10.6 C
Athens
Δευτέρα, 30 Δεκεμβρίου, 2024

Για την ημερίδα Ελληνομάθειας στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή

Δρ Συμεών Σολταρίδης

Όπως είναι γνωστό στην Κωνσταντινούπολη πραγματοποιούνται συχνά ημερίδες, συμπόσια ή συνέδρια. Άλλα έχουν ως θέμα τα προβλήματα της νεολαίας, άλλα τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων, άλλα το περιβάλλον και άλλα την Ελληνομάθεια.

Το προηγούμενο Σάββατο υπήρξε μία ημερίδα σχετικά με την «Ελληνική Γλώσσα και τον Πολιτισμό». Διοργανώθηκε στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή με την στήριξη της Ιεράς Μητρόπολης Σταυρουπόλεως και Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης παρουσία του Πατριαρχικού εκπροσώπου Δευτερεύοντος π. Αλέξανδρου, του Συντονιστή Εκπαίδευσης στην Πόλη κ. Γιάννη Γιγουρτσή και πολλών εκπαιδευτικών.

Έγιναν αξιόλογες εισηγήσεις από εκπαιδευτικούς των Ρωμαίικων σχολείων, οι οποίοι με τις γνώσεις, μεθοδολογία και έργο τους απέδειξαν ότι αποτελούν την γενιά των άξιων εκπαιδευτικών της Πόλης και συνεχίζουν το έργο των προκατόχων τους. Επεσήμαναν τα προβλήματα της εκπαίδευσης, κατέδειξαν λύσεις και αναφέρθηκαν στο έργο που επιτελείται αφού σημείωσαν ότι στο παρελθόν δεν είχε γίνει κατανοητό το τεράστιο πρόβλημα και δεν είχε γίνει αποδεκτή η άποψη ότι «η Ελληνική πρέπει να διδάσκεται ως δεύτερη γλώσσα».

Η καθηγήτρια του Ζαππείου Κορνηλία Τσεβίκ- Μπαϊβερτιάν με θέμα «Πολυπολιτισμικότητα και Ελληνομάθεια στο Ομογενειακό Σχολείο» επεσήμανε «ότι η ελληνική γλώσσα ως βασικός πυλώνας της εθνικής ταυτότητας της Ομογένειας στην Πόλη, ήταν και παραμένει πάντοτε τομέας της κοινωνικής ζωής άκρως ιερός, ο δε βαθμός του ενδιαφέροντος της κοινότητας γι’ αυτήν και η επιμονή της για τη συστηματική καλλιέργεια της, συνιστά μέτρο σεβασμού της κοινοτικής οντότητας». Στην συνέχεια αναφερόμενη στον μαθητικό πληθυσμό είπε ότι «την δεκαετία του 1990 το προφίλ των μαθητών ήταν στην πλειοψηφία του ομογενόπουλα-ρωμιόπαιδα. Την δεκαετία του 2000 το προφίλ άλλαξε με την παρουσία των αραβοφώνων. Τότε οι Αντιοχείς αποτελούσαν το 50% των μαθητών που γράφονταν στα ομογενειακά σχολεία. Στην δεκαετία 2010-2020 αν και υπήρξαν ελπιδοφόρες κινήσεις όπως η ίδρυση παιδικού σταθμού, ενίσχυση νηπιαγωγείου, διδασκαλία σε μικρές τάξεις σε δύο διαφορετικά επίπεδα γλώσσας, συχνές επαφές με τον ελλαδικό χώρο, κατασκηνώσεις στο νησί Πρώτη, ημερίδες, σεμινάρια».

Αναφερόμενη στο γλωσσικό θέμα σημείωσε ότι η παρουσία των Αντιοχέων μαθητών ενίσχυσε τα Ομογενειακά σχολεία αλλά δημιούργησε μια γλωσσική πανσπερμία. Και αυτό, όπως είπε, «οφείλεται στο γεγονός ότι η κοινότητα των Ρωμιών αρνήθηκε να ακολουθήσει τρόπους εκμάθησης της ελληνικής ως δεύτερη και ξένης με αποτέλεσμα οι μαθητές αυτοί να μην λαμβάνουν την γλωσσική μόρφωση επιτυχώς σε μικρή ηλικία στις τάξεις του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού και να μεγεθύνεται έτσι το πρόβλημα στις μεγαλύτερες τάξεις αμαυρώνοντας γενικώς την εικόνα των σχολείων μας.»

Και συνέχισε «παράγοντες, όπως η ραγδαία μείωση του ομογενειακού πληθυσμού, η αύξηση των μικτών γάμων με αλλογενείς και αλλόθρησκους, το «άνοιγμα» της συντηρητικής κοινότητας των Ρωμιών στην μεγάλη κοινωνία, η δυνατή παρουσία των τουρκικών μίντια, συνέχισαν να ταλαιπωρούν τα σχολειά μας, από πλευράς γλωσσομάθειας, δημιουργώντας παράλληλα μια νέα γλωσσική πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας στην Κωνσταντινούπολη». Καταλήγοντας είπε «Όλην αυτήν την κατάσταση με τα πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματά της, επωμιστήκαμε οι δάσκαλοι της γενεάς μου. Συνοπτικά μπορώ να πω ότι, αν υπήρχε κάποια μεθοδική προσέγγιση εξυγίανσης των Ελληνικών, βάσει γλωσσικών προγραμμάτων, από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης του προβλήματος, δεν θα γινόταν λόγος για «την γλωσσική αναστάτωση» την οποία βιώνουμε σήμερα. Πάντα με πρώτη αρχή «την διδασκαλία της ελληνικής, ως δεύτερης και ως ξένης». Κι αυτό γιατί, θα υπήρχαν όρια ξεκάθαρα ανάμεσα στα επίπεδα της ομιλούμενης γλώσσας».

