Του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Αννόβερο Γερμανίας
Στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Ι΄ Ματθαίου (17, 14-23) αναφέρεται ότι κάποιος άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού για να τον παρακαλέσει να θεραπεύσει το γιο του. Τίποτα το αξιοπερίεργο, πολλές ήταν οι περιπτώσεις που γονείς πλησίασαν τον Κύριο για να τον παρακαλέσουν να θεραπεύσει τα παιδιά τους. Εκείνο που αξίζει προσοχής είναι ότι στην ευαγγελική διήγηση δεν αναφέρεται ούτε στο γένος, ούτε στην πατρίδα, ούτε στη θρησκεία, πουθενά δεν αναφέρεται. “Άνθρωπός τις”. (Κάποιος άνθρωπος). Δεν έπαιξαν και δεν παίζουν κανένα ρόλο όλες αυτές οι ιδιότητες, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, για την πραγματοποίηση του θαύματος.
Ο Χριστός ευεργετεί τους πάντες, νοιάζεται για όλους τους ανθρώπους όποια κι αν είναι η καταγωγή τους, το χρώμα τους, η γλώσσα τους, η όποια κατάστασή τους. Δεν κάνει διακρίσεις. Όταν βλέπει πως ο άνθρωπος τον πλησιάζει με πίστη και ελπίδα ανταποκρίνεται.
Είναι μακάριος ο άνθρωπος που ελπίζει στο Θεό. Πόσο ωραία και ευχάριστη είναι η εικόνα εκείνου που ελπίζει στο Θεό. Στο Θεό που σώζει, στο Θεό των οικτιρμών, στο Θεό του ελέους, στον αγαθό και φιλάνθρωπο Θεό. Ο Θεός είναι πάντα βοηθός σ’ εκείνον που ελπίζει και τον ενδυναμώνει ούτως ώστε να μην φοβάται ό, τι κακό κι αν του προξενήσει άλλος άνθρωπος. Ο άνθρωπος που ελπίζει στον Κύριο πράττει τα αγαθά. Κάθε του ελπίδα την εναποθέτει σε αυτόν, είναι το καύχημά του, είναι ο Θεός του και τον επικαλείται μέρα νύχτα. Το στόμα του αναπέμπει αίνους στο Θεό κι από το μέλι πιο γλυκά γίνονται τα λόγια που βγαίνουν από τα χείλη του για να τον δοξολογήσουν. Αυτή είναι η συμπεριφορά εκείνου που ελπίζει στο Θεό. Για να ελπίζουμε όμως στο Θεό, πρέπει και να πιστεύουμε σε αυτόν. Η πίστη είναι εκείνη που γεννά την ελπίδα. Και όταν μιλάμε για πίστη, εννοούμε πίστη στο Θεό, πίστη στο Χριστό ως Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου. Έχοντας καταργήσει τα δεσμά του εγωισμού, τα οποία μας περιορίζουν στο μικρόκοσμο μας και μας κάνουν να μη βλέπουμε πέρα από ένα μικρό ορίζοντα γύρω από τον εαυτό μας, μπορούμε να ελευθερωθούμε, να αποτινάξουμε τον τυραννικό ζυγό της δουλείας και του εγωισμού καταργώντας την άθλια λατρεία του εαυτού μας.
Πρέπει να το πάρουμε απόφαση, δεν μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Χρειάζεται για κάποια πράγματα στη ζωή μας να απευθυνόμαστε στο Χριστό. Όπως έπραξε ο πατέρας της σημερινής περικοπής, ο οποίος μάλιστα πήγε στο Χριστό γονυπετών, πέφτοντας στα γόνατα και παρακαλώντας τον να θεραπεύσει το παιδί του. Ο πατέρας αυτός δεν είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος πονεμένος πατέρας. Αποτελεί το σύμβολο όλων των πονεμένων γονιών, που υποφέρουν και βασανίζονται από τα προβλήματα των παιδιών τους. Σήμερα μάλιστα που οι κίνδυνοι έχουν αυξηθεί, είναι φοβερότεροι και απειλητικότεροι για τα παιδιά μας, ο πόνος που συσσωρεύεται στις καρδιές των γονιών είναι μεγαλύτερος και περισσότερος. Απολαμβάνουν άκριτα σήμερα τα παιδιά όλα τα αγαθά που τους προσφέρει η καταναλωτική κοινωνία μας, με αποτέλεσμα να τα έχουν κυριολεκτικά χαμένα. Το άσχημο είναι ότι πολλές φορές σε αυτή τη σύγχυση που