Ο μητροπολίτης Ταμασού Ησαϊας φορώντας λευκό επανωκαλύμμαυχο με τον Μπορισπόλ Αντώνιο της Ρωσικής παρουσίας στην Ουκρανία κατά τα εγκαίνια Ρωσικού Ναού στην Μητρόπολη Ταμασού (2017) |
Ο διάκονος της Μητροπόλεως Ταμασού Ραφαήλ Μισιαούλης απέστειλε στο “Φως Φαναρίου” απάντηση στο κείμενο του θεολόγου Γιώργου Βλαντή
Ο ΤΑΜΑΣΟΥ ΗΣΑΪΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΙΕΒΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟ (ΜΕΡΟΣ Β´).
Ο ΤΑΜΑΣΟΥ ΗΣΑΪΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΙΕΒΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟ (ΜΕΡΟΣ Β´).
Δημοσιεύουμε στη συνέχεια το κείμενο του διακόνου όπως ακριβώς μας το έστειλε και στη συνέχεια την σχετική απάντηση του θεολόγου Γιώργου Βλαντή.
Οφειλόμενη απάντηση σε σχολιασμό Θεολόγου για το κείμενο μου “Δεν αναγνώρισε ο Ταμασού Ησαΐας τον Κιέβου Επιφάνιο (Β΄ Μέρος)»
Iεροδιακόνου Ραφαήλ Μισιαούλη
Έχει δει το φως της δημοσιότητας, η απάντηση του θεολόγου Γιώργου Βλαντή σε Εκκλησιαστικό πρακτορείο ειδήσεων “Φως Φαναρίου” απαντώντας σε δικό μου χθεσινό άρθρο με τίτλο “Δεν αναγνώρισε ο Ταμασού Ησαΐας τον Κιέβου Επιφάνιο (Β Μέρος)”. Επιθυμεί μάλιστα όπως να μη με κατονομασει με το όνομά μου, αλλά αναφέρεται στο άρθρο μου και τον Εκκλησιαστικό μου βαθμό (Ιεροδιάκονος).
Εγείρονται πολλά ερωτήματα σε σχέση με το γιατί ο συγκεκριμένος θεολόγος ανέλαβε την ανάλυση του άρθρου μου και γιατί ενοχλείται από την διαφοροποίηση ορισμένων προς το παρόν Ιεραρχών και Μελών της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Κύπρου, οι οποίοι τήρησαν με ευλάβεια και σεβασμό την απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου (12 Φεβρουαρίου 2020 και 9 Σεπτεμβρίου 2020) στο να τηρήσουν ουδετερότητα όσον αφορά την αναγνώριση του «Αυτοκεφάλου της Ουκρανικής Εκκλησίας».
Εν προκειμένω, ο Πρώτος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου δεν τήρησε τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου και αναγνώρισε χωρίς τη συγκατάθεση των Μελών της την «Αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας» υπό του «Μητροπολίτου Κιέβου Επιφανίου». Επειδή δεν φαίνεται να θυμάστε το περιεχόμενο του άρθρου 7 (παράγραφοι 1 – 4) του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου, θα ήθελα να σας το υπενθυμίσω: « 1. Η Ιερά Σύνοδος έχει το τεκμήριο της αρμοδιότητας και, κατά συνέπεια, διασκέπτεται και αποφασίζει για κάθε εκκλησιαστική υπόθεση, για την οποία δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη από τους Ιερούς Κανόνες και τον Καταστατικό Χάρτη». «2. Διαφυλάσσει την δογματική, κανονική και λατρευτική τάξη στην Εκκλησία της Κύπρου και διατηρεί την ενότητα της πίστεως και την εκκλησιαστική κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Ρυθμίζει τις σχέσεις της Εκκλησίας της Κύπρου με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, τις Ετερόδοξες Εκκλησίες και Ομολογίες και τα λοιπά θρησκεύματα». «3. Ερμηνεύει αυθεντικώς τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη, συντάσσει και ψηφίζει κανονιστικές πράξεις για τη ρύθμιση εκκλησιαστικών θεμάτων, για τα οποία δεν υπάρχει ειδικότερη πρόβλεψη στον Καταστατικό Χάρτη, και εκδίδει πράξεις και διατάξεις, που αναφέρονται σε ζητήματα πίστεως, λατρείας, εκκλησιαστικής πειθαρχίας, οργανώσεως και εσωτερικής διοικήσεως της Εκκλησίας, στο πλαίσιο των εκκλησιαστικών παραδόσεων». «4. Ασκεί την ανώτατη δικαστική εξουσία στην Εκκλησία της Κύπρου, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις για τα εκκλησιαστικά δικαιοδοτικά όργανα».
