“Να στρέψουμε τη δύναμή μας στην αγάπη”, προέτρεψε ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος, παρουσιάζοντας τη μεγάλη πρόκληση των αγίων ημερών που διανύουμε, ενώπιον των πιστών της Ενορίας του Αγίου Σπυρίδωνος στο Kingsford του Σύδνεϋ.
O Σεβασμιώτατος μετέβη στον Ι.Ν. Αγίου Σπυρίδωνος το απόγευμα της Μεγάλης Τρίτης, 27 Απριλίου, και χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου (Όρθρος της Μ.Τετάρτης), κατά την οποία επιτελούμε ανάμνηση του γεγονότος της αλείψεως του Κυρίου με μύρο από μια πόρνη γυναίκα, καθώς επίσης της συγκλήσεως του συνεδρίου των Ιουδαίων για καταδίκη του Χριστού και της αναχωρήσεως του Ιούδα προς τους Αρχιερείς με τους οποίους είχε συμφωνήσει την προδοσία.
Στο κήρυγμά του, ο Αρχιεπίσκοπος επικέντρωσε στο παράδοξο γεγονός ένας μαθητής του Χριστού να γίνεται προδότης και μία πόρνη να γίνεται αγία. Εκείνο που διαφοροποιεί τη στάση των δύο αυτών προσώπων, είναι η αγάπη που είχαν μέσα τους για τον Χριστό. Ο μεν Ιούδας που δεν είχε αγάπη μέσα του, αλλά ακολουθούσε παθητικά τον Χριστό, στο τέλος Τον πρόδωσε. Η δε πόρνη, χωρίς να ζητήσει τίποτα, θέλησε να δείξει την αγάπη της προς τον Κύριο, και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο συγχωρήθηκαν οι πολλές αμαρτίες της και εξασφάλισε τη σωτηρία.
“Το οντολογικό πρόβλημα του ανθρώπου δεν είναι η αμαρτία, αλλά το ότι δεν αγαπά τον Θεό”, υπογράμμισε ο Σεβασμιώτατος, παίρνοντας αφορμή από τα συγκεκριμένα γεγονότα. “Δεν υπάρχει άνθρωπος που θα ζήσει σε αυτόν τον κόσμο και δε θα αμαρτήσει”, παρατήρησε, για να επισημάνει όμως με έμφαση ότι “το πρόβλημα είναι ότι δεν στρέφουμε τη δύναμή μας, τη ζωτικότητά μας, την ενέργειά μας, την ύπαρξή μας ολόκληρη στο να καλλιεργήσουμε την αγάπη μας προς τον Θεό”.
Η μεγάλη πρόκληση, λοιπόν, καθώς προετοιμαζόμαστε για τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού, είναι να στρέψουμε τη δύναμη μας στην αγάπη. “Όχι στο μίσος, όχι στον εαυτό μας, όχι στην ιδιοτέλεια μας, όχι στον εγωισμό μας. Μόνο στην αγάπη προς τον Χριστό και την Εκκλησία”, τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Μακάριος. “Και έτσι πραγματικά θα βιώσουμε μια απόλυτη ελευθερία”, συμπλήρωσε κλείνοντας, “γιατί ο άνθρωπος που αγαπά ελευθερώνεται και ζει τον Παράδεισο από τούτον τον κόσμο”.