Σήμερα, Παρασκευή 29 Απριλίου 2022, στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, ένα τετρασέλιδο αφιερωμένο στην πρόσφατη εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών, σε συνεργασία με το Κέντρο Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών (CEMES), με τη συμμετοχή του Μητροπολίτου Χαλκηδόνος, Γέροντος Εμμανουήλ, του Ομότ. Καθ. Ιωάννη Κονιδάρη και εμού, με συντονισμό και πρωτοβουλία του Καθ. και πρώην Αντιπροέδρου της Ελληνικής Κυβερνήσεως, Ευάγγελου Βενιζέλου.
Ομότ. Καθ. Πέτρου Βασιλειάδη, Προέδρου επί τιμή του CEMES
Στη εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών για τα 200 χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία υποστήριξα πως η ανακήρυξη από την Ελλαδική Εκκλησία το 1833 αντικανονικώς της ανεξαρτησίας της από Οικουμενικό Πατριαρχείο, έγινε η απαρχή της αποψίλωσης του Οικουμενικού θρόνου με τις αναγκαστικές χορηγήσεις αυτοκεφαλίας στις ομόδοξες χριστιανικές κοινότητες των Βαλκανίων. Με τον τρόπο αυτό άρχισε να παγιώνεται η ομοσπονδοποίηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας…Η προτεραιότητα αυτοκεφαλίας των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών έναντι της ενότητας και καθολικότητάς της, τις οδήγησε στο να καταστούν εθνικές, λειτουργώντας σε πολλές περιπτώσεις με εθνικιστικά κριτήρια.
Σε παρόμοια εκδήλωση, πάλι με αφορμή την Ουκρανική αυτοκεφαλία, υποστήριξα πως τα βαθύτερα αίτια της κρίσης είναι ότι συμβάλλαμε στην αίρεση του εθνοφυλετισμού και των εθνικιστικών τάσεων στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κι αυτό, γιατί έχει ασυναίσθητα αναπτυχθεί μια «αρνητική» Ορθόδοξη ταυτότητα: δεν είμαστε αυτό που η παράδοση μας άφησε ως κληρονομιά, αλλά αυτό που οι άλλοι, κυρίως οι Καθολικοί, δεν είναι. Δηλαδή, χωρίς πρωτείο, την ορατή έκφραση ενότητας της Εκκλησίας.Τη στιγμή μάλιστα που σήμερα η Καθολική Εκκλησία επιδιώκει να αποκαταστήσει τη συνοδικότητα στην αυθεντική της μορφή. O Πασκάλ έλεγε: «H πολυμορφία της αυτοκεφαλίας που δεν οδηγεί στην ενότητα καταλήγει σε χάος, όπως βέβαια και η ενότητα που δεν βασίζεται στη συνοδικότητα καταλήγει σε τυραννία».
Περιττό να τονίσουμε ότι όλες οι αυτοκεφαλίες αναπτύχθηκαν εκβιαστικά, όχι απελευθερωτικά, όπως της Κύπρου (από την κυριαρχία τότε της εκκλησίας της Αντιόχειας), και πρόσφατα της Ουκρανίας από εκείνην της Ρωσικής.
Το πρόβλημα του Πατριαρχείου της Μόσχας δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό. Προηγουμένως, η απουσία της από την Αγία και τη Μεγάλη Σύνοδο του 2016, και το βέτο της στην ολοκλήρωση του προσυμφώνου εγγράφου για την αυτοκεφαλία, σε ιδεολογικό και γεωπολιτικό επίπεδο εξηγείται ως προσπάθεια πρόληψης της απώλειας της Ουκρανίας, κάτι που θα αποδυνάμωνε τη θεωρία περί “Ρωσικού λαού”, ένα μείγμα απολυταρχικής διακυβέρνησης με στοιχεία θρησκευτικού και κοσμικού ιμπεριαλισμού.