Αλήθεια, πως κρίνετε κ. Βλαντή την συμπεριφορά του Πρώτου της Συνόδου της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας ημών να προβεί σε μονομερή απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου εφόσον είναι ξεκάθαρο ποιο πάνω από το άρθρο ότι η Ιερά Σύνοδος αποτελεί ανώτερο διοικητικό όργανο από τον οποιονδήποτε Αρχιερέα της Εκκλησίας της Κύπρου συμπεριλαμβανομένου και του Μακαριωτάτου (άρθρο 3 του Καταστατικού Χάρτη «Η Ιερά Σύνοδος … αποτελεί την ανώτατην αρχήν της Εκκλησίας της Κύπρου»;; Τούτων λεχθέντων θέτουμε το εξής ερώτημα: Εάν ένας Αρχιερέας της Εκκλησίας της Κύπρου προσκαλούσε τον «Κιέβου Επιφάνιο» (λόγω φιλίας ή γνωριμίας) στην περιφέρειά του για να λειτουργήσει και να τελέσει το Μυστήριο των Μυστηρίων, δηλαδή την Θεία Ευχαριστία, ως «Προκαθήμενος της Ουκρανικής Εκκλησίας» , πώς θα τους αντιμετώπιζε, ο Πρώτος και τα υπόλοιπα μέλη της Συνόδου, εφόσον αυτό θα αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση των 2 αποφάσεων της Ιεράς Συνόδου, που υπενθυμίζω είναι το ανώτατο θεσμικό διοικητικό όργανο της Εκκλησίας της Κύπρου;;
Άρα, γιατί αυτή η εμμονή σας να ασχολείστε με τα προβλήματα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, εφόσον οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας ομιλούν από μόνοι τους; Πού προτίθεστε να τείνετε χείρα βοηθείας; Και για ποιο λόγο;;
Αναφέρετε στο απαντητικό σας δημοσίευμα προς εμένα πως ο ίδιος ο Μητροπολίτης Ταμασού δεν έκρινε σκόπιμο να αντιδράσει και ότι την υπεράσπιση του ανέλαβε Ιεροδιάκονος. Αλήθεια! Δηλαδή, μου στερείτε το δικαίωμα να υπερασπιστώ βάση της ιερατικής μου συνειδήσεως τον οποιονδήποτε θεωρώ ότι αδικείται, κ. Βλαντή; Την υπεράσπιση των αδικουμένων δεν την έχετε συναντήσει εσείς, ποτέ μέσα στην Ιερά Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας; Ποιανού την υπεράσπιση αναλάβατε εσείς κ. Βλαντή, αφού το άρθρο μου αφορά άλλους και όχι εσάς ;; Αναφέρεστε στο άρθρο σας ότι ήταν “καινοφανής και ασαφής ο τρόπος παράθεσης των σπουδών μου («με Μεταπτυχιακό στο Κανονικό Δίκαιο»). Δηλαδή, να αντιληφθώ ότι αμφισβητείτε τους μεταπτυχιακούς τίτλους στο Κανονικό Δίκαιο του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης; Υπονοείτε ότι τους αγοράσαμε; Ή μας τους χάρισαν χωρίς να καταβάλουμε τους κόπους που χρειάζεται μια διπλωματική εργασία χωρίς να την υποστηρίξουμε;
