12.4 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Η συμβολή της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης στο έργο του Οικουμενικού Πατριάρχου για τις διορθόδοξες σχέσεις

Ο ΣΥΝΟΔΙΚΟΣ ΘΕΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ

ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ A

ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Δρ Κωνσταντῖνος Β. Ζορμπᾶς,

Θεολόγος – Κοινωνιολόγος,

Γενικὸς Διευθυντὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης,

Ἄρχων Ἱερομνήμων τῆς Ἁ.τ.Χ.Μ.Ἐ.

Οἱ σκέψεις ποὺ ἀκολουθοῦν εἶναι ἕνα μικρὸ ἀφιέρωμα πρὸς τὴν Α.Θ.Π., τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο Α΄, ἰκανότατο φορέα τοῦ οἰκουμενικοῦ πνεύματος τοῦ Φαναρίου, ὁ ὁποῖος, μὲ τὴν ἔμφαση ποὺ δίδει στὴ διαλεκτικὴ προσέγγιση τῆς πραγματικότητας, μὲ τὶς ποικίλες πρωτοβουλίες του, λειτουργεῖ ἑνωτικὰ καὶ ὑπερβαίνει τοὺς διχασμοὺς καὶ τὶς διαιρέσεις.

Ἀντὶ Προλόγου.

Ἡ πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τοὺς νεώτερους χρόνους προσδιορίσθηκε σὲ μεγαλύτερο ἢ μικρότερο βαθμὸ ἀφενὸς μὲν ἀπὸ τὶς ραγδαῖες πολιτικές, κοινωνικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς μεταβολὲς στὴ ζωὴ τῶν Ὀρθοδόξων κυρίως λαῶν, ἀφετέρου δὲ ἀπὸ τὶς εὐρύτερες ἰδεολογικὲς καὶ πνευματικὲς ζυμώσεις τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖες διαμόρφωσαν ὄχι μόνο τὰ ἀγωνιώδη αἰτήματα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ τὸ ἰδιαίτερο περιεχόμενο τῆς σύγχρονης ἀποστολῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο ἔζησε τὴν τραγικότητα καὶ τὴν ἀντιφατικότητα τῶν ραγδαίων μεταβολῶν, ὅλως δὲ ἰδιαιτέρως ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος Α΄, συνειδητοποίησε ἐγκαίρως τὴν χαλεπότητα τῶν καιρῶν καὶ ἐνεργοποίησε τὴν ὀφειλετική του διακονία τόσο γιὰ τὴν στήριξη τῶν ἐμπερίστατων κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ πάντοτε ἐπίκαιρου μηνύματος τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν ἑκάστοτε πολιτισμό.

Αὐτὸ ἐκφράστηκε μὲ συγκεκριμένες πρωτοβουλίες ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς πατριαρχικῆς διακονίας του ὄχι μόνο σὲ διορθόδοξο ἐπίπεδο, ἀλλὰ καὶ ὡς μία ἀξιόπιστη μαρτυρία πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο «περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος»[1].

Ὁ Παναγιώτατος στὴν προσπάθεια αὐτὴ στηρίχθηκε, μεταξὺ ἄλλων, καὶ στὰ τότε ὑπάρχοντα Πατριαρχικὰ Ἱδρύματα. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ἐνθρόνισής του ἐπεσήμανε ὅπως «ἐνισχύσωμεν καὶ ἀξιοποιήσωμεν καλλίτερον τὸ ἐν Θεσσαλονίκῃ Πατριαρχιαρχικὸν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, τὸ ἐν Σαμπεζὺ Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὴν ἐν Χαλκιδικῇ Ἱερὰν Μονήν Ἁγίας Ἀνασταστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας καὶ τὴν Ὀρθόδοξον Ἀκαδημίαν Κρήτης […]»[2].

Ἔθεσε τὸ Ἵδρυμα ἀμέσως μὲ τὴν ἐμπειρία του, στὴ διάθεση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴ διοργάνωση τοπικῶν, πανελλαδικῶν καὶ ἄλλων Συνεδρίων ἐκκλησιαστικοῦ περιεχομένου, κυρίως δὲ διορθοδόξων Διασκέψεων καὶ ἐκπαιδευτικῶν Σεμιναρίων, ἀλλὰ καὶ πολλῶν ἄλλων ἀκαδημαϊκῶν συζητήσεων. Μέσα ἀπὸ τὰ Πατριαρχικὰ αὐτὰ Ἱδρύματα ὁ Θρόνος ἐπέτυχε ἀφενὸς νὰ διακονήσει ἀποτελεσματικὰ τὴν διορθόδοξο ἑνότητα, ἀφέτερου νὰ ἀνοίξει ἕναν καρποφόρο διάλογο μὲ τὸν κόσμο[3].

Ἀπὸ τὸν τίτλο καὶ μόνο τοῦ θέματός μας «Ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης στὸ ἔργο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Α΄ –καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γενικότερα– γιὰ τὶς διορθόδοξες σχέσεις» μπορεῖ νὰ καταλάβει κάποιος ὅτι ἡ ἔρευνα ἀπαιτεῖ χρόνο καὶ κόπο, στὸ ἀρχειακὸ ὑλικὸ τοῦ Ἱδρύματος γιὰ τὰ τελευταῖα τριάντα χρόνια καὶ ἐλπίζουμε ὅτι οἱ σημερινὲς σύντομες ἀναφορὲς θὰ ἀποτελέσουν ἀντικείμενο ἐπεξεργασίας καὶ μελέτης γιὰ τοὺς νέους ἐρευνητὲς τῶν Θεολογικῶν μας Σχολῶν.

*    *

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης ἀποτελεῖ Κοινωφελὲς Θρησκευτικὸ Καθίδρυμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ λειτουργεῖ ὡς πρὸς τὸ νομικὸ καθεστὼς σύμφωνα πρὸς τὸν Ὀργανισμὸ καὶ τοὺς Νόμους τοῦ Κράτους, ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ Ἐρευνητικὸ Κέντρο σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο 4610/2019. Ὡς πρὸς τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὑπόσταση καὶ ἀποστολή της, τηρεῖ τὴν κανονική της ἀναφορά, τόσον πρὸς τὴν οἰκεία Ἱερὰ Μητρόπολη Κισάμου καὶ Σελίνου, μὲ τὸ συνεχὲς ἐνδιαφέρον τοῦ νῦν Προέδρου αὐτῆς, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κισάμου καί Σελίνου κ. Ἀμφιλοχίου, ὅσον καὶ πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὁ δὲ ἑκάστοτε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι καὶ ὁ πνευματικὸς προστάτης τοῦ Ἱδρύματος[4].

Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἄνοιξε τὶς πύλες της, συνοδοιπορεῖ μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸ μεγάλο ἄνοιγμα ποὺ ἔκανε πρὸς τὶς ἄλλες Χριστιανικὲς  Ἐκκλησίες καὶ πρὸς τὸν κόσμο ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης Ἀθηναγόρας στὴν προσπάθειά του νὰ ἐγκαινιάσει, σύμφωνα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις καὶ τὶς ὑπαγορεύσεις τῆς ἐποχῆς του, ἕναν διάλογο μὲ τὶς Ἐκκλησίες καὶ μὲ τὸν «κοσμοδιάλογο» -ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά- ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τῆς Ὀρθοδοξίας, σὲ ἁρμονικὴ συνεργασία μὲ τοὺς Προκαθημένους τῶν κατὰ τόπους ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Μὲ τὴν εὐλογία αὐτὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἄρχισε τὸ ἔργο τοῦ Ἱδρύματος, μέσα ἀπὸ τὸν διάλογο, τὸ ὁποῖο εἶχε καίριες συνέπειες γιὰ τὴν ἀποστολή, τὴν μαρτυρία καὶ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας στὸν μεταβαλλόμενο κόσμο μας. Μὲ ἄλλα λόγια, ἔγινε γρήγορα ἀντιληπτὸ ὅτι ὅταν «ἕνας λαὸς ἀναγκάζεται νὰ σιωπᾷ, ὀφείλει νὰ ὁμιλεῖ καὶ μάλιστα διαπρυσίως ἡ Ἐκκλησία του καὶ νὰ προάγει τὸν διάλογο ἐκεῖ ὅπου κυριαρχεῖ ὁ ζόφος τοῦ μονολόγου»[5]. Ἡ Ἀκαδημία δοκιμάστηκε καὶ καταξιώθηκε μέσα ἀπὸ τὰ 2.700 Συνέδρια (Μάιος 2022, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ 58% θεολογικά), ἀλλὰ καὶ ἄλλες ποικίλες ἐκκλησιαστικές, ἐκπαιδευτικὲς καὶ ἐπιστημονικὲς δραστηριότητες ποὺ ἔγιναν μέχρι σήμερα, δόθηκε μία μαρτυρία διαχριστιανικῆς καταλλαγῆς καὶ συνεργασίας, διορθοδόξου καὶ διαθρησκειακοῦ διαλόγου, ὑπερβάσεως τῶν προκαταλήψεων, καὶ μαρτυρία μετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας στὸν διάλογο γιὰ τὰ μεγάλα σύγχρονα κοινωνικὰ προβλήματα.

Στὴ συνέχεια θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ σύντομα παραδείγματα, ὥστε νὰ εἶναι ἐφικτὴ μία πρώτη εἰκόνα γιὰ τὶς δράσεις τοῦ Ἱδρύματος σὲ συνεργασία μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχείο σὲ διορθόδοξο ἐπίπεδο.

α) Ὁ Θεσμὸς τῶν Ἑταίρων.

Ὁ θεσμὸς τῶν Ἑταίρων, ὅπως ὁρίζεται ἀπὸ τὸν Κανονισμὸ Λειτουργίας τῆς Ἀκαδημίας καὶ σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 12, εἶναι «ὄργανο ἀνωτάτης πνευματικῆς κηδεμονίας τοῦ Ἱδρύματος…» καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ διακεκριμένες προσωπικότητες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Γραμμάτων. Ὁ Παναγιώτατος ἦταν ἤδη Ἑταῖρος τοῦ Ἱδρύματος ἀπὸ τὸ 1988, ὡς Μητροπολίτης Φιλαδελφείας, γνώριζε πολὺ καλὰ τὶς δυνατότητες, ἀλλὰ καὶ τὴ δυναμικὴ τοῦ Ἱδρύματος γιὰ ἕναν ἀνοικτὸ διάλογο ἀνάμεσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Κοινωνία. Σήμερα, ἀπὸ τοὺς 20 ἐν ζωῇ Ἑταίρους, οἱ 12 εἶναι Προκαθήμενοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί τέσσερεις Ὀρθόδοξοι Μητροπολίτες.

Κατὰ τὴν τρίτη Σύναξη τῶν Ἑταίρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης (2018)[6] προήδρευσε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ τόνισε, μεταξὺ ἄλλων, τὴν σημασία τῆς Ἀκαδημίας γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ἐπισημαίνοντας τὴν ἀνάγκη ὕπαρξης παρόμοιων Ἀκαδημιῶν, ποὺ προωθοῦν μέσα ἀπὸ τὸν διάλογο τὸ μήνυμα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν σύγχρονο κόσμο.

Στὴν συζήτηση ποὺ ἀκολούθησε ἔγιναν ἐνδιαφέρουσες προτάσεις τόσο σὲ θέματα νεολαίας (μέσῳ τοῦ Εὐρωμεσογειακοῦ Κέντρου Νεότητας, Παράρτημα τῆς Ἀκαδημίας), ὅσο καὶ τῶν Νέων Τεχνολογιῶν καὶ τοῦ διαλόγου μεταξὺ Ἐπιστήμης καὶ Θρησκείας. Ἡ Σύναξη ἔκανε, ὁμόφωνα, ἀποδεκτὴ τὴν πρόταση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Περγάμου Γέροντα Ἰωάννη, Ἑταίρου τοῦ Ἱδρύματος ἀπὸ τὸ 2001, γιὰ τὴ δημιουργία Διορθοδόξου Κέντρου Βιοηθικῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὴν Ἀκαδημία, τὸ ὁποῖο θὰ μελετᾷ θέματα, ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς, ὑπὸ τὴν Προεδρία τοῦ Επισκόπου Χριστουπόλεως (νῦν Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας) κ. Μακαρίου. Δυστυχῶς, λόγῳ τῶν δυσκολιῶν ποὺ ἀκολούθησαν τόσο μὲ τὴν πανδημία ὅσο καὶ τὶς μετακινήσεις Ἱεραρχῶν, ἡ παραπάνω Ἐπιτροπὴ δὲν τελεσφόρησε.

Νὰ ἐπισημάνουμε στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι τὸ θέμα τῆς Βιοηθικῆς σὲ ἐπίπεδο Νέων Τεχνολογιῶν, κυρίως τῆς Τεχνητῆς Νοημοσύνης, ὅσο καὶ σὲ ἐπίπεδο Βιοτεχνολογιῶν, ἀλλὰ καὶ τὰ νέα δεδομένα ποὺ δύσκολα μποροῦν νὰ ἀπαντηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἐπιστήμονες, βρίσκεται σὲ ἀνοδικὴ καὶ ἄκρως ἐπικίνδυνη πορεία.

Ὁ προβληματισμὸς τῆς Ἀκαδημίας γιὰ τὴ λειτουργία τῆς χριστιανικῆς πίστης μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ σημερινοῦ τεχνοκρατικοῦ κόσμου μας ἐκφράζεται μὲ τὸ Πρόγραμμα «Πίστη – Ἐπιστήμη – Ζωή». Τὸ Πρόγραμμα αὐτὸ ἀπευθύνεται τόσο σὲ Ἕλληνες ὅσο καὶ σὲ ἀλλοδαποὺς ἐπιστήμονες διαφόρων κλάδων. Ἰδιαίτερη ἔμφαση ἔχει δοθεῖ στὰ Παιδαγωγικά, τὴν Φυσική, τὴν Βιολογία, τὴν Τεχνολογία καὶ στὶς συγγενεῖς πρὸς τὶς Ἐπιστῆμες αὐτὲς ἐρευνητικὲς δραστηριότητες, δηλαδὴ σὲ τομεῖς ποὺ εἶναι κυρίαρχοι στὴν σύγχρονη σκέψη καὶ καθορίζουν σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν παραγωγὴ τῆς γνώσης καὶ τὶς ἐφαρμογές της. Σὲ Διεθνὲς Συνέδριο, μὲ τίτλο: «Φυσικὴ καὶ Θεολογία» (1976) συζητήθηκε διεξοδικὰ καὶ τὸ παιδαγωγικὸ πρόβλημα, «πὼς πρέπει νὰ διδάσκουν ὁ Θεολόγος καὶ ὁ Φυσικὸς τὰ σχετικὰ μὲ τὴ γένεση τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καὶ τῶν ἐμβίων ὄντων»[7].

Τὰ ἐπιστημονικὰ Συνέδρια στὴν Ἀκαδημία, πέραν τῆς προαγωγῆς τῆς Ἐπιστήμης στὴν ὁποία ἀσφαλῶς συνέβαλαν, συμβάλλουν καὶ στὴν καλλιέργεια διαπροσωπικῶν σχέσεων, οἱ ὁποῖες προάγουν τὴν ἀμοιβαία κατανόηση καὶ ἐκτίμηση μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν, βοηθοῦν τὸν ἀμοιβαῖο ἐμπλουτισμὸ μέσῳ τῆς ἀνταλλαγῆς σκέψεων, ἐμπειριῶν καὶ ὁραματισμῶν καὶ ἑπομένως, μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλον τρόπο, συμβάλλουν καὶ στὴν ἑδραίωση τῆς εἰρήνης στὸν ἀβέβαιο κόσμο μας.

β) Εὐρώπη καὶ Ὀρθοδοξία.

Οἱ προσπάθειες γιὰ ἕναν διάλογο μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τῶν θεμικῶν Εὐρωπαϊκῶν Ὀργάνων ἄρχισαν τὸ ἔτος 1993. Ὁ τότε Πρόεδρος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ένωσης κ. Jacques Dellors εἶχε προσκαλέσει τὸν Πατριάρχη σε μία κατ’ ἰδίαν συνάντηση γιὰ τὸ θέμα τῆς παρουσίας τῶν Ἐκκλησιῶν στὸ κέντρο τῶν εὐρωπαϊκῶν ἀποφάσεων.

Μετὰ τὸ πέρας τῆς συνάντησης ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωσις ἀντελήφθη ὅτι μὲ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο μπορεῖ νὰ ἔχει μία ὀρθόδοξη παρουσία στόν διάλογο γιὰ τὸ μέλλον τῆς Εὐρώπης καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νὰ ἔχῃ Ἐκπροσώπησιν «παρὰ τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει», πρᾶγμα τὸ ὁποῖο συνέβη μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ Γραφείου κατὰ τὸ ἔτος 1994[8].

Ἕνα ἔτος ἀργότερα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος προσεκλήθη νὰ δώσει μία Διάλεξη στὸ Εὐρωπαϊκὸ Κοινοβούλιο. Στὸ ταξίδι αὐτὸ τὸν Παναγιώτατο συνόδευε ἐπίσης καὶ ὁ Δρ Ἀλεξ. Παπαδερός, μὲ πολὺ μεγάλη ἐμπειρία τὴν περίοδο ἐκείνη στὸ Συμβούλιο Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν (ΚΕΚ), καὶ ἀποφασίσθηκε μὲ ἀφετηρία αὐτὴν τὴν παρέμβαση τοῦ Παναγιωτάτου νὰ ἀρχίσει ἕνας ἐνεργὸς διάλογος σὲ πολιτικὸ καὶ διορθόδοξο ἐπίπεδο μὲ ἐπίκεντρο τὴ σχέση Εὐρώπης καὶ Ὀρθοδοξίας.

Στὶς παρεμβάσεις ποὺ ἀκολούθησαν ὁ Παναγιώτατος παρουσίασε τὸ ὅραμά του γιὰ τὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη, στὸ ὁποῖο περιλαμβάνεται καὶ ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία, ὅπως ὑπογράμμισε, «βρίσκεται στὰ θεμέλια τῆς Εὐρώπης, δὲν εἶναι στοιχεῖο ποὺ προστέθηκε ἀργότερα. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει δικαιώματα στὴν Κοινοτικὴ Εὐρώπη»[9]. Ἀκολούθησαν πολλὲς ἐπιστημονικὲς Ἡμερίδες σὲ πολιτικὸ καὶ διορθόδοξο ἐπίπεδο, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς Εὐρωβουλευτὲς κυρίως τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Λαϊκοῦ Κόμματος (ELP), ἀλλὰ μὲ τὰ πολιτικὰ κόμματα τῆς ἑλληνικῆς Βουλῆς.

Ἡ παρουσία τῶν Ὀρθοδόξων αὐξήθηκε στὶς Βρυξέλλες καὶ σήμερα μποροῦμε νὰ συμμετέχουμε στὸν διάλογο μέσῳ τῆς Ἐπιτροπῆς Ἀντιπροσώπων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση (CROCEU), ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βελγίου κ. Ἀθηναγόρα, ἄσχετα ἐὰν ὑπάρχουν διαφορετικοὶ λόγοι ὕπαρξης στὶς Βρυξέλλες τῶν Ὀρθοδόξων Γραφείων. Παρὰ ταῦτα ἡ σύνταξη τοῦ ἄρθρου 17 τῆς Συνθήκης τῆς Λισσαβόνας ἔγινε καί μὲ τὴν παρουσία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γαλλίας (νῦν Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος) κ. Ἐμμανουήλ, τότε καὶ ὡς Προέδρου τοῦ Συμβουλίου Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ ἐλάχιστα ἀξιοποιήθηκε ὅπως θὰ ἔπρεπε ἀπὸ τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τῶν Κρατῶν – μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης (Ε.Ε.)[10]. Εὐχόμεθα στὴ συζήτηση ποὺ ὁλοκληρώθηκε γιὰ τὸ μέλλον τῆς Ε.Ε. τὸ παραπάνω Άρθρο 17 νὰ συνεχίσει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ συμπληρωθεῖ πρὸς τὸ συμφέρον ὅλων τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων, ἀλλὰ καὶ νὰ παραμείνει ὁ ὅρος «Ἐκκλησία» (17.1) ἐνισχύοντας τὸ ἔργο τῶν Ὀρθοδόξων στὶς Βρυξέλλες.

γ) Περιβαλλοντικὴ Ἠθικὴ καὶ Ὀρθοδοξία.

Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀνέδειξε μὲ τὶς παρεμβάσεις του τὸ ζήτημα γιὰ τὴν προστασία τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ὁ ἀείμνηστος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Δημήτριος παρατήρησε ἔγκαιρα, στὸ ἤδη μακρινὸ 1989, ὅτι «τὸ οἰκολογικὸν εἶναι πρωτίστως πρόβλημα πνευματικὸν»[11].  

Μέσα στὸ πνεῦμα αὐτὸ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἄρχισε ἕναν ἀγῶνα δρόμου, διοργανώνοντας διεθνῆ διαθρησκειακὰ καὶ διεπιστημονικὰ συμπόσια, ὥστε νὰ πείσει ἢ ἀκόμη καὶ νὰ συμβάλει στὴ συζήτηση ποὺ ἄνοιξε γιὰ τὸ μέλλον τοῦ πλανήτη, ἰδιαίτερα τὴν τελευταία περίοδο τῆς πανδημίας. Μὲ τὴν διοργάνωση τοῦ πρώτου Διορθοδόξου Οἰκολογικοῦ Συνεδρίου ποὺ ἔλαβε χώρα στὶς ἐγκαταστάσεις τῆς Ἀκαδημίας ἀπὸ 5 μέχρι 12 Νοεμβρίου 1991, τὸ Ἵδρυμα ἀπήντησε ἔμπρακτα στὴν παραπάνω πρόσκληση μὲ τὴ δημιουργία τοῦ «Ἰνστιτούτου Θεολογίας καὶ Οἰκολογίας», τὸ ὁποῖο συνέβαλε καὶ συνεχίζει νὰ συμβάλει στὴ μεγάλη πρόσκληση τῆς προστασίας τοῦ Φυσικοῦ Περιβάλλοντος μὲ πολλὲς δράσεις τόσο στὴν Ἑλλάδα ὅσο καὶ στὸ ἐξωτερικὸ σὲ διορθόδοξο ἐπίπεδο, μὲ τὴν ἐπεξεργασία θεολογικῶν καὶ ἐπιστημονικῶν τεκμηριωμένων εἰσηγήσεων. Νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι τὸ Μήνυμα τοῦ Παναγιωτάτου ἦταν τὸ πρῶτο ἢ πάντως ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα Πατριαρχικὰ Μηνύματά του[12].

Ἡ πρωτοβουλία τῶν συναντήσεων μὲ τὸ γενικὸ θέμα «Οἰκολογικὴ Θεολογία καὶ Περιβαλλοντικὴ Ἠθικὴ» (ECOTHEE), μεταξὺ τῆς Ἐπιστήμης, τῆς Τεχνολογίας καὶ τῆς Πολιτικῆς, ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ μὴν περιορίζονται σὲ πραγματιστικὲς μόνο θεωρήσεις τῶν οἰκολογικῶν προβλημάτων, μὲ συνέπεια νὰ διαιωνίζονται καὶ νὰ ἐπιδεινώνονται τὰ ἀδιέξοδα, ἀλλὰ νὰ συνεκτιμοῦν τὰ βαθύτερα ἠθικὰ καὶ πνευματικὰ αἴτιά τους, ἔτσι, ὥστε οἱ ἑκάστοτε προτεινόμενες λύσεις νὰ εἶναι σφαιρικὲς καὶ ἀποτελεσματικές.

Σήμερα, μέσα ἀπὸ μεγάλη προσπάθεια, εἴμαστε στὴν εὐχάριστη θέση νὰ μιλοῦμε πλέον γιὰ «πράσινες ἐνορίες», δηλαδὴ Αὐτόνομες Ἐνεργειακὲς Ἐνοριακὲς Κοινότητες, Πράσινη καὶ Κυκλικὴ Οἰκονομία, ἀλλὰ καὶ τὴ δημιουργία τῆς πρώτης Ἐνεργειακῆς Κοινότητας[13], στὸ πλαίσιο τῶν παλαιῶν συνεταιριστικῶν  δράσεων (π.χ ΑΝΕΚ, ΕΤΑΝΑΠ), ἐπιβεβαιώνοντας τὴν ἀνάγκη τῆς ἐλευθερίας τοῦ συνεταιρίζεσθαι.

Νὰ μνημονεύσω ἐπίσης στὸ σημεῖο αὐτὸ τὴ συγγραφὴ τοῦ πρώτου ἐπιστημονικοῦ οἰκολογικοῦ ἐγχειριδίου μὲ τὸν Καθηγητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης κ. Παναγιώτη Ὑφαντή, γιὰ τὰ Ἐπιμορφωτικὰ Σεμινάρια τοῦ Ἱδρύματος Ποιμαντικῆς Ἐπιμορφώσεως καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, μὲ θέμα: «Ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ Περιβάλλον στὴν προοπτικὴ μίας πράσινης οἰκουμένης», δίδοντας τὴ δυνατότητα παρακολούθησης γιὰ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο.

Συνοψίζοντας, ἡ ἐξοικονόμηση πόρων καὶ ἐνέργειας, ἡ μείωση τῆς χρήσης πλαστικῶν, ὅπως καὶ ἡ ἀνακύκλωση, ἀνήκουν ἀναμφίβολα στὶς προτεραιότητες τῆς ΟΑΚ. Ἀπώτερος στόχος ἡ ἐπίτευξις τοῦ καλύτερου δυνατοῦ ἀποτελέσματος,  περιορίζοντας τὸ ἀποτύπωμα τοῦ ἄνθρακα στὶς ποικίλες δράσεις τοῦ Ἱδρύματος.

δ) Περὶ Πολιτικῆς Θεολογίας.

Ἡ Ἀκαδημία, ὅπως εἴπαμε καὶ παραπάνω, ἄνοιξε ἕνα παράθυρο πρὸς τὸ ἱερὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου κόσμου, ἔγινε γέφυρα ἐπικοινωνίας, πατῶντας πάνω σὲ δύο μεγάλες προσωπικότητες, τὸν Ἀθηναγόρα καὶ τὸν Βαρθολομαῖο, γλιστρῶντας βέβαια γλυκὰ πάνω στὰ ἤρεμα νερὰ τοῦ Δημητρίου. Ἀνέδειξε καὶ διαλέχθηκε μὲ τὶς καλύτερες στιγμὲς τῆς ἱστορίας τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀτενίζοντας πάντα τὸ μέλλον[14]. Πιστεύουμε ὅτι ἔφερε στὴν ἐπικαιρότητα τὸν ὅρο «πολιτικὴ θεολογία» μὲ τὴν ἔννοια μίας θεολογικῆς προσέγγισης στὴν πολιτική, μὲ ἄλλα λόγια τὴ σχέση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἀποστολῆς της, ὥστε νὰ ἐπιφέρει τὴ σωτηρία σὲ σχέση μὲ τὴν πολιτικὴ σφαῖρα ὡς σύστημα ἐξουσίας καὶ θεσμῶν.

Γιὰ τὴν ἱστορία νὰ θυμίσω ὅτι στὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων δημιουργήθηκε ἡ ἄμισθη Κοινοβουλευτικὴ Ἐπιτροπὴ Θρησκευμάτων καὶ Ὀρθοδοξίας μὲ τὸν ἀείμνηστο Βασίλη Κοραχάη, συνδεθήκαμε μαζί τους καὶ οἱ συζητήσεις αὐτὲς κατέληξαν στὴ διοργάνωση τοῦ Συνεδρίου στὴν Ὀρμύλια τὸν Ἰούνιο τοῦ 1993, μὲ θέμα: «Ἡ Ὀρθοδοξία στὴ Νέα Εὐρωπαϊκὴ Πραγματικότητα». Ἕνα μεγάλο Συνέδριο στὸ ὁποῖο συμμετεῖχαν κοινοβουλευτικοί, ἐκπρόσωποι Ἐκκλησιῶν, Θεολογικὲς Σχολές, ἀλλὰ καὶ διάφορες ἄλλες προσωπικότητες. Αὐτῆς τῆς πρωτοβουλίας ἡ κατάληξη ἦρθε τελικὰ τὸ 1994 καὶ ἦταν ἡ δημιουργία τότε τῆς «Εὐρωπαϊκῆς Διακοινοβουλευτικῆς Συνέλευσης Ὀρθοδοξίας» ποὺ μετεξελίχθηκε σὲ «Διακοινοβουλευτικὴ Συνέλευση Ὀρθοδοξίας (Δ.Σ.Ο.)».

