Με την σκέψη στον αιματηρό πόλεμο στην Ουκρανία, η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος εξέφρασε την ελπίδα του να είναι ειρηνικό το νέο έτος, στην καθιερωμένη ομιλία του, στην Αίθουσα του Θρόνου του Πατριαρχικού Οίκου, μετά τη Θεία Λειτουργία για την εορτή της Περιτομής του Κυρίου και της μνήμης του Μ. Βασιλείου, κατά την οποία χοροστάτησε το πρωί της Πρωτοχρονιάς, στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό στο Φανάρι.
Με τον Παναγιώτατο συγχοροστάτησαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ, Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, Μύρων κ. Χρυσόστομος, Πισιδίας κ. Ιώβ και Προύσης κ. Ιωακείμ, ενώ την Θεία Λειτουργία τέλεσε, κατά την τάξη, ο Πανοσιολ. Μ. Πρωτοσύγκελλος κ. Θεόδωρος.
“Εισήλθομεν εις τον νέον ενιαυτόν της χρηστότητος του Κυρίου εν λειτουργική συνάξει εις τον πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν, δοξάσαντες τον ενανθρωπήσαντα και σαρκί περιτμηθέντα Υιόν και Λόγον του Πατρός και τιμήσαντες εν ταπεινώσει την πανίερον μνήμην του Μεγάλου Βασιλείου, του φωστήρος της οικουμένης, του αγωνιστού της πίστεως και υψιπέτου θεολόγου, του φιλανθρώπου ασκητού και κοινωνικού αναμορφωτού, του πτωχοτρόφου, του «προστάτου των δεομένων», του «δευτέρου Ιωσήφ», του έχοντος και ασκούντος «παρρησίαν προς άρχοντας», του κατακοσμήσαντος τα ήθη των ανθρώπων, του τόσον διαφορετικού από τον γνωστόν «Αη Βασίλη» ή «Santa Klaus», ο οποίος «θωπεύει το εγώ» των ανθρώπων και κυριαρχεί εις τας οθόνας των τηλεοράσεων κατά την εόρτιον περίοδον. Κατά κανόνα, αι εορταί είναι πλέον πρωτίστως «οικονομικό γεγονός», τας διαχειρίζονται οι διαφημισταί και οι τηλεοπτικοί σταθμοί, τα γραφεία ταξιδίων, οι πωλούντες και οι ωνούμενοι. Έχει μάλιστα λεχθή, ότι οι άνθρωποι σήμερον ψυχαγωγούνται, διασκεδάζουν, αλλά δεν εορτάζουν πραγματικώς, αφού «δεν υπάρχει εορτή χωρίς Θεόν»”, είπε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στην ομιλία του, παρουσία Ιεραρχών και Αρχόντων Οφφικιαλίων του Θρόνου, της κ. Δανάης Βασιλάκη, Πρόξενου της Ελλάδος, Ομογενειακών παραγόντων και πιστών από την Πόλη και το εξωτερικό, και πρόσθεσε:
“Δι’ ημάς εδώ εις την Πόλιν, ο εορτασμός της Πρωτοχρονιάς, με τα ωραία του έθιμα, είναι εντεταγμένος και αντλεί τον ιδιαίτερον χαρακτήρα του από το πνεύμα του δοξολογικού και ολοφώτου Αγίου Δωδεκαημέρου. Εις τας εκκλησιαστικάς εορτάς, ο χρόνος λαμβάνει το νόημά του εκ της αιωνιότητος. Και η ζωή μας αποκαλύπτεται ως δώρον του Θεού, ως έκφρασις της θείας φιλανθρωπίας, της σεσαρκωμένης αγάπης, της ελθούσης χάριτος εν Χριστώ και διά του Χριστού.