Τί εννοείται ότι υποψιάζει για την ποιότητά του το άρθρο μου; Αλήθεια! Ποια αμηχανία εντοπίζετε, κ. Βλαντή; Ποιες κρίσεις μειωτικές κατανοείτε και ερωτήματα υπονοούμενα θέτω, όπως αναφέρατε;;
Εφόσον διατείνεστε ότι οι ισχυρισμοί μου δεν αντέχουν μήπως θεολογικής κριτικής, τότε γιατί δεν μου απαντάτε με θεολογικά επιχειρήματα και Ιερούς Κανόνες, έτσι ώστε να δούμε εάν οι δικές σας απόψεις αντέχουν μιας θεολογικής κριτικής;; Γιατί δεν αντέχετε τα επιχειρήματά μου, την δημοκρατία, τον διάλογο και την διαφορετική άποψη; Μήπως αυτό σημαίνει στην πραγματικότητα ότι βρίσκεστε εσείς σε αμηχανία;;
Σας υπενθυμίζω ότι σε άρθρο του Ορθόδοξου Τύπου ημερομηνίας 11 Ιανουαρίου 2020 με τίτλο «Η ζημία που επέφερεν ο κ. Βλαντής» σας χαρακτηρίζει ότι δεν αντέχετε την κριτική και ότι η λογοκρισία είναι μέθοδος μη δημοκρατικών συστημάτων και ότι ζούμε σε ανοικτές κοινωνίες και όλοι είναι κρινόμενοι». Μήπως η ιστορία επαναλαμβάνεται; Το άρθρο στον τύπο αυτό αναφέρει ακόμη: «Ὁ κ. Βλαντῆς διαφαίνεται ὡς ὑποστηρικτὴς τῆς κακοδόξου θεωρίας τοῦ «πρώτου ἄνευ ἴσων», ἡ ὁποία εἶναι ὁλοκληρωτικοῦ χαρακτῆρος. Μεγαλυτέραν σημασίαν ὅμως ἔχει τὸ μεσαιωνικὸν παρωχημένον κοσμοείδωλον, τὸ ὁποῖον ἀσπάζεται, δηλ. ὅπως ἕνας Σουλτάνος ἀπεφάσιζε μόνος, τοιουτοτρόπως καὶ εἷς Ἐπίσκοπος, αὐτὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πιστεύει ὅτι μόνος αὐτὸς θὰ καθορίζη τὸ μέλλον! Δυστυχῶς διὰ τὸν κ. Βλαντῆν ἡ Κωνσταντινούπολις δὲν εἶναι τὸ κέντρον τοῦ κόσμου καὶ ἡ συναπόφασις δὲν εἶναι μόνον ἐπιβεβλημένη ἐκκλησιαστικῶς ἀλλὰ καὶ δεῖγμα στοιχειώδους νοημοσύνης εἰς τὴν ἐποχήν μας». Μήπως έχουμε την επανάληψη μιας ίδιας αντιμετώπισης στο υπό διαπραγμάτευση θέμα που συζητούμε; Φαίνεται πράγματι ότι δεν αντέχετε την κριτική και την αντίθετη άποψη.
Με ποια ιδιότητα και τί πρεσβεύετε όταν αναφέρεστε σε εκκλησιολογική σύγχυση, η οποία επικρατεί στην εν Κύπρω μειοψηφία που αρνείται να συμμορφωθεί με τις επιταγές των Ιερών Κανόνων και της Εκκλησιαστικής Παράδοσης; Αλήθεια! Είχατε προσωπική επικοινωνία με τα υπόλοιπα Μέλη της Ιεράς Συνόδου και ξέρετε όλων τις τοποθετήσεις; Μάλλον θα εκπλαγείτε από τις απόψεις πολλών Συνοδικών που δεν έχουν εκφραστεί ακόμα δημόσια.
