Του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Τσερνίγιβ και Νίζνας κ. Ευστρατίου
Το Πατριαρχείο Μόσχας σε όλη την Ουκρανία, από το Ντομπάς έως την Ζακαρπάτσκα (Υπερκαρπαθία), προσπαθεί να καταλάβει εκκλησίες από τις κοινότητες της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ταυτόχρονα, στο στυλ του υβριδικού πολέμου του Κρεμλίνου, κατηγορεί την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας για «καταλήψεις» ναών.
Σύμφωνα με το νόμο, ΟΙ ΝΑΟΙ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ. Δεν ανήκουν ούτε στο Πατριαρχείο Μόσχας ούτε στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά στις κατά τόπους θρησκευτικές κοινότητες! Και η απόφαση της κάθε κοινότητας για την υπαγωγή της σε κάποια εκκλησιαστική δικαιοδοσία, σύμφωνα με το νόμο, λαμβάνεται με ισχυρή και ειδική πλειοψηφία (τουλάχιστον των 2/3), η οποία δείχνει τη δύναμη της απόφασης και των πεποιθήσεων μιας κοινότητας στην αυτοδιάθεσή της.
Όταν γίνονται ψηφοφορίες, το Πατριαρχείο Μόσχας στην πραγματικότητα θεωρεί πάντα ως «κοινότητα» αποκλειστικά και μόνο τους υποστηρικτές του, ακόμη και αν αυτοί είναι ελάχιστοι. Στη συνέχεια τίθεται σε εφαρμογή το κλασικό σχέδιο της κατάληψης των ναών με εισβολείς, της έξωσης της κοινότητας και της αντικατάστασής της από μια νέα, πιστή στο Πατριαρχείο Μόσχας. Το ίδιο πράγμα που έκανε η Ρωσία στην Κριμαία μέσω της τοπικής Βουλής της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας και στο Ντομπάς μέσω των «δημοψηφισμάτων».
Στη συνέχεια, κληρικοί από άλλες ενορίες, ενορίτες από άλλες κοινότητες, μισθοφόροι, «φουσκωτοί», δικηγόροι και μέσα ενημέρωσης, που πληρώνονται από τους υποστηρικτές του Πατριαρχείου Μόσχας, άσκηση επιρροής στις τοπικές αρχές και στους αξιωματούχους επιβολής του νόμου, όλα αυτά περιλαμβάνονται στα σχέδια επιδρομής του Πατριαρχείου Μόσχας (τα έβλεπα όλα αυτά καθαρά κάθε φορά που ο εκάστοτε επικεφαλής της Ενωμένης Περιφερειακής Κοινότητας και ο επικεφαλής της περιφερειακής αστυνομικής υπηρεσίας, μερικές φορές χωρίς κανένα νομικό έρεισμα, ενεργούσαν ακριβώς σύμφωνα με τις οδηγίες του τοπικού «βαρόνου», που ήταν διακεκριμένος υποστηρικτής του Πατριαρχείου Μόσχας).
Ακόμη και όταν η κοινότητα διαθέτει όλα τα νόμιμα έγγραφα σχετικά με τη δικαιοδοσία και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και οι δικαστικές αποφάσεις, μέχρι και το Ανώτατο Δικαστήριο, είναι υπέρ της, το Πατριαρχείο Μόσχας χρησιμοποιεί ωμή βία και προβοκάτσιες, επιδιώκοντας είτε να αρπάξει το ναό από την κοινότητα είτε να δημιουργήσει προσδοκίες ότι θα καταφέρει να τον αρπάξει στο μέλλον.
Αναμφίβολα, τα μέσα προπαγάνδας και οι υποστηρικτές του Πατριαρχείου Μόσχας θα συνεχίσουν να γράφουν για τη δήθεν «κατάληψη» των ναών, προσποιούμενοι ότι είναι τα θύματα, ενώ στην πραγματικότητα είναι επιτιθέμενοι και εισβολείς. Όπως ακριβώς η Ρωσία και οι μαριονέτες της αποκαλούν την Ουκρανία «επιτιθέμενη», όταν αυτή υπερασπίζεται την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της.
Παρεμπιπτόντως, η εν Ουκρανία Ρωσική Εκκλησία είναι η μόνη εκκλησιαστική δομή στην Ουκρανία που δεν τόλμησε να αναγνωρίσει επισήμως και εγγράφως την επιθετικότητα της Ρωσίας εδώ και 7 χρόνια, επιμένοντας με πείσμα να αποκαλεί τα γεγονότα στην Κριμαία και στο Ντομπάς μόνο ως «σύγκρουση», ακόμη και ως «εμφύλιο πόλεμο», σύμφωνα ακριβώς με τις οδηγίες του Κρεμλίνου.
Επομένως:
Είναι απαραίτητο να εκθέσουμε με σαφήνεια και συνέπεια αυτό το τέχνασμα του Πατριαρχείου Μόσχας και να δείξουμε, με βάση τις αποφάσεις των κοινοτήτων, τι ακριβώς είναι η Ρωσική Εκκλησία στην Ουκρανία: αυτή που καταλαμβάνει τους ναούς που ανήκουν στις κοινότητες της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας.