Πατριάρχης Γερμανός Δ’ – Αρχείο Θεολογικής Σχολής Χάλκης |
«Το της ζωής μου προσφιλέστατον καύχημα»
Δρ Αντώνιος Χατζόπουλος,
Άρχων Ιερομνήμων της Μ.τ.Χ.Ε.
Χθες 12 Μαΐου τιμήθηκε η μνήμη του ΚΠολίτη Αγίου Γερμανού Πατριάρχου, που απεβίωσε σε ηλικία 100 ετών το έτος 740. Ο επίσης ΚΠολίτης φερώνυμος πεφωτισμένος διάδοχός του Πατριάρχης Γερμανός Δ’, ακριβώς 1102 χρόνια μετά, το 1842, ξεκίνησε αυτό που από ετών είχε κατά νουν: «Εθέμεθα κατά νουν να ανοικοδομήσωμεν το ιερὀν τούτο καταγώγιον της Παναγίας Τριάδος και να αναδείξωμεν το μοναστήριον τούτο Σχολήν», [Απομνημονεύματα Γερμανού Δ’, Τα κατά την ανακαίνισιν της ι. μονής της αγίας Τριάδος και την ίδρυσιν Θεολογικής Σχολής, σελ. 89, στο Μητρ. Σάρδεων και Πισιδίας Γερμανού (1931), Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γερμανός Δ’ (ο από Δέρκων), Τύποις «Φαζιλέτ]. Ήθελε να μετατρέψει δηλ την ιστορική Μονή Αγίας Τριάδος Χάλκης σε Θεολογική Σχολή. Ο ίδιος όπως αναφέρει είχε αγανακτήσει από την γύμνωση της Εκκλησίας από πεπαιδευμένους και ενάρετους κληρικούς και αρκετοί εκ των συγχρόνων του κληρικών είχαν γίνει αιτία ψυχρότητας και ανευλαβείας του λαού.
Ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ εν πρώτοις, με χίλιες μύριες βέβαια δυσκολίες, ανακαίνισε τον Ναό της Αγίας Τριάδος, που είχε καεί λίγα χρόνια πριν, κρατώντας όμως μυστική την σκέψη του για ίδρυση Θεολογικής Σχολής, φοβούμενος προφανώς αντιδράσεις. Ο στόχος του ήταν ένας: «Θέλομεν συστήσει Θεολογικήν Σχολήν εν τη ιερά μονή, [Απομνημονεύματα σ.92]. Υπήρξαν πολλές καθυστερήσεις κατά την κατασκευή του κτιρίου της Σχολής, με παρεμβάσεις και καταδόσεις αντιθέτων ομογενών λαϊκών, αλλά και ιεραρχών όπως αναφέρει ο ίδιος, πολλοί εκ των οποίων έλεγαν «γιατί να σπαταλώνται ποσά στο βουνό», ενώ οι ίδιοι ουδόλως είχαν συνεισφέρει.
Ο σκοπός όμως του Πατριάρχου ήταν η ίδρυση Θεολογικής Σχολής, στον χώρο της Μονής για την μόρφωση του ιερού κλήρου, αλλά τούτο δεν ήταν και εύκολη υπόθεση. Η επιμονή του όμως «ίνα αποκαταστήσωμεν Θεολογικήν Σχολήν», έφερε καρπούς. Με συνδρομές του ιδίου, με εράνους κληρικών και λαϊκών, εσναφίων (συντεχνιών), ανωνύμων και επωνύμων δωρητών-αλλά και παράλληλα με τα ιπτάμενα εξ οικείων βέλη του πονηρού- το κτήριο της Σχολής και η λιθόκτιστη βιβλιοθήκη ήταν έτοιμα το 1844. Τοποθετήθηκε ως πρώτος Σχολάρχης ο κληρικός Κωνσταντίνος Τυπάλδος, μετέπειτα Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως. Τότε ξέσπασε και η διαμάχη, αν θα έπρεπε να υπάρχει Σχολάρχης ή αν επαρκούσε μόνον ο Ηγούμενος. Και «πολλοί εμελέτον κακά ως ο Ιούδας» αναφέρει ο ίδιος ο Γερμανός, επέμεινε φυσικά και επέτυχε στην Σχολαρχία του Τυπάλδου. Με ειδικό φιρμάνι του Σουλτάνου Αμπντουλμετζίτ που εκδόθηκε κατόπιν ενεργειών του, κατάφερε να κατοχυρώσει επισήμως τα από αιώνων προνόμια του Γένους και εν συνεχεία να εξασφαλίσει και την ειδική άδεια λειτουργίας της Σχολής, συντάσσοντας παράλληλα και τον πρώτο Κανονισμό της που εκδόθηκε το 1845. Το ανακαινισθέν ναϊδριον της Αγίας Τριάδος με το αριστερόθεν του ιερού Βήματος παρεκκλήσι της Κυρίας Θεοτόκου της Ελεούσης και δεξιόθεν του Προφήτου Ηλιού, αλλά και το νεώτερο παρεκκλήσι του Νάρθηκος που αφιερώθηκε από την Ι. Σύνοδο στον προαναφερθέντα Άγιο Γερμανό προστάτου του κτήτορος Γερμανού Δ’ εγκαινιάστηκε την Τετάρτη 13 Σεπτ 1844. Στην δε Θεολογική Σχολή τα μαθήματα άρχισαν στις 8 Οκτ. 1844. «Το της ζωής μου προσφιλέστατον καύχημα» αναφέρει για την ΙΘΣΧ ο ιδρυτής της Πατριάρχης στα λίαν σημαντικά απομνημονεύματά του.