Όπως έλεγε ο μακαριστός γέροντας και πνευματικός ημών πατήρ Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων, η «ουσία της αποστολής της Εκκλησίας εν τω κόσμω», εις όλας τας διαστάσεις της, είναι «να δίνη εις τας ψυχάς των ανθρώπων το χαρμόσυνον μήνυμα, ότι ο Χριστός σώζει, ότι μόνον ο Χριστός σώζει, ότι ουδέν άλλο όνομα υπάρχει ούτε εν τω ουρανώ ούτε εν τη γη, διά του οποίου δυνάμεθα να σωθώμεν, ει μη μόνον το εν όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Και έχει να είπη ακόμη η Εκκλησία, ότι μακράν του Χριστού υπάρχει ταραχή εις την καρδίαν, δυστυχία εις το βάθος της ανθρωπίνης ζωής» (Ανέσπερον Φως εκ Φαναρίου, Αθήναι 2022, σ. 409). Ανήκομεν εις τον Χριστόν. Εκείνος είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν. ιδ’, σ), η λυτρωτική απάντησις και η λύσις εις το αίνιγμα της ανθρωπίνης υπάρξεως. Αυτήν την Αλήθειαν ζη η Εκκλησία του Χριστού ως εμπειρίαν της δυνάμεως του Σταυρού και της Αναστάσεως και ως αποστολήν μεταμορφώσεως και αγιασμού του κόσμου”.
Ο Παναγιώτατος, ακολούθως, αναφέρθηκε στη διακονία και στις πρωτοβουλίες της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.
“«Γενεά παρέρχεται και γενεά έρχεται», και ημείς οι ενταύθα «ιστάμεθα εις τον αιώνα» επί των επάλξεων και φυλάσσομεν την παρακαταθήκην της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης. Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον διακονεί τον λαόν του Θεού εν ακλονήτω πιστότητι προς την δογματικήν και την κανονικήν παράδοσιν της Εκκλησίας και με ευαισθησίαν διά τον σύγχρονον άνθρωπον και τα σημεία των καιρών. Η παραδοσιακότης δεν μας εγκλωβίζει εις το παρελθόν, αλλά είναι αξιοποίησις της πείρας του παρελθόντος εν τω παρόντι, διά την μαρτυρίαν της Εκκλησίας εν τω κόσμω, εν τω οποίω αυτή ζη, δεν ταυτίζεται με αυτόν, αλλά και δεν είναι δυνατόν να τον αγνοήση.
Μας απασχολεί η διάσπασις της Χριστιανοσύνης, και συνεχίζομεν τους Οικουμενικούς διαλόγους, όπως απεφάσισε και η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης. Εις τας διαθρησκειακάς συναντήσεις τονίζομεν πάντοτε τον ειρηνοποιητικόν ρόλον των θρησκειών και την ανάγκην συνεργασίας των ενώπιον των μεγάλων συγχρόνων, πλανητικής διαστάσεως, προβλημάτων.
Απέναντι εις την σοβούσαν ανθρωπολογικήν και ηθικήν σύγχυσιν προβάλλομεν την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου και τας αιωνίας αξίας της πίστεως και του χριστιανικού ήθους, κατά το Κυριακόν «Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. κδ’, 35).
Διετρανώσαμεν την σταθεράν θέσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου απέναντι εις την φονικήν πανδημίαν του κορωνοιού Covid-19, αποδόντες τα της επιστήμης τη επιστήμη και τα του Θεού τω Θεώ. Δεν είναι αντίπαλοι η γνώσις και η πίστις, αλλά μεγάλαι θεόσδοτοι δυνάμεις του πνεύματος, αλληλένδετοι και αδιαίρετοι.
Δίδομεν την καλήν μαρτυρίαν και εις τον χώρον της πολιτικής και της οικονομίας, διακηρύσσοντες ότι αμφότεραι υπηρετούν σκοπούς και αξίας, τας οποίας δεν έχουν δημιουργήσει αι ίδιαι, και ότι δεν είναι δυνατόν να ομιλώμεν περί προόδου, όταν φαλκιδεύεται το ανθρώπινον πρόσωπον και καταστρέφεται το φυσικόν περιβάλλον, ο «οίκος» του”.
Και ο Πατριάρχης συνέχισε:
“Ενώπιον των αντιφάσεων και των κατ’ άνθρωπον δυσκόλως προβλεψίμων εξελίξεων, δεν πτοούμεθα, διότι δι’ ημάς τους Χριστιανούς το μέλλον δεν είναι ούτε αβέβαιον, ούτε σκοτεινόν. Γνωρίζομεν ότι η αλήθεια ήλθε και παρέδραμεν η σκιά, ο Λόγος του Θεού εγένετο σαρξ, προσλαβών και αγιάσας την ανθρωπίνην φύσιν και εν αυτή ανακαινίσας την κτίσιν πάσαν. Εν τω μυστηρίω και τοις αγίοις μυστηρίοις της Εκκλησίας του Χριστού προγευόμεθα της δόξης της Βασιλείας των Εσχάτων, της «καινής κτίσεως», ένθα «δικαιοσύνη κατοικεί» (Β’ Πετρ. γ’, 13). Ο χαρακτηρισμός του «εκκοσμικευμένου κόσμου» μας ως «μεταχριστιανικού» είναι θεολογικώς άτοπος. «Μετά Χριστόν», τα πάντα ευρίσκονται, και θα μείνουν εις τον αιώνα «εν Χριστώ».
Με αυτάς τας σκέψεις και τα αισθήματα, μνήμονες του συνεχιζομένου αιματηρού πολέμου εις την Ουκρανίαν, προσβλέπομεν εις ένα ειρηνικόν νέον ενιαυτόν της χρηστότητος του Κυρίου, του θέλοντος «πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α’ Τιμ. β’, 4). Δεόμεθα Αυτού, όπως αναπαύη τας ψυχάς των μακαρία τη λήξει γενομένων σεπτών προκατόχων ημών, πάντων των ευόρκως διακονησάντων τον Οικουμενικόν Θρόνον, και των ενταύθα και εν απάση τη δεσποτεία Κυρίου αναπαυομένων τέκνων της Μεγάλης Εκκλησίας, εν Χώρα ζώντων και σκηναίς δικαίων, χαρίζηται δε πάσιν υμίν, τιμιώτατοι αδελφοί, εντιμολογιώτατοι Άρχοντες και προσφιλέστατα τέκνα, πρεσβείαις του εν Αγίοις Πατρός ημών Βασιλείου, Αρχιεπισκόπου Καισαρείας της Καππαδοκίας του Μεγάλου, εν αίσιον, υγιηρόν και καλλίκαρπον Νέον Έτος, πλήρες θείων δωρημάτων.”
Προηγουμένως τον Παναγιώτατο προσφώνησαν ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ, ως εκπρόσωπος της Ιεραρχίας του Θρόνου, και ο Άρχων Ιερομνήμων κ. Αντώνιος Χατζόπουλος, ο οποίος ευχήθηκε εκ μέρους των Οφφικιαλίων της Μ.τ.Χ.Ε. και της Ομογενείας της Πόλεως.
Στην ομιλία του ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος, μεταξύ άλλων, επεσήμανε:
“O απολογισμός των αγώνων μας υπέρ της Ορθοδόξου ημών πίστεως, απολογισμός τιμής και αγάπης, ευρίσκει ημάς εγκαυχωμένους περί του Υμετέρου Σεπτού Προσώπου, του σοφωτάτου Πατριάρχου του Γένους, του κορυφαίου της Ρωμηοσύνης, ο Οποίος εκδαπανάσθε κυριολεκτικώς υπέρ του παραδοσιακού φρονήματος των Αγίων Πατέρων, έστω και εάν οι πάντες δεν δύνανται να κατανοήσουν το πώς, εν τίνι ακραιφνεί τρόπω, διακονείτε την Ιεράν Παράδοσιν, μη παρεκκλίνων ουδέ κατά κεραίαν εξ όσων παρελάβομεν υπό της ιστορίας ημών.
