Δρ Συμεών Σολταρίδης
Ιστορία και έργο
Στο προηγούμενο άρθρο της σχετικής αρθρογραφίας αναφερθήκαμε στον ερχομό των Λευκών Ρώσων στην Κωνσταντινούπολη μετά την ήττα που υπέστησαν οι φιλοτσαρικές δυνάμεις στην επανάσταση του 1917. Είχαν εγκατασταθεί στις περιοχές του Γαλατά και του Πέρα, ιδιαίτερα όμως φιλοξενήθηκαν στα Μετόχια που είχαν ιδρύσει Αγιορείτες Μοναχοί καθώς και στα κελιά που είχαν ιδρυθεί κατά παράβαση από τους κελιώτες του Όρους. Αυτά αν και αποστολή είχαν την εξυπηρέτηση των διερχόμενων Ρώσσων προσκυνητών, την αποστολή αγαθών στα μοναστήρια και κελιά τους, ταυτόχρονα είχαν και την εφαρμογή της διεισδυτικής ρωσικής πολιτικής στην Πόλη.
Ίδρυση μετοχίων
«Στην ποιμαντική δράση του Αγίου Όρους στη σύγχρονη εποχή, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα αγιορείτικα μετόχια, τα οποία αποτελούν ιδιοκτησίες κυρίαρχων μονών» γράφει ο Παναγιώτης Αναγνώστης στην «Πεμπτουσία» 30 Μαρτίου 2022.
Τα μετόχια, ιδιοκτησίες μονών και σκητών και κατά παράβαση κελιών βρίσκονταν μακριά από τα μοναστήρια και τις σκήτες τους και αποτέλεσαν τον θεσμό που στήριζε οικονομικά κυρίως τα μοναστήρια, αλλά και τη διάδοση της Αγιορείτικης Ορθόδοξης Φιλοσοφίας. Μέσω αυτών όμως προωθούνταν και η ιδέα του Πανσλαβισμού.
Γράφει ο κ. Αναγνώστης «Εκτός όμως των μετοχίων που συνέβαλαν στην αυτάρκεια σε αγροτικά αγαθά, εμφανίσθηκαν σταδιακά και λειτούργησαν και αστικά μετόχια στην Κωνσταντινούπολη, τη Θεσσαλονίκη αλλά και σε άλλες πόλεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας, με σκοπό να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες των κυρίαρχων μονών σε σταθερούς πόρους για τον εξοπλισμό και τη συντήρηση των μονών, αλλά και τη διαβίωση των πολυάριθμων μοναχών». Έτσι τα κυρίαρχα μοναστήρια και σκήτες δημιούργησαν με τον τρόπο αυτό μια «οικονομική ενδοχώρα» ταυτόχρονα όμως και κοιτίδες Πανσλαβικών σκέψεων και οραματισμών.
Τα μετόχια που ιδρύονταν στήριζαν οικονομικά τα μοναστήρια και τις σκήτες τους στέλνοντας αγαθά από επιχειρήσεις που ίδρυαν, από τους κοιτώνες που έκτιζαν ή τους χώρους φιλοξενίας που διαμόρφωναν για να επωφεληθούν οικονομικά από το προσκυνηματικό ρεύμα Ρώσων πιστών προς Ιεροσόλυμα και Κωνσταντινούπολη. Σε έγγραφο της Υψηλής Πύλης του έτους Εγείρας 1310 της 19ης Απριλίου, δηλαδή 1 Μαίου 1894 γίνεται λόγος για τα μετόχια ότι «ιδρύονται (στον Γαλατά) για την φιλοξενία Ρώσων υπηκόων που πήγαιναν στο Άγιον Όρος».
Στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια» έτος ΚΕ αριθμός 23/10 Ιουνίου 1905, με υπότιτλο «Ρώσοι προσκυνηταί» αναφέρεται ότι «επισκέφθηκαν και υπέβαλλαν σέβη στον Πατριάρχη και εκ μέρους του την επομένη επισκέφθηκε ο δευτερεύων Ιερόθεος το μετόχι του Αγ. Παντελεήμονα στον Γαλατά διαβιβάσας τας Πατριαρχικάς ευλογίας».
Όπως αναφέρει ο Νίκος Τσούκας σε σημείωμα του, ο οποίος παραθέτει το βιβλίο του Γεράσιμου Σμυρνάκη με τίτλο « ‘Άγιον Όρος» που εκδόθηκε το 1903 «φαίνεται πως το μεγάλο προσκυνηματικό ρεύμα από Ρωσία στα τέλη του 19ου αι. έδωσε αφορμή να χτιστούν τα τρία γνωστά σήμερα εκκλησάκια», τα οποία έφερναν έσοδα στα μοναστήρια στα οποία ήταν συνδεδεμένα τα μετόχια.
Στα μέσα του 19ου αιώνα (1850) άρχισαν να κτίζονται τα μετόχια, ιδιαίτερα μετά το Τανζιμάτ και Ισλαχάτ που έδιναν πολιτικές και θρησκευτικές ελευθερίες στους μη μουσουλμάνους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό έδωσε μία διέξοδο στο ενδιαφέρον του Τσάρου και της Ρωσικής εκκλησίας στα θρησκευτικά δρώμενα εκτός Ρωσίας, με ιδιαίτερο στόχο την Κωνσταντινούπολη, με την πεποίθηση πως θα εκμεταλλευτούν το Ορθόδοξο φρόνημα των Ρώσων πιστών για διείσδυση στο Φανάρι.
Άδεια από το Φανάρι για ιερουργία
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yildiz Teknik της Πόλης, του τμήματος Διεθνών σχέσεων Ελτσίν Ματζάρ, αναφερόμενος στην εργασία του με τίτλο « Η Ρωσική Ορθόδοξος Εκκλησία εκτός Ρωσίας (Roscor) και τα χρόνια (που βρίσκονταν) στην Κωνσταντινούπολη» γράφει: «Μετά την ήττα του στρατού των Λευκών Ρώσων, ήρθαν στην Πόλη 150.000 από την Κριμαία το 1920» ( ΣΜ. Ήταν τα υπολείμματα του κατακερματισμένου τσαρικού στρατού της Νότιας Κριμαίας). Μεταξύ τους ανώτεροι στρατιωτικοί και κληρικοί, όπως ο Μητροπολίτης Ευλόγιος, οι οποίοι απευθύνθηκαν στο Φανάρι ώστε να μπορούν να ιερουργούν στα μετόχια.
Η απάντηση ήταν θετική, με την ρητή εντολή ότι δεν θα τελούν μυστήρια εκτός της Θείας Ευχαριστίας. Και δεν θα αναμιγνύονται σε πολιτικές συζητήσεις. Κάτι το οποίο δεν τήρησαν, ιδιαίτερα όταν άρχισαν να παίρνουν ανοικτά πολιτική θέση υπέρ του Τσάρου.
Αυτή η πολιτική τους ταυτόχρονα είχε καταδικαστεί και από την Υψηλή Πύλη οπότε και υποχρεώθηκαν να αναχωρήσουν για Καρλοβίκιο (Karlovic) της Σερβίας και αφού ίδρυσαν την «Σύνοδο του Καρλοβικίου (Karlovic) » όπως σημειώνει ο Ελτσίν Ματζάρ, μετατράπηκαν εκεί σε κέντρο της Διασποράς των Λευκών Ρώσων.
Παρέμειναν στην περιοχή του Γαλατά της Πόλης από το 1917 έως το 1921 που αναχώρησαν για Σερβία, καθώς το Φανάρι απαγόρευσε τον Ευλόγιο και άλλους ανώτερους κληρικούς να ιερουργούν. Επί πλέον είχαν έρθει σε πλήρη αντίθεση με τον Πατριάρχη Τύχων που ανέλαβε να τακτοποιήσει το εκκλησιαστικό ζήτημα της Ρωσικής εκκλησίας μια και επί Μεγάλου Πέτρου είχε καταργηθεί ο θεσμός του Πατριάρχη και η εκκλησία διοικούνταν από Διοικούσα Σύνοδο. Ο θεσμός επανήλθε το 1917. Συγκεκριμένα από το 1700-1917 η Εκκλησία της Ρωσίας διοικούνταν από Συνοδικό σύστημα με εντολή του Τσάρου Πέτρου του Α΄. Το Νοέμβριο του 1917 αποκαταστάθηκε η Πατριαρχική πράξη και επανήλθε το Πατριαρχείο Μόσχας.
Βέβαια πρέπει να ειπωθεί ότι γενικά από όπου είχαν καταφύγει στο πρόσφατο παρελθόν επέστρεψαν στην Ρωσία μετά την Περεστρόϊκα και κυρίως επί Πούτιν με την ελπίδα της εκ νέου ίδρυσης και ανασύστασης της Αγίας Ρωσίας. Είναι γνωστό ότι επικρατούσαν δύο εκκλησιαστικοί θεσμοί και οι πιστοί δεν αποδέχονταν την κοινωνία μεταξύ τους. Η πρώτη, που ήταν τα υπόλοιπα της Οκτωβριανής επανάστασης και η δεύτερη η rocor που διαπνέονταν από εθνικιστικές ιδεοληψίες και μετατράπηκε σε εθνική εκκλησία. Για την καλύτερη δε συνένωση χωρίς διαξιφισμούς, εντάσεις και έριδες η Ρωσική εκκλησία ανακήρυξε Άγιο τον τσάρο Ρωμανό οπότε και πολλοί ιστορικοί σημειώνουν ότι «ήταν το δόλωμα για να κατευναστούν οι αντιπαλότητες».
Έτσι το 2007 οι δύο εκκλησίες συνενώθηκαν με κρατική παρέμβαση σε μία που καλλιεργεί την από κοινού πολιτική κράτους και εκκλησίας. Οπότε μαζί με την διείσδυση της Πανσλαβικής ιδεολογίας προωθείται η κρατική και εκκλησιαστική θεώρηση. Δηλαδή η Ρωσική εκκλησία στηρίζει το Ρωσικό πολιτικό σύστημα ενώ δέχεται την στήριξη του Ρωσικού κράτους για την προώθηση της σε Ορθόδοξες περιοχές εκτός Ρωσίας.
Ως προς τα μετόχια.
Στην περιοχή του Γαλατά, κοντά στο λιμάνι του Karaköy, ιδρύθηκαν τα εξής Μετόχια:
του Αγίου Ανδρέα, της Βατοπεδινής Σκήτης του Αγίου Ανδρέα,
του Αγίου Παντελεήμονα, της Μονής Παντελεήμονος του Αγίου Όρους,
του Προφήτη Ηλία, της Παντοκρατορινής Σκήτης.
του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου, Χελανδαρηνό
του Αγίου Νικολάου, Χελανδαρινό
της Τιμίας Ζώνης ή Αγίας Σκέπης της Ιβήρων,
της Παναγίας του Σταυρονικητηνού και
του Τιμίου Σταυρού, Καρακαλληνού.
Τα πέντε αυτά κελιά αναφέρονται στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια» έτος ΚΣΤ Αρ. 42/21 Οκτ.1905 , η οποία γράφει στην απόφαση που εξέδωσε η ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους στον Άθω «δια πατριαρχικής επιστολής από 31 Αυγούστου 1905: ότι δηλαδή αι υπό τινών κελλιωτών εν Γαλατά αγορασθείσαι πέντε οικείαι επί σκοπό του είναι μετόχια των εν Αγίω Όρει πέντε κελλίων….κλεισθώσι, μηδαμώς επιτρεπομένου του δήθεν μετοχιακού χαρακτήρος αυτών, οι δ΄εν αυτοίς εκνόμως διατριβόντες κελλιώται εις τα οικεία κελλεία αποπεμφθώσιν, ενεκα σπουδαίων λόγων ήκιστα συναδόντων προς την άτυρβον και ιεράν επαγγελίαν του μοναχού».