Πίσω από όλες τις αντιδράσεις της Ρωσικής Εκκλησίας βρίσκεται η άρνηση αποδοχής εκ μέρους της, μιας Εκκλησίας με ορατή κεφαλή (Πρώτον). Η επιτακτική ανάγκη ύπαρξης πρωτείου σε παγκόσμιο επίπεδο, αμφισβητείται διαρκώς από τη Μόσχα, τη στιγμή που αυτό υπάρχει σε όλα τα άλλα επίπεδα (μητροπολιτικό, επισκοπικό και ενοριακό).
Οποιαδήποτε νέα αντίληψη για την ενότητα της Εκκλησίας, η οποία προωθείται σήμερα από τους Ρώσους, με βάση το ότι η Μόσχα σήμερα είναι πρωτεύουσα μιας κυρίαρχης αυτοκρατορίας, όπως συνέβαινε προηγουμένως με την Νέα Ρώμη, την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, πολύ δύσκολα μπορεί να έχει σήμερα κάποια εκκλησιολογική ή κανονική νομιμοποίηση.
Οι Ορθόδοξοι θα πρέπει να επανεξετάσουμε την αυθεντική εκκλησιολογία μας, με την κύρια έκφραση της «ενότητας» – και κυρίως της «καθολικότητας» – και να εγκαταλείψουμε την ιδεολογική αντίληψη για την «Ορθοδοξία», που χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον ενάντια στη δυτική χρήση του όρου «Καθολική», ως στοιχείου της ταυτότητάς της.
Στην σημερινή κατάσταση «υπό το φως του πολέμου» σε θεολογικό και εκκλησιαστικό επίπεδο η προσοχή πλέον επικεντρώνεται όχι στην βάναυση Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά στην επευλογία της από τον Πατριάρχη Μόσχας. Κάτι που στα μάτια της διεθνούς χριστιανικής κοινότητας, σημαίνει πως κάθε πολίτης που δολοφονείται στην Ουκρανία, κάθε βιασμός και βασανιστήρια, κάθε σπίτι που καταστρέφεται, αλλά και τα εκατομμύρια των προσφύγων, όλα γίνονται με τις ευλογίες του Πατριαρχείου Μόσχας.
Μετά τις αθρόες διακοπές μνημοσύνου του Πατριάρχη Μόσχας από κληρικούς της δικαιοδοσίας του, τις διεθνείς πρωτοβουλίες για Πανορθόδοξη κανονική καταδίκη του Κυρίλλου και της ιδεολογίας του περί Ρωσικού Κόσμου ως εθνοφυλετικής αίρεσης, ακόμη και της αναστολής της αυτοκεφαλίας της Ρωσικής Εκκλησίας, το CEMES εγκαινίασε ένα πρόγραμμα για την Ορθόδοξη Ουκρανική συμφιλίωση, προτείνοντας τη δημιουργία μιας μη επίσημης συνοδικής εκκλησιαστικής δομής, με βάση το μοντέλο της συμφωνίας του 1928 μεταξύ του Πατριαρχείου και Εκκλησίας της Ελλάδος για την προσωρινή παραχώρηση των λεγομένων «Νέων Χωρών». Δηλαδή μιας προσωρινής επιτροπής έξι επισκόπων από την Αυτοκέφαλη και 6 από την υπό το Πατριαρχείο Μόσχας Ουκρανικής Εκκλησίας, που θα οδηγήσει τελικά στην ανάδειξη μίας πραγματικά ενωμένης Ορθόδοξης Ουκρανικής Εκκλησίας».
Συμπερασματικά, θα ήθελα να αναφερθώ στο μήνυμα που έλαβα από επίσκοπο της Ορθόδοξης Εκκλησίας: «Δεν μπορώ να κοιμηθώ, αναλογιζόμενος, για την εικόνα της Εκκλησίας μου, πως όλοι αυτοί θα γιορτάζουν το Πάσχα με αναμμένα κεριά και χαμογελαστά πρόσωπα, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Κύριλλο, και τον Βλαντιμίρ Πούτιν, που σίγουρα θα τον έχει κοινωνήσει εκείνη την ημέρα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αμαρτία από αυτήν της εκκλησιαστικής αναλγησίας και του θρησκευτικού φανατισμού»!