Ἀκολούθησε ἡ ἑπόμενη συνεδριακὴ δραστηριότητα μὲ τὴν οὐσιαστικὴ συνεργασία τῆς Δ.Σ.Ο. καὶ τῆς ΟΑΚ νὰ καταγράφεται στὶς 5-7 Νοεμβρίου 1999. Ἐκεῖ συνεδρίασαν ἐκπρόσωποι Ὑπουργείων Παιδείας ὅλων τῶν Χωρῶν τῶν ὁποίων τὰ Ὀρθόδοξα Κοινοβούλια συμμετέχουν στὴν Δ.Σ.Ο., ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὴν Ἐπιτροπὴ Παιδείας τῆς Γραμματείας τῆς Δ.Σ.Ο., μὲ θέμα: «Ὁ γενικὸς προσανατολισμὸς τῆς Παιδείας, οἱ προκλήσεις τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ ὁ ρόλος τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς».

Ἡ συνολικὴ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου, μὲ ὅλες τὶς συντεταγμένες τῆς ὕπαρξής του σὲ προσωπικὸ καὶ συλλογικὸ ἐπίπεδο, ἀποτελεῖ κριτήριο ἐπιλογῶν τῆς Ἀκαδημίας, ἀπὸ τὶς ὁποῖες δὲν ἔλειψαν θέματα ποὺ προκαλοῦν ἀντιθέσεις στὸν ἑλληνικὸ κοινωνικὸ στίβο καὶ τὴ διεθνῆ σκηνὴ[15].  Ὁ πόλεμος καὶ ἡ εἰρήνη, οἱ πολιτικές ἰδεολογίες, ἡ χρήση καὶ ἡ κατάχρηση τῆς ἐξουσίας, τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα καὶ ἡ παραβίασή τους, ἡ αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας καὶ πολλὰ ἄλλα συναφῆ ἐμφανίζονται στὰ Διορθόδοξα Προγράμματα τοῦ Ἱδρύματος «Ἐπιστήμη καὶ Ἀνθρώπινα Δικαιώματα» (1986).

ε) Περὶ Ὑγείας.

Ἐκεῖνο ποὺ θὰ πρέπει νὰ τονισθεῖ εἶναι ἡ διοργάνωση τῆς Συνδιάσκεψης τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικτύου γιὰ τὴν Ποιμαντικὴ Διακονία στὰ Νοσηλευτικά Ἱδρύματα (European Network of Health Care Chaplaincy) στὴν Ὀρθόδοξο Ἀκαδημία Κρήτης τὸ ἔτος 2000, τὸ ὁποῖο ἔλαβε χώρα μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄. Ἐπικεφαλῆς τοῦ Δικτύου ἐξελέγη ὁ π. Σταῦρος Κοφινᾶς, διακεκριμένος ἐπιστήμων καὶ κληρικός, ἐξιδικευμένος στὰ συναφῆ ζητήματα[16].

Τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀνέλαβε τὴν πρωτοβουλία γιὰ τὴ διοργάνωση τῆς Συνδιάσκεψης καὶ ὅτι μὲ ἐπιθυμία τοῦ Παναγιωτάτου πραγματοποιήθηκε στὴν Ὀρθόδοξο Ἀκαδημία Κρήτης, ἄνοιξε σημαντικὲς δυνατότητες τόσο γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία γενικότερα, ὅσο καὶ γιὰ τὴ Χώρα μας στὸν παραπάνω σημαντικὸ τομέα.

Στὴν ἴδια προβληματικὴ κινήθηκε καὶ τὸ Πανορθόδοξο Συνέδριο μὲ τὸν τίτλο «ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ 2000: Ἡ Κοινωνικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας Παρελθὸν – Παρὸν – Προοπτικαὶ διὰ τὸ μέλλον» καὶ σὲ συνεργασία μὲ τὴν Ἱερὰ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, ἡ ὁποία εὐαρεστήθηκε νὰ ἐντάξει τὸ Συνέδριο στὸ ὅλο Πρόγραμμα γιὰ τὸ Ἰωβηλαῖον ἔτος 2000.

Ἀπὸ τὰ Πορίσματα τοῦ Συνεδρίου εἶναι καὶ ἡ καθιέρωση δύο ὅρων ποὺ ἔγιναν κοινῶς ἀποδεκτοὶ στὸν χῶρο τῆς Ποιμαντικῆς Κοινωνιολογίας. Εἶναι ἡ μικροδιακονία καὶ ἡ μακροδιακονία, ὅροι περιγραφικοί, οἱ ὁποῖοι χρησιμοποιήθηκαν πολλαπλῶς καὶ ἀπὸ τὸν κ. Γεώργιο Μαντζαρίδη καὶ τὸν κ. Βασίλειο Γιούλτση, Ὁμότιμους Καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης. Ὡς μικροδιακονία νοεῖται ἡ κατά μίμηση τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου (Λουκ. 10) συμπαράσταση πρὸς τὸν συγκεκριμένο πάσχοντα συνάνθρωπο καὶ ὡς  μακροδιακονία νοεῖται ἡ συνειδητὴ καὶ ἡ ἐνεργὸς στράτευση καὶ ἀντίσταση στὶς ἐξελίξεις, τάσεις καὶ καταστάσεις, ποὺ ἀντιπαρέρχονται μὲ παγερὴ ἀδιαφορία κάθε ἀνθρώπινο δικαίωμα, προάγουν τὴν κοινωνικὴ ἀδικία, τὴν ἐξαθλίωση, τὴν τρομακτικὴ ἀπόσταση μεταξὺ πλουσίων καὶ πτωχῶν, εἴτε περὶ Χωρῶν ἢ συνασπισμοῦ Χωρῶν πρόκειται, εἴτε περὶ ὁμάδων ἀνθρώπων ἢ καὶ ἀτόμων μόνον, ποὺ ἐλέγχουν μεγάλο μέρος τῶν ἀγαθῶν ἑνὸς τόπου ἢ καὶ ὁλόκληρου τοῦ πλανήτη[17].

στ’) Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἡ πιὸ σημαντικὴ στιγμὴ τοῦ Ἱδρύματος ὑπῆρξε ἡ πραγματοποίηση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ σημαντικὸ κομμάτι τῆς νεώτερης ἱστορίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα ἐπιτεύγματα τῆς τριακονταετοῦς ἤδη πατριαρχίας του. Μὲ τὴ σύγκληση δὲ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης) ἐνισχύθηκε ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, προωθήθηκε ὁ διάλογος μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, ὥστε νὰ προσεγγιστοῦν μὲ σύγχρονο τρόπο, μέσα στὸ πνεῦμα τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἑνότητας, τὰ νέα ποιμαντικὰ προβλήματα ποὺ διαρκῶς προκύπτουν καὶ χρήζουν ἄμεσης προσοχῆς, ἰδίως προβλήματα ποὺ δὲν ὑπῆρχαν παλαιότερα.

Μέρος αὐτῆς τῆς πλούσιας συνοδικῆς παράδοσης ἀποτελεῖ πλέον ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Κρήτης, γιὰ τὴν προετοιμασία τῆς ὁποίας ἀπαιτήθηκαν ἀρκετὲς δεκαετίες, κοπιώδης ἐργασία, καθὼς καὶ ἀδιάκοπες διαβουλεύσεις μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, προκειμένου νὰ ἐπιτευχθοῦν συγκλίσεις τόσο ὡς πρὸς τὰ θέματα τῆς ἡμερήσιας διάταξης ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο τῶν τελικῶν κειμένων. Ἄλλωστε, ἡ ἐμβάθυνση τῆς συνεργασίας μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπανενεργοποίηση τῆς ὀρθόδοξης συνοδικῆς συνείδησης ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια μελήματα τοῦ Παναγιωτάτου, ὁ ὁποῖος καθιέρωσε ἤδη ἀπὸ τὸ 1992 τὶς Ἱερὲς Συνάξεις τῶν Προκαθημένων μὲ στόχο τὸν συντονισμὸ τῆς ὀρθόδοξης μαρτυρίας στὸν σύγχρονο κόσμο, συνέχισε καὶ ἐμπλούτισε τὸν θεσμὸ τῶν Συνάξεων τῆς ἀνὰ τὴν οἰκουμένη Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου, ἐπέτυχε τὴν οὐσιαστικὴ διεύρυνση τῆς σύνθεσης τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου μὲ τὴ συμμετοχὴ καὶ φυσικὰ ἔδωσε δυναμικὴ ὤθηση στὸ ὅλο προσυνοδικὸ ἔργο καὶ τελικὰ κατόρθωσε νὰ συγκαλέσει τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο.

Ἡ Ἐγκύκλιος καὶ τὸ Μήνυμα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου ἔγινε ἀντικείμενο ἐπιστημονικῆς μελέτης σὲ πολλὲς Θεολογικὲς Σχολὲς τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ ἐξωτερικοῦ. Παρὰ τὶς ὅποιες ἐλλείψεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπισυμανθοῦν στὰ ἴδια τὰ κείμενα, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀγνοήσουμε τὴ συνέχεια μὲ τὴν συγγραφὴ τοῦ σημαντικοῦ κειμένου «Ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς: Τὸ κοινωνικὸ ἦθος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

 Κλείνοντας τὴν ἑνότητα αὐτὴ νὰ σημειώσουμε ἐπίσης τὴν ἐπιθυμία –μᾶλλον τὴν Παρακαταθήκη[18] ποὺ ἄφησε ὁ ἴδιος ὁ Παναγιώτατος γιὰ τὴ μελέτη τῶν κειμένων τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σαφῶς ἡ ἐπίδραση τῶν ἱστορικῶν προκλήσεων στὴ διαμόρφωση τῆς Κοινωνικῆς Διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι σημαντική, ὅπως καὶ ἡ ἀνάγκη αὐτοκριτικῆς καὶ ἀδιάκοπης ἀνανέωσης τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ ὑπάρξει μία ἀλλαγὴ στάσης τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στὰ κοινωνικὰ προβλήματα καὶ νὰ μὴν παραμείνουν τὰ Συνοδικά κείμενα κενὸς λόγος. 

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἀκαδημία Κρήτης.

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος Α΄ ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀκαδημία σὲ ποικίλες συνεδριακὲς δράσεις καὶ ἐκδηλώσεις της –ἐν συνόλῳ ἑπτὰ- καὶ τόνισε πολλὲς φορὲς τὴ μεγάλη σπουδαιότητα καὶ προσφορὰ τοῦ Ἱδρύματος.

Γι’ αὐτό, σύμφωνα μὲ τὸν Παναγιώτατο, «ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης ἀποδεικνύει ὅτι ἡ μέριμνα αὐτῆς δὲν περιορίζεται εἰς τὴν προσφορὰν ἀκαδημαϊκῶν γνώσεων, ἀλλὰ συμβάλλει ἐμπράκτως εἰς τὸ ἔργον καὶ τὴν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ εἰς τὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ τὸ πολυτιμότερον ἀγαθὸν αὐτῆς»[19].

Ἡ Μητέρα Ἐκκλησία σεμνύνεται γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἀκαδημία Κρήτη, ὅπως καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴν πλευρά της καυχᾶται καὶ ἐνισχύεται ἔχοντας πνευματικὸ πατέρα καὶ προστάτη τὸν ἑκάστοτε Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης –ὅπως ἔχει ἀναφέρει πολλαπλῶς καὶ ποικιλοτρόπως ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος Α΄ «ἀποτελεῖ καμάρι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου»[20] – λειτουργεῖ ὡς πνευματικὸ κέντρο πανορθόδοξης ἀνανέωσης, οἰκουμενικῆς κατανόησης, κοινωνικῆς συνοχῆς καὶ πολιτιστικῆς ἀνάπτυξης ὁλόκληρης τῆς Μεγαλονήσου. Ἡ πορεία του συνδέεται μὲ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι συνεχής, γεμάτη ἐκπλήξεις, in statu viae καὶ ἄρα μέσα στὴν ἱστορία ἔχουμε μόνο πρόγευση τῆς ἐσχατολογικῆς τελείωσης. Ἡ συνειδητοποίηση αὐτὴ σημαίνει ὅτι ὅπως γιὰ τὴ Θεολογία, ἔτσι καὶ γιὰ τὴν Ἀκαδημία, ὀφείλει νὰ προβαίνει σὲ αὐτοέλεγχο καὶ αυτοκριτική, γιὰ νὰ ξαναγίνει ἡ κριτική της συνείδηση, ἡ προφητική της μαρτυρία, ἡ ζωντανὴ συνδιαλλαγή της μὲ τὸν περιβάλλοντα κόσμο.

*

Οἱ παραπάνω, θεμελιώδους σημασίας, θεολογικές προϋποθέσεις, μπορεῖ νὰ ἀποτελοῦν ἁπλῶς θεωρητικὲς διατυπώσεις, ἀλλὰ ἔχουν καίριες συνέπειες γιὰ τὴν ἀποστολή, τὴν μαρτυρία καὶ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸν μεταβαλλόμενο κόσμο μας. Ἀντανακλοῦν ὡς ἕναν βαθμὸ τὴν προσπάθεια ἀλλαγῆς νοοτροπίας στὸν θεολογικὸ κόσμο γιὰ τὸν τρόπο πρόσληψης τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐργαλείων τὴν τελευταία πεντηκονταετία, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὸν διάλογο μὲ νέους κυρίως θεολόγους καὶ ἐπιστήμονες ἔφερε μία νέα ἀντίληψη γιὰ τὴν σχέση Ἐκκλησίας καὶ Κοινωνίας ἢ καλύτερα ἐπικαιροποίησε τὴν σχέση Ἐκκλησίας καὶ Κοινωνίας χωρὶς φυλετικές, ἐθνικές, πολιτιστικὲς ἢ ἄλλες διακρίσεις[21]

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης συνεχίζει καὶ θὰ συνεχίζει καὶ στὸ μέλλον τὴ βασικὴ αὐτὴ ἀποστολή της, τὴ διακονία τοῦ λόγου καὶ κατ’ ἐπέκταση τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν θὰ πάψει νὰ δημιουργεῖ εὐκαιρίες καὶ κίνητρα, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀρθρώνουν τὸν δικό τους λόγο, ὅσοι εἶναι ἢ ὑποχρεώνονται νὰ παραμένουν χωρὶς φωνή. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ ἐκείνους, ἡ φωνὴ τῶν ὁποίων δὲν εἶναι πάντοτε εὐάρεστη σὲ ὅσους πιστεύουν, ὅτι μποροῦν ἀπὸ μόνοι τους νὰ ὁρίζουν, ποιὸς μπορεῖ νὰ ὁμιλεῖ καὶ ποιὸς ὀφείλει νὰ σιωπᾷ. Ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅσους ὑπαγορεύουν μόνοι καὶ αὐθαίρετα τὴν πορεία τῶν λαῶν τους καὶ τοῦ κόσμου.          Τὸ Ἵδρυμα θὰ πρέπει νὰ ἀντισταθεῖ στὴν παραπάνω παράλογη λογική. Πιστεύουμε σταθερὰ στὸν διάλογο, τὸν ὁποῖον καὶ ἀσκοῦμε μὲ πλήρη σεβασμὸ στὴν ἑτερότητα τῶν προσώπων καὶ τῶν ἀντιλήψεων, ὥστε νὰ ἀναδειχθεῖ ἡ Ἀκαδημία σὲ «ἐργαστήριον σωτηρίας καὶ λιμένα πνευματικόν, ὄργανον θεῖον καὶ ἐκφραστὴν τῶν ἱερῶν σου καὶ ἀψευδῶν παρακελευσμάτων. Διαφύλαξον αὐτὴν ἕως τῆς συντελείας ἐν τῇ ἀπλανεῖ τρίβῳ τῶν ἐντολῶν σου, διακονοῦσαν καὶ δεικνύουσαν, ἐν φόβῳ καὶ δέει, τὸ κάλλος τῆς τῶν πρωτοτόκων ἐκ­κλησίας»[22].

            Ὅσα εὐλαβῶς καταγράψαμε δὲν ἀποτελοῦν παρὰ ἐνδεικτικὲς πτυχὲς τῆς σχέσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μας, ἀλλὰ καὶ τὸν ὑπόλοιπο διορθόδοξο κόσμο γενικότερα. Ἡ σκέψη τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄ ὑπῆρξε τόσο δημιουργικὴ τὰ τελευταῖα χρόνια, ἡ ὁποία θὰ ἀναλυθεῖ σὲ βάθος τὰ ἑπόμενα χρόνια. Ἡ δική μας σεβάσμια σιωπὴ καὶ ὑπακοὴ πρὸς τὸ πρόσωπό του θὰ πρέπει νὰ εἶναι φωνὴ εὐγνωμοσύνης καὶ διαμαρτυρίας, ὅταν χρειάζεται, κάθε φορὰ ποὺ  ὑπονομεύονται τὰ δίκαια τοῦ Πατριαρχείου μας. Εἴθε ἡ θεϊκὴ ἁπλοχεριὰ νὰ τοῦ δίδει δύναμη καὶ ὑγεία γιὰ μία συνεχῆ μαρτυρία διὰ τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας στὸν σύγχρονο ἀπαιτητικὸ κόσμο μας.


[1] Ι Πετρ., 3:2.

[2] Περιοδικὸ Ἐκκλησία, 17(1991)613.

[3] Ὁ Παναγιώτατος γνωρίζει τὸ Ἵδρυμα ἀπὸ τὸ 1973, ὡς μέλος τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς, συσταθεῖσα ἀπὸ τὴν Ἑταιρεία ἀποτελουμένη ἀπὸ τοὺς Ἀρχιμ. Παντελεήμονα Ροδόπουλο, Καθηγητὴ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τὸν Ἀρχιμ. Βαρθολομαῖο Ἀρχοντώνη (νῦν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη), Διευθυντὴ τοῦ Ιδιαίτερου Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ π. Δημήτριο Σαλάχα, Καθηγητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς στὸ Μπάρι, γιὰ τὴ διοργάνωση τοῦ Β΄ Διεθνοῦς Θεολογικοῦ Συνεδρίου ἐπὶ τοῦ Κανονικοῦ καὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου τῶν Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν.

[4] Βλ. Προεδρικὸ Διάταγμα ΦΕΚ 206/31-1-2020 Τεύχος Β΄.

[5] Ἀλεξ. Παπαδεροῦ, Χαιρετισμὸς καὶ Εὐχή, στὸ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης, Διακονία – Διάλογος – Καταλλαγή, ὅπ. παρ., σ. 32.

[6] Νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ἡ πρώτη Σύναξη πραγματοποιήθηκε στὶς 10 Μαΐου 1986 [βλπ. Διάλογοι Καταλλαγῆς, Τεῦχος 2 (1986) 10] καὶ ἡ δεύτερη στὶς 10 Νοεμβρίου 1988 [βλπ. 2016, σ. 13].

[7] Ἀλεξ. Παπαδεροῦ, Πίστη – Ἐπιστήμη – Ζωή. Ἡ Ὀρθοδοξία σὲ διάλογο, ἐκδ. Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, Χανιὰ 2007.

[8] Ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου στὸ Εὐρωπαϊκὸ Κοινοβούλιο (Στρασβοῦργο, 19 Ἀπριλίου 1994), Περιοδικὸ Καθ’ Ὁδόν, 6(1993)9-14.

[9] Ἀπὸ τὴ συνέντευξη τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄ στὴν Ἐφημερίδα «Πρώτη Σελίδα» τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου, στὸ πλαίσιο τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Ἔτους Διαπολιτισμικοῦ Διαλόγου 2008 (25 Σεπτεμβρίου 2008).

[10] Βλ. ἀνάλυση τοῦ ἄρθρου στὸ Κων. Ζορμπᾶ, Διάλογος τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων μὲ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση στὸ πλαίσιο τῆς νέας Συνθήκης τῆς Λισσαβόνας. Μία πρώτη  κοινωνιολογικὴ καὶ θεολογικὴ προσέγγιση, στὸ Περιοδικὸ Θεολογία, 2(2010)261-297.

[11] Μήνυμα γιὰ τὴν Προστασία τοῦ Φυσικοῦ Περιβάλλοντος, τὸ 1989.

[12] Σημειώνουμε ἐδῶ, ὅτι εἶναι συχνὴ ἡ διὰ Μηνυμάτων παρουσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου στὴ ζωὴ τοῦ Ἱδρύματος.