Ποιος προκάλεσε αυτήν την κρίση στην οποία αναφέρεστε; Στο κείμενο σας μου θέτετε το εξής ερώτημα : «Ποιο είναι ακριβώς το κείμενο της απόφασης και γιατί αποσιωπάται στο ανακοινωθέν». Σας αναφέρω ενδεικτικά την παράγραφο 6 της αποφάσεως για να αντιληφθείτε το πνεύμα της αποφάσεως της 12ης Φεβρουαρίου που με μια απλή κίνηση μπορείτε να την βρείτε ολόκληρη στο διαδίκτυό σας «Η δισχιλιετής πείρα της Εκκησίας της Κύπρου, αλλά και της καθόλου Ορθόδοξης Εκκλησίας, μας δημιουργεί αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα επικύρωσης εκ των υστέρων, χειροτονιών που έγιναν από καθαιρεμένους, αφορισμένους και αναθεματισμένους Επισκόπους. Την καθαίρεση, αφορισμό και αναθεματισμό κάποιων προσώπων που πρωτοστάτησαν στην Ουκρανική κρίση, δεχτήκαμε όλοι οι Ορθόδοξοι. Το έκκλητο, όταν υφίσταται, θα πρέπει να έχει κάποιους χρονικούς περιορισμούς ως προς την υποβολή και την εξέτασή του. Εάν ειλικρινώς τοποθετηθούμε πάνω στις πιο πάνω Αρχές και επιδείξουμε διάθεση συμμόρφωσης προς τους Κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όχι μόνο το Ουκρανικό αλλά και όλα τα άλλα θέματα που ταλανίζουν την Εκκλησία θα λυθούν». Η Ιερά Σύνοδος ήταν ξεκάθαρη στα συμπεράσματά της ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα πρέπει να συγκαλέσει Σύναξη Προκαθημένων ή Πανορθόδοξη Σύνοδο ώστε να λυθεί το όλο ζήτημα «Αναμένουμε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, χρησιμοποιώντας τον ρυθμιστικό του ρόλο, τον οποίο του παρέχει η θέση του ως Πρώτου στην Ορθοδοξία, να συγκαλέσει είτε Πανορθόδοξη Σύνοδο είτε Σύναξη των Προκαθημένων, για να επιληφθεί του θέματος. Κύριο μέλημα όλων θα πρέπει να είναι η σωτηρία του εκεί παροικούντος λαού του Θεού». Ποιος αποσιώπησε το ανακοινωθέν; Αλλά, προτού μπείτε στον κόπο να μου θέσετε το ερώτημα δεν γνωρίζατε το ανακοινωθέν; Ή μήπως θέλετε να με διδάξετε εμένα τον συγχυσμένο, αμήχανο, υπερασπιστή και εντολοδόχο Ιεροδιάκονο; Σας παραπέμπω στο ίδιο δημοσίευμα της 11ης Ιανουαρίου 2020, στο οποίο σας συμβουλεύει ο αρθρογράφος και ορθώς πράττει, αντί για χαρακτηρισμούς “θα ήτο εποικοδομητικό να αναστοχαστεί επί της κριτικής ο κ. Βλαντής”.
Άρα η απόφαση της Ιεράς ημών Συνόδου ήτο να κρατηθεί στάση ουδέτερη όσον αφορά το θέμα αυτό, εξού και ο Πρώτος ανέφερε δημόσια ότι αυτός από μόνος του αποφάσισε να μνημονεύσει τον «Κιέβου Επιφάνιο» και να αναγνωρίσει την «Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας του Κιέβου», διότι τα υπόλοιπα Μέλη της Συνόδου θα αντιδρούσαν και εύλογα λέω εγώ λόγω της προειλημμένης αποφάσεώς τους της 12ης Φεβρουαρίου.
