπή του από τη φύση, με την οποία συνδέεται το σώμα του.

Κάνομε εμείς οι Θεολόγοι μεγάλη πολεμική κατά του Δαρβίνου, διότι είχε κάποιες μορφές, με τις οποίες παρουσίασε τη θεωρία του, που θα μπορούσαν να μας προβληματίσουν. Αλλά το να τονίσει κανείς την αλήθεια, ότι ο άνθρωπος βιολογικά συνδέεται με τα υπόλοιπα ζώα, είναι μια αλήθεια που τη χρειαζόμαστε πάρα πολύ σήμερα.  Και η οικολογική κρίση δεν θα αντιμετωπισθεί χωρίς αυτή τη σύνδεση πλέον του ανθρώπου. Την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι σώμα, είναι μέρος του υπολοίπου κόσμου και όταν καταστρέψει τα άλλα ζώα, καταστρέφει τον εαυτό του.

Και ερχόμαστε στο μεγάλο πρόβλημα, στη μεγάλη ευθύνη της Εκκλησίας.  Η Εκκλησία δεν κάνει τίποτα για όλα αυτά.  Βεβαίως γίνονται πολλά και ιδίως σ’ αυτόν τον χώρο, όπως είπα και στην αρχή, για να ψηλαφίσομε τα προβλήματα, να διαλεχθούμε Εκκλησία και Επιστήμη, Θεολογία και Επιστήμη για τα προβλήματα αυτά.  Αλλά η Εκκλησία στο σύνολό της δεν έχει ακόμη βρει τον δρόμο της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι απουσιάζει εντελώς από την Εκκλησία η έννοια της αμαρτίας κατά της φύσεως, της αμαρτίας κατά του φυσικού περιβάλλοντος. Ποιός πνευματικός επέβαλε επιτίμιο σε κάποιον που εμόλυνε το περιβάλλον; Και ποιός πιστός πίστεψε ποτέ, ότι αμάρτησε, επειδή κατέστρεψε το περιβάλλον; Χρειαζόμαστε μια αναθεώρηση βασική ορισμένων πραγμάτων. Και όλα αυτά είναι μπροστά μας. Και ένα Ίδρυμα όπως αυτή η Ακαδημία, που αφιερώνει τον εαυτό της σε τέτοιου είδους προβληματισμούς, είναι από Θεού τεταγμένη σήμερα, να παίξει ένα μεγάλο ρόλο στην Ιστορία.

Είμαι πολύ συγκινημένος και πολύ ευτυχής, διότι με αξίωσε η Ακαδημία αυτή, να με εντάξει στους Εταίρους της με τη σημερινή τόσο λαμπρή τελετή και με τους ευγενικούς λόγους που τη συνόδευσαν.

Σας ευχαριστώ και πάλι από καρδίας.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