Ρέα Ξενιάδου Πουρνάρα
Ακούστηκε για όγδοη φορά στην τρίτη χιλιετία μετά Χριστόν το “ευλογημένη η βασιλεία του πατρός” στη ξακουστή Μονή του Πόντου, που γαντζώθηκε στο πανύψηλο, κατακόρυφο και καταπράσινο Όρος Μελά της Τραπεζούντος από τους κτήτορες της, μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα προς τα τέλη του τετάρτου αιώνα. Εκεί που το βουνό σμίγει με τον ουρανό. Και δοξάστηκε η Κυρία των Αγγέλων, η ραντισμένη με την χάρη του Θεού και την υπομονή του ανθρώπου, από τα χείλη του Πατριάρχου του Γένους. Την ημέρα της μεγάλης γιορτής της, της μεγάλης θεομητορικής εορτής όλης της Χριστιανοσύνης.
Και ακούστηκε το “φως ιλαρόν” την παραμονή, στον εσπερινό της μεγάλης γιορτής, για πρώτη φορά μετά από εκατονταετή σιωπή, στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία της Παναγίας φιλοξενούσα τον Πατριάρχη του Γένους, με λιγοστό ιταλόφωνο ποίμνιο, που ένωσε τους ύμνους για την Παναγία με τις ψαλμωδίες των ορθοδόξων επισκεπτών. Εις μοναδικήν ανάμνησιν του αξέχαστου προσκηνύματος μας στη Μονή Σουμελά τον Αύγουστο του 1979, ακριβώς 42 χρόνια πριν, με τον Σύνδεσμο των Σχολών της Πόλης, όταν διευθυντές, καθηγητές, γονείς και παιδιά ψάλλαμε το “φως ιλαρόν” μέσα στο μοναστήρι μόλις αντικρύσαμε τους αγίους στις νωπογραφίες και ετοιμάσαμε θυμίαμα και κεριά.
Όλη η θεία λειτουργία ένα γεγονός βαθειάς πίστης κλήρου και λαού, ένα αντάμωμα της Παναίας των Ποντίων με τους απανταχού ευγνώμονες απογόνους τους, τους παρόντες και τους απόντες, όπως σημείωσε με συγκίνηση ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Το ιστορικό μοναστήρι της, πατριαρχικό και σταυροπηγιακό, που ευεργετήθηκε από την Δυναστεία των Κομνηνών και αργότερα από Οθωμανούς Σουλτάνους, ζωντάνεψε για μια ακόμη φορά την αλληλεγγύη και την αγάπη μεταξύ των ανθρώπων και έδωσε χαρά. Και στερέωσε ο Πατριάρχης με τους λόγους του την πίστη τους, την πίστη του Γένους και όλης της Ορθοδοξίας:
«Όσοι, λοιπόν, προσήλθαμε κατά την ιεράν αυτήν ημέραν ενταύθα, ανανεώνουμε την ελπίδα και την πίστιν μας ότι εκ του θανάτου οδηγούμεθα εις την ζωήν, αρκεί να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Παναγίας Μητρός μας, να εμπιστευθούμε δηλαδή «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ».
… Και είναι βέβαιον ότι θα εύρουμε την χαράν, εάν αποκηρύξουμε τον εγωισμόν και την φιλαυτίαν και αντ᾽ αυτών προκρίνουμε την ανυπέρβλητον δύναμιν της αγάπης, η οποία κατακοσμεί την Παναγίαν εις όλας τας εκφάνσεις της ζωής της…
Έτη πολλά, αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω, και λοιποί παριστάμενοι φίλοι. Άξιον το προσκύνημά σας εις την Παναγίαν του Πόντου, και είθε ο Θεός των πατέρων ημών να μας αξιώση και του χρόνου να εορτάσωμεν την «Παναίαν» μας, εις τον ευλογημένον τούτον τόπον του Γένους.»