Αναφέρεστε στη διατήρηση της ενδοορθόδοξης ειρήνης και ότι απορρέει από την μακρά πρακτική που καθαγιάστηκε από αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων αλλά και την μακραίωνη εκκλησιαστική παράδοση. Αλήθεια! Τότε γιατί στερείται το δικαίωμα τήρησης των αποφάσεων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, οι οποίες, οι οποίες αποτελούν κομμάτι της Εκκλησιαστικής παράδοσης της Εκκλησίας μας, μιας Εκκλησίας που συμμετείχε στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων με σπουδαίους Άγιους Ιεράρχες (Άγιος Σπυρίδωνας επίσκοπος Τριμυθούντος, Επισκόπου Σαλαμίνος Γελάσιος και Πάφου Κύριλλος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Οι Επίσκοποι Πάφου Ιούλιος, Τρεμιθούντος Θεόπομπος, Ταμασού Τύχων, Ευάγριος Σόλων στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, ο οποίος μας είναι γνωστός από τα Πρακτικά της Συνόδου που υπέγραψε και εκτός από αυτόν συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας Ρηγίνος, Πάφου Σαπρίκιος, Κουρίου Ζήνων. Ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας Ολύμπιος, οι Επίσκοποι Επιφάνιος Σόλων, Ταμασού Επαφρόδιτος, Αμαθούντος Θεοδόσιος στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Στην Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο έλαβαν μέρος οι Επίσκοποι Σόλων Στρατόνικος, Κιτίου Τύχων, Τρεμιθούντος Θεόδωρος. Στην Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο η Εκκλησία της Κύπρου εκπροσωπήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντίας Κωνσταντίνο και τους Επισκόπους Κυθρέας Άγιο Σπυρίδωνα, Σόλων Ευστάθιο, Κιτίου Θεόδωρο, Τρεμιθούντος Γεώργιο, Αμαθούντος Αλέξανδρο.
Επίσης, αποδέχεστε μέσα από το απαιτητικό σας κείμενο προς εμένα ότι “δεν είναι ούτε η ουδετερότητα ούτε οι διπλωματικές πρωτοβουλίες ούτε οι δόλιες αδελφικές συναντήσεις που φέρουν ειρήνη στην Εκκλησία”. Απορώ με τις κακοήθεις κατηγορίες που εκτοξεύετε προς τα Μέλη της Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, τα οποία σύμφωνα με τα λεγόμενά σας απαγορεύεται να εκφράζουν την οποιαδήποτε άποψη βάση της αρχιερατικής τους συνειδήσεως όταν το πράττουν αυτό με τον προσήκοντα σεβασμό προς το πρόσωπο του Πρώτου, τον οποίο συνεχίζουν να αναγνωρίζουν ως Πρόεδρο της Συνόδου τους και να τον μνημονεύουν στη Θεία Λειτουργία; Φαντάζομαι ως θεολόγος αντιλαμβάνεστε ότι η δήλωσή σας ως δόλιες τις όποιες αδελφικές συναντήσεις, αποτελούν ιεροκατηγορία, η οποία κανονίζεται από τους Ιερούς Κανόνες.
Δεν θα παραλείψω να σχολιάσω και τη θέση σας ότι εγώ σαν Ιεροδιάκονος θα χρειαστώ χρόνο για να ενδιατρίψω στα στοιχειώδη της εκκλησιολογίας και να αντιληφθώ ότι μέτρο της Ορθοδοξίας δεν είναι ένας Μητροπολίτης και δη ο δικός μου προϊστάμενος, όπως αναρωτιέστε, αλλά υπέρτερα όργανα για τις αποφάσεις των οποίων θα πρέπει με πολύ περισσότερη προσοχή και σεβασμό να κρίνω ως Ιεροδιάκονος.
