Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος σήμερα, Κυριακή 23 Αυγούστου 2020, χοροστάτησε κατά την Θεία Λειτουργία επί την Εορτή της Αποδόσεως της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου στα ερείπια της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής της Παναγίας Φανερωμένης στην Κύζικο της Μικράς Ασίας.
Εκ του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Στον πόνο που προκάλεσε στην Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία και σε όλους τους Χριστιανούς η μετατροπή της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας σε ισλαμικά τεμένη αναφέρθηκε η Α. Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, στην ομιλία του μετά τη Θεία Λειτουργία, στην οποία χοροστάτησε, σήμερα, Κυριακή, 23 Αυγούστου, για την εορτή της Αποδόσεως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Εννιάμερα), στα ερείπια της Ι. Μονής Παναγίας Φανερωμένης Κυζίκου.
Ο Παναγιώτατος ευχήθηκε, ο Θεός “της αγάπης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης να φωτίσει την διάνοια και τις καρδιές των υπευθύνων”, οι οποίοι έλαβαν την εν λόγω απόφαση για τα δύο αυτά μνημεία, που κτίστηκαν ως χριστιανικοί ναοί και ανήκουν στην παγκόσμια πολιτισμική κληρονομιά.
“Είναι γεγονός ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας και τώρα και της Μονής της Χώρας εις μουσουλμανικά τεμένη μας πόνεσε. Τα δύο αυτά μοναδικά μνημεία της Πόλης κτίστηκαν ως χριστιανικοί ναοί. Αποκαλύπτουν εύγλωττα την αλήθεια της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού, την Ομορφιά που σώζει τον κόσμο, εκφράζουν το Οικουμενικό πνεύμα της πίστεώς μας, την αγάπη και την ελπίδα της αιωνιότητος. Τα απαράμιλλα ψηφιδωτά και οι άλλες εικόνες τους αποτελούν ουράνια τροφή για την ψυχή και ανεξάντλητη “χαρά για τα μάτια”, όπως θα έλεγε ο Αϊβαλιώτης Φώτης Κόντογλου, και ανήκουν στην παγκόσμια πολιτισμική κληρονομιά. Παρακαλούμε τον Θεό της αγάπης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης να φωτίσει την διάνοια και τις καρδιές των υπευθύνων”.
Στην ομιλία του, ο Πατριάρχης αναφέρθηκε με συγκίνηση στη φετεινή Θ. Λειτουργία στα ερείπια της Ιεράς Μονής της Φανερωμένης, που αποτελούσε πανίερο προσκυνηματικό τόπο για τους Αρτακηνούς και τους πιστούς της Μικράς Ασίας, οι ψυχές των οποίων, όπως είπε, “συλλειτουργούν και συμπροσεύχονται σήμερα μαζί μας”.
“Όταν επισκεπτώμεθα προσκυνηματικώς, και όταν λειτουργώμεν εις τους ερειπιώδεις ναούς μας της Μικράς Ασίας, γνωρίζουμε και βιώνουμε ότι δεν ευρισκόμεθα εις τα λείψανα ενός λαμπρού παρελθόντος, τα οποία έχουν πλέον μόνον ιστορική ή αρχαιολογική αξία, αλλά εις μνημεία αγιασμένα, πανίερα ενδιαιτήματα του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, όπου εδοξάζετο το όνομα του Τριαδικού Θεού, ετελούντο η Θεία Λειτουργία και τα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας, ευρισκόμεθα όντως εις σεβάσματα, το πνεύμα και την ιερότητα των οποίων δεν εγγίζει ο πανδαμάτωρ χρόνος.
Είναι εμφανές, αδελφοί και τέκνα, ότι και εις την Κύζικο και την Αρτάκη, εις την χερσόνησον αυτή, δεν συναντώμεν πλέον την παλαιά δόξα, δεν υπάρχουν και εδώ αι ακμάζουσαι άλλοτε ορθόδοξοι κοινότητες, οι ναοί και τα μοναστήρια, τα σχολεία και τα άλλα πολλά ευαγή ιδρύματά μας. Βλέπομεν όμως το ανεξίτηλο αποτύπωμα της μακράς, της επί αιώνας παρουσίας μας εις την ευλογημένη αυτή γη. Υπάρχει το ακατάλυτο πνεύμα της Ρωμιοσύνης, την γλυκιά πνοή του οποίου αισθανόμεθα, όταν ευρισκώμεθα εις τα μέρη αυτά τα ευλογημένα. Μας κατακλύζει ανείπωτη χαρμολύπη. Ακούομεν άρρητα ρήματα, ζώμεν θαυμαστάς αποκαλύψεις, γινόμεθα ο πραγματικός εαυτός μας, είμεθα βέβαιοι ότι επιστρέψαμεν εις την ερατεινή πατρίδα.
Πλήρης πνευματικής αγαλλιάσεως και βαθέων βιωμάτων, ο Πατριάρχης σας, σας ευχαριστεί και σας συγχαίρει διά την παρουσία σας σήμερα εις το πάνσεπτο τούτο προσκύνημα. Δεν είσθε, κανείς μας δεν είναι εδώ απλούς επισκέπτης. Είμεθα όλοι ταπεινοί προσκυνηταί και κλίνομεν το γόνυ ενώπιον της Παναγίας Παρθένου, αναμέλποντες ύμνον ευχαριστίας διά την ευλογίαν να ερχώμεθα τα τελευταία έτη εις τον ιερόν τούτον τόπον, διά να λειτουργήσωμεν και να λειτουργηθώμεν”.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε στην ιδιαίτερη τιμή που αποδίδουν οι Ορθόδοξοι πιστοί προς την Υπεραγία Θεοτόκο, και υπενθύμισε ότι στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό, στο Φανάρι, φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Φανερωμένης, την οποία μετέφεραν οι Κυζικηνοί, καθ᾿ οδόν προς την προσφυγιά.
“Καθημερινά, προσκυνούμεν εις τον Πάνσεπτον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου εις το Φανάρι, την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης, η οποία ήταν η εφέστιος εικών του εδώ Μοναστηριού της. Ο Χριστός είναι και εδώ το «παιδίον Ιησούς» και συγχρόνως ο Σωτήρ του κόσμου, ο Ελθών και ο Ερχόμενος. Από την εικόνα αντηχούν το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» των Αγγέλων, οι πένθιμες καμπάνες της Μεγάλης Παρασκευής, αλλά και ο παιάνας του θριάμβου της Ζωής επί του θανάτου εις την Ανάστασιν του Κυρίου.
Αυτή την υπέροχη εικόνα, την οποία οι Κυζικηνοί πατέρες, καθ᾿ οδόν προς την προσφυγιά, μετέφεραν και παρέδωκαν εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, αντικρύζομεν εις το Φανάρι, εις τας ιεράς ακολουθίας, αφού ευρίσκεται απέναντι από τον Δεσποτικόν Θρόνον. Από αυτή αντλούμεν θάρρος και ελπίδα. Ενώπιόν της προσευχόμεθα διά τον λαόν του Θεού, υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου. Η εικών της Παναγίας, της «υψηλοτέρας και λαμπροτέρας των ουρανών», της Κεχαριτωμένης «Δεσποίνης του κόσμου», είναι αλάθητη θεολογική γλώσσα, ολόκληρη η αλήθεια της ενανθρωπήσεως του Θεού και της κατά χάριν θεώσεως του ανθρώπου. Είναι η απτή μαρτυρία περί της συντελεσθείσης σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, διά της ελευθέρας συγκαταθέσεως Μαρίας της Παρθένου εις την κλήσιν του Θεού, και περί της ελπίδος της ερχομένης επουρανίου Βασιλείας, όπου ο Χριστός θα είναι τα πάντα εν πάσι”.
Στη συνέχεια κάλεσε όλους τους παρισταμένους πιστούς να πραγματοποιήσουν την επόμενη χρονιά και πάλι το προσκύνημα στην ιστορική Μονή της Κυζίκου. “Και κάμομεν εδώ όλοι μαζί, με ένα στόμα, το τάμα να ξαναέλθουμε και πάλιν του χρόνου εις τον σεπτόν τούτον τόπο, διά να δοξάσουμε τον εν Τριάδι Θεόν και την Θεοτόκο εν ψαλμοίς και ύμνοις και διά να σκιρτήσουν από χαρά αι ψυχαί των προγόνων μας, οι οποίοι αναπαύονται εις τα άγια χώματα της Μικράς Ασίας, προσδοκώντες την ανάστασιν των νεκρών”.
Ο Παναγιώτατος υπογράμμισε ότι “οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εις την νέα γενεά την άρρηκτη σύνδεσή της με την ευλογημένη αυτή γη, με τας παραδόσεις και τας αξίας μας, με τον πνευματικό πολιτισμό μας. Πρέπει να βοηθήσουμε τους νέους και τας νέας να συνειδητοποιήσουν το μέγα προνόμιο και το υψηλό χρέος, να είναι φορείς και συνεχισταί της πατρώας παρακαταθήκης της Ρωμιοσύνης”.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ευχαρίστησε τις κρατικές αρχές για την άδεια που έδωσαν να τελεστεί και φέτος η Θεία Λειτουργία στο ιερό προσκύνημα της Φανερωμένης, καθώς και τις τοπικές αρχές για τη βοήθεια και τις διευκολύνσεις που παρείχαν.
Εκκλησιάστηκαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Σιγκαπούρης κ. Κωνσταντίνος και Σηλυβρίας κ. Μάξιμος, ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Δαφνουσίας κ. Σμάραγδος, η Γενική Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη κ. Γεωργία Σουλτανοπούλου με τον σύζυγό της Πρέσβυ κ. Ι. Ραπτάκη, και αρκετοί πιστοί, που, παρά τις ιδιαίτερες συνθήκες λόγω της πανδημίας, προσήλθαν για να τιμήσουν την Παναγία Φανερωμένη.
Στη Θεία Λειτουργία παρέστησαν ο Αντιδήμαρχος Αρτάκης και εκπρόσωποι των τοπικών Αρχών.