[13] Τὸ 2017 ἡ ΟΑΚ ἀνέλαβε τὴν πρωτοβουλία νὰ ἐγκαταστήσει στὶς ὀροφὲς τῶν κτηρίων της φωτοβολταϊκὰ συστήματα 50kWp. Ἡ ἐφαρμογὴ αὐτὴ ἤπιων μορφῶν ἐνέργειας, ἡ ὁποία ἀξιοποιεῖ τὸν ἐνεργειακὸ συμψηφισμὸ στὴ μέση τάση, ἦταν ἡ πρώτη, αὐτοῦ τοῦ τύπου, ποὺ ἀδειοδοτήθηκε στὴν Κρήτη, ἐπιτυγχάνοντας σὲ ἐτήσια βάση μείωση τῶν ἐκπομπῶν διοξειδίου τοῦ ἄνθρακα (CO2) πάνω ἀπὸ 40 τόνους, ἀποτελῶντας πρότυπο πιλοτικὸ σταθμὸ γιὰ ὅλους τοὺς Κρητικούς.

[14]  Κωνσταντίνου Β. Μυγδάλη, Ἡ Οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Προβλήματα καὶ προοπτικὲς στὴν μεταπολεμικὴ Ἑλλάδα, Διδακτορικὴ Διατριβή, Θεσσαλονίκη 2004. Πρβλ. καὶ τὴν ἀνάλυση τοῦ ἰδίου σὲ κείμενο τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐρευνητικῆς Ὑπηρεσίας (1 Ἀπριλίου 2022), μὲ θέμα: «Ὁ Πόλεμος τῆς Ρωσίας στὴν Οὐκρανία: Ἡ θρησκευτικὴ διάσταση». 

[15] Ἀνάμεσα στὰ ἄλλα γίνεται ἀναφορὰ στὸ Συνέδριο «Σοσιαλισμὸς καὶ Πολιτισμός» (1977). Συνάντηση πολιτικῶν, καλλιτεχνῶν καὶ συγγραφέων μὲ ἐκπροσώπους τῆς ἑλλαδικῆς Ὀρθοδοξίας μὲ θέμα τὴν σχέση Χριστιανισμοῦ – Σοσιαλισμοῦ καὶ Πολιτισμοῦ.

[16] Στόχος τοῦ Δικτύου εἶναι ἡ δημιουργία τῶν προϋποθέσεων γιὰ ἑτοιμασία ἐξειδικευμένων στελεχῶν, ὥστε νὰ προσφέρεται πνευματικὴ διακονία ὑψηλῆς εὐθύνης, σὲ συνεργασία βέβαια μὲ τοὺς γιατροὺς καὶ τοὺς λοιποὺς θεράποντες τῆς ὑγείας. Στὸ Δίκτυο συνεργάζονται ἁρμόδια πρόσωπα ὄχι μόνον ἀπὸ τὸν Χριστιανισμό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλες θρησκευτικὲς παραδόσεις.

[17] Ἀλεξ. Παπαδεροῦ, Λειτουργική Διακονία. Ἡ κοινωνικὴ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸ σύγχρονο κόσμο. Πρακτικὰ Διορθοδόξου Διασκέψεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, Χανιὰ 1981, σ. 50.

[18] «Ὡς ἀναφέρομεν εἰς τὴν ὁμιλίαν ἠμῶν κατὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν ἐν τῷ Ἱερῷ Ναῶ Ἁγίου Παύλου Χανίων, τὴν 26ην Ἰουνίου 2016, τελευταίαν ἡμέραν τῆς Συνόδου, αἱ συνοδικαὶ  ἀποφάσεις πρέπει νὰ ἐνταχθοῦν εἰς τὴν ζωὴν τῶν κατὰ τόπους Ὀρθόδοξων Ἐκλησιῶν, νὰ κοινοποιηθοῦν εἰς τὰς Ἐνορίας, τὰς Ἱερὰς Ἀρχιεπισκοπὰς καὶ Μητροπόλεις, εἰς τὰς Ἱερὰς Μονάς, νὰ συζητηθοῦν εἰς τὰς θεολογικὰς καὶ ἐκκλησιαστικὰς σχολὰς, νὰ εἰσαχθοῦν εἰς τὴν κατήχησιν καὶ παιδείαν τῆς νεότητος, νὰ καρποφορήσουν εἰς τὴν ποιμαντικὴν διακονίαν καὶ εἰς τὰς ἐν τῷ κόσμῳ δράσεις τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διαδικασία προσλήψεως καὶ ἐφαρμογῆς τῶν θεσπισμάτων τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ οὐσιαστικὴν ἔκφρασιν τῆς συνοδικῆς αὐτῆς ταυτότητος, τρόπον τινά, σύνοδον μετὰ τὴν Σύνοδον» (Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ Μήνυμα τῆς ΑΘΠ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄ στὴν ἐπετειακὴ ἐκδήλωση τῆς ΟΑΚ γιὰ τὰ πέντε χρόνια ἀπὸ τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδοξίας) στὶς 25-26 Ἰουνίου 2021.

[19] Χαιρετισμὸς τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄, Προέδρου τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς ὅλους τοὺς Μακαριωτάτους Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν ἐπὶ τῇ Ἀνακηρύξει Αὐτῶν ὡς Ἑταίρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, 24 Ἰουνίου 2016. Βλ. Ἐπετειακὸν Ἡμερολόγιον 2018, σ. 51.

[20] «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης εἶναι, ὅπως καὶ ἄλλοτε ἔχομεν τονίσει, τὸ καμάρι μας! Εἶναι ἡ πνευματικὴ βιτρίνα τῆς Κρήτης εἰς τὸν κόσμον τοῦ πνεύματος, ὄχι μόνον τὸν καθαρῶς ἐκκλησιαστικόν, ἀλλὰ καὶ τὸν εὐρύτερον. Τὸ Κολυμβάρι, ἡ Κίσαμος, τὰ Χανιά, ἔχουν γίνει περιάκουστα μέχρι τὰς ἐσχατιὰς τῆς ὑδρογείου, ἐξ αἰτίας κυρίως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης […]». Βλ. Ἀπόσπασμα ὁμιλίας τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄, 7 Οκτωβρίου 2009.

[21] Βλ. περισσότερα π. Ἰωάννης Χρυσαυγῆς, Βαρθολομαῖος: Ἀποστολὴ καὶ Ὅραμα, ἐκδ. Ἐν Πλῷ, Ἀθήνα 2018.

[22] Εὐχὴ ἐπὶ τῇ ἀναμνήσει τῶν Ἐγκαινίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, Διάλογοι Καταλλαγῆς, Ἐπετειακὸ Τεῦχος, 15(2018)1.

Το παρόν κείμενο αποτελεί συντομευμένη απόδοση εισήγησης στο Διεθνές Συνέδριο «Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: Τριάντα χρόνια διακονίας», που διοργάνωσε η Θεολογική Σχολή ΑΠΘ και το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών στη Θεσσαλονίκη, από 26 έως 29 Μαΐου 2022. Η παρούσα συντομευμένη εκδοχή δημοσιεύεται με την άδεια των διοργανωτών, ενώ το πλήρες κείμενο της εισήγησης, με την προσθήκη των απαραίτητων παραπομπών και υποσημειώσεων, θα δημοσιευθεί στον επίσημο Τόμο των Πρακτικών του Συνεδρίου.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