Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος είναι ένας σοφός ιεράρχης του Οικουμενικού Θρόνου, με τεράστια προσφορά στην σημαντική αυτή Μητρόπολη στην καρδιά της Ευρώπης και σε ολόκληρη την Ορθοδοξία.
Φέτος συμπληρώνει 50 χρόνια αρχιερωσύνης! Αλλά και ως ιερεύς στην Γερμανία διηκόνησε. Μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στην Εκκλησία του Χριστού.
Με αφορμή αυτό το χρυσό ιωβηλαίο, ζητήσαμε από τον Σεβασμιώτατο να παραχωρήσει μία συνέντευξη στο «Φως Φαναρίου» κι εκείνος ανταποκρίθηκε αμέσως, με την καλή διάθεση που τον διακρίνει.
Τον ευχαριστούμε από καρδιάς!
- Σεβασμιώτατε, σας ευχαριστώ θερμά για την ανταπόκριση στην πρόκληση μου να παραχωρήσετε μία συνέντευξη στο Φως Φαναρίου. Είναι μεγάλη τιμή και χαρά! Το έτος στο οποίο μόλις εισήλθαμε, το 2022, συμπληρώνετε 50 χρόνια Αρχιερωσύνης. Ένα χρυσό ιωβηλαίο! Μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στην Μητρόπολη Γερμανίας και φυσικά στην Μητέρα Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με συγκινεί, ξέρετε, το γεγονός ότι είστε από τους ελάχιστους ιεράρχες του Θρόνου οι οποίοι δεν μετακινήθηκαν, δεν μετατέθηκαν στην διάρκεια της διακονίας τους. Σας κέρδισε η Γερμανία ή την …κερδίσατε εσείς με την πολύχρονη αφοσίωσή σας;
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, κ. Ανδριόπουλε, με τα θερμά μου συγχαρητήρια για την μεγάλη τιμή της απονομής στο πρόσωπό σας του οφφικίου του Άρχοντος Δικαιοφύλακος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, του πανσεβάστου και πεφιλημένου Οικουμενικού μας Πατριαρχείου, το οποίο μάλιστα λάβατε από τα ίδια τα χέρια του ηγέτου της Ορθοδοξίας, του Οικουμενικού μας Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου. Άξιος είστε και να είστε! Να συνεχίσετε να μεταφέρετε με τον ίδιο ζήλο το φως από την κανδήλα του Φαναρίου, από την οποία φωτίζεται όλος ο Ορθόδοξος κόσμος.
Πράγματι το εφετινό έτος 2022 συμπληρώνονται 50 χρόνια από την εκλογή και χειροτονία μου εις Επίσκοπον, βοηθό τότε του αειμνήστου και μακαριστού Μητροπολίτου Γερμανίας Ειρηναίου, του κατόπιν Κισάμου και Σελίνου. Σεις, όπως και όλος ο κόσμος, ονομάζει αυτή την επέτειο «χρυσό ιωβηλαίο». Και πράγματι είναι χρυσό, όχι γιατί λάμπει κάτι – πολλώ δε μάλλον ο εορτάζων! – αλλά γιατί περιλαμβάνει αναρίθμητες στιγμές, όπου αισθάνθηκα την παρουσία του Θεού και των ανθρώπων δίπλα μου, όπου είδα τη δημιουργία από το μηδέν, όπου έζησα μεγάλα και ιστορικά γεγονότα. Με αυτή την έννοια το περιεχόμενο αυτών των πενήντα χρόνων είναι που τα κάνει να έχουν την αξία του χρυσού.
Σε αυτά τα «χρυσά» χρόνια πρέπει να προσθέσετε και τα χρόνια από το 1960, από τότε δηλαδή που αποφοιτώντας από τη Χάλκη, βρέθηκα στη γερμανόφωνη Ευρώπη, αρχικά στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας και κατόπιν από το 1962 στην τότε Δυτική Γερμανία, στο Μύνστερ και στο τότε Δυτικό Βερολίνο, για μεταπτυχιακές σπουδές – στο Μύνστερ μάλιστα έχοντας δάσκαλο και τον Γιόζεφ Ράτσιγκερ, τον κατοπινό Πάπα Βενέδικτο.
Διάκονος είχα χειροτονηθεί την Κυριακή των Βαΐων του 1960 και ως κληρικός έφυγα από την Πόλη για την Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι από την αρχή της αφίξεώς μου στην Αυστρία και τη Γερμανία παράλληλα με τις σπουδές μου εργάστηκα στην διακονία του λαού του Θεού. Είναι δε ωραία σύμπτωση, για να μη πω θεία πρόνοια, ότι το 1960 υπογράφηκε η διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Δυτικής Γερμανίας για την έλευση των Ελλήνων εργατών και Ελληνίδων εργατριών στην χώρα αυτή. Βλέπετε, λοιπόν, ότι κι εγώ έφτασα από την αρχή της αφίξεως του Ελληνισμού εδώ. Κι επίσης ήμουν ήδη εδώ, όταν το 1963 το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο ίδρυσε την Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας.
Τότε δεν υπήρχαν παρά τέσσερις – πέντε ενορίες σε όλη τη Γερμανία. Σήμερα, αν ταξιδέψει κανείς από το βορρά ως το νότο και από την ανατολή ως τη δύση της Γερμανίας, θα δει δεκάδες ζωντανές ενορίες με Ιερούς Ναούς και Πνευματικά Κέντρα, έναν Ελληνισμό και μια Ορθοδοξία που ενδημεί και προκόπτει, που μετέχει στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της χώρας μας, που έχει γίνει πλέον δεύτερη πατρίδα μας. Εδώ, λοιπόν, «μ’ ἐθέσπισεν οἰκεῖν» και διακονείν η Χάρη Tου. Και δεν μου πέρασε ούτε μια στιγμή από το μυαλό η σκέψη πως θα μπορούσα να βρίσκομαι αλλού. Δεν με κέρδισε η Γερμανία, ούτε φυσικά την κέρδισα, υπό την έννοια που το θέτετε. Απλώς ανδρώθηκα μέσα στη Γερμανία, ώστε να αποτελεί πλέον κομμάτι του εαυτού μου. Και έχοντας ζήσει τη δημιουργία της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας από την αρχή, έχω ταυτιστεί μαζί της – χωρίς ασφαλώς να τη θεωρώ κτήμα μου. Είμαι ευγνώμων γι’ αυτό στον καλό μας Θεό, στον Μητροπολίτη Ειρηναίο, στους Πατριάρχες Αθηναγόρα, Δημήτριο και Βαρθολομαίο και φυσικά στους ανθρώπους μας εδώ.
- Το ιωβηλαίο σας συμπίπτει σχεδόν με μια θλιβερή επέτειο: το κλείσιμο της τροφού Σχολής σας, της Χάλκης. Για μας που δεν την προλάβαμε πρόσωπα όπως ο Πατριάρχης και σεις σαρκώνετε τη ζωντανή ιστορία της Χάλκης και μας μεταδίδετε την αγάπη γι’ αυτή. Η Χάλκη εκτός από Σχολή υπήρξε και μια Ιδέα ή μια περίοδος μαθητείας στην ομορφιά που σας σφράγισε ανεξίτηλα;
Η Χάλκη ήταν ζωή! Στην Χάλκη ζούσαμε την Εκκλησία μέσα από την μοναστική ζωή, το σπουδαστήριο, την επικοινωνία με τον Πατριάρχη, τους Μητροπολίτες του Θρόνου, τους άλλους κληρικούς, τους επισκέπτες και βέβαια τους δασκάλους και τους ομογαλάκτους αδελφούς. Μέσα σε αυτή την ζωή ζυμωνόμασταν στην παράδοση της Εκκλησίας, γίναμε ένα με αυτήν. Με φυσικό τρόπο είδαμε μετά την αποφοίτηση ότι το «πορευθέντες» δεν ήταν μια εντολή, αλλά η αποστολή μας, για να ζήσει ο κόσμος.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι πόρτες της είναι μέχρι σήμερα κλειστές. Οι ιθύνοντες θέλησαν έτσι να σβήσουν το Πατριαρχείο, νόμισαν και νομίζουν πως έτσι θα σβήσουν την Εκκλησία. Όμως το πνεύμα της έχει μεταγγιστεί ήδη σε άλλα κανάλια και θα συνεχίσει να υπάρχει εις πείσμα των δαιμόνων – και κάποιων λεγομένων αδελφών.
Θλίβομαι κι εγώ μαζί με τον Πατριάρχη μας και τους εναπομείναντες ομογαλάκτους αδελφούς, όμως δεν έχω πάψει ποτέ να πιστεύω στην πρόνοιά Του και να ελπίζω πως σύντομα, πολύ σύντομα η Χάλκη θα γεμίσει και πάλι από νέους μαθητές του Χριστού και της Εκκλησίας.
- Το κλείσιμο της Χάλκης συνέπεσε με το τέλος της Πατριαρχίας του Αθηναγόρα, τον οποίο έχω δει ότι αποκαλείτε «Μέγα», ένας χαρακτηρισμός που – επιτρέψτε μου – με εκφράζει και μένα απόλυτα. Γιατί «Μέγας», μπορείτε να μας εξηγήσετε;
Ο Αθηναγόρας ήταν πράγματι μέγας! Ως μέγα τον έζησα και τον έχω στη μνήμη μου και ως μέγας θα μείνει στην ιστορία.
Ήταν ένας άνθρωπος που σε συγκλόνιζε. Η μορφή του, ο ασκητικός τρόπος της ζωής του, η αγάπη του για την Εκκλησία του Χριστού, η ευρύτητα της σκέψης του, το όραμά του. Όλα αυτά προσπάθησε να μας τα κληρονομήσει, εμάς τους μαθητές της Χάλκης που μας είχε σαν παιδιά του και, όμως, μας αντιμετώπιζε ως ίσο προς ίσο. Αν είμαστε καλοί μαθητές του, θα το ερευνήσει μια μέρα ο ιστορικός, πάντως όλοι εμείς είμαστε φορείς του πνεύματός του.
Δυστυχώς, η κακότητα των καιρών θέλησε επί της Πατριαρχίας του να συμβούν πολλά δεινά στην Πόλη· το κλείσιμο της Χάλκης είναι ένα από αυτά. Σκεφτείτε, όμως, – κατ’ άνθρωπον βέβαια! – πώς θα ήταν το Πατριαρχείο μας σήμερα, αν ο Πατριάρχης Αθηναγόρας δεν χάραζε την πορεία του προς το μέλλον, δεν ίδρυε τις επαρχίες της Ευρώπης, δεν προωθούσε το διάλογο με τις αδελφές Εκκλησίες, δεν ήταν ανοικτός προς κάθε άνθρωπο καλής θέλησης. Ένας και μοναδικός άνθρωπος ήταν και υπήρξε, αν θέλετε, ό,τι η Β΄ Βατικανή για την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
- Μισό αιώνα στην Γερμανία ως Αρχιερεύς αλλά και κάμποσα χρόνια πριν ως ιερεύς, χτίσατε σχέσεις εμπιστοσύνης και ανοίξατε διαύλους επικοινωνίας, τόσο με την Γερμανική κοινωνία όσο και με τις άλλες Εκκλησίες της χώρας. Και αυτό το κάνατε με μια φυσικότητα και με μια άνεση, θα έλεγα. Υποθέτω πως δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση, ειδικά στην αρχή, η αποδοχή από τους άλλους, αλλά εσείς κατακτήσατε την αναγνώριση και την τιμή. Τώρα κληρικοί της Μητροπόλεως σας, δηλαδή ορθόδοξοι, είναι πρόεδροι Χριστιανικών Συμβουλίων διαφόρων περιοχών της χώρας. Ήταν, τελικά, πολύ δύσκολη αυτή η πορεία;
Βλέποντας τα πράγματα σήμερα αισθάνομαι ότι όλα ήταν δωρεά Του: το πνεύμα του Αθηναγόρα και της Χάλκης, ο ερχομός των Ελλήνων στη Γερμανία, ο ενθουσιασμός της διαχριστιανικής κινήσεως, η ζωή και δράση μας σε μια χωρισμένη Γερμανία, αλλά και η ενωμένη Ευρώπη, ο 21ος αιώνας με την ταχύτατη τεχνολογική ανάπτυξη. Όλα συνέβαλαν στην εδραίωση της Μητροπόλεώς μας στη Γερμανία.
Πράγματι, τυγχάνουμε αναγνωρίσεως από την κοινωνία και τις άλλες Εκκλησίες της χώρας μας. Τυγχάνουμε αναγνωρίσεως γιατί είμαστε σάρκα από τη σάρκα του μαρτυρικού Φαναρίου. Γιατί ηγούμαστε πνευματικά ενός ποιμνίου που συνέβαλε και συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της χώρας και στην ενότητα της εδώ κοινωνίας. Τυγχάνουμε αναγνωρίσεως, γιατί η Εκκλησία μας δούλεψε σοβαρά και με συνέπεια. Ό,τι είμαστε και ό,τι έχουμε, το έχουμε κατακτήσει ως ένα σώμα, κλήρος και λαός. Και πράγματι σήμερα είναι αυτονόητη η κατάκτηση με φυσικότητα και με άνεση πολιτικών, κοινωνικών και εκκλησιαστικών, αν θέλετε, αξιωμάτων της χώρας.
- Έχω καταλάβει ότι θεωρείτε σημαντική υπόθεση και την υποστηρίζετε με την καρδιά σας, τον θεσμό που δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια με Πανορθόδοξη απόφαση και ονομάζεται «Ορθόδοξη Επισκοπική Συνέλευση». Νομίζετε ότι μπορεί τελικά να λειτουργήσει αυτός ο θεσμός, παρά τα κατά καιρούς προβλήματα που εμφανίζονται στις διορθόδοξες σχέσεις;
Αγαπητέ κ. Ανδριόπουλε, η θεσμοθετημένη πανορθόδοξη συνεργασία στη Γερμανία λειτουργεί ήδη από το 1994, με την «Επιτροπή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στη Γερμανία», την KOKiD, η οποία το 2010 μετά τη σχετική πανορθόδοξη απόφαση μετεξελίχθηκε σε «Ορθόδοξη Επισκοπική Συνέλευση στη Γερμανία». Και σε ό,τι αφορά εμένα, θα συνεχίσει να λειτουργεί παρά τα οποιαδήποτε προσκόμματα, τα οποία πάντα θα υπάρχουν. Όχι μόνο γιατί αποτελεί πανορθόδοξη απόφαση η ίδρυσή της, η οποία μάλιστα επιβεβαιώθηκε και στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτης το 2016. Όχι μόνο γιατί υπάρχουν αδελφικές σχέσεις που δεν παύουν να υφίστανται ούτε μετά από συνοδικές αποφάσεις. Ούτε γιατί υπάρχουν ήδη δομές που δεν είναι εύκολο μετά από τόσο καιρό να διαγραφούν μονομιάς. Αλλά γιατί σε αυτή μετράται και η αξιοπιστία της Ορθοδοξίας στη Γερμανία. Και κανένας δεν έχει κέρδος, αν χαθεί αυτή η αξιοπιστία.
- Είστε ο Μητροπολίτης Γερμανίας ο οποίος για πρώτη φορά υποδέχθηκε Οικουμενικό Πατριάρχη, τον νυν Πατριάρχη Βαρθολομαίο, το 1993. Έκτοτε ο Πατριάρχης επισκέφθηκε αρκετές φορές με διάφορες αφορμές την Μητρόπολη Γερμανίας. Έχοντας υπόψιν μου την μεγάλη απήχηση της ομιλίας του Πατριάρχη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Ίδρυμα Αντενάουερ το 2017, αλλά και την δική σας πρωτοβουλία να εορτάζει η Μητρόπολη Γερμανίας τα ονομαστήρια του Πατριάρχη κάθε χρόνο στις 11 Ιουνίου, με την παρουσία πολλών ηγετικών στελεχών της Γερμανικής κοινωνίας, θα ήθελα να μας μεταφέρετε τον απόηχο αυτών των επισκέψεων, με την απόσταση, μάλιστα, και του χρόνου πλέον.
Η σχέση του Παναγιωτάτου με τη χώρα μας και η αγάπη του προς αυτή είναι μακρά, ήδη από την περίοδο των μεταπτυχιακών του σπουδών στο Μόναχο. Έχει επισκεφθεί τη Γερμανία επίσημα τρεις φορές ως Πατριάρχης, ενώ περισσότερες είναι εκείνες που βρέθηκε εδώ ανεπισήμως πριν από την εκλογή του στον Πατριαρχικό Θρόνο αλλά και μετά.
Κατά τις επίσημες επισκέψεις του έγινε δεκτός με τιμές αρχηγού κράτους αλλά και με περισσή εγκαρδιότητα από την πολιτική και εκκλησιαστική ηγεσία της χώρας. Η πρώτη επίσημη επίσκεψή του το 1993 πραγματοποιήθηκε ύστερα από επίσημη πρόσκληση της εδώ Ρωμαιοκαθολικής και Ευαγγελικής Εκκλησίας, η δεύτερη το 2014 με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από της ιδρύσεως της Μητροπόλεώς μας, ενώ η τρίτη το 2017 ύστερα από πρόσκληση της Ευαγγελικής Εκκλησίας στα πλαίσια του ιωβηλαίου της Μεταρρυθμίσεως και του Ιδρύματος Κόνραντ Αντενάουερ που αποτελεί τη δεξαμενή σκέψης των Χριστιανοδημοκρατών που ήταν τότε στην Κυβέρνηση με Καγκελάριο την Άνγκελα Μέρκελ. Έχει ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτορας δύο ιστορικών σχολών, της Ευαγγελικής Θεολογικής Σχολής της Τυβίγγης, με την οποία, όπως γνωρίζετε, ο προκάτοχος του Ιερεμίας ο Β΄ είχε δι’ αλληλογραφίας θεολογικό διάλογο στα τέλη του 16ου αιώνα, και της Καθολικής Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μονάχου.
Στο Φανάρι, την έδρα του, τον έχουν επισκεφθεί κατά καιρούς Ομοσπονδιακοί Πρόεδροι (ο Γιοχάνες Ράου, ο Κρίστιαν Βούλφ), Καγκελάριοι (ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και η Άγκελα Μέρκελ), Πρωθυπουργοί των ομοσπόνδων κρατιδίων, Υπουργοί, βουλευτές, αλλά και εκκλησιαστικοί ηγέτες, πανεπιστημιακοί και άλλα επίλεκτα μέλη της εδώ κοινωνίας.
Πιστεύω ότι αυτά τα στοιχεία φανερώνουν ξεκάθαρα την εκτίμηση και το σεβασμό που τρέφει η Γερμανία στο πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, στον οποίο πέρα από το θρησκευτικό χαρισματικό ηγέτη της Ορθοδοξίας βλέπει και ένα εμπνευσμένο σύμβουλο και συνομιλητή.
- «Επιστρέψατε» πανηγυρικά, θα έλεγα, στην γενέτειρά σας Κρήτη το 2016, ως μέλος της επίσημης Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου που συμμετείχε στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας που συνεκλήθη εκεί υπό την Προεδρία του Πατριάρχου Βαρθολομαίου. Ήταν όντως για σας μια εμπειρία ζωής, ένας σταθμός στην διακονία σας μέσα στην Εκκλησία;
Η συμμετοχή σε ένα τέτοιο γεγονός της ιστορίας της Εκκλησίας δεν αφήνει κανένα ασυγκίνητο! Ήρθε ο καιρός και πραγματοποιήθηκε αυτό που δεκαετίες οραματιζόταν η Ορθόδοξη Εκκλησία, αυτό για το οποίο δουλεύαμε δεκαετίες εντατικά. Το ότι, βέβαια, έγινε στην Ορθόδοξο Ακαδημία στο Κολυμπάρι, πολύ κοντά – δέκα χιλιόμετρα – από τις Βουκολιές, το χωριό που γεννήθηκα και μεγάλωσα, με κάνει ασφαλώς ιδιαίτερα περήφανο.
Το κέρδος το οποία εισέπραξα, ήταν η εμπειρία της συμπόρευσης σε ένα παγκόσμιο δρώμενο, μια χαρισματική εμπειρία γεμάτη από το φως και την αγάπη του Κυρίου μας. Δεν ξέρουν τί έχασαν όσοι προτίμησαν τον κόσμο!
- Έχω διαβάσει ότι λέτε σε σχέση με το τεράστιο έργο σας στην Μητρόπολη Γερμανίας: “Εγώ δεν έκανα τίποτα. Ο Θεός τα έκανε. Ό,τι υπάρχει στην Γερμανία έγινε, επειδή ο Θεός έστειλε καλούς κληρικούς, πιστούς χριστιανούς και πολλούς φίλους Γερμανούς”. Ναι, αλλά εσείς αναδείξατε αυτούς τους λαϊκούς και τους κληρικούς. Τους ανακαλύψατε και τους αξιοποιήσατε. Είναι έτσι;
Το είπα και πριν και θα επιμένω να το λέω: «όλοι μαζί, ένα σώμα». Κάτι άλλο δεν θα ακούσετε από μένα. Όποιος πιστεύει πως μπορεί να κάνει ένα τέτοιο θαύμα μόνος του, νομίζω πέφτει σε ύβρη ενώπιον του Θεού και των ανθρώπων. Υπάρχει σε όλα συνέργεια. Ο Θεός μας έστειλε άξιους κληρικούς και λαϊκούς που με αφοσίωση και αυτοθυσία δούλεψαν για να γίνει αυτό το έργο. Ο Θεός τους έστειλε όλους, και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων που τύχαμε τέτοιας δωρεάς, τέτοιας ευλογίας. Κι αυτοί δούλεψαν και έφτιαξαν θαύματα.
- Μπορείτε να ξεχωρίσετε, άραγε, δύο στιγμιότυπα που έχουν μείνει μέσα σας από την ιστορική, πλέον, διαδρομή σας στην Γερμανία;
Φοβάμαι πως, αν ξεχωρίσω δύο, θα αδικήσω κατάφωρα τα υπόλοιπα…
Ιδιαίτερη στιγμή όμως ήταν η κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας ως Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου στο κρατίδιο όπου έχει την έδρα της, στη Βόρειο Ρηνανία-Βεστφαλία. Επρόκειτο για ένα απίστευτο γεγονός, τη στιγμή που η προσωρινή παρουσία των Ελλήνων δεν δικαιολογούσε τότε την απονομή αυτής της νομικής αναγνωρίσεως. Σε μια εποχή που η Ελλάδα δεν ήταν ακόμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση τούτο σήμαινε σταθερότητα και σιγουριά για το μέλλον. Σήμαινε πως μπορούσαμε να χτίσουμε σε σταθερό θεμέλιο, άφοβα και μόνιμα. Πήραμε ως Μητρόπολη την γερμανική υπηκοότητα και μπορούσαμε πλέον να κάνουμε θαύματα. Κι έτσι κι έγινε.
Μια δεύτερη στιγμή ήταν η ίδρυση της «Επιτροπής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στη Γερμανία», την KOKiD, η οποία μετεξελίχθηκε σε «Ορθόδοξη Επισκοπική Συνέλευση στη Γερμανία». Εκεί είδα ότι η Εκκλησία του Χριστού, η Ορθοδοξία, ήρθε πλέον για να μείνει. Λέω συχνά: οι Γερμανοί κάλεσαν εργάτες και έφεραν την Ορθοδοξία στη Γερμανία!
Αλλά, όπως σας είπα, αδικώ τόσες άλλες στιγμές, για τις οποίες τόμοι βιβλίων δεν φτάνουν.
- Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω θερμά, Σεβασμιώτατε, για την παραχώρηση αυτής της συνέντευξης και να σας ζητήσω να κλείσετε με ένα μήνυμα προς τους αναγνώστες μας για το μέλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο σύγχρονο μεταβαλλόμενο κόσμο.
Θα ήθελα να παρακαλέσω όλους τους αναγνώστες να κρατήσουν το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο ψηλά! Να έχουν τον Παναγιώτατο Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, τον πατέρα όλων μας, τον οποίο η ιστορία θα ονομάσει επίσης μέγα, πάντα στην καρδιά τους, στη σκέψη τους, στις προσευχές τους. Ο Θεός μάς χάρισε την Εκκλησία του και δεν πρέπει να επιτρέψουμε να χαθεί με δική μας υπαιτιότητα. Γιατί – να είμαστε σίγουροι – η αναμμένη κανδήλα του Φαναρίου είναι το φώς του Χριστού που φαίνει πάσι.
Εντιμολογιώτατε Άρχοντα, σας ευχαριστώ θερμά που μου δώσατε αυτό το βήμα και εύχομαι σε σας, στους οικείους και τους αναγνώστες σας όλα τα καλά του Θεού!