Πάντως υπάρχει διάχυτη η άποψη και αναφορά και σε ένα άλλο κελί σε αυτό της Αγίας Τριάδος, που μάλλον αποτελεί την συνένωση των τριών μονών αφού στα ρωσικά αναφέρονται ως «τριάδα». Έτσι παραμένουν τα εξαρτημένα μετόχια, νόμιμα και «παράνομα» οκτώ. Οι πηγές τονίζουν ότι «στην πραγματικότητα τα πέντε κελιά λειτουργούσαν σαν ένα, συστεγάζονταν στο ίδιο κτίριο, έπαιρναν από κοινού αποφάσεις έκτισαν κοινό ναό, που τελικά σφραγίσθηκε σαν παράνομος» μετά την διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ των πέντε και των τριών μεγάλων, όπως προειπώθηκε παραπάνω παραβάλλοντας την «Εκκλησιαστική Αλήθεια».
Σε γραπτή επικοινωνία που είχα με τον κ. Τσούκα σχετικά με την διαμάχη σημείωσε: «Η προσωπική μου άποψη είναι πως τα πέντε μικρότερα μετόχια ζηλεύοντας τις οικονομικές απολαβές των μεγαλύτερων επιχείρησαν να συνασπιστούν ώστε να ανταγωνιστούν τα τρία μεγαλύτερα και αγόρασαν δικό τους κτίριο χτίζοντας ναό κι αυτά επάνω. Ο Σμυρνάκης αναφέρεται σχετικά με τις μηχανορραφίες που χρησιμοποιήσαν Έλληνα μοναχό σαν συνέταιρο ώστε με το όνομά του να προβούν στην ανέγερση και μετά τον άδειασαν». Και συνέχισε:
«Πιθανώς να υπήρχε κάποια ιδιωτική συμφωνία με τα τρία μεγάλα που να απαγόρευε την ανέγερση ναού και οδήγησε στο να τα κυνηγήσουν και να αποκηρύξουν τη νομιμότητα του ναού προβαίνοντας και σε έξωση των μοναχών από το κτίριο οι οποίοι μετά οδηγήθηκαν σε άλλο γειτονικό. Γι’ αυτό μένει τώρα το τέταρτο εκκλησάκι άδειο και κανείς δε φαίνεται να γνωρίζει σχετικά με αυτό».
Πάντως φαίνεται ότι υπήρχαν μεγάλες έριδες τόσο μεταξύ των Ρώσσων κελιωτών με την κοινότητα και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με τις μητρικές Μονές, τις Σκήτες και τα Κελιά όσο «και με τα ίδια τα δικά τους μεγάλα ρωσικά σκηνώματα τις Μονές και τις Σκήτες» Τα 5 κελιά ή μετόχια στην Πόλη έκαναν προσπάθειες απεξαρτητοποίησης τους και μερικώς το πέτυχαν.
Φαίνεται ότι τα πέντε διατηρούσαν δύο κτίρια στον Γαλατά, το ένα ίσως το ενοικίαζαν αρχικά και μετέπειτα αγόρασαν δικό τους όπου έχτισαν το ναό. Όταν τους έκαναν έξωση και σφράγισαν το ναό, επανήλθαν στο προηγούμενο. Το ένα στο τετράγωνο ανατολικά της Καφατιανής και το άλλο όπου και ο ναός, σε αυτό δυτικά της. Διατηρούσαν επίσης ρωσικό σχολείο με διευθυντή σχολής τον διευθυντή του Ρωσικού αρχαιολογικού ινστιτούτου καθώς και οικοτροφείο για τους μαθητές του. Επίσης σε οκτώ μετόχια αναφέρεται και ο Ρώσος προσκυνητής Παβλόβσκι το 1907 σε τουριστικό οδηγό, όπως αναφέρει ο Νίκος Τσούκας. Παραθέτουμε την σχετική παραπομπή, αφού σημειώσουμε ότι αποτελεί «προπαγανδιστικό» υλικό. Κάτι που φαίνεται και από τον υπότιτλο του πονήματος αφού τα αγιορείτικα μετόχια τα χαρακτηρίζει Ρωσικά.