Αγαπητέ κ. Βλαντή, πραγματικά φαίνεται εσάς να σας κατέχει μια σύγχυση και όχι τη θεολογία των Ιεραρχών της Εκκλησίας της Κύπρου, διότι έπραξαν το αυτονόητο, δηλαδή σεβασμό στην Ιερά Παράδοση, στους Ιερούς Κανόνες και στις Συνοδικές αποφάσεις. Είναι απαράδεκτο από μέρους σας να απαξιώνεται τον ιερατικό μου βαθμό, υπενθυμίζοντάς σας από μια τέτοια ιερατική βαθμίδα η Ορθοδοξία ανέδειξε μεγάλους Πατέρες και Αγίους στην Εκκλησία μας, των οποίων σίγουρα δεν είμαι άξιος να λύσω το λουρί από τα υποδήματά τους «οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτῶν» (Μάρκου 1, 7).
Όλα αυτά σας τα γράφω με πολλή αγάπη, έτσι ώστε να προβληματιστείτε για τα συμπεράσματά σας, ευχόμενος όπως ο Θεός σας χαρίζει τον άνωθεν φωτισμό για να υπηρετείτε το σπουδαίο διακόνημα του Ορθόδοξου θεολόγου, ο οποίος υποχρεούται να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας.
Καλή Σαρακοστή.
ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΑΣΤΕΡΙΞ
Του θεολόγου Γιώργου Βλαντή
Η απάντηση του ιεροδιακόνου Ραφαήλ Μισιαούλη στο άρθρο μου «Ο Ταμασού Ησαΐας αναγνωρίζει τον Κιέβου Επιφάνιο (Μέρος Β´)» είναι γραμμένη εν βρασμώ ψυχής. Οι αναγνώστες δύνανται να κρίνουν το επίπεδο που καθρεφτίζουν τα θεολογικά επιχειρήματα που (δεν) εκτίθενται και οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται για το πρόσωπό μου. Αρχική μου πρόθεση ήταν να ευχαριστήσω τον π. Ραφαήλ για το ότι επιβεβαιώνει με τη διακριτική σιγή του την εγκυρότητα των επιχειρημάτων που χρησιμοποίησα για την αναίρεση ορισμένων μόνο από τις θέσεις που διατύπωσε στο άρθρο του, θέσεις που κινούνται εν πολλοίς εκτός του πλαισίου της ορθόδοξης θεολογίας. Όντως, ο π. Ραφαήλ δεν σχολιάζει κανένα από τα ουσιαστικά επιχειρήματα που εξέθεσα. Διαβάζοντας όμως το πολύ συναισθηματικό του κείμενο και τα ψελλίσματα αντιλογίας αναρωτήθηκα αν κατανόησε διόλου τα όσα έγραψα. Τον τελευταίο καιρό κατέστη σαφές ότι ο βιβλιογραφικός ορίζοντας της εν Κύπρω μειοψηφίας που αρνείται να συμμορφωθεί με τις επιταγές των Ιερών Κανόνων και της εκκλησιαστικής Παράδοσης εκτείνεται μεταξύ Ορθοδόξου Τύπου και Αστερίξ. Τα αποτελέσματα αυτών των επιλογών δεν εκπλήσσουν.
Ως προφανώς νέος κληρικός, ο εν Κύπρω ιεροδιάκονος βρίσκεται στην αρχή μιας πορείας, κατά την οποία συν Θεώ θα μπορούσε να προσφέρει εύχυμους καρπούς. Η έναρξη της νηστείας των Χριστουγέννων είναι μια καλή αφορμή για το κλείσιμο, εκ μέρους μου τουλάχιστον, του διαλόγου με τον εναντίον των Εκκλησιών Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Ελλάδος και του Πρώτου της Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου ξιφουλκούντα ιεροδιάκονο Ραφαήλ, στον οποίο εύχομαι υγεία και καλή μετάνοια. Όπως και στον προϊστάμενό του Μητροπολίτη.