δημιουργείται στα παιδιά, μεγάλο μερτικό ευθύνης το έχουν και οι γονείς, που αντί να αντιστέκονται και να προστατεύουν τα παιδιά τους από τα “σκουπίδια” που τους προσφέρει η κοινωνία συνηγορούν στην κατανάλωσή τους και μάλιστα όταν απαιτείται και δαπάνη, δεν είναι λίγες οι φορές που βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη νομίζοντας πως με αυτό τον τρόπο κάνουν έκδηλη την αγάπη τους στα παιδιά τους. Δημιουργούνται νέα ήθη, τα οποία βέβαια είναι αήθη. Ο εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ονομάζεται πρόοδος. Η αποκτήνωση του ανθρώπου λέγεται εξέλιξη, και δυστυχώς το δεχόμαστε, δεν αντιδρούμε ως κοινωνία, τρέχουμε στον κατήφορο και νομίζουμε ότι είμαστε ελεύθεροι. Η κοινωνία μας έγινε ζούγκλα με θηρία κάθε τύπου, από την υποκρισία ως το μίσος και από την αδικία ως την διαφθορά. Με πολύ ευκολία συναντούμε σήμερα τους ψεύτες και τους απατεώνες, τους εγωιστές και διεφθαρμένους, τους πολιτισμένους βάρβαρους, τους δολοφόνους, ενώ με μεγάλη δυσκολία βρίσκουμε τον αγνό, τον καλό, τον άγιο. Η οικογένεια συγκλονίζεται, κατακερματίζεται, διαλύεται, η τιμή καταπατείται, παιδιά εγκαταλείπονται, κάποια, δυστυχώς πάρα πολλά, δεν γεννιούνται, εξολοθρεύονται, δολοφονούνται, νομοσχέδια αντιχριστιανικά ψηφίζονται, η ιερότητα του γάμου διακωμωδείται, η οικογένεια ως θεσμός κλυδωνίζεται. Ζούμε με ασεβή ελευθερία. Το άσχημο είναι πως ενώ όλοι τα αντιλαμβανόμαστε αυτά, εν τούτοις μένουμε ατάραχοι, αδιάφοροι, ασυγκίνητοι, κατά το κοινώς λεγόμενο, “σφυρίζουμε αδιάφορα”, λες και είμαστε ναρκωμένοι.
Μπορούμε να βγούμε έξω από αυτές τις καταστάσεις; Και βέβαια μπορούμε. Για να τα καταφέρουμε Χριστός μας χρειάζεται. Να προσφερθούμε, να αφοσιωθούμε ολοκληρωτικά στον Κύριο. Αυτός λυτρώνει, αυτός θαυματουργεί, αυτός σώζει. Χωρίς Χριστό η κοινωνία μας δαιμονοκρατείται, αποπροσανατολίζεται και καταστρέφεται. Πρέπει να γίνει σύνθημα αφύπνισης για όλους μας: Ή Χριστός ή χάος. Ο Χριστός είναι η χαρά, το φως, η ευτυχία, η δημιουργία, η αγαλλίαση. Χάος είναι η θλίψη, το σκοτάδι, η δυστυχία, η καταστροφή, η αναστάτωση. Δύσκολη η διαλογή; Η κοινή λογική λέει όχι! Αντιθέτως πανεύκολη για τον απλό, λογικό άνθρωπο. Όλοι μας έχουμε ανάγκη σωτηρίας, γιατί η ζωή μας είναι μέσα στον κόσμο της ανομίας. Προϋπόθεση της σωτηρίας μας από το Χριστό είναι: να τον δεχτούμε ως Σωτήρα και Λυτρωτή, αλλά και να αναγνωρίσουμε την αμαρτωλότητά μας και την ανάγκη για θεραπεία της ψυχής μας. Τότε έχουμε κάνει το μεγάλο άλμα προς την σωτηρία μας.
Λέει μια όμορφη ιστορία: Κάποτε ήταν ένας μορφωμένος (με την κατά κόσμον μόρφωση), και πάμπλουτος μεγαλοκτηματίας. Είδε κάποιο φτωχό γεωργό να διαβάζει το Ευαγγέλιο και του είπε περιπαικτικά:
– Αυτό το βιβλίο δεν είναι για ανθρώπους του είδους σου.
– Πώς δεν είναι; του λέει ο γεωργός με απορία. Για μένα είναι, αφού έχει και τ’ όνομά μου!
– Το όνομά σου; Τι είναι αυτά που μου λες;
– Ναι, ξέρω τι σου λέω. Άκου τι γράφει εδώ: “Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι”. (Α΄Τιμ. 1, 15). (Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς). Άκουσες; “αμαρτωλούς”. Ε, ένας απ΄αυτούς που λέει εδώ μέσα είμαι κι εγώ!
Επιλέγουμε λοιπόν Χριστό, διότι “ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία”. (Πρξ. 4, 12).