Η Μήτηρ Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, η Μεγάλη Εκκλησία, εις πείσμα των ποικίλων επίτηδες γινομένων αμφισβητήσεων, υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχη εις τους αιώνας η βάσις άσειστος της Αληθείας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού!
Τούτο το ηχηρόν μήνυμα αποστέλλει προς πάσαν κατεύθυνσιν η περί Υμάς σεβασμία Ιεραρχία του Πανσέπτου Οικουμενικού Θρόνου δοξολογούσα Αυτόν ότι εδωρήσατο ημίν φρυκτωρόν ανύστακτον και φύλακα ακάματον των ιερών υποθέσεων της Εκκλησίας, του τε Δόγματος και των Κανόνων, των οδηγούντων εις την λύτρωσιν και την σωτηρίαν”.
Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ο Οικουμενικός Πατριάρχης χοροστάτησε μαζί με τους Σεβ. Μητροπολίτες Γέροντα Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ, Γέροντα Δέρκων κ. Απόστολο, Γέροντα Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριο, Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνα, Μύρων κ. Χρυσόστομο, Ικονίου κ. Θεόληπτο, Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στέφανο, Κυδωνιών κ. Αθηναγόρα, Πισιδίας κ. Ιώβ, Σηλυβρίας κ. Μάξιμο, Σαράντα Εκκλησιών κ. Ανδρέα και Προύσης κ. Ιωακείμ, στον Μ. Εσπερινό που τελέστηκε στον Πατριαρχικό Ναό, στον οποίο παρέστησαν συμπροσευχόμενοι οι Θεοφιλ. Επίσκοποι Αλικαρνασσού κ. Αδριανός, Αραβισσού κ. Κασσιανός, Ευδοκιάδος κ. Αμβρόσιος, Τράλλεων κ. Βενιαμίν, Δαφνουσίας κ. Σμάραγδος και Ξανθουπόλεως κ. Παΐσιος, καθώς και οι Πρόξενοι της Ελλάδος και της Ουκρανίας στην Πόλη κ. Δανάη Βασιλάκη και κ. Maksim Vdovychenko, και πλήθος πιστών.
Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος δέχθηκε διαδοχικά στο Πατριαρχικό Γραφείο τις ευχές των Αρχιερέων και των μελών, κληρικών και λαϊκών, της Πατριαρχικής Αυλής και του λοιπού προσωπικού του Πατριαρχείου.
Κατά το εόρτιο γεύμα στην Πατριαρχική τράπεζα, που παρακάθησαν οι Αρχιερείς του Θρόνου, το χρυσό νόμισμα της Αγιοβασιλόπιττας έτυχε στον Θεοφιλ. Επίσκοπο Δαφνουσίας κ. Σμάραγδο, βοηθό Επίσκοπο της Ι. Μητροπόλεως Χαλκηδόνος. Το χρυσό νόμισμα της δεύτερης Αγιοβασιλόπιττας που ευλόγησε ο Παναγιώτατος, αμέσως μετά, στην Αίθουσα του Θρόνου, παρουσία Αρχιερέων, κληρικών, πιστών από την Πόλη και προσκυνητών από το εξωτερικό, έτυχε στο κομμάτι του Αιδεσιμ. Οικονόμου κ. Βασιλείου Κομνηνού, κληρικού της Ι. Μητροπόλεως Χαλκηδόνος.
Στην ομιλία του, ο Πατριάρχης, ευχήθηκε τα χρόνια πολλά προς όλους τους υπηρετούντες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στους παρισταμένους ομογενείς αλλά και τους προσκυνητές από το εξωτερικό.
Αμέσως μετά, μαθήτριες και μαθητές της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής έψαλαν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, συνεχίζοντας μία όμορφη παράδοση της Ομογένειας.
Φωτογραφίες: Νίκος Παπαχρήστου / Οικουμενικό Πατριαρχείο