Μια άλλη εξίσου σημαντική εισήγηση ήταν της Ρίκας Μπεκιάρη Παντελάρα, επίσης καθηγήτριας του Ζαππείου, η οποία είπε ότι «Στο πλαίσιο της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας θα πρέπει να βρεθούν κάποιες εναλλακτικές προσεγγίσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και όλο το εκπαιδευτικό σύστημα. Μία νέα προσέγγιση είναι και η «διαγλωσσικότητα». Η διαγλωσσικότητα αναφέρεται στις ποικίλες γλωσσικές πρακτικές και στρατηγικές που χρησιμοποιούν σε καθημερινό επίπεδο οι δίγλωσσοι ομιλητές προκειμένου νανοηματοδοτήσουν και να επικοινωνήσουν με το (δίγλωσσο) περιβάλλον τους με σκοπό, να δημιουργήσουν το δίγλωσσο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν. Πιστεύω ότι με το προφίλ των μαθητών που έχουμε στα σχολεία μας τα τελευταία χρόνια θα βοηθούσε πολύ στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας».

Σε άλλο σημείο σημείωσε «Το ιδανικό θα ήταν να έχει λυθεί το γλωσσικό θέμα όσον αφορά τη διδασκαλία της ελληνικής στα προσχολικό και πρώτο στάδιο και η πλειοψηφία των μαθητών να βρίσκεται στο ίδιο επιθυμητό επίπεδο αλλά από τη στιγμή που αυτό δεν είναι εφικτό θα πρέπει να προσαρμοστούμε στις νέες μεθόδους γλωσσικής διδασκαλίας για να εξαφανιστεί το χάσμα ανάμεσα στη γλώσσα καταγωγής και στη γλώσσα-στόχο δημιουργώντας επικοινωνιακά ικανά άτομα».

Τέλος η Ρίκα Παντελάρα επισημαίνοντας την ανάγκη αποδοχής της ελληνικής ως δεύτερης και τρίτης γλώσσας και την διδασκαλία της, κατέληξε «Η γλωσσική ποικιλότητα στους μαθητές που συγκροτούν την ίδια ομάδα συνιστά έναυσμα για ευρύτερες και βαθύτερες διερευνήσεις προς την κατεύθυνση της γεωγραφικής κοινωνικής και ιστορικής ποικιλότητας η οποία χαρακτηρίζει την γλωσσική κληρονομιά των μελών της ίδιας κοινότητας. Εν κατακλείδι πρέπει να μάθουμε να αναγνωρίζουμε και να σεβόμαστε αυτή την ποικιλότητα που αποτελεί το σημαντικότερο βήμα για να μάθουμε να συμβιώνουμε μαζί της, χωρίς αυτή να μας επηρεάζει απόλυτα αλλά και χωρίς να την καταστρέφουμε» .

Στην συνέχεια τον λόγο πήρε ο Διευθυντής της Πατριαρχικής Κατασκήνωσης Παιδοπόλεως της νήσου Πρώτης Διαμαντής Κομβόπουλος, καθηγητής του Ζωγραφείου ο οποίος σημείωσε τους τρόπους με τους οποίους οι Κατασκηνώσεις της Πρώτης συμβάλλουν στην ελληνομάθεια των παιδιών. Αναφέρθηκε στις αθλοπαιδιές, στις δράσεις, στους χορούς, στα τραγούδια, στους διαγωνισμούς γνώσεων και κατέληξε «Σκοπός των Παιδικών Κατασκηνώσεων είναι η διαπαιδαγώγηση και τα έργα παιδείας και προσπαθούμε να διαμορφώσουμε ένα περιβάλλον λειτουργικό, καθαρό και ασφαλές, όπου ομιλείται η ελληνική γλώσσα».

Επίσης με ομιλίες τους εισηγήθηκαν η Δήμητρα Ράπτη, καθηγήτρια από το σχολείο της Ίμβρου, ο Στέλιος Καραγιάννης από το Ζάππειο, που παρέθεσε πολύ ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία για τη σύνθεση του μαθητικού δυναμικού του Ζαππείου Δημοτικού Σχολείου. Η Ολυμπία Μπέτσα από την Μεγάλη του Γένους Σχολή παρέθεσε τα αποσπάσματα από τα παραχθέντα έργα του προγράμματος Δημιουργικής γραφής που εφαρμόζει στη Μεγάλη του Γένους Σχολή δίνει την ευκαιρία στους μαθητές και τις μαθήτριες να εκφραστούν με δημιουργικό και προσωπικό τρόπο χρησιμοποιώντας την ελληνική γλώσσα. Τέλος η φιλόλογος Μαρία Χαραλαμπίδου παρουσίασε και αξιολόγησε την κατασκήνωση της Ιεράς Μητρόπολης Σταυρουπόλεως και Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης, όπου μαθητές και μαθήτριες των ομογενειακών σχολείων φιλοξενήθηκαν κι αυτό το καλοκαίρι. Μετέφερε και την επιθυμία του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως και Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης κ. Βαρνάβα να συνεχιστούν και να επεκταθούν τα προγράμματα φιλοξενίας στο άμεσο μέλλον.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