φωτογραφίες: Νικόλαος Μαγγίνας
ΕΝΑ ΔΕΙΛΙΝΟ ΣΤΗ ΧΑΛΚΗ
Τοῦ Μητροπολίτη
Πέργης Εὐαγγέλου
Πέργης Εὐαγγέλου
Γειτονιά μου πιά ἡ Χάλκη. Καλοκαιρινή συντρόφισσα, νησιώτικη. Μέ γνωριμία ἑξήντα καί πλέον χρόνων. Ἀπό τότε, πού μιά ἀπό τίς κορυφές της -τῆς ἐλπίδος- μᾶς μπόλιαζε τήν Ὀρθοδοξία. Τόν χριστιανισμό, γενικότερα. Ὑπό τήν Ἁγία Τριάδα. Κι᾿ ἐμεῖς τῆς ψάλλαμε τήν δόξα της, μέ τίς μελωδικές περιφορές μας γύρω της, γιά τή γιορτή πού μᾶς χάρισε:
«Τοῦ πνεύματος ἐπιδημία».
Τώρα τήν ἀτενίζω ἀπό τά κράσπεδα τοῦ λόφου της, πιστώνοντας τή δωρεά μέ θεωρία. Μέ θαυμασμό κι᾿ εὐγνωμοσύνη. Καί περιφέροντας τήν εὐωδία τῆς ἐλπίδας της σ᾿ ὅλα τά πλάτη τοῦ νησιοῦ, καί στά ψηλώματα μέ τίς χαριτωμένες της πευκοφωλιές, καί στίς ἀκρογυαλιές.
Παντοῦ λειτουργεῖται ἡ ἁγιασμένη ἱστορία μας. Κι᾿ ἡ ἀλησμόνητη. Μ᾿ ὀρθάνοιχτα μέσα της τά μάτια τῶν ἁγίων μας καί τῶν ἀγγέλων μας καί τῶν ἀπόντων.Καί ξεχυμένη μέχρι τά πέλαγα ἡ μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ κι’ ὁ θόρυβος ὁ μυσταγωγικός ἀπ᾿ τά περάσματα τά ἱερά κι᾿ ἀπ᾿ τίς ἐμφάνειες τῆς θείας παρουσίας. Ὅλες ἕτοιμες νά μᾶς ξυπνήσουν, νά μᾶς ἀγκαλιάσουν, νά μᾶς προστατέψουν, νά μᾶς σώσουν:
«Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον …»
Λίγοι πιά οἱ φίλοι μέ τήν παλιά ρωμέϊκη φινέτσα. Μέ τό ἡρωϊκό συναίσθημα τῆς νοσταλγίας. Νά βλέπουν μέσα ἀπό τά κλαδιά τό κῦμα νά κουβεντιάζει μέ τίς ἀκτές τήν παραλία νά τήν τραγουδάει ἡ Προποντίδα. Νά διακρίνουν στό βάθος, μέσα στό ὑγρό θόλωμα τήν Πόλη, μέ τήν Ἁγιασοφιά σάν ἀξημέρωτο ὄνειρο. Κι᾿ ἀκόμα νά μνημονεύουν τήν Καμαριώτισσα καί τόν Ἁη-Γιάννη τόν Πρόδρομο, τόν Ἁη-Γιώργη τοῦ Κρημνοῦ, τόν Ἁη-Σπυρίδωνα καί κάτι ἐκκλησάκια, περεχυμένα μέ τ’ ἁγιάσματα, Παρασκευῆς τῆς Παρθενομάρτυρος, Εὐφημίας τῆς θαυματουργῆς, Νικήτα τοῦ ἀθλοφόρου κ. ἄ.
Φίλα ὅλ᾿ αὐτά, μᾶς κρατοῦν τό ρυθμό συχνά μέ τόν πρόμαχο τῆς ἁγιάτρεφτης μνήμης φίλο μου Πρωτοψάλτη, μελοποιώντας στροφές καινές μέσα σ᾿ ἕνα σύγχρονο Συναξάρι καί «Μηναῖο» τῆς Πόλης. Καί φυσικά καί τῆς Χάλκης.
Κι᾿ εἶναι τόσα πολλά τά ρήματα πού ἀξίζουν ψάλματα!
Πήραμε τό δρόμο στό δειλινό νά χαροῦμε τή δύση. Κι᾿ ὄχι μόνο. Νά φέξουμε μ᾿ ἕνα κερί τό πρόσωπο τοῦ Ἁη-Σπυρίδωνα, γιά τ᾿ ὁλοζώντατο καί πάλι θαῦμα του. Νά κρατήσει τό μοναστηράκι ἄκαυτο. Σταματώντας ἀπ’ ἔξω, τόν μανιασμένο ἀέρα καί τίς φλόγες.
Καί ἡ Σκητούλα σώθηκε. Μά ὄχι καί τό «δασωμένο Ἀκρωτῆρι», πάνω ἀπό τῆς «Παναγιᾶς τό λιμανάκι».Ἔβαλε «Εὐλογητός» ὁ μακαριστός Ἀρσένιος κι ὁ Πρωτοψάλτης συνέχισε:
«Τήν δέησιν ἐκχεῶ πρός Κύριον»
Ὅπως καί πρό ἐτῶν γιά τόν Ἁη-Γιώργη τῆς Πριγκήπου τόν Κουδουνᾶ. Ὅπως τήν ψάλλει τή δέηση συνεχῶς κι᾿ ἡ ρωμησούνη. Μέ τόν Καβαλλάρη κοντά της. Νά σπρώχνει πίσω τίς ἀδηφάγες φλόγες. Μέχρι νά πνιγοῦν κάτω στή θάλασσα. Στά νερά τοῦ πορθμείου τῶν «Ἁη-Γιώργηδων». Μέ τόν ἴδιο Καβαλλάρη νά μεθίπταται στ᾿ ἀντικρυνά. Στόν «Κρημνό» τῆς Χάλκης. Ζωγραφίζοντας τό θαῦμα τῆς εὐλογημένης ράτσας.
Τόν εἴδατε τόν Ἁη-Γιώργη τοῦ Κρημνοῦ ἀπό τή θάλασσα; Μιά περίκομψη ἀετοφωληά μέ μέσα της ἕνα Ἅγιο. Τόν Ἅγιο Γεώργιο. Κι᾿ ἕναν Ἡγούμενο, πού ἱδρωμένος καμαρώνει τόν κόπο του. Τό ἔργο τῆς «περιποίησης» τῆς Ἁγιοταφείτικης Ἑξέδρας. Μέ τό Ναό, μέ τά Κελλιά, μέ τό Ἀρχονταρίκι, μέ τούς περιβόλους, μέ τά Κάστρα της. Ἁγιορείτικα σαχνισιά, πού προβάλλουν τόν Θεό στά σύμπαντα. Καί τήν Ὀρθοδοξία. Καί τήν Πόλη καί τήν Χάλκη.
Ὅλα βγαλμένα μέσα ἀπό τήν ποιητική πνοή.
Χάλκη 28.6.2012