Γράφει λοιπόν για την εποχή εκείνη:
«»Ρωσικά Μετόχια στην Κωνσταντινούπολη. Μετόχι Παντελεήμονος: Ιδρύθηκε πριν πάνω από σαράντα έτη, (περίπου 1867). Διαθέτει εκκλησία και μπορεί να φιλοξενήσει πάνω από πεντακόσια άτομα και έως και οκτακόσια το καλοκαίρι. Στο μετόχι υπάρχει βιβλιοπωλείο. Στον τελευταίο όροφο βρίσκεται διάδρομος γύρω από τον ναό από όπου ανοίγεται μια υπέροχη θέα. Οικονόμος του μετοχίου είναι ο ιερομόναχος Μισαήλ.
Σήμερα το μετόχι και γενικά τα 3 μεγάλα λειτουργούν τελείως διαφορετικά. Δεν είναι τόσο μεγάλο ενώ οικονόμος είναι ο ιερομόναχος Αλέξιος, ο δε Ναός είναι αρκετά μικρός.
Μετόχι Σκήτης Αγίου Ανδρέα. Βρίσκεται κοντά σε αυτό του Παντελεήμονος στην απέναντι γωνία. Στην οροφή υπάρχει θέα προς τρεις πλευρές. Τακτοποιημένο με τον ίδιο τρόπο όπως τα άλλα μετόχια και τα κτίρια της Πόλης με μια πόρτα, ντυμένη με σίδερο. Στην οροφή υπάρχει ναός στο όνομα του Αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου. Διευθύνεται από τον π. Ιερώνυμο που γνωρίζει άπταιστα ελληνικά.
Μετόχι Πρ.Ηλία. Δεν βρίσκεται ούτε αυτό πολύ μακριά από το μετόχι του Αγίου Παντελεήμονα, απέναντι από το ναό του Αγ. Νικολάου (ελληνικός). Όπως και στα άλλα μετόχια, η εκκλησία βρίσκεται στην οροφή. Δεν διαθέτει αυλή. Μετόχι Ρωσικής Αδελφότητας. Βρίσκεται στο ίδιο τετράγωνο με το μετόχι του Αγ. Ανδρέα και καταλαμβάνει ένα στενό πενταόροφο κτίριο με μια εκκλησία στην κορυφή. Δεν είναι ακόμα ιδιαίτερα ευρύχωρο αλλά η αδελφότητα υπολογίζει πως σύντομα θα βρει χρήματα για να αγοράσει και το γειτονικό κτίριο κάτι που εν μέρει έχει ήδη γίνει. Το μετόχι διαχειρίζεται ο ιερομόναχος Βαρσανούφιος ως εκπρόσωπος της κελιώτικης αδελφότητας, υπό την αιγίδα του Ρώσου πρέσβη και του διευθυντή του Ρωσικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Κωνσταντινούπολη.
Μετόχι ‘Αγίας Ζώνης’ .Το μετόχι αυτό φέρει το όνομα του ρωσικού κελίου της Αγίας Ζώνης και χρησιμεύει περισσότερο για να εξυπηρετεί κληρικούς. Όλα τα μετόχια όπως και στην Οδησσό, προσφέρουν διαμονή, σίτιση και τσάι στους Ρώσους προσκυνητές. Επιπλέον, τις ημέρες που ορίζει ο Αθωνικός κανόνας προσφέρεται και κρασί. Επίσης τα μετόχια διαθέτουν και ξεναγούς οι οποίοι οδηγούν τους προσκυνητές στα τουριστικά αξιοθέατα της Πόλης.
