Του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Αννόβερο Γερμανίας
Η μεγάλη σοδειά, η εφορεία των αγαθών, η απόδοση των κτημάτων δημιούργησαν μεγάλο προβληματισμό στον πλούσιο της ευαγγελικής περικοπής. Ήταν τόσα πολλά τα αγαθά που δεν ήξερε τι να κάνει. «Διελόγιζετο εν εαυτώ». Σκεφτόταν, συνέχεια σκεφτόταν τι να τα κάνει τα τόσα υπάρχοντά του. Με τον εαυτό του σκεφτόταν, απομονωμένος και ξεκομμένος από τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν χαιρόταν για την μεγάλη σοδειά του, για τα πλούτη του. Σκέψεις και φροντίδες του δημιουργούσε μόνο ο πλούτος. Έτσι μόνος του νόμισε πως βρήκε τη λύση. «Τούτω ποιήσω», (αυτό θα κάνω), κι αρχίζει να σκέφτεται και να προγραμματίζει χωρίς καμιά άλλη βουλή. Δεν είχε ιδανικά, δεν τον ενδιέφερε τίποτ΄άλλο, γι’ αυτό και στη λύση του προβλήματός του οδηγήθηκε έχοντας ως γνώμονα μόνο το δικό του, το προσωπικό του συμφέρον. Αυτό θα κάνω σκέφτηκε και πάει έληξε, λύθηκε το πρόβλημα, θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα τις ξαναφτιάξω μεγαλύτερες, «καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω». Όπως φάνηκε όμως στη συνέχεια, λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο. Αυτή τη νύχτα πεθαίνεις τον προειδοποιεί ο Θεός. Αυτό ο πλούσιος το είχε ξεχάσει. Τον είχαν απορροφήσει οι φροντίδες των αγαθών και είχε λησμονήσει πως υπάρχει και Θεός.
Πόσο παντοδύναμος αισθάνεται τελικά ο άνθρωπος όταν έχει πλούτη. Ο πλούσιος με τα πολλά αγαθά, με τα μεγάλα εισοδήματα ούτε καν θυμήθηκε το Θεό. Τα υλικά αγαθά είχαν κερδίσει το νου και την καρδιά του. Γι’ αυτόν υπήρχε μόνο ύλη. Ο ουρανός γι’ αυτόν ήταν κλειστός.
Αυτός είναι ο υλικός άνθρωπος, να την η εικόνα του υλιστή. Όλη του η ευτυχία κτισμένη πάνω στα υλικά αγαθά, που φθείρονται, που αλλάζουν και αλλοιώνονται. Ολόκληρος παραδομένος στην ύλη, λησμονεί την πνευματική του φύση και ξεχνά τον Θεό που τον έπλασε. Μέσα στη μέθη του πλούτου πουθενά δεν τον ανακαλύπτει, πουθενά δεν συναντά την παρουσία του. Με την λύση που δίνει στο πρόβλημα της αποθήκευσης των αγαθών ίσως να θεώρησε και τον εαυτό του σοφό. Οποία δυστυχία όμως! Αυτός που θεωρεί τον εαυτό του σοφό καταγγέλλεται από τον Θεό ως άφρον.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλοί πλούσιοι είναι ψυχροί και αδιάφοροι σε ό,τι έχει σχέση με την Πίστη και τον Θεό. Κατέχουν πλούτη, κατέχουν τα πάντα. Δεν έχουν μπει ποτέ στη διαδικασία να σκεφτούν ότι έχουν μόνο τη χρήση και όχι την ιδιοκτησία. Απλοί διαχειριστές είναι. Δεν είναι δικά τους τα πλούτη, δικιά τους μόνο είναι η σκλαβιά που δημιουργούν.
Μα καλά, αναρωτηθούν ίσως κάποιοι, γιατί τα δίδει τότε όλα αυτά τα αγαθά ο Θεός; Για να τα επενδύσει! Τα δίνει ο Θεός για να γίνονται επενδύσεις, στο σπουδαιότερο κοινωνικό έργο που είναι η αγάπη.
Έτσι θα είναι οι πλούσιοι χρήσιμοι στην κοινωνία. Όταν μαζί με τα πλούτη τους αυξάνονται και οι αρετές τους.
Στα αγαθά που δίδει ο Θεός, στον υλικό πλούτο που εμπιστεύεται στον άνθρωπο, διεκδικεί έναν φόρο, τον φόρο της αγάπης, ο οποίος καταβάλλεται με τα έργα της ελεημοσύνης και της ανθρώπινης αλληλεγγύης. Σε διαφορετική περίπτωση εκείνος που απολαμβάνει μόνος του τα αγαθά που του χαρίζει ο Θεός γίνεται φοροφυγάς του ουρανού.
Σήμερα που στην κοινωνία μας η δυστυχία είναι διάχυτη σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, εμείς οι Χριστιανοί και μάλιστα οι Ορθόδοξοι είμαστε υποχρεωμένοι να καταβάλλουμε αυτόν τον φόρο της αγάπης, ο οποίος εν τέλει μετατρέπεται σε τόκο και συνάλλαγμα το οποίο θα μπορούμε να εξαργυρώσουμε ενώπιον του θρόνου του Κυρίου μας, κατά την ημέρα της φοβερής και ένδοξης παρουσίας του.
“Να ψάχνετε να βρίσκετε τους φτωχούς και να μαζεύετε να πάτε να τους βοηθάτε. Αυτά θέλει ο Θεός, όχι να πηγαίνετε τάχα να προσεύχεστε στην εκκλησία”, δίδασκε η Οσία Σοφία η Ασκήτρια της Κλεισούρας.
Και μην ξεχνάμε ότι «δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν».