50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΧΙΕΡΩΣΥΝΗΣ
Του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Το ότι η Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας και Εξαρχία Κεντρώας Ευρώπης ακριβοθυγατέρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποτελεί μία από τις πιο οργανωμένες και αποδοτικές επαρχίες του είναι γεγονός που ομολογούν οι πάντες. Με την πορεία της Μητροπόλεως Γερμανίας από την στιγμή της ιδρύσεώς της στις 5 Φεβρουαρίου 1963 είναι συνυφασμένη και η πορεία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Γερμανίας και Εξάρχου Κεντρώας Ευρώπης κ. Αυγουστίνου, ο οποίος υπήρξε από την πρώτη στιγμή κληρικός της και φέτος στις 26 Μαρτίου συμπλήρωσε πενήντα χρόνια ως αρχιερέας.
Αξιοχρέως και εξ αιτίας του ότι λόγω των γεγονότων της πανδημίας από την μια και του ζοφερού ρωσοουκρανικού πολέμου από την άλλη καθίσταται ανεπίκαιρη η πραγματοποίηση ιδιαιτέρων εκδηλώσεων για τον εορτασμό αυτού του ευλογημένου ιωβηλαίου υιικώς ευγνωμόνως και οφειλετικώς αναφερόμαστε στο σεβαστό πρόσωπό του.
Ο Μητροπολίτης Γερμανίας Αυγουστίνος (κατά κόσμον Γεώργιος) Λαμπαρδάκης γεννήθηκε στο χωριό Βουκολιές του νομού Χανίων της Κρήτης στις 7 Φεβρουαρίου 1938. Γονείς του ο Εμμανουήλ και η Ευρυδίκη άνθρωποι πιστοί και εύχαρεις, πράοι και ανοιχτόκαρδοι προσπαθούσαν με κόπους και ιδρώτα να συντηρήσουν την οικογένειά τους σε ατμόσφαιρα οικογενειακής συνοχής με τις σεβαστές αρχές και αξίες της εποχής εκείνης. Ο Γεώργιος φοίτησε στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο του χωριού του τα σκληρά χρόνια της κατοχής. Ήταν επιμελής μαθητής και επιθυμούσε να συνεχίσει τις σπουδές του με δυσοίωνες όμως προοπτικές λόγω οικονομικής ανέχειας. Έχοντας διαγνώσει οι δάσκαλοι του την έφεση για γράμματα, τον προώθησαν για να σπουδάσει στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου την ίδια περίοδο φοιτούσαν ο Παναγιότατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κυρός Στυλιανός με τους οποίους εκτός από συμφοιτητές ήταν και φίλοι.
Ο Γεώργιος χειροτονήθηκε διάκονος στην Κωνσταντινούπολη από τον Μητροπολίτη και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο το Σάββατο του Λαζάρου 9 Απριλίου 1960 και έλαβε το όνομα Αυγουστίνος. Το ίδιο έτος αποφοιτώντας από την Θεολογική Σχολή της Χάλκης αναχώρησε για την Ευρώπη προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του με την προοπτική τελειώνοντάς να επιστρέψει στη Χάλκη. Έτσι βρέθηκε στην τότε Δυτική Γερμανία όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη Γερμανίας Πολύευκτο στις 30 Αυγούστου 1964 και αφού έλαβε και το οφίκιο του αρχιμανδρίτη τοποθετήθηκε ως ιερατικός προϊστάμενος στο διηρημένο τότε σε ανατολικό και δυτικό Βερολίνο. Στο Βερολίνο μαθήτευσε κοντά στον καθηγητή της Ρωμαιοκαθολικής Θεολογίας Marcel Reding ο οποίος μάλιστα του έδωσε διδακτική εντολή για να διδάξει Πατρολογία στο Ρωμαιοκαθολικό Σεμινάριο. Με τις γνωριμίες και την εν γένει δραστηριότητά του ο αρχιμανδρίτης Αυγουστίνος μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα κατάφερε να αναδείξει την ενορία του Βερολίνου και να την κάνει σεβαστή και υπολογίσιμη σε όλους, παρέχοντας επίσης την σημαντική διακονία του στο συνολικό έργο της Μητροπόλεως. Εκτιμώντας τα προτερήματα και την αποτελεσματικότητά των δραστηριοτήτων του ο Μητροπολίτης Γερμανίας Ειρηναίος πρότεινε τον αρχιμανδρίτη Αυγουστίνο για βοηθό του επίσκοπο και εξελέγη με τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Ελαίας, από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα την Τρίτη 21 Μαρτίου 1972. Η εις επίσκοπον χειροτονία, η οποία ήταν η πρώτη χειροτονία ορθόδοξου επισκόπου που έγινε στη Γερμανία και πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαρτίου 1972 στο ναό του Αγίου Ανδρέου της Φρανκφούρτης από τον Μητροπολίτη Γερμανίας Ειρηναίο Γαλανάκη, τον σχολάρχη της Θεολογικής Χάλκης Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως Μάξιμο Ραπανέλη και τον Μητροπολίτη Καλαβρίας Αιμιλιανό Τιμιάδη ο οποίος και εφοδίασε τον χειροτονούμενο με δικά του αρχιερατικά άμφια και μίτρα, διότι ο Αυγουστίνος και να ήθελε δεν μπορούσε να κατεβεί στην Ελλάδα προκειμένου να προετοιμαστεί. Ο τότε Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στο Βερολίνο Δημήτριος Κοσμαδόπουλος ο οποίος ήταν φίλος του, τον προειδοποίησε ότι αν κατεβεί ήταν προγραμματισμένο να του στερήσει η τότε δικτατορική κυβέρνηση της Ελλάδας το διαβατήριο, διότι ως αρχιμανδρίτης ο Αυγουστίνος δεν τελούσε δοξολογία στην εορτή της 21ης Απριλίου που είχε καθιερώσει η χούντα και βοηθούσε αυτούς που διωγμένοι από το καθεστώς, κυρίως φοιτητές και εργάτες, είχαν υποχρεωθεί να ξενιτευτούν στη Γερμανία.
Ως βοηθός επίσκοπος ο Ελαίας Αυγουστίνος ανεδείχθη «ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού» (Ψλμ. 52, 8) πέρα από την προσφορά του στην Μητρόπολη Γερμανίας, με το επικοινωνιακό χάρισμα που διαθέτει γρήγορα καθιερώθηκε στον πολιτικό και εκκλησιαστικό κύκλο της Γερμανίας. Εξελέγη παμψηφεί αντιπρόεδρος του Ομοσπονδιακού Οικουμενικού Συμβουλίου της Γερμανίας, αντιπρόεδρος επίσης του Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών της Γερμανίας, συμπρόεδρος της Κοινής Επιτροπής της Ιεράς Μητροπόλεως και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη Γερμανία και πρόεδρος της Οικουμενικής Επιτροπής για την υποστήριξη όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών που εκπροσωπούνται στην Γερμανία.
Από την πρώτη στιγμή της χειροτονίας του ο Επίσκοπος Ελαίας Αυγουστίνος «αγαλλομένω ποδί» (Ωδή ε΄του Πάσχα), ταξίδευε ασταμάτητα σε όλη τη Γερμανία για να διευθετεί θέματα της Μητροπόλεως. Σημαντική υπήρξε η συμβολή του και για την αναγνώριση της Ιεράς Μητροπόλεως ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου από το γερμανικό κράτος. Με ενέργειές του κτίστηκε στη Γερμανία ο πρώτος ελληνορθόδοξος ναός της Αναλήψεως του Σωτήρος στο Βερολίνο.
Το καλοκαίρι του 1980 ο Μητροπολίτης Γερμανίας Ειρηναίος επισκεπτόμενος την Κρήτη, μετά από πίεση κατοίκων της Κισάμου, πρώην Μητρόπολή του και τον αναγκαστικό εγκλωβισμό του όπως ο ίδιος είχε πει, δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Γερμανία, οπότε και τέθηκε σε διαθεσιμότητα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και σε συνεδρία της Αγίας και Ιεράς Συνόδου την Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 1980 ο 42χρονος Επίσκοπος Ελαίας Αυγουστίνος εξελέγη παμψηφεί Μητροπολίτης Γερμανίας. Ο Επίσκοπος Αυγουστίνος ούτε προσπάθησε ούτε επεδίωξε αυτήν την προαγωγή. Ίσχυσε η περιλάλητος φράση του Αγίου Γρηγορίου για τον Μέγα Βασίλειο «ουκ επεδίωξας την αρχήν, αλλ’ υπό της αρχής επιδιωχθείς». Η ενθρόνισή του Αυγουστίνου ως Μητροπολίτη Γερμανίας έγινε το Σάββατο 8 Νοεμβρίου 1980 στον Μητροπολιτικό ναό Αγίας Τριάδος στη Βόννη και είναι ο πρώτος Μητροπολίτης Γερμανίας που ενθρονίστηκε στον προαναφερθέντα Μητροπολιτικό Ναό από τον Μητροπολίτη Αυστρίας και Έξαρχο Ιταλίας, Ελβετίας και Ουγγαρίας Χρυσόστομο Τσίτερ ως εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα.
Κατά τον ενθρονιστήριο λόγο του μεταξύ άλλων ο Μητροπολίτης Γερμανίας, αναφέρθηκε στο στόχο του για την δημιουργία μιας «μικρής πατρίδας» στην κάθε ενορία, με την ανέγερση ναών, ενοριακών κέντρων κ.ά. κάτι που ήδη έχει γίνει πραγματικότητα σε όλες σχεδόν τις ενορίες της Μητροπόλεως, (150 περίπου είναι οι πόλεις στη Γερμανία στις οποίες λειτουργούν 65 ως έδρες και οι υπόλοιπες ως παραρτήματα ελληνορθόδοξων ενοριών). Μετά από μακροχρόνιες και εντατικές προσπάθειες ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος κατάφερε να επανενταχθεί στην Μητρόπολη ο ιστορικός ναός της Salvatorkirche, ο οποίος είχε παραχωρηθεί στους Έλληνες του Μονάχου από τον βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκο και τελούσε υπό κατάληψη από το 1970 μέχρι το 1998, που το Συνταγματικό Δικαστήριο της Βαυαρίας απέδωσε το ναό στην Μητρόπολη.
Έχοντας μεγάλο ενδιαφέρον για τη μόρφωση και κατάρτιση των κληρικών του τους ενθαρρύνει και τους διευκολύνει για περαιτέρω σπουδές, ενώ διοργανώνει κατ’ έτος υψηλοτάτου επιπέδου πολυήμερα ιερατικά συνέδρια στα οποία καλούνται ως ομιλητές κληρικοί και πανεπιστημιακοί από όλη την Ευρώπη και όχι μόνο. Με προσωπική φροντίδα του Μητροπολίτη Αυγουστίνου έχει εισαχθεί το μάθημα των θρησκευτικών για τους Ορθόδοξους μαθητές σε πολλά σχολεία της Γερμανίας, ενώ στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου λειτουργεί Τμήμα Ορθόδοξης Θεολογίας. Ανάλογο είναι το ενδιαφέρον του και για την νεολαία. Από το 1983 μάλιστα λειτουργεί κεντρική συντονιστική επιτροπή νεολαίας στο Μητροπολιτικό Κέντρο στην Βόννη το οποίο ασχολείται με την οργάνωση των ενοριακών νεολαιών και την σύγκληση συνεδρίων καθώς και την δημιουργία διαφόρων νεανικών εκδηλώσεων.
Με την δημιουργία διαφόρων επιτροπών που εποπτεύουν και παρεμβαίνουν όταν χρειάζεται, σε διάφορους τομείς της ζωής τού πληρώματος της Μητροπόλεως, ο Μητροπολίτης εκφράζει το ενδιαφέρον του και την ποιμαντική του φροντίδα.
Η πορεία της διακονίας του Μητροπολίτη Αυγουστίνου όπως προαναφέραμε είναι παράλληλη και ισόχρονη με την πορεία της Μητροπόλεως από την πρώτη στιγμή της ιδρύσεώς της και εκ των πραγμάτων κάθε αναφορά στην Μητρόπολη αφορά και τον Αυγουστίνο όπως και το αντίθετο. Ο ίδιος ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος αναφέρει πως «έχοντας ζήσει τη δημιουργία της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας από την αρχή, έχω ταυτιστεί μαζί της – χωρίς ασφαλώς να τη θεωρώ κτήμα μου».
Ανέκαθεν διακονεί την Εκκλησία με αυταπάρνηση και αφοσίωση από όποια θέση κι αν έχει βρεθεί. Ποτέ δεν έθεσε το προσωπικό του συμφέρον πάνω από το συμφέρον της Εκκλησίας. Διαλλακτικός, άνετος, απλός, μεταδοτικός, επικοινωνιακός αλλά και μαχητικός φροντίζει πάντα να βρίσκεται κοντά στο ποίμνιο του, διασχίζοντας απ΄άκρη ως άκρη όλη τη Γερμανία. Πεπεισμένος ότι κέντρο της ενοριακής ζωής πρέπει να είναι το ιερό Θυσιαστήριο, το ασφαλέστερο καταφύγιο του νου και της καρδιάς ως λειτουργός χαρακτηρίζεται από απλότητα, ιεροπρέπεια, μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα. Το ίδιο επιβλητικός είναι και ο λόγος του μέσω του οποίου μεταγγίζει ζωή, ελπίδα, ενθουσιασμό, καλύπτει τις μεταφυσικές αγωνίες αυτών προς τους οποίους απευθύνεται. Πλήρως αφοσιωμένος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο αναφέρεται σε αυτό πάντα με σεβασμό και αγάπη, θεωρεί δε υψίστη τιμή και ευλογία και σημαντικό σταθμό της ζωής του την συμμετοχή του στην αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης το 2016. Επί αρχιερατείας του έχει υποδεχθεί τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο τρεις φορές στην Γερμανία, ενώ έχει συμμετάσχει σε διάφορες αποστολές ως μέλος της συνοδείας ή εκπροσωπώντας τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Ιδιαίτερο είναι το ενδιαφέρον του για την πανορθόδοξη συνεργασία την οποία και προσπαθεί να προωθεί υπό την ιδιότητά του ως πρόεδρος της Ορθοδόξου Επισκοπικής Συνελεύσεως Γερμανίας, ενώ με προσοχή και σπουδή καλλιεργεί τις σχέσεις της Μητροπόλεως με τις άλλες χριστιανικές ομολογίες και με την ιδιότητα του προέδρου της Επιτροπής Διεκκλησιαστικών Σχέσεων.
Ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος δεν έχει μάθει να ζει στη χλιδή. Η ζωή του είναι απέριττη, λιτή και απλή. Μια φορά του δόθηκε η ευκαιρία να γίνει κάτοχος μεγάλης περιουσίας, όταν κληρονόμησε τον Καθηγητή του Marcel Reding, ο οποίος του άφηνε μεγάλη περιουσία σε χρήματα, σπίτια και κτήματα. Η κατοχή όλης της περιουσίας από τον Μητροπολίτη Γερμανίας Αυγουστίνο διήρκησε όσο χρόνο χρειάστηκε για να γίνει η μεταβίβασή της στην Μητρόπολη.
Η γενικότερη προσφορά του γεραρού και διαπρεπούς ιεράρχου Αυγουστίνου χαρακτηρίζεται και αναγνωρίζεται από όλους ως έργο αγλαόκαρπον καλού ποιμένος, έργο μαρτυρίου και μαρτυρίας συνειδήσεως, το οποίο επιτελείται αδιάκοπα εδώ και πενήντα χρόνια αρχιερατικής διακονίας. Ο ίδιος βέβαια λέει: «Εγώ δεν έκανα τίποτε. Ο Θεός τα έκανε. Ό, τι υπάρχει στη Γερμανία έγινε, επειδή ο Θεός έστειλε καλούς κληρικούς, πιστούς χριστιανούς και πολλούς φίλους Γερμανούς».
Ον Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος ακολουθώντας το παράδειγμα των μεγάλων ιεραρχών, παρά την δυναμική του προσωπικότητα πορεύεται «ως άνδρας ιλαρός και δότης» (Παροιμ.22,8) με απλότητα και αποδεικνύεται στοργικός και προστατευτικός προς το ποίμνιό του, κλήρο και λαό. Είναι βραδύς στην επίπληξη και ταχύς στην επιβράβευση.
Αναφερόμενος ο ίδιος στο «χρυσό» ιωβηλαίο των πενήντα ετών αρχιεροσύνης σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα «ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ» λέει κατά λέξη: «…πράγματι είναι χρυσό, όχι γιατί λάμπει κάτι – πολλώ δε μάλλον ο εορτάζων! – αλλά γιατί περιλαμβάνει αναρίθμητες στιγμές, όπου αισθάνθηκα την παρουσία του Θεού και των ανθρώπων δίπλα μου, όπου είδα τη δημιουργία από το μηδέν, όπου έζησα μεγάλα και ιστορικά γεγονότα. Με αυτή την έννοια το περιεχόμενο αυτών των πενήντα χρόνων είναι που τα κάνει να έχουν την αξία του χρυσού».
Ζήθι Σεβασμιώτατε Γέροντά μας και αρχιεράτευε αγλαοκάρπως προς δόξαν Κυρίου και προς όφελος της Αγίας Εκκλησίας μας, αλλά και όλων μας!