«Ρωσικά κελιά» συντεταγμένα σε Αδελφότητα
Γράφει σχετικά στο σύγγραμμα του «Το Άγιον Όρος και η ρωσική πολιτική εν Ανατολή» (1913) ο Μελέτιος Μεταξάκης , στην σελίδα 105 «Ο Γαλατάς εν εκ των Ελληνικών κέντρων της Κωνσταντινουπόλεως αριθμεί συνοικίαν ολόκληρον αγειορειτικών ρωσικών εξαρτημάτων. Διότι δεν έχει μόνον Μετόχιον εκεί η Κυρίαρχος Μονή του Αγίου Παντελεήμονος ευρυχωρότατον, ουδέ αι ρωσικαί Σκήται μόνο, αλλά και τα ρωσικά Κελλία συντεταγμένα εις Αδελφότητα». Και συνεχίζει «τα τελευταία μάλιστα ανεξαρτήτως δρώντα από της Μονής και των Σκητών συντηρούσιν εν Κωνσταντινουπόλει τρεις σχολάς……και ορφανοτροφείον.»
Επί πλέον σε επιστολή του ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ προς την Ιερά Κοινότητα το 1904 όπως παρατίθεται στην σελίδα 143 στο σύγγραμμα του Δημητρίου Πετράκου « Νέαι πηγαί των θεσμών του Αγίου Όρους (1915)» εκφράζει τις ανησυχίες του για το ρωσικό κελιώτικο ζήτημα και εφιστά την προσοχή στους κελιώτες καθώς «παρά την τάξιν και το καθεστώς προβαίνουσι εις την ίδρυσιν ενταύθα Μετοχίων και την τέλεσιν ιεροπραξιών εν αυτοίς, καθά δη υπάρχουσιν επί του παρόντος παραδείγματα, ήτοι των Χιλιανδρινών ρωσικών κελλίων, του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του αγίου Νικολάου και της αγίας Τριάδος και του Καρακαλλινού ωσαύτως ρωσσικού κελλίου του Τιμίου Σταυρού μετά του Ιβηριτικού της Αγίας Ζώνης».
Μετά την Μπολσεβίκικη επανάσταση «είχε παύσει να υπάρχει πολιτικό ενδιαφέρον για το Άγιον Όρος, όπως υπήρχε στο τσαρικό καθεστώς» γράφει στην Μεταπτυχιακή Διπλωματική του διατριβή με τίτλο «Το πολιτικό, διπλωματικό και θρησκευτικό ενδιαφέρον της Ρωσίας για το Άγιο Όρος από το 1856 έως το 1917» ο τότε μεταπτυχιακός φοιτητής Ιωάννης Βικελίδης, Σύμβουλος Πρεσβείας Α΄το έτος 2018, οπότε χρησιμοποιήθηκαν σαν εστίες και χώροι φιλοξενίας των Λευκών Ρώσων οι οποίοι μετά την φυγή τους από τις πατρογονικές τους εστίες εγκαταστάθηκαν σε αυτά μέχρι να αναχωρήσουν σε άλλα μέρη της Ευρώπης ή να παραμείνουν στην Κωνσταντινούπολη κυρίως τα υπόλοιπα του Τσαρικού στρατού της Νότιας Κριμαίας.
Αυτή η πολιτική της θρησκευτικής αδιαφορίας του ρωσικού κράτους συνεχίστηκε μέχρι την ανάληψη της εξουσίας και αλλαγής πολιτικής της Ρωσίας κυρίως από τον Πούτιν και την χρησιμοποίηση των πιστών από μέρους της Ρωσικής Εκκλησίας η οποία συνταυτιζόμενη με το Ρωσικό καθεστώς προσπαθεί να εξουσιάσει τον Ορθόδοξο κόσμο .
Συνοψίζοντας για τα μετόχια στο Γαλατά θα πρέπει να ειπωθεί ότι σήμερα το μόνο το οποίο αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση αγάπης και προσφοράς, αλληλεγγύης και στήριξης, όλων και ιδιαίτερα των πιστών που έφυγαν από τις εμπόλεμες περιοχές είναι το μετόχι του Αγίου Ανδρέα υπό τον Μεγάλο Ιεροκήρυκα του Οικουμενικού Πατριαρχείου κ. Πανάρετου και του αιδεσιμολογιότατου π. Βίκτωρα. Εκεί γίνεται πράξη η «κοινή τράπεζα». Τα φαγητά ετοιμάζουν οι ίδιοι οι πιστοί θυμίζοντας τις «τράπεζες αγάπης». Ενώ «αναδεικνύεται η διορθόδοξη και οικουμενική διάσταση της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας» αφού σε σε αυτό το μετόχι εκπέμπεται η Οικουμενικότητα του Φαναρίου. Χωρίς διακρίσεις και έριδες συνυπάρχουν Ρώσοι, Ουκρανοί, Μολδαβοί, Γεωργιανοί και άλλοι.
Σχετικά με την ζωή της κοινότητας του Αγίου Ανδρέα Γαλατά ο Μέγας Ιεροκήρυκας π. Πανάρετος μας είπε «Μέσα στο πλαίσιο της ενοριακής ζωής πραγματοποιούνται τακτικές εκδρομές μέσα στην Πόλη για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ναούς και μοναστήρια της Πόλεως.
Η ρωσόφωνη ενορία πρέπει να έχει άμεσες σχέσεις με την Μητέρα Εκκλησία και για τον λόγο αυτό κρίνονται απαραίτητες επισκέψεις στον Πατέρα και Πατριάρχη μας. Στα ονομαστήρια Του, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα. Ο Παναγιώτατος πάντα μας δέχεται με περισσή αγάπη και χαρά τονίζοντας και ανακαινίζοντας την σχέση αγάπης αλλά και της μεγάλης του αγκαλιάς που χωράει τους πάντες, αλλά και με την Υψηλή Του παρουσία στην πανήγυρη του ναού.
Πραγματοποιούνται επισκέψεις σε νοσοκομεία που γνωρίζουμε ασθενείς από την Ρωσία και Ουκρανία, κυρίως ογκολογικά τμήματα ώστε να δώσουμε λίγο θάρρος, δύναμη, υπομονή και ότι άλλο μπορούμε στους ανθρώπους ώστε να μην αισθάνονται μόνοι και ξεχασμένοι.
Πραγματοποιούνται προσκυνηματικές εκδρομές εντός και εκτός της Τουρκίας (Έφεσο, Μύρα Λυκίας, Ίμβρο, Μυτιλήνη, Κύπρο, Άγιον Όρος, Μετέωρα) με σκοπό την σύσφιξη του ποιμνίου και την γνωριμία μεταξύ τους.
Επίσης μετά το τέλος κάθε Θείας Λειτουργίας , ακολουθεί τράπεζα αγάπης, όπου η εκκλησία προσφέρει τσάι και κάθε πιστός φέρνει διάφορα τοπικά εδέσματα κατά τον τρόπο που τα φτιάχνουν στον τόπο τους».
Τέλος δήλωσε ότι «Έπειτα από πολυετή προσπάθεια διαβουλεύσεων και δικαστικών αγώνων, έχει εξασφαλιστεί από την 28η Ιουλίου ε.ε., ο τίτλος ιδιοκτησίας του ιστορικού κτιρίου ως Μετόχι του Αγίου Ανδρέα στο όνομα της Ιεράς Σκήτης, στην οποία και ιστορικά